ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ                                 

(Αίτηση Αρ. 2/2024)

 

 4 Μαρτίου 2024

[ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Πρόεδρος]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ

ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ (ΑΡ. 1) ΤΟΥ 2003 ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΝΟΜΟ ΤΟΥ 2002 (Ν.165(Ι)/2002)

 

  ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ

       S. M. S. R.                                                                   Αιτητή

 

Ο αιτητής εμφανίζεται προσωπικά

Α. Κίτσιου (κα) και Μ. Φιλίππου (κα), Δικηγόροι, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας,  

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Π.Δ.Δ.: Ο αιτητής είναι υπήκοος Μπαγκλαντές, ο οποίος αφίχθηκε στην Κυπριακή Δημοκρατία με άδεια φοιτητή στις 29.1.2015 και μέχρι την 31.1.2018 κατείχε έγκυρη άδεια παραμονής στη Δημοκρατία.

Στις 9.2.2018, ο αιτητής υπέβαλε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας, η οποία απορρίφθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου στις 28.9.2018 και κατ’ αυτής της απόφασης, ο αιτητής υπέβαλε προσφυγή στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, η οποία επίσης απορρίφθηκε στις 7.10.2019. Κατά της απόφασης αυτής, ο αιτητής καταχώρησε προσφυγή, η οποία απορρίφθηκε από το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας (ΔΔΔΠ) στις 15.12.2020.

 

Ακολούθως, ο αιτητής καταχώρησε πρώτη μεταγενέστερη αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας, η οποία κρίθηκε ως απαράδεκτη και απορρίφθηκε στις 14.5.2021, ενώ στις 8.7.2021, αυτός καταχώρησε νέα προσφυγή ενώπιον του ΔΔΔΠ, η οποία απορρίφθηκε στις 30.5.2022.

 

Εν συνεχεία, ο αιτητής καταχώρησε δεύτερη μεταγενέστερη αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας, η οποία απορρίφθηκε στις 4.7.2023. Κατ’ αυτής της απόφασης, ο αιτητής καταχώρησε την προσφυγή αρ. Τ2033/23 ενώπιον του ΔΔΔΠ, η οποία, ως δήλωσε η δικηγόρος που εμφανίστηκε για τους καθ’ ων η αίτηση κατά την ακρόαση της αίτησης, συνεχίζει να εκκρεμεί.

 

Στις 13.12.2023, ο αιτητής συνελήφθη για το αδίκημα της παράνομης παραμονής στη Δημοκρατία, όταν εντοπίστηκε από μέλη της ΥΑΜ (κλιμάκιο αλλοδαπών για τη βία στην οικογένεια). Στις 14.12.2023, εκδόθηκαν εναντίον του αιτητή, διατάγματα κράτησης και απέλασης δυνάμει του άρθρου 14 του Περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου (Κεφ. 105), ως αυτός ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο, για παράνομη παραμονή του στη Δημοκρατία «από τις 7.10.2019, όταν απορρίφθηκε η προσφυγή του από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων κατά της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου». Επίσης, στο διάταγμα κράτησης αναφέρεται ότι κρίθηκε ότι υπήρχε κίνδυνος διαφυγής του αιτητή, ο οποίος, επιπρόσθετα, ήταν αρνητικός στον επαναπατρισμό του και δεν υπήρχαν εναλλακτικά της κράτησης μέτρα.

 

Όπως διαπιστώνεται από τα ενώπιον μου τεθέντα έγγραφα, με σημείωμα Λειτουργού του Τμήματος Αρχείου και Πληθυσμού και Μετανάστευσης, ημερομηνίας 26.1.2024, γίνεται εισήγηση προς τη Διευθύντρια του Τμήματος για προώθηση των διαδικασιών απέλασης του αιτητή, με την οποία εισήγηση η Διευθύντρια συμφώνησε στις 8.2.2024.

 

Τα διατάγματα κράτησης και απέλασης του αιτητή, επιδόθηκαν σε αυτόν στις 23.12.2023.

 

Στις 13.2.2024, ο αιτητής καταχώρησε την υπό εξέταση αίτηση, με την οποία ζητεί τη χορήγηση νομικής αρωγής για καταχώρηση προσφυγής στο Διοικητικό Δικαστήριο, κατά των προαναφερθέντων διαταγμάτων κράτησης και απέλασής του.

 

Η Δημοκρατία έφερε ένσταση στην πιο πάνω αίτηση, για τους λόγους που εκτίθενται στο γραπτό Σημείωμα του Γενικού Εισαγγελέα, το οποίο καταχωρήθηκε στις 27.2.2024 και βρισκόταν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου κατά την ακρόαση της αίτησης. Ας σημειωθεί ότι κατά την ακρόαση της αίτησης, ο αιτητής ήταν ενήμερος του περιεχομένου του εν λόγω Σημειώματος, τα βασικά σημεία του οποίου, κατόπιν οδηγιών του Δικαστηρίου, μεταφράστηκαν σε γλώσσα καταληπτή στον αιτητή, προκειμένου αυτός να είναι σε θέση να παρακολουθήσει τη διαδικασία.

 

Θα πρέπει εξ’ αρχής να επισημάνω το εξής: κατά την ακρόαση της αίτησης, η δικηγόρος που εμφανίστηκε για τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, ανέφερε ότι κατά των προαναφερθέντων διαταγμάτων κράτησης και απέλασης, ο αιτητής έχει ήδη, δια δικηγόρου,  καταχωρήσει στο Διοικητικό Δικαστήριο, την προσφυγή αρ. 139/2024, η οποία και εκκρεμεί. Ο δε αιτητής δεν αρνήθηκε τη βασιμότητα αυτής της δήλωσης. Ωστόσο, αν και, λόγω της φύσης της αίτησης, δεν αναμενόταν ο αιτητής να εκπροσωπείται ήδη από δικηγόρο για να προσβάλει τα διατάγματα κράτησης και απέλασής του, δεν προτίθεμαι να εκλάβω την εμφάνιση συνηγόρου ως παράγοντα που στερεί από τον αιτητή το δικαίωμά του να προωθήσει το αίτημά του. Θεωρώ ότι η υπό δικηγόρου εκπροσώπηση του αιτητή στην προαναφερθείσα προσφυγή, κρινόμενη υπό τις περιστάσεις, δεν επηρεάζει το δικαίωμα του όπως το ενώπιον μου αίτημά του τύχει εξέτασης (Mohsen Gharahasanloo, Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ. 13/2013, ημερ. 14.3.2013).

 

Εν πρώτοις, η πλευρά του Γενικού Εισαγγελέα προβάλλει ότι η περίπτωση του αιτητή δεν εμπίπτει στις πρόνοιες του περί Νομικής Αρωγής Νόμου (Ν.165(Ι)/2002), ως αυτός ίσχυε κατά πάντα ουσιώδη χρόνο («ο Νόμος»), και δη του άρθρου 6Γ του εν λόγω Νόμου. Ειδικότερα, η κα Kίτσιου εισηγείται ότι ο αιτητής δεν κατέχει την ιδιότητα αιτητή ασύλου και, συνεπώς, δεν εμπίπτει στις περιπτώσεις που δύναται να παρασχεθεί δωρεάν νομική αρωγή, σύμφωνα με το Νόμο (άρθρο 6Β(7)(Α)). Αντίθετα, ο αιτητής είναι παράνομος αλλοδαπός στη Δημοκρατία και ως τέτοιο έχει κριθεί πολλάκις το καθεστώς του στη χώρα. Η δε κράτησή του κρίθηκε αναγκαία, καθότι υπήρχε κίνδυνος διαφυγής του και δεν υπήρχαν εναλλακτικά της κράτησης μέτρα.

 

Όσο δε αφορά στο διάταγμα απέλασης, συνεχίζει η δικηγόρος για τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, και πάλι ο αιτητής δεν καλύπτεται από τις πρόνοιες του Νόμου, καθότι δεν υπάρχει πιθανότητα έκδοσης θετικής δικαστικής απόφασης για τον αιτητή, ως επιτάσσει το άρθρο 6Γ(2)(ββ) του εν λόγω Νόμου. Καθόλα δε σύννομα η Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης εξέδωσε το υπό αναφορά διάταγμα απέλασης, δυνάμει του άρθρου 14 του Κεφαλαίου 105, εφόσον ο αιτητής είναι απαγορευμένος μετανάστης, σύμφωνα με το άρθρο 6(1)(κ) του ιδίου Νόμου. Επισημαίνει δε η κα Κίτσιου ότι το άρθρο 6(Γ)(2) του Νόμου δεν καλύπτει την περίπτωση του αιτητή, εφόσον εναντίον του εκδόθηκε διάταγμα απέλασης δυνάμει του άρθρου 14 του Κεφ. 105 και όχι «απόφαση επιστροφής» ή «απόφαση απομάκρυνσης» ή «απόφαση απαγόρευσης εισόδου», σύμφωνα με τα άρθρα 18ΟΗ, 18Π ή 18ΠΓ του Κεφ. 105.

 

Από την πλευρά του, ο αιτητής, κατά την ακρόαση της αίτησής του, ερωτηθείς υπό του Δικαστηρίου εάν επιθυμεί να αναφέρει οτιδήποτε, απάντησε ότι έχει καταχωρήσει την υπό εξέταση αίτηση, με σκοπό να του χορηγηθεί νομική αρωγή για να προσβάλει δια προσφυγής τα διατάγματα κράτησης και απέλασής του. Έχει δε αυτός μια κόρη που απέκτησε με Βουλγάρα υπήκοο το έτος 2023 και διαμένει στη Δημοκρατία, ενώ ισχυρίστηκε ότι δεν διαμένει παράνομα στη χώρα, καθότι υπάρχει σε εκκρεμότητα ενώπιον του ΔΔΔΠ η προσφυγή του κατά της απόφασης απόρριψης της δεύτερης μεταγενέστερης αίτησής του για παροχή διεθνούς προστασίας.

 

Σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον Κανονισμό 5(1) του περί Νομικής Αρωγής Διαδικαστικού Κανονισμού (Αρ.1) του 2003[1], αυτό που θα πρέπει να εξεταστεί πρώτα, είναι κατά πόσον η περίπτωση του αιτητή εμπίπτει στις πρόνοιες του Νόμου. Το κατά πόσον είναι πιθανόν να εκδοθεί θετική δικαστική απόφαση στα πλαίσια της πρωτοβάθμιας εκδίκασης της προσφυγής, αποτελεί ζήτημα που θα τύχει εξέτασης, εφόσον προηγουμένως διαπιστωθεί ότι η παρούσα περίπτωση όντως εμπίπτει στην εμβέλεια του εν λόγω Νόμου.

 

Στο άρθρο 3 του Νόμου, προβλέπεται η παροχή δωρεάν νομικής αρωγής στις διαδικασίες που αναφέρονται στα άρθρα 4, 5, 6, 6Α, 6Β, 6Γ, 6Δ, 6Ε και 6ΣΤ.

 

Σαφώς και η περίπτωση του αιτητή δεν μπορεί να εξεταστεί ως περίπτωση αιτητή ασύλου που εξαιτείται δωρεάν νομικής αρωγής. Από τη στιγμή που υπήρξε τελεσιδικία στην απόρριψη της αρχικής (και κύριας) αίτησής του για διεθνή προστασία, ο αιτητής δεν μπορεί να θεωρείται αιτητής ασύλου (Madber ν. Δημοκρατίας, Ε.Δ.Δ. 8/2022, ημερ. 17.11.2022). Η καταχώρηση και μόνον μεταγενέστερης αίτησης ασύλου, βάσει της απόφασης στην Madber, ανωτέρω, δεν αποτελεί αυτόματη νομιμοποίηση της παραμονής του αιτητή. Μάλιστα, εν προκειμένω, και η μεταγενέστερη αίτηση του αιτητή απορρίφθηκε, με αποτέλεσμα να τίθεται όχι μόνο ζήτημα νομιμοποίησής του αλλά και νόμιμης παραμονής του στη Δημοκρατία (βλ. και Α.Η. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 2239/2022 (Κ) (i-Justice), ημερ. 25.1.2023 και την απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου στην D.S. v. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 578/2023 (Κ) (i-Justice), ημερ. 1.6.2023).

 

Στο άρθρο 6Γ του Νόμου, που εδώ ενδιαφέρει, προβλέπονται οι περιπτώσεις παροχής νομικής αρωγής σε παρανόµως παραµένοντες υπηκόους τρίτης χώρας. Έχω την άποψη πως από το λεκτικό του εδαφίου (2) του συγκεκριμένου άρθρου και τις εκεί προβλεπόμενες περιπτώσεις χορήγησης νομικής αρωγής, προκύπτει ότι η περίπτωση κράτησης του αιτητή δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω διάταξης, αναφορικά με την χορήγηση σε αυτόν νομικής αρωγής. Σύμφωνα με τη διάταξη αυτή-

«(2) Παρέχεται δωρεάν νοµική αρωγή σε παρανόµως παραµένοντα υπήκοο τρίτης χώρας, ο οποίος ασκεί προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου, δυνάµει του Άρθρου 146 του Συντάγµατος κατά -   

 

(α) απόφασης επιστροφής που εκδίδεται από το Διευθυντή σύμφωνα µε το άρθρο 18ΟΗ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόµου και αφορά τον εν λόγω υπήκοο, ή   3 του 64(Ι) του 2014.

 

(β) απόφασης περί απομάκρυνσης που εκδίδεται από τον Υπουργό Εσωτερικών σύµφωνα µε το άρθρο 18Π του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόµου και αφορά τον εν λόγω υπήκοο, ή   

 

(γ) απαγόρευσης εισόδου που εκδίδεται από το Υπουργικό Συμβούλιο σύµφωνα µε το άρθρο 18ΠΓ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόµου και αφορά τον εν λόγω υπήκοο.».

 

Η δυνάμει του άρθρου 18ΠΣΤ του Κεφαλαίου 105 ληφθείσα απόφαση έκδοσης διατάγματος κράτησης του αιτητή, δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της πιο πάνω διάταξης, αφού πουθενά δεν προβλέπεται κάτι τέτοιο. Όπως δε ρητά αναγράφεται στο σχετικό διάταγμα κράτησης του αιτητή, ημερομηνίας 14.12.2023, κρίθηκε αναγκαίο όπως αυτός παραμείνει υπό κράτηση έως ότου απελαθεί, «καθότι διαπιστώθηκε ότι υπάρχει κίνδυνος διαφυγής (άρθρο 18 ΠΣΤ(1)) και παρεμπόδισης της διαδικασίας απέλασης. Δεδομένου ότι είναι αρνητικός στον επαναπατρισμό του, δεν υπάρχει περιθώριο εναλλακτικών της κράτησης μέτρων». Θεωρώ ότι, εφόσον ο νομοθέτης επιθυμούσε να εντάξει στην εμβέλεια του άρθρου 6Γ(2) του Νόμου και την προβλεπόμενη στο άρθρο 18ΠΣΤ του Κεφ. 105 περίπτωση κράτησης, θα το έπραττε δια της ρητής συμπερίληψή της, όπως έκανε και για τις λοιπές περιπτώσεις που ρητά προβλέπονται στο εν λόγω άρθρο. Κάτι τέτοιο, ωστόσο, δεν συμβαίνει, με αποτέλεσμα η παρούσα περίπτωση κράτησης του αιτητή να μην εμπίπτει στην εμβέλεια του Νόμου.

 

Την ίδια προσέγγιση ακολούθησε το Ανώτατο Δικαστήριο τόσο στην Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ. 10/2013, GINA RODRIGUEZ DAMASIO, ημερ. 22.4.2013, όσο και στην Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ. 16/2013, LOLITA JACOBE, ημερ. 13.5.2013, αλλά και το παρόν Δικαστήριο στην RASHID ALI, Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ. 51/2019, ημερ. 6.6.2019 και στην SINGH, Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ. 15/2021, ημερ. 30.6.2021).

 

Ως προς το διάταγμα απέλασης του αιτητή, και σύμφωνα με τα όσα αναγράφονται σε αυτό, παρατηρώ ότι ο Διευθυντής, δυνάμει του άρθρου 6(1)(κ) του Κεφαλαίου 105, κήρυξε τον αιτητή ως απαγορευμένο μετανάστη, «καθότι παρέμεινε στη Δημοκρατία παράνομα από 7.10.2019 όταν απορρίφθηκε η προσφυγή του από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων κατά της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου».». Ο Διευθυντής, ασκώντας, ως ρητά αναφέρεται, τις εξουσίες που του παρέχονται από το άρθρο 14 του Κεφαλαίου 105, αποφάσισε την απέλαση του αιτητή στη χώρα του. Καμία αναφορά δεν γίνεται σε οποιαδήποτε άλλη διάταξη, προκειμένου να τίθεται δυνατότητα υπαγωγής της περίπτωσης του αιτητή στις διατάξεις του Νόμου: η υπό του άρθρου 6Γ(2)(β) του Νόμου προβλεπόμενη απόφαση περί απομάκρυνσης που εκδίδεται σύµφωνα µε το άρθρο 18Π του Κεφαλαίου 105, καλύπτει, σύμφωνα με τις σχετικές ερμηνείες των όρων που προβλέπονται στο άρθρο 6Γ(1)(α), και το διάταγμα απέλασης, που προβλέπεται στο άρθρο 14 του Κεφ. 105, ούτως ώστε να εμπίπτει στις προαναφερθείσες πρόνοιες του άρθρου 6Γ(2) του Νόμου και η εξέταση της αίτησης του αιτητή για παροχή δωρεάν νομικής αρωγής για άσκηση προσφυγής κατά της εναντίον του απόφασης έκδοσης διατάγματος απέλασης. Ωστόσο, στην υπό κρίση περίπτωση, το διάταγμα απέλασης δεν εκδόθηκε δυνάμει του εν λόγω άρθρου 18Π του Κεφ. 105, αλλά αποκλειστικά δυνάμει του άρθρου 14, με αποτέλεσμα η περίπτωση του αιτητή να εκφεύγει της εμβέλειας του πεδίου εφαρμογής των διατάξεων του Νόμου (Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ. 37/2012, KUMAR, ημερ. 25.2.2021).

 

Σε κάθε δε περίπτωση, στη βάση του συνόλου των ενώπιον μου στοιχείων και σύμφωνα με τα όσα έχουν προεκτεθεί, κρίνω ότι δεν υπάρχει πιθανότητα να εκδοθεί θετική δικαστική απόφαση για τον αιτητή, σε περίπτωση καταχώρησης προσφυγής κατά των υπό αναφορά διαταγμάτων κράτησης και απέλασης, κάτι βεβαίως που, σύμφωνα με το άρθρο 6Γ(2)(ββ)[2] του περί Νομικής Αρωγής Νόμου, είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την έγκριση αίτησης για παροχή δωρεάν νομικής αρωγής (βλ. Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ. 24/2012, PAPY NSATU MAMBU, ημερ. 28.6.2012, Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ. 23/2010, FARSHAD KHAMSEN, ημερ. 14.10.2010, αλλά και τις υπό του Δικαστηρίου τούτου αποφάσεις στις Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ. 2/2019, ανωτέρω, Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ. 51/2019, ανωτέρω, Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ. 4/201, SURINDER SINGH, ημερ. 28.3.2018 και Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ. 29/2016, ανωτέρω).

 

Κατά πάγια νομολογία, κατά την εξέταση αίτησης ως η παρούσα, το Δικαστήριο έχει διακριτική ευχέρεια για απόρριψη ή έγκρισή της, χωρίς ωστόσο να προβαίνει σε οριστικά συμπεράσματα για την τύχη της ίδιας της προσφυγής ή αυτής που θα καταχωρηθεί, αλλά εξετάζεται η πιθανολόγηση έκδοσης θετικής απόφασης, στη βάση των εκατέρωθεν επιχειρημάτων, του υλικού που έχει ενώπιον του το Δικαστήριο και της λογικής των πραγμάτων (βλ. Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ. 23/2010, FARSHAD KHAMSEN, ημερ. 14.10.2010 και Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ. 10/2010, ALALI ABDULHAMID, ημερ. 6.5.2010). Εν προκειμένω, σύμφωνα με το σύνολο των ενώπιον μου στοιχείων και τα όσα αναφέρθηκαν κατά την ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου ακρόαση της αίτησης, δεν έχω ικανοποιηθεί ότι υπάρχει πιθανότητα να εκδοθεί θετική δικαστική απόφαση για τον αιτητή στην προσφυγή που προτίθεται να καταχωρήσει.

 

Ως έχει προαναφερθεί, ο αιτητής κατά το χρόνο της σύλληψής του, παρέμενε στη Δημοκρατία παράνομα, ενώ μετά και την απόρριψη της προσφυγής του από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, στις 7.10.2019, αυτός είχε καταστεί παράνομος μετανάστης σύμφωνα με το άρθρο 6(1)(κ) του Κεφ. 105 και εκδόθηκαν εναντίον του τα υπό αναφορά διατάγματα κράτησης και απέλασης. Αποτελεί επίσης  παραδεκτό γεγονός ότι και η προσφυγή του κατά της απόρριψης της πρώτης μεταγενέστερης αίτησης του αιτητή απορρίφθηκε από το ΔΔΔΠ στις 30.5.2022.

 

Σκόπιμα αποφεύγω να υπεισέλθω σε λεπτομερέστερη εξέταση της απόφασης έκδοσης των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης του αιτητή, ώστε να μην επηρεάσω τη δίκη που θα ακολουθήσει, στο πλαίσιο της προσφυγής κατά της εν λόγω απόφασης.

 

Ενόψει των πιο πάνω, η αίτηση αποτυγχάνει και απορρίπτεται.

 

Τα έξοδα της μεταφράστριας να καταβληθούν από τη Δημοκρατία.

 

 

 

                                                                                                  Φ.ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Π.Δ.Δ.



[1] Σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη, «Κατά την πρώτη ημερομηνία εμφάνισης, ακούονται ο αιτητής και ο εκπρόσωπος του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και το Δικαστήριο αποφασίζει κατά πόσο η περίπτωση καλύπτεται από τις πρόνοιες του Νόμου».

[2] Σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη, νομική αρωγή παρέχεται εφόσον «είναι πιθανόν να εκδοθεί θετική δικαστική απόφαση στα πλαίσια της εν λόγω πρωτοβάθμιας εκδίκασης της προσφυγής».


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο