ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ  

   (Υπόθεση αρ. 578/21)

22 Ιανουαρίου 2024

[ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ AΡΘΡΑ 28, 29 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

N. T. T. L.

Αιτήτρια

v.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

Καθ’ ων η αίτηση.

……………………………

Ανδρέας Δημητρίου, για Μούσουλος, Κανέλλα & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., για την αιτήτρια.

Μαρία Καρπούζη, Δικηγόρος, για το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση.

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.: Η αιτήτρια καταχώρησε την υπό εκδίκαση προσφυγή με την οποία αξιώνει ακύρωση της απόφασης των καθ’ ων η αίτηση ημερομηνίας 29.3.2021, σύμφωνα με την οποία η αίτηση που υπέβαλε για απόκτηση της κυπριακής υπηκοότητας με πολιτογράφηση, απορρίφθηκε.

 

  Η αιτήτρια κατάγεται από το Βιετνάμ. Αφίχθηκε για πρώτη φορά στη Δημοκρατία στις 7.10.2006 προκειμένου να εργαστεί ως οικιακή βοηθός. Η άδεια προσωρινής παραμονής της ανανεωνόταν από τις 20.12.2006 που εκδόθηκε για πρώτη φορά, μέχρι τις 7.10.2015, προκειμένου να εργάζεται ως οικιακή βοηθός, σε συγκεκριμένη εργοδότη. Με επιστολή ημερομηνίας 23.10.2015, η εργοδότης της αιτήτριας, ενημέρωσε το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, πως η αιτήτρια στις 22.9.2015, εγκατέλειψε το χώρο διαμονής και εργασίας της και τα στοιχεία της καταχωρήθηκαν στον κατάλογο αναζητούμενων προσώπων. Στο μεταξύ, το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, έλαβε γνώση έγκρισης που χορηγήθηκε από το Υπουργείο Εσωτερικών, ημερομηνίας 21.9.2015 για αλλαγή εργοδότη της αιτήτριας, η οποία αποτάθηκε, εκ νέου, για διευθέτηση της παραμονής της. Προς τούτο, εκδόθηκε προσωρινή άδεια παραμονής για εργασία, ως οικιακή βοηθός στο νέο της εργοδότη, με ισχύ μέχρι την 22.9.2018, η οποία ανανεώθηκε με ισχύ μέχρι την 17.9.2022.

 

  Στις 19.3.2018, η αιτήτρια υπέβαλε αίτηση για απόκτηση της κυπριακής υπηκοότητας με πολιτογράφηση. Αφού λήφθηκαν οι απόψεις της Interpol και της ΚΥΠ, στη βάση των οποίων δεν προέκυπτε οτιδήποτε εναντίον της, από άποψη ασφάλειας, ακολούθησε η προσωπική της συνέντευξη, η οποία έλαβε χώρα στις 13.6.2019. Η λειτουργός του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, υπέβαλε προς τον Υπουργό Εσωτερικών γραπτό σημείωμα / έκθεση ημερομηνίας 13.6.2019, το οποίο ελέγχθηκε από την λειτουργό ελέγχου στις 22.1.2021, στο οποίο υπεβλήθη εισήγηση για απόρριψη της αιτήσεως, με την οποία ο Υπουργός Εσωτερικών συμφώνησε, στις 4.2.2021.

 

  Η αίτηση απερρίφθη και γνωστοποιήθηκε στην αιτήτρια η προσβαλλόμενη απόφαση, ημερομηνίας 29.3.2021, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα:-

 «Έχω οδηγίες να αναφερθώ στην αίτησή σας ημερ. 10/03/2018 για απόκτηση της κυπριακής υπηκοότητας με πολιτογράφηση και να σας πληροφορήσω ότι η αίτησή σας τέθηκε ενώπιον του Υπουργού Εσωτερικών και εξετάσθηκε με τη δέουσα προσοχή αλλά δεν κατέστη δυνατό να εγκριθεί καθότι η σχέση σας με την Κύπρο είναι καθαρά εργασιακή. Επιπλέον δεν πληροίτε την προϋπόθεση 1(δ) του Τρίτου Πίνακα του άρθρου 111 του Περί Αρχείου Πληθυσμού Νόμου Ν. 141(Ι)/2002, δηλαδή λόγω του ότι δεν έχει διαπιστωθεί πέραν πάσης αμφιβολίας η πρόθεσή σας για μόνιμη παραμονή στη Δημοκρατία εφόσον το παιδί σας διαμένει μόνιμα στο Βιετνάμ και ένα μέρος από τα εισοδήματα σας τα αποστέλλεται στη χώρα σας.»

 

  Προς ακύρωση της προσβαλλόμενης διοικητικής αποφάσεως, ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας, διατείνεται πως η προσβαλλόμενη απόφαση έχει εκδοθεί από αναρμόδιο όργανο, αφού αρμόδιος για να αποφασίσει επί της αιτήσεως, είναι ο Υπουργός Εσωτερικών, ο οποίος δεν προκύπτει να έχει εκχωρήσει αυτές του τις εξουσίες, προς οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο.

 

  Εγείρεται πρόσθετα ισχυρισμός ελλιπούς έρευνας και αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης, αφού κατά τις εισηγήσεις, οι καθ’ ων η αίτηση εσφαλμένα και χωρίς να διεξάγουν οποιαδήποτε διερεύνηση για την πραγματική πρόθεση της αιτήτριας να παραμείνει στη Δημοκρατία, αλλά και να φέρει μαζί της στη Δημοκρατία την θυγατέρα της, κατέληξαν πως δεν είχε τέτοια πρόθεση. Κατά τις εισηγήσεις, οι συνήγοροι της αιτήτριας αναφέρουν πως η ίδια προχώρησε σε διαδικασίες για να επιτραπεί στην θυγατέρα της να μεταναστεύσει στη Δημοκρατία, στις 12.3.2020, πράγμα το οποίο δεν έτυχε ορθής αξιολόγησης εκ μέρους των καθ’ ων η αίτηση.

 

  Η ευπαίδευτη συνήγορος της Δημοκρατίας, υπερασπίστηκε τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης αποφάσεως, υποστηρίζοντας  πως η προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί, καθότι η ευρεία διακριτική και κρατική εξουσία του Υπουργού Εσωτερικών για χορήγηση πιστοποιητικού πολιτογράφησης, ασκήθηκε καλόπιστα, μετά από δέουσα έρευνα επί όλων των πτυχών που θα μπορούσαν να ληφθούν υπόψη, υπό τις περιστάσεις.

 

  Οι διατάξεις που αφορούν τη δυνατότητα απόκτησης της ιδιότητας του πολίτη της Δημοκρατίας από οποιοδήποτε αλλοδαπό πρόσωπο, καθορίζονται στις πρόνοιες του άρθρου 111 του περί Αρχείου Πληθυσμού Νόμου του 2002, Ν. 141(Ι)/2002, ως αυτός ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο έκδοσης της προσβαλλόμενης απόφασης, σε συνδυασμό με τον Τρίτο Πίνακα του Νόμου.

 

  Η σχετική με το επίδικο ζήτημα προσέγγιση της νομολογίας μας αναφορικά με αιτήματα πολιτογράφησης αλλοδαπών, σκιαγραφείται στην απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Mohamad v. Δημοκρατίας (2010) 3 Α.Α.Δ. 18, στην οποία υποδείχθηκε πως η πολιτογράφηση συνιστά μία εξουσία που ανάγεται στην κυρίαρχη φύση του κράτους, με ευρεία διακριτική ευχέρεια της διοίκησης κατά την εξέταση των αιτημάτων, με μόνο περιορισμό την ανάγκη επίδειξης καλής πίστης.

 

  Καθορίστηκε, επίσης, εκ της νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, πως η πλήρωση και μόνον των προϋποθέσεων που ορίζονται στις διατάξεις του άρθρου 111, σε συνάρτηση με τον Τρίτο Πίνακα του Νόμου, αναφορικά με το διάστημα παραμονής του εκάστοτε αιτητή στη Δημοκρατία, με τον καλό του χαρακτήρα και την πρόθεσή του, σε περίπτωση χορήγησης σε αυτόν πιστοποιητικού πολιτογράφησης, να διαμένει στη Δημοκρατία, δεν παρέχουν αφ’ εαυτών δικαίωμα στον αλλοδαπό για πολιτογράφηση. Η σχετική εξουσία προς λήψη τέτοιας απόφασης, ανήκει στον Υπουργό Εσωτερικών και η ευχέρειά του, είναι η ευρύτερη δυνατή, με μόνο περιορισμό την καλή πίστη (Ananda Marga v. Republic (1985) 3 CLR 2583, Moyo v. Republic (1988) 3 C.L.R. 1203, Ήρωα ν. Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ. 307, Α.Ε. 33/2011 Issa E. E. Alyatim ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 25.10.2016).

 

  Προχωρώντας να εξετάσω τον ισχυρισμό περί αναρμοδιότητας οργάνου, διαπιστώνω πως η σχετική έκθεση που ετοιμάστηκε από την λειτουργό που εξέτασε την αίτηση, υπεβλήθη προς τον ίδιο τον Υπουργό Εσωτερικών (σελιδώσεις 338-334 Τεκμηρίου 2). Η εν λόγω έκθεση, μαζί με τους σχετικούς φακέλους, απεστάλη προς τον Υπουργό Εσωτερικών, δια του πρόσθετου σημειώματος ημερομηνίας 28.1.2021 (σελιδώσεις 340-339 Τεκμηρίου 2). Τίθεται, επ’ αυτού, η λέξη «Εγκρίνεται», υπογραφή και ημερομηνία. Εξ’ αυτών και μόνον, διαπιστώνω πως δεν έχει ανατραπεί το τεκμήριο νομιμότητας, ως προς το ποιος υπέγραψε το υπό αναφορά σημείωμα, που δεν ήταν άλλος από τον Υπουργό Εσωτερικών, ο οποίος δεν έχει εκχωρήσει σε οποιονδήποτε άλλο λειτουργό τις εξουσίες του, αλλά αντιθέτως, έχει ασκήσει την αποφασιστική του αρμοδιότητα, εκφράζοντας τις θέσεις του, επί των όσων του παρουσιάστηκαν από την λειτουργό που εξέτασε την υποβληθείσα αίτηση.

 

  Εξάλλου, όπως αναφέρεται στις διατάξεις του άρθρου 17(8) του Ν. 158(Ι)/99:-

«(8) ∆ε συνιστά αποχή από άσκηση αρμοδιότητας η υιοθέτηση ενός σημειώματος ή μιας πρότασης που υποβάλλεται από υφιστάμενο υπάλληλο ή όργανο στο αρμόδιο διοικητικό όργανο, αν το σημείωμα ή η πρόταση περιέχει συγκεκριμένη εισήγηση και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας προκύπτει ότι το αρμόδιο όργανο άσκησε ουσιαστικά την αποφασιστική του αρμοδιότητα.»

 

  Στη βάση των πιο πάνω, ο ισχυρισμός περί λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης από αναρμόδιο όργανο, απορρίπτεται, ως αβάσιμος.

 

  Προβλήθηκε ο ισχυρισμός πως η προσβαλλόμενη απόφαση υπήρξε αποτέλεσμα ελλιπούς έρευνας, ως προς την πραγματική πρόθεση της αιτήτριας να διαμείνει στη Δημοκρατία, ζήτημα που δεν αποτελεί προϋπόθεση εκ του Νόμου, για την εξέταση αίτησης για πολιτογράφηση. Δεν συμφωνώ με τον ισχυρισμό, αφού τέτοια προϋπόθεση, τίθεται εκ του Τρίτου Πίνακα του σχετικού Νόμου, στις πρόνοιες του οποίου, αναφέρονται τα εξής:-

 

«1. Με την τήρηση των διατάξεων της αμέσως προηγούμενης παραγράφου, τα προσόντα για πολιτογράφηση αλλοδαπού που αιτείται τέτοια πολιτογράφηση, είναι τα ακόλουθα:

[…]

 (δ) έχει πρόθεση σε περίπτωση χορήγησης σ’ αυτόν πιστοποιητικού-

(i) να διαμένει στη Δημοκρατία […]»

 

  Εν πάση περιπτώσει, τα όσα αναφέρει σήμερα ο δικηγόρος της αιτήτριας, περί υποβολής αίτησης για έκδοση άδειας μετανάστευσης της θυγατέρας της, που βρίσκεται στο Βιετνάμ, φέρουν ημερομηνία 12.3.2020, ως οι ισχυρισμοί του και συνεπώς, σαφώς εκτός ουσιώδους χρόνου.

 

  Από την έκθεση που υπέβαλε η λειτουργός, που διεξήγαγε τη συνέντευξη της αιτήτριας, προς τον Υπουργό Εσωτερικών, προκύπτει πως διερευνήθηκαν όλες οι πτυχές των γεγονότων που θα μπορούσαν να εξεταστούν. Πράγματι, η αιτήτρια εισήλθε στη Δημοκρατία, με σχέση εργασίας, για όλα τα χρόνια για τα οποία είχε εκδοθεί άδεια παραμονής, η οποία ήταν προσωρινής φύσεως. Ενόψει μη προσκόμισης οποιουδήποτε στοιχείου που να καταδεικνύει την πρόθεση της αιτήτριας να διαμείνει μόνιμα στη Δημοκρατία, καταλήγω πως οι λόγοι απόρριψης της αιτήσεως της, υπήρξαν εύλογοι, υπό τις ενώπιον της διοίκησης περιστάσεις.

 

  Ενώπιον του Υπουργού Εσωτερικών τέθηκε η έκθεση της λειτουργού που διεξήγαγε την προσωπική συνέντευξη, στην οποία καταγράφηκαν όλες οι απαντήσεις που δόθηκαν από την αιτήτρια, με το περιεχόμενο της οποίας ο Υπουργός συμφώνησε. Σε αυτήν γίνεται αναφορά στην εργασιακή της σχέση με τη Δημοκρατία, καθώς επίσης και στους κοινωνικούς δεσμούς που έχει, ουσιαστικά, μόνον με τα μέλη της οικογένειας του εργοδότη της.

 

  Το Δικαστήριο δεν μπορεί να καταλήξει σε συμπέρασμα πρωτογενώς, ούτε και σε εικασίες, αλλά να εξετάσει το κατά πόσον η διοίκηση άσκησε καλόπιστα την ευρεία διακριτική της ευχέρεια κατά την εξέταση της επίδικης αιτήσεως. Από τα δεδομένα και τις απαντήσεις που τέθηκαν υπόψη της διοίκησης, διαπιστώνω πως η κατάληξη της διοίκησης, υπήρξε ορθή και νόμιμη.

 

  Στη βάση των ενώπιον μου γεγονότων, κρίνεται πως παρέχεται επαρκές πραγματικό έρεισμα για την απορριπτική απόφαση, ενώ η εκτίμηση της διοίκησης, κρίνεται και εύλογη και επιτρεπτή, υπό το φως των ενώπιον της γεγονότων και δεν διαπιστώνω έλλειψη καλής πίστης εκ μέρους του Υπουργού Εσωτερικών.

 

  Δεν έχει αποδειχθεί ότι οι καθ’ ων η αίτηση ενήργησαν υπό πλάνη ή με κακή πίστη, η τεκμηρίωση της οποίας βαρύνει την ίδια την αιτήτρια. Το τεκμήριο της καλόπιστης άσκησης της διακριτικής ευχέρειας παραμένει έγκυρο μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου.

 

  Για τους πιο πάνω λόγους, η προσφυγή απορρίπτεται με €1.900 εναντίον της αιτήτριας και υπέρ των καθ’ ων η αίτηση.

 

Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται, δυνάμει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.                 

 

Γαβριήλ, Δ.Δ.Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο