ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

Συνεκδ. Υποθ. αρ. 1574/22(i) και 1578/22(i)

 

19 Μαρτίου, 2024

[Α. ΖΕΡΒΟΥ, Δ.Δ.Δ.]

Αναφορικά με το Άρθρο 146του Συντάγματος

 

Υπόθεση αρ. 1574/22(i)

Μεταξύ:

Ρ. Μ.

Αιτητής,

ΚΑΙ

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1.

ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΑΜΥΝΑΣ ΚΑΙ/Ή

2.

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΞΕΤΑΣΕΩΣ ΨΥΧΙΚΗΣ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΦΡΟΥΡΑΣ

Καθ’ ων η αίτηση.

 

------------

 

Υπόθεση αρ. 1578/22(i)

Μεταξύ:

Α. Α.

Αιτητής,

ΚΑΙ

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1.

ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΑΜΥΝΑΣ ΚΑΙ/Ή

2.

ΔΙΟΙΚΗΤΗ 964 ΤΑΓΜΑΤΟΣ ΣΤΡΑΤΟΝΟΜΙΑΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΦΡΟΥΡΑΣ

Καθ’ ων η αίτηση.

------------

 

Κ. Χατζηθεοδώρου (κα), για αιτητές.

Γ. Χατζηπροδρόμου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση.

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Α. ΖΕΡΒΟΥ, Δ.Δ.Δ.:   Οι ανωτέρω προσφυγές συνεκδικάζονται βάσει σχετικού διατάγματος του Δικαστηρίου, το οποίο εκδόθηκε εκ συμφώνου λαμβανομένων υπόψη των προς εκδίκαση κοινών νομικών σημείων των υποθέσεων και της προδικαστικής ένστασης που εγείρεται και στις 2 προσφυγές ότι οι προσβαλλόμενες με αυτές αποφάσεις δεν εμπίπτουν στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου και ως εκ τούτου το παρόν Δικαστήριο δεν δύναται να ασκήσει αρμοδίως δικαστικό έλεγχο επί αυτών βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος.

 

Στην προσφυγή υπ’ αρ. 1574/22(i) ο αιτητής αιτείται την ακόλουθη θεραπεία:

 

«1. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση του Καθ’ ου η αίτηση Υπουργού Άμυνας, που γνωστοποίησε στον Αιτητή με επιστολή του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Άμυνας ημερ. 16-05-2022 και της οποίας ο Αιτητής έλαβε ενυπόγραφα γνώση στις 25-05-2022, με την οποία και αποφάσισε τον τερματισμό της σύμβασης απασχόλησης του Αιτητή ως Συμβασιούχου Oπλίτη στην Εθνική Φρουρά, είναι άκυρη και/ή παράνομη και/ή εστερημένη οποιασδήποτε έννομης συνέπειας.

 

2. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση της Επιτροπής Εξετάσεως Ψυχικής Ικανότητας της Εθνικής Φρουράς ημερ. 07-04-2022, με την οποία και κατέταξε τον Αιτητή ως κατηγορίας Σωματικής Ικανότητας Ι3, είναι άκυρη και/ή παράνομη και/ή εστερημένη οποιασδήποτε έννομης συνέπειας.».

 

Στην προσφυγή υπ’ αρ. 1578/22(i) ο αιτητής αιτείται την ακόλουθη θεραπεία:

 

«1. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση του Καθ’ ου η αίτηση Υπουργού Άμυνας, που γνωστοποίησε στον Αιτητή με επιστολή του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Άμυνας ημερ. 24-06-2022, με την οποία και αποφάσισε τον τερματισμό της σύμβασης απασχόλησης του Αιτητή ως Συμβασιούχου Oπλίτη στην Εθνική Φρουρά, είναι άκυρη και/ή παράνομη και/ή εστερημένη οποιασδήποτε έννομης συνέπειας.

 

 

2. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι οι πειθαρχικές ποινές φυλάκισης που επιβλήθηκαν στον Αιτητή από τον Καθ’ ου η αίτηση Διοικητή του 964 Τάγματος Στρατονομίας Εθνικής Φρουράς (964 ΤΣΝ) και οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα τον τερματισμό της σύμβασης απασχόλησης του Αιτητή ως ΣΥΟΠ στην Εθνική Φρουρά, είναι άκυρες και/ή παράνομες και/ή εστερημένες οποιασδήποτε έννομης συνέπειας.».

 

 

Τα ουσιώδη για την προσφυγή υπ’ αρ. 1574/22(i) γεγονότα έχουν ως ακολούθως:

 

Ο αιτητής προσλήφθηκε στην Εθνική Φρουρά ως Συμβασιούχος Οπλίτης, με σύμβαση απασχόλησης ενός χρόνου από 01.11.2016 μέχρι 31.10.2017 .  Ακολούθως, η εν λόγω σύμβαση απασχόλησης ανανεώθηκε για άλλα 3 χρόνια, μέχρι 31.10.2020 και στη συνέχεια για άλλα 2 χρόνια και 2 μήνες, μέχρι 31.12.2022.

 

Συμφώνως του όρου 10.2.4. της τελευταίας σύμβασης που ο αιτητής υπέγραψε στις 23.10.2020, η σύμβαση δύναται να τερματιστεί από τον Υπουργό Άμυνας:

 

«Μετά από γραπτή ειδοποίηση τριάντα (30)ημερών, […] όταν μετά από υγειονομική εξέταση, από αρμόδια υγειονομική επιτροπή, όπως καθορίζεται στο άρθρο 33 των περί Εθνικής Φρουράς Νόμων του 2011 έως 2020, η κατηγορία σωματικής ικανότητάς του δεν είναι πλέον Ι/1 ή Ι/2, με βάση τον Πίνακα Διατάγματος που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 31 των περί Εθνικής Φρουράς Νόμων του 2011 έως 2020 (Κ.Δ.Π. 170/2019).».

 

Όπως προκύπτει από τον διοικητικό φάκελο, κατόπιν περιστατικού που επεσυνέβη τον Μάρτιο του 2022, ο αιτητής παραπέμφθηκε για αξιολόγηση στην Επιτροπή Εξετάσεως Ψυχικής Ικανότητας (Ε.Ε.Ψ.Ι.), η οποία σε συνεδρία ημερομηνίας 07.04.2022 έκρινε ότι ο αιτητής πάσχει από «διαταραχές της προσωπικότητας που επιτρέπουν την προσαρμογή στο στρατιωτικό περιβάλλον» και χαρακτήρισε αυτόν ως σωματικής ικανότητας Ι/3.

 

Ο Αρχηγός Εθνικής Φρουράς, με επιστολή ημερομηνίας 13.04.2022, πληροφόρησε περί τούτο τον Υπουργό Άμυνας, ο οποίος στις 13.05.2022 αποφάσισε τον τερματισμό της σύμβασης απασχόλησης του αιτητή, συνεπεία της αλλαγής της σωματικής του ικανότητας σε Ι/3, αφού του δοθεί γραπτή ειδοποίηση 30 ημερών. 

 

Η σύμβαση τερματίστηκε στις 13.06.2022 και στις 05.08.2022 ο αιτητής καταχώρισε την προσφυγή υπ’ αρ. 1574/22(i) αιτούμενος ως ανωτέρω.  Διά της γραπτής αγόρευσης της ευπαίδευτης δικηγόρου του διατείνεται ότι η απόφαση του Υπουργού Άμυνας να τερματίσει τη σύμβαση απασχόλησής του βασίζεται σε προηγηθείσα άκυρη και παράνομη απόφαση, ήτοι στην απόφαση της Ε.Ε.Ψ.Ι., η οποία θεωρεί ότι λήφθηκε υπό το κράτος νομικής και πραγματικής πλάνης και δεν είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη καθότι, κατά την εισήγηση, ενώ η Επιτροπή έκρινε ότι οι διαταραχές της προσωπικότητας, τις οποίες ο αιτητής παρουσιάζει, του επιτρέπουν την προσαρμογή στο στρατιωτικό περιβάλλον, εντούτοις τον κατέταξε ως σωματικής ικανότητας Ι/3, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα τον τερματισμό της σύμβασης απασχόλησής τους. 

 

Τα ουσιώδη για την προσφυγή υπ’ αρ. 1578/22(i) γεγονότα έχουν ως ακολούθως:

 

Ο αιτητής προσλήφθηκε στην Εθνική Φρουρά ως Συμβασιούχος Οπλίτης, με σύμβαση απασχόλησης ενός χρόνου από 01.11.2016 μέχρι 31.10.2017 .  Ακολούθως, η εν λόγω σύμβαση απασχόλησης ανανεώθηκε για άλλα 3 χρόνια, μέχρι 31.10.2020 και στη συνέχεια για άλλα 2 χρόνια και 2 μήνες, μέχρι 31.12.2022.

 

Συμφώνως του όρου 10.2.2. της τελευταίας σύμβασης που ο αιτητής υπέγραψε στις 26.10.2020, η σύμβαση δύναται να τερματιστεί από τον Υπουργό Άμυνας:

«Χωρίς ειδοποίηση, […] λόγω επιβολής ποινής πειθαρχικής φυλάκισης πέραν των 40 ημερών σε διάστημα ενός έτους[…]».

 

Ο Αρχηγός Εθνικής Φρουράς, με επιστολή ημερομηνίας 20.06.2022, πληροφόρησε τον Υπουργό Άμυνας ότι ο αιτητής έχει υποπέσει σε πειθαρχικά παραπτώματα και του έχουν επιβληθεί ποινές φυλάκισης, οι οποίες ανέρχονται στις 42 ημέρες, σε χρονικό διάστημα 5 μηνών.  Επιπλέον, στην επιστολή αναφέρεται ότι ο αιτητής, παρά τις συνεχείς συστάσεις και προτροπές που του έγιναν, δεν προσαρμόστηκε στο στρατιωτικό περιβάλλον και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το βαθμό του, σύμφωνα με τη στρατιωτική δεοντολογία.  Συστηματικά, ως περαιτέρω αναφέρεται, υποπίπτει σε επαναλαμβανόμενα πειθαρχικά παραπτώματα συμπεριφοράς, παράλειψης συμμορφώσεως προς τις διαταγές και γενικά η συμπεριφορά του δεν είναι συμβατή προς το στρατιωτικό περιβάλλον και, παρά τις συνεχείς νουθεσίες και συστάσεις, δεν δείχνει πρόθεση να συμμορφωθεί προς τις οδηγίες της Διοίκησης. 

 

Στις 23.06.2022 ο Υπουργός Άμυνας αποφάσισε τον τερματισμό της σύμβασης απασχόλησης του αιτητή, βάσει του όρου 10.2.2. της σύμβασης απασχόλησής του.

 

Στις 05.08.2022 ο αιτητής καταχώρισε την προσφυγή υπ’ αρ. 1578/22(i) αιτούμενος ως ανωτέρω.  Διά της γραπτής αγόρευσης της ευπαίδευτης δικηγόρου του διατείνεται ότι η απόφαση του Υπουργού Άμυνας να τερματίσει τη σύμβαση απασχόλησής του βασίζεται σε προηγηθείσες άκυρες και παράνομες αποφάσεις, ήτοι στις πειθαρχικές ποινές φυλάκισης που αναρμοδίως, κατά την εισήγηση, επιβλήθηκαν στον αιτητή από τον καθ’ ου η αίτηση 2, Διοικητή του 964 Τάγματος Στρατονομίας της Εθνικής Φρουράς (ΤΣΝ), καθότι, ως ο αιτητής διατείνεται, αποκλειστικά αρμόδιος διοικών αξιωματικός για την πειθαρχική του δίωξη ήταν ο Διοικητής του Λόχου Επιχειρήσεων του 964 ΤΣΝ.

 

Οι καθ’ ων η αίτηση υποστηρίζουν τη νομιμότητα των ενεργειών τους, εγείροντας καταρχάς θέμα παραδεκτού των προσφυγών.  Ειδικότερα, σύμφωνα με την εισήγηση του ευπαιδεύτου δικηγόρου των καθ’ ων η αίτηση, η πρόσληψη των αιτητών ως ΣΥΟΠ διέπεται από τους όρους της σύμβασης απασχόλησής τους και ως εκ τούτου ο τερματισμός των υπηρεσιών τους, συμφώνως των όρων 10.2.4 και 10.2.2, αντίστοιχα, ανάγεται στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου.  Παραπέμπει σχετικώς ο κ. Χατζηπροδρόμου στα κριθέντα από το Ανώτατο Δικαστήριο στις Αντιγόνη Αβραάμ ν Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 49, Πιερή Ελίνα κ.ά. ν Δημορατίας, Συνεκδ. Υποθ. αρ. 1353/12 κ.ά.. ημερ. 18.11.2013, Jack Burston v Πανεπιστημίου Κύπρου, Υπόθ. αρ. 874/2012, ημερ. 04.06.2015, ΘΟΚ ν Ορέστης Σοφοκλέους (2016) 1 Α.Α.Δ. 105, Χρύσανθος Βενιζέλου ν Δημοκρατίας (2015) 3 ΑΑΔ 211, Κουρουτσίδης ν Δημοκρατίας, Αναθ. Έφεση αρ. 77/2013, ημερ. 03.06.2019, ECLI:CY:AD:2019:C215 και Άντη Σφήκα ν Δημοκρατίας, ΕΔΔ αρ. 34/2016, ημερ. 12.10.2022.

 

Διά της γραπτής του αγόρευσης ο ευπαίδευτος δικηγόρος των καθ’ ων η αίτηση εγείρει και δεύτερη προδικαστική ένσταση, εισηγούμενος ότι, εν πάση περιπτώσει, σε έκαστη προσφυγή απαραδέκτως συμπροσβάλλονται στο ίδιο δικόγραφο δύο αυτοτελείς, μη συναφείς αλλά ανεξάρτητες μεταξύ τους, πράξεις.  Αναφορικώς δε με την προσφυγή υπ’ αρ. 1574/22(i), o κ. Χατζηπροδρόμου εγείρει και τρίτη προδικαστική ένσταση και υποβάλλει ότι η προσφυγή σε σχέση με την απόφαση της Ε.Ε.Ψ.Ι. είναι εκπρόθεσμη.

 

Άνευ επηρεασμού των ανωτέρω προδικαστικών ενστάσεων, οι καθ’ ων η αίτηση απορρίπτουν τους λόγους ακύρωσης και αντιτείνουν, καταρχάς, ότι, το ζήτημα κατά πόσον ο αιτητής στην προσφυγή υπ’ αρ. 1574/22(i) είναι ή όχι σωματικής ικανότητας Ι/3 αποτελεί ιατρικό και άρα τεχνικό θέμα, στον έλεγχο του οποίου το Δικαστήριο δεν δύναται να υπεισέλθει, εκτός αν διαπιστωθεί πλάνη, κακοπιστία, έλλειψη δέουσας έρευνας ή υπέρβαση των άκρων ορίων της διακριτικής εξουσίας της Διοίκησης, προϋποθέσεις που εν προκειμένω δεν συντρέχουν.  Τα δε περί Εθνικής Φρουράς (Πίνακας Νοσημάτων, Παθήσεων και Βλαβών της Υγείας) Διατάγματα του 2011 έως 2019, που εκδόθηκαν συμφώνως του άρθρου 31 του περί Εθνικής Φρουράς Νόμου (Κ.Δ.Π. 236/2011 και Κ.Δ.Π. 170/2019), καθορίζουν δεσμευτικά σε ποια κατηγορία σωματικής ικανότητας εντάσσεται ο αιτητής με βάση την πάθησή του.  Σε σχέση με τον αιτητή στην προσφυγή υπ’ αρ. 1578/22(i), είναι η θέση του κ. Χατζηπροδρόμου ότι αρμοδίως και συμφώνως των σχετικών προνοιών των Πειθαρχικών Κανονισμών της Εθνικής Φρουράς οι επίδικες πειθαρχικές ποινές επιβλήθηκαν στον αιτητή από τον Διοικητή του 964 ΤΣΝ.

 

Απορρίπτοντας τις προδικαστικές ενστάσεις η ευπαίδευτη δικηγόρος των αιτητών, με αναφορά στην απόφαση Παγκύπριος Οργανισμός Αγελαδοτρόφων (ΠΟΑ) Δημόσια Λτδ ν ΚΟΑΠ κ.ά., Αναθ. Έφεση αρ 35/2015, ημερ. 03.06.2022, ECLI:CY:AD:2022:C222, στην οποία το Ανώτατο Δικαστήριο επανέλαβε την αρχή ότι το κύριο κριτήριο για τη διάκριση μεταξύ πράξεων δημοσίου δικαίου και πράξεων ιδιωτικού δικαίου, είναι η φύση της ίδιας της πράξης και ο επιδιωκόμενος με την πράξη αυτή σκοπός, εισηγείται ότι η πρόσληψη οπλιτών στην Εθνική Φρουρά με σύμβαση απασχόλησης απέβλεπε να προάξει ένα δημόσιο σκοπό, ήτοι την κάλυψη των συνήθων αναγκών της Εθνικής Φρουράς για περαιτέρω ενίσχυση της επιχειρησιακής της ικανότητας.  Ως εκ τούτου, κατά την εισήγηση, η νομική σχέση μεταξύ του καθ’ ου η αίτηση Υπουργού Άμυνας και των αιτητών, ήταν σχέση εμπίπτουσα στο δημόσιο και όχι στο ιδιωτικό δίκαιο και προς τούτο παραπέμπει σε αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου, στις οποίες κρίθηκε πως η επίδικη νομική σχέση ενέπιπτε στο δημόσιο δίκαιο (Antigoni Paschalidou v Republic (1969) 3 CLR 297, Ψαράς Ανδρέας ν Δημοκρατίας (2004) 3 ΑΑΔ 594, Πετεινός Χαράλαμπος κ.ά. ν Δημοκρατίας (2004) 4 ΑΑΔ 461).  Επισημαίνοντας δε ότι οι αιτητές εν προκειμένω είχαν προσληφθεί με σύμβαση απασχόλησης, αφού προηγουμένως προκηρύχθηκαν οι σχετικές θέσεις, και κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας τους στην Εθνική Φρουρά ασκούσαν τα ίδια με τους υπηρετούντες μόνιμους ομοιόβαθμους συναδέλφους τους καθήκοντα, υποκείμενοι στους Νόμους και Κανονισμούς της Εθνικής Φρουράς, η ευπαίδευτη δικηγόρος εισηγείται ότι οι παρούσες προσφυγές διακρίνονται από τα πραγματικά δεδομένα τόσο της Αβραάμ όσο και της Σφήκα, ανωτέρω.

 

Ως προς τις λοιπές προδικαστικές ενστάσεις, είναι η εισήγηση της κας Χατζηθεοδώρου ότι οι προσβαλλόμενες με κάθε προσφυγή πράξεις είναι μεταξύ τους συναφείς, εφόσον η πρώτη εξ αυτών ήταν προϋπόθεση της δεύτερης και ως εκ τούτου παραδεκτώς συμπροσβάλλονται με το ίδιο δικόγραφο.  Θεωρεί δε πως η πρώτη πράξη σε κάθε προσφυγή έχει συγχωνευθεί στην απόφαση του Υπουργού Άμυνας για τερματισμό της σύμβασης απασχόλησης, την οποία χαρακτηρίζει ως την τελική απόφαση σύνθετης διοικητικής ενέργειας.

Αξιολογώντας κατά προτεραιότητα το ζήτημα της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου, καθοριστική για την κατάληξή μου είναι η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Χρήστου Χρυσικού ν Δημοκρατίας, Αναθ. Έφεση αρ. 115/2015, ημερ. 20.06.2023, ECLI:CY:AD:2023:C221, εκδοθείσα μετά την επιφύλαξη της απόφασης στις υπό εκδίκαση προσφυγές και αντικείμενο της οποίας ήταν η νομιμότητα της απόφασης του Υπουργού Άμυνας με την οποία τερματίστηκε η σύμβαση απασχόλησης του εφεσείοντα στο Στρατό της Δημοκρατίας, ως Εθελοντή Πενταετούς Υποχρέωσης (ΕΠΥ), ως αποτέλεσμα της κρίσης του από το Συμβούλιο Κρίσεων Εθελοντών Πενταετούς Υποχρεώσεως ως μη προακτέου, συνεπεία των 18 πειθαρχικών ποινών που του είχαν επιβληθεί καθώς και των χαμηλών βαθμολογιών που αυτός είχε λάβει στις εκθέσεις ικανότητας.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο επικύρωσε την απόφαση του Υπουργού και στο πλαίσιο της καταχωρηθείσας από τον Εφεσείοντα αναθεωρητικής έφεσης, το Ανώτατο Δικαστήριο έθεσε και εξέτασε το ζήτημα κατά πόσον η εργοδότηση του εφεσείοντα στο Στρατό της Δημοκρατίας με σύμβαση, ενέπιπτε στη σφαίρα του δημόσιου δικαίου ή του ιδιωτικού δικαίου.  Καταλήγοντας ότι η απόφαση για τερματισμό της υπηρεσίας του εφεσείοντα ως ΕΠΥ εμπίπτει στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου, το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε σχετικώς τα ακόλουθα:

 

«[…] Η πρωτόδικη δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ως είχε δυνάμει του Άρθρου 146.1 του Συντάγματος, πριν από την τροποποίηση του με τον περί της Όγδοης Τροποποίησης του Συντάγματος Νόμου του 2015, (Ν.130(Ι)/2015), ήταν ακυρωτική και ασκείτο στον τομέα του δημόσιου δικαίου.

 

Η πρόσληψη και η υπηρεσία των ΕΠΥ, διέπεται από το Μέρος ΙV των περί Εθελοντών Πενταετούς Υποχρεώσεως του Στρατού της Δημοκρατίας Κανονισμών του 1995, (Κ.Δ.Π. 44/1995), όπως αυτοί έχουν τροποποιηθεί, (οι Κανονισμοί). Σύμφωνα με ό,τι αναφέρεται στο προοίμιο τους, αυτοί εκδόθηκαν δυνάμει των άρθρων 14 και 27 του περί Στρατού της Δημοκρατίας Νόμου του 1990, (Ν.93/1990), (ο Νόμος). Το 1995, ο Νομοθέτης, δια του ομώνυμου τροποποιητικού Νόμου του 1995, Ν.14(Ι)/1995, αντικατέστησε το άρθρο 14 του Νόμου με νέο άρθρο. Αυτό προνοεί, στο εδάφιο (1), για τη δυνατότητα πρόσληψης στο Στρατό της Δημοκρατίας, από το Υπουργικό Συμβούλιο, Εθελοντών Υπαξιωματικών Πενταετούς Υποχρέωσης.  Στο εδάφιο (3) του ίδιου άρθρου, προβλέπεται, ειδικώς, ότι «Η πρόσληψη των Εθελοντών Υπαξιωματικών θα γίνεται με σύμβαση για αρχική περίοδο τριών χρόνων, ενώ των Εθελοντών Υπαξιωματικών Πενταετούς Υποχρέωσης για αρχική περίοδο πέντε χρόνων.»

 

Η Σύμβαση, την οποία ο Υπουργός Άμυνας συνήψε με τον εφεσείοντα, στις 23.11.1995, ήταν απότοκο των πιο πάνω προνοιών.  Αυτή, υιοθέτησε και κατέστησε ως όρους της, που δέσμευαν τα συμβαλλόμενα μέρη, ειδικά, πρόνοιες των Κανονισμών αναφορικά με την πρόσληψη, την υπηρεσία και τον τερματισμό της υπηρεσίας του εφεσείοντος.  Συγκεκριμένα, η πρόσληψη του, διέπετο από τον όρο 3, ο οποίος συμφωνούσε με τον Κ.10(1)(2)(3)[1], προέβλεπε δε, τα εξής:

 

3. Η περίοδος υπηρεσίας για την οποία γίνεται η πρόσληψη θα είναι διάρκειας πέντε (5) χρόνων και θα αρχίζει από 23 Νοεμβρίου 1995 και θα λήγει 22 Νοεμβρίου 2000. Στην περίοδο αυτή περιλαμβάνεται και η άδεια απουσίας που κερδίζεται με βάση την παρούσα Σύμβαση.

 

Η περίοδος υπηρεσίας μπορεί να ανανεώνεται με απόφαση του Υπουργού για περαιτέρω διαδοχικές πενταετείς περιόδους, ανάλογα με τις ανάγκες της Υπηρεσίας και ύστερα από γραπτή αίτηση του προσλαμβανομένου.

Ο προσλαμβανόμενος που θα συνεχίσει να υπηρετεί μετά τη συμπλήρωση της τρίτης πενταετούς περιόδου υπηρεσίας του, θα υπηρετεί με Σύμβαση μέχρι την ηλικία της υποχρεωτικής αφυπηρέτησής του.»

 

 

Ομοίως, στον όρο 16 της Σύμβασης, υπό τον πλαγιότιτλο «Τερματισμός Υπηρεσίας», προβλεπόταν, μεταξύ άλλων, ότι:

 

«Η απασχόληση του Προσλαμβανόμενου τερματίζεται με απόφαση του Υπουργού, σε οποιοδήποτε στάδιο της υπηρεσίας του, στις παρακάτω περιπτώσεις:

 

(α) ..........................

 

(στ) Όταν κριθεί μη προακτέος.»

 

Η Σύμβαση, κατέστησε έτσι μέρος της, ανάλογες πρόνοιες και από τους Κ.Κ.34(6)[2] και 49(1)(στ)[3], των Κανονισμών. 

 

Από την εξέταση που έχει προηγηθεί, προκύπτει ότι ο Νόμος και οι Κανονισμοί, διά της βούλησης του Νομοθέτη και του Υπουργικού Συμβουλίου, αντιστοίχως, προέβλεψαν ότι ΕΠΥ προσλαμβάνεται και υπηρετεί στο Στρατό της Δημοκρατίας, δυνάμει σύμβασης, η οποία διέπεται, μεταξύ άλλων, από τους όρους που έχουν προαναφερθεί.  Τοιουτοτρόπως, η σχέση μεταξύ ενός ΕΠΥ και της Δημοκρατίας, αναμφίβολα, είναι συμβατική, βεβαίως και η υπό αναφορά, η οποία διέπετο από το ιδιωτικό δίκαιο των Συμβάσεων, σχετικό με τον εργασιακό τομέα.

 

Εν προκειμένω, οι σχετικές πρόνοιες στους Κανονισμούς, ουσιαστικά,  αποτέλεσαν μέρος της Σύμβασης που υπέγραψε ο εφεσείων με τον Υπουργό Άμυνας, στις 23.11.1995. Σημειώνεται, συναφώς, πως δεν αποκλείεται μια σύμβαση να υιοθετήσει σχετικές επί του θέματος για το οποίο καταρτίζεται, πρόνοιες από συγκεκριμένη νομοθεσία ή κανονισμούς.  Επιμέρους, σημειώνεται πως, σε σχέση με τον τερματισμό της υπηρεσίας του εφεσείοντα, παρά την αναφορά, του Υπουργού Άμυνας στην απόφαση του, στους Κανονισμούς, ουσιαστικά, επικαλέστηκε τις σχετικές, με τη συγκεκριμένη πτυχή, πρόνοιες της Σύμβασης. Δεν προκύπτει τούτο ευθέως, αλλά δεν μπορούσε να ήταν και διαφορετικά, δεδομένου ότι η υπηρεσία του εφεσείοντος στο Στρατό της Δημοκρατίας, διέπετο, δυνάμει νόμου, από τους όρους της Σύμβασης, όπως έχει καταδειχθεί.

 

Το 2003, η πρόσληψη προσωπικού στο Δημόσιο Τομέα με ιδιωτική σύμβαση, αναγνωρίστηκε από τον περί Εργοδοτουμένων με Εργασία Ορισμένου Χρόνου (Απαγόρευση Δυσμενούς Μεταχείρισης) Νόμου του 2003, (Ν.98(Ι)/2003), όπως αυτός έχει τροποποιηθεί, κατ' εφαρμογή της Οδηγίας 1999/70/ΕΚ του Συμβουλίου της 28ης Ιουνίου 1999, σχετικά με τη Συμφωνία Πλαίσιο για την εργασία Ορισμένου Χρόνου που συνήφθη από την CEF, την UNICE, και το CEEP. Η καθιέρωση της πιο πάνω μεθόδου, αποσκοπούσε στη διασφάλιση ίσης μεταχείρισης των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα και στο δημόσιο τομέα, ως εργοδοτούμενοι που τυγχάνουν, στους δύο αυτούς τομείς, αορίστου χρόνου εργασίας.

 

Εν πάση περιπτώσει, καθοριστικής σημασίας στο συγκεκριμένο τομέα, είναι, η απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Αβραάμ ν. Δημοκρατίας, ανωτέρω.  Στην περίπτωση εκείνη, η εφεσείουσα εργοδοτείτο ως έκτακτη, διοικητική λειτουργός στο γραφείο Επιτρόπου Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, δυνάμει του Ν.98(Ι)/2003, με διαδοχικά συμβόλαια. Επομένως, ήταν συμβασιούχος αορίστου διάρκειας. Τέσσερα χρόνια μετά την πρόσληψή της τερματίστηκε η Σύμβαση απασχόλησης της. Δεδομένων των πιο πάνω γεγονότων λέχθηκαν σχετικά τα εξής, στη σελίδα 56:

 

«Έχουμε τη γνώμη πως οι όροι υπηρεσίας των εκτάκτων - συμβασιούχων στο δημόσιο τομέα καθορίζονται από τη Σύμβαση τους και τις σχετικές νομοθετικές πρόνοιες και ως εκ τούτου ο τερματισμός των υπηρεσιών τους ανάγεται στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου και τη σχετική Οδηγία, η οποία, σύμφωνα με την πρόσφατη τροποποίηση του Συντάγματός μας, ο περί της Πέμπτης Τροποποίησης του Συντάγματος Νόμος, Ν. 127(I)/06, έχει αυξημένη ισχύ και έναντι των προνοιών του Συντάγματος.  Επομένως, το Ανώτατο Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία στο θέμα.»

 

Δεν εντοπίζονται οποιαδήποτε περιθώρια διαφοροποίησης από τη προσέγγιση που είχε η Πλήρης Ολομέλεια στην πιο πάνω υπόθεση, από την κρινόμενη υπόθεση, στην οποία ευθύς εξ αρχής η εργοδότηση του εφεσείοντα βασίστηκε σε ιδιωτικού δικαίου κριτήρια, γι'  αυτό και η κατάρτιση σύμβασης. Αξιοσημείωτο είναι ότι, η παρούσα περίπτωση αφορούσε σύμβαση καθορισμένου χρόνου, ως η παράγραφος 3 αυτής, που προέβλεπε ότι ο εφεσείων «. θα υπηρετεί με σύμβαση μέχρι την ηλικία της υποχρεωτικής αφυπηρέτησης του».

 

Η υπόθεση Αβραάμ ν. Δημοκρατίας, βρήκε απήχηση στην υπόθεση Βενιζέλου ν. Δημοκρατίας, ανωτέρω. Αφορούσε έκτακτο δεσμοφύλακα που υπηρετούσε στις Κεντρικές Φυλακές, και ο τερματισμός της υπηρεσίας του έγινε σε συνάρτηση με πειθαρχική διαδικασία.  Όπως τονίστηκε στην πιο πάνω υπόθεση, «Θα ήταν, κρίνουμε, ανορθόδοξο, ενώ θεωρήθηκε και περιγράφηκε η επίδικη σχέση έκτακτης εργοδότησης του συγκεκριμένου δεσμοφύλακα στη Δημοκρατία ως ιδιωτικού δικαίου, να αποκόπτουμε αυτή την ενιαία σχέση ανάλογα με το θέμα και να τη χαρακτηρίζουμε άλλως πως και δη ως δημοσίου δικαίου, αναφορικά με τον τερματισμό της.». Κρίθηκε, έτσι, πως δεν είχε σημασία ότι για τη λύση της εργασιακής σχέσης, δια του τερματισμού, χρησιμοποιήθηκε η διαδικασία του περί Φυλακών Νόμου και των σχετικών Κανονισμών.  Προστέθηκε, επίσης, το πολύ σημαντικό, πως «Θα ήταν αντινομικό να θεωρείτο η αφετηρία και η εξέλιξη της σχέσης αυτής ως ιδιωτικού δικαίου και το τέλος της δια του τερματισμού, ως δημοσίου δικαίου...».

 

Στην υπόθεση Θ.Ο.Κ. ν. Σοφοκλέους (2016) 1 Α.Α.Δ. 105, ο εφεσίβλητος, αιτητής, ηθοποιός στο επάγγελμα, προσέφυγε στο Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών, επιδιώκοντας διάφορες θεραπείες για συμπεριφορά των εφεσειόντων, εργοδοτών του να τον εξαναγκάσουν σε παραίτηση, όταν δεν αποδέχθηκαν αίτημα του να μην λάβει μέρος σε θεατρικές παραστάσεις του Θ.Ο.Κ. στη Βόρεια Ελλάδα.  Το Εφετείο, παραπέμποντας στην Αβραάμ ν. Δημοκρατίας, τόνισε την ιδιαίτερη σημασία της ύπαρξης σύμβασης, που τελικά έδωσε στην επίδικη σχέση τον προσωρινό της χαρακτήρα αλλά και την απομάκρυνε από το χώρο του δημόσιου δικαίου.  Όπως τονίστηκε, αυτή δεν αποσπάται από το χώρο του ιδιωτικού δικαίου, όπου ανήκει.

 

Εξάλλου, σχετική είναι η υπόθεση Κουρουτσίδης ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 77/2013, ημερομηνίας 3.6.2019, ECLI:CY:AD:2019:C215, η οποία αφορούσε ΕΠΥ με σύμβαση απασχόλησης διάρκειας πέντε ετών, που ανανεώθηκε άλλες δύο φορές, οπότε ο Υπουργός Άμυνας έκρινε στη λήξη της ότι τα γεγονότα δεν συνηγορούσαν στην ανανέωση της.  Ο Υπουργός Άμυνας, ασκώντας τις εξουσίες του σύμφωνα με τον Κ.10, αποφάσισε τη μη ανανέωση της απασχόλησης του εφεσείοντα. Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, έκρινε ότι οι όροι υπηρεσίας του εφεσείοντα στην υπόθεση εκείνη, ως συμβασιούχου, καθορίζονταν από τη σύμβαση απασχόλησης του και τις συνακόλουθες σχετικές νομοθετικές πρόνοιες.  Ως εκ τούτου, τα όσα αφορούσαν στην συνέχιση των υπηρεσιών του στην Εθνική Φρουρά, ανάγονταν στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου.  Συνεπώς, το ακυρωτικό δικαστήριο δεν είχε δικαιοδοσία στο θέμα.  Η Ολομέλεια προχώρησε πάρα πέρα, σχολιάζοντας ότι η περίπτωση αφορούσε συμβατική περίοδο απασχόλησης που έληξε κανονικά στην εκπνοή της περιόδου σύμβασης, με βάση την οποία είχε εργοδοτηθεί και όχι πριν τη λήξη της περιόδου σύμβασης, που θα μπορούσε να «.βρισκόμαστε ενώπιον περίπτωσης παράλειψης διοικητικού οργάνου προς εκτέλεση οφειλόμενης ενέργειας, ούτως ώστε να μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο προσφυγής.». Ωστόσο, οι πιο πάνω παρατηρήσεις λέχθηκαν «εν παρόδω» (obiter) και επομένως δεν αποτελούν δεσμευτικό προηγούμενο, (βλ. Αναστασιάδης ν. Δημοκρατίας Α.Ε. 14/2012 ημερομηνίας 23.1.2018, ECLI:CY:AD:2018:C39).

 

Εν κατακλείδι, με βάση και τη νομολογία που παρατίθεται αναλυτικά πιο πάνω, η απόφαση τερματισμού της υπηρεσίας του εφεσείοντα εμπίπτει στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου. Δεν διαπιστώνεται οποιοδήποτε περιθώριο διαφοροποίησης με αυτές τις αποφάσεις. Απόκτησε, έτσι, ο εφεσείων δικαιώματα που διασφαλίζονταν από δικαστήριο αστικής δικαιοδοσίας, δεδομένου ότι οι όροι υπηρεσίας του καθορίζονταν από τη Σύμβαση και τις σχετικές νομοθετικές πρόνοιες.  Ως εκ τούτου ο τερματισμός των υπηρεσιών του ανάγεται στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου.  Συνακόλουθα, η προσβαλλόμενη απόφαση δεν μπορούσε να κριθεί εντός του πλαισίου του Άρθρου 146 του Συντάγματος.».

 

Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω κριθέντα από το Ανώτατο Δικαστήριο καταλήγω ότι η εργοδότηση των αιτητών στην Εθνική Φρουρά ως Συμβασιούχοι Οπλίτες και συνακόλουθα ο τερματισμός της σύμβασης απασχόλησής τους, εμπίπτει στη σφαίρα του ιδιωτικού και όχι του δημοσίου δικαίου και ως εκ τούτου το Διοικητικό Δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας να επιληφθεί της διαφοράς.  Ως εκ τούτου, παρέλκει η εξέταση των λοιπών προδικαστικών ενστάσεων και των λόγων ακύρωσης που εγείρονται από τους αιτητές.

 

Οι προσφυγές απορρίπτονται ως απαράδεκτες.  Υπέρ των καθ’ ων η αίτηση και εναντίον εκάστου των αιτητών επιδικάζονται €1.400 έξοδα.

 

Α. ΖΕΡΒΟΥ, Δ.Δ.Δ.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο