ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ  

   (Υπόθεση αρ. 318/2024)

16 Απριλίου 2024

[ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ AΡΘΡΑ 6, 8, 9, 11, 14, 15, 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

M. A. K.

Αιτητής

v.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

Καθ’ ων η αίτηση.

……………………………

Χρυσόστομος Μάγος, για Ανδρέας Χρ. Μάγος & Συνεργάτες, για τον αιτητή.

Νικολέτα Νικολάου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση.

   Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.: Στις 23.2.2024, ο αιτητής καταχώρησε την υπό εκδίκαση προσφυγή, με την οποία αξιώνει από το Δικαστήριο, τις ακόλουθες θεραπείες:-

«Α. Δήλωση και/ή Απόφαση του Δικαστηρίου δια της οποίας να κηρύσσεται άκυρη, παράνομη και αποστερούμενη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος η Απόφαση των καθ’ ων η αίτηση ημερομηνίας 26/1/2024, η οποία αφορούσε την κήρυξη του Αιτητή ως απαγορευμένου μετανάστη, δυνάμει του άρθρου 6 του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου Κεφ. 105.

Β. Δήλωση και/ή Απόφαση του Δικαστηρίου δια της οποίας να κηρύσσεται άκυρη, παράνομη και αποστερούμενη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος η Απόφαση των καθ’ ων η αίτηση ημερομηνίας 26/1/2024 η οποία αφορούσε διαταγή όπως ο Αιτητής παραμείνει υπό κράτηση μέχρις ότου απελαθεί.»

 

   Σύμφωνα με τα όσα περιγράφονται στην Ένσταση, ο αιτητής είναι υπήκοος Συρίας κάτοχος συμπληρωματικής προστασίας, κατέχων άδεια διαμονής, υπό αυτό το καθεστώς, μέχρι την 7.6.2025. Κατόπιν πληροφοριών που λήφθηκαν, αυτός συνελήφθη, καθώς υπήρχαν υποψίες πως είναι μέλος κυκλώματος διακίνησης παράτυπων μεταναστών. Στις 26.1.2024 εκδόθηκαν εναντίον του διατάγματα κράτησης κι απέλασης, βάσει των διατάξεων του άρθρου 14 του Κεφ. 105 και του άρθρου 29 του περί Προσφύγων Νόμου, αφού κηρύχθηκε ως απαγορευμένος μετανάστης, στη βάση του άρθρου 6(1)(ζ) του Κεφ. 105. 

 

  Προς ακύρωση των προσβαλλόμενων αποφάσεων, ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή, διατείνεται πως η απόφαση για κήρυξη του αιτητή ως απαγορευμένου μετανάστη κι η έκδοση διατάγματος κράτησης, έχουν ληφθεί υπό πλάνη περί τον Νόμο, καθότι προ της έκδοσής τους, έπρεπε να προηγηθεί συγκεκριμένη διαδικασία που περιγράφεται στον περί Προσφύγων Νόμο, για ανάκληση του καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας, κάτι που δεν έχει προηγηθεί. Ισχυρίζεται περαιτέρω, πως η αιτιολογία των προσβαλλόμενων αποφάσεων είναι πάσχουσα, καθότι κανένα έγγραφο δεν παρουσιάζεται από το οποίο να προκύπτει πως ο ίδιος είναι μέλος κυκλώματος διακίνησης παράτυπων μεταναστών και συνεπώς, η αιτιολογική βάση της κήρυξης του αιτητή σε απαγορευμένο μετανάστη, είναι εσφαλμένη. Προβάλλεται ισχυρισμός περί παράβασης του δικαιώματος του να ακουστεί και λήψης της απόφασης από αναρμόδιο πρόσωπο, αφού κατά τις εισηγήσεις, στη βάση των διατάξεων του άρθρου 4(1)(α) του Κεφ. 105, ο Ανώτερος Λειτουργός Μετανάστευσης είναι ο Υπουργός Εσωτερικών, ο οποίος δύναται να μεταβιβάζει γραπτώς την άσκηση των εξουσιών του και την εκτέλεση των καθηκόντων του σε οποιοδήποτε πρόσωπο υπηρετεί στο Υπουργείο Εσωτερικών και δεν έχει προσκομιστεί απόφαση με την οποία μεταβιβάζονται οι εξουσίες του προς την Διευθύντρια του Τμήματος. Τέλος, προβάλλεται η θέση πως οι προσβαλλόμενες αποφάσεις έχουν ληφθεί χωρίς να προηγηθεί η δέουσα έρευνα, ενώ σε σχέση με το διάταγμα κράτησης, οι λόγοι που καταγράφονται είναι γενικοί και αόριστοι και κατά παράβαση της αρχής της αναλογικότητας.

 

  Υποστηρικτική της νομιμότητας των προσβαλλόμενων αποφάσεων, υπήρξε η θέση της ευπαιδεύτου συνηγόρου της Δημοκρατίας. Υπέβαλε πως το παρόν Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία να εξετάσει τη νομιμότητα των προσβαλλόμενων αποφάσεων, αφού αυτά έχουν εκδοθεί στη βάση του περί Προσφύγων Νόμου.

 

  Άνευ βλάβης, αποτέλεσε θέση της καθ’ ης η αίτηση πως τα όσα αναφέρονται από τον αιτητή σε σχέση με τον αποκλεισμό ή ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας, δεν έχουν σχέση με τα επίδικα θέματα, καθότι στην προκείμενη περίπτωση δεν έχει λάβει χώρα ούτε αποκλεισμός, ούτε και ανάκληση του καθεστώτος του αιτητή, ενέργειες οι οποίες λαμβάνονται από την Υπηρεσία Ασύλου και όχι από το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, ενώ η παράλειψη του αιτητή να προσβάλει τη νομιμότητα του διατάγματος απέλασης ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, καθιστά τις εδώ προσβαλλόμενες διοικητικές αποφάσεις, νόμιμες. Κατά τις εισηγήσεις, η έκδοση του διατάγματος κράτησης κι η κήρυξη του αιτητή ως απαγορευμένου μετανάστη δεν αποτελούν ούτε τιμωρία, ούτε και πειθαρχική κύρωση έτσι ώστε να πρέπει να ακουστεί ο αιτητής, ενώ υπέβαλε πως έχει εκδοθεί από αρμόδιο διοικητικό όργανο και είναι επαρκώς αιτιολογημένη.

 

 Όπως προκύπτει από τις αιτούμενες θεραπείες, με την υπό εκδίκαση προσφυγή, προσβάλλεται η νομιμότητα της απόφασης της Διευθύντριας του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης να κηρύξει τον αιτητή ως απαγορευμένο μετανάστη, βάσει του άρθρου 6 του Κεφ. 105, όπως επίσης κι η έκδοση του διατάγματος κράτησης του αιτητή, ημερομηνίας 26.1.2024, με σκοπό την απέλασή του.

 

  Σημειώνεται πως, κατόπιν σχετικής ερώτησης του Δικαστηρίου προς τον δικηγόρο του αιτητή, κατά το στάδιο της ακροαματικής διαδικασίας, διευκρινίστηκε πως το διάταγμα απέλασης, ημερομηνίας 26.1.2024, έχει προσβληθεί με την προσφυγή με αρ. ΔΑ 2/2024 ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, η εξέταση της οποίας όμως ακόμα να ολοκληρωθεί. Ως εκ τούτου, ενόψει του ότι σήμερα που εξετάζεται η παρούσα προσφυγή, η προσφυγή κατά του διατάγματος απέλασης δεν έχει εξεταστεί, το διάταγμα απέλασης τεκμαίρεται νόμιμο, μέχρι την τυχόν ακύρωσή του από το αρμόδιο καθ’ ύλην Δικαστήριο.

 

  Αυτό, κατά την κρίση μου, δημιουργεί ζήτημα ύπαρξης δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου σε σχέση με την παράγραφο (Α) της προσφυγής, ήτοι σε σχέση με την κρίση της Διευθύντριας του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης πως ο αιτητής είναι απαγορευμένος μετανάστης.

 

  Τούτο, καθότι το προαναφερόμενο διάταγμα απέλασης ημερομηνίας 26.1.2024 είναι καθοριστικό για την υπόσταση ενός αλλοδαπού στην Δημοκρατία και δεδομένου του καθεστώτος του αιτητή, ως προσώπου που κατέχει το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, κρίνω πως το παρόν Δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας να εξετάσει το κατά πόσον νόμιμα ο αιτητής έχει καταστεί απαγορευμένος μετανάστης.

 

  Προς τούτο, υιοθετώ και επαναλαμβάνω τα όσα είχα την ευκαιρία να εξετάσω στα πλαίσια εκδίκασης της υπόθ. αρ. 186/2023(Κ) A.A.J. ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 30.3.2023, από την οποία και μεταφέρω το ακόλουθο απόσπασμα, σε σχέση με το πιο πάνω αναφερόμενο ζήτημα:-     

«Όπως προκύπτει από το αιτητικό της αίτησης ακυρώσεως, με την υπό κρίση προσφυγή, προσβάλλεται η κήρυξη του αιτητή ως απαγορευμένου μετανάστη, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 6(1)(δ) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105, ως αυτή η απόφαση του γνωστοποιήθηκε δια της επιστολής ημερομηνίας 19.1.2023. Παράλληλα, γνωστοποιείται στον αιτητή η έκδοση του διατάγματος απέλασης, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 29 του περί Προσφύγων Νόμου, λόγω της ποινικής του καταδίκης, όπως επίσης και η έκδοση του διατάγματος κράτησης.

 

Σημειώνεται πως η προσφυγή του αιτητή με αρ. 363/2023 κατά της νομιμότητας και ορθότητας του διατάγματος απέλασης ημερομηνίας 19.1.2023, εκκρεμεί, ακόμα, προς εξέταση ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, ενώ σε ερώτηση του Δικαστηρίου για το στάδιο στο οποίο αυτή βρίσκεται, δόθηκε η απάντηση πως δεν είχε ακόμα καταχωρηθεί η γραπτή αγόρευση του αιτητή.

Λόγω της φύσης του διατάγματος κράτησης, ως παρεπόμενου μέτρου σε σχέση με την απέλαση, ορθό θα ήταν, τα χρονοδιαγράμματα αμφισβήτησης των δύο διαταγμάτων, λόγω του ότι είναι αλληλοσυναρτώμενα, να είναι ταυτόσημα και/ή να συνάδουν χρονικά, καθότι, καλείται σήμερα το παρόν Δικαστήριο να εξετάσει τη νομιμότητα – και όχι τη διάρκεια της κράτησης, η εξέταση της οποίας είναι, επίσης, εκτός της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου – του διατάγματος κράτησης, αφού τέθηκε υπόψη και η έκδοση διατάγματος απέλασης, το οποίο, ως διοικητική πράξη, τεκμαίρεται νόμιμο, μέχρι η νομιμότητα του να κριθεί από το αρμόδιο Δικαστήριο.

 

Με δεδομένο λοιπόν, πως η προσφυγή που άσκησε ο αιτητής κατά του διατάγματος απέλασης ημερομηνίας 19.1.2023, δεν έχει ακόμα εξεταστεί, υπό τα ενώπιον μου δεδομένα, διαπιστώνω πως, σήμερα, κατά την εξέταση της νομιμότητας του διατάγματος κράτησης ίδιας ημερομηνίας, υφίσταται νομίμως εκδοθέν διάταγμα απέλασης, γεγονός που κατά την κρίση μου, δικαιολογεί και την κράτηση, προς υλοποίηση της εκτέλεσης της διοικητικής απόφασης της απέλασης.

 

Λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος πως το διάταγμα απέλασης είναι καθοριστικό για την υπόσταση του αλλοδαπού στη Δημοκρατία και δεδομένου του γεγονότος πως στον αιτητή είχε αναγνωριστεί καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, κρίνεται πως το παρόν Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία, υπό αυτές τις περιστάσεις και μόνον, να εξετάσει το κατά πόσον νόμιμα ο αιτητής έχει καταστεί απαγορευμένος μετανάστης.

 

Τούτο, αφού η κρίση της διοίκησης για το χαρακτηρισμό του αιτητή, δικαιούχου συμπληρωματικής προστασίας, ως απαγορευμένου μετανάστη, προϋποθέτει διοικητική διεργασία στη βάση του περί Προσφύγων Νόμου, διεργασία και χαρακτηρισμός που απέληξε στην έκδοση του διατάγματος απέλασης, η κρίση της νομιμότητας και ορθότητας του οποίου διατάγματος, εξακολουθεί να εκκρεμεί ενώπιον του αρμοδίου Δικαστηρίου. Ο χαρακτηρισμός του αιτητή ως απαγορευμένου μετανάστη, αποτέλεσε συνέπεια των διοικητικών διεργασιών που προηγήθηκαν από τη διοίκηση, σε σχέση με το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας του αιτητή και εάν αυτό έπαυσε ή ανακλήθηκε, στη βάση των διατάξεων του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Το παρόν Δικαστήριο δεν θα μπορούσε να εξετάσει τη νομιμότητα κήρυξης του αιτητή ως απαγορευμένου μετανάστη, καθότι αυτό αποτελεί επακόλουθο της όποιας απόφασης του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, σε σχέση με την άρση ή όχι, ή την ύπαρξη πράγματι δυνατότητας άρσης του καθεστώτος του αιτητή, ζητήματα που εμπίπτουν αποκλειστικά στη δική του δικαιοδοσία, που άλλωστε τίποτε από τα πιο πάνω προκύπτει από το διοικητικό φάκελο που κατατέθηκε στο Δικαστήριο ως Τεκμήριο 1.

 

Λόγω της αλληλένδετης αλυσίδας των διοικητικών πράξεων, θα έπρεπε να προηγηθεί προς εξέταση η υπόσταση του αιτητή στη Δημοκρατία, αιτητή κατόχου συμπληρωματικής προστασίας, ζήτημα το οποίο θα τύχει εξέτασης από το αρμόδιο προς τούτο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας.

 

Στη βάση των πιο πάνω, κρίνεται πως το παρόν Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία, υπό τις πιο πάνω αναφερόμενες ειδικές και συγκεκριμένες περιστάσεις, να εξετάσει το κατά πόσον ο αιτητής, στον οποίο είχε χορηγηθεί καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας και δεν προκύπτει από τον φάκελο να έχει αυτό αρθεί,  να εξετάσει το κατά πόσον, ορθά κηρύχθηκε απαγορευμένος μετανάστης, αφού προέχει αυτού του χαρακτηρισμού, κρίση του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας που θα πρέπει να προηγηθεί, ως προς το καθεστώς του αιτητή, στον οποίο παραχωρήθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου, στις 27.11.2020, το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας».

  Όλα τα πιο πάνω, κρίνεται, πως βρίσκουν εφαρμογή και στην υπό εκδίκαση υπόθεση. Ο αιτητής είναι κάτοχος καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας από το 2014, με ειδική άδεια προσωρινής παραμονής του στη Δημοκρατία. Η κρίση της διοίκησης για το χαρακτηρισμό του αιτητή, δικαιούχου συμπληρωματικής προστασίας, ως απαγορευμένου μετανάστη, προϋποθέτει διοικητική διεργασία στη βάση του περί Προσφύγων Νόμου, η οποία κι απέληξε στην έκδοση του διατάγματος απέλασης, η εξέταση της νομιμότητας κι ορθότητας αυτής της διοικητικής πράξεως, δεν εμπίπτει στη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου. Ο χαρακτηρισμός του αιτητή ως απαγορευμένου μετανάστη, αποτέλεσε συνέπεια των διοικητικών διεργασιών που προηγήθηκαν από τη διοίκηση, σε σχέση με το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας που του χορηγήθηκε κι εάν αυτό έπαυσε ή ανακλήθηκε, στη βάση των διατάξεων του περί Προσφύγων Νόμου και δεν θα εξεταστεί στην υπό κρίση διαδικασία.

 

  Στη βάση των πιο πάνω, κρίνεται πως το παρόν Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία να εξετάσει της νομιμότητα του αιτητικού της παραγράφου (Α).

 

  Με βάση τα πιο πάνω, παραμένει προς εξέταση, μόνον η νομιμότητα του διατάγματος κράτησης του αιτητή, που συνιστά την προσβαλλόμενη με την παράγραφο (Β) της αίτησης ακυρώσεως. Το διάταγμα κράτησης, έχει ως υπόβαθρο την έκδοση του διατάγματος απέλασης, το οποίο μέχρι και την ακύρωσή του από το αρμόδιο καθ’ ύλην Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας, τεκμαίρεται νόμιμο. Τα δύο διατάγματα είναι αλληλένδετα και αλληλοεξαρτώμενα, εφόσον η νομιμότητα του διατάγματος απέλασης, θα αναδείξει και τη νομιμότητα του διατάγματος κράτησης, ως διοικητικού μέτρου στη βάση του Κεφ. 105, το οποίο εκδόθηκε με σκοπό να διαφυλάξει τη δυνατότητα εκτέλεσης του διατάγματος απέλασης (Α.Ε. 89/15 Α.Ν. v. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 3.6.2022). Τυχόν ακύρωση του διατάγματος κράτησης, θα αποσοβήσει την υλοποίηση του διατάγματος απέλασης, το οποίο, όπως έχει ήδη αναφερθεί, τεκμαίρεται νόμιμο, μέχρι την τυχόν ακύρωση του από το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας.

 

  Κατά την δική μου κρίση, δεν είναι δυνατός ο κατακερματισμός των διοικητικών αυτών ενεργειών, οι οποίες είναι αλληλένδετες, αφού η τύχη κάθε διατάγματος κράτησης, εξαρτάται άμεσα από την τύχη του διατάγματος απέλασης, λόγω του ότι ακριβώς, το πρώτο, είναι προορισμένο να διαφυλάξει τη δυνατότητα υλοποίησης κι εκτέλεσης του δεύτερου, το οποίο συνιστά διοικητική πράξη που τεκμαίρεται νόμιμη, μέχρι την τυχόν ακύρωσή της από το αρμόδιο Δικαστήριο.

 

  Για τους πιο πάνω λόγους, η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα τα οποία επιδικάζονται εναντίον του αιτητή και υπέρ της Δημοκρατίας, ύψους €1.600 έξοδα.

 

                       

 

         Γαβριήλ, Δ.Δ.Δ.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο