ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ                                                                       

(Υπόθεση Αρ. 9/2024)

 

16 Φεβρουαρίου 2024

 

[ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Πρόεδρος]

 

          ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

                                             M.D. A. H.

                                                                             Αιτητής

                                                    ΚΑΙ

             ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ

                 1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

3. ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

 

Καθ’ ων  η Αίτηση

 

Α. Κιρακόζοβα (κα), για Νατάσα Χαραλαμπίδου & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., για Αιτητή.

Μ. Βασιλείου (κα), Δικηγόρος, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για Καθ’ ων η Αίτηση

 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Π.Δ.Δ.: Με την υπό κρίση προσφυγή που καταχωρήθηκε στις 4.1.2024, ο αιτητής, υπήκοος Μπαγκλαντές, στρέφεται κατά της νομιμότητας και ζητά την ακύρωση της, δυνάμει του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως (Κεφ. 105), ληφθείσας απόφασης έκδοσης διαταγμάτων κράτησης και απέλασής του, ημερομηνίας 24.12.2023, λόγω παράνομης παραμονής του στο έδαφος της Δημοκρατίας.

 

Η προσφυγή επιδόθηκε στους καθ’ ων η αίτηση στις 5.1.2024. Κατά την 11.1.2024, που ορίστηκε η υπόθεση, ο συνήγορος των καθ’ ων η αίτηση δήλωσε ότι υπήρχε πρόθεση από τη Διοίκηση να ανακαλέσει τα επίδικα διατάγματα και ζητήθηκε μια νέα, σύντομη ημερομηνία ορισμού της υπόθεσης. Με τη θέση αυτή συμφώνησε και η συνήγορος του αιτητή.

 

Κατά τη δικάσιμο ημερομηνίας 2.2.2024, η συνήγορος των καθ’ ων η αίτηση δήλωσε στο Δικαστήριο ότι το επίδικο διάταγμα απέλασης είχε ανασταλεί στις 11.1.2024, το δε διάταγμα κράτησης ακυρώθηκε στις 19.1.2024 και εκδόθηκε, την ίδια μέρα, νέο διάταγμα κράτησης του αιτητή, δυνάμει του περί Προσφύγων Νόμου. Περαιτέρω, κατά τη δικάσιμο ημερομηνίας 2.2.204, η συνήγορος του αιτητή ζήτησε την άδεια του Δικαστηρίου για απόσυρση της προσφυγής, ενόψει του ότι ο αιτητής, στις 25.1.2024, είχε απελαθεί από τη Δημοκρατία, παράνομα όπως υποστήριξε, εφόσον οι καθ’ ων η αίτηση όφειλαν, σύμφωνα με το άρθρο 11(Α) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Νόμου, ως αυτός ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο, να αναστείλουν το επίδικο διάταγμα απέλασης μέχρι την εκδίκαση της προσφυγής. Ως εκ τούτου, η συνήγορος του αιτητή εξέφρασε τη θέση ότι τα έξοδα, θα πρέπει να επιδικαστούν υπέρ του αιτητή.

 

Η συνήγορος για τους καθ’ ων η αίτηση υποστήριξε ακριβώς το αντίθετο: κατά τον ισχυρισμό της, καθόλα νόμιμα και ορθά εκδόθηκαν τα επίδικα διατάγματα κράτησης και απέλασης ημερομηνίας 24.12.2023, κατά το χρόνο έκδοσης των οποίων, δεν υπήρχε οποιαδήποτε καταχωρημένη αίτηση ασύλου, η οποία καταχωρήθηκε, ως αναφέρεται και στην αίτηση ακυρώσεως, αργότερα. Ως εκ τούτου, κατά τον ουσιώδη χρόνο έκδοσης των επίδικων διαταγμάτων, ο αιτητής διέμενε παράνομα στη Δημοκρατία και/ή ήταν παράνομος μετανάστης. Συνεπώς, ισχυρίστηκε η κα Βασιλείου, η προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί χωρίς οποιαδήποτε διαταγή ως προς τα έξοδα. Προς επίρρωση της επιχειρηματολογίας της, η κα Βασιλείου παρέπεμψε στην απόφαση της Γαβριήλ, Δ.Δ.Δ., στην Α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1813/2023, ημερ. 15.12.2023.

 

Στο πλαίσιο της διαφωνίας που ανέκυψε μεταξύ των μερών ως προς το μοναδικό ζήτημα που παρέμεινε, ήτοι το θέμα του κατά πόσον ο αιτητής δικαιούται τα έξοδα της παρούσας προσφυγής, κατατέθηκε, ως Τεκμήριο 1, ο διοικητικός φάκελος του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης και η απόφαση επιφυλάχθηκε.

 

Όπως προκύπτει από τον διοικητικό φάκελο (βλ. σελιδώσεις 123-121), ο αιτητής αφίχθηκε στη Δημοκρατία στις 20.2.2022 με άδεια εργασίας για να εργαστεί ως εργάτης και του παραχωρήθηκε άδεια παραμονής και εργασίας μέχρι τις 23.1.2023. Ωστόσο, στις 18.7.2022, του δόθηκε αποδεσμευτική επιστολή, με σκοπό να εξεύρει νέο εργοδότη. Ο αιτητής δεν το έπραξε και, συνακόλουθα, τα στοιχεία του καταχωρήθηκαν στον κατάλογο αναζητούμενων προσώπων στις 19.4.2023. Στις 24.12.2023, ο αιτητής εντοπίστηκε στη Λευκωσία από μέλη της ΥΑΜ και, αφού συνελήφθη για το αδίκημα της παράνομης παραμονής στη Δημοκρατία από 19.8.2022, όταν και είχε λήξει το περιθώριο για να αποταθεί για άδεια με νέο εργοδότη, εκδόθηκαν εναντίον του τα προσβαλλόμενα με την προσφυγή διατάγματα, ημερομηνίας 24.12.2023.

 

Όπως επίσης προκύπτει από τον διοικητικό φάκελο (βλ. σελίδωση 123 και 126), ο αιτητής υπέβαλε μεταγενέστερα της έκδοσης των επίδικων διαταγμάτων, αίτηση ασύλου, στις 11.1.2024, ενόσω αυτός τελούσε υπό κράτηση. Ενόψει αυτής της εξέλιξης, το επίδικο διάταγμα απέλασης ανεστάλη στις 11.1.2024 και το επίδικο διάταγμα κράτησης ακυρώθηκε από τη Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, στις 19.1.2024 και εκδόθηκε, την ίδια μέρα, νέο διάταγμα κράτησης του αιτητή, δυνάμει του περί Προσφύγων Νόμου. Ας σημειωθεί, περαιτέρω, ότι τελικά και η αίτηση ασύλου του αιτητή απορρίφθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου στις 24.1.2024.

 

Όπως ορθώς λέχθηκε και στην Υποθ. Αρ. 1813/2023, ανωτέρω, το κρίσιμο ζήτημα στην υπό κρίση περίπτωση, είναι τα πραγματικά γεγονότα που υπήρχαν ενώπιον της Διοίκησης κατά τον ουσιώδη χρόνο έκδοσης των προσβαλλόμενων διαταγμάτων, εν προκειμένω, ποια δεδομένα υπήρχαν κατά τις 24.12.2023 που εκδόθηκαν τα διατάγματα κράτησης και απέλασης. Οτιδήποτε έγινε μετά την εν λόγω ημερομηνία, όπως εν προκειμένω η υποβολή αίτησης ασύλου, θεωρείται εκτός ουσιώδους χρόνου (Limon ν. Δημοκρατίας, Ε.Δ.Δ 126/21, ημερ. 20.4.2022).

 

Δεν αμφισβητείται από τον αιτητή ότι, κατά τις 24.12.2023 που ο ίδιος συνελήφθη και εναντίον του εκδόθηκαν τα επίδικα διατάγματα, αυτός δεν είχε υποβάλει αίτηση ασύλου. Εξάλλου, όπως προκύπτει από τον διοικητικό φάκελο, πράγματι ο αιτητής δεν είχε διευθετήσει την παραμονή του στη Δημοκρατία και κατά το χρόνο της σύλληψής του, διέμενε παράνομα.

 

Όποιοι ισχυρισμοί προβάλλονται από τη συνήγορο του αιτητή και αφορούν σε χρόνο μεταγενέστερο της 24.12.2023, δεν μπορούν να προσδώσουν παρανομία στην έκδοση των προσβαλλόμενων διοικητικών πράξεων, αφού κατ' εκείνο τον χρόνο, δεν είχε υποβληθεί οποιαδήποτε αίτηση.

 

Η ακύρωση των επίδικων διαταγμάτων ημερομηνίας 24.12.2023, προέκυψε μετά από ενέργειες στις οποίες προέβη ο ίδιος ο αιτητής, λίγες μέρες αργότερα. Όπως προκύπτει από τον διοικητικο φάκελο, ο αιτητής υπέβαλε αίτηση ασύλου στις 11.1.2024. Εδώ θα πρέπει να επισημανθεί ότι εσφαλμένα αναγράφεται στην αίτηση ακυρώσεως ότι η αίτηση του αιτητή για διεθνή προστασία υποβλήθηκε στις 28.12.2023, εφόσον προκύπτει από διάφορα σημεία του φακέλου ότι η ορθή ημερομηνία είναι η 11.1.2024. Εν πάση όμως περιπτώσει, αυτό, ούτως ή άλλως, δεν μπορεί να έχει οποιαδήποτε ουσιαστική σημασία, εφόσον και οι δυο προεκτεθείσες ημερομηνίες εκφεύγουν του ουσιώδους χρόνου και/ή αφορούν σε μεταγενέστερα του ουσιώδους χρόνου γεγονότα, τα οποία δεν μπορούν να επηρεάσουν τη νομιμότητα των επίδικων διαταγμάτων, κατά το χρόνο της έκδοσής τους.

 

Θα πρέπει, επίσης, να επισημάνω ότι, από τα καταγραφόμενα εντός του διοικητικού φακέλου γεγονότα (βλ. σελίδωση 128), διεψεύδεται η θέση της πλευράς του αιτητή ότι αυτός απελάθη παράνομα από τη Δημοκρατία, καθότι προκύπτει ξεκάθαρα ότι ο ίδιος ο αιτητής, στις 24.1.2024, ήτοι αμέσως μετά την απόρριψη της αίτησής του για άσυλο από την Υπηρεσία Ασύλου, με γραπτή του δήλωση, εξέφρασε την επιθυμία να επιστρέψει στο Μπαγκλαντές, κάτι που τελικά έγινε στις 25.1.2024, λέγοντας μάλιστα ότι δεν αντιμετωπίζει οποιοδήποτε κίνδυνο στη χώρα του.

 

Ως εκ των πιο πάνω και στη βάση της δήλωσης της πλευράς του αιτητή περί απόσυρσης της υπό κρίση προσφυγής, λόγω του ότι αυτή έχει καταστεί άνευ αντικειμένου, ενόψει της ακύρωσης των προβαλλόμενων διαταγμάτων ημερομηνίας 24.12.2023, κρίνεται πως τα έξοδα για την απόσυρση της παρούσας προσφυγής, δεν θα πρέπει να επιδικασθούν υπέρ του αιτητή.

 

Κατά συνέπεια, η προσφυγή απορρίπτεται ως αποσυρθείσα, χωρίς διαταγή για έξοδα.

 

 

                                                                                                    Φ.ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Π.Δ.Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο