ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ                                          

                                                 Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις

Αρ. 534/2020 και 535/2020

                                             

    31 Ιανουαρίου, 2024

 

[Φ. ΚΑΜΕΝΟΣ, ΔΔΔ.]

 

ΑΝΑΦOΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡO 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 Αρ. 534/2020

                    Z. K. A. A,

Αιτητής

                          Και

 

      Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω

1. Υπουργού Εσωτερικών

2. Αναπληρωτής Διευθυντής Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης 

                                                      Καθ' ων η Αίτηση

------

Αρ. 535/2020

                      A. K. A. A.,

 

Αιτητής

                          Και

 

      Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω

1. Υπουργού Εσωτερικών

2. Αναπληρωτής Διευθυντής Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης 

 

                                                      Καθ' ων η Αίτηση

 

 

......... 

 

Ιωάννα Κατσιδήμα για Στέλιος Αμερικάνος & Σία Δ.Ε.Π.Ε, Δικηγόροι για Αιτήτρια

Γεώργιος Χατζηπροδρόμου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.

                                               

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Φ. Καμένος, ΔΔΔ.: Με την προσφυγή 534/2020, ο Αιτητής αξιώνει από το Δικαστήριο:

 

«Δήλωση ή/και Απόφαση του Δικαστηρίου ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση παρέλειψαν και/ή παραλείπουν οφειλόμενη ενέργεια, ήτοι να εξετάσουν και να απαντήσουν οριστικά στην αίτηση του Αιτητή δια των γονέων του, ημερομηνίας 08/05/2011 (επισυνάπτεται απόδειξη πληρωμής ως ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α), για να εγγραφεί ως πολίτης της Δημοκρατίας, ως τέκνο Κύπριου υπηκόου (Μ126), δυνάμει του άρθρου 110(3) του περί Αρχείου Πληθυσμού Νόμου του 2002 (141(Ι)/2002) και αυτή η παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας είναι άκυρη, παράνομη, αντισυνταγματική και πως ότι παραλήφθηκε να διαταχθεί να διενεργηθεί εντός ευλόγου χρόνου».

 

Mε την προσφυγή 535/2020, ο Αιτητής αξιώνει από το Δικαστήριο:

 

«Δήλωση ή/και Απόφαση του Δικαστηρίου ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση παρέλειψαν και/ή παραλείπουν οφειλόμενη ενέργεια, ήτοι να εξετάσουν και να απαντήσουν οριστικά στην αίτηση του Αιτητή δια των γονέων του, ημερομηνίας 08/05/2011 (επισυνάπτεται απόδειξη πληρωμής ως ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α), για να εγγραφεί ως πολίτης της Δημοκρατίας, ως τέκνο Κύπριου υπηκόου (Μ126), δυνάμει του άρθρου 110(3) του περί Αρχείου Πληθυσμού Νόμου του 2002 (141(Ι)/2002) και αυτή η παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας είναι άκυρη, παράνομη, αντισυνταγματική και πως ότι παραλήφθηκε να διαταχθεί να διενεργηθεί εντός ευλόγου χρόνου».

 

Λόγω κοινών νομικών και πραγματικών σημείων, οι ως άνω προσφυγές συνεκδικάστηκαν, κατόπιν διατάγματος του Δικαστηρίου, ημερομηνίας 13.04.2022.

 

Οι δύο Αιτητές είναι αδέλφια και γεννήθηκαν στο Αμμάν της Ιορδανίας και έλαβαν την Ιορδανική υπηκοότητα.

 

Κατά την 30.10.2011, ο πατέρας των Αιτητών, απέκτησε την Κυπριακή υπηκοότητα λόγω καταγωγής και είναι κάτοχος κυπριακού διαβατηρίου, το οποίο έκτοτε ανανεώνεται. Οι ανήλικοι τότε Αιτητές, δια των γονέων τους, υπέβαλαν στις 08.05.2011 στο Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, αίτηση για εγγραφή τους ως Κύπριοι πολίτες (Μ126) προκειμένου να λάβουν κυπριακή υπηκοότητα, ως τέκνα Κύπριου πολίτη.

 

Στις 26.06.2020, οι Αιτητές καταχώρησαν τις υπό εκδίκαση προσφυγές (με τις οποίες αξιώνουν ως ανωτέρω), αποτελεί δε, παραδεκτό γεγονός, και εν πάση περιπτώσει επιβεβαιώνεται από τους διοικητικούς φακέλους ότι, μέχρι την ημερομηνία επιφύλαξης της δικαστικής απόφασης στις 26.01.2024, οι καθ’ ων η αίτηση δεν είχαν ακόμα εξετάσει και απαντήσει στις υποβληθείσες αιτήσεις για απόκτηση της ιδιότητας του πολίτη της Δημοκρατίας. Μόνον, απέστειλαν στους αιτητές επιστολή ημερομηνίας 25.05.2021, στην οποία θα αναφερθώ κατωτέρω.

 

Οι Καθ’ ων η αίτηση καταχώρησαν Ένσταση, στην οποία εγέρθηκε προδικαστική ένσταση ότι οι προσφυγές είναι πρόωρες καθότι δεν έχει ακόμα ληφθεί τελική απόφαση επί των αιτήσεων. Με την γραπτή του αγόρευση, ο ευπαίδευτος συνήγορος των Καθ’ ων η αίτηση, πέραν της ήδη διατυπωθείσας, ήγειρε τρεις περαιτέρω προδικαστικές ενστάσεις. Θέτει, επιπροσθέτως, ότι δεν υφίσταται παράλειψη, καθότι τα αιτήματα βρίσκονται υπό εξέταση, όπως αυτό γνωστοποιήθηκε στους αιτητές με την επιστολή ημερομηνίας 25.05.2021 (δεύτερη προδικαστική ένσταση) και ότι δεν παρήλθε ο εύλογος χρόνος για εξέταση των αιτήσεων (τρίτη προδικαστική ένσταση). Με την τέταρτη και τελευταία προδικαστική ένστασή εγείρεται ότι οι προσφυγές δεν προσβάλλουν παράλειψη εκτελεστής διοικητικής απόφασης, αλλά παράλειψη απάντησης, ένσταση, η οποία όμως δεν αναπτύσσεται περαιτέρω στην αγόρευση[1].

 

Με τη γραπτή τους αγόρευση, οι Καθ’ ων η αίτηση απορρίπτουν όλους τους λόγους ακυρότητας και περαιτέρω ισχυρίζονται ότι το αρμόδιο τμήμα/υπουργείο αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα αναφορικά με τη διαχείριση και διεκπεραίωση των αιτήσεων εγγραφής και πολιτογράφησης ξένων υπηκόων, λόγω της συσσώρευσης μεγάλου αριθμού τέτοιων αιτήσεων κατά τα τελευταία χρόνια, οι οποίες εξετάζονται με σειρά προτεραιότητας, βάσει του χρόνου υποβολής τους, των οποίων η διερεύνηση των πραγματικών περιστατικών, λόγω και της σοβαρότητας, καθίσταται εξαιρετικά χρονοβόρα.

 

Σημειώνεται ότι, στα συνημμένα έγγραφα επί της ένστασης ημερομηνίας 21.10.2021, δεν υπάρχει οποιοδήποτε έγγραφο, πέραν των αιτήσεων που είχαν υποβάλει οι αιτητές. Γίνεται όμως αναφορά στην επιστολή ημερομηνίας 25.05.2021, προγενέστερη της καταχώρησης της ένστασης, με την οποία ο Αιτητής ως αναφέρεται στην ένσταση «θα ενημερωθεί ότι η Αίτηση του εξετάζεται». Εντός του διοικητικού φακέλου ανευρίσκεται η εν λόγω επιστολή, η οποία απευθύνεται, μεταξύ άλλων και στους δικηγόρους των Αιτητών, φέρει ημερομηνία 25.05.2021, άρα μεταγενέστερη της καταχώρισης των προσφυγών και η οποία αναφέρει επιγραμματικά ότι οι Αιτήσεις εξετάζονται και ότι θα ενημερωθούν για την έκβαση τους σε μεταγενέστερο στάδιο.

 

Δια της γραπτής αγόρευσης των ευπαιδεύτων συνηγόρων τους, οι Αιτητές υποστηρίζουν ότι έχουν παρέλθει πέραν των έντεκα ετών από την ημερομηνία υποβολής των αιτήσεών τους[2], ήτοι παρήλθε ο εύλογος χρόνος για απόφαση επί των αιτήσεων που υπέβαλαν, χωρίς να υπάρχουν οποιοιδήποτε αντικειμενικοί λόγοι, κατά παράβαση της αρχής της χρηστής διοίκησης, αλλά και της υποχρέωσης της διοίκησης να δρα εντός ευλόγου χρόνου.

 

Οι Αιτητές περαιτέρω θέτουν ότι, οι ίδιοι υπέβαλαν παράπονο και στο γραφείο του Επιτρόπου Διοικήσεως, ο οποίος όχλησε τους Καθ΄ων η αίτηση με επιστολές ημερομηνίας 07.09.2015 και 02.12.2015, εντούτοις, η μόνη απάντηση που δόθηκε ήταν με την επιστολή ημερομηνίας 25.05.2021, η οποία απλώς ανέφερε ότι οι αιτήσεις εξετάζονταν χωρίς να αναφέρεται οτιδήποτε άλλο, με αποτέλεσμα η παράλειψη απόφασης να συνεχίζει μέχρι και σήμερα.

 

Με αναφορά σε σχετική επί του θέματος νομολογία, υπέδειξαν πως ουδείς αντικειμενικός λόγος υφίσταται ή έχει υποδειχθεί από τους καθ’ ων η αίτηση, προκειμένου να είναι ικανός να δικαιολογήσει την υπέρμετρη καθυστέρηση όλων αυτών των ετών που σημειώθηκε προς λήψη απόφασης.

 

Έχω εξετάσει με προσοχή τα ενώπιον μου γεγονότα και ισχυρισμούς.

 

Καταρχάς, δεδομένου ότι οι προδικαστικές ενστάσεις, κατά μεγάλο μέρος τους, θεμελιώνονται στο επιχείρημα του ευπαιδεύτου συνηγόρου των Καθ’ ων η αίτηση ότι, οι αποφάσεις επί των αιτήσεων των Αιτητών εκδίδονται κατά διακριτική ευχέρεια και άρα δεν είναι προσβλητές, σημειώνω ότι είχα την ευκαιρία να ασχοληθώ με το ζήτημα αυτό στην πρόσφατη απόφασή μου στην Υπόθεση Αρ. 1883/2019 U.C.C. United Cleaning (Cyprus) Limited ν. Δήμος Παραλιμνίου ημερ. 20/12/2023. Παραπέμπω σε απόσπασμα, το οποίο θεωρώ ότι εφαρμόζεται και στην παρούσα περίπτωση:

 

«Πριν καταλήξω στο πιο πάνω συμπέρασμά μου περί παράλειψης οφειλόμενης ενέργειας, με προβλημάτισε η φύση της πιο πάνω παράλειψης των Καθ΄ων η αίτηση δεδομένου και του επιχειρήματος της ευπαίδευτης συνηγόρου τους, μέσω παραπομπής σε νομολογία, ότι, προκειμένου μια παράλειψη να είναι δεκτική προσβολής με αίτηση ακυρώσεως δεν μπορεί να αφορά πράξη κατ’ ενάσκηση διακριτικής ευχέρειας της διοίκησης. Επ’ αυτού σημειώνω:

 

Στο σύγγραμμα του Στασινόπουλου Δίκαιο Διοικητικών Πράξεων (1951) σελ. 134 Ι(Α)(α) αναφέρεται:

 

«συνιστώσα δέ λεγομένην «παράλειψιν όφειλομένης ενεργείας». Η παραλειφθεϊσα αυτή ενέργεια δυνατόν νά συνίσταται, αα) εις ώρισμένην πραξιν, τίς όποίας τό περιεχόμενον καθορίζεται επ’ εύθείας ύπό του νόμου τυγχάνει δέ σύμφωνον πρός ύποβληθεν αίτημα διοικουμένου, το οποίον η Διοίκησις ώφειλε κατά νόμον νά ίκανοποιήση, ββ) είς την άσκησιν της υπό του νόμου άνατεθειμένης εις όργανον άρμοδιότητος επί την ρύθμισιν της υπόψη αυτού τεθείσης διά τής αιτήσεως διοικητικής σχέσεως δι' ώρισμένης έκτελεστης πράξεως, της οποίας τό περιεχόμενον άφίεται εις την διακριτικήν εξουσία της Διοικήσεως, ή όποία ύποχρεοΰται έν πάση περιπτώσει νά μή άφίση άρρύθμιστον την σχέσιν».

 

Ορίζεται δηλαδή ως παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας τόσο η μη εκδοθείσα πράξη κατ’ ενάσκηση δέσμιας ουσιαστικά αρμοδιότητας [περίπτωση υπό (αα) ανωτέρω] όσο και η μη άσκηση αρμοδιότητας γενικώς [ανωτέρω υπό (ββ)], υπό την έννοια ότι το διοικητικό όργανο έχει υποχρέωση να εκδώσει μια απόφαση θετική ή αρνητική και πάντως κατόπιν άσκησης διακριτικής ευχέρειας όμως παραλείπει να το πράξει με αποτέλεσμα να παραμένει αρρύθμιστη η σχέση για την οποία η διοίκηση οχλείται να δράσει δι’ εκδόσεως εκτελεστής πράξης.

 

Στο σύγγραμμα Κ. Γώγου «Η δικαστική προσβολή παραλείψεων της διοίκησης» σελ . 60-61 αναφέρεται, ως προς τη δυνατότητα του ακυρωτικού δικαστηρίου:

 

Ο δικονομικός νομοθέτης δεν θέλησε να αποκλείσει επί ακυρωτικών διαφορών, ούτε και στις διαφορές ουσίας, a priori τη δικαστική προσβολή της παράλειψης της διοίκησης να αποφανθεί με εκτελεστή πράξη. Πράγματι, οι διατυπώσεις που χρησιμοποιούνται στο κείμενο των σχετικών διατάξεων δεν καθιστούν αποκλειστικά δυνατή μια ερμηνεία που θέλει την οφειλόμενη νόμιμη ενέργεια να συνίσταται σε ευνοϊκή για τον προσφεύγοντα ρύθμιση της έννομης σχέσης. Εάν κρίσιμο είναι απλώς η οφειλόμενη ενέργεια να συνιστά ρύθμιση έννομης σχέσης, δεν φαίνεται γιατί να μην μπορεί να διεκδικήσει κανείς τη ρύθμιση αυτή per se, ήτοι ασχέτως του περιεχομένου της.

 

Η νομολογία, εξ όσων μπορεί να δει κανείς, δεν έχει κρίνει ότι ένα τέτοιο αίτημα αποκλείεται να τεθεί παραδεκτά προς κρίση ενώπιον διοικητικού δικαστηρίου. Αντιθέτως μάλιστα, η ελληνική επιστήμη δέχθηκε ήδη νωρίς ότι είναι δυνατή η ακύρωση της παράλειψης της διοίκησης να αποφανθεί επί αιτήματος, όταν υπάρχει σχετική νόμιμη υποχρέωση. (…) Η σύγχρονη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ακυρώνει την παράλειψη της διοίκησης να αποφανθεί με ρητή και πλήρως αιτιολογημένη διοικητική πράξη σε έναν καθόλου ευκαταφρόνητο αριθμό αποφάσεων, οι οποίες αφορούν αιτήματα έκδοσης επαγγελματικών και οικοδομικών αδειών, χωροθέτησης κτηρίων θρησκευτικής λατρείας, έγκρισης του καταστατικού ιδρυμάτων, περί κατανομής υδατικών πόρων κλπ. Με δεδομένο το γεγονός ότι το δικαστήριο έχει την εξουσία να διατυπώσει διατακτικό με το οποίο ακυρώνεται η παράλειψη του αρμόδιου οργάνου να εξετάσει αίτημα στην ουσία του να αποφανθεί με αιτιολογημένη πράξη, είναι φανερό ότι αντίστοιχο περιεχόμενο θα πρέπει να επιτρέπεται γενικά και για το αίτημα του ενδίκου βοηθήματος του οποίου εκδίδεται η δικαστική απόφαση».

 

Με παρόμοιο τρόπο, στην πρόσφατη απόφαση στην Έ.Δ.Δ. Αρ. 97/2019 Mehmet Maher Cemal Eddin v. Δημοκρατίας κ.α. ημερ. 14.11.2023 όπου και εκεί ο διοικητικός φάκελος φανέρωνε πλήρη απραξία της διοίκησης, το Εφετείο με αναφορά στην πάροδο του ευλόγου χρόνου για τη λήψη απόφασης της  διοίκησης αλλά και έχοντας υπόψη του αίτημα του διοικούμενου για έκδοση διοικητικής απόφασης κατόπιν άσκησης διακριτικής ευχέρειας, ανέφερε:

 

«Καταρχάς, η θέση της εφεσίβλητης ότι, δεν είναι νομικά νοητή η παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας που άπτεται, κατά την εφεσίβλητη, άσκησης διακριτικής ευχέρειας, δεν βρίσκει εφαρμογή στην παρούσα περίπτωση. Το αιτητικό της προσφυγής αφορά περιοριστικά και μόνο σε παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας της εφεσίβλητης, όπως εξετάσει και απαντήσει στην αίτηση του εφεσείοντα (η οποία υποβλήθηκε στη βάση του Άρθρου 109 (3) του Νόμου) υποχρεωτικά (βλ. και Άρθρο 10 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου, Ν. 158(Ι)/1999, «πρέπει») εντός ευλόγου χρόνου, αυτός αντικειμενικά κρινόμενος, εξαρτώμενος από τα περιστατικά κάθε υπόθεσης και με τελικό κριτή αυτού το Δικαστήριο (βλ. Δημοτική Επιτροπή Αγίου Δομετίου ν. Ι. Χριστόφορου Α. Χριστόφορου και Άλλων (1994) 3 Α.Α.Δ., 434 έπ.) και όχι σε παράλειψη έγκρισης της αίτησης του. Τα προαναφερθέντα, βεβαίως, με τη προϋπόθεση ότι, το ζήτημα αφορά σε παράλειψη λήψης απόφασης επί αιτήματος, το οποίο να αποσκοπεί στην έκδοση διοικητικής απόφασης εν τη εννοία του Άρθρου 146.1 του Συντάγματος, προϋπόθεση η οποία σαφώς πληρούται στην παρούσα περίπτωση (έμφαση και υπογράμμιση του Δικαστηρίου)».

 

Εννοείται βέβαια, ότι το εύλογο του χρόνου της κάθε υπόθεσης κρίνεται υπό το πρίσμα των χαρακτηριστικών της. Στην παρούσα υπόθεση ασφαλώς ο εύλογος χρόνος για ενέργειες της διοίκησης δεν μπορεί παρά να κριθεί σε συνάρτηση με τις ενέργειες που έπραξε ή, καλύτερα, αμέλησε να πράξει στα πλαίσια του περιορισμένου χρόνου ισχύος της προσφοράς των αιτητών και ιδίως του επείγοντος του θέματος που οι ίδιοι οι Καθ΄ων η αίτηση επικαλούνταν (βλ. και απόφαση ΑΑΠ ημερ. 18.04.2019 αναφορικά με προσωρινά μέτρα) και όχι αφηρημένα ούτε σε συνάρτηση με άλλες περιπτώσεις όπου η διοίκηση δεν έχει ανάλογο, ως στην παρούσα περίπτωση, χρονικό περιορισμό για την άσκηση της αρμοδιότητάς της».

 

Ως εκ τούτου αλλά και βάσει πλέον και της λίαν πρόσφατης νομολογίας στην Έ.Δ.Δ. Αρ. 97/2019 Mehmet Maher Cemal Eddin v. Δημοκρατίας κ.α. ημερ. 14.11.2023 η οποία μάλιστα αφορά παράλειψη απόφασης σε παρόμοιο με τις παρούσες αίτημα (και στην οποία θα αναφερθώ και κατωτέρω), παραδεκτώς, θεωρώ, εγείρονται οι προσφυγές εναντίον των υπό κρίση παραλείψεων.

 

Απορρίπτω λοιπόν τις προδικαστικές ενστάσεις των Καθ’ ων η αίτηση και προχωρώ να εξετάσω κατά πόσο, υπό τα δεδομένα των υποθέσεων, τις οποίες έχω ενώπιόν μου, διαπιστώνεται παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας. Για την κρίση αυτή απαιτείται πράγματι, μεταξύ άλλων, και η διαπίστωση κατά πόσο παρήλθε εύλογος υπό τις περιστάσεις χρόνος για την έκδοση των πράξεων, για τις οποίες αποτάθηκαν οι Αιτητές στη Διοίκηση. Το εύλογο του χρόνου λοιπόν, δεν είναι προδικαστικό αλλά ζήτημα ουσίας επί  των συγκεκριμένων προσφυγών, με τις οποίες αξιώνεται θεραπεία επί παράλειψης απόφασης.

 

Η ευπαίδευτη συνήγορος των Αιτητών, με παρέπεμψε στην πρόσφατη απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου στις Συνεκδ. Υπ. αρ. 532/2020 κ.α Dana Alkourdi ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω 1. Υπουργού Εσωτερικών και 2. Αναπληρωτή Διευθυντή Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης  ημερ. 15.12.2023, στην οποία εξετάστηκαν πανομοιότυπες ενστάσεις και ισχυρισμοί επί παρόμοιων γεγονότων και υπήρχε ανάλογη εικόνα διοικητικού φακέλου. Επισυνάπτω απόσπασμα, με το οποίο συμφωνώ, ως εφαρμοζόμενο και στα υπό κρίση δεδομένα των ενώπιόν μου προσφυγών. Εκεί εν προκειμένω αναφέρθηκε:

 

«Με αυτά ως δεδομένα, προκειμένου το Δικαστήριο να εξετάσει εάν η διοίκηση έχει παραλείψει να ασκήσει την αρμοδιότητά της εντός ευλόγου, υπό τις περιστάσεις, χρόνου θα πρέπει να εξετάσει την ουσία της υπόθεσης και να προβεί σε εξέταση των όσων το ίδιο το Τμήμα προτάσσει, υπό το φως των όσων περιγράφονται στην Ένσταση της Δημοκρατίας και των διοικητικών φακέλων. Για τους πιο πάνω λόγους, οι προδικαστικές ενστάσεις απορρίπτονται στην ολότητά τους.

 

Επί της ουσίας, το μοναδικό ζήτημα που παραμένει επίδικο, υπό τις πιο πάνω αναφερόμενες περιστάσεις, άπτεται της εξέτασης του χρόνου που χρειάστηκε η διοίκηση προκειμένου να εξετάσει τις υποβληθείσες αιτήσεις, σε συνάρτηση με την υποχρέωση της να ασκεί τις αρμοδιότητες της εντός ευλόγου χρόνου.

 

Αυτό που, εν πρώτοις, διαπιστώνω από το περιεχόμενο των διοικητικών φακέλων που κατατέθηκαν ως Τεκμήρια 1-3, είναι η απουσία οποιουδήποτε εγγράφου, ενέργειας ή υλικού που να έχει ζητηθεί εκ μέρους των καθ’ ων η αίτηση, προκειμένου να προωθηθούν προς εξέταση οι εκκρεμούσες αιτήσεις. Δεν προκύπτει να έχει ζητηθεί εκ μέρους της διοίκησης, κανένα έγγραφο, ενώ ούτε έχει συλλεχθεί οποιαδήποτε πληροφορία σε σχέση με το περιεχόμενο των αιτήσεων που εκκρεμούν. Καμία ενέργεια προκύπτει να έχει προηγηθεί από τον Δεκέμβριο του 2009 και Ιανουάριο του 2010, μέχρι και σήμερα, δεκατέσσερα χρόνια μετά. Σημειώνεται δε περαιτέρω, πως οι επιστολές στις οποίες αναφέρεται η Δημοκρατία, Απριλίου 2021, δεν αναφέρουν τίποτε απολύτως, παρά μόνον έχουν αποσταλεί δεκατέσσερα χρόνια μετά, κενές περιεχομένου.

 

Απαραδέκτως η Δημοκρατία προτάσσει στη γραπτή της αγόρευση ζήτημα συσσώρευσης αιτήσεων, των οποίων η εξέταση καθίσταται χρονοβόρα και πολύπλοκη, αφού από το περιεχόμενο των διοικητικών φακέλων, δεν φαίνεται να έγινε οποιαδήποτε προσπάθεια συλλογής στοιχείων, ούτε καν ανταλλαγή αλληλογραφίας προς οποιαδήποτε άλλη επίσημη Αρχή.

 

Αυτό που παραμένει βέβαιο, είναι η πάροδος δεκατεσσάρων χρόνων που παρέμειναν σε εκκρεμότητα, χωρίς λήψη απόφασης, οι αιτήσεις που υπέβαλαν οι αιτητές από τα έτη 2009 και 2010, χωρίς η διοίκηση να έχει προβεί, έστω, σε οποιαδήποτε ενέργεια προς διερεύνηση.

 

Δεσμευτικά για το παρόν Δικαστήριο, είναι και τα κριθέντα στην Ε.Δ.Δ. 97/2019 Eddin ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 14.11.2023 (…)».

 

Στις παρούσες υποθέσεις, όπου διέρρευσαν 9 έτη μέχρι την καταχώριση των προσφυγών και πέραν των 12 ετών μέχρι την επιφύλαξη της παρούσας απόφασης, οι διοικητικοί φάκελοι φανερώνουν πλήρη έλλειψη οποιασδήποτε ενέργειας προς το σκοπό προώθησης των αιτήσεων των Αιτητών. Η μόνη ενέργεια των Καθ’ ων η αίτηση ήταν η αποστολή, μετά τις προσφυγές, της επιστολής ημερομηνίας 25.05.2021, με την οποία ενημέρωναν αορίστως ότι οι αιτήσεις «εξετάζονται και ότι θα ενημερωθούν σε μεταγενέστερο στάδιο» ενώ τίποτα από όσα αναφέρονται στη γραπτή αγόρευση των Καθ’ ων η αίτηση (η οποία δεν είναι καν μέσο για προσαγωγή μαρτυρίας), ως προς την εκκρεμότητα άλλων αιτήσεων δεν προκύπτει από τους διοικητικούς φακέλους παρά μόνο γίνεται επιγραμματική αναφορά τους στην έκθεση γεγονότων, την οποία ετοίμασε το αρμόδιο τμήμα για σκοπούς ετοιμασίας της ένστασης των Καθ’ ων η αίτηση στα πλαίσια της παρούσας. Απουσιάζει συνεπώς οποιοδήποτε στοιχείο, αντικειμενικώς κρινόμενο, δυνάμενο να δικαιολογήσει την σημειωθείσα απραξία της διοίκησης όλα αυτά τα έτη ή οποιοδήποτε στοιχείο που να επιβεβαιώνει ότι πράγματι οι Καθ’ ων η αίτηση έχουν προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια προς αξιολόγηση της αίτησης των Αιτητών.

 

Η πρόσφατη απόφαση του Εφετείου στην Ε.Δ.Δ. 97/2019 Eddin ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 14.11.2023, στην οποία παρέπεμψα και για σκοπούς της απόφασης μου επί των προδικαστικών ενστάσεων, εκτός από δεσμευτική για το παρόν, προσφέρει ευθεία καθοδήγηση στα υπό κρίση δεδομένα (οι υπογραμμίσεις κρίθηκαν περιττές καθότι το σύνολο του πιο κάτω αποσπάσματος τυγχάνει, τηρουμένων των αναλογιών, εφαρμογής στις κρινόμενες υποθέσεις):

 

«Είναι γεγονός ότι, εντοπίζεται στο φάκελο, τον οποίο καταχώρισε ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου η εφεσίβλητη, επιστολή λειτουργού της εφεσίβλητης προς τη Νομική Υπηρεσία ημερομηνίας 16.2.2018, ήτοι έντεκα (11) περίπου μήνες μετά την καταχώρηση της προσφυγής, με επισυναπτόμενη αυτής έκθεση γεγονότων, βάσει των οποίων συντάχθηκε και η ένσταση της εφεσίβλητης και, ιδίως, τα γεγονότα αυτής. Σ' αυτή γίνεται αναφορά και επίκληση διάφορων «γεγονότων», τα οποία, κατά την εφεσίβλητη (και το πρωτόδικο δικαστήριο) δικαιολογούν, ως εύλογο, τον διαρρεύσαντα χρόνο για λήψη απόφασης σε σχέση με την αίτηση του εφεσείοντα. Η ένσταση, όμως και δη, οι εκεί αναφορές στα όποια γεγονότα δεν συνιστούν per se τεκμηρίωση αυτών, όπως κατ' ουσία ισχυρίζεται η εφεσίβλητη, αλλά ισχυρισμούς, οι οποίοι οφείλουν να αντανακλούν το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου της υπόθεσης, από το οποίο και πρέπει να αποδεικνύονται. Σημειώνεται, συναφώς, ότι, ο διοικητικός φάκελος αποτελεί, σύμφωνα με τη νομολογία, τον μοναδικό οδηγό ως προς την ύπαρξη δεδομένων και γεγονότων (βλ. Δημοκρατία ν. Δ. Αυλωνίτης και Υιοί Λτδ (2000) 3 Α.Α.Δ. 137). Το τεκμήριο της κανονικότητας διέπει τη διοικητική πράξη και θεωρείται ότι η διοίκηση έλαβε υπόψη της ότι είχε ενώπιον της και αντίθετα δεν έλαβε και δεν μπορούσε να λάβει υπόψη της ότι δεν υπήρχε στο διοικητικό φάκελο (Δημοκρατία ν. Χατζηγρηγορίου (2001) 3 Α.Α.Δ. 549). Πέραν, επίσης, του γεγονότος ότι, οι σχετικές αναφορές στην επιστολή ημερομηνίας 16.2.2018 (βλ. ανωτέρω), αλλά και στην ένσταση της εφεσίβλητης, δεν αντανακλούν το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου της υπόθεσης, ήτοι των όποιων δεδομένων και πληροφοριών ήταν ενώπιον της διοίκησης κατά τον ουσιώδη χρόνο που όφειλε να είχε ληφθεί απόφαση επί του αιτήματος του αιτητή, ήταν και κατά πολύ μεταγενέστερες και σαφώς συνιστούν ύστερη του ευλόγου χρόνου προσπάθεια απόδοσης αιτιολογίας για τη μη λήψη απόφασης στον εν λόγω χρόνο και, ως εκ τούτου, δεν θα έπρεπε να ληφθούν υπόψη ως γεγονότα από το πρωτόδικο δικαστήριο, εκτός κατόπιν υποβολής και έγκρισης κατάλληλου, προς τούτου, δικονομικού διαβήματος. Ούτε είναι επιτρεπτή η αποδοχή ως μαρτυρίας ισχυρισμών γεγονότων που γίνονται στις αγορεύσεις των διαδίκων (βλ. ΘΑΛΑΣΣΙΝΟΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (2003) 3 ΑΑΔ 507, απόφαση ημερομηνίας 8.8.2014 στην Προσφυγή Αρ. 771/2011 ΝΤΙΑΝΑ ΑΝΔΡΕΟΥ ΚΑΙ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ). Ούτε είναι ορθή η θέση της εφεσίβλητης ότι, με την εν λόγω επιστολή ημερομηνίας 16.2.2018 η όποια παράλειψη λήψης απόφασης επί του αιτήματος έχει αρθεί, αφού αυτή σαφώς δεν συνιστά τελική απόφαση επ' αυτού. Ούτε τα όσα ανέφερε η ευπαίδευτη συνήγορος ενώπιον μας κατά την ακρόαση της υπόθεσης, ήτοι ότι, είναι εκατοντάδες οι περιπτώσεις, όπως η παρούσα, οι οποίες αφορούν σε αιτήματα πολιτογράφησης από ισχυριζόμενους ως συγγενείς της N[.] N[.] MUSTAFA, δύνανται να προσθέσουν στην αιτιολογία σε σχέση με το θέμα του ευλόγου χρόνου, αφού αυτός ο ισχυρισμός, παρέμεινε παντελώς ατεκμηρίωτος και, συνεπώς, αίολος και απορριπτέος, ενώ είναι παγίως νομολογημένο ότι, οι αγορεύσεις των μερών δεν δύνανται να προσθέτουν μαρτυρία. Σημειώνουμε, τέλος, ότι, αποτελεί ερωτηματικό, κατά πόσο τα όσα προβάλλει ως αιτιολογία για τον διαρρεύσαντα χρόνο η πλευρά της εφεσίβλητης (βλ. ανωτέρω), αν ήταν δικονομικώς επιτρεπτό να ληφθούν υπόψη και υιοθετήθηκαν, λανθασμένα κατά την άποψη μας, από το πρωτόδικο δικαστήριο, θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν την διαπιστωμένα ανωτέρω αδικαιολόγητη απραξία της διοίκησης για μεγάλο χρονικό διάστημα, στην οποία αναφερθήκαμε ανωτέρω. Ενόψει, όμως, του δεδομένου, πλέον, (βλ. ανωτέρω) ότι, αυτή η αιτιολογία για την καθυστέρηση εξέτασης του αιτήματος όψιμα δόθηκε από την εφεσίβλητη, η απάντηση στο εν λόγω ερώτημα θα κατέληγε, ανεπίτρεπτα, απλή ακαδημαϊκή άσκηση από το Δικαστήριο και, συνεπώς, δεν κρίνουμε σκόπιμο να τη δώσουμε. Σημειώνουμε, εν τέλει, εμφαντικά και ότι, το γεγονός ότι δεν λήφθηκε ακόμη απόφαση επί της αίτησης του εφεσείοντα, είτε θετική είτε αρνητική, μέχρι σήμερα, ήτοι οκτώ (8) σχεδόν χρόνια μετά την υποβολή της αίτησης του εφεσείοντα, οφείλει να προβληματίσει σοβαρά την εφεσίβλητη, η οποία υποχρεούται πάντοτε και ανεξαιρέτως, στα πλαίσια των κανόνων χρηστής διοίκησης, να επιλαμβάνεται και να αποφασίζει το ταχύτερο δυνατό (βλ. Δημοτική Επιτροπή Αγίου Δομετίου, ανωτέρω).

 

Παρομοίως, διαπιστώνω ότι και στις παρούσες, οι Καθ’ ων η αίτηση παρέλειψαν, για χρόνο, αντικειμενικά κρινόμενο μέσα από την εικόνα των διοικητικών φακέλων (ως ειδικότερα αναφέρθηκα και πιο πάνω), πέραν του ευλόγου, όλα αυτά τα έτη που οι αιτήσεις των Αιτητών παραμένουν σε εκκρεμότητα, να εκτελέσουν οποιαδήποτε ενέργεια προς προώθηση των αιτήσεων των Αιτητών γεγονός που συνιστά πράγματι παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας.

Δεδομένων των όσων αναφέρθηκαν πιο πάνω άρα, δε μπορώ παρά να αποδεχθώ τη βασιμότητα των προσφυγών και να διαπιστώσω έδαφος παρέμβασης του παρόντος Δικαστηρίου. Η παράλειψη των Καθ’ ων η αίτηση να απαντήσουν (αποφασίζοντας) επί των αιτήσεων των Αιτητών είναι, δυνάμει του Άρθρου 146(4) (γ) του Συντάγματος, άκυρη και ως εκ τούτου διατάσσεται όπως πάν το παραλειφθέν δέον να εκτελεσθεί.

 

Τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ των Αιτητών και εναντίον των Καθ΄ ων η αίτηση ως θα υπολογιστούν από το Πρωτοκολλητείο και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

Φ. Καμένος, ΔΔΔ

 



[1] Σε κάθε περίπτωση, η εν λόγω ένσταση ουσιαστικά απαντάται και από την νομολογία, στην οποία γίνεται αναφορά πιο κάτω κάτω και δη από την Έ.Δ.Δ. Αρ. 97/2019 Mehmet Maher Cemal Eddin v. Δημοκρατίας κ.α. ημερ. 14.11.2023, όπου πρωτοδίκως στην Προσφυγή αρ. 302/2017 Μ.Μ.C. Eddin v. Δημοκρατίας κ.α. ημερ. 06.05.2019, την οποία ανέτρεψε, το αιτητικό ήταν παρόμοιο με την παρούσα («Δήλωση ή/και Απόφαση του Δικαστηρίου ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση παραλείπουν οφειλόμενη ενέργεια, ήτοι να εξετάσουν και να απαντήσουν οριστικά στην αίτηση του Αιτητή (…)»).

[2] Σημ: Η αναφορά για 11 έτη διάρκειας της παράλειψης, προφανώς αναφέρεται στα έτη από την αίτηση των αιτητών μέχρι την ημερομηνία καταχώρισης της αγόρευσης των Αιτητών ημερομηνίας 25.05.2022 και όχι της καταχώρισης των προσφυγών, η οποία ως αναφέρθηκε έγινε στις 26.06.2020.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο