ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ 

                                                 

(Υπόθεση Αρ. 1905/2022)

 

                                         29 Μαρτίου 2024

 

                                [ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Πρόεδρος]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

                         Ε. Γ. Γ.                                                                                                                                             Αιτήτρια

                                                  ΚΑΙ

                 ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ

ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΗΣΕΩΣ

 

Καθ’ ων  η Αίτηση

 

Λ. Δήμου (κα), μαζί με Β. Κοροσίδου (κα), για Αιτήτρια

Σ. Καρασαμάνης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Καθ’ ων η Αίτηση

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Π.Δ.Δ.: Με την υπό εξέταση προσφυγή, η αιτήτρια αξιώνει-

 

«Δήλωση και/ή Απόφαση του Δικαστηρίου με την οποία να κηρύσσεται άκυρη και στερημένη κάθε νόμιμου αποτελέσματος η απόφαση των καθ’ ων η αίτηση η οποία περιέχεται σε επιστολή τους ημερ. 12/10/2022 και η οποία κοινοποιήθηκε στην αιτήτρια στις 13.10.2022 και με την οποία ενημέρωσαν την αιτήτρια ότι εντός 24 ωρών θα εισέλθη εντός του τεμαχίου της αρ. [.], Φ/Σχ. [.] στον Κάμπο διορισμένος από τους καθ’ ων η αίτηση εργολάβος για να διεξάγει εργασίες».

 

Ας σημειωθεί ότι στο πλαίσιο της υπό εξέταση προσφυγής, είχε καταχωρηθεί μονομερής αίτηση για έκδοση διατάγματος αναστολής της πιο πάνω πράξης, η οποία, μετά από οδηγίες του Δικαστηρίου, επιδόθηκε στους καθ’ ων η αίτηση και στα ενδιαφερόμενα μέρη (ιδιοκτήτες ακινήτου που εφάπτεται στο πιο πάνω τεμάχιο) και ακολούθως, την 1.11.2022, αυτή αποσύρθηκε και απορρίφθηκε. Σημειώνεται επίσης, ότι τα δυο ενδιαφερόμενα μέρη, τα οποία αρχικά είχαν εμφανιστεί στη διαδικασία, δι’ επιστολής των δικηγόρων τους ημερομηνίας 15.9.2023, ζήτησαν όπως αποσυρθούν από τη διαδικασία και δόθηκε η σχετική άδεια.

 

Η αιτήτρια είναι η εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια του ακινήτου με αρ. εγγραφής [.] Φ/Σχ. [.], Τεμάχιο [.], το οποίο ευρίσκεται στο χωριό Κάμπος Τσακκίστρας, στην Επαρχία Λευκωσίας («το τεμάχιο»). Κατά το έτος 2003, η αιτήτρια προέβη στη διενέργεια εκτεταμένων εκσκαφών και/ή χωματουργικών εργασιών στο τεμάχιο, με αποτέλεσμα τον επηρεασμό παρακείμενης ιδιοκτησίας (τεμάχιο [.]) και της εντός αυτής κατοικίας. Ως αναφέρεται σε σχετική έκθεση της Πολεοδομικής Αρχής (Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως Λευκωσίας), ημερομηνίας 14.5.2018, οι εν λόγω εργασίες έγιναν παράνομα και/ή αυθαίρετα, με αποτέλεσμα τον δυσμενή επηρεασμό του τεμαχίου αρ. [.]. Προκύπτει επίσης από τα ενώπιον μου τεθέντα στοιχεία, ότι η Πολεοδομική Αρχή, στις 5.10.2004, προχώρησε σε Ειδοποίηση Επιβολής, σύμφωνα με το άρθρο 46 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου (Ν.90/72), ως αυτός ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο («ο Νόμος»), την οποία επέδωσε στην αιτήτρια στις 6.10.2004. Στην Ειδοποίηση Επιβολής, αναφέρονταν τα εξής:

 

«1. Η Πολεοδομική Αρχή έχει διαπιστώσει ότι το πιο πάνω τεμάχιο έχει εκσκαφεί σε μεγάλο βάθος, μέχρι 10,00 μ. περίπου χωρίς να έχει χορηγηθεί πολεοδομική άδεια. Επισημαίνεται ότι η αίτηση σας με αρ. ΛΕΥ/[.]/03 για χορήγηση πολεοδομικής άδειας έχει απορριφθεί (αντίγραφο των Λόγων Άρνησης Χορήγησης Άδειας επισυνάπτεται).

 

2.   Καλείστε όπως μέσα σε προθεσμία ενός μηνός από την ημέρα επίδοσης της Ειδοποιήσεως αυτής:

 

(α) Προβείτε σ’ όλα τα αναγκαία μέτρα δηλαδή την κατασκευή τοίχου αντιστήριξης στο κατακόρυφο πρανές που δημιουργήσατε για σκοπούς στερέωσης της οικοδομής που υφίσταται στο εφαπτόμενο τεμάχιο με αρ. [.], καθώς και την ανέγερση προστατευτικού κιγκλιδώματος ύψους τουλάχιστο 1,10μ. κατά μήκος όλου του πρανούς για την ασφάλεια των περιοίκων και του κοινού γενικά, όπως αυτά θα εγκριθούν από την Πολεοδομική Αρχή.

 

(β) επαναφέρετε το τεμάχιο στην αρχική του μορφή.

3.   Η Ειδοποίηση αυτή τίθεται σε ισχύ κατά την ημερομηνία που λήγει η καθορισμένη στην παράγραφο 2 προθεσμία.».

 

Η αιτήτρια δεν συμμορφώθηκε εντός της πιο πάνω ταχθείσας προθεσμίας και ούτε προσέβαλε την πιο πάνω Ειδοποίηση Επιβολής. Αργότερα μάλιστα, όπως προκύπτει από το παράρτημα 7 του δικογράφου της ενστάσεως, δι’ επιστολής της προς την Πολεοδομική Αρχή, ημερομηνίας 7.3.2007, η αιτήτρια, στο πλαίσιο υποβληθέντος αιτήματός της για παροχή τροποποιητικής Πολεοδομικής Άδειας, διαβεβαίωσε ότι «σχετικά με το πρόβλημα που δημιουργήθηκε στο τεμάχιο αρ. [.] λόγω της εσκαφής στο τεμάχιο μου αρ. [.] είμαι πρόθυμη να αναλάβω τις ευθύνες μου και να επανορθώσω σύμφωνα με τις υποδείξεις σας».

 

Εν συνεχεία, και ελλείψει οποιασδήποτε εξέλιξης, σύμφωνα πάντα με τα ενώπιον μου στοιχεία, εστάλη συστημένη επιστολή στην αιτήτρια, ημερομηνίας 17.11.2008, στην οποία, αφού γινόταν αναφορά στην προηγηθείσα Ειδοποίηση Επιβολής και στους κινδύνους και/ή στα προβλήματα που προέκυπταν για το γειτονικό τεμάχιο και την εντός αυτού κατοικία, λόγω των εργασιών στο τεμάχιο αρ. [.], η Πολεοδομική Αρχή καλούσε την αιτήτρια όπως την πληροφορήσει εντός ενός μηνός κατά πόσον αυτή ήταν διατεθειμένη να προχωρήσει στην εκτέλεση των απαιτούμενων έργων για την αντιμετώπιση του προβλήματος. Σε διαφορετική δε περίπτωση, σύμφωνα με την επιστολή, η Πολεοδομική Αρχή, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 49 του Νόμου, θα προχωρούσε σε μονομερείς ενέργειες για την εκτέλεση των απαιτούμενων ενεργειών.

 

Η αιτήτρια δεν ανταποκρίθηκε στα πιο πάνω, με αποτέλεσμα ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εσωτερικών, με επιστολή του προς τον Διευθυντή Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, ημερομηνίας 21.11.2019, να καλέσει την Πολεοδομική Αρχή όπως, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 49 του Νόμου, προχωρήσει με τις απαιτούμενες ενέργειες, και δη στην κατασκευή τοίχου αντιστήριξης στο τεμάχιο, για την αντιμετώπιση των προαναφερθέντων κινδύνων. Ακολούθησε η ανάθεση του έργου σε ιδιώτη εργολάβο και ως ημερομηνία έναρξης των εργασιών είχε αρχικώς ορισθεί η 25.7.2022.

 

Τελικά, στις 13.10.2022, επιδόθηκε στην αιτήτρια η επίδικη επιστολή της Πολεοδομικής Αρχής, ημερομηνίας 12.10.2022, στην οποία αναφέρονταν τα εξής:

 

«Αναφέρομαι στο πιο πάνω θέμα και σας προειδοποιώ ότι σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 49(γ) του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου, εντός 24 ωρών (μίας ημέρας) από την λήψη της παρούσας επιστολής, θα εισέλθει στο τεμάχιο με αριθμό [.], Φ/Σχ. [.] στο Κάμπο, διορισμένος από το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως εργολάβος για να αρχίσει εργασίες για άρση της ουσιώδους επικινδυνότητας κατάρρευσης της κατοικίας που βρίσκεται εντός του γειτονικού τεμαχίου με αριθμό [.].

 

Η πιο πάνω ενέργεια κρίθηκε αναγκαία λαμβάνοντας υπόψη την δική σας άρνηση για αντιμετώπιση της κατάστασης που εσείς δημιουργήσατε καθώς και το βαθμό επικινδυνότητας για την παρακείμενη κατοικία.».

 

Κατά της πιο πάνω πράξης, καταχωρήθηκε η υπό κρίση προσφυγή, στις 14.10.2022.

 

Πριν από την εξέταση των εγειρόμενων λόγων ακύρωσης που προωθεί η αιτήτρια, προέχει η εξέταση των προδικαστικών ενστάσεων που ήγειρε η πλευρά των καθ’ ων η αίτηση δια του δικογράφου της ενστάσεώς της και ανέπτυξε δια της γραπτής της αγόρευσης. Σύμφωνα με τους καθ’ ων η αίτηση, η προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, καθότι (i) στρέφεται κατά πράξεως που δεν συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη, αλλά πράξη εκτέλεσης και (ii) στερείται η αιτήτρια του απαιτούμενου εννόμου συμφέροντος.

 

Εκ διαμέτρου αντίθετη υπήρξε επί των πιο πάνω, η θέση της συνηγόρου της αιτήτριας, η οποία επιχειρηματολόγησε υπέρ της εκτελεστότητας της προσβαλλόμενης πράξης, αλλά και υπέρ της ύπαρξης της απαιτούμενης νομιμοποίησης της αιτήτριας προς καταχώρηση της υπό κρίση προσφυγής.

 

Θα ξεκινήσω κατά προτεραιότητα από το ζήτημα που εγείρεται με την πρώτη προδικαστική ένσταση, ήτοι αυτό της φύσης της προσβαλλόμενης πράξης, ως ζήτημα αντικειμενικής προϋπόθεσης του παραδεκτού της προσφυγής, και, πιο συγκεκριμένα, με την εξέταση του κατά πόσον η προσβαλλόμενη πράξη συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη που μπορεί να προσβληθεί δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος (βλ. Π.Δ. Δαγτόγλου «Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο, 6η Έκδοση 2014, Μέρος Έκτο, σελ. 357, αλλά και την πρόσφατη απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου στην Δ.Κ. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 79/2020, ημερ. 27.3.2024). Πρόκειται, βεβαίως, για ένα καίριο ζήτημα, η έκβαση του οποίου δύναται να επιδράσει καταλυτικά στην έκβαση της προσφυγής, εφόσον μόνον εκτελεστές διοικητικές πράξεις μπορούν να προσβληθούν δια προσφυγής, βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος (Παντελής Zέμπασιης κ.α. ν. Δημοκρατίας (2010) 3 Α.Α.Δ. 442).

 

Όπως έχει προεκτεθεί, στην αιτήτρια εστάλη Ειδοποίηση Επιβολής, ημερομηνίας 5.10.2004, ενώ ακολούθως εστάλη προς αυτήν συστημένη επιστολή ημερομηνίας 17.11.2008, με την οποία καλείτο όπως προχωρήσει στην εκτέλεση των απαιτούμενων έργων εντός του τεμαχίου για την αντιμετώπιση των προαναφερθέντων προβλημάτων, σε διαφορετική δε περίπτωση, η Πολεοδομική Αρχή, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 49 του Νόμου, θα προχωρούσε σε μονομερείς ενέργειες για την εκτέλεση των απαιτούμενων έργων.

 

Πράγματι, η εδώ προσβαλλόμενη απόφαση, όπως άλλωστε αναφέρεται και στην επίδικη επιστολή, λήφθηκε δυνάμει του άρθρου 49 του Νόμου και δη της παραγράφου (γ) της επιφύλαξης αυτού, το οποίο, έχον πλαγιότιτλο «Εκτέλεσις υπό της Πολεοδοµικής Αρχής έργων απαιτουµένων υπό της ειδοποιήσεως επιβολής», ορίζει τα εξής:

 

«49. Εάν, εντός της εν τη ειδοποιήσει επιβολής οριζοµένης προθεσµίας ή τοιαύτης παραταθείσης προθεσµίας οίαν η Πολεοδοµική Αρχή ήθελε παράσχει, οιαδήποτε µέτρα απαιτούµενα υπό της ειδοποιήσεως όπως ληφθώσιν (άλλα ή ο τερµατισµός της χρήσεως ακινήτου ιδιοκτησίας) δεν έχωσι ληφθή, η Πολεοδοµική Αρχή δύναται να εισέλθη εντός της ακινήτου ιδιοκτησίας και να λάβη τα µέτρα ταύτα, δύναται δε να ανακτήση παρά του προσώπου το οποίον ήτο τότε ο ιδιοκτήτης της ακινήτου ιδιοκτησίας οιασδήποτε δαπάνας εις τας οποίας αύτη ευλόγως υπεβλήθη προς τον σκοπόν τούτον: 

Νοείται ότι η Πολεοδοµική Αρχή δεν επιτρέπεται να εισέλθη— 

(α) εις οιανδήποτε κατοικίαν άνευ δεόντως ητιολογηµένου δικαστικού εντάλµατος· 

(β) εις οιαδήποτε οικοδοµήν, άλλην ή κατοικίαν, εάν δεν δώση εις τον κάτοχον αυτής οκτώ ηµερών έγγραφον προειδοποίησιν περί της σκοπουµένης εισόδου· 

(γ) εις οιανδήποτε ετέραν ακίνητον ιδιοκτησίαν εάν δεν δώση εις τον κάτοχον αυτής µιάς ηµέρας έγγραφον προειδοποίησιν περί της σκοπουµένης εισόδου

εκτός εάν ο κάτοχος συναινή εγγράφως εις την τοιαύτην είσοδον.».

 

Όπως λοιπόν και ο ίδιος ο πλαγιότιτλος του άρθρου αναφέρει, στο εν λόγω άρθρο ρυθμίζονται τα της εκτέλεσης της απόφασης Ειδοποίησης Επιβολής, η διαδικασία της οποίας, ρητά ρυθμίζεται στο άρθρο 46 του Νόμου (στο άρθρο 47 ρυθμίζεται το δικαίωμα υποβολής ιεραρχικής προσφυγής κατά της Ειδοποίησης Επιβολής και στο άρθρο 48 οι ποινές σε περίπτωση μη συμμόρφωσης προς Ειδοποίηση Επιβολής). Σημειώνεται στο σημείο αυτό, ότι η Ειδοποίηση Επιβολής ημερομηνίας 5.10.2004, εκδόθηκε, όπως ρητά αναγράφεται σε αυτήν, δυνάμει του άρθρου 46 του Νόμου.

 

Λαμβανομένου υπόψη του περιεχομένου των πιο πάνω διατάξεων, του σκοπού που φαίνεται να επιτελούν οι διατάξεις του άρθρου 49, του περιεχομένου της προεκτεθείσας Ειδοποίησης Επιβολής, αλλά και της επίδικης επιστολής ημερομηνίας 17.11.2008, καταλήγω ότι η εδώ προσβαλλόμενη πράξη, ήτοι η επιστολή ημερομηνίας 12.10.2022, με την οποία οι καθ’ ων γνωστοποιούν στην αιτήτρια ότι θα εισέλθουν εντός 24 ωρών στο τεμάχιο για την έναρξη εργασιών, σύμφωνα με το άρθρο 49(γ) του Νόμου, δεν συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη, εν τη εννοία του Άρθρου 146 του Συντάγματος, αλλά πράξη εκτέλεσης, μη δυνάμενη ωσαύτως να προσβληθεί δια προσφυγής. Σε αντίθεση, βεβαίως, με την Ειδοποίηση Επιβολής, η οποία, ως έχει κατ’ επανάληψη νομολογηθεί (Χαράλαμπος Νικόλα Θεοδώρου ν. Έπαρχου Πάφου (2014) 3 Α.Α.Δ. 585,  P. G. KALLIMARMARO LIMITED κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1238/2015, ημερ. 14.6.2019, XXXX FALUVON, ΓΝΩΣΤΟΥ ΚΑΙ ΩΣ XXXX ΦΕΛΙΟΥΝ ν. Δήμου Πάφου κ.α., Υποθ. Αρ. 1201/2019, ημερ. 23.10.2019), συνιστά αυτοτελή εκτελεστή διοικητική πράξη, κατά της οποίας χωρεί προσφυγή δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος.

 

Ωστόσο, όπως έχει προαναφερθεί, στην υπό εξέταση περίπτωση, την Ειδοποίηση Επιβολής η αιτήτρια ουδέποτε αμφισβήτησε και ουδέποτε προσέβαλε δια προσφυγής. Αντίθετα, όπως λέχθηκε και πιο πάνω, η αιτήτρια δήλωσε πρόθυμη να αναλάβει τις ευθύνες της και να επανορθώσει σύμφωνα με τις υποδείξεις των καθ’ ων η αίτηση, σχετικά με το πρόβλημα που είχε δημιουργηθεί στο τεμάχιο αρ. [.], λόγω της εκσκαφής στο τεμάχιο αρ. [.].

 

Κάτι, ωστόσο, που δεν προκύπτει να έπραξε, με αποτέλεσμα να σταλεί προς την αιτήτρια, από τους καθ’ ων η αίτηση, η επίδικη επιστολή ημερομηνίας 12.10.2022, το περιεχόμενο της οποίας έχει εκτεθεί πιο πάνω αυτολεξεί.

 

Η έννοια του όρου «εκτελεστή διοικητική πράξη» έχει απασχολήσει το Ανώτατο Δικαστήριο σε μεγάλο αριθμό υποθέσεων και έχει αποτελέσει το αντικείμενο εξέτασης σε πληθώρα αποφάσεών του (Γεναγρίτης v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 1029, Δημοκρατία v. Sunoil Bunkering Ltd (1994) 3 Α.Α.Δ. 26, 27). Το κριτήριο για την εκτελεστότητα διοικητικής πράξης ή απόφασης είναι η παραγωγή έννομων αποτελεσμάτων, δηλαδή η γένεση εξ’ αυτής δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Πράξη είναι εκτελεστή εφόσον επιβάλλει υποχρεώσεις στο διοικούμενο, μη υφιστάμενες πριν την έκδοσή της, η μη εκπλήρωση των οποίων παρέχει το δικαίωμα στη Διοίκηση να επικαλεσθεί τα μέσα του δικαίου για την εκτέλεσή τους. Σύμφωνα με το σύγγραμα "Ελληνικό Διοικητικό Δίκαιο" του Α. Ι. Τάχου, 4η έκδοση, 1993, σελ. 356, εκτελεστή διοικητική πράξη είναι εκείνη που συνεπάγεται ευθέως και αμέσως με την εκτέλεσή της, έννομες συνέπειες για τους διοικούμενους δηλαδή συνιστά, μεταβάλλει ή καταργεί δικαιώματα ή/και υποχρεώσεις.

 

Ωστόσο, στην υπό κρίση περίπτωση, διαπιστώνω εν πρώτοις ότι δια της προσβαλλόμενης πράξης, δεν διαφοροποιήθηκε η νομική κατάσταση της αιτήτριας, με την επιβολή οποιασδήποτε, μη προϋπάρχουσας, νομικής της υποχρέωσης, εφόσον η νομική υποχρέωση της αιτήτριας να προβεί σε όλες τις απαιτούμενες ενέργειες και/ή μέτρα στο τεμάχιο για την αντιμετώπιση των κινδύνων που υφίσταντο, προϋπήρχε και είχε τεθεί εις γνώση της αιτήτριας ήδη από το έτος 2004, δια της προεκτεθείσας Ειδοποίησης Επιβολής, η οποία εκδόθηκε δυνάμει ρητής νομοθετικής διάταξης, ήτοι του άρθρου 46 του Νόμου, αλλά και αργότερα με την επιστολή ημερομηνίας 17.11.2008. Η επίδικη επιστολή ημερομηνίας 12.10.2022 απέβλεπε απλώς στην υλοποίηση της προϋπάρχουσας αυτής νομικής υποχρέωσης της αιτήτριας. Ειδικότερα, είναι σαφές ότι με το άρθρο 46, ο ίδιος Νόμος παρέχει στη Διοίκηση τη δυνατότητα έκδοσης Ειδοποίησης Επιβολής υπό σαφείς όρους και προϋποθέσεις, ενώ με το άρθρο 49, ο ίδιος και πάλι Νόμος, προβλέπει τη διαδικασία διοικητικού εξαναγκασμού σε περίπτωση μη συμμόρφωσης προς την Ειδοποίηση Επιβολής. Προβλέπεται, δηλαδή, διοικητικός μηχανισμός υλικής εφαρμογής της Ειδοποίησης Επιβολής και/ή των υλοποίησης των υποχρεώσεων που απορρέουν από την Ειδοποίηση Επιβολής, ως είναι εν προκειμένω η υποχρέωση της αιτήτριας να προβεί σε όλες τις απαιτούμενες ενέργειες και/ή στην εκτέλεση των απαιτούμενων έργων για την αντιμετώπιση των κινδύνων που είχαν προκληθεί από τις προηγηθείσες εργασίες και/ή χωματουργικές εργασίες στο τεμάχιο. Ουδεμία πρόσθετη απαγόρευση και/ή πρόσθετη υποχρέωση πέραν εκείνων που προβλέπονται στο άρθρο 46 του Νόμου και της εξ’ αυτού απορρέουσας Ειδοποίησης Επιβολής, δεν επιβλήθηκε στην αιτήτρια με το άρθρο 49 του Νόμου. Συνεπώς, η επίδικη διοικητική πράξη, όπως αυτή περιέχεται στην επιστολή ημερομηνίας 12.10.2022, δεν συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη. Θέτει απλώς σε λειτουργία το διοικητικό μηχανισμό για την υλική εφαρμογή της υποχρέωσης της αιτήτριας που απορρέει από την προηγηθείσα Ειδοποίηση Επιβολής.

 

Κρίνω ότι εν προκειμένω, και σε συμφωνία με την εισήγηση των καθ’ ων η αίτηση, εφαρμόζονται κατ’ αναλογία τα λεχθέντα στην TEMCO PANEL ADVERTISMENTS LTD ν. Δημοκρατίας (2005) 4 ΑΑΔ 513, παρά την περί του αντιθέτου θέση της κας Δήμου. Δεδομένων των υλικών ενεργειών, στις οποίες προέβησαν εν προκειμένω οι καθ’ ων η αίτηση, έχω την άποψη ότι η εδώ προσβαλλόμενη πράξη συνιστά έκφανση άσκησης διοικητικού καταναγκασμού, ο οποίος είναι βεβαίως ένας από τους τρόπους εξαναγκασμού του διοικούμενου στην εκτέλεση της διοικητικής πράξης και του οποίου προϋπόθεση είναι η εκτελεστότητα της προηγηθείσας Ειδοποίησης Επιβολής. Βεβαίως, δεν πρέπει να συγχέεται η εκτελεστότητα με την έννοια του διοικητικού καταναγκασμού: συνέπεια της εκτελεστότητας των διοικητικών πράξεων, είναι η δυνατότητα άσκησης διοικητικού καταναγκασμού, ήτοι η αρμοδιότητα των διοικητικών οργάνων, σε περίπτωση άρνησης ή παράλειψης του διοικούμενου να συμμορφωθεί προς τη συμπεριφορά που του επιβάλλει η διοικητική πράξη, όπως συνέβη και εν προκειμένω, να προβούν, δυνάμει νομοθετικής πρόβλεψης, με υλικές εκτελεστικές μονομερείς ενέργειες στον εξαναγκασμό του ή να προβούν στην άρση της σχετικής πραγματικής κατάστασης με δικά τους μέσα (βλ. Επ. Σπηλιωτόπουλου, «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», 7η Έκδοση, 1996, παρ. 105). Στην υλοποίηση αυτού του είδους ενεργειών, αποσκοπούσε και η περιεχόμενη στην επίδικη επιστολή ημερομηνίας 12.10.2022, πράξη.

 

Κατά συνέπεια, η πρώτη προδικαστική ένσταση κρίνεται βάσιμη, εφόσον, πράγματι, για τους λόγους που έχουν προεκτεθεί, η προσβαλλόμενη πράξη συνιστά πράξη εκτέλεσης και, συνακόλουθα, ως μη εκτελεστή διοικητική πράξη, εκφεύγει του αναθεωρητικού ελέγχου του παρόντος Δικαστηρίου.

 

Οι πιο πάνω διαπιστώσεις σφραγίζουν την τύχη της υπό κρίση προσφυγής και παρέλκει η εξέταση άλλων ζητημάτων που έχουν εγερθεί.

 

Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται ως απαράδεκτη. Επιδικάζονται €1500 έξοδα υπέρ των καθ’ ων η αίτηση και εναντίον της αιτήτριας.

 

                                                                                                    

 

Φ. ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Π.Δ.Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο