ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

(Υπόθεση Αρ. 2/2024 (Κ))

 

31 Ιανουαρίου 2024

 

[Ε. ΜΙΧΑΗΛ, ΔΔΔ]

Μεταξύ

R. A. S. A.

Αιτητής

ΚΑΙ

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ/Ή ΤΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΕΩΣ

Καθ’ ου η Αίτηση

…………………………

Σταμάτης Παπαβασιλείου για Ραφαήλ Χρυσάνθου, για τον αιτητή.

Μαρίνα Φιλίππου (κα) για Γενικό Εισαγγελέα, για τον καθ’ ου η αίτηση.

Α Π Ο Φ Α Σ Η

          ΜΙΧΑΗΛ, ΔΔΔ: Η προσφυγή του αιτητή στρέφεται κατά των διαταγμάτων απέλασης και κράτησης ημερομηνίας 10.12.2023.

Ο αιτητής αφίχθηκε στη χώρα το 2008 με άδεια γενικής απασχόλησης ως εργάτης. Το 2010 ο αιτητής παντρεύτηκε με Κύπρια πολίτη και σε αυτόν εκδόθηκε άδεια διαμονής ως συζύγου Κύπριας πολίτη η οποία ίσχυε μέχρι τις 26.3.2019. Στις 24.4.2018 ο γάμος του αιτητή λύθηκε με διαζύγιο. Στις 22.4.2019 ο αιτητής υπέβαλε αίτηση για έκδοση δελτίου διαμονής ως μέλος της οικογένειας Κύπριου πολίτη η οποία απορρίφθηκε στις 23.6.2020 λόγω μη υποβολής πρόσφατης βεβαίωσης καταβολής κοινωνικών ασφαλίσεων. Στις 9.12.2023 ο αιτητής συνελήφθη για παράνομη παραμονή και στις 10.12.2023 εκδόθηκαν τα προσβαλλόμενα διατάγματα.

Οι λόγοι ακύρωσης που προβάλλει ο αιτητής συνοψίζονται σε παραβίαση της αρχής της μη επαναπροώθησης, παραβίαση του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, Κεφ. 105 (στο εξής ο «Νόμος»), και της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ λόγω μη κήρυξης του αιτητή ως απαγορευμένου μετανάστη και μη παραχώρησης προθεσμίας οικειοθελούς αναχώρησης καικατ’ επέκταση, έλλειψη δέουσας έρευνας, πλάνη περί τα πράγματα και τον νόμο, κακή άσκηση διακριτικής ευχέρειας και έλλειψη αιτιολογίας. Εισηγείται, επίσης, ο αιτητής ότι δεν συντρέχουν οι προυποθέσεις του Άρθρου 18ΠΣΤ του Νόμου σχετικά με την έκδοση του διατάγματος κράτησης, ούτε οι αρχές της αναγκαιότητας και αναλογικότητας.

Το Άρθρο 6(1)(κ) του Νόμου προνοεί τις περιπτώσεις που πρόσωπο θεωρείται απαγορευμένος μετανάστης:

«6.—(1) Τα ακόλουθα πρόσωπα θα είναι απαγορευµένοι µετανάστες και, τηρουµένων των διατάξεων του Νόµου αυτού ή των διατάξεων που δυνατό να περιέχονται σε οποιουσδήποτε Κανονισµούς που εκδόθηκαν δυνάµει αυτού ή σε οποιοδήποτε ∆ιάταγµα του Υπουργικού Συµβουλίου, δεν θα επιτρέπεται η είσοδος στη ∆ηµοκρατία σε:—

(κ) οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο εισέρχεται ή διαµένει στη ∆ηµοκρατία κατά παράβαση οποιασδήποτε απαγόρευσης, όρου, περιορισµού ή επιφύλαξης που περιλαµβάνεται στο Νόµο αυτό ή σε οποιουσδήποτε Κανονισµούς που εκδόθηκαν βάσει του Νόµου αυτού ή σε οποιαδήποτε άδεια που παραχωρήθηκε ή εκδόθηκε βάσει του Νόµου αυτού ή των Κανονισµών αυτών·»

Ο Κανονισμός 19 των περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Κανονισμών, Κ.Δ.Π. 242/1972, προνοεί:

«19.  Λειτουργός μεταναστεύσεως, όστις αποφασίζει ότι πρόσωπον τι είναι απαγορευμένος μετανάστης δέον όπως επιδώσει εις αυτό ειδοποίησιν συμφώνως προς τον Δεύτερον Πίνακα των παρόντων Κανονισμών.»

 Έχω διεξέλθει του διοικητικού φακέλου που κατατέθηκε ως Τεκμήριο 1 και δεν εντόπισα ειδοποίηση προς τον αιτητή. Ούτε στη γραπτή αγόρευση ο καθ’ ου η αίτηση αναφέρει οτιδήποτε σχετικό. Αντιθέτως, ο καθ’ ου η αίτηση μέσω της επιχειρηματολογίας που προβάλλει εισηγείται ότι ανακήρυξη προσώπου ως απαγορευμένου μετανάστη γίνεται τρόπον τινά αυτόματα εάν εμπίπτει σε μία από τις περιπτώσεις που προνοούνται στο Άρθρο 6(1) του Νόμου.

Η εισήγηση του καθ’ ου η αίτηση δεν βρίσκει σύμφωνο το Δικαστήριο. Το ζήτημα, εξάλλου, κρίθηκε δικαστικά σε άλλες υποθέσεις στις οποίες παραπέμπει ο αιτητής στις οποίες η παράλειψη επίδοσης ειδοποίησης αποτελεί παράβαση ουσιώδους τύπου (βλ. Relage v. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 1072/2011, 2.12.2011, Wang ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 1108/2011, 9.2.2012).

Το Άρθρο 14(1) του Νόμου που δίδει την εξουσία στον καθ’ ου η αίτηση να εκδώσει διάταγμα απέλασης ρητώς προνοεί ότι δίδεται τηρουμένων «των διατάξεων του Νόµου αυτού και των όρων οποιασδήποτε άδειας ή έγκρισης που χορηγήθηκε βάσει του Νόµου αυτού ή οποιωνδήποτε Κανονισµών που εκδόθηκαν βάσει αυτού».

Συνεπώς, η τήρηση του σχετικού Κανονισμού είναι προυπόθεση για την έκδοση διατάγματος απέλασης και κατ’ επέκταση και κράτησης και επομένως, η μη τήρησή του εκτός από παράβαση ουσιώδους τύπου ισοδυναμεί και με παράβαση νόμου.

Εν όψει της πιο πάνω κατάληξης η εξέταση των υπόλοιπων λόγων ακύρωσης καθίσταται αλυσιτελής.

Η προσφυγή επιτυγχάνει και οι προσβαλλόμενες αποφάσεις ακυρώνονται. Επιδικάζονται έξοδα €2000 πλέον Φ.Π.Α. υπέρ του αιτητή και εναντίον του καθ’ ου η αίτηση.

 

Ε. ΜΙΧΑΗΛ, ΔΔΔ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο