ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

   Υπόθεση Αρ.:  4020/23

 

12 Απριλίου 2024

 

[Β.ΚΟΥΡΟΥΖΙΔΟΥ ΚΑΡΛΕΤΤΙΔΟΥ, ΔΔΔΔΠ.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

 

G.O.A. από τη Νιγηρία

                                                                               Αιτήτρια

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπουργείου Εσωτερικών, Υπηρεσία Ασύλου

 

Καθ' ων η Αίτηση

 

 

Ο. Νικολάου (κα) για Χρ. Λαζάρου - Αρτέμη (κα), Δικηγόρος για την Αιτήτρια.

 

Μ. Βασιλείου (κα), Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.

 

Η Αιτήτρια είναι παρούσα.

 

(Παρών ο διερμηνέας κος Ηλίας Φανούς για πιστή μετάφραση από τα ελληνικά στα αγγλικά και αντίστροφα)

 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Με την υπό εξέταση προσφυγή, η Αιτήτρια προσβάλλει την απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερ. 16/08/23, με την οποία το αίτημα της για διεθνή προστασία ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου απορρίπτεται καθότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 3 και 19 του Περί Προσφύγων Νόμο.

 

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

 

Σύμφωνα με τα στοιχεία του φακέλου, η Αιτήτρια, υπήκοος της Νιγηρίας, εγκατέλειψε την χώρα της στις 07/11/2022 και στις 09/11/2022 εισήλθε παράνομα στην Κυπριακή Δημοκρατία μέσω των μη ελεγχόμενων από την Κυβέρνηση περιοχών. Στις 29/11/2022 υπέβαλε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας. Στις 31/07/2023 διεξήχθη συνέντευξη στην Αιτήτρια από αρμόδιο λειτουργό του οργανισμού European Union Agency for Asylum (EUAA) και στις 07/08/2023 αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε έκθεση-εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας και εισηγήθηκε την απόρριψη της αίτησης της Αιτήτριας. Στις 16/08/2023 ο εξουσιοδοτημένος από τον αρμόδιο Υπουργό λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου να ασκεί καθήκοντα Προϊσταμένου, ενέκρινε την έκθεση και εισήγηση σχετικά με την συνέντευξη της Αιτήτριας διατάσσοντας παράλληλα την επιστροφή της στη Νιγηρία. Ακολούθως, ετοιμάστηκε επιστολή ημερ. 19/09/2023 από την Υπηρεσία Ασύλου προς την Αιτήτρια σχετικά με την απόρριψη της αίτησης και αιτιολόγηση της απόφασης. Η εν λόγω επιστολή επιδόθηκε στην Αιτήτρια αυθημερόν σε γλώσσα πλήρως κατανοητή από την ίδια (Αγγλικά). Στις 27/10/2023 η Αιτήτρια προχώρησε στην καταχώρηση της παρούσας προσφυγής μέσω νομικής εκπροσώπου.

 

ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ ΑΙΤΗΤΡΙΑΣ

 

Η Αιτήτρια, δια της δικηγόρου της, προβάλει  διάφορους νομικούς ισχυρισμούς προς υποστήριξη του αιτήματος για ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, οι οποίοι τίθενται με γενικότητα και χωρίς να συναρτώνται με τα επίδικα γεγονότα, και οι περισσότεροι εκ των οποίων δεν προωθούνται με την Γραπτή της Αγόρευση.

 

Η συνήγορος του Αιτητή δια της γραπτής της αγόρευσης προβάλλει, ως λόγους ακύρωσης της επίδικης πράξης, την έλλειψη δέουσας έρευνας, η προσβαλλόμενη πράξη λήφθηκε τελώντας υπό πλάνη περί τα πράγματα, πλάνης περί το Νόμο και κατά παράβαση δικαιωμάτων της Αιτήτριας, την έλλειψη επαρκούς και/ή δέουσας αιτιολογίας και η προσβαλλόμενη πράξη ελήφθη παράνομα και παράτυπα και/ή κατά παράβαση του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (ν. 158/1999) και της σχετικής νομοθεσίας.

 

Οι Καθ' ων η αίτηση μέσω της γραπτής τους αγόρευσης υποβάλλουν ότι η Αιτήτρια δεν κατόρθωσε να αποσείσει το βάρος απόδειξης το οποίο φέρει από το νόμο και να αποδείξει βάσιμο και δικαιολογημένο λόγο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων. Ως εκ τούτου με βάση τη γραπτή αγόρευση των Καθ’ ων η αίτηση ορθά και δίκαια κατέληξαν στην απόρριψη του αιτήματος της Αιτήτριας. Επιπρόσθετα, ισχυρίζεται ότι προκύπτει από το διοικητικό φάκελο πως ότι οι Καθ’ ων η αίτηση ενήργησαν σύμφωνα με το Νόμο και η επίδικη απόφαση εκδόθηκε καθ’ όλα νόμιμη.

 

Στα πλαίσια της δικασίμου ημερ. 18/1/2024 οπότε ήταν ορισμένη η παρούσα για διευκρινήσεις η συνήγορος της Αιτήτριας ανέφερε ότι υιοθετεί το περιεχόμενο της αίτησής και γραπτής αγόρευσης της Αιτήτριας και τόνισε ότι δίδεται έμφαση στους ισχυρισμούς περί πλάνης, μη δέουσας έρευνας και σωστής αξιολόγησης της εσωτερικής αξιοπιστίας της Αιτήτριας. Η συνήγορος των Καθ’ ων η αίτηση υιοθέτησε το περιεχόμενο της ένστασης και γραπτής αγόρευσης των Καθ’ ων η αίτηση.

 

Στη συνέχεια, η Αιτήτρια απάντησε σε ερωτήσεις του Δικαστηρίου. Σε σχετικές ερωτήσεις του Δικαστηρίου η Αιτήτρια ανέφερε ότι η πρόθεσή της ήταν να σπουδάσει νοσηλευτική ωστόσο δεν το έπραξε για οικονομικούς λόγους. Το Δικαστήριο υπέβαλε ερώτημα στην Αιτήτρια πως εντός μίας ημέρας από την άφιξή της στις μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές έως την είσοδό της στην Κυπριακή Δημοκρατία αντιλήφθηκε ότι δεν θα διέθετε τα χρήματα για να σπουδάσει και η Αιτήτρια απάντησε ότι επρόκειτο να φιλοξενηθεί από κάποιον, κάτι που δεν συνέβη, με αποτέλεσμα να μεταβεί στην Κυπριακή Δημοκρατία μετά από την προτροπή ενός λευκού άνδρα. Επίσης, η Αιτήτρια επανέλαβε ότι διέμενε για δύο έτη στον Λίβανο, πριν τη μετάβασή της στην Κυπριακή Δημοκρατία, για  να εργαστεί και να βοηθήσει την οικογένειά της και επέστρεψε στη χώρα καταγωγής της επειδή απεβίωσε ο υιός της. Εν συνεχεία, το Δικαστήριο έθεσε ερωτήσεις στην Αιτήτρια αναφορικά με το σύζυγο και το γάμο της. Η Αιτήτρια ανέφερε πως δεν έχει επίσημα διαζευχτεί με το σύζυγό της παρά το ότι τον έχει εγκαταλείψει από το 2020, ωστόσο δήλωσε πως δεχόταν κακοποίηση από τον ίδιο από το 2018 και έτσι μετακόμισε στο Λίβανο για να βοηθήσει την οικογένειά της και να μορφωθεί. Παρά αυτή την τελευταία της δήλωση η Αιτήτρια ανέφερε ότι θα ήθελε να σπουδάσει στη Νιγηρία. Τέλος, ανέφερε ότι ο πάστορας της την βοήθησε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής της.

 

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

 

Καταρχάς πρέπει να λεχθεί ότι οι λόγοι ακύρωσης είναι με γενικότητα και αοριστία που εγείρονται στην παρούσα αίτηση.  Η απλή αναφορά κατά ιδιαίτερα συνοπτικό τρόπο στους λόγους ακύρωσης της νομικής βάσης της προσφυγής δεν ικανοποιεί την επιτακτική ανάγκη του Καν. 7 του Ανωτάτου Συνταγματικού Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962, όπως οι νομικοί λόγοι αναφέρονται πλήρως. 

 

«Η αναφορά, για παράδειγμα, ότι «Η απόφαση πάσχει γιατί λήφθηκε χωρίς την δέουσα έρευνα» (το ίδιο αοριστόλογοι είναι και οι υπόλοιποι λόγοι ακύρωσης), δεν εξηγεί καθόλου, ούτε παραπέμπει σε συγκεκριμένα κατ' ισχυρισμόν δεδομένα που οδήγησαν σε μη έρευνα, ή σε πλάνη, ή καταπάτηση των αρχών της ίσης μεταχείρισης κλπ.  Η προσφυγή θα μπορούσε να απορριφθεί για τους πιο πάνω διαδικαστικούς λόγους οι οποίοι αντανακλούν βεβαίως και επί της ουσίας.  Αυστηρώς ομιλούντες τα όσα αναφέρονται στην αγόρευση της δικηγόρου του Αιτητή δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη, εφόσον παγίως αναγνωρίζεται ότι οι αγορεύσεις δεν αποτελούν μέσο για τη θεμελίωση γεγονότων. (δέστε Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Ελισσαίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (2004) 3 Α.Α.Δ. 412 και Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 384) (δέστε Υπόθεση Αρ. 1119/2009  ημερ. 31 Ιανουαρίου 2012 FARHAN KHALIL, και   Κυπριακής Δημοκρατίας).

 

Οι ισχυρισμοί για την ακύρωση μιας διοικητικής απόφασης πρέπει να είναι συγκεκριμένοι και να εξειδικεύουν ποια νομοθετική πρόνοια ή αρχή διοικητικού δικαίου παραβιάζεται. Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Latomia Estate Ltd. v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672:

 

Η αιτιολόγηση των νομικών σημείων πάνω στα οποία βασίζεται μια προσφυγή είναι απαραίτητη για την εξέταση από ένα Διοικητικό Δικαστήριο των λόγων που προσβάλλουν τη νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης.

 

Περαιτέρω δεν αρκεί η παράθεση των συγκεκριμένων διατάξεων της νομοθεσίας που κατ' ισχυρισμόν παραβιάζει η προσβαλλόμενη πράξη, αλλά θα πρέπει επίσης τα επικαλούμενα νομικά σημεία να αιτιολογούνται πλήρως.  Οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια σε σχέση με αυτά μπορεί να έχει ως συνέπεια την απόρριψη της προσφυγής. (βλ. Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 AAΔ.598).

 

Η συνήγορος της Αιτήτριας παραθέτει γενικά και αόριστα τα νομικά σημεία στην προσφυγή και επικαλείται παραβιάσεις του Συντάγματος, του  περί Προσφύγων Νόμου και των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου χωρίς ωστόσο την παράθεση των συγκεκριμένων διατάξεων της νομοθεσίας που κατ' ισχυρισμό παραβιάζει η προσβαλλόμενη πράξη, αλλά  επίσης  ελλείπει οποιαδήποτε επιχειρηματολογία υπέρ της αποδοχής των λόγων ακύρωσης. Επίσης είναι πλειστάκις νομολογημένο ότι, λόγοι ακύρωσης που δεν εγείρονται στο δικόγραφο της προσφυγής δεν μπορούν να εξεταστούν με το να εγείρονται για πρώτη φορά στις γραπτές αγορεύσεις. Σχετική είναι η απόφαση της Ολομέλειας στη Φλωρεντία Πετρίδου ν. Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, (2004) 3 Α.Α.Δ. 636 και  η υπόθεση Σπύρου και Άλλων ν. Δημοκρατίας, Προσφ. 571/94 κ.α., ημερ. 22.11.1995, στη σελ. 4.

 

Τα όσα επομένως πιο κάτω εξετάζονται και  αποφασίζονται τελούν υπό την πιο πάνω τοποθέτηση.

 

Αναφορικά με το ισχυρισμό της Αιτήτριας περί έλλειψης δέουσας έρευνας  έχει πλειστάκις νομολογηθεί ότι η έκταση, ο τρόπος και η διαδικασία που ακολουθείται ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης.

 

Περαιτέρω η έρευνα είναι επαρκής εφόσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται. Το  κριτήριο για την πληρότητα της έρευνας έγκειται στη συλλογή και τη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων τα οποία παρέχουν ασφαλή συμπέρασμα. (Βλέπε Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.α., Α.Ε. 1518/1.11.96, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου, Α.Ε. 1575/14.7.97, Α.Ε.2371, Motorways Ltd v Δημοκρατίας ημερ. 25/6/99).

 

Το Δικαστήριο στα πλαίσια ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα

 

Περαιτέρω  όπως εξηγήθηκε στην υπόθεση Πολυξένη Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 606/91, ημερομηνίας 22.9.92, στις σελ. 2-3: «Το τι αποτελεί επαρκή έρευνα, εξαρτάται από τα γεγονότα και περιστατικά της κάθε υπόθεσης (Κηαi ν. Τhe Republic (1987) 3 CLR 1534). Η έκταση της έρευνας που ένα διοικητικό όργανο διεξάγει για τη λήψη απόφασης εξαρτάται από τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης (Δημοκρατίας ν. Γιαλλουρίδη και Άλλων), Αναθεωρητικές Εφέσεις 868, 868, ημερομηνίας 13.12.90)».

 

Όπως καταδεικνύεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου οι Καθ΄ ων η αίτηση ενήργησαν σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου και εξέτασαν όλα τα ουσιώδη στοιχεία που είχαν ενώπιον τους. 

 

Έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, κυρίως των όσων η Αιτήτρια δήλωσε κατά την διάρκεια της συνέντευξης, όσο και όσα προβάλλει με την παρούσα  προσφυγή αλλά και όσων η Αιτήτρια ισχυρίστηκε ενώπιον του Δικαστηρίου στις 18/1/24.

 

Σύμφωνα με τα στοιχεία στον φάκελο της Αιτήτριας, αυτή είναι ενήλικη από τη Νιγηρία.

 

Κατά την υποβολή της αίτησής της για παραχώρηση διεθνούς προστασίας, η Αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της επειδή ο σύζυγός της απειλούσε τη ζωή της και την κακοποιούσε καθημερινά. Επίσης, ανέφερε ότι τη μαχαίρωσε στην πλάτη ενώ ήταν 6 μηνών έγκυος και απέβαλε.

 

Στις 21/07/2023 η Αιτήτρια υποβλήθηκε σε προσωπική συνέντευξη προς εξέταση της αίτησής της, η οποία διενεργήθηκε από αρμόδιο λειτουργό του European Union Agency for Asylum (EUAA). Κατά την διάρκεια της συνέντευξης η Αιτήτρια προέβαλε ότι είναι εθνοτικής καταγωγής Igbo, χριστιανή του καθολικού δόγματος (ερυθρό 33 – 1Χ-2Χ του διοικητικού φακέλου), ομιλεί την διάλεκτο Igbo και Αγγλικά (ερυθρό 33 – 1Χ-2Χ του διοικητικού φακέλου) και έχει ολοκληρώσει τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση (ερυθρό 31 – 1Χ του διοικητικού φακέλου). Η Αιτήτρια δεν είχε εργαστεί κάπου στη χώρα καταγωγής της . (ερυθρό 31 – 1Χ  του διοικητικού φακέλου). Η Αιτήτρια γεννήθηκε και μεγάλωσε στο χωριό Ikedur της πολιτείας Imo (ερυθρό 33 – 1Χ του διοικητικού φακέλου), είναι διαζευγμένη και μητέρα ενός υιού, ο οποίος έχει αποβιώσει από κάποια ασθένεια για την οποία δε γνώριζε λεπτομέρειες καθότι η ίδια απουσίαζε όταν αρρώστησε (ερυθρό 32 – 1Χ-2Χ του διοικητικού φακέλου). Η Αιτήτρια ανέφερε πως ήταν παντρεμένη από το 2015 έως το 2022 (ερυθρό 32 – 2Χ του διοικητικού φακέλου).

 

Αναφορικά με τους κατ' ιδίαν λόγους που ανάγκασαν την Αιτήτρια να εγκαταλείψει την χώρα της δήλωσε ότι ο σύζυγός, με τον οποίο είχε παντρευτεί σε ηλικία 19 ετών, την κακοποιούσε και την κακομεταχειρίζονταν καθ’ όλη τη διάρκεια της συμβίωσης της έως ότου η ίδια αναχωρήσει από τη χώρα καταγωγής της (ερυθρό 30 – 2Χ του διοικητικού φακέλου). Μάλιστα, όταν ο υιός τους αρρώστησε και η ίδια επέστρεψε από το Λίβανο, όπου εργαζόταν εκείνη την χρονική περίοδο, ο σύζυγός της της είχε υποσχεθεί ότι  δε θα είναι μαζί και την είχε απειλήσει πως εάν συνέβαινε οτιδήποτε στο τέκνο τους θα τη σκότωνε. Μετά το θάνατο του υιού τους η Αιτήτρια συνέχισε να διαμένει με το σύζυγό της καθότι στη χώρα της για να λυθεί ένας γάμος θα πρέπει να επιστραφεί το χρηματικό ποσό το οποίο καταβάλλεται κατά τη σύναψή του, κάτι το οποίο δε μπορούσε να πράξει η ίδια. Επιπρόσθετα, η Αιτήτρια ανέφερε ότι μετά το θάνατο του υιού τους ο σύζυγός της την μαχαίρωσε και οι γονείς της τη μετέφερε στο νοσοκομείο. Επίσης, η Αιτήτρια ανέφερε πως ήταν έγκυος μετά την επιστροφή της από το Λίβανο και απέβαλλε εξαιτίας της βίας που δέχθηκε από το σύζυγό της. Ένεκα των δύο προαναφερθέντων περιστατικών η Αιτήτρια αποφάσισε να αναχωρήσει από τη χώρα καταγωγής της αφού ο σύζυγός της τη θεωρεί υπεύθυνη για το θάνατο του τέκνου τους και την απείλησε ότι θα τη σκοτώσει εάν την εντοπίσει στη Νιγηρία ακόμη κι αν παρέλθουν 10 έτη (ερυθρό 30 – 2Χ του διοικητικού φακέλου).

 

Εν συνεχεία, η Αιτήτρια απαντώντας σε σχετική ερώτηση δήλωσε ότι σε  περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της θα πεθάνει επειδή δεν έχει οπουδήποτε αλλού να πάει και υπέδειξε στο λειτουργό το σημείο όπου την μαχαίρωσε (ερυθρό 30 – 3Χ του διοικητικού φακέλου). Ακολούθως, στην Αιτήτρια τέθηκαν ερωτήματα αναφορικά με το γάμο της και η ίδια ανέφερε ότι όταν γνωρίστηκε με το σύζυγό της, ονόματι Imanrey, ήταν καλός μαζί της και έζησαν μαζί για χρόνια έως ότου η συμβίωσή τους ήταν δύσκολη. Έτσι, η Αιτήτρια έπρεπε να το σκάσει για να εξεύρει χρήματα (ερυθρό 30 -1Χ του διοικητικού φακέλου). Επίσης, ανέφερε το επίθετο του και την ηλικία του (36 ετών κατά το χρόνο της συνέντευξης), ωστόσο δε θυμόταν την ημερομηνία γέννησης του. Ο σύζυγός της πριν το γάμο τους διέμενε στο χωριό της Αιτήτριας και συνέχιζαν να διαμένουν εκεί και μετά τη σύναψη του γάμου τους (ερυθρό 30 – 1Χ του διοικητικού φακέλου). Σε σχετική ερώτηση του λειτουργού η Αιτήτρια δήλωσε ότι η σχέση τους ξεκίνησε το 2014 κοντά στην περίοδο του Πάσχα, καθότι δεν μπορούσε να θυμηθεί την ακριβή ημερομηνία, ενώ τον Οκτώβριο του 2014 ανακάλυψε την εγκυμοσύνη της και σύναψαν το γάμο τους σύμφωνα με την παράδοση τους τον Ιανουάριο του 2015 (ερυθρό 29 του διοικητικού φακέλου). Επιπλέον, η Αιτήτρια έδωσε λεπτομέρειες αναφορικά με τη διαδικασία του γάμου σύμφωνα με την παράδοση, μεταξύ άλλων ανέφερε ότι η οικογένεια του γαμπρού καταβάλλει χρηματικό ποσό στην οικογένεια της νύφης. Σχετικά με αυτό δήλωσε ότι δε γνωρίζει το ακριβές ποσό που καταβλήθηκε επειδή δεν ήταν παρούσα στη διαδικασία αλλά ούτε ρώτησε αργότερα τους γονείς της επειδή αυτό προστάζει η παράδοση (ερυθρό 29 του διοικητικού φακέλου). Εν σχέση με τη γέννηση του υιού της δήλωσε ότι αυτή πραγματοποιήθηκε το 2015 ενώ όταν ερωτάται για την ακριβή ημερομηνία ανέφερε τον Ιούλιο του 2017 (ερυθρά 29 & 28 – 1Χ του διοικητικού φακέλου). Επίσης, η Αιτήτρια κλήθηκε να αναφερθεί στην καθημερινότητά με το σύζυγό της αναφέροντας ότι ήταν κόλαση μετά τον πρώτο μήνα του γάμου τους, ενώ ανέφερε ακόμη πως τις 6 ημέρες τη χτυπούσε και τη 1 ήταν χαρούμενοι (ερυθρό 28 – 1Χ του διοικητικού φακέλου). Ο λόγος για τον οποίο ο σύζυγός του άλλαξε συμπεριφορά απέναντί της ήταν επειδή στις 11/3/15 την κατηγόρησε πως είχε σχέση με έναν φίλο του συζύγου της, ενώ ανέφερε ότι κατ’ εκείνη την περίοδο ήταν έγκυος (ερυθρό 28 – 1Χ του διοικητικού φακέλου). Η Αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι ο σύζυγός δεν άλλαξε συμπεριφορά μετά τη γέννηση του τέκνου τους (ερυθρό 28 – 1Χ του διοικητικού φακέλου). Κληθείσα να δώσει περαιτέρω λεπτομέρειες αναφορικά με την κακομεταχείριση που δεχόταν η Αιτήτρια δήλωσε ότι την κακοποιούσε με τη ζώνη ή οτιδήποτε έβλεπε, χαρακτηριστικά ανέφερε ότι «τη χτυπούσε σαν παιδί» (ερυθρό 28 – 1Χ του διοικητικού φακέλου). Ο σύζυγος της Αιτήτριας δεν κακοποιούσε τον υιό τους (ερυθρό 28 του διοικητικού φακέλου). Όσον αφορά το αν η Αιτήτρια ζήτησε βοήθεια ανέφερε ότι ζήτησε βοήθεια από τον πάστορά της, ο οποίος μίλησε στο σύζυγό της με αποτέλεσμα να σταματήσει να την κακοποιεί για περίοδο μόλις μία εβδομάδας ωστόσο δε ζήτησε βοήθεια από την οικογένειά της επειδή όταν ήταν έγκυος η μητέρα της την παρότρυνε να μην συνάψει γάμο με τον εν λόγω άνθρωπο (ερυθρό 28 του διοικητικού φακέλου). Αναφορικά με την προσπάθειά της να καταγγείλει στην αστυνομία την κακοποίησή της όπου της ανέφεραν πως πρόκειται για οικογενειακό ζήτημα το οποίο πρέπει να διαχειριστεί μόνη της (ερυθρό 28 του διοικητικού φακέλου).

 

Σε σχέση με τον ισχυρισμό της ότι είχε μεταβεί στο Λίβανο για να εργαστεί η Αιτήτρια ανέφερε πως αυτό συνέβη το 2020 και εργαζόταν ως οικιακή βοηθός (ερυθρό 28 του διοικητικού φακέλου). Πιο συγκεκριμένα, η Αιτήτρια δήλωσε πως ο πάστοράς της φρόντισε να πάει στο Λίβανο να εργαστεί, ο ίδιος ενημέρωσε σχετικά το σύζυγό της ο οποίος δεν έφερε αντίρρηση και είχε αναθέσει τη φροντίδα του υιού της στους γονείς της ο σύζυγός της δεν το επέτρεψε έτσι ώστε το τέκνο να παραμείνει υπό τη φροντίδα του ίδιου (ερυθρό 27 του διοικητικού φακέλου). Από τις 9/2/20, οπότε αναχώρησε για το Λίβανο, επέστρεψε στη Νιγηρία τον Φεβρουάριο του 2022 με σκοπό να φροντίσει τον υιό της ο οποίος ήταν ασθενής και συνέχισε να συμβιώνει με το σύζυγό της με αποτέλεσμα να καταστεί και πάλι έγκυος (ερυθρό 27 του διοικητικού φακέλου).

 

Ακολούθως, τέθηκαν ερωτήσεις στην Αιτήτρια σχετικά με το περιστατικό κατά το οποίο ο σύζυγός της τη μαχαίρωσε. Συγκεκριμένα, ανέφερα ότι κατά τη διάρκεια ενός καβγά εξαιτίας του θανάτου του υιού τους κατά τη διάρκεια του οποίου της ασκούσε σωματική βία, ο σύζυγός της προσπάθησε να τη σκοτώσει με μαχαίρι ωστόσο στην προσπάθεια της Αιτήτριας να τον αποφύγει της κατάφερε μία μαχαιριά στην πλάτη. Τότε ο σύζυγός της ανέφερε πως όσα χρόνια κι αν περάσουν αν την αντικρίσει θα τη σκοτώσει (ερυθρό 27 του διοικητικού φακέλου). Έπειτα η Αιτήτρια ανέφερε ότι οι γονείς της μαζί με τον πάστορα τη μετέφεραν στο νοσοκομείο, ο σύζυγός της δεν εμφανίστηκε ξανά παρά μόνο απειλούσε πως θα τη σκοτώσει (ερυθρό 27 – 1X του διοικητικού φακέλου). Ερωτώμενη πότε συνέβη το εν λόγω συμβάν η Αιτήτρια δήλωσε τον Ιούλιο του 2022 (ερυθρό 27 – 1X του διοικητικού φακέλου), ενώ όσον αφορά το λόγο για τον οποίο ο σύζυγός της διέπραξε αυτή την επίθεση εναντίον της η Αιτήτρια δήλωσε ότι δεν είχε συμβεί κάτι συγκεκριμένο απλώς επέστρεψε από το νοσοκομείο μετά το θάνατο του υιού τους και την κατηγόρησε πως είναι υπεύθυνη για το θάνατό του (ερυθρό 26 – 1Χ του διοικητικού φακέλου). Έπειτα, ο λειτουργός ρώτησε την Αιτήτρια να προσδιορίσει χρονικά πότε συνέβη το προαναφερθέν συμβάν με την ίδια να αναφέρει ότι ο υιός της απεβίωσε ένα μήνα περίπου μετά την επιστροφή της από το Λίβανο (ερυθρό 26 - 1Χ του διοικητικού φακέλου). Ωστόσο στη συνέχεια ο λειτουργός επεσήμανε στην Αιτήτρια πως προγενέστερα δήλωσε ότι το περιστατικό συνέβη όταν ο σύζυγός της επέστρεψε από το νοσοκομείο μετά το θάνατο του υιού της και η ίδια ανέφερε ότι δεν έλαβε χώρα την ημέρα αποβίωσης του υιού της, καθώς αυτός απεβίωσε μέσα Μαρτίου, και το περιστατικό πραγματοποιήθηκε τον Ιούλιο (ερυθρό 26 – 1Χ του διοικητικού φακέλου). Αναφορικά με τη νοσηλεία της δήλωσε ότι διήρκησε περίπου ένα μήνα διότι πέρα του τραυματισμού της είχε, επίσης, αποβάλλει (ερυθρό 26 του διοικητικού φακέλου). Κατά τη διάρκεια της νοσηλείας της ο σύζυγός της, σύμφωνα με την Αιτήτρια, είχε απειλήσει τους γονείς ότι θα τη σκοτώσει και μετά τη νοσηλεία της ανέφερε πως διέμενε στο σπίτι του πάστορα για περίοδο περίπου 2 μηνών (ερυθρό 26 του διοικητικού φακέλου).

 

Σε διευκρινιστικές ερωτήσεις αναφορικά με το λόγο για το οποίο δέχθηκε την ως άνω επίθεση από το σύζυγό της η Αιτήτρια επανέλαβε ότι ο λόγος είναι επειδή τη θεώρησε υπεύθυνη για το θάνατο του υιού τους αλλά δεν γνωρίζει το λόγο που τον οδήγησε να την κατηγορήσει (ερυθρό 25 – 1Χ του διοικητικού φακέλου). Επίσης, σε έτερες διευκρινιστικές ερωτήσεις αναφορικά με την ασθένεια του τέκνου της η Αιτήτρια ανέφερε ότι δεν έμαθε ποτέ από τι έπασχε και πως τα συμπτώματα συνίστατο στο μεγάλη απώλεια βάρους και στην μη κατανάλωση νερού (ερυθρό 25 – 1Χ του διοικητικού φακέλου). Η Αιτήτρια δεν κατήγγειλε το εν λόγω περιστατικό στην αστυνομία (ερυθρό 25 του διοικητικού φακέλου). Αναφορικά με το διαζύγιό της ανέφερε ότι ο γάμος τους δεν είχε τελεστή σε εκκλησία με τον παραδοσιακό τρόπο αλλά ο σύζυγός της είχε καταβάλλει χρήματα στους γονείς της για να παντρευτούν. Ως εκ τούτου για να χωρίσει όφειλε να επιστρέψει αυτό το ποσό ωστόσο εκείνος δε δέχθηκε την επιστροφή των χρημάτων με αποτέλεσμα ο γάμος να μην λυθεί (ερυθρό 25 του διοικητικού φακέλου).

 

Όσον αφορά τις απειλές ανέφερε ότι έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια της νοσηλείας της στο νοσοκομείο μετά το περιστατικό με τον τραυματισμό της από το σύζυγό της, πως δεν έλαβε καμία έτερη απειλή έκτοτε και ότι αφού αναχώρησε από τη Νιγηρία ο σύζυγός της επισκέφθηκε τους γονείς της στις αρχές του 2023 αναφέροντας ότι η Αιτήτρια παραμένει σύζυγός του και έχει το δικαίωμα να κάνει ό,τι επιθυμεί μαζί της (ερυθρό 24 του διοικητικού φακέλου).  

 

Σε σχέση με το ενδεχόμενο επιστροφής του στη χώρα καταγωγής της ανέφερε ότι δεν υπάρχει κανένα ασφαλές μέρος στη Νιγηρία ώστε να μετεγκατασταθεί καθώς αν την ανακαλύψει ο σύζυγος της θα τη σκοτώσει (ερυθρό 24 του διοικητικού φακέλου).

 

Υπό το φως των ως άνω πληροφοριών, ως αυτές προκύπτουν από το πρακτικό της συνέντευξης και τα λοιπά στοιχεία του διοικητικού φακέλου, ο αρμόδιος λειτουργός της EUAA σχημάτισε την εισήγησή του επί τη βάση των εξής δύο (2) πραγματικών ισχυρισμών: α) Ταυτότητα, προφίλ, χώρα προέλευσης της Αιτήτριας και β) Η Αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι δεχόταν ενδοοικογενειακή βία από το σύζυγό της. Όσον αφορά στον πρώτο ισχυρισμό αυτός έγινε δεκτός καθώς η Αιτήτρια κρίθηκε εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστος.

 

Όσον αφορά το δεύτερο ισχυρισμό ο λειτουργός κατέληξε ότι η Αιτήτρια προώθησε μη ικανοποιητικές λεπτομέρειες αναφορικά με την καθημερινότητά της με το σύζυγό της, ενώ χωρίς συνοχή τοποθετήθηκε αναφορικά με την κακομεταχείριση που δεχόταν η ίδια από το σύζυγό της αναφέροντας ότι επρόκειτο για μία κακή εμπειρία, μία κόλαση. Επίσης, διαπίστωσε ότι δεν αναφέρθηκε σε επαρκείς και συγκεκριμένες λεπτομέρειες αναφορικά με το περιστατικό όπου μαχαιρώθηκε από το σύζυγό της. Συγκεκριμένα, δεν κατόρθωσε να προσδιορίσει με ακρίβεια χρονικά το περιστατικό αναφέροντας γενικά τον Ιούλιο του 2022, το ίδιο συνέβη και με τον τρόπο που την τραυμάτισε όπου η απάντησή της δεν παρουσίαζε συνοχή αναφέροντας γενικά ότι την κατηγόρησε για το θάνατο του υιού τους. Mε επίσης ασυνεπή τρόπο τοποθετήθηκε και όσον αφορά τα γεγονότα πριν από το περιστατικό με τον τραυματισμό. Συγκεκριμένα η Αιτήτρια ανέφερε αρχικά ότι ο σύζυγός της επέστρεφε από το νοσοκομείο μετά το θάνατο του τέκνου τους και συνέβη το περιστατικό, ενώ στη συνέχεια, σε σχετική διευκρινιστική ερώτηση, δήλωσε ότι η επίθεση με το μαχαίρι εναντίον της δε συνέβη την ίδια ημέρα κατά την οποία έφυγε από τη ζωή ο υιός της, διότι αυτό συνέβη μέσα Μαρτίου, ενώ η επίθεση έλαβε χώρα τον Ιούλιο. Τέλος, η Αιτήτρια και πάλι με ασυνέπεια και χωρίς να μπορέσει να παρέχει επαρκείς εξηγήσεις δήλωσε ότι ο σύζυγός της την κατηγόρησε για το θάνατο του υιού τους παρά το γεγονός ότι ο ίδιος είχε ενημερωθεί προσωπικά από τους ιατρούς για την ασθένεια του και επίσης ανέφερε ότι η ίδια δεν γνώριζε από τι ασθένεια έπασχε ο υιός της. Όσον αφορά την εξωτερική αξιοπιστία του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού ο λειτουργός πραγματοποίησε έρευνα σε εξωτερικές ανεξάρτητες πηγές πληροφόρησης αναφορικά με την ενδοοικογενειακή βία και κατέληξε στο συμπέρασμα πως παρά το γεγονός ότι παρατηρείται η ενδοοικογενειακή βία ως κοινωνικό πρόβλημα στη Νιγηρία η έλλειψη της εσωτερικής αξιοπιστίας της Αιτήτριας ως αναφέρθηκε ανωτέρω οδηγεί στην απόρριψη του ισχυρισμού.

Εν συνεχεία,  στη βάση του μόνου αποδεδειγμένου πραγματικού ισχυρισμού της Αιτήτριας, ήτοι τον ισχυρισμό σχετικά με τα προσωπικά στοιχεία της και τη χώρα καταγωγής της, και λαμβανομένων υπόψιν των πληροφοριών από τη χώρα καταγωγής, αξιολογήθηκε ότι δεν συντρέχει εύλογη πιθανότητα να υποστεί η Αιτήτρια δίωξη ή σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής ης στον τόπο τελευταίας διαμονής της, την πολιτεία Imo.

 

Προχωρώντας, στη νομική ανάλυση, οι Καθ' ων η αίτηση διαπιστώνουν, βασιζόμενοι και σε πληροφορίες αναφορικά με τη χώρα καταγωγής της Αιτήτριας και λαμβάνοντας υπόψιν τις προσωπικές της περιστάσεις, ότι δεν προκύπτει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης λόγω αδιάκριτης βίας δυνάμει του άρθρου 19 του ίδιου νόμου. Ως συνέπεια, η αίτηση διεθνούς προστασίας της Αιτήτριας απορρίφθηκε.

 

Έπειτα από ενδελεχή εξέταση του διοικητικού φακέλου και όπως προκύπτει από τα στοιχεία που βρίσκονται σε αυτόν, δέον να αναφερθούν τα παρακάτω:

 

Κρίνω ως ορθή από τους Καθ' ων η αίτηση την αποδοχή του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού ο οποίος και αφορά την ταυτότητα, τα στοιχεία του προφίλ, τη χώρα καταγωγής και την περιοχή συνήθους διαμονής του Αιτητή.

 

Προχωρώντας στην εξέταση του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού, διαπιστώνω ότι οι Καθ’ ων η αίτηση έκριναν ορθά πως στη συνέντευξη της Αιτήτριας εντοπίζονται σημεία αναξιοπιστίας όπως έλλειψη λεπτομερειών, συνοχής και συνάφειας στις απαντήσεις της και μη συγκεκριμένες απαντήσεις. Ειδικότερα, η Αιτήτρια δεν ανέφερε λεπτομέρειες αναφορικά με τη ζωή της και την καθημερινότητά της με το σύζυγό της παρά το γεγονός ότι ερωτήθηκε πολλαπλές φορές από το λειτουργό η Αιτήτρια ανέφερε μόνο ότι επρόκειτο για μία κόλαση και μία κακή εμπειρία την οποία δε συνιστά σε κανένα (ερυθρό 28 – 1Χ του διοικητικού φακέλου). Το ίδιο γενικές και μη συγκεκριμένες ήταν και οι απαντήσεις της αναφορικά με την επίθεση με μαχαίρι που δέχθηκε από το σύζυγό της. Η Αιτήτρια δήλωσε με γενικότητα ότι το συμβάν έλαβε χώρα τον Ιούλιο του 2022 χωρίς να τοποθετηθεί χρονικά με πιο συγκεκριμένο τρόπο. Χωρίς συνοχή, επίσης, τοποθετήθηκε αναφορικά με το λόγο για τον οποίο έπεσε θύμα του συζύγου της μαχαιρώνοντας τη καθότι ανέφερε απλώς ότι το έπραξε διότι τη θεώρησε υπαίτια για το θάνατο του τέκνου τους, ενώ δεν κατόρθωσε να διευκρινίσει τη αντίφαση στην οποία υπέπεσε. Συγκεκριμένα, η Αιτήτρια ως προαναφέρθηκε αρχικώς είχε δηλώσει πως το περιστατικό έλαβε χώρα την ημέρα που επέστρεφε ο σύζυγός της από το νοσοκομείο μετά το θάνατο του υιού της και εν συνεχεία ανέφερε ότι το περιστατικό συνέβη τον Ιούλιο ενώ ο θάνατος του υιού της μέσα Μαρτίου. Η Αιτήτρια, επίσης, δεν κατόρθωσε να απαντήσει στην ερώτηση του λειτουργού για ποιο λόγο ο σύζυγός της τη θεώρησε υπεύθυνη για το θάνατο του τέκνου τους αφού ο ίδιος προσωπικά είχε ενημερωθεί από τους ιατρούς για την κατάστασή του (ερυθρό 25 του διοικητικού φακέλου). Περαιτέρω η Αιτήτρια δεν αποτάθηκε στις αρχές της χώρας της και να ζητήσει προστασία ειδικότερα δε δεν προέβηκε σε καταγγελία εναντίον του συζύγου της όταν κατά τα τον ισχυρισμό της την τραυμάτισε με μαχαίρι.

 

 

 

Όσον αφορά την εξωτερική αξιοπιστία οι εξωτερικές πηγές πληροφόρησης αναφέρουν τα ακόλουθα. Σύμφωνα με έκθεση της UNHCR για την περίοδο Ιανουάριος – Φεβρουάριος 2024 η βία ασκηθείσα με βάση το φύλο, συμπεριλαμβανομένου και του εξαναγκαστικού γάμου παιδιών, κατά την περίοδο αναφοράς, ήταν το πρόβλημα που αναφέρθηκε περισσότερο και παραμένει μείζον ζήτημα στην περιοχή για τον πληγέντα πληθυσμό με αυξανόμενο αριθμό περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας, βίας μεταξύ συντρόφων και ψυχολογικής βίας που ασκείται από τα μέλη της οικογένειας.[1] Σε έτερη πηγή, το Freedom House, αναφέρεται επίσης ότι παρά την ύπαρξη αυστηρών νόμων κατά του εγκλήματος του βιασμού, της ενδοοικογενειακής βίας, του ακρωτηριασμού των γυναικείων γεννητικών οργάνων (ΑΓΓΟ) και του γάμου ανηλίκων, τα αδικήματα αυτά παραμένουν ευρέως διαδεδομένα, με χαμηλά ποσοστά καταγγελίας και δίωξης.[2] Ωστόσο, παρ’ όλες τις πιο πάνω πληροφορίες αυτές δεν αποτελούν τεκμήριο όσον η Αιτήτρια ισχυρίστηκε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής, κάτι το οποίο σε συνδυασμό με την έλλειψη εσωτερικής αξιοπιστίας οδηγεί στην απόρριψη του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού της Αιτήτριας.

 

Όσον αφορά τις δηλώσεις της Αιτήτριας ενώπιον του Δικαστηρίου, ως καταγράφονται ανωτέρω, αυτές παρουσιάσουν και πάλι ασάφειες, έλλειψη συνοχής και ευλογοφάνειας και αντιφάσεις σε σχέση με τα όσα δήλωσε κατά τη διοικητική διαδικασία. Η Αιτήτρια δεν εισάγει οιονδήποτε νέο στοιχείο με βάση το οποίο να μεταβάλλονται τα δεδομένα της υπόθεσης. Πιο συγκεκριμένα, η Αιτήτρια χωρίς ευλογοφάνεια εξέφρασε την επιθυμία της να σπουδάσει στη Νιγηρία παρά το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια της συνέντευξής της ανέφερε ότι κινδυνεύει οπουδήποτε στη Νιγηρία (ερυθρό 24 του διοικητικού φακέλου). Η Αιτήτρια δεν κατόρθωσε να αποσαφηνίσει το πως διαπίστωσε μέσα σε μία ημέρα παραμονής της στις μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές ότι θα είναι αδύνατο για την ίδια να υλοποιήσει τις σπουδές για τις οποίες είχε αφιχθεί εκεί για οικονομικούς λόγους παίρνοντας έτσι την απόφαση να εισέλθει στις ελεγχόμενες περιοχές, το μόνο που ανέφερε ήταν ότι επρόκειτο να φιλοξενηθεί από κάποιον και όταν αυτό δε συνέβη ένας λευκός άνδρας την παρότρυνε να μεταβεί στην Κυπριακή Δημοκρατία. Περαιτέρω ενωπιον του Δικαστηρίου οι δηλώσεις της καταδείκνυαν  την  ανάγκη της να σπουδάσει και όχι το φόβος δίωξης της από τον σύζυγο της.

 

Ολοκληρώνοντας, ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε στην απόρριψη ισχυρισμού στο σύνολό του ως μη αξιόπιστο.

Προχωρώντας στη νομική ανάλυση και βασιζόμενος στην προηγηθείσα αξιολόγηση κινδύνου, ο αρμόδιος λειτουργός  ορθά έκρινε πως δε συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής της Αιτήτριας και του ανήλικου τέκνου της στις πρόνοιες του Άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, καθώς η Αιτήτρια δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για ένα από του πέντε λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο ανωτέρω άρθρο.

 

Σημειώνεται ότι λόγω του ότι ο ισχυρισμός της Αιτήτριας  αναφορικά με τους λόγους που φέρεται να εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της απορρίφθηκε στο σύνολό τους ως μη αξιόπιστοι, δεν πληρούνται ούτε οι προϋποθέσεις υπαγωγής της Αιτήτριας στα άρθρα 19 (2) (α) και (β) περί συμπληρωματικής προστασίας, καθώς δεν προέκυψαν στοιχεία εκ των οποίων μπορεί να συναχθεί ότι σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής, η Αιτήτρια κινδυνεύει να αντιμετωπίσει θανατική ποινή ή εκτέλεση κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (α), ή άλλως βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (β). Ως εκ τούτου, ο σχετικός ισχυρισμός που προέβαλε η συνήγορός της  Αιτήτριας στη γραπτή της αγόρευσης  απορρίπτεται ως αβάσιμος.

 

Προχωρώντας στην αξιολόγηση κινδύνου, λαμβάνοντας υπόψη τον μοναδικό αποδεκτό ισχυρισμό της Αιτήτριας που αφορά τα προσωπικά της στοιχεία και τη χώρα καταγωγής, ο αρμόδιος λειτουργός ανέτρεξε σε πηγές πληροφόρησης που αφορούν την κατάσταση ασφαλείας στον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής της.

 

Αναφορικά με τη κατάσταση ασφαλείας στην πολιτεία Imo της Νιγηρίας, όπου ευρίσκεται και ο τόπος τελευταίας διαμονής της Αιτήτριας, η οποία χαρακτηρίζεται στο σχετικό οδηγό της EUAA ως περιοχή στην οποία δεν υφίσταται πραγματικός κίνδυνος με τον οποίο θα βρεθεί αντιμέτωπη η Αιτήτρια μόνο με την εκεί της παρουσία σύμφωνα με το άρθρο 15 (γ) της Οδηγίας.[3]

 

Η πιο πάνω διαπίστωση επιβεβαιώνεται και μέσω της βάσης δεδομένων ACLED,όπου  κατά το διάστημα 29/03/2023 - 29/03/2024 στην πολιτεία Imo της Νιγηρίας  καταγράφηκαν συνολικά 94 περιστατικά ασφαλείας από τα οποία υπήρξαν 165 απώλειες ανθρώπινων ζωών. Πρόκειται, συγκεκριμένα, για 34 μάχες (με 71 απώλειες ανθρώπινων ζωών), 53 περιστατικά βίας κατά αμάχων (με 94 απώλειες ανθρώπινων ζωών), 3 περιστατικά εκρήξεων/βίας ασκηθείσας εξ αποστάσεως (με καμία απώλεια ανθρώπινης ζωής) και 4 εξεγέρσεις (με καμία απώλεια ανθρώπινης ζωής).[4]

 

Ως εκ των ανωτέρω, συμπεραίνεται ότι οι ένοπλες συγκρούσεις στην πολιτεία Imo της Νιγηρίας δεν έχουν φτάσει σε σημείο που να στοχοποιούνται αδιακρίτως άμαχοι πολίτες μόνο και μόνο λόγω της παρουσίας τους. O πληθυσμός δε της εν λόγω πολιτείας καταγράφεται στους 5.459.300 κατοίκους, σύμφωνα με την πιο πρόσφατη επίσημη καταμέτρηση του 2022.[5] Λαμβάνοντας υπόψη την απουσία προσωπικών υποκειμενικών εξατομικευμένων στοιχείων στο προφίλ της Αιτήτριας, η αξιολόγηση του κινδύνου επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της, γίνεται στη βάση της κατάστασης ασφαλείας στην περιοχή όπου αναμένεται να επιστρέψει. Λαμβάνοντας υπόψη τα προαναφερθέντα δεδομένα όσον αφορά την κατάσταση ασφαλείας στην πολιτεία Imo της Νιγηρίας, συνάγεται εύλογα και με ασφάλεια το συμπέρασμα ότι η κατάσταση ασφαλείας μαζί με το ατομικό προφίλ της Αιτήτριας δεν συνεπάγονται την ύπαρξη ουσιωδών λόγων να πιστεύεται ότι θα κινδυνεύσει ως άμαχη πολίτης, σε περίπτωση επιστροφής στην περιοχή της, η κατάσταση της οποίας δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως κατάσταση αδιάκριτης βίας, κατά την έννοια του άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ.

 

Υπενθυμίζεται συναφώς ότι, σύμφωνα με το άρθρο 18(5) του Νόμου, εναπόκειται στην Αιτήτρια να τεκμηριώσει την αίτηση της για διεθνή προστασία και εν προκειμένω η Αιτήτρια με  τα όσα δήλωσε στη  συνέντευξη της και που αναφέρθηκαν πιο πάνω και καταγράφονται στην έκθεση του αρμόδιου λειτουργού, ουδόλως τον ενέτασσαν στις περιπτώσεις της αναγκαιότητας παροχής του καθεστώτος της συμπληρωματικής προστασίας. Εν προκειμένω, ορθά κρίθηκε ότι  δεν έχει αποδειχθεί οτιδήποτε εκ μέρους της Αιτήτριας που να στοιχειοθετεί τον ισχυρισμό της για βάσιμο φόβο ότι αυτή θα υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη.

 

Ως εκ τούτου ορθά δεν του χορηγήθηκε το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας που προβλέπεται στο άρθρο 19 του Νόμου, αφού αυτή δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο ότι θα υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη, ως καθορίζεται στο άρθρο 19(2) του Νόμου.

 

Κρίσιμο, επίσης, να αναφερθεί είναι και το γεγονός ότι ο Υπουργός Εσωτερικών, στα πλαίσια των εξουσιών του άρθρου 12Βτρις του περί Προσφύγων Νόμου, καθόρισε με την Κ.Δ.Π. 166/2023 ημερ. 26/05/2023 τη χώρα καταγωγής της Αιτήτριας, ήτοι τη Νιγηρία, ως ασφαλή χώρα ιθαγένειας.

 

Υπό το φως των ανωτέρω, κρίνω ότι το αίτημα της Αιτήτριας για διεθνή προστασία εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ήταν το αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και ορθής αξιολόγησης όλων των στοιχείων και δεδομένων, είναι επαρκώς αιτιολογημένη και λήφθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου, το Σύνταγμα και τις Γενικές Αρχές του Διοικητικού Δικαίου. 

 

Περαιτέρω  όλοι οι λόγοι που προβάλλονται και αφορούν στην νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης απορρίπτονται ως αλυσιτελείς .

 

Συνεπώς, η προσφυγή απορρίπτεται με €1200 έξοδα εναντίον της Αιτήτριας  και υπέρ των Καθ΄ ων η Αίτηση.

 

 

 

 

                                       

 

                                             Βούλα Κουρουζίδου - Καρλεττίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 



[1] United Nations High Commissioner for Refugees,  PROTECTION MONITORING REPORT UNHCR MAIDUGURI SUB-OFFICE, January – February 2024,  https://www.ecoi.net/en/file/local/2105698/UNHCR+Maiduguri+Sub-Office_Protection+Monitoring+Bi-Monthly+Report_January-Febuary+2024.pdf (assessed on 8/4/2024)

[2] Freedom House, Freedom in the World 2024 – Nigeria,  available at ecoi.net on 29/2/24, published on 2024, https://www.ecoi.net/en/document/2105060.html (assessed on 8/4/24)

[3] European Union Agency for Asylum (EUAA), Country Guidance: Nigeria, p. 126 – 127, https://euaa.europa.eu/publications/country-guidance-nigeria-october-2021 (assessed on 8/4/24)

[4] Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), Εφαρμοζόμενες παράμετροι: Western Africa: Nigeria: Imo State, 29/03/2023 – 29/03/2024, https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard (assessed on 08/04/2024)

[5] City Population, Africa: Nigeria: Imo State, https://citypopulation.de/en/nigeria/admin/NGA017__imo/ (assessed on 08/04/24)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο