ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ  

(Συνεκδ. Υποθέσεις αρ. 1377/2018, 1378/2018,

 1379/18, 1380/18, 1381/18,1382/18, 1383/18, 1384/18, 1385/18, 1386/18, 1387/18, 1388/18, 1389/18, 1390/18, 1391/18, 1392/18, 1393/18, 1394/18, 1395/18, 1396/19, 1397/18, 1398/18,1399/18, 1400/18, 1401/18, 1402/18, 1403/18, 1404/18 και 1405/18 )

 

 27 Φεβρουαρίου 2024

 [ΚΕΛΕΠΕΣΙΗ, Δ.Δ.Δ.]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ AΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

(Υπόθεση αρ. 1377/2018)

E. D. R.-S.

 

Αιτήτρια,

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργού Εσωτερικών

και ως Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών

Καθ’ ης η αίτηση.

__________________________________

(Υπόθεση αρ. 1378/2018)

1.E. D. R.-S.

2. C. R. S.

Αιτητές,

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργού Εσωτερικών

και ως Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών

 

Καθ’ ης  η αίτηση.

__________________________________

(Υπόθεση αρ. 1379/2018)

1.E. D. R.-S.

2. C. R. S.

Αιτητές,

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργού Εσωτερικών

και ως Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών

 

Καθ’ ης  η αίτηση

__________________________________

(Υπόθεση αρ. 1380/2018)

1.E. D. R.-S.

2. C. R. S.

Αιτητές,

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργού Εσωτερικών

και ως Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών

Καθ’ ης  η αίτηση

__________________________________

 (Υπόθεση αρ. 1381/2018)

1.E. D. R.-S.

2. C. R. S.

Αιτητές,

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργού Εσωτερικών

και ως Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών

Καθ’ ης  η αίτηση

__________________________________

 (Υπόθεση αρ. 1382/2018)

1.E. D. R.-S.

2. C. R. S.

Αιτητές,

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργού Εσωτερικών

και ως Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών

Καθ’ ης  η αίτηση

__________________________________

 (Υπόθεση αρ. 1383/2018)

1.E. D. R.-S.

2. C. R. S.

Αιτητές,

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργού Εσωτερικών

και ως Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών

Καθ’ ης  η αίτηση

__________________________________

 (Υπόθεση αρ. 1384/2018)

1.E. D. R.-S.

2. C. R. S.

Αιτητές,

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργού Εσωτερικών

και ως Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών

Καθ’ ης  η αίτηση

__________________________________

 (Υπόθεση αρ. 1385/2018)

1.E. D. R.-S.

2. C. R. S.

Αιτητές,

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργού Εσωτερικών

και ως Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών

Καθ’ ης  η αίτηση

__________________________________

 (Υπόθεση αρ. 1386/2018)

1.E. D. R.-S.

2. C. R. S.

Αιτητές,

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργού Εσωτερικών

και ως Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών

Καθ’ ης  η αίτηση

__________________________________

 (Υπόθεση αρ. 1387/2018)

1.E. D. R.-S.

2. C. R. S.

Αιτητές,

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργού Εσωτερικών

και ως Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών

Καθ’ ης  η αίτηση

__________________________________

 (Υπόθεση αρ. 1388/2018)

1.E. D. R.-S.

2. C. R. S.

Αιτητές,

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργού Εσωτερικών

και ως Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών

Καθ’ ης  η αίτηση

__________________________________

 (Υπόθεση αρ. 1389/2018)

1.E. D. R.-S.

2. C. R. S.

Αιτητές,

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργού Εσωτερικών

και ως Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών

Καθ’ ης  η αίτηση

__________________________________

 (Υπόθεση αρ. 1389/2018)

1.E. D. R.-S.

2. C. R. S.

Αιτητές,

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργού Εσωτερικών

και ως Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών

Καθ’ ης  η αίτηση

__________________________________

 (Υπόθεση αρ. 1390/2018)

1.E. D. R.-S.

2. C. R. S.

Αιτητές,

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργού Εσωτερικών

και ως Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών

Καθ’ ης  η αίτηση

__________________________________

 (Υπόθεση αρ. 1391/2018)

1.E. D. R.-S.

2. C. R. S.

Αιτητές,

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργού Εσωτερικών

και ως Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών

Καθ’ ης  η αίτηση

__________________________________

 (Υπόθεση αρ. 1392/2018)

1.E. D. R.-S.

2. C. R. S.

 

Αιτητές,

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργού Εσωτερικών

και ως Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών

Καθ’ ης  η αίτηση

__________________________________

 (Υπόθεση αρ. 1393/2018)

1.E. D. R.-S.

2. C. R. S.

Αιτητές,

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργού Εσωτερικών

και ως Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών

Καθ’ ης  η αίτηση

__________________________________

 (Υπόθεση αρ. 1394/2018)

1.E. D. R.-S.

2. C. R. S.

Αιτητές,

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργού Εσωτερικών

και ως Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών

Καθ’ ης  η αίτηση

__________________________________

 (Υπόθεση αρ. 1395/2018)

1.E. D. R.-S.

2. C. R. S.

Αιτητές,

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργού Εσωτερικών

και ως Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών

Καθ’ ης  η αίτηση

__________________________________

 (Υπόθεση αρ. 1396/2018)

1.E. D. R.-S.

2. C. R. S.

Αιτητές,

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργού Εσωτερικών

και ως Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών

Καθ’ ης  η αίτηση

__________________________________

 (Υπόθεση αρ. 1397/2018)

1.E. D. R.-S.

2. C. R. S.

Αιτητές,

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργού Εσωτερικών

και ως Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών

Καθ’ ης  η αίτηση

__________________________________

 (Υπόθεση αρ. 1398/2018)

1.E. D. R.-S.

2. C. R. S.

 

Αιτητές,

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργού Εσωτερικών

και ως Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών

Καθ’ ης  η αίτηση

__________________________________

 (Υπόθεση αρ. 1399/2018)

1.E. D. R.-S.

2. C. R. S.

Αιτητές,

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργού Εσωτερικών

και ως Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών

Καθ’ ης  η αίτηση

__________________________________

 (Υπόθεση αρ. 1400/2018)

1.E. D. R.-S.

2. C. R. S.

Αιτητές,

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργού Εσωτερικών

και ως Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών

Καθ’ ης  η αίτηση

__________________________________

 (Υπόθεση αρ. 1401/2018)

1.E. D. R.-S.

2. C. R. S.

Αιτητές,

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργού Εσωτερικών

και ως Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών

Καθ’ ης  η αίτηση

__________________________________

 (Υπόθεση αρ. 1402/2018)

1.E. D. R.-S.

2. C. R. S.

Αιτητές,

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργού Εσωτερικών

και ως Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών

Καθ’ ης  η αίτηση

__________________________________

 (Υπόθεση αρ. 1403/2018)

1.E. D. R.-S.

2. C. R. S.

Αιτητές,

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργού Εσωτερικών

και ως Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών

Καθ’ ης  η αίτηση

__________________________________

 (Υπόθεση αρ. 1404/2018)

1.E. D. R.-S.

2. C. R. S.

Αιτητές,

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργού Εσωτερικών

και ως Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών

Καθ’ ης  η αίτηση

__________________________________

 (Υπόθεση αρ. 1405/2018)

1.E. D. R.-S.

2. C. R. S.

Αιτητές,

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργού Εσωτερικών

και ως Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών

Καθ’ ης  η αίτηση

__________________________________

Ν. Ιακώβου (κα), για Λέλλος Π. Δημητριάδης Δ.Ε.Π.Ε, για τους αιτητές.

Π. Βασιλείου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για την  καθ’ ης η αίτηση.

 

                         Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΚΕΛΕΠΕΣΙΗ,Δ.Δ.Δ.: Τα γεγονότα που περιβάλλουν τις παρούσες υποθέσεις προκύπτουν από το περιεχόμενο των διοικητικών φακέλων καθώς και από τα παραρτήματα των ενστάσεων και της συμπληρωματικής ένστασης της καθ΄ης η αίτηση, δεν αμφισβητούνται και έχουν ως ακολούθως:

 

Ο αιτητής C. R. S.  (αιτητής 2 στις Προσφυγές αρ. 1378/18 έως 1405/18) είναι Τουρκοκύπριος και διαμένει στη κατεχόμενη Κερύνεια και ήταν ο εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης 46 τεμαχίων στις κοινότητες Μούτταλος, Λέμπα και Τίμη Πάφου. Κάποια από τα εν λόγω τεμάχια αποκτήθηκαν από τον αιτητή δυνάμει εγγραφής που διενεργήθηκε πριν από το 1974, άλλο δε μέρος της επίδικης περιουσίας περιήλθε στην κυριότητα του αιτητή δυνάμει κληρονομικής διαδοχής -ως ένας εκ των 4 δικαιούχων/κληρονόμων- από τον πατέρα του R. A. S. ή R. S., ο οποίος ήταν ο εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης των τεμαχίων πριν από το 1974. Η δε μετεγγραφή της εν λόγω περιουσίας έλαβε χώρα με την συγκατάθεση του Διευθυντή Υπηρεσίας Διαχείρισης  Τουρκοκυπριακών Περιουσιών, υπό τον όρο ότι δεν θα επηρεάζετο καθ’ οιονδήποτε τρόπο το ισχύον καθεστώς κηδεμονίας και διαχείρισης, το οποίο θα εξακολουθούσε να βρίσκεται υπό την κηδεμονία του Κηδεμόνα Τ/Κ Περιουσιών καθώς και ότι δεν θα επιτρέπετο η μετέπειτα αλληλοδιαδοχική μεταβίβαση της κληρονομούμενης περιουσίας χωρίς την προηγούμενη άδεια του Κηδεμόνα.

 

Στις 10.1.2018, κατατέθηκε, δια μέσου πληρεξούσιου δικηγόρου, Δήλωση Μεταβίβασης των 46 τεμαχίων δυνάμει δωρεάς από τον αιτητή 2 στη θυγατέρα του E. D. R.-S., (αιτήτρια 1 σε όλες τις Προσφυγές). Το Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο Πάφου με επιστολή ημερομηνίας 7.5.2018 ζήτησε τη συγκατάθεση του Κηδεμόνα Τ/Κ Περιουσιών αναφορικά με το αίτημα που υποβλήθηκε. Όπως καταγράφεται σε επιστολή του Υπουργείου Εσωτερικών προς το Διευθυντή Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας ημερομηνίας 5.6.2018, ο Αναπληρωτής Διευθυντής της Υπηρεσίας Διαχείρισης Τουρκοκυπριακών Υπηρεσιών, δυνάμει εκχωρήσεως εξουσιών από τον Κηδεμόνα, παρείχε στις 24.5.2018 τη συγκατάθεση του για αποδοχή της Δήλωσης Μεταβίβασης υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα επηρεασθεί με κανένα τρόπο το υφιστάμενο καθεστώς κηδεμονίας και διαχείρισης της εν λόγω περιουσίας, η οποία θα εξακολουθήσει να βρίσκεται υπό την κηδεμονία του Κηδεμόνα καθώς και ότι δεν θα είναι επιτρεπτή η αλληλοδιαδοχική μεταβίβαση της, χωρίς την προηγούμενη άδεια του Κηδεμόνα.

 

Οι πιο πάνω όροι περιλήφθηκαν σε χειρόγραφη δήλωση που υπέγραψε εκ μέρους των αιτητών  στις 3.7.2018 ο πληρεξούσιος αντιπρόσωπος των αιτητών, το περιεχόμενο της οποίας κρίνεται σκόπιμο να παρατεθεί αυτούσιο:

 

«Δεν επιτρέπεται η αλληλοδιαδοχική μεταβίβαση της Τ/Κ περιουσίας, η οποία θα εξακολουθήσει να βρίσκεται υπό την κηδεμονία του Κηδεμόνα Τ/Κ Περιουσίων, ενόσω διαρκεί η έκρυθμη κατάσταση που επικρατεί στην Κύπρο, χωρίς την προηγούμενη άδεια του Κηδεμόνα Τ/Κ Περιουσιών.»

 

Πρόσθετα κατά την ίδια ημέρα, ως είναι εκατέρωθεν παραδεκτό, ο πληρεξούσιος αντιπρόσωπος των αιτητών υπέγραψε και έτερες χειρόγραφες δηλώσεις, αναφορικά με τον υφιστάμενο επηρεασμό  ορισμένων εκ των 46 τεμαχίων ή μέρος αυτών και συγκεκριμένα του τεμαχίου με αριθμό εγγραφής 3624, του τεμαχίου αρ. εγγραφής 3752, τεμαχίου αρ. εγγραφής 3963, τεμαχίου αρ. εγγραφής 4363, τεμαχίου αρ. εγγραφής 4658, τεμαχίου αρ. εγγραφής 5715, τεμαχίου αρ. εγγραφής 5716, τεμαχίου αρ. εγγραφής 6479 τεμαχίου αρ. εγγραφής 6637, τεμαχίου αρ. εγγραφής 6638, τεμαχίου αρ. εγγραφής 6765, τεμαχίου αρ. εγγραφής 6856, τεμαχίου αρ. εγγραφής 7037, τεμαχίου αρ. εγγραφής 7049, τεμαχίου αρ. εγγραφής 7050, τεμαχίου αρ. εγγραφής 7067, τεμαχίου αρ. εγγραφής 7080, τεμαχίου αρ. εγγραφής αρ.7087, τεμαχίου αρ. εγγραφής 7101, τεμαχίου αρ.7136, τεμαχίου αρ. εγγραφής 7542, τεμαχίου αρ. εγγραφής 7582,τεμαχίου αρ. εγγραφής 7611, τεμαχίου αρ. εγγραφής 7983, τεμαχίου αρ. εγγραφής 8481.

 

Κρίνεται σκόπιμο να παρατεθεί μέρος των δηλώσεων που υπογράφηκαν, για κάθε μια εκ των οποίων τίθετο και η υπογραφή του πληρεξούσιου αντιπροσώπου των αιτητών:

 

«Η εγγραφή 4363 (Τίμη) επηρεάζεται από τον Α93/69. Απαλλοτριώθηκαν 288 τ.μ και η αποζημίωση δεν διευθετήθηκε. Τυχόν αποζημίωση να δοθεί στον δικαιούχο.

                                                             (Υπογραφή)

 

Το ακίνητο 4658 & 6765 επηρεάζεται από τον ΑΕΔ 248/02 ο οποίος αφορά Δικαίωμα Διάβασης.

                                                             (Υπογραφή)

Το ακίνητο 5715 επηρεάζεται από τον ΔΑΕ 869/03 & ΔΑΕ 911/03. Απαλλοτριώθηκε ολόκληρο το τεμάχιο και η αποζημίωση δεν διευθετήθηκε τυχόν αποζημίωση να δοθεί του δικαιούχου.

                                                            (Υπογραφή) »

Αντίστοιχες δηλώσεις έγιναν και σε σχέση με υπόλοιπα τεμάχια επί των οποίων τίθετο και πάλι η υπογραφή του πληρεξούσιου.

 

Στις 13.7.2018 τα επίδικα 46 τεμάχια ενεγράφησαν στο όνομα της αιτήτριας 1 δυνάμει δωρεάς από τον πατέρα της, αιτητή 2 και στις 14.9.2018 καταχωρίστηκαν οι υπό κρίση Προσφυγές, σε σχέση με τις οποίες εκδόθηκε διάταγμα συνεκδίκασης στις 27.11.2019.

 

Με την προσφυγή αρ. 1377/18 η αιτήτρια E. D. R.-S. επιζητεί την ακόλουθη θεραπεία:

 

«Δήλωση και/ή Απόφαση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση και/ή δήλωση της Καθ΄ης η Αίτηση που περιέχεται στην δήλωση ημερομηνίας 3 Ιουλίου 2018 (αντίγραφο της οποίας επισυνάπτεται ως ΠΑΡΑΤΗΜΑ Α) με την οποία αποφασίζεται ότι η επίδικη περιουσία της Αιτήτριας θα εξακολουθήσει να βρίσκεται υπό την κηδεμονία της Καθ΄ης η Αίτηση, είναι άκυρη και/ή παράνομη και/ή αντισυνταγματική και/ή στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.»

 

Με την προσφυγή αρ. 1378/18 η αιτήτρια 1 E. D. R.-S. και ο αιτητής 2 C. R. S. αιτούνται δικαστικής απόφασης ως ακολούθως:

 

«Δήλωση και/ή Απόφαση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση και/ή δήλωση της Καθ΄ης η Αίτηση που περιέχεται στην δήλωση ημερομηνίας 3 Ιουλίου 2018 (αντίγραφο της οποίας επισυνάπτεται ως ΠΑΡΑΤΗΜΑ Α) με την οποία αποφασίζεται ότι το τεμάχιο με αριθμό εγγραφής 7983 ή μέρος αυτού, το οποίο είναι περιουσία της Αιτήτριας, επηρεάζεται και/ή επιβαρύνεται και /ή απαλλοτριώνεται από την Καθ΄ης η Αίτηση, είναι άκυρη και/ή παράνομη και/ή αντισυνταγματική και/ή στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.»

 

Αντίστοιχες επακριβώς θεραπείες επιζητούνται με τις Προσφυγές αρ. 1379/18 εως 1405/18 με μόνη διαφοροποίηση ανά έκαστη Προσφυγή τον αριθμό του επηρεαζόμενου τεμάχιου. Σημειώνεται ότι οι Πρόσφυγες αρ. 1386/18 και 1405/18 αφορούν το ίδιο τεμάχιο εγγραφής αρ. 7067, όπως και οι Προσφυγές αρ. 1379/18 και 1403/18 αφορούν το τεμάχιο αρ. 6856.

 

Στα πλαίσια της Προσφυγής αρ. 1377/18, η αιτήτρια προβάλλει ως κύρια και κεντρική της θέση, επί της οποίας εδράζει όλους τους εγειρόμενους ισχυρισμούς της περί έλλειψης δέουσας έρευνας και πλάνης,  ότι οι περί Τουρκοκυπριακών Περιουσιών (Διαχείριση και Άλλα Θέματα) (Προσωρινές Διατάξεις) Νόμοι του 1991 έως 1997 Ν. 139/91 δεν τυγχάνει εφαρμογής στη δική της περίπτωση και ότι με την μεταβίβαση της επίδικης περιουσίας έπαυσε να εφαρμόζεται καθότι η αιτήτρια, η οποία κατέχει γαλλικό διαβατήριο και η οποία ως ισχυρίζεται, ουδέποτε απέκτησε την κυπριακή υπηκοότητα, δεν εμπίπτει στην έννοια του «Τουρκοκύπριου» και επομένως η περιουσία που έχει μεταβιβαστεί σ΄αυτή, δυνάμει δωρεάς, δεν μπορεί να θεωρείται «τουρκοκυπριακή» ώστε να υπόκειται νομίμως στο καθεστώς  του Κηδεμόνα. Σε σχέση δε με τις Προσφυγές αρ. 1378/18 έως 1405/18, η πλευρά των αιτητών διατείνεται πρωτίστως ότι ο επηρεασμός τεμαχίων της μεταβιβασθείσας περιούσιας είναι παράνομος και αντίκειται στον περί Απαλλοτρίωσης Νόμο καθώς και στο άρθρο 23 του Συντάγματος και στην ΕΣΔΑ, τονίζοντας ότι  δεν διευθετήθηκε η σχετική καταβολή αποζημίωσης.

 

Με τις ενστάσεις που καταχωρήθηκαν, η πλευρά της καθ΄ης η αίτηση, ήγειρε σε όλες τις Προσφυγές, αριθμό προδικαστικών ενστάσεων. Με την πρώτη προδικαστική ένσταση υποστηρίχθηκε ότι δεν προσβάλλονται εκτελεστές διοικητικές πράξεις. Συγκεκριμένα εισηγήθηκε η πλευρά της καθ΄ης η αίτηση ότι οι χειρόγραφες δηλώσεις που υπογράφηκαν στις 3.7.2018, από τον πληρεξούσιο αντιπρόσωπο και δικηγόρο των αιτητών συνιστούν μια εσωτερικής φύσεως διαδικασία, η οποία ήταν διεκπεραιωτική καθότι τόσο οι αιτητές όσο και ο πληρεξούσιος αντιπρόσωπος γνώριζαν ήδη περί του καθεστώτος της κληρονομούμενης και μεταβιβαζόμενης περιουσίας. Με τη δεύτερη προδικαστική ένσταση η καθ΄ης η αίτηση ήγειρε ότι οι προσφυγές είναι πρόωρες καθότι ουδέποτε υποβλήθηκε στον Κηδεμόνα Τ/Κ Περιουσίων οιοδήποτε αίτημα για άρση της διαχείρισης της επίδικης Τ/Κ  περιουσίας και επομένως ο Κηδεμόνας ουδέποτε επιλήφθηκε τέτοιου αιτήματος ώστε να υπάρχει απόφαση επί τούτου, η οποία θα ήταν δεκτική δικαστικής προσβολής. Με την τρίτη προδικαστική ένσταση ηγέρθηκε ζήτημα κατάχρησης διαδικασίας λόγω της παράλληλης προώθησης τόσο της Προσφυγής αρ. 1377/18 όσο και των Προσφυγών αρ. 1378/18 έως 1405/18  που αφορούν αριθμό Τ/Κ τεμαχίων της ακίνητης περιουσίας, οι οποίες στηρίζονται στα ίδια γεγονότα. Με τη γραπτή της αγόρευση η καθ΄ης η αίτηση, προώθησε και τέταρτη προδικαστική ένσταση, δια της οποίας εισηγήθηκε ότι το Δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας να εκδικάσει τις παρούσες Προσφυγές, προδικαστική ένσταση, η οποία, αναπτύχθηκε και προφορικά κατά το στάδιο των διευκρινήσεων της υπόθεσης. Ειδικότερα, ως αναλυτικά επεξήγησε, ο ευπαίδευτος συνήγορος της καθ΄ης η αίτηση, οι αιτητές, με τις υπό κρίση Προσφυγές, προβάλλουν εμμέσως τη θέση ότι ο Κηδεμόνας παρανόμως επεμβαίνει στην επίμαχη περιουσία, ζήτημα όμως που εμπίπτει στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου και ως τέτοια διαφορά ιδιωτικού δικαίου θα έπρεπε να επιλυθεί από το Επαρχιακό Δικαστήριο. Πρόσθετα και κατά το στάδιο των διευκρινήσεων της υπόθεσης, η πλευρά της καθ΄ης η αίτηση ήγειρε για πρώτη φορά προδικαστική ένσταση, ήτοι πέμπτη κατά σειρά, ισχυριζόμενη ότι οι αιτητές είχαν αποδεχτεί ανεπιφύλακτα τη μεταβίβαση της περιουσίας με τους συγκεκριμένους όρους που έθεσε ο Κηδεμόνας και ως εκ τούτου στερούνται του απαιτούμενου εννόμου συμφέροντος να εγείρουν και να προωθούν τις παρούσες προσφυγές.

 

Επιβάλλεται ως ζήτημα λογικής προτεραιότητας καθώς και λόγω της φύσης που ενέχουν, η εξέταση των προδικαστικών ενστάσεων που εγέρθηκαν. Προέχει δε η κατά προτεραιότητα ενασχόληση και εξέταση αναφορικά με το κατά πόσον οι αιτητές κατέχουν  το απαιτούμενο έννομο συμφέρον προς άσκηση και προώθηση των Προσφυγών τους (Ανδρέας Μιχαήλ και Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου (Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 82/2018 σχετική με 83/2018, ημερομηνίας 11/1/2024) Πανεπιστημίου Κύπρου και Κοινοπραξία Φυσικών Προσώπων Αντωνίου κ.α.( Αναθεωρητική Έφεση αρ. 139/12, ημερομηνίας 8/6/18).

 

Επισημαίνω δε ότι παρά το γεγονός ότι η εν λόγω προδικαστική ένσταση περί έλλειψης εννόμου συμφέροντος των αιτητών εγέρθηκε, το πρώτον, κατά το στάδιο των διευκρινήσεων, το ζήτημα της ύπαρξης ή μη του απαιτούμενου έννομου συμφέροντος ως ζήτημα δημοσίας τάξης, μπορεί να εγερθεί και να εξεταστεί σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, ακόμη και αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο αφού είναι αυτή ακριβώς η ύπαρξη του, που ενεργοποιεί την αναθεωρητική δικαιοδοσία του Δικαστηρίου (βλ. Χριστοδούλου v. Πανεπιστήμιο Κύπρου Α.Ε. 155/2014 ημερ.17.3.21), Ιωαννίδης v Υπουργού Εσωτερικών, ως Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών  (Αναθεωρητική Έφεση αρ. 49/2015, ημερομηνίας 9/3/22). Μάλιστα ως  υποδείχθηκε στη Δημοκρατία ν. A. K. Χ΄Ιωάννου & Υιοί (2005) 3 ΑΑΔ 467 και επαναλήφθηκε στην πολύ πρόσφατη απόφαση του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου Δημοκρατία v Βάσω Ανδρέου (Έφεση κατά απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 132/2018, ημερομηνίας  15/2/24) η ύπαρξη εννόμου πρέπει να αποφασίζεται κατά προτεραιότητα λόγω ακριβώς του θεμελιακού του ζητήματος.

 

Απόλυτα σχετικά είναι τα όσα υπομνήσθηκαν στην πολύ πρόσφατη απόφαση του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου Πανεπιστήμιου Κύπρου v Θεοδότης Χατζηβασιλείου (Έφεση κατά απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 24/2018, ημερομηνίας 25/1/24) τα οποία και παραθέτω:

 

«Η εξέταση του εννόμου συμφέροντος αποτελεί προϋπόθεση για την ανάληψη δικαιοδοσίας από το Δικαστήριο, δυνάμει του ΄Αρθρου 146 του Συντάγματος, όπου, στην παράγραφο 2, τίθεται ως όρος και προϋπόθεση η προσβολή εννόμου συμφέροντος προς άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως. Κατά πάγια γραμμή της νομολογίας, εδραζόμενη στην πιο πάνω συνταγματική διάταξη, η συνδρομή του εννόμου συμφέροντος είτε εγείρεται από τα διάδικα μέρη, είτε εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, ως πρώτο θέμα μεταξύ των λόγων που ερευνώνται, είτε αυτοί αφορούν την αρμοδιότητα ή την κακή σύνθεση ή τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου (Παπαδόπουλος κ.ά. ν. Ρ.Ι.Κ. κ.ά. (1996) 3 ΑΑΔ 1) Marfin Investment Group Ανώνυμος Εταιρεία Συμμετοχών   v.Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου (2017) 3 ΑΑΔ 797)

 

Η πλευρά της καθ΄ης η αίτηση προς υποστήριξη της θέσης της ότι οι αιτητές στερούνται του απαιτούμενου εννόμου συμφέροντος, ισχυρίζεται ότι οι αιτητές, δια μέσω του πληρεξούσιου αντιπρόσωπου τους και χωρίς οποιαδήποτε επιφύλαξη, αποδέχτηκαν δια των επίδικων δηλώσεων, ότι η μεταβίβαση, δυνάμει  δωρεάς στην αιτήτρια 1 θα διενεργείτο υπό τους όρους που έθεσε ο Κηδεμόνας. Τονίζει, πρόσθετα, ο ευπαίδευτος συνήγορος της καθ΄ης η αίτηση, ότι είναι καθόλα οξύμωρο από τη μια οι αιτητές να αποδέχονται τη μεταβίβαση με τους όρους που τέθηκαν από τον Κηδεμόνα και εκ των υστέρων να προσβάλλουν την επίδικη απόφαση, με αποτέλεσμα να τίθεται ζήτημα επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας. Εις απάντηση δε του ισχυρισμού των αιτητών ότι ο πληρεξούσιος αντιπρόσωπος εξαναγκάστηκε να υπογράψει τις επίδικες δηλώσεις, η πλευρά της καθ’ ης η αίτηση αντέτεινε ότι οι αιτητές δεν προέβηκαν σε οιονδήποτε δικονομικό διάβημα προς προσαγωγή μαρτυρίας για να καταδείξουν ότι υπέστη εξαναγκασμό  ή ότι η υπογραφή έλαβε χώρα κατόπιν  πίεσης.

 

Η ευπαίδευτη συνήγορος των αιτητών απορρίπτει τη βασιμότητα της προδικαστικής ένστασης και προς αντίκρουση της, διατείνεται ότι ο πληρεξούσιος αντιπρόσωπος, ο οποίος ενεργούσε δια λογαριασμό των αιτητών εξαναγκάστηκε να υπογράψει την επίμαχη δήλωση για να μπορέσει να προχωρήσει η αιτούμενη μεταβίβαση. Είναι δε η θέση της πλευράς των αιτητών, όπως τέθηκε κατά το στάδιο των διευκρινήσεων, ότι η συγκεκριμένη δήλωση θα μπορούσε να υπογράφει υπό διαμαρτυρία, αλλά αυτό δεν επετράπη. Καταλήγει δε, η ευπαίδευτη συνήγορος, ότι υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης και το τιθέμενο εκ μέρους των αιτητών ζήτημα εκβιασμού δεν προκύπτει ζήτημα επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας.

 

Έχω εξετάσει με προσοχή τις εκατέρωθεν θέσεις των διαδίκων, σε σχέση με το υπό εξέταση ζήτημα. Κρίνω και στη βάση των ενώπιον μου στοιχείων, ότι η προδικαστική ένσταση ευσταθεί.

 

Εν προκειμένω και ως ήδη υποδείχθηκε ανωτέρω, η επίμαχη περιουσία, ως τουρκοκυπριακή, υπόκειτο ήδη και πριν το ουσιώδη χρόνο μεταβίβασης της στην αιτήτρια, στο καθεστώς κηδεμονίας του Κηδεμόνα. Μετά την κατάθεση της Δήλωσης Μεταβίβασης εκ μέρους των αιτητών, το ζήτημα της μεταβίβασης δυνάμει δωρεάς, τέθηκε με επιστολή του Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου υπόψιν του Κηδεμόνα. Μάλιστα το γεγονός ότι απαιτείτο για τη μεταβίβαση της επίδικης περιουσίας, η συγκατάθεση του Κηδεμόνα, δεν αμφισβητήθηκε.

 

Ως δε ρητά καταγράφεται στην απόφαση του Αναπληρωτή Διευθυντή ημερομηνίας 24.5.2018 αλλά και στην ενημερωτική επιστολή ημερομηνίας 5.6.2018 του Υπουργείου Εσωτερικών προς το Διευθυντή Τμήματος Κτηματολογίου, η εν λόγω δωρεά έτυχε της έγκρισης του Κηδεμόνα υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα επηρεάζετο με κανένα τρόπο το υφιστάμενο καθεστώς κηδεμονίας και διαχείρισης της εν λόγω τουρκοκυπριακής περιουσίας, η οποία θα εξακολουθούσε να βρίσκεται υπό την κηδεμονία του Κηδεμόνα καθώς και ότι απαγορεύετο η αλληλοδιαδοχική μεταβίβαση της περιουσίας, χωρίς την προηγούμενη άδεια του Κηδεμόνα.

 

Είναι δε σαφές και αδιαμφισβήτητο, ειδικότερα και σε ότι αφορά την Προσφυγή αρ. 1377/18, ότι οι ανωτέρω τιθέμενοι όροι αποτυπώθηκαν ρητά στο περιεχόμενο της χειρόγραφης δήλωσης ημερομηνίας 3.7.2018, την οποία ο πληρεξούσιος αντιπρόσωπος των αιτητών υπέγραψε ανεπιφύλακτα και στην οποία με σαφήνεια καταγράφεται ότι «δεν επιτρέπεται η αλληλοδιαδοχική  μεταβίβαση της Τ/Κ περιουσίας, η οποία θα εξακολουθήσει να βρίσκεται  υπό την κηδεμονία του Κηδεμόνα Τ/Κ Περιουσίων, ενόσω διαρκεί η έκρυθμη κατάσταση που επικρατεί στην Κύπρο, χωρίς την προηγούμενη άδεια του Κηδεμόνα Τ/Κ Περιουσιών.»

 

Εν προκειμένω, καθίσταται απόλυτα φανερό, χωρίς να αφήνεται οποιαδήποτε αμφιβολία, ότι δια της ανεπιφύλακτης υπογραφής της δήλωσης από τον πληρεξούσιο αντιπρόσωπο, η αιτήτρια αποδέχτηκε πλήρως τις προϋποθέσεις που έθετε ο Κηδεμόνας αναφορικά με τη διατήρηση του καθεστώτος κηδεμονίας του επί της εν λόγω περιουσίας. Η αιτήτρια και έχοντας πλήρη γνώση όλων των δεδομένων που περιέβαλαν την επιγενόμενη μεταβίβαση, συμπεριλαμβανομένου και της καθοριστικής προϋπόθεσης ότι η διαχείριση της περιουσίας που θα εγγράφετο επ’ ονόματι της θα εξακολουθούσε να υπόκειται στην Κηδεμονία του Κηδεμόνα ενόσω διαρκεί η έκρυθμη κατάσταση που επικρατεί στην Κύπρο, αποδέχτηκε ρητώς μέσω του αντιπροσώπου της να προχωρήσει στην εν λόγω μεταβίβαση, επί τη βάσει των προϋποθέσεων που τέθηκαν από τον Κηδεμόνα.

 

Συνεπώς δεν είναι δυνατή, δια μέσου της παρούσας προσφυγής, η αμφισβήτηση για πρώτη φόρα των όρων που έθεσε ο Κηδεμόνας για να παρέχει τη δίκη του συγκατάθεση, όρους τους οποίους η αιτήτρια ανεπιφύλακτα αποδέχτηκε.

 

Οι δε αναφορές της αιτήτριας ότι η υπογραφή της χειρόγραφης δήλωσης διενεργήθηκε κατόπιν εξαναγκασμού ή εκβιασμού και/ή ότι δεν επετράπη να υπογραφεί η δήλωση υπό διαμαρτυρία, οι οποίες όπως επιβεβαιώνεται από το περιεχόμενο των διοικητικών φακέλων προβλήθηκαν για πρώτη φορά στα πλαίσια των υπό κρίση προσφυγών, παρέμειναν παντελώς αίολες αφού ουδόλως τεκμηριώθηκαν και δεν υποστηρίζονται από τα ενώπιον μου στοιχεία. Η  απλή δε και μόνο επίκληση τέτοιων ισχυρισμών από μέρους  των δικηγόρων δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να αποτελέσει μαρτυρία προς απόδειξη γεγονότων και να διαφοροποιήσει ή να αναιρέσει δίχως άλλο τη σαφή, ελεύθερη και ανεπίδεκτη αποδοχή της μεταβίβασης υπό τους όρους που έθεσε ο Κηδεμόνας. Μάλιστα και ως ορθά υποδεικνύει η πλευρά της καθ΄ης η αίτηση, η αιτήτρια και ενώ είχε κάθε δυνατότητα, να υποβάλει αίτημα για προσκόμιση μαρτυρίας, δεν το έπραξε ( Χατζηγεωργίου v Δήμου Πόλεως Χρυσοχούς (Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 33/2015, ημερομηνίας 1/2/22) ΕΖΕ v Δημοκρατίας (Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 36/16, ημερομηνίας 19/5/22).

 Υπό τις περιστάσεις είναι ορθή η θέση της καθ΄ης η αίτηση ότι η στάση της αιτήτριας προσκρούει στο δόγμα της ανεπίτρεπτης επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας (Ηλία κ.α. v. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 884, Περσεφόνη Κρασίδου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 174/2011, ημερ. 2.6.2017). Εν προκειμένω η αιτήτρια και αφού είχε ανεπιφύλακτα αποδεχτεί ότι η επίμαχη περιουσία, θα παρέμενε, ως άλλωστε ήταν και προηγουμένως, υπό την κηδεμονία του Κηδεμόνα και αφού συντελέστηκε η μεταβίβαση και αποκόμισε το όφελος της εγγραφής της περιουσίας στο όνομα της, αποδοκιμάζει τώρα τις ρητές προϋποθέσεις που έθεσε ο Κηδεμόνας και τις οποίες η ίδια είχε προηγουμένως ανεπιφύλακτα αποδεχτεί  και οι οποίες αποτέλεσαν ουσιαστικά τη βάση για να καταστεί δυνατή η παραχώρηση της δοθείσας συγκατάθεσης του Κηδεμόνα και η εν τέλει μεταβίβαση της περιουσίας.

 

Ως έχει πολλάκις λεχθεί το έννομο συμφέρον αποτελεί αδήριτη προϋπόθεση για την άσκηση οποιασδήποτε προσφυγής στη βάση του Άρθρου 146 του Συντάγματος (Χατζησωτηρίου κ.α. ν. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 524και θα πρέπει να υπάρχει σ’ όλα τα στάδια της διαδικασίας (Δώρα Ανδρέα Κούππα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 149). Κατά πάγια δε νομολογία, ένα πρόσωπο στερείται εννόμου συμφέροντος να προσβάλει μία πράξη στην οποία συναίνεσε ή την οποία έχει αποδεχθεί ελευθέρα και ανεπιφύλακτα Α. Μιχαήλ ν. Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου κ.ά., ΕΔΔ 82/2018 και 83/2018, ημερ. 11.1.2024), Ζαντή και Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου (Έφεση κατά απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 129/2018, ημερομηνίας 14/2/24) Marfin Investment Group Ανώνυμος Εταιρεία Συμμετοχών  v. Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου (2017) 3 ΑΑΔ 797).

 

Σχετικό επί του θέματος είναι και το πιο κάτω απόσπασμα από το Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου, Τόμος 2, 16η έκδοση (2022) του Επ. Σπηλιωτόπουλου, στις παρ. 457 και 458, σελ. 105 και 106, που συνοψίζει την ορθή προσέγγιση επί του θέματος:

 

«457. Το έννομο συμφέρον πρέπει να υπάρχει σωρευτικά σε τρία χρονικά σημεία: α) κατά την έκδοση προσβαλλόμενης πράξης (ΣΕ 4964/2012), β) κατά την άσκηση της αίτησης ακυρώσεως, δηλαδή κατά την κατάθεσή της και γ) κατά την τελευταία συζήτησή της. Το έννομο συμφέρον μπορεί να μην δημιουργηθεί ή μπορεί να εκλείψει μετά τη δημιουργία του για λόγους υποκειμενικούς, που αφορούν τον αιτούντα ή  αντικειμενικούς. Έτσι, η δημιουργία έννομου συμφέροντος εμποδίζεται, αν η προσβαλλόμενη πράξη είναι θετική και εκδόθηκε μετά από αίτηση του προσώπου που ασκεί την αίτηση ακυρώσεως ή προκλήθηκε από αυτό, ή εάν ο αιτών έδωσε κατά οποιοδήποτε τρόπο την συναίνεσή του για την έκδοση της πράξης (ΣΕ 2356/1964, 2468/2009).

 

458. Το  έννομο συμφέρον που υπάρχει κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης ή την άσκηση της αίτησης ακυρώσεως εκλείπει, παύει να υπάρχει από αντικειμενικούς λόγους και η δίκη καθίσταται άνευ αντικειμένου, εάν διακόπηκε ο νομικός δεσμός που συνδέει τον αιτούντα με την προσβαλλόμενη πράξη (ΣΕ 2473/1970), όπως όταν ο αιτών έχασε, μετά την έκδοση της πράξης, την ιδιότητα με την οποία είχε υποστεί τη βλάβη (ΣΕ 1757/2005), καθώς και με αποδοχή της πράξης από τον αιτούντα (Δ/γμα 18/1989, άρθρο 29). Η αποδοχή μπορεί να είναι ρητή, δηλαδή, να προκύπτει από σχετική δήλωση του αιτούντος, ή σιωπηρή δηλαδή, να συνάγεται από συμπεριφορά του, η οποία δεν αφήνει αμφιβολία για την έννοια της όπως π.χ. είναι η ανεπιφύλακτη συμμετοχή στη διαδικασία έκδοσης της πράξης και ειδικότερα η υποβολή προσφορών σε διαγωνισμό δημοσίων έργων χωρίς επιφύλαξη για τη νομιμότητα της διακήρυξης. Η αποδοχή πρέπει i) να είναι σαφής και ανεπιφύλακτη, ii) να μην έγινε από νόμιμη υποχρέωση (ΣΕ 4528/1976, 4071/1990) ή λόγω οικονομικής ανάγκης (ΣΕ 2407/1970) ή λόγω παράνομης βίας ή απειλής (ΣΕ 2013/1959) ή διότι η παράλειψή της θα είχε για τον αιτούντα δυσμενείς συνέπειες (ΣΕ 1568/1960) και iii) να προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου (ΣΕ 2087/1970) ή, όταν δεν είναι ρητή να συνάγεται από αναμφισβήτητες πράξεις.»

 

Στην απόφαση Παρασκευή Κύρου v Πανεπιστήμιου Κύπρου (2017 (3Α Α.Α.Δ 217) το Ανώτατο Δικαστήριο, επαναλαμβάνοντας την πάγια νομολογημένη αρχή ότι η ελεύθερη αποδοχή διοικητικής πράξης από τον αιτούντα καθιστά απαράδεκτη την κατ’ αυτής αίτηση ακυρώσεως, υπόμνησε τα ακόλουθα:

 

«Σύμφωνα με τη νομολογία, η αποδοχή με ελεύθερη βούληση διοικητικής απόφασης στερεί τον διοικούμενο του απαραίτητου εννόμου συμφέροντος για προσφυγή, εκτός όπου επηρεάζονται θεμελιώδη δικαιώματα[..]Η ίδια προσέγγιση ακολουθείται και από το (ελληνικό) Συμβούλιο της Επικρατείας (βλ. Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929 - 1959 στη σελ. 260, 261), όπου σημειώνεται πως, γενικώς, δεν δημιουργείται έννομο συμφέρον  οσάκις διαπιστώνεται ότι ο αιτών συνήνεσε καθ’ οιονδήποτε τρόπο στην έκδοση της πράξης. Η γενόμενη τυχόν αποδοχή της προσβαλλόμενης πράξης από τον αιτούντα καθιστά απαράδεκτη την κατ' αυτής στρεφόμενη αίτηση ακυρώσεως, ελλείψει συμφέροντος (βλ. Παπαδοπούλου κ.ά. v. Ρ.Ι.Κ. (1987) 3 Α.Α.Δ. 1685, Κ.Ο.Α. v. Α.  Kaminarides Ltd (2006) 3 Α.Α.Δ. 197) .

 

Με βάση τα γεγονότα της υπό κρίση περίπτωσης, τα οποία δεν αμφισβητούνται, η τελευταία απόφαση του Πανεπιστημίου ημερ. 16.12.1997 για διορισμό στην 1η βαθμίδα της Κλίμακας Α8 κοινοποιήθηκε στην εφεσείουσα στις 17.12.1997, η οποία και την αποδέχθηκε. Η αποδοχή ήταν εκούσια και χωρίς επιφύλαξη, ενώ οι αιτιάσεις της Εφεσείουσας για εκβιαστική στάση και εκδικητική συμπεριφορά του Πανεπιστημίου παρέμειναν ατεκμηρίωτες. »

(η έμφαση προστέθηκε)

 

Απόλυτα δε σχετικά είναι και τα όσα λέχθηκαν με αναφορά στο δεσμευτικό λόγο της Κύρου (ανωτέρω) στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου Περσεφόνη Κρασίδου και Κυπριακής Δημοκρατίας ( Αναθεωρητική Έφεση αρ. 174/11, ημερομηνίας 2/6/17) τα οποία και παραθέτω:

 

 «Υπό τα περιστατικά της υπό κρίση περίπτωσης δεν αμφισβητείται ότι η εφεσείουσα επεδίωξε την απόσπαση της και υπέγραψε το «Συμφωνητικό» - ακόμη και στην περίπτωση που το περιεχόμενο του συνιστούσε εκτελεστή διοικητική πράξη – με την ελεύθερη βούληση της. Αποδέκτηκε επομένως την απόσπαση της σύμφωνα με τους όρους της σχετικής Εγκυκλίου του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού οι οποίοι περιελήφθηκαν και στο «Συμφωνητικό», στοιχείο που της αποστερεί το έννομο συμφέρον να αμφισβητήσει τον επίδικο όρο. Το γεγονός δε ότι υπέγραψε  το «Συμφωνητικό» με επιφύλαξη των δικαιωμάτων της αναφορικά με τον επίδικο όρο δεν διαφοροποιεί την κατάσταση.[…]

 

Επαναλαμβάνουμε επί του προκειμένου την διαχρονικά πάγια νομολογία σύμφωνα με την οποία το στοιχείο της παράλληλης επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας προς το σκοπό προσπορισμού μεγαλύτερου οφέλους παρεμβάλλει εμπόδιο στις διεκδικήσεις εφόσον η προσφυγή και οι λόγοι ακυρότητας πρέπει να προβάλλονται μετ’ εννόμου συμφέροντος για να είναι αποδεκτοί[…]Όπως δε αναφέρεται στο σύγγραμμα του Ε.Π. Σπηλιωτόπουλου «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου, Έκτη Έκδοση, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα– Κομοτηνή 1993, παρ. 458, η ανεπιφύλακτη συμμετοχή στη διαδικασία έκδοσης της πράξης, συνιστά συμπεριφορά που αναμφίβολα υποδηλώνει την αποδοχή της. Η εκ των υστέρων δε μεταβολή της στάσης της εφεσείουσας σ΄ ό,τι αφορά τον επίδικο όρο, αφού ήδη εξασφάλισε την επιλογή της, προσκρούει στο δόγμα της ανεπίτρεπτης επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας εφόσον η εφεσείουσα αποδοκιμάζει ουσιαστικά την πράξη την οποία προηγουμένως, υποβάλλοντας  ανεπιφύλακτα το ενδιαφέρον της, είχε επιδοκιμάσει».

 

Κατ΄ εφαρμογή της πάγιας νομολογίας και στη βάση των αδιαμφισβήτητων γεγονότων της υπόθεσης, η ανεπιφύλακτη αποδοχή, του περιεχομένου της υπό αναφορά χειρόγραφης δήλωσης, αποστερεί από την αιτήτρια το απαιτούμενο έννομο συμφέρον να ασκεί και να προωθεί την παρούσα Προσφυγή και επομένως να αμφισβητεί, ως το αιτητικό της Προσφυγής αρ.1377/18 «την απόφαση του Κηδεμόνα που περιέχεται στην δήλωση ημερομηνίας 3 Ιουλίου 2018  με την οποία αποφασίζεται ότι η επίδικη περιουσία της Αιτήτριας θα εξακολουθήσει να βρίσκεται υπό την κηδεμονία της Καθ΄ης η Αίτηση.»

Κατά συνέπεια η Προσφυγή αρ. 1377/18 κρίνεται απαράδεκτη και απορρίπτεται.

 

Ομοίως διαπιστώνω και επί τη βάσει των ανωτέρω ότι οι αιτητές 1 και 2 δεν νομιμοποιούνται ούτε στην έγερση και προώθηση των Προσφυγών αρ. 1378/18 εως 1405/18. Καθοριστική δε είναι η διαπίστωση ότι οι χειρόγραφες δηλώσεις ημερομηνίας 3.7.18 δια των οποίων καταγράφεται με σαφήνεια ο επηρεασμός εκάστου τεμαχίου υπογράφηκαν και πάλι από τον πληρεξούσιο αντιπρόσωπο των αιτητών. Μάλιστα, το περιεχόμενο των σαφών και διακριτών δηλώσεων αναφορικά με τον υφιστάμενο επηρεασμό έκαστου τεμαχίου γης της περιουσίας που θα μεταβιβάζετο, δεν αφήνει οποιαδήποτε αμφιβολία ότι οι αιτητές είχαν πλήρη γνώση όλων των δεδομένων που περιέβαλαν την ιδιοκτησία που θα εγγράφετο επ΄ ονόματι της αιτήτριας. Υπό αυτά τα αδιαμφισβήτητα δεδομένα οι αιτητές αποδέχτηκαν ανεπιφύλακτα, την υφιστάμενη κατάσταση έκαστου τεμαχίου και προχώρησαν στη μεταβίβαση της εν λόγω περιουσίας υπό τα δεδομένα που ρητά περιγράφοντο στις χειρόγραφες δηλώσεις, αποδοχή η οποία οδηγεί αναντίλεκτα στην αποστέρηση του απαιτούμενου εννόμου συμφέροντος για άσκηση των παρούσων Προσφυγών.

Παρόλο ότι η ανωτέρω διαπίστωση περί εξάλειψης εννόμου συμφέροντος των αιτητών, απολήγει καταλυτική και επισφραγίζει  την τύχη των Προσφυγών αρ. 1378/18 έως 1405/18, δεν θα μπορούσα να μην επισημάνω και τα ακόλουθα:

 

Παρατηρώ ότι αυτό που επιζητείται δια της αιτούμενης θεραπείας έκαστης Προσφυγής είναι η ακύρωση της απόφασης της Καθ΄ης η αίτηση, η οποία περιλαμβάνεται στις χειρόγραφες δηλώσεις και με την οποία αποφασίζεται ότι έκαστο τεμάχιο της περιουσίας της αιτήτριας επηρεάζεται και/ή επιβαρύνεται και/ή απαλλοτριώνεται από τη Καθ΄ης η αίτηση. Δεν διαπιστώνω, όμως, να περιλαμβάνεται οποιαδήποτε τέτοια απόφαση στις εν λόγω δηλώσεις, παρά μόνο απλή παράθεση του ήδη υφιστάμενου επηρεασμού από συγκεκριμένα διατάγματα που είχαν προ πολλού εκδοθεί. Το περιεχόμενο των ενώπιον μου εγγράφων και συγκεκριμένα το πιστοποιητικό έρευνας ΠΕ 2563/2019 (Παράρτημα 1 στη συμπληρωματική ένσταση της Καθ΄ης η αίτηση) επιβεβαιώνει με τρόπο αναντίλεκτο αυτό που ήδη καταγράφεται με σαφήνεια στις χειρόγραφες δηλώσεις και το οποίο είναι άλλωστε παραδεκτό από την πλευρά των αιτητών, ήτοι ότι έκαστο τεμάχιο επηρεάζεται ήδη είτε από συγκεκριμένο διάταγμα απαλλοτρίωσης είτε επίταξης ή από άλλης φύσεως διάταγμα. Συνεπώς ουδεμία εκτελεστή πράξη εμπεριέχεται στις υπό αναφορά δηλώσεις, οι οποίες ενέχουν αναντίλεκτα μορφή πληροφοριακού χαρακτήρα. Ως εκ τούτου κρίνω ότι ευσταθεί και η εγειρόμενη προδικαστική ένσταση περί μη εκτελεστότητας των προσβαλλόμενων δια των Προσφύγων πράξεων. Ως έχει πολλάκις νομολογηθεί, το κριτήριο για την εκτελεστότητα διοικητικής πράξης ή απόφασης είναι η γένεση από αυτή δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, πράξη δε είναι εκτελεστή εφόσον επιβάλλει υποχρεώσεις στο διοικούμενο, μη υφιστάμενες πριν την έκδοση της, πράγμα που, ως επεξηγήθηκε ανωτέρω, δεν επισυμβαίνει στην προκείμενη περίπτωση (ZILHA OZAY OGUZ κ.α και Συμβούλιο Αποχετεύσεων Λεμεσού-Αμαθούντας (Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 91/2017, ημερομηνίας 29/11/23) Κυπριακή Δημοκρατία ν.  Sunoil  Bunkering  Limited (1994) 3 Α.Δ.Δ. 26). Η δε θέση των αιτητών στη γραπτή τους αγόρευση ότι «δια των Προσφύγων αρ. 1378/18-1405/18 προσβάλλονται οι παράνομες απαλλοτριώσεις και/ή ο όποιος δυσμενής επηρεασμός και/ή περιορισμός επί της Επίδικης Περιουσίας», οι οποίες κατά τους αιτητές συνιστούν «συνεχιζόμενες παραβιάσεις» όπως και «εξακολουθητική παράλειψη» ένεκα της μη καταβολής αποζημίωσης, ουδόλως συνάδει με τα αιτητικά των εν λόγω Προσφυγών, τα οποία ως παρατηρώ δεν στρέφονται κατά της νομιμότητας οποιουδήποτε εκδοθέντος Διατάγματος απαλλοτρίωσης ή επίταξης, τα οποία αναντίλεκτα συνιστούν εκτελεστές διοικητικές πράξεις αλλά ούτε και κατά οποιασδήποτε κατ΄ισχυρισμό συνεχιζόμενης παράλειψης. Ούτε όμως η θέση των αιτητών ότι έλαβαν γνώση για πρώτη φορά για τον επηρεασμό της μεταβιβασθείσας περιουσίας κατά τον ουσιώδη χρόνο μεταβίβασης, μπορεί να επηρεάσει κατ΄ ουδένα τρόπο την ανωτέρω κατάληξη. Τούτο καθότι, ως ήδη επεξηγήθηκε, δια των παρούσων Προσφυγών δεν προσβάλλεται η νομιμότητα οποιουδήποτε Διατάγματος απαλλοτρίωσης ή επίταξης ή οποιουδήποτε άλλου διατάγματος που να επιβάλλει άλλης φύσεως επηρεασμό και συνεπώς το ζήτημα της γνώσης για σκοπούς έναρξης της προθεσμίας του Άρθρου 146.3 του Συντάγματος παραμένει παντελώς αδιάφορο για σκοπούς της υπό κρίση διαδικασίας, αφού θα ενδιέφερε και θα εξεταζόταν μόνο εάν  αντικείμενο προσβολής ήταν τα ήδη εκδοθέντα διατάγματα. Για τους πιο πάνω λόγους ούτε οι κατ΄ επανάληψη αναφορές των αιτητών αναφορικά με τη μη καταβολής αποζημίωσης δεν μπορούν να διαφοροποιήσουν με οποιοδήποτε τρόπο τις ανωτέρω διαπιστώσεις (ALI KAMIL υπό την ιδιότητα του ως διαχειριστής του ALI RIZA Ή KIAMIL ALI RIZA KARAMANO Ή ΙΛΧΑΝ ALI RIZA v.Υπουργού  Εσωτερικών (2009) 3 Α.Α.Δ 554) .

 

Συνεπώς και στη βάση των όσων έχουν αναφερθεί, η προδικαστική ένσταση που εγέρθηκε περί έλλειψης εννόμου συμφέροντος των αιτητών σε όλες τις Προσφυγές όπως και η προδικαστική ένσταση περί έλλειψης εκτελεστότητας των προσβαλλόμενων με τις Προσφυγές  αρ.1378/18 έως 1405/18 γίνονται δεκτές. Ως εκ του άνω αποτελέσματος, παρέλκει η εξέταση άλλων προδικαστικών ζητημάτων, τα οποία εγέρθηκαν. 

 

Κατά συνέπεια, τόσο η Προσφυγή αρ. 1377/18 όσο και οι Προσφυγές αρ. 1378/18 έως 1405/18 αποτυγχάνουν και απορρίπτονται ως απαράδεκτες.

 

Επιδικάζονται έξοδα εναντίον των αιτητών και υπέρ της καθ΄ης η αίτηση, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

 

Κελεπέσιη, Δ.Δ.Δ.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο