ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

Υπόθεση αρ. 169/2017

7 Φεβρουαρίου, 2024

[Α. ΖΕΡΒΟΥ, Δ.Δ.Δ.]

Αναφορικά με τα Άρθρα 28, 29 και 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

Ν. Σ.

Αιτητής,

ΚΑΙ

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ

Καθ’ ης η αίτηση.

------------

 

Χ. Αντωνίου (κα) και Χ. Κεραυνού (κα), για Γιώργος Χαραλαμπίδης & Σία Δ.Ε.Π.Ε., για τον αιτητή.

Μ. Κοτσώνη (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας και Σ. Έλληνα (κα), ασκούμενη δικηγόρος, για την καθ’ ης η αίτηση.

Κ. Χριστοφή, για Ε & Γ Οικονομίδης Δ.Ε.Π.Ε., για τα Ε/Μ.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Α. ΖΕΡΒΟΥ, Δ.Δ.Δ.:   Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής αμφισβητεί τη νομιμότητα της απόφασης της καθ’ ης η αίτηση (εφεξής η ΕΔΥ), η οποία δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερομηνίας 25.11.2016 και με την οποία τα ενδιαφερόμενα μέρη Γ.Π.Ε. (Ε/Μ 1), Μ.Κ. (Ε/Μ 2), Μ.Χ. (Ε/Μ 3), Χ.Χ. (Ε/Μ 4), Φ.Φ. (Ε/Μ 5), Χ.Θ. (Ε/Μ 6) και Α.Ψ. (Ε/Μ 7), προήχθησαν στη μόνιμη θέση Λειτουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών Α’, Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας (εφεξής η θέση), από τις 15.11.2016, αντί και/ή στη θέση του ιδίου.

 

Η θέση είναι θέση προαγωγής και ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, με επιστολή ημερομηνίας 09.08.2016, υπέβαλε εκ μέρους της αρμόδιας αρχής πρόταση για πλήρωση δέκα κενών θέσεων.  Η ΕΔΥ επιλήφθηκε του θέματος σε συνεδρία της ημερομηνίας 27.10.2016, κατά την οποία προσήλθε η Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, η οποία σύστησε για προαγωγή 10 υποψηφίους, μεταξύ αυτών και όλα τα Ε/Μ, όχι όμως τον αιτητή.  Στα σχετικά πρακτικά καταγράφονται, για ότι εδώ ενδιαφέρει, τα ακόλουθα:

 

«Η Διευθύντρια, προβαίνοντας στις συστάσεις της, ανέφερε τα εξής:

 

«Γνωρίζω προσωπικά τους υποψηφίους και έχω άμεση γνώση των ικανοτήτων και δυνατοτήτων τους στις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας, παρά το ότι δεν είμαι άμεσα προϊστάμενη όλων. Προκειμένου όμως να προβώ σε σύσταση, πήρα στοιχεία και πληροφορίες από τους άμεσα προϊσταμένους των υποψηφίων και μελέτησα επίσης τους Προσωπικούς τους Φακέλους και τους Φακέλους των Ετήσιων Υπηρεσιακών τους Εκθέσεων.

 

Με βάση τα πιο πάνω και έχοντας επίσης υπόψη τα καθιερωμένα κριτήρια στο σύνολό τους - αξία, προσόντα, αρχαιότητα - τις απαιτήσεις της υπό πλήρωση θέσης και την καταλληλότητα των υποψηφίων γι' αυτή, συστήνω για προαγωγή τους Χ.Χ. (α/α 2), Κ.Μ. (α/α 3), Χ.Μ. (α/α 4), Ε.Γ. (α/α 5), […] (α/α 6), […] (α/α 7), […] (α/α 8), Φ.Φ. (α/α 9), Θ.Χ. (α/α 10) και Ψ.Α. (α/α 12).

 

Συστήνοντας τους πιο πάνω, σημείωσα ότι δεν υστερούν έναντι οποιουδήποτε ανθυποψήφιού τους σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με ιδιαίτερη έμφαση αυτές των τελευταίων πέντε χρόνων. […]

 

Σημείωσα, επίσης, ότι από τους συστηνόμενους η Χ.Χ. (α/α 2) κατέχει Μεταπτυχιακό στη Δημόσια Διοίκηση και η Ε.Ε. (α/α 5) Μεταπτυχιακό στην Κοινωνική Παρέμβαση, τα οποία δεν απαιτούνται, ούτε αποτελούν πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν σύμφωνα με το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης, ωστόσο είναι σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης και, ως εκ τούτου, τους απέδωσα την ανάλογη βαρύτητα.[…]

 

Σημείωσα, επίσης, ότι η συστηθείσα Ψ.Α. (α/α 12) υστερεί σε αρχαιότητα και έναντι της ανθυποψήφιάς της […] (α/α 11), η οποία όμως αρχαιότητα ανάγεται μόνο στην ημερομηνία γέννησης και είναι, ως εκ τούτου, πολύ οριακή, η […] όμως υστερεί σε αξία και δεν υπερέχει σε προσόντα.

 

Δεν παρέλειψα να παρατηρήσω ότι και άλλοι από τους μη συστηθέντες υποψηφίους κατέχουν επιπρόσθετα προσόντα, τα οποία, αν και στο σύνολό τους είναι σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης, δεν απαιτούνται, ούτε αποτελούν πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν σύμφωνα με το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης και, ως εκ τούτου, τους απέδωσα την ανάλογη βαρύτητα. Συγκεκριμένα, έχω σημειώσει ότι […], ο Σ.Ν. (α/α 24) Μεταπτυχιακό στη Διοίκηση Επιχειρήσεων, […] αυτοί όμως υστερούν σε αρχαιότητα στην παρούσα τους θέση και δεν υπερέχουν σε αξία, […].

 

Σε μια συνεκτίμηση όλων των ενώπιον μου στοιχείων, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι οι Χ.Χ., Κ.Μ., Χ.Μ., Ε.Γ., […], […], […], Φ.Φ., Θ.Χ. και Ψ.Α. είναι καταλληλότεροι για προαγωγή στη θέση Λειτουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών Α' και τους συστήνω ανεπιφύλακτα.».

 

Στο σημείο αυτό η Διευθύντρια αποχώρησε από τη συνεδρία.

 

Στη συνέχεια η Επιτροπή ασχολήθηκε με την αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων.

 

Η Επιτροπή εξέτασε τα ουσιώδη στοιχεία από το Φάκελο Πλήρωσης της θέσης, καθώς και από τους Προσωπικούς Φακέλους και τους Φακέλους των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων, και έλαβε επίσης υπόψη την κρίση και τις συστάσεις της Διευθύντριας.

Η Επιτροπή έλαβε υπόψη τις Υπηρεσιακές Εκθέσεις των υποψηφίων στο σύνολό τους, όπως αυτές έγιναν τελικά δεκτές από την ίδια, με ιδιαίτερη έμφαση στα τελευταία χρόνια.

 

Η Επιτροπή έλαβε επίσης υπόψη τα προσόντα των υποψηφίων καθώς και την αρχαιότητά τους, η οποία φαίνεται στον ενώπιον της κατάλογο των υποψηφίων.

 

Η Επιτροπή, αφού έλαβε υπόψη τα τρία κριτήρια -αξία, προσόντα, αρχαιότητα-, σταθμίζοντας και συνεκτιμώντας αυτά στο σύνολό τους και αποδίδοντας σ' αυτά και σε καθένα από αυτά την ανάλογη βαρύτητα, και αφού έλαβε υπόψη και τις συστάσεις της Διευθύντριας, έκρινε ότι οι παρακάτω υπερέχουν των άλλων υποψηφίων, τους επέλεξε ως τους πιο κατάλληλους και αποφάσισε να προσφέρει σ' αυτούς προαγωγή στη μόνιμη θέση Λειτουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών Α', Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας, από 15.11.16:

 

1.       Χ.Χ. (α/α 2)

2.       Κ.Κ. (α/α 3)

3.       Χ.Μ. (α/α 4)

4.       Ε.ΓεωργίαΠ. (α/α 5)

5.       […] (α/α 6)

6.       […] (α/α 7)

7.       […] (α/α 8)

8.       Φ.Φ. (α/α 9)

9.       Θ.Χ. (α/α 10)

10.     Ψ.Α. (α/α 12)

 

Επιλέγοντας τους πιο πάνω, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτοί ουδενός υστερούν σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με έμφαση σ’ αυτές των τελευταίων χρόνων, στις οποίες αποδίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα, […] Επιπλέον, αυτοί διαθέτουν την υπέρ τους σύσταση της Διευθύντριας, που συνάδει με τα στοιχεία των Φακέλων.

[…]

Όσον αφορά τα προσόντα, η Επιτροπή σημείωσε ότι, τόσο ορισμένες από τους επιλεγέντες όσο και ορισμένοι από τους μη επιλεγέντες υποψηφίους διαθέτουν επιπρόσθετα προσόντα. Συγκεκριμένα, η Επιτροπή παρατήρησε ότι, από τους επιλεγέντες υποψηφίους, η Χ.Χ. (α/α 2) κατέχει Μεταπτυχιακό Δίπλωμα στη Δημόσια Διοίκηση, Πανεπιστήμιο Λευκωσίας (2014), η Ε.Γ.Π. (α/α 5) κατέχει Master of Science in Social Interventions, University of Hertfordshire (2015), τα οποία είναι σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης, […]. Η Επιτροπή παρατήρησε ότι από τους μη επιλεγέντες υποψηφίους, […] ο Σ.Ν. (α/α 24) κατέχει Master in Business Administration, C.D.A College (4.2.16), […]. Η Επιτροπή έκρινε ότι στο σύνολό τους τα πιο πάνω προσόντα είναι σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης, όμως δεν απαιτούνται, ούτε αποτελούν πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν σύμφωνα με το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης και, ως εκ τούτου, τους απέδωσε τη δέουσα βαρύτητα. Η Επιτροπή δεν παρέλειψε να παρατηρήσει ότι ο Σ.Ν. (α/α 24) κατέχει πέραν του πιο πάνω αναφερόμενου μεταπτυχιακού προσόντος και Δίπλωμα Νοσοκόμου, 1ου επιπέδου, Ψυχιατρική Νοσηλευτική, Νοσηλευτική Σχολή (1998), συμπλήρωσε 18μηνο κύκλο εκπαίδευσης στην Ψυχιατρική Νοσηλευτική, Νοσηλευτική Σχολή (1986-1987), και ότι είναι Εγγεγραμμένος Νοσοκόμος, 1ου Επιπέδου, Ψυχιατρικής Νοσηλευτικής (1998).

 

Ωστόσο, η Επιτροπή έκρινε ότι τα εν λόγω επιπρόσθετα προσόντα δεν είναι σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης.

Η Επιτροπή, σε μια συνεκτίμηση όλων των στοιχείων, έκρινε τους επιλεγέντες, οι οποίοι διαθέτουν και την υπέρ τους σύσταση της Διευθύντριας, ως καταλληλότερους για προαγωγή στις υπό πλήρωση θέσεις.».

 

Διά της γραπτής αγόρευσης των ευπαιδεύτων δικηγόρων του ο αιτητής διατείνεται, καταρχάς, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει λόγω εσφαλμένου υπολογισμού της αρχαιότητας των υποψηφίων συνεπεία της μη λήψης υπόψη της αναδιοργάνωσης μισθών και θέσεων στις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας, βάσει της οποίας ο αιτητής και τα Ε/Μ απέκτησαν θέση Λειτουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών στις 17.07.2009.  Επιπλέον, είναι η θέση του ότι η αρχαιότητα των υποψηφίων θα έπρεπε να υπολογιστεί βάσει των μισθοδοτικών τους όρων συμφώνως των προνοιών του άρθρου 49(4) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου (Ν.1/90) και ότι αυτός υπερείχε των Ε/Μ στους μισθοδοτικούς όρους καθότι, ενώ τόσο ο ίδιος όσο και τα Ε/Μ αμείβονταν βάσει των συνδυασμένων κλιμάκων Α8, 10 και 11, εντούτοις ο ίδιος προηγείτο και/ή κατείχε μεγαλύτερη κλίμακα από τα Ε/Μ 5, 6 και 7, και προηγείτο και/ή κατείχε μεγαλύτερη προσαύξηση από τα Ε/Μ 1-4.  Ως εκ τούτου, διατείνεται ότι προηγείτο των Ε/Μ σε αρχαιότητα και για το λόγο αυτό τόσο η σύσταση της Διευθύντριας όσο και η τελική απόφαση της ΕΔΥ πάσχουν ως πεπλανημένες.

 

Ακολούθως ο αιτητής επαναλαμβάνει γενικώς 17 από τους λόγους ακύρωσης που επιγραμματικά εγείρει με την προσφυγή του και υποβάλλει ότι η Διευθύντρια παρέλειψε στη σύστασή της να εντοπίσει ότι ο ίδιος κατέχει και Δίπλωμα Νοσοκόμου 1ου Επιπέδου, Ψυχιατρική Νοσηλευτική, Νοσηλευτική Σχολή (1998), ότι συμπλήρωσε 18μηνο κύκλο εκπαίδευσης στην Ψυχιατρική Νοσηλευτική, Νοσηλευτική Σχολή (1986-1987), και ότι είναι Εγγεγραμμένος Νοσοκόμος, 1ου Επιπέδου, Ψυχιατρικής Νοσηλευτικής (1998).  Παρέλειψαν δε, κατά την εισήγηση, τόσο η Διευθύντρια όσο και η ΕΔΥ να επισημάνουν και να αξιολογήσουν και τα άλλα του προσόντα, τα οποία περιέχονται στον προσωπικό του φάκελο και αφορούν σε συμμετοχές του σε διάφορους οργανισμούς και εκπαιδευτικά σεμινάρια και συνέδρια.  Ως εκ τούτου, αμφισβητεί ως πεπλανημένη την κρίση της Διευθύντριας ότι τα Ε/Μ ήταν ισάξια και/ή δεν υστερούσαν σε αξία έναντι του ιδίου.

 

Είναι επιπλέον η θέση του αιτητή ότι η σύσταση της Διευθύντριας, η οποία επηρέασε την τελική κρίση της ΕΔΥ, πάσχει και στα 3 καθιερωμένα κριτήρια (αξία, προσόντα, αρχαιότητα) και λόγω αντιφάσεων στην μεταξύ των υποψηφίων σύγκριση.  Συγκεκριμένα, ο αιτητής σημειώνει ότι, ενώ η δική του υπεροχή έναντι του Ε/Μ 4 κατά 2 «εξαίρετα» την τελευταία πενταετία, καθιστούσαν τους 2 υποψήφιους ισάξιους, εντούτοις η υπεροχή του Ε/Μ 7 κατά 3 «εξαίρετα» την τελευταία πενταετία έναντι άλλη υποψήφιας (α/α 11), καθιστούσαν, βάσει της σύστασης, το Ε/Μ 7 υπέρτερη σε αξία έναντι της εν λόγω άλλης υποψήφιας.  Σύμφωνα δε με τη θέση του αιτητή, η σύσταση της Διευθύντριας είναι αναιτιολόγητη, αναπαράγει τα στοιχεία των φακέλων χωρίς να επεξηγεί γιατί προέκρινε τα Ε/Μ έναντι του αιτητή και αφίσταται κατά πολύ του επιπέδου αξιολόγησης των υπαρκτών δεδομένων σε σχέση με τις ανάγκες της Δημόσιας Υπηρεσίας που αξιώνει η νομολογία.

 

Είναι, τέλος, η θέση του αιτητή ότι η κρίση της ΕΔΥ πως τα πρόσθετα προσόντα του στη Ψυχιατρική Νοσηλευτική δεν είναι σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης, δεν βρίσκει έρεισμα στο Σχέδιο Υπηρεσίας και δεν είναι εύλογα επιτρεπτή.

 

Η ευπαίδευτη δικηγόρος της καθ’ ης η αίτηση απορρίπτει τους λόγους ακύρωσης και παραπέμποντας στη σύγκριση του αιτητή και των Ε/Μ ως προς τα κριτήρια επιλογής στο σύνολό τους, με ιδιαίτερη έμφαση στην υπέρ των Ε/Μ σύσταση της Διευθύντριας και την μεγάλη υπεροχή τους σε αρχαιότητα, αντιτείνει ότι ο αιτητής απέτυχε να καταδείξει δική του υπεροχή έναντι των επιλεγέντων.  Ως προς τη μη αναφορά από τη Διευθύντρια στα πρόσθετα προσόντα του αιτητή στη Ψυχιατρική Νοσηλευτική, είναι η θέση της κας Κοτσώνη ότι αυτά ήταν ενώπιον της Διευθύντριας, η οποία στη σύστασή της σημείωσε ότι μελέτησε τους προσωπικούς φακέλους των υποψηφίων.  Εν πάση δε περιπτώσει, η όποια ισχυριζόμενη παράλειψη της Διευθύντριας θεραπεύτηκε από την ΕΔΥ, η οποία εξέτασε τα εν λόγω πρόσθετα προσόντα και ως εκ τούτου δεν επηρεάζεται η νομιμότητα της τελικής απόφασης.  Αιτούμενη την απόρριψη της προσφυγής εισηγείται, τέλος, ότι όλο το υλικό των υποψηφίων ήταν ενώπιον τόσο της ΕΔΥ όσο και της Διευθύντριας, η σύσταση της οποίας είναι απόλυτα συμβατή με τα στοιχεία των φακέλων και ορθά υιοθετήθηκε από την ΕΔΥ. 

Τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης υποστηρίζει και ο ευπαίδευτος δικηγόρος των Ε/Μ επισημαίνοντας, καταρχάς, την υπέρτερη αρχαιότητα αυτών έναντι του αιτητή και εισηγούμενος αφενός ότι η μετονομασία της θέσης Λειτουργού Ευημερίας 2ης τάξης σε Λειτουργό Κοινωνικών Υπηρεσιών στις 17.07.2009 δεν δύναται να διαφοροποιήσει το προηγούμενο καθεστώς αρχαιότητας και αφετέρου ότι το άρθρο 49(4) του Ν.1/90 δεν τυγχάνει εφαρμογής εν προκειμένω.  Επιπλέον, σύμφωνα με την εισήγηση του κ. Χριστοφή, η κρίση της Διευθύντριας ότι τα Ε/Μ δεν υστερούν έναντι οποιουδήποτε ανθυποψηφίου τους σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με ιδιαίτερη έμφαση αυτές των τελευταίων πέντε χρόνων, ήταν καθόλα ορθή, σύμφωνη με τη σχετική επί του θέματος νομολογία και καθόλου πεπλανημένη.  Η δε υπέρ των Ε/Μ σύσταση της Διευθύντριας συνιστά ανεξάρτητο στοιχείο κρίσεως, προσδιοριστικό και επαυξητικό της αξίας τους.  Αναφορικά με τα πρόσθετα προσόντα του αιτητή στη Ψυχιατρική Νοσηλευτική, ο ευπαίδευτος δικηγόρος των Ε/Μ επισημαίνει ότι ο αιτητής ούτε επεξηγεί ούτε εξειδικεύει γιατί τα εν λόγω προσόντα είναι σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης, αλλά περιορίζεται στη γενική και αόριστη παράθεση των Καθηκόντων και Ευθυνών του Σχεδίου Υπηρεσίας, καλώντας ουσιαστικά ανεπίτρεπτα το Δικαστήριο να αποφανθεί το ίδιο επί της ισχυριζόμενης σχετικότητας, χωρίς να έχει όμως ενώπιόν του οποιοδήποτε περί τούτου στοιχείο ή μαρτυρία.  Για το λόγο αυτό, σύμφωνα με τη θέση του, θα πρέπει να γίνει αποδεκτή η κρίση της ΕΔΥ ότι τα εν λόγω πρόσθετα προσόντα δεν είναι σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης.  Τέλος, ο ευπαίδευτος δικηγόρος εισηγείται ότι ο αιτητής, όχι μόνο δεν απέδειξε έκδηλη δική του υπεροχή έναντι των Ε/Μ, αλλά αντίθετα είναι τα Ε/Μ που εκδήλως υπερέχουν έναντι αυτού και ορθώς έχουν προαχθεί στην επίδικη θέση, με την επιλογή τους να προκύπτει ως το αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και ορθής αξιολόγησης των κριτηρίων επιλογής.  

 

Αξιολογώντας τις εκατέρωθεν θέσεις και ισχυρισμούς θα πρέπει καταρχάς να υπομνησθεί ότι η βαρύτητα των διαφόρων στοιχείων κρίσης που λαμβάνει υπόψη η ΕΔΥ προς το σκοπό επιλογής των καταλληλότερων υποψηφίων, δεν μπορεί να προκαθοριστεί.  Ο  αναθεωρητικός έλεγχος περιορίζεται στο ευλόγως επιτρεπτό της απόφασης, στο πλαίσιο των δεδομένων της κάθε περίπτωσης (Γρηγορίου (Μιχαηλίδου) ν. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 275). 

Επιπλέον, σύμφωνα με τη νομολογία, για να δικαιολογήσει την επιλογή του το διορίζον όργανο δεν πρέπει να καταλήξει ότι ο διορισθείς υπερέχει έκδηλα των άλλων υποψηφίων (Παπά ν Φραντζής, Αναθ. Έφεση αρ. 91/2014, ημερ. 25.02.2021, ECLI:CY:AD:2021:C62).

 

Όπως επεσήμανε το Ανώτατο Δικαστήριο στην απόφαση Χρύσανθος Χρυσάνθου ν Δημοκρατίας, Αναθ. Έφεση αρ. 46/2016, ημερ. 06.06.2023, ECLI:CY:AD:2023:C195:

 

«[…] για την πλήρωση θέσης συνυπολογίζονται όλα τα σχετικά κριτήρια (βλ. Γιωργούδης ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 116). Εναπόκειται δε στο διοικητικό όργανο να διαμορφώσει κρίση έχοντας υπόψη το σύνολο των στοιχείων τα οποία είναι ενώπιον του. Το Αναθεωρητικό Δικαστήριο δεν υποκαθιστά τη δική του κρίση αναφορικά με την επιλογή του καταλληλότερου υποψηφίου για προαγωγή ή διορισμό με την κρίση του αρμόδιου διοικητικού οργάνου. Η επιλογή γίνεται στη βάση της αξιολόγησης όλων των δεδομένων και όχι «μια αριθμητική ή μαθηματική συνεξέταση των στοιχείων κατά τρόπο που το ένα στοιχείο υπέρ του ενός υποψηφίου, να εξουδετερώνεται από κάποιο άλλο στοιχείο υπέρ του άλλου υποψηφίου», όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση Παναγή (ανωτέρω)[1] και εφόσον αυτή είναι εύλογη και σύμφωνη με τα στοιχεία και τα δεδομένα που είναι ενώπιον του διοικητικού οργάνου και δεν εκφεύγει των ακραίων ορίων της διακριτικής του ευχέρειας, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει. Όπως τονίσαμε λίαν προσφάτως στην υπόθεση Σωτήρης Αναστασιάδης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Επιτροπής Δημοσίας Υπηρεσίας, Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 8/2016, ημερ. 16/2/2023, ECLI:CY:AD:2023:C56:

 

«Περί ουσιαστικής συνεξέτασης συνεπώς ο λόγος, με κριτήριο τα ακραία όρια της διακριτικής ευχέρειας του διοικητικού οργάνου και όχι ένας μηχανιστικός υπολογισμός, ή μια αριθμητική συνεξέταση που απολήγει σε επέμβαση στην εύλογη άσκηση της διακριτικής ευχέρειας της διοίκησης». ».

 

Στη δε απόφαση Η. Κούσιου Κορφιώτου ν Δημοκρατίας, ΕΔΔ αρ. 18/2016, ημερ. 24.05.2022, κρίθηκαν σχετικώς τα ακόλουθα:

 

«[…] Η κάθε υπόθεση αποφασίζεται στη βάση των δικών της γεγονότων και η αναφορά του ευπαιδεύτου συνηγόρου για την εφεσείουσα σε νομολογία, όπου το Δικαστήριο επικύρωσε αποφάσεις της ΕΔΥ στις οποίες επέλεξε για προαγωγή υποψήφιους που υπερείχαν σε πρόσθετο προσόν, δεν βοηθά την υπόθεση της εφεσείουσας, όπως ορθά διαπίστωσε το πρωτόδικο Δικαστήριο. Το Δικαστήριο κρίνει κατά πόσο η ΕΔΥ, στα πλαίσια των γεγονότων της κάθε υπόθεσης, ενήργησε εντός των θεμιτών πλαισίων της διακριτικής της ευχέρειας. Το κατά πόσο σε μία περίπτωση η ΕΔΥ έδωσε περισσότερη σημασία στο πρόσθετο προσόν και λιγότερη σημασία στην αρχαιότητα, είναι ζήτημα που αφορά την απόφαση της ΕΔΥ. Σε περίπτωση που το Δικαστήριο προβαίνει σε κρίση ως προς τη βαρύτητα που θα πρέπει να δοθεί σε κάθε στοιχείο, θα συνιστούσε υποκατάσταση της κρίσης της ΕΔΥ, κάτι που εκπίπτει του ακυρωτικού ελέγχου του Δικαστηρίου.».

 

Τούτων δοθέντων και στη βάση όλων των ενώπιον μου στοιχείων καταλήγω ότι η επιλογή των Ε/Μ ήταν για την καθ’ ης η αίτηση ευλόγως επιτρεπτή και σύμφωνη με τα στοιχεία και τα δεδομένα που η Επιτροπή είχε ενώπιον της και δεν εκφεύγει των ακραίων ορίων της διακριτικής της ευχέρειας ώστε να δικαιολογείται η επέμβαση του Δικαστηρίου.

 

Ειδικότερα, αξιολογώντας εν πρώτοις το κριτήριο της αρχαιότητας των υποψηφίων, απορρίπτω ως νομικώς και πραγματικώς αβάσιμη την ισχυριζόμενη από τον αιτητή δική του υπεροχή.  Όπως προκύπτει από τον συνημμένο στην Ένσταση πίνακα, στον οποίο καταγράφεται η υπηρεσία του αιτητή και των Ε/Μ σε δημόσιες θέσεις και τα προσόντα τους και ο οποίος δεν αμφισβητείται, ο αιτητής διορίστηκε στη θέση Λειτουργού Ευημερίας 3ης Τάξης την 01.02.2001 και προήχθη στη θέση λειτουργού Ευημερίας 2ης Τάξης την 01.02.2009.  Τα Ε/Μ 1-4 διορίστηκαν και προήχθησαν στις εν λόγω θέσεις στις 16.12.1991 και 01.01.2002, αντίστοιχα, ενώ τα Ε/Μ 5-7 στις 16.11.1992 και 01.12.2002, αντίστοιχα. 

 

Το παραδεκτό γεγονός ότι, σύμφωνα με τον περί Συμπληρωματικού Προϋπολογισμού Νόμο (Αρ. 4) του 2009 (Ν.53(ΙΙ)/2009), η θέση Λειτουργός Ευημερίας 2ης Τάξης (Κλίμακα Α8+1) μετονομάστηκε από 17.07.2009 σε Λειτουργό Κοινωνικών Υπηρεσιών (Κλίμακες: Α8, Α10, Α11), ουδόλως μεταβάλλει τη διαμορφωθείσα πριν την μετονομασία αρχαιότητα των υποψηφίων, κριτήριο στο οποίο τα Ε/Μ καταφανώς υπερτερούν του αιτητή βάσει των προνοιών του άρθρου 49 του Ν.1/90 το οποίο προνοεί τα ακόλουθα (ο τονισμός είναι του Δικαστηρίου):

49.-(1) Η αρχαιότητα μεταξύ υπαλλήλωv πoυ κατέχoυv τηv ίδια μόvιμη θέση ή τάξη της ίδιας θέσης, είτε μόvιμα είτε πρoσωριvά είτε από μήvα σε μήvα είτε με απόσπαση, είτε με σύμβαση, κρίvεται με βάση τηv ημερoμηvία της ισχύoς τoυ διoρισμoύ, της πρoαγωγής ή απόσπασης τoυς στη συγκεκριμέvη θέση ή τάξη, αvάλoγα με τηv περίπτωση, αvεξάρτητα από τov τρόπo κατoχής της.

(2) Σε περίπτωση ταυτόχρovoυ διoρισμoύ, πρoαγωγής ή απόσπασης στη συγκεκριμέvη θέση ή τάξη της ίδιας θέσης, η αρχαιότητα κρίvεται σύμφωvα με τηv πρoηγoύμεvη αρχαιότητα τωv υπαλλήλωv.

(3) Η αρχαιότητα μεταξύ υπαλλήλωv πoυ κατέχoυv διαφoρετικές θέσεις με τoυς ίδιoυς μισθoδoτικoύς όρoυς κρίvεται σύμφωvα με τις ημερoμηvίες της ισχύoς τωv διoρισμώv, πρoαγωγώv ή απoσπάσεωv τoυς στις παρoύσες θέσεις τoυς, αvεξάρτητα από τov τρόπo κατoχής τoυς, ή, αv oι ημερoμηvίες είvαι ίδιες, σύμφωvα με τηv πρoηγoύμεvη αρχαιότητα τoυς.

(4) Η αρχαιότητα μεταξύ υπαλλήλωv πoυ κατέχoυv θέσεις με διαφoρετικoύς μισθoδoτικoύς όρoυς κρίvεται σύμφωvα με τoυς μισθoδoτικoύς όρoυς τωv αvτίστoιχωv θέσεωv.

(5) Η αρχαιότητα υπαλλήλωv πoυ κατέχoυv τηv ίδια θέση ή τάξη της ίδιας θέσης ή διαφoρετικές θέσεις με τoυς ίδιoυς μισθoδoτικoύς όρoυς, o μισθός και o τίτλoς της oπoίας ή τωv oπoίωv άλλαξαv ως συvέπεια αvαθεώρησης μισθώv ή αvαδιoργάvωσης, κρίvεται σύμφωvα με τηv αμέσως πριv από τηv τέτoια αvαθεώρηση ή αvαδιoργάvωση αρχαιότητα τωv υπαλλήλωv.

[…]».

 

Σε αντίθεση με την εισήγηση του αιτητή, από τη γραμματική ερμηνεία του άρθρου 49(4), καθίσταται θεωρώ σαφές ότι αυτό δεν εφαρμόζεται εν προκειμένω καθότι αφορά στον καθορισμό της αρχαιότητας υπαλλήλων που κατέχουν διαφορετικές θέσεις, που προφανώς δεν είναι η παρούσα περίπτωση.  Εν προκειμένω τόσο ο αιτητής όσο και τα Ε/Μ κατείχαν την ίδια θέση, έστω και αν ο αιτητής, κατ’ ισχυρισμό του (και προφανώς λόγω της αναφερόμενης στον πίνακα προηγούμενης υπηρεσίας του στις θέσεις Βοηθού Νοσοκόμου 2ης Τάξης και Νοσηλευτικού Λειτουργού) κατείχε μεγαλύτερη κλίμακα από τα Ε/Μ 5, 6 και 7 και/ή κατείχε μεγαλύτερη προσαύξηση από τα Ε/Μ 1-4 (Ανδρέα Μακρή ν Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 336/2001, ημερ. 12.12.2002, Σωτήρης Κολέττας ν Δημοκρατίας, Αναθ. Έφεση αρ. 32/16, ημερ. 20.06.2023, ECLI:CY:AD:2023:C214, Χριστίνα Παπασολομώντος ν Δημοκρατίας, Αναθ. Έφεση αρ. 9/2016, ημερ. 01.03.2023, ECLI:CY:AD:2023:C75).

 

Ως εκ τούτου, τα Ε/Μ υπερείχαν του αιτητή καταφανώς σε αρχαιότητα και επομένως και ανάλογη πείρα και ουδεμία πλάνη περί τούτου εμφιλοχώρησε.  Η δε σύσταση από τη Διευθύντρια του Ε/Μ 7 έναντι άλλης υποψήφιας, στην οποία ο αιτητής παραπέμπει και η οποία, όμως, ως ορθώς επισημαίνει ο ευπαίδευτος δικηγόρος των Ε/Μ, δεν είναι διάδικος στην παρούσα προσφυγή, δεν θεωρώ ότι είναι συγκρίσιμη, δοθέντος ότι η εν λόγω υποψήφια υπερτερεί του Ε/Μ 7 σε αρχαιότητα, η οποία ανάγεται μόνο στην ημερομηνία γέννησης, ενώ δεν υπερέχει του Ε/Μ 7 σε προσόντα.

Αναφορικώς με τους λοιπούς ισχυρισμούς του αιτητή θα πρέπει να υπομνησθεί ότι, σύμφωνα με τη νομολογία, το ζήτημα των προσόντων που απαιτούνται από τα σχέδια υπηρεσίας για διορισμό ή προαγωγή είναι θέμα πραγματικό, εμπίπτον στη διακριτική ευχέρεια του διορίζοντος οργάνου, του οποίου καθήκον και υποχρέωση είναι η ερμηνεία και η εφαρμογή του σχεδίου υπηρεσίας, με το δικαστήριο να επεμβαίνει μόνο όταν η δοθείσα ερμηνεία, λαμβανομένου υπόψη του λεκτικού του σχεδίου υπηρεσίας, δεν είναι εύλογα επιτρεπτή (Παρασκευάς Ριρής ν. Δήμος Αγίου Αθανασίου, ΕΔΔ αρ. 97/17, ημερ. 12.12.2023).  Το δικαστήριο, περιοριζόμενο στον έλεγχο της νομιμότητας της υπό αμφισβήτηση διοικητικής πράξης, δεν νομιμοποιείται να ενεργήσει πρωτογενώς και να αποφασίσει κατά πόσον ένας υποψήφιος κατείχε τα απαιτούμενα προσόντα, υποκαθιστώντας το διορίζον όργανο (Γεώργιος Ζειτουντσιάν ν Κύπρου Μ. Πετρίδη , ΕΔΔ αρ. 49/16, ημερ. 18.09.2023).

 

Επισημαίνοντας ότι, στη γραπτή αγόρευση των ευπαιδεύτων δικηγόρων του, ο αιτητής ρητώς αναγνωρίζει ότι η ΕΔΥ, παρά την μη περί τούτου αναφορά στη σύσταση της Διευθύντριας, εντούτοις εντόπισε η ίδια και αναφέρθηκε στα πρόσθετα προσόντα του στη Ψυχιατρική Νοσηλευτική, καταλήγω, σε συμφωνία με τον ευπαίδευτο δικηγόρο των Ε/Μ, ότι ο αιτητής απέτυχε να καταδείξει συγκεκριμένους λόγους, ως είχε και το σχετικό βάρος απόδειξης, για τους οποίους η κρίση της ΕΔΥ πως αυτά δεν είναι σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης, δεν ήταν εύλογη.  Οι δε συμμετοχές του αιτητή

σε διάφορους οργανισμούς και εκπαιδευτικά σεμινάρια και συνέδρια ήταν ενώπιον της ΕΔΥ, η οποία τεκμαίρεται ότι προέβη στην αναγκαία έρευνα (Μουρτζής ν. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 543, Δημοκρατία ν Οικονομίδη, ΕΔΔ αρ. 161/2020, ημερ. 22.12.2021).

 

Ως εκ τούτου καταλήγω ότι η καθ’ ης η αίτηση, επιλέγοντας τα ενδιαφερόμενα μέρη, ενήργησε εντός των θεσμοθετημένων κριτηρίων προαγωγής, βάσει των δεδομένων της υπόθεσης, αιτιολογώντας δεόντως την απόφασή της. 

 

Συνακόλουθα, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με €1.700 έξοδα εναντίον του αιτητή και υπέρ της καθ’ ης η αίτηση.

 

 

Α. ΖΕΡΒΟΥ, Δ.Δ.Δ.



[1] Παναγή κ.ά. v. Δημοκρατίας (2011) 3 Α.Α.Δ. 163.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο