ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ  

   (Υπόθεση αρ. 281/2020)

  11 Απριλίου 2024

[ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

Π. Κ.

Αιτητής

v.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΟΥ ΤΟΥ 211 ΤΑΓΜΑΤΟΣ ΠΕΖΙΚΟΥ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΦΡΟΥΡΑΣ

Καθ’ ων η αίτηση.

……………………………

 Σάββας Κυριακίδης, για Κυριάκος Κυριακίδης, για τον αιτητή.

Παντελής Κωνσταντίνου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση.

 

   Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.: Ο αιτητής καταχώρησε την υπό κρίση προσφυγή, ζητώντας από το Δικαστήριο την εξής θεραπεία:-

 «Δήλωση και/ή Απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου, ότι η απόφαση του Καθ’ ου η αίτηση ήτοι του Διοικητή του 211 Τάγματος Πεζικού της Εθνικής Φρουράς, ημερομηνίας 15.1.2020 («Συνημμένο 6») η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 15/1/2020 («Συνημμένο 7»), με την οποία ο Καθ’ ου η Αίτηση έκρινε τον Αιτητή ένοχο των πειθαρχικών παραπτωμάτων της παράλειψης συμμόρφωσης προς τις γενικές διαταγές του Διοικητή και της παράλειψης συμμόρφωσης προς τις περί παραπόνου πρόνοιες των Πειθαρχικών Κανονισμών της Εθνικής Φρουράς και του επέβαλε την πειθαρχική ποινή της 10ημέρου φυλακίσεως, είναι αντισυνταγματική, άκυρη, παράνομη και στερείται οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος».

 

  Σύμφωνα με τα γεγονότα που περιγράφονται στην Ένσταση, ο αιτητής προσλήφθηκε στο Στρατό της Δημοκρατίας, στις 2.3.2000, ως Εθελοντής Πενταετούς Υποχρεώσεως (Ε.Π.Υ.), που αργότερα, στη βάση δευτερογενούς νομοθεσίας, η θέση μετονομάστηκε σε Συμβασιούχο Υπαξιωματικό (Σ.ΥΠ.), στον βαθμό του Λοχία. Από τις 29.1.2019 κατέχει το βαθμό το Επιλοχία κι υπηρετεί στο 211 Τάγμα Πεζικού.

 

  Κατά την 27.2.2019, ο αιτητής είχε υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση που σχετίζεται με την σπονδυλική στήλη κι απουσίαζε από την Μονάδα του με αναρρωτική άδεια για 227 μέρες. Επανήλθε στις 2.10.2019 και αφού λήφθηκαν υπόψη οι ιατρικές γνωματεύσεις του θεράποντα ιατρού του και του ιατρού του Στρατιωτικού Νοσοκομείου, δεν του είχαν ανατεθεί συγκεκριμένα καθήκοντα για άλλους δύο μήνες, προς πλήρη αποκατάσταση της υγείας του.

 

  Στις 5.1.2020, ο αιτητής διατάχθηκε από τον Διοικητή της Μονάδας, όπως στις 7.1.2020 παραλάβει το Γραφείο Κινήσεως. Στις 7.1.2020, προσήλθε στη Μονάδα και ζήτησε όπως παραπεμφθεί για εξέταση στο Στρατιωτικό Νοσοκομείο, όπου του χορηγήθηκε 4ήμερη αναρρωτική άδεια. Την ίδια μέρα, υπέβαλε υπηρεσιακή αναφορά, στην οποία ανέφερε πως τα καθήκοντα που του ανατέθηκαν στο Γραφείο Κινήσεως θα επιδεινώσουν την κατάσταση της υγείας του, ενώ προέτρεψε τον Διοικητή να αναιρέσει την απόφασή του.

 

  Την ίδια μέρα, ο Διοικητής της Μονάδας, αφού έλαβε υπόψη τα όσα αναφέρθηκαν στην υπηρεσιακή αναφορά που υπέβαλε ο αιτητής, τον κάλεσε σε διοικητική απολογία, για πιθανή διάπραξη των πειθαρχικών παραπτωμάτων: (α) της «Παράλειψης συμμόρφωσης προς τις Γενικές Διαταγές του Διοικητή» και (β) της «Παράλειψης συμμόρφωσης προς τις Περί Παραπόνου πρόνοιες των Πειθαρχικών Κανονισμών της Εθνικής Φρουράς» αφού αρνήθηκε να εκτελέσει την διαταγή που του δόθηκε, ενώ όφειλε να υπακούσει κι έπειτα να υποβάλει σχετική αναφορά.

 

  Στις 13.1.2020, ο αιτητής υπέβαλε την διοικητική του απολογία και στις 15.1.2020 ο Διοικητής της Μονάδας του επέβαλε την ποινή της 10ήμερης φυλάκισης για την διάπραξη των δύο πιο πάνω αναφερόμενων πειθαρχικών παραπτωμάτων. Η νομιμότητα της εν λόγω διοικητικής πράξεως, αποτελεί το αντικείμενο της υπό εκδίκαση προσφυγής.

 

  Πρώτος λόγος ακύρωσης που προωθείται από τον ευπαίδευτο συνήγορο του αιτητή, άπτεται ζητήματος επιβολής μίας πειθαρχικής ποινής για περισσότερα του ενός πειθαρχικά αδικήματα. Κατ΄επίκληση της υπόθ. αρ. 2141/06, Παπαγεωργίου ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 21.3.2008, ισχυρίστηκε πως τα δύο πειθαρχικά αδικήματα για τα οποία του επιβλήθηκε μία ποινή, ουδεμία εννοιολογική συνάφεια έχουν μεταξύ τους, αφού το πρώτο αφορά την παράλειψη συμμόρφωσης με τις Γενικές Διαταγές του Διοικητή, ενώ το δεύτερο αφορά την παράλειψη συμμόρφωσης με τις περί παραπόνου πρόνοιες των σχετικών Κανονισμών. Και ενώ αυτά αφορούν ξεχωριστά αδικήματα, η πειθαρχική ποινή που επιβλήθηκε στον αιτητή, ήταν μία, με αποτέλεσμα να μη υπάρχει συγκεκριμενοποίηση για το ποια ποινή αφορά κάθε συγκεκριμένη κατηγορία ξεχωριστά.

  Διατείνεται περαιτέρω ο αιτητής, πως η επιβληθείσα ποινή υπήρξε αποτέλεσμα πραγματικής και νομικής πλάνης, λόγω του ότι στην προσβαλλόμενη απόφαση με την οποία επιβλήθηκε η πειθαρχική ποινή, στα σχετικά έγγραφα γίνεται αναφορά σε άλλο αριθμό φακέλου, που αφορά σε άλλη κλήση του αιτητή για διοικητική απολογία. Επιπλέον, ισχυρίζεται πως ο Διοικητής του, δεν είχε εξουσία να τον τιμωρήσει, αφού ο όρος «Διοικητής» αφορά μόνον τον Αρχηγό του ΓΕΕΦ, ενώ οι υπόλοιποι Αξιωματικοί που ασκούν διοίκηση προσδιορίζονται ως «Διοικούντες Αξιωματικοί». Προωθείται περαιτέρω ισχυρισμός περί παράβασης της αρχής της αναλογικότητας, ελλιπούς έρευνας και αιτιολογίας.

 

  Αντίθετες υπήρξαν οι θέσεις των καθ’ ων η αίτηση, υποστηρίζοντας σε πολύ γενικές γραμμές την νομιμότητα της επίδικης αποφάσεως, κάνοντας αναφορά σε νομολογία, χωρίς να γίνεται όμως υπαγωγή της στα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης.

 

  Εφαλτήριο για την υπό κρίση διοικητική απόφαση, αποτέλεσε η διαταγή του Διοικητή της Μονάδας προς τον αιτητή, ημερομηνίας 5.1.2020, προκειμένου αναλάβει καθήκοντα Αξιωματικού Γραφείου Κινήσεως. Όπως προκύπτει από τα ενώπιον μου έγγραφα, σε σχέση με την συγκεκριμένη διαταγή, ο αιτητής υπέβαλε στις 7.1.2020 υπηρεσιακή αναφορά / παράπονο, επικαλούμενος την κατάσταση της υγείας του, ζητώντας όπως εξεταστεί από ιατροσυμβούλιο, υποβάλλοντας, παράλληλα, προς τον Διοικητή του και αίτημα για ανάκληση της υπό αναφορά διαταγής.

 

  Την ίδια μέρα με την παραλαβή του παραπόνου, ο Διοικητής του γνωστοποίησε κλήση για υποβολή διοικητικής απολογίας, σε σχέση με το ενδεχόμενο διάπραξης δύο πειθαρχικών παραπτωμάτων: (α) της «Παράλειψης συμμόρφωσης προς τις Γενικές Διαταγές του Διοικητή» και (β) της «Παράλειψης συμμόρφωσης προς τις περί Παραπόνου πρόνοιες των Πειθαρχικών Κανονισμών της Εθνικής Φρουράς», αφού ενώ κλήθηκε να εκτελέσει την διαταγή του Διοικητή, εντούτοις, αυτός αρνήθηκε, υποβάλλοντας αίτημα για ανάκληση της διαταγής. Η ποινή που επιβλήθηκε στον αιτητή, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση ημερομηνίας 15.1.2020, ήταν η επιβολή 10ήμερης φυλάκισης.

 

  Ο αιτητής παραπονείται για την επιβολή μίας ποινής, για τα δύο πιο πάνω πειθαρχικά αδικήματα, ισχυριζόμενος πως θα πρέπει για κάθε ένα πειθαρχικό παράπτωμα, να επιβάλλεται ξεχωριστή ποινή. Από την γνωστοποίηση ημερομηνίας 7.1.2020, διαφαίνεται πως ο αιτητής κλήθηκε να υποβάλει διοικητική απολογία για ενδεχόμενη διάπραξη δύο πειθαρχικών παραπτωμάτων. Αυτό της παραγράφου 19(2) του Πειθαρχικού Κώδικα του Πρώτου Παραρτήματος των Πειθαρχικών Κανονισμών της Εθνικής Φρουράς, κατά τις διατάξεις του Κανονισμού 3 και αυτό της παραγράφου 19(3).

 

  Το πρώτο για το οποίο κλήθηκε σε διοικητική απολογία, αφορούσε την ενδεχόμενη παράλειψη εκ μέρους του να συμμορφωθεί με τις Γενικές Διαταγές του Διοικητή. Το δε δεύτερο, αφορούσε την ενδεχόμενη εκ μέρους του παράλειψη να συμμορφωθεί με τις περί Παραπόνων πρόνοιες των σχετικών Πειθαρχικών Κανονισμών. Συνεπώς, το πρώτο πειθαρχικό παράπτωμα για το οποίο κλήθηκε ο αιτητής να υποβάλει τις θέσεις του, ήταν η μη συμμόρφωση του να παραλάβει το Γραφείο Κινήσεως, όπως είχε διαταχθεί από τον Διοικητή της Μονάδας του. Το δεύτερο πειθαρχικό παράπτωμα, αφορούσε την παράλειψη του να συμμορφωθεί προς τις διατάξεις της επιφύλαξης του Κανονισμού 12(1) των Πειθαρχικών Κανονισμών της Εθνικής Φρουράς, ήτοι αποτελούσε διακριτή παράλειψη από την πρώτη. Εξ ου και αποτέλεσε ξεχωριστή διατύπωση επί της κλήσης σε απολογία.

 

  Σε συμφωνία, επομένως, με τις εισηγήσεις του ευπαιδεύτου συνηγόρου του αιτητή, επιβλήθηκε μία πειθαρχική ποινή από τον Διοικητή της Μονάδας, ήτοι αυτή της 10ήμερης φυλάκισης, για δύο διαφορετικά πειθαρχικά παραπτώματα, με αποτέλεσμα να μην είναι σε θέση ο αιτητής να γνωρίζει ποια ποινή αντιστοιχεί στην διάπραξη του κάθε πειθαρχικού παραπτώματος, κάτι το οποίο αποτελεί δικαίωμα του (Παπαγεωργίου (ανωτέρω), υπόθ. αρ. 1578/2008, Λιασίδης ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 20.9.2010, υπόθ. αρ. 717/2012, Σολωμού ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 18.7.2013 και υπόθ. αρ. 159/13 Θεοχάρους ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 11.7.2014).

 

  Στη βάση των πιο πάνω, κρίνεται πως δεν χρειάζεται να εξεταστεί οποιοσδήποτε άλλος λόγος ακύρωσης.

 

  Για τους πιο πάνω λόγους, η προσφυγή επιτυγχάνει. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται, βάσει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος.

 

  Επιδικάζονται υπέρ του αιτητή και εναντίον των καθ’ ων η αίτηση €1.900 πλέον Φ.Π.Α.

 

 

  Γαβριήλ, Δ.Δ.Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο