ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ  

   (Υπόθεση αρ. 132/2024)

     20 Μαρτίου 2024

[ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.]

Αναφορικά με (α) τα άρθρα 1Α, 8, 9, 11, 12, 13, 18, 28, 30, 32, 35, 146 και 188 (3){γ) του Συντάγματος, τον Περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Νόμο, Ν.131 (Ι)/2015 και ειδικά το άρθρο 11Α ως προστέθηκε με το Ν. 3(Ι)/2021, τους περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Διαδικαστικούς Κανονισμούς του 2015 ως τροποποιήθηκαν, τα άρθρα 3, 5, 9, 13 και 14 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Θεμελιωδών Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Ελευθεριών, άρθρα 2, 6(1) (ζ), 7Α, 7Β, 7Γ, 7Δ, 8, 14 και 18 ΠΓ (2) του Περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου Κεφ. 105 όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήμερα, το άρθρο 2, 5 (2), 29, 31 Γ του Περί Προσφύγων Νόμου Ν. 6(Ι)/2000 όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήμερα, τους περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Κανονισμούς του 1972 - 2013, τις οδηγίες 2011/95/ΕΕ Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13/11/2011, άρθρα 2 και 3 της ΕΣΔΑ, άρθρα 1, 3, 4, 16, 22, 31 - 33 της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το καθεστώς των Προσφύγων και της Σύμβασης του Δουβλίνου του 1990, τον Περί Πρωτοκόλλου επί της Νομικής κατάστασης των Προσφύγων (Κυρωτικό) Νόμο του 1968 - Ν, 73/1968 άρθρα 13, 14, 15, 17, 26, 28, 29, 38, 42, 43, 44, 45, 48, 50, 51 και 52 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμο του 1999 (158(Ι)/1999).

 

                                                   M. A. S.

Αιτητής

v.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1.   ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

2.   ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

Καθ’ ων η αίτηση.

……………………………

Νατάσα Στυλιανού, για τον αιτητή.

Πηνελόπη Βρυωνίδου, Δικηγόρος, μαζί με Νάταλη Τζιρτζιπή, Δικηγόρος, για το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση.

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.: Στις 29.1.2024, ο αιτητής καταχώρησε την υπό εκδίκαση προσφυγή, με την οποία αξιώνει από το Δικαστήριο, τις ακόλουθες θεραπείες:-

«Α. Απόφαση και/ή δήλωση του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των Καθ’ ων η αίτηση ημερομηνίας 31/8/2023 (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α), αντίγραφο της οποίας κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 22/12/2023 κατά τη διάρκεια της κράτησης του στον Κεντρικό Αστυνομικό Σταθμό Λεμεσού, ο οποίος διαμένει ήδη στην Δημοκρατία και είναι κάτοχος καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας στην Κυπριακή Δημοκρατία, δια της οποίας αποφασίστηκε ότι ο Αιτητής είναι απαγορευμένος μετανάστης βάσει του άρθρου 6(1)(ζ) του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου ΚΕΦ. 105 του οποίου η είσοδος στην Κυπριακή Δημοκρατία και σε όλα τα κράτη μέλη της Ε.Ε. που δεσμεύονται από την Οδηγία 2008/115/ΕΚ και τις χώρες της συμφωνίας ΕΖΕΣ, απαγορεύτηκε επ’ αόριστον δυνάμει των άρθρων 6(1) και 18ΠΓ(2) του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου (1952-2024) λόγω ισχυριζόμενης καταδίκης του σε φυλάκιση και με την οποία αποφασίστηκε η έκδοση Διαταγμάτων κράτησης και απέλασης του ημερομηνίας 31/8/2023 είναι παράνομη και/ή αντίθετη με το Σύνταγμα και/ή τις διατάξεις του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου ΚΕΦ. 105 και/ή τις διατάξεις του περί Προσφύγων Νόμου Ν. 6(Ι)/2000 και/ή το Ν. 73/1968, και/ή το Ν. 158(Ι)/1999 και/ή τη Σύμβαση των 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων και/ή τις Ευρωπαϊκές οδηγίες και/ή του Κανονισμού και/ή την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και είναι εξ υπαρχής άκυρη, παράνομη, αντισυνταγματική και στερείται οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος. 

Β. Απόφαση και/ή δήλωση του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των Καθ’ ων η αίτηση ημερομηνίας 31/8/2023 (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β), αντίγραφο της οποίας κοινοποιήθηκε στον Αιτητή κατά τη διάρκεια της κράτησης του στον Κεντρικό Αστυνομικό Σταθμό Λεμεσού στις 22/12/2023,  ο οποίος διαμένει ήδη στην Δημοκρατία και είναι κάτοχος καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας στην Κυπριακή Δημοκρατία, δια της οποίας αποφασίστηκε η κράτηση του Αιτητή μέχρι την απέλαση του, βάσει του άρθρου 14 του ΚΕΦ. 105 και του Άρθρου 183(3)(γ) του Συντάγματος, είναι παράνομη και/ή αντίθετη με το Σύνταγμα και/ή τις διατάξεις του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου ΚΕΦ. 105 και/ή τις διατάξεις του περί Προσφύγων Νόμου Ν. 6(Ι)/2000 και/ή το Ν. 73/1968, και/ή το Ν. 158(Ι)/1999 και/ή τη Σύμβαση των 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων και/ή τις Ευρωπαϊκές οδηγίες και/ή του Κανονισμού και/ή την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και είναι εξ υπαρχής άκυρη, παράνομη, αντισυνταγματική και στερείται οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος. 

Γ. Απόφαση και/ή δήλωση του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των Καθ’ ων η αίτηση ημερομηνίας 31/8/2023 (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Γ), αντίγραφο της οποίας κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 22/12/2023 κατά τη διάρκεια της κράτησης του στον Κεντρικό Αστυνομικό Σταθμό Λεμεσού στις 22/12/2023, ο οποίος διαμένει στην Δημοκρατία και στον οποίο έχει χορηγηθεί καθεστώς  συμπληρωματικής προστασίας στην Κυπριακή Δημοκρατία, με την οποία αποφασίστηκε η απέλαση του Αιτητή βάσει «Διατάγματος Απέλασης» δυνάμει του άρθρου 29 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 και του άρθρου 6(1)(ζ) και 14 του Περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου ΚΕΦ. 105, επειδή κατ’ ισχυρισμό των Καθ’ ων η Αίτηση είναι απαγορευμένος μετανάστης και επειδή βάσει των δεδομένων της περίπτωσης του και ότι η προσωπική του συμπεριφορά αποτελεί πραγματική, ενεστώσα και σοβαρή απειλή κατά της ασφάλειας της κοινωνίας και συνακόλουθα απειλή κατά τη δημόσιας τάξης και ασφάλειας της Δημοκρατίας είναι παράνομη και/ή αντίθετη με το Σύνταγμα και/ή τις διατάξεις του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου ΚΕΦ. 105 και/ή τις διατάξεις του περί Προσφύγων Νόμου Ν. 6(Ι)/2000 και/ή το Ν. 73/1968, και/ή το Ν. 158(Ι)/1999 και/ή τη Σύμβαση των 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων και/ή τις Ευρωπαϊκές οδηγίες και/ή του Κανονισμού και/ή την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και είναι εξ υπαρχής άκυρη, παράνομη, αντισυνταγματική και στερείται οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος. 

Δ. Απόφαση και/ή Δήλωση του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η κράτηση του Αιτητή, ο οποίος διαμένει στη Δημοκρατία και είναι κάτοχος καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας στα Αστυνομικά Κρατητήρια του Κεντρικού Αστυνομικού Σταθμούς Λεμεσού, από την 31/8/2023 μέχρι και σήμερα είναι παράνομη και αντισυνταγματική αφού παραβιάζει τα άρθρα 11, 12, 13, 28, και 30 του Συντάγματος, τα άρθρα 2, 3 και 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών και/ή τα άρθρα 2, 4 και 7 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ε. Απόφαση και/ή Δήλωση του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η κράτηση του Αιτητή, κατόχου διεθνούς προστασίας από την Κυπριακή Δημοκρατία στο Λίβανο παραβιάζει το δικαίωμα του Αιτητή να προστατεύεται από την άμεση και/ή έμμεση επαναπροώθηση σε χώρα όπου υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να υποστεί δίωξη και παραβιάσεις των δικαιωμάτων του υπό τα άρθρα 2 και 3 της ΕΣΔΑ.»

 

    Καθώς προκύπτει από τα πιο πάνω αναφερόμενα αιτητικά, ο αιτητής καταχώρησε την υπό εκδίκαση προσφυγή, αξιώνοντας από το παρόν Δικαστήριο ν’ ασκήσει έλεγχο νομιμότητας, τόσο σε σχέση με την διοικητική απόφαση, όπου αυτός κηρύχθηκε ως απαγορευμένος μετανάστης, όσο και σε σχέση με την εναντίον του έκδοση διαταγμάτων κράτησης και απέλασης, ημερομηνίας 31.8.2023.

 

  Ο αιτητής είναι υπήκοος Συρίας. Στις 20.8.2018 υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία και στις 19.3.2020 του παραχωρήθηκε το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας. Αφού υπέβαλε σχετική αίτηση για έκδοση προσωρινής άδειας παραμονής, η ειδική αυτή άδεια, του παραχωρήθηκε και ανανεώθηκε, μέχρι τις 6.12.2023, υπό αυτό το καθεστώς. Στις 23.8.2023 ο αιτητής συνελήφθη από την Αστυνομία, δυνάμει δικαστικού διατάγματος προσωποκράτησης για περίοδο οκτώ ημερών, για διερεύνηση του ενδεχόμενου διάπραξης εκ μέρους του, σοβαρών ποινικών αδικημάτων που σχετίζονται με κύκλωμα διακίνησης παράτυπων μεταναστών, γεγονότα που προκύπτουν μέσα από τον απόρρητο φάκελο της Αστυνομίας και τα οποία τέθηκαν υπόψη του Δικαστηρίου και σημειώθηκαν ως Τεκμήριο 2. Το διάταγμα προσωποκράτησης που είχε εκδοθεί εναντίον του αιτητή, δεν ανανεώθηκε από το Δικαστήριο. Εναντίον του, όμως, εκδόθηκαν τα επίδικα διατάγματα κράτησης και απέλασης, ημερομηνίας 31.8.2023 και στη βάση αυτών, ο αιτητής παρέμεινε, έκτοτε, υπό κράτηση.

 

  Σχετική επαναξιολόγηση της κράτησης του αιτητή, πραγματοποιήθηκε από το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης στις 31.10.2023 κι αποφασίστηκε την 1.11.2023, όπως συνεχίσει να παραμένει υπό κράτηση, στον Κεντρικό Αστυνομικό Σταθμό Λεμεσού, αφού όπως προκύπτει από τα έγγραφα του Τεκμηρίου 1 (σελίδωση 104), δεν είναι κάτοχος ταξιδιωτικών εγγράφων. Ομοίως, επαναξιολόγηση της συνέχισης της κράτησής του, έλαβε χώρα στις 28.12.2023 και εγκρίθηκε στις 8.1.2024.

 

  Στις 29.1.2024 καταχωρήθηκε η υπό εκδίκαση προσφυγή. Στην Ένσταση που υπεβλήθη εκ μέρους των ευπαιδεύτων συνηγόρων της Δημοκρατίας, εγέρθηκε, ανάμεσα σε άλλα, και ζήτημα έλλειψης δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου να προβεί σε έλεγχο νομιμότητας του διατάγματος απέλασης, ημερομηνίας 31.8.2023, αιτητικό (Γ) της αίτησης ακυρώσεως, αλλά και του αιτητικού υπό παράγραφο (Ε) που σχετίζεται με το καθεστώς του, ως κατόχου διεθνούς προστασίας. Επιπροσθέτως, τέθηκε και ζήτημα εκπρόθεσμης αμφισβήτησης των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης, ημερομηνίας 31.8.2023.

 

    Εκ συμφώνου, αποφασίστηκε όπως ακουστούν τα προδικαστικά ζητήματα που εγείρονται στην Ένσταση και δόθηκαν σχετικές οδηγίες για την καταχώρηση εκατέρωθεν γραπτών αγορεύσεων.

 

  Οι ευπαίδευτες συνήγοροι των καθ’ ων η αίτηση, υποστήριξαν πως η προσφυγή καταχωρήθηκε εκπρόθεσμα, λόγω του ότι τα επίδικα διατάγματα ημερομηνίας 31.8.2023, επιδόθηκαν στον αιτητή την ίδια μέρα κι αυτά αμφισβητήθηκαν αρκετούς μήνες αργότερα, ήτοι στις 29.1.2024. Με παραπομπή στη σελίδωση 108 του Τεκμηρίου 1, υπέβαλαν πως τα διατάγματα επιδόθηκαν στον αιτητή στην ίδια μέρα, αλλά αυτός αρνήθηκε να τα υπογράψει.

 

  Άνευ επηρεασμού τούτου, υποστήριξαν πως το παρόν Δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας να εξετάσει τη νομιμότητα του διατάγματος απέλασης, αφ’ ης στιγμής αυτό εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 29 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6(Ι)/2000, το οποίο εμπίπτει εντός της αποκλειστικής δικαιοδοσίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, βάσει των διατάξεων του άρθρου 11(2) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018, Ν. 73(Ι)/2018.

 

  Αντίθετες υπήρξαν οι εισηγήσεις της ευπαιδεύτου συνηγόρου του αιτητή, η οποία απορρίπτοντας τις θέσεις της Δημοκρατίας, υποστήριξε πως στις 31.8.2023 ζητήθηκε από τον αιτητή να παραλάβει έγγραφα τα οποία όμως ήταν γραμμένα στην Ελληνική γλώσσα, ενώ ο ίδιος είναι γνώστης μόνον της Αραβικής γλώσσας. Πλήρη γνώση, κατά τις εισηγήσεις, έλαβε στις 22.12.2023, όταν μετά από αίτημα της δικηγόρου του ημερομηνίας 5.12.2023, τα διατάγματα στάλθηκαν εκ νέου κι ο αιτητής μέσω της βοήθειας της δικηγόρου του, τα παρέλαβε και υπέγραψε εκ νέου, αφού διευθετήθηκε προηγουμένως μετάφραση από πρόσωπο που γνωρίζει την Αραβική γλώσσα.

 

  Ως προς το ζήτημα της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου, υποστήριξε πως ο αιτητής έχει κηρυχθεί ως απαγορευμένος μετανάστης, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 6(1)(ζ) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105 και πως το διάταγμα απέλασης εκδόθηκε στη βάση του άρθρου 14 του ίδιου Νόμου κι επί του άρθρου 29 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6(Ι)/2000 ως έχει τροποποιηθεί. Κατά τις εισηγήσεις του αιτητή, οι εν λόγω διοικητικές αποφάσεις εμπίπτουν στη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.

 

  Έχουν ήδη εκτεθεί οι προσβαλλόμενες διοικητικές πράξεις, υπό αιτητικά (Α) – (Ε). Το αμφισβητούμενο ζήτημα της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου, εγέρθηκε σε σχέση με τα αιτητικά υπό παραγράφους (Γ) και (Ε), που αφορούν τα εξής:-

«Γ. Απόφαση και/ή δήλωση του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των Καθ’ ων η αίτηση ημερομηνίας 31/8/2023 (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Γ), αντίγραφο της οποίας κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 22/12/2023 κατά τη διάρκεια της κράτησης του στον Κεντρικό Αστυνομικό Σταθμό Λεμεσού στις 22/12/2023, ο οποίος διαμένει στην Δημοκρατία και στον οποίο έχει χορηγηθεί καθεστώς  συμπληρωματικής προστασίας στην Κυπριακή Δημοκρατία, με την οποία αποφασίστηκε η απέλαση του Αιτητή βάσει «Διατάγματος Απέλασης» δυνάμει του άρθρου 29 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 και του άρθρου 6(1)(ζ) και 14 του Περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου ΚΕΦ. 105, επειδή κατ’ ισχυρισμό των Καθ’ ων η Αίτηση είναι απαγορευμένος μετανάστης και επειδή βάσει των δεδομένων της περίπτωσης του και ότι η προσωπική του συμπεριφορά αποτελεί πραγματική, ενεστώσα και σοβαρή απειλή κατά της ασφάλειας της κοινωνίας και συνακόλουθα απειλή κατά τη δημόσιας τάξης και ασφάλειας της Δημοκρατίας είναι παράνομη και/ή αντίθετη με το Σύνταγμα και/ή τις διατάξεις του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου ΚΕΦ. 105 και/ή τις διατάξεις του περί Προσφύγων Νόμου Ν. 6(Ι)/2000 και/ή το Ν. 73/1968, και/ή το Ν. 158(Ι)/1999 και/ή τη Σύμβαση των 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων και/ή τις Ευρωπαϊκές οδηγίες και/ή του Κανονισμού και/ή την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και είναι εξ υπαρχής άκυρη, παράνομη, αντισυνταγματική και στερείται οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος».

και

«Ε. Απόφαση και/ή Δήλωση του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η κράτηση του Αιτητή, κατόχου διεθνούς προστασίας από την Κυπριακή Δημοκρατία στο Λίβανο παραβιάζει το δικαίωμα του Αιτητή να προστατεύεται από την άμεση και/ή έμμεση επαναπροώθηση σε χώρα όπου υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να υποστεί δίωξη και παραβιάσεις των δικαιωμάτων του υπό τα άρθρα 2 και 3 της ΕΣΔΑ».

 

  Όπως έχει ήδη λεχθεί, ο αιτητής είναι κάτοχος συμπληρωματικής προστασίας. Κατόπιν πληροφοριών που λήφθηκαν κατά την διερεύνηση του ενδεχόμενου διάπραξης σοβαρών ποινικών αδικημάτων εκ μέρους του, αυτός συνελήφθη δυνάμει δικαστικού διατάγματος προσωποκράτησης, ημερομηνίας 23.8.2023.

 

  Από το Τεκμήριο 2, στο οποίο περιέχονται απόρρητα έγγραφα που σχετίζονται με το πρόσωπο του αιτητή, στη σελίδωση 10, διαφαίνεται πως γνωστοποιήθηκε στον αιτητή από τον Διευθυντή του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, έγγραφο ημερομηνίας 23.8.2023, η πρόθεση απέλασής του σε ασφαλή χώρα, για λόγους εθνικής ασφάλειας και δημόσιας τάξης, στη βάση μαρτυρίας που κατέχουν οι αρχές της Δημοκρατίας, για την εμπλοκή του σε κύκλωμα εμπορίας προσώπων, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 29 του περί Προσφύγων Νόμου και δόθηκε σ’ αυτόν το δικαίωμα να υποβάλει γραπτώς τις θέσεις του. Επί του εν λόγω αναφερόμενου εγγράφου, καταγράφεται χειρόγραφη σημείωση πως στην παρουσία μεταφραστή, επεξηγήθηκε στον αιτητή το περιεχόμενο του εγγράφου, το οποίο κι υπέγραψε την ίδια μέρα. Στη συνέχεια, εκδόθηκαν εναντίον του, τα εδώ προσβαλλόμενα διατάγματα κράτησης και απέλασης, ημερομηνίας 31.8.2023.

 

  Έχοντας μελετήσει με μεγάλη προσοχή, τόσο τα γεγονότα, όσο και το νομικό υπόβαθρο των εδώ προσβαλλόμενων διοικητικών πράξεων, έχω καταλήξει, σε συμφωνία με τις εισηγήσεις των ευπαιδεύτων συνηγόρων της καθ’ ης η αίτηση, πως το παρόν Δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας να εκδικάσει τη νομιμότητα του διατάγματος απέλασης, ημερομηνίας 31.8.2023, καθότι αυτή η καθ’ ύλην δικαιοδοσία, ανήκει αποκλειστικά στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας.

 

  Ο αιτητής είναι κάτοχος διεθνούς προστασίας και δυνατότητα απέλασης δικαιούχου διεθνούς προστασίας, προνοείται κατ’ αποκλειστικότητα, στις διατάξεις του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6(Ι)/2000 ως αυτός έχει τροποποιηθεί κι ειδικότερα, στις διατάξεις του άρθρου 29 του Νόμου, το οποίο κι αποτέλεσε το βασικό νομιμοποιητικό έρεισμα έκδοσης του ίδιου του διατάγματος απέλασης.

 

  Δυνάμει των προνοιών του άρθρου 11(2) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου, Ν. 73(Ι)/2018, το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας, αποφασίζει επί πάσης προσφυγής η οποία υποβάλλεται δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος κατά απόφασης ή πράξης εκδιδόμενης δυνάμει του περί Προσφύγων Νόμου. Τα ίδια, θα πρέπει να λεχθεί, ισχύουν και σε σχέση με το αιτητικό της παραγράφου (Ε) της αίτησης ακυρώσεως.

 

  Υπό το φως των πιο πάνω και σε σχέση μόνον με το διάταγμα απέλασης, ασκώ τις εξουσίες που μου παρέχονται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 11Β του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Νόμου, Ν. 131(Ι)/2015, ως αυτός έχει τροποποιηθεί, για παραπομπή στο καθ’ ύλην αρμόδιο Δικαστήριο.

 

  Το μέρος του αιτητικού της προσφυγής υπό παράγραφο (Γ) και (Ε), δυνάμει του οποίου προσβάλλεται το διάταγμα απέλασης του αιτητή, ημερομηνίας 31.8.2023, παραπέμπεται ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας. Καλείται ο αρμόδιος Πρωτοκολλητής να προβεί σε όλα τα δέοντα, προς τούτο, διαβήματα.

 

  Ζήτημα έλλειψης δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου, διαπιστώνω και σε σχέση με την παράγραφο (Α) της προσφυγής, ήτοι σε σχέση με την κρίση του Διευθυντή του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης πως ο αιτητής είναι απαγορευμένος μετανάστης. Λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος πως το προαναφερόμενο διάταγμα απέλασης ημερομηνίας 31.8.2023 είναι καθοριστικό για την υπόσταση ενός αλλοδαπού στην Δημοκρατία και δεδομένου του καθεστώτος του αιτητή, ως προσώπου που κατέχει το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, κρίνω πως το παρόν Δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας να εξετάσει το κατά πόσον νόμιμα ο αιτητής έχει κηρυχθεί ως απαγορευμένος μετανάστης.

 

  Προς τούτο, υιοθετώ κι επαναλαμβάνω τα όσα είχα την ευκαιρία να εξετάσω στα πλαίσια εκδίκασης της υπόθ. αρ. 186/2023(Κ) A.A.J. ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 30.3.2023, από την οποία και μεταφέρω το ακόλουθο απόσπασμα, σε σχέση με το πιο πάνω αναφερόμενο ζήτημα:-     

«Όπως προκύπτει από το αιτητικό της αίτησης ακυρώσεως, με την υπό κρίση προσφυγή, προσβάλλεται η κήρυξη του αιτητή ως απαγορευμένου μετανάστη, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 6(1)(δ) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105, ως αυτή η απόφαση του γνωστοποιήθηκε δια της επιστολής ημερομηνίας 19.1.2023. Παράλληλα, γνωστοποιείται στον αιτητή η έκδοση του διατάγματος απέλασης, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 29 του περί Προσφύγων Νόμου, λόγω της ποινικής του καταδίκης, όπως επίσης και η έκδοση του διατάγματος κράτησης.

 

Σημειώνεται πως η προσφυγή του αιτητή με αρ. 363/2023 κατά της νομιμότητας και ορθότητας του διατάγματος απέλασης ημερομηνίας 19.1.2023, εκκρεμεί, ακόμα, προς εξέταση ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, ενώ σε ερώτηση του Δικαστηρίου για το στάδιο στο οποίο αυτή βρίσκεται, δόθηκε η απάντηση πως δεν είχε ακόμα καταχωρηθεί η γραπτή αγόρευση του αιτητή.

 

Λόγω της φύσης του διατάγματος κράτησης, ως παρεπόμενου μέτρου σε σχέση με την απέλαση, ορθό θα ήταν, τα χρονοδιαγράμματα αμφισβήτησης των δύο διαταγμάτων, λόγω του ότι είναι αλληλοσυναρτώμενα, να είναι ταυτόσημα και/ή να συνάδουν χρονικά, καθότι, καλείται σήμερα το παρόν Δικαστήριο να εξετάσει τη νομιμότητα – και όχι τη διάρκεια της κράτησης, η εξέταση της οποίας είναι, επίσης, εκτός της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου – του διατάγματος κράτησης, αφού τέθηκε υπόψη και η έκδοση διατάγματος απέλασης, το οποίο, ως διοικητική πράξη, τεκμαίρεται νόμιμο, μέχρι η νομιμότητα του να κριθεί από το αρμόδιο Δικαστήριο.

 

Με δεδομένο λοιπόν, πως η προσφυγή που άσκησε ο αιτητής κατά του διατάγματος απέλασης ημερομηνίας 19.1.2023, δεν έχει ακόμα εξεταστεί, υπό τα ενώπιον μου δεδομένα, διαπιστώνω πως, σήμερα, κατά την εξέταση της νομιμότητας του διατάγματος κράτησης ίδιας ημερομηνίας, υφίσταται νομίμως εκδοθέν διάταγμα απέλασης, γεγονός που κατά την κρίση μου, δικαιολογεί και την κράτηση, προς υλοποίηση της εκτέλεσης της διοικητικής απόφασης της απέλασης.

 

Λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος πως το διάταγμα απέλασης είναι καθοριστικό για την υπόσταση του αλλοδαπού στη Δημοκρατία και δεδομένου του γεγονότος πως στον αιτητή είχε αναγνωριστεί καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, κρίνεται πως το παρόν Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία, υπό αυτές τις περιστάσεις και μόνον, να εξετάσει το κατά πόσον νόμιμα ο αιτητής έχει καταστεί απαγορευμένος μετανάστης.

 

Τούτο, αφού η κρίση της διοίκησης για το χαρακτηρισμό του αιτητή, δικαιούχου συμπληρωματικής προστασίας, ως απαγορευμένου μετανάστη, προϋποθέτει διοικητική διεργασία στη βάση του περί Προσφύγων Νόμου, διεργασία και χαρακτηρισμός που απέληξε στην έκδοση του διατάγματος απέλασης, η κρίση της νομιμότητας και ορθότητας του οποίου διατάγματος, εξακολουθεί να εκκρεμεί ενώπιον του αρμοδίου Δικαστηρίου. Ο χαρακτηρισμός του αιτητή ως απαγορευμένου μετανάστη, αποτέλεσε συνέπεια των διοικητικών διεργασιών που προηγήθηκαν από τη διοίκηση, σε σχέση με το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας του αιτητή και εάν αυτό έπαυσε ή ανακλήθηκε, στη βάση των διατάξεων του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Το παρόν Δικαστήριο δεν θα μπορούσε να εξετάσει τη νομιμότητα κήρυξης του αιτητή ως απαγορευμένου μετανάστη, καθότι αυτό αποτελεί επακόλουθο της όποιας απόφασης του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, σε σχέση με την άρση ή όχι, ή την ύπαρξη πράγματι δυνατότητας άρσης του καθεστώτος του αιτητή, ζητήματα που εμπίπτουν αποκλειστικά στη δική του δικαιοδοσία, που άλλωστε τίποτε από τα πιο πάνω προκύπτει από το διοικητικό φάκελο που κατατέθηκε στο Δικαστήριο ως Τεκμήριο 1.

 

Λόγω της αλληλένδετης αλυσίδας των διοικητικών πράξεων, θα έπρεπε να προηγηθεί προς εξέταση η υπόσταση του αιτητή στη Δημοκρατία, αιτητή κατόχου συμπληρωματικής προστασίας, ζήτημα το οποίο θα τύχει εξέτασης από το αρμόδιο προς τούτο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας.

 

Στη βάση των πιο πάνω, κρίνεται πως το παρόν Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία, υπό τις πιο πάνω αναφερόμενες ειδικές και συγκεκριμένες περιστάσεις, να εξετάσει το κατά πόσον ο αιτητής, στον οποίο είχε χορηγηθεί καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας και δεν προκύπτει από τον φάκελο να έχει αυτό αρθεί,  να εξετάσει το κατά πόσον, ορθά κηρύχθηκε απαγορευμένος μετανάστης, αφού προέχει αυτού του χαρακτηρισμού, κρίση του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας που θα πρέπει να προηγηθεί, ως προς το καθεστώς του αιτητή, στον οποίο παραχωρήθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου, στις 27.11.2020, το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας.

 

Δεν διαφεύγει βεβαίως της προσοχής μου, το γεγονός πως η ειδική προσωρινή άδεια παραμονής του αιτητή στη Δημοκρατία, ως πρόσωπο έχον το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, είχε ισχύ μέχρι τις 30.6.2022.»

 

  Όλα τα πιο πάνω, κρίνεται, πως βρίσκουν εφαρμογή και στην υπό εκδίκαση υπόθεση. Ο αιτητής είναι κάτοχος καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας από το 2000, με ειδική άδεια προσωρινής παραμονής του στη Δημοκρατία, η οποία όμως έληξε την 6.12.2023 και δεν ανανεώθηκε, όπως διαφαίνεται και από το Τεκμήριο 1. Η κρίση της διοίκησης για το χαρακτηρισμό του αιτητή, δικαιούχου συμπληρωματικής προστασίας, ως απαγορευμένου μετανάστη, προϋποθέτει διοικητική διεργασία στη βάση του περί Προσφύγων Νόμου, η οποία κι απέληξε στην έκδοση του διατάγματος απέλασης, η εξέταση της νομιμότητας κι ορθότητας αυτής της διοικητικής πράξεως, όπως έχει ήδη κριθεί, δεν εμπίπτει στη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου. Ο χαρακτηρισμός του αιτητή ως απαγορευμένου μετανάστη, αποτέλεσε συνέπεια των διοικητικών διεργασιών που προηγήθηκαν από τη διοίκηση, σε σχέση με το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας που του χορηγήθηκε κι εάν αυτό έπαυσε ή ανακλήθηκε, στη βάση των διατάξεων του περί Προσφύγων Νόμου και δεν θα εξεταστεί στην υπό κρίση διαδικασία.

 

  Στη βάση των πιο πάνω, κρίνεται πως το παρόν Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία να εξετάσει την νομιμότητα του αιτητικού της παραγράφου (Α).

 

  Με βάση τα πιο πάνω, παραμένει προς εξέταση, μόνον η νομιμότητα του διατάγματος κράτησης του αιτητή, που συνιστά την προσβαλλόμενη με την παράγραφο (Β) της αίτησης ακυρώσεως.

 

  Επ’ αυτού, εγέρθηκε προδικαστική ένσταση εκπρόθεσμης καταχώρησης της προσφυγής, καθότι, κατά τις εισηγήσεις των καθ’ ων η αίτηση, ο αιτητής έλαβε γνώση του εν λόγω διατάγματος την ίδια μέρα, ήτοι στις 31.8.2023, παραπέμποντας στη σελίδωση 108 του Τεκμήριου 1.

 

  Καταρχήν, θα πρέπει να αναφερθεί πως το διάταγμα κράτησης, δεν απευθύνεται προς τον ίδιο τον αιτητή, αλλά προς τον Αρχηγό Αστυνομίας, ο οποίος και καλείται να το εκτελέσει. Εξ’ ου κι αυτό είναι συνταγμένο στην Ελληνική γλώσσα. Ο αιτητής λαμβάνει γνώση πως εναντίον του έχουν εκδοθεί διατάγματα κράτησης κι απέλασης, μέσω της γνωστοποίησης κήρυξής του ως απαγορευμένου μετανάστη. Επ’ αυτής, επισυνάπτονται τα εν λόγω διατάγματα και μέσω αυτής, λαμβάνει γνώση για την έκδοσή τους.

 

  Εντούτοις, δεν εντοπίζω στο Τεκμήριο 1 την εν λόγω γνωστοποίηση προς τον αιτητή για την κήρυξή του ως απαγορευμένου μετανάστη, στην οποία να ενυπάρχει η ενυπόγραφη σημείωση στην οποία αναφέρεται η Δημοκρατία, ότι δηλαδή του γνωστοποιήθηκε κι ο ίδιος αρνήθηκε να την υπογράψει. Το διάταγμα κράτησης που εντοπίζεται στη σελίδωση 108 επί του οποίου καταγράφεται η πιο πάνω αναφερόμενη χειρόγραφη σημείωση, δεν φέρει οποιαδήποτε ημερομηνία, δηλαδή ημερομηνία που αυτό του γνωστοποιήθηκε κι αρνήθηκε να το υπογράψει. Η μόνη γνωστοποίηση προς τον αιτητή περί έκδοσης εναντίον του διατάγματος κράτησης, φαίνεται στην επιστολή της σελίδωσης 77 που όμως αποτελεί το Παράρτημα Α της αίτησης ακυρώσεως και φέρει ενυπόγραφη ημερομηνία παραλαβής του, την 22.12.2023.

 

  Με δεδομένο πως δεν έχει προσκομιστεί οποιαδήποτε μαρτυρία εκ μέρους των καθ’ ων η αίτηση, από το πρόσωπο που κοινοποίησε την εν λόγω γνωστοποίηση προς τον αιτητή την 31.8.2023, όπως ακριβώς αποτελεί θέση της Δημοκρατίας, δεν παρέχεται στο Δικαστήριο ασφαλές υπόβαθρο προκειμένου να καταλήξει πως ο αιτητής έλαβε πλήρη γνώση του διατάγματος, στις 31.8.2023. Το βάρος απόδειξης πως η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη, το φέρει, κατά κανόνα, αυτός που προβάλλει τον ισχυρισμό αυτό, εδώ η πλευρά της Δημοκρατίας και δεν το έχει αποσείσει (Kritiotis v. The Municipality of Paphos and Another (1986) 3 C.L.R. 322).

 

  Καίτοι καταχωρήθηκαν γραπτές αγορεύσεις μόνον για τα δύο προδικαστικά ζητήματα, της (εν μέρει) δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου και του εκπροθέσμου, θα προχωρήσω να εξετάσω και τη νομιμότητα του διατάγματος κράτησης ημερομηνίας 31.8.2023.

 

  Το προσβαλλόμενο, υπό παράγραφο Β της προσφυγής, διάταγμα κράτησης, στηρίζεται στο διάταγμα απέλασης, το οποίο, μέχρι και την ακύρωσή του από το αρμόδιο καθ’ ύλην Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας, τεκμαίρεται νόμιμο. Τα δύο διατάγματα είναι αλληλένδετα και αλληλοεξαρτώμενα, εφόσον η νομιμότητα του διατάγματος απέλασης, θα αναδείξει και τη νομιμότητα του διατάγματος κράτησης, ως διοικητικού μέτρου στη βάση του Κεφ. 105, το οποίο εκδόθηκε με σκοπό να διαφυλάξει τη δυνατότητα εκτέλεσης του διατάγματος απέλασης (Α.Ε. 89/15 Α.Ν. v. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 3.6.2022).

 

  Δεν είναι δυνατός ο κατακερματισμός των διοικητικών αυτών ενεργειών, οι οποίες είναι αλληλένδετες, αφού η τύχη κάθε διατάγματος κράτησης, εξαρτάται άμεσα από την τύχη του διατάγματος απέλασης, λόγω του ότι ακριβώς, το πρώτο, είναι προορισμένο να διαφυλάξει τη δυνατότητα υλοποίησης και εκτέλεσης του δεύτερου, το οποίο συνιστά διοικητική πράξη που τεκμαίρεται νόμιμη, μέχρι την τυχόν ακύρωσή της από το αρμόδιο Δικαστήριο.

 

  Συνεπώς, αυτό κρίνεται νόμιμο και οι περί του αντιθέτου ισχυρισμοί του αιτητή, απορρίπτονται ως αβάσιμοι.

 

  Συνακόλουθα, το μέρος του αιτητικού της προσφυγής υπό παράγραφο (Γ) και (Ε), δυνάμει του οποίου προσβάλλεται το διάταγμα απέλασης του αιτητή, ημερομηνίας 31.8.2023, παραπέμπεται ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας.

 

  Κατά τα λοιπά, η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα τα οποία επιδικάζονται εναντίον του αιτητή και υπέρ της Δημοκρατίας, ύψους €1.600.

 

                       

         Γαβριήλ, Δ.Δ.Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο