ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ  

   (Υπόθεση αρ. 5/2024)

14 Φεβρουαρίου 2024

[ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ AΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

D. E.

Αιτήτρια

v.

 

ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ

ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

Καθ’ ων η αίτηση.

……………………………

Η αιτήτρια εμφανίζεται αυτοπροσώπως.

Παυλίνα Δημητρίου, Δικηγόρος, για το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση.

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.: Η αιτήτρια καταχώρησε στις 2.1.2024 την υπό εκδίκαση προσφυγή και αιτείται ακύρωση της απόφασης των καθ’ ων η αίτηση, ημερομηνίας 1.12.2023, με την οποία κηρύχθηκε ως απαγορευμένη μετανάστης, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 6(1)(κ) του Κεφ. 105, όπως επίσης, αιτείται την ακύρωση των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης, ίδιας ημερομηνίας.

 

  Λόγω του ότι στην υπό εκδίκαση υπόθεση, όπως προκύπτει από την αίτηση ακυρώσεως, τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του άρθρου 11Α του Ν. 131(Ι)/2015, ως αυτός έχει τροποποιηθεί, η εκτέλεση του διατάγματος απέλασης αναστάληκε από το Δικαστήριο, μέχρι την έκδοση απόφασης στην παρούσα προσφυγή, ενώ η αιτήτρια παρέμεινε υπό κράτηση. Ενόψει του αντικειμένου, δόθηκαν σύντομα χρονοδιαγράμματα, προς συμπλήρωση της Ένστασης και των γραπτών αγορεύσεων των δύο πλευρών.

 

  Τα γεγονότα της υπόθεσης, ως αυτά περιγράφονται στην Ένσταση και συμπληρώνονται και από τους διοικητικούς φακέλους που κατατέθηκαν ως Τεκμήρια 1-3 κατά το στάδιο των προφορικών διευκρινίσεων, έχουν ως ακολούθως: η αιτήτρια είναι υπήκοος Ρωσίας. Αφίχθηκε νόμιμα στη Δημοκρατία στις 5.4.2016 και την 1.7.2016 υπέβαλε αίτηση για έκδοση άδειας προσωρινής παραμονής, ως επισκέπτρια. Στις 23.9.2016, εκδόθηκε προσωρινή άδεια παραμονής, ως επισκέπτρια, η οποία είχε ισχύ μέχρι την 30.6.2017.

 

  Στις 17.7.2017, υπέβαλε αίτηση για ανανέωση της άδειας προσωρινής παραμονής της. Το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, με επιστολή ημερομηνίας 14.11.2017, αναφερόμενο στην πιο πάνω υποβληθείσα αίτηση, ενημέρωσε την αιτήτρια πως, προκειμένου η αίτηση να εξεταστεί, θα πρέπει να προσκομίσει ανανεωμένο ενοικιαστήριο έγγραφο και έγγραφα διακίνησης λογαριασμού σε κυπριακή τράπεζα, από την οποία να προκύπτουν επαρκείς πόροι συντήρησης από εμβάσματα του εξωτερικού. Στις 15.11.2017 όμως, η αιτήτρια είχε γνωστοποιήσει προς το Τμήμα αλλαγή της διεύθυνσης διαμονής της. Ως εκ τούτου, το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, της γνωστοποίησε, στη νέα της διεύθυνση, επιστολή ημερομηνίας 16.4.2018, με την οποία ζητούσε την προσκόμιση των δύο πιο πάνω αναφερόμενων στοιχείων. Η αιτήτρια παρέλειψε να προσκομίσει τα δύο απαιτούμενα έγγραφα, με αποτέλεσμα στις 13.6.2018 να απορριφθεί η υποβληθείσα αίτηση.

 

  Κατά της πιο πάνω απορριπτικής αποφάσεως, ημερομηνίας 13.6.2018, καταχώρησε την προσφυγή 1265/18, στην οποία εκδόθηκε απορριπτική απόφαση, ημερομηνίας 30.3.2021. Μετά την πιο πάνω αναφερόμενη απόρριψη της αίτησης για έκδοση άδειας προσωρινής παραμονής, η αιτήτρια γνωστοποίησε προς το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, νέα επιστολή ημερομηνίας 9.7.2018, στην οποία αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, για την πρόθεση της να τελέσει γάμο με Βρετανό υπήκοο, με τον οποίο διατηρεί μόνιμο και συνεχή δεσμό και ζητούσε ανανέωση της άδειας παραμονής της.

  Το αίτημα της αιτήτριας εγκρίθηκε. Με επιστολή ημερομηνίας 24.10.2018 που εστάλη προς την αιτήτρια, της γνωστοποιήθηκε το εξής σχετικό:-

    Subject: Temporary Residence Permit as a visitor

 I am instructed to refer to your letter dated 09/07/2018, according to the above subject and to inform you that your request has been approved, for 3 months, in order to get married.

 Please turn to the Civil Registry and Migration Department in Paphos to apply for the extension of your visa presenting all the necessary documents and this letter.”

 

  Στις 30.11.2023 η αιτήτρια εντοπίστηκε από μέλη της Αστυνομίας των Βρετανικών Βάσεων Ακρωτηρίου και μετά από έλεγχο διαπιστώθηκε ότι βρισκόταν παράνομα στη Δημοκρατία. Εναντίον της εκδόθηκαν διατάγματα κράτησης και απέλασης ημερομηνίας 1.12.2023, ενώ της γνωστοποιήθηκε με επιστολή ίδιας ημερομηνίας, η κήρυξή της ως απαγορευμένης μετανάστη, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 6(1)(κ) του Κεφ. 105, λόγω παράνομης παραμονής από τις 20.7.2018 ημερομηνία που έληξε η προθεσμία που της δόθηκε για αναχώρηση από τη Δημοκρατία.

 

  Κατά των πιο πάνω αναφερόμενων διαταγμάτων ημερομηνίας 1.12.2023, η αιτήτρια άσκησε την υπό εκδίκαση προσφυγή στις 2.1.2024. Όπως αναφέρθηκε, το διάταγμα απέλασης αναστάληκε από το Δικαστήριο, μέχρι την εκδίκαση της παρούσας προσφυγής, ενώ η αιτήτρια παρέμεινε υπό κράτηση.

 

  Καίτοι μεταγενέστερα γεγονότα, θα πρέπει εντούτοις να γίνει αναφορά πως 5.12.2023, ήτοι μετά την έκδοση των επίδικων διαταγμάτων, η αιτήτρια υπέβαλε στην Υπηρεσία Ασύλου αίτηση ασύλου, ισχυριζόμενη πως η Ομοσπονδιακή Αστυνομία της Ρωσίας προσπάθησε να την δολοφονήσει με δηλητηρίαση και ότι παρακολουθείται και πως σε περίπτωση που επιστρέψει πίσω στην Ρωσία, υπάρχει ένταλμα και θα την δολοφονήσουν.

 

  Συνεπεία της υποβολής της αίτησης ασύλου, το επίδικο διάταγμα κράτησης ημερομηνίας 1.12.2023 ακυρώθηκε από το Τμήμα και εκδόθηκε νέο διάταγμα κράτησης, βάσει του άρθρου 9ΣΤ του περί Προσφύγων Νόμου, η νομιμότητα του οποίου επίσης προσεβλήθη από την αιτήτρια με την προσφυγή ΔΚ 1/24 η οποία εκκρεμεί ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, ενώ η απέλαση αναστάληκε και διοικητικά, μέχρι την εξέταση της αίτησης ασύλου. Στις 20.12.2023, το αίτημα της αιτήτριας για παροχή διεθνούς προστασίας απορρίφθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου και εναντίον της απορριπτικής απόφασης, άσκησε την προσφυγή 4850/23 ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, η οποία επίσης εκκρεμεί.

 

  Για την εξέλιξη αυτή (απόρριψη της αίτησης ασύλου), ενημερώθηκε το παρόν Δικαστήριο κατά τη δικάσιμο ημερομηνίας 12.1.2024. Σε σχετική ερώτηση του Δικαστηρίου προς την αιτήτρια, η τελευταία ανέφερε πως δεν προτίθεται να αποσύρει την προσφυγή της και πως επιθυμεί ν’ αναφερθεί για τα δικαιώματά της, ως σύντροφος Βρετανού υπηκόου, κατ’ επίκληση των προνοιών του τροποποιητικού Ν. 193(Ι)/2020, αναφορικά με την Συμφωνία Αποχώρησης και το Brexit. Ενόψει της δήλωσης, δόθηκαν οδηγίες προς καταχώρηση γραπτών αγορεύσεων, ως προς το ζήτημα της ζημίας και η υπόθεση ορίστηκε στις 5.2.2024 για διευκρινίσεις.

 

  Η ευπαίδευτη συνήγορος της Δημοκρατίας, καταχώρησε τη γραπτή της αγόρευση στις 29.1.2024, υποβάλλοντας πως η προσφυγή κατέστη άνευ αντικειμένου, καθότι το εδώ προσβαλλόμενο διάταγμα κράτησης ημερομηνίας 1.12.2023 έχει ακυρωθεί, το δε διάταγμα απέλασης αναστάληκε και διοικητικά από τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου, ενώ έχουν εκδοθεί νέες διοικητικές πράξεις, η νομιμότητα των οποίων προσεβλήθη με δύο προσφυγές που εκκρεμούν ενώπιον του ΔΔΔΠ. Υποστήριξε πως η αιτήτρια δεν έχει δικογραφήσει το ζήτημα της ύπαρξης ζημίας που να προήλθε από την ακυρωθείσα διοικητική απόφαση και ούτε έχει υποστεί εκ πρώτης όψεως ζημία και η προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί.

 

  Κατά τη δικάσιμο ημερομηνίας 5.2.2024        η αιτήτρια ρωτήθηκε κατά πόσον έχει ετοιμάσει τη δική της γραπτή αγόρευση. Όπως ανέφερε, δεν διευθετήθηκε η παρουσία της στο Δικαστήριο για να παραδώσει κάποια έγγραφα, πλην όμως, δήλωσε έτοιμη να μιλήσει προφορικά. Όπως ανέφερε, το Τμήμα Μετανάστευσης δεν αναγνωρίζει τα δικαιώματα της που πηγάζουν από την Συμφωνία Αποχώρησης και το Brexit, δεν την αφήνει να φύγει από την Δημοκρατία όπως επιθυμεί, έτσι ώστε να μεταβεί στο Ηνωμένο Βασίλειο μαζί με τον σύντροφο της, πως με την έκδοση των διαταγμάτων έχει χωρίσει από την οικογένειά της και σε περίπτωση επιστροφής της στη Ρωσία θα την δολοφονήσουν. Υποστήριξε πως έχει υποστεί βλάβη, τόσο η ίδια, όσο και μέλη της οικογένειας της.

 

  Σε ερώτηση του Δικαστηρίου προς την αιτήτρια για το γεγονός της παράνομης παραμονής της στη Δημοκρατία από το έτος 2018,  η ίδια απάντησε πως έκανε ό,τι μπορούσε, το 2018 παρέδωσε όλα τα έγγραφα στο Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης προκειμένου να τελέσει γάμο με Βρετανό υπήκοο, πως το Τμήμα της υποσχέθηκε πως θα εξέδιδε άδεια, βάσει της συμφωνίας του Brexit και ότι παράνομα το κράτος έλαβε εναντίον της το μέτρο της απέλασης, αφού στο Ν. 193(Ι)/2020, αναφέρεται πως εάν δεν υποβληθεί αίτηση για έκδοση άδειας παραμονής, το κράτος μπορεί να επιβάλει μόνο πρόστιμο €2500 το μέγιστο και όχι να εκδώσει διάταγμα απέλασης.

 

  Έχω μελετήσει με ιδιαίτερη προσοχή, τόσο τα ενώπιον μου επιχειρήματα, όσο και το περιεχόμενο των διοικητικών φακέλων, αλλά και τα γεγονότα, όπως αυτά έχουν διαμορφωθεί. Αυτό που διαπιστώνω είναι πως, μετά την απόρριψη από την Υπηρεσία Ασύλου, (20.12.2023) της αίτησης ασύλου που υπέβαλε η αιτήτρια (5.12.2023), το διάταγμα απέλασης, έχει ουσιαστικά ενεργοποιηθεί από τη διοίκηση, αλλά παρέμεινε σε αναστολή, βάσει της διαταγής του παρόντος Δικαστηρίου, μέχρι την εκδίκαση της παρούσας προσφυγής. Μόνο το διάταγμα κράτησης ημερομηνίας 1.12.2023 ακυρώθηκε, ενόψει της έκδοσης νέου διατάγματος ημερομηνίας 14.12.2023, βάσει του άρθρου 9ΣΤ του περί Προσφύγων Νόμου.

  Επομένως, ενόψει του ότι σήμερα, κατά την εκδίκαση της επίδικης προσφυγής, υφίσταται η ισχύς του διατάγματος απέλασης της αιτήτριας, ημερομηνίας 1.12.2023, θα προχωρήσω να εξετάσω τη νομιμότητα της έκδοσής του.

 

  Όπως έχει ήδη αναφερθεί, η τελευταία άδεια προσωρινής παραμονής της αιτήτριας στη Δημοκρατία, είχε ισχύ μέχρι την 30.6.2017. Η προσπάθεια που κατέβαλε η αιτήτρια για την ανανέωσή της, υποβάλλοντας νέα αίτηση, δεν απέδωσε καρπούς, αφού αυτή απορρίφθηκε στις 13.6.2018. Σχετική προσφυγή που υπέβαλε κατά της νομιμότητάς της, επίσης είχε απορριπτική κατάληξη. Αναφορά έγινε ανωτέρω και στην προσπάθεια της να νομιμοποιήσει την παραμονή της, αποστέλλοντας την επιστολή ημερομηνίας 9.7.2018, η οποία έτυχε μεν έγκρισης στις 24.10.2018, αλλά παρόλα ταύτα, δεν ακολούθησε καμία ενέργεια εκ μέρους της.

 

  Ουσιαστικά, μετά τις 24.10.2018, καμία ενέργεια ακολουθήθηκε εκ μέρους της αιτήτριας. Ενώ η ίδια είχε ζητήσει από το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, έγκριση για έκδοση άδειας προσωρινής παραμονής με σκοπό να τελέσει γάμο με Βρεττανό υπήκοο (τον κ.R.B) και ενώ αυτό το αίτημα εγκρίθηκε με αναμονή υποβολής εκ μέρους της, αίτησης συνοδευόμενης με όλα τα αναγκαία έγγραφα, εντούτοις, τίποτε δεν υπεβλήθη προς αυτή την κατεύθυνση.

 

  Με αυτά ως δεδομένα, καταλήγω πως η διοίκηση ορθά και νόμιμα προχώρησε στην κήρυξη της αιτήτριας ως απαγορευμένης μετανάστη, βάσει των διατάξεων του άρθρου 6(1)(κ) του Κεφ. 105 και συνακόλουθα με την έκδοση του εδώ προσβαλλόμενου διατάγματος απέλασης ημερομηνίας 1.12.2023, αφού η αιτήτρια δεν συμμορφώθηκε με ό,τι της κοινοποιήθηκε δια της διοικητικής απόφασης ημερομηνίας 13.6.2018. Από τις 20.7.2018, η αιτήτρια, ορθώς, κατέστη απαγορευμένη μετανάστης, αφ’ ης στιγμής δεν κατείχε οποιαδήποτε άδεια παραμονής στην Κυπριακή Δημοκρατία.

 

  Απορριπτέοι τυγχάνουν οι ισχυρισμοί της αιτήτριας, πως η ίδια είχε δικαίωμα παραμονής στη Δημοκρατία, ως σύντροφος Βρεττανού υπηκόου[1], κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του Ν. 193(Ι)/2020, αντίγραφο του οποίου προσκομίστηκε από την ίδια, κατά το στάδιο των προφορικών διευκρινίσεων.

 

  Ο τροποποιητικός περί του Δικαιώματος των Πολιτών της Ένωσης και Ορισμένων Υπηκόων του Ηνωμένου Βασιλείου και των Μελών των Οικογενειών τους να Κυκλοφορούν και να Διαμένουν Ελεύθερα στη Δημοκρατία Νόμος, Ν. 193(Ι)/2020, προσέθεσε στις διατάξεις του Ν. 7(Ι)/2007, τα άρθρα 35Α – 35ΚΣΤ, όπως προκύπτει από το προοίμιο, για σκοπούς καλύτερης εφαρμογής των διατάξεων των άρθρων 9-19 της συμφωνίας για την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας.

 

  Στις διατάξεις του άρθρου 35ΙΣΤ, γίνεται αναφορά στη δυνατότητα των μελών της οικογένειας δικαιούχου της Συμφωνίας Αποχώρησης που δεν είναι υπήκοοι του Ηνωμένου Βασιλείου και που είναι δικαιούχοι μόνιμης διαμονής, να υποβάλουν αίτηση για να τους χορηγηθεί άδεια μόνιμης παραμονής, αίτηση που θα πρέπει να υποβληθεί εντός ενός μηνός από τη λήξη της ισχύος του εγγράφου διαμονής τους. Σε αντίθετη περίπτωση, μη εμπρόθεσμης υποβολής τέτοιας αίτησης, επιβάλλεται σ’ αυτούς χρηματική ποινή.

 

  Τέτοια αίτηση ουδέποτε υποβλήθηκε από την αιτήτρια και εν πάση περιπτώσει, κανένα έγγραφο προσκομίστηκε προς αυτή την κατεύθυνση, είτε από τον Βρετανό σύντροφό της, ως δικαιούχο της Συμφωνίας Αποχώρησης, είτε από την ίδια, ως μέλος της οικογένειας αυτού, ως οι ισχυρισμοί της αιτήτριας, καίτοι διατηρώ τις επιφυλάξεις μου, χωρίς όμως να το αποφασίζω, για το κατά πόσον η αιτήτρια πληροί την έννοια του «συντρόφου» κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 2(2)(β) της Οδηγίας 2004/38/ΕΚ σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών μελών, καθότι αυτό δεν είναι επίδικο.

 

  Αυτό που προκύπτει ξεκάθαρα από τα ενώπιον μου έγγραφα, είναι πως η άδεια παραμονής της αιτήτριας έληξε στις 30.6.2017 και έκτοτε δεν ανανεώθηκε. Η παραμονή της στο έδαφος της Δημοκρατίας χωρίς να εξασφαλίσει άδεια παραμονής, συνεπάγεται ενεργοποίηση της δυνατότητας του κράτους προς κήρυξή της ως απαγορευμένης μετανάστη, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105.

 

  Τα όσα αναφέρθηκαν εκ μέρους της αιτήτριας πως το κράτος δεν είχε δικαίωμα να εκδώσει εναντίον της διάταγμα απέλασης, αλλά να επιβάλει μόνον χρηματική ποινή ύψους κατά το μέγιστο €2.500 λόγω μη υποβολής έγκαιρα αίτησης για χορήγηση εγγράφου μόνιμης διαμονής (άρθρο 35ΙΣΤ(2)(β)), ουδόλως αναιρούν την δυνατότητα του κράτους προς έκδοση διαταγής απέλασης προσώπου μη δικαιούχου να παραμείνει στο έδαφός της και επομένως απαγορευμένου μετανάστη, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105, όπως είναι ακριβώς το καθεστώς της αιτήτριας.

 

  Καταλήγω πως ορθά και εύλογα η διοίκηση προχώρησε στην έκδοση των προσβαλλόμενων αποφάσεων ημερομηνίας 1.12.2023 εναντίον της αιτήτριας.

 

  Για όλους τους λόγους που έχουν αναφερθεί, η προσφυγή απορρίπτεται με €1.000 έξοδα εναντίον της αιτήτριας.

 

  Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, δυνάμει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.                 

 

 

 

 

Γαβριήλ, Δ.Δ.Δ.

 

 



[1] Στη σελ. 11 της αίτησης ακυρώσεως, αναφέρεται ως σύντροφος της αιτήτριας ο κ. T.D. Βρετανός υπήκοος, ενώ το αίτημα της αιτήτριας για έκδοση άδειας προσωρινής παραμονής με σκοπό την τέλεση γάμου, αίτημα ημερομηνίας 9.7.2018, αφορούσε άλλο Βρετανό υπήκοο, ήτοι τον κ. R.B.   


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο