ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ  

(Συνεκδικαζόμενες υποθέσεις αρ. 411/2017, 1587/2017, 1589/2017, 1590/2017, 435/2018, 436/2018, 437/2018, 438/2018, 439/2018, 440/2018, 441/2018, 442/2018 και 443/2018)

8 Απριλίου 2024

[ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146, 24, 28, 30 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

JOANNOU & PARASKEVAIDES (OVERSEAS) LTD

Αιτήτρια,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΔΙΑ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ

Καθ’ ων η αίτηση.

____________________________

(Υπόθ. αρ. 1587/2017)

 

CSM AVIATION LTD

Αιτήτρια,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΔΙΑ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ

Καθ’ ων η αίτηση.

____________________________

(Υπόθ. αρ. 1589/2017)

 

EDT SHIPMANAGEMENT LTD

Αιτήτρια,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΔΙΑ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ

Καθ’ ων η αίτηση.

____________________________

(Υπόθ. αρ. 1590/2017)

 

EDT SHIPMANAGEMENT LTD

Αιτήτρια,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΔΙΑ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ

Καθ’ ων η αίτηση.

____________________________

(Υπόθ. αρ. 435/2018)

 

BP EASTERN MEDITERRANEAN LTD

Αιτήτρια,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

2. ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ

3. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ

Καθ’ ων η αίτηση.

____________________________

(Υπόθ. αρ. 436/2018)

 

BP EASTERN MEDITERRANEAN LTD

Αιτήτρια,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

2. ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ

3. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ

Καθ’ ων η αίτηση.

____________________________

(Υπόθ. αρ. 437/2018)

 

R.A.M. OIL CYPRUS LTD

Αιτήτρια,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

2. ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ

3. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ

Καθ’ ων η αίτηση.

____________________________

(Υπόθ. αρ. 438/2018)

 

BP EASTERN MEDITERRANEAN LTD

Αιτήτρια,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

2. ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ

3. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ

Καθ’ ων η αίτηση.

____________________________

(Υπόθ. αρ. 439/2018)

 

BP EASTERN MEDITERRANEAN LTD

Αιτήτρια,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

2. ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ

3. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ

Καθ’ ων η αίτηση.

____________________________

(Υπόθ. αρ. 440/2018)

 

BP EASTERN MEDITERRANEAN LTD

Αιτήτρια,

v.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

2. ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ

3. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ

Καθ’ ων η αίτηση.

____________________________

(Υπόθ. αρ. 441/2018)

 

BP EASTERN MEDITERRANEAN LTD

Αιτήτρια,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

2. ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ

3. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ

Καθ’ ων η αίτηση.

____________________________

(Υπόθ. αρ. 442/2018)

 

BP EASTERN MEDITERRANEAN LTD

Αιτήτρια,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

2. ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ

3. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ

Καθ’ ων η αίτηση.

____________________________

(Υπόθ. αρ. 443/2018)

 

R.A.M. OIL CYPRUS LTD

Αιτήτρια,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

2. ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ

3. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ

Καθ’ ων η αίτηση.

……………………………

Ευαγγελία Μιχαηλίδου, για Άντης Τριανταφυλλίδης & Υιοί Δ.Ε.Π.Ε. και George Pamborides LLC, για την αιτήτρια στην προσφυγή με αρ. 411/2017.

Ρούλα Ιάσωνος, για Chrysses Demetriades & Co. LLC, για την αιτήτρια στην προσφυγή με αρ. 1587/2017.

Άννα Λάμπρου, για Σωτήρης Πίττας & Σία Δ.Ε.Π.Ε., για τις αιτήτριες στις προσφυγές με αρ. 1589/2017 και 1590/2017.

Πόλυς Πολυβίου, μαζί με Μαρία Αντωνίου και Λεβών Αρακελιάν, για Χρυσαφίνης & Πολυβίου Δ.Ε.Π.Ε., για τις αιτήτριες στις προσφυγές με αρ. 435/2018, 436/2018, 437/2018, 438/2018, 439/2018, 440/2018, 441/2018, 442/2018 και 443/2018.

Σίλια Χαραλάμπους, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.: Αντικείμενο όλων των προσφυγών, συνιστά η έκδοση Εκ των Υστέρων Βεβαιώσεων Άλλης Τελωνειακής Οφειλής, αναφορά στις οποίες θα γίνει κατωτέρω αναλυτικά, με τις οποίες βεβαιώθηκε προς τις αιτήτριες, συγκεκριμένο ποσό που αντιπροσωπεύει ειδικό φόρο κατανάλωσης σε ενεργειακά προϊόντα και Φ.Π.Α., καθώς επίσης και χρηματική επιβάρυνση ύψους 10% επί ενός έκαστου ποσού, πλέον τόκο υπερημερίας επί του καταβλητέου ποσού, συμπεριλαμβανομένης της χρηματικής επιβάρυνσης, από την μέρα που το συγκεκριμένο ποσό κατέστη οφειλόμενο, αναφορικά με παραδόσεις ειδικού καυσίμου αεριωθουμένου με σκοπό τον εφοδιασμό αεροσκαφών, σε σχέση με παραδόσεις για την χρονική περίοδο μεταξύ Ιανουαρίου 2011 έως Αυγούστου 2018.

 

 Οι προσφυγές συνεκδικάστηκαν, κατόπιν έκδοσης σχετικού δικαστικού διατάγματος, ενόψει του ότι παρουσιάζουν κοινό πραγματικό και νομικό υπόβαθρο.

 

  Ειδικότερα, αντικείμενο της προσφυγής με αρ. 411/17, συνιστά η νομιμότητα της Εκ των Υστέρων Βεβαίωσης Άλλης Τελωνειακής Οφειλής αρ. 11Α/2017, ημερομηνίας 2.1.2017, βάσει της οποίας, επιβλήθηκε στην αιτήτρια ποσό €1.606.656.80 ως ειδικός φόρος κατανάλωσης ενεργειακών προϊόντων και Φ.Π.Α. και χρηματική επιβάρυνση ύψους 10%, πλέον τόκος υπερημερίας, συμπεριλαμβανομένης της χρηματικής επιβάρυνσης, από την μέρα που το συγκεκριμένο ποσό κατέστη οφειλόμενο, σε σχέση με την παραλαβή από τις εγκαταστάσεις της BP Mediterranean Ltd, συγκεκριμένης ποσότητας ειδικών καυσίμων αεριωθουμένου, για ανεφοδιασμό του αεροσκάφους με αρ. εγγραφής MJANP, που κατά τις θέσεις των καθ΄ ων η αίτηση δεν χρησιμοποιήθηκε για τη μεταφορά επιβατών ή εμπορευμάτων ή για παροχή υπηρεσιών έναντι αμοιβής ή για σκοπούς των κρατικών αρχών, αλλά οι διενεργηθείσες πτήσεις πραγματοποιήθηκαν για ιδιωτικούς σκοπούς ή και για μεταφορά προσώπων ή αγαθών χωρίς κόμιστρο.  

 

  Σημειώνεται πως, για τις εν λόγω παραδόσεις ειδικών καυσίμων αεριωθουμένου, εκδόθηκε κι η Εκ των Υστέρων Βεβαίωση Άλλης Τελωνειακής Οφειλής αρ. 11/2017, ημερομηνίας 2.1.2017, προς την αιτήτρια στην προσφυγή με αρ. 439/2018, η οποία υπήρξε η προμηθεύτρια εταιρεία του ειδικού καυσίμου, κατά της οποίας (Εκ των Υστέρων Βεβαίωσης), η τελευταία υπέβαλε Αίτημα Αναθεώρησης ημερομηνίας 15.1.2018, το οποίο απερρίφθη στις 15.11.2018, επιβεβαιώνοντας την Εκ των Υστέρων Βεβαίωση Άλλης Τελωνειακής Οφειλής με αρ. 11/2017.

 

  Η αιτήτρια στην προσφυγή με αρ. 1587/2017, προσβάλλει τη νομιμότητα της απόφασης ημερομηνίας 8.9.2017, με την οποία απορρίφθηκε το Αίτημα Αναθεώρησης που υπέβαλε κατά των Εκ των Υστέρων Βεβαιώσεων Άλλης Τελωνειακής Οφειλής με αρ. 5Α/2017 και 10Α/2017 με τις οποίες επιβλήθηκε ειδικός φόρος κατανάλωσης σε ενεργειακά προϊόντα, ύψους €19.961,30 και €504.295,19 και €19.961,30 και Φ.Π.Α. και χρηματική επιβάρυνση.

 

  Για τις εν λόγω παραδόσεις του ειδικού καυσίμου, είχαν εκδοθεί και προς την προμηθεύτρια εταιρεία και οι Εκ των Υστέρων Βεβαιώσεις Άλλης Τελωνειακής Οφειλής με αρ. 5/2017 και 10/2017 κατά των οποίων η τελευταία υπέβαλε Αίτημα Αναθεώρησης, το οποίο απερρίφθη στις 15.1.2018. Κατά της νομιμότητας της προαναφερόμενης διοικητικής αποφάσεως, καταχωρήθηκαν οι προσφυγές με αρ. 440/2018 και 443/2018.

 

  Αντικείμενο της προσφυγής με αρ. 1589/2017, συνιστά η νομιμότητα της απόφασης ημερομηνίας 15.1.2018, με την οποία απερρίφθη το Αίτημα Αναθεώρησης που υπέβαλε η αιτήτρια κατά της έκδοσης της Εκ των Υστέρων Βεβαίωσης Άλλης Τελωνειακής Οφειλής με αρ. 58/2017, ημερομηνίας 6.2.2017 με την οποία επίσης βεβαιώθηκε ως οφειλόμενο ποσό ειδικού φόρου κατανάλωσης και Φ.Π.Α.

 

  Με την προσφυγή με αρ. 1590/2017, προσβάλλεται η νομιμότητα της απόφασης των καθ’ ων η αίτηση ημερομηνίας 8.9.2017, με την οποία απερρίφθη το Αίτημα Αναθεώρησης που η αιτήτρια υπέβαλε κατά της Εκ των Υστέρων Βεβαίωσης Άλλης Τελωνειακής Οφειλής με αρ. 7Α/2017, με την οποία επιβλήθηκε στην αιτήτρια ποσό €14.871,62 ως ειδικός φόρος κατανάλωσης σε ενεργειακά προϊόντα και Φ.Π.Α. και χρηματική επιβάρυνση.

 

  Για τις εν λόγω παραδόσεις του ειδικού καυσίμου, είχε εκδοθεί και προς την προμηθεύτρια εταιρεία και η Εκ των Υστέρων Βεβαίωση Άλλης Τελωνειακής Οφειλής με αρ. 7/2017, κατά της οποίς η τελευταία υπέβαλε Αίτημα Αναθεώρησης, το οποίο απερρίφθη στις 15.1.2018. Κατά της νομιμότητας της προαναφερόμενης διοικητικής αποφάσεως, καταχωρήθηκε η προσφυγή με αρ. 435/2018.

 

  Τέλος, με τις προσφυγές με αρ. 436/2018, 437/2018, 438/2018, 441/2018 και 442/2018, η αιτήτρια προσβάλλει τη νομιμότητα της απόφασης των καθ’ ων η αίτηση ημερομηνίας 15.1.2018, με την οποία απερρίφθη το Αίτημα Αναθεώρησης που η αιτήτρια υπέβαλε κατά των Εκ των Υστέρων Βεβαιώσεων Άλλης Τελωνειακής Οφειλής με αρ. 2/2017, 9/2017, 6/2017 8/2017 και 4/2017, ημερομηνίας 2.1.2017.

 

  Στις Ενστάσεις που καταχωρήθηκαν από τη Δημοκρατία, γίνεται αναφορά στο ιστορικό που προηγήθηκε της έκδοσης των εδώ προσβαλλόμενων διοικητικών αποφάσεων. Όπως αναφέρεται, το Τμήμα Τελωνείων, στις 18.12.2008, είχε εκδώσει την Εκ των Υστέρων Βεβαίωση Άλλης Τελωνειακής Οφειλής με αρ. 769/2008, με την οποία απαιτούσε από την Joannou & Paraskevaides (Overseas) Ltd, την καταβολή συγκεκριμένου ποσού, ως οφειλόμενο ειδικό φόρο κατανάλωσης για ενεργειακά προϊόντα και Φ.Π.Α., πλέον χρηματική επιβάρυνση και νόμιμο τόκο, σε σχέση με ειδικά καύσιμα αεριωθουμένου που είχαν παραληφθεί από προμηθεύτρια εταιρεία, χωρίς την καταβολή των αναλογούντων ειδικών φόρων κατανάλωσης. Τούτο, αφού σύμφωνα με την διερεύνηση του Τμήματος Τελωνείων, κατά την χρονική περίοδο μεταξύ 1.5.2004 έως 30.9.2007, είχαν διενεργηθεί πτήσεις από αεροσκάφη τα οποία χρησιμοποιούνταν για την μεταφορά των διευθυντών και του προσωπικού της προαναφερθείσας εταιρείας, σε άλλες χώρες, για ιδιωτικούς σκοπούς, χωρίς κόμιστρο και όχι για την μεταφορά προσώπων ή αγαθών έναντι αμοιβής. Το Τμήμα Τελωνείων, θεώρησε πως τα υπό χρήση καύσιμα, δεν ήταν δικαιούχα απαλλαγής του ειδικού φόρου κατανάλωσης κι απαίτησε από την εταιρεία, τον σχετικό αναλογούντα ειδικό φόρο κατανάλωσης.

 

  Την νομιμότητα της εν λόγω Εκ των Υστέρων Βεβαίωσης, προσέβαλε η αιτήτρια δια της προσφυγής με αρ. 187/2009, στην οποία εκδόθηκε ακυρωτική απόφαση (Joannou & Paraskevaides (Overseas) Ltd ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 187/2009, ημερομηνίας 25.10.2010). Η πιο πάνω ακυρωτική απόφαση, ανατράπηκε με την απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, στην Α.Ε. 197/2010, Δημοκρατίας ν. Joannou & Paraskevaides (Overseas) Ltd, ημερομηνίας 12.9.2016.  

 

  Όπως κρίθηκε κατ’ έφεση, στην Joannou & Paraskevaides (Overseas) Ltd (ανωτέρω), από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης δεν απαλλάσσεται το ειδικό καύσιμο αεριωθουμένου, το οποίο προορίζεται για τον εφοδιασμό αεροσκαφών που εκτελούν ιδιωτικές πτήσεις αναψυχής, ήτοι πτήσεις που αφορούν σε μη εμπορικούς σκοπούς και χωρίς καταβολή κομίστρου ή αμοιβής. Το Ανώτατο Δικαστήριο, με αναφορά στην απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης C-79/2010, Systeme Helmbolz GmbH v. Hauptzollamt Nurnberg, ημερομηνίας 1.12.2011, κατέληξε πως οι πτήσεις που χρησιμεύουν για την μετακίνηση των μελών του προσωπικού της εταιρείας, χωρίς την καταβολή αμοιβής, εμπίπτουν στην έννοια της «ιδιωτικής πτήσης αναψυχής». Τονίζοντας, το Δικαστήριο, την υποχρέωση για αυστηρή και στενή ερμηνεία των φορολογικών νόμων που καθιερώνουν απαλλαγή από την φορολογία, ως εξαίρεση από τον κανόνα της καθολικότητας της φορολογίας, υπέδειξε πως ορθά το Τμήμα Τελωνείων ερμήνευσε τις διατάξεις του άρθρου 44(1)(α) του περί Φόρων Κατανάλωσης Νόμου, Ν. 91(Ι)/2004. Κρίθηκε, πρόσθετα, πως η επιβολή και είσπραξη δασμών και φόρων, ως διασφάλιση των δημοσίων εσόδων, αποτελεί θέμα δημοσίου συμφέροντος, νομιμοποιώντας την δυνατότητα της διοίκησης να ανακαλέσει τυχόν προηγούμενη αντίθετη προς το νόμο πρακτική, εισπράττοντας τον οφειλόμενο φόρο. Παράλληλα, ενόψει της ιδιωτικής φύσης της μεταφοράς, επικυρώθηκε η επιβολή κανονικού συντελεστή Φ.Π.Α. κι όχι μηδενικού. Τέλος, το Δικαστήριο έκρινε, όπως στα πλαίσια των αρχών της χρηστής διοίκησης, η χρηματική επιβάρυνση κι ο τόκος, να αρχίζουν από την ημερομηνία έκδοσης της σχετικής βεβαίωσης τελωνειακής οφειλής.

 

  Όπως αναφέρεται στις Ενστάσεις, το Τμήμα Τελωνείων, μέχρι την έκδοση της προαναφερθείσας αποφάσεως της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, σε τέτοιες παραδώσεις ειδικού καυσίμου αεριωθουμένου, επέβαλλε μόνον Φ.Π.Α. κι όχι τον ειδικό φόρο κατανάλωσης. Μετά όμως την έκδοση της εν λόγω αποφάσεως, το Τμήμα Τελωνείων προχώρησε στην έκδοση των επίδικων Εκ των Υστέρων Βεβαιώσεων Άλλης Τελωνειακής Οφειλής, επιβάλλοντας τόσο ειδικό φόρο κατανάλωσης, όσο και Φ.Π.Α. αλλά και πρόσθετη επιβάρυνση και τόκο, τόσο στους χρήστες των ειδικών καυσίμων αεριωθουμένου (προσφυγές με αρ. 411/2017, 1587/2017, 1589/2017, 1590/2017), όσο και στους προμηθευτές αυτών (προσφυγές με αρ. 435/2018, 436/2018, 437/2018, 438/2018, 439/2018, 440/2018, 441/2018, 442/2018 και 443/2018).

 

  Προτού προχωρήσω στην εξέταση των εγειρόμενων λόγων ακύρωσης εκ μέρους των αιτητών, θα πρέπει να λεχθεί πως σχετική προδικαστική ένσταση που εγέρθη εκ μέρους των καθ’ ων η αίτηση, περί ύπαρξης δέσμιας κι όχι διακριτικής ευχέρειας της διοίκησης κατά την έκδοση των προσβαλλόμενων αποφάσεων, δεν αναπτύχθηκε στη συνέχεια, μέσα από την γραπτή αγόρευση της ευπαιδεύτου συνηγόρου της Δημοκρατίας και συνεπώς, θεωρείται ως εγκαταλειφθείσα. Ορθώς, καθότι το ζήτημα της δέσμιας αρμοδιότητας, έπεται και συνιστά αποτέλεσμα προηγούμενης διαπίστωσης ύπαρξης τέτοιας αρμοδιότητας, αφού προηγηθεί η εξέταση του κατά πόσον πράγματι συντρέχουν, στην κάθε εξεταζόμενη περίπτωση, οι κατά νόμο πραγματικές ή νομικές προϋποθέσεις εφαρμογής του. Τότε και μόνον, το διοικητικό όργανο είναι υποχρεωμένο, κατά δέσμια εξουσία, να εκδώσει διοικητική πράξη που να περιέχει ατομική ρύθμιση προκαθοριζομένη από τους κανόνες του Νόμου (Ε. Σπηλιωτόπουλος «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Έκδοση 1977, σελ. 145).

 

  Σε σχέση δε, με τις προσφυγές με αρ. 435/2018 έως 443/2018 και την απόσυρση, εκ μέρους του ευπαιδεύτου συνηγόρου των αιτητών, κατά το στάδιο των προφορικών διευκρινίσεων, των αιτητικών υπό παράγραφο (Β) όλων των προσφυγών, εξέλιπε κι η εγερθείσα προδικαστική ένσταση περί απώλειας της εκτελεστότητας των Εκ των Υστέρων Βεβαιώσεων Άλλης Τελωνειακής Οφειλής, λόγω της ενσωμάτωσής τους, στην απόφαση του Τμήματος Τελωνείων επί του Αιτήματος Αναθεώρησης, οι οποίες συνιστούν και τις μόνες προσβαλλόμενες διοικητικές αποφάσεις.

 

  Λόγω της έγερσης διαφορετικών νομικών ισχυρισμών και λόγων ακύρωσης των επίδικων διοικητικών αποφάσεων, η εξέταση των εγειρόμενων ζητημάτων, θα γίνει ξεχωριστά.

 

  Προσφυγή 411/2017

  Επίδικη, όπως ήδη αναφέρθηκε, είναι η νομιμότητα της Εκ των Υστέρων Βεβαίωσης Άλλης Τελωνειακής Οφειλής αρ. 11Α/2017, ημερομηνίας 2.1.2017, βάσει της οποίας, επιβλήθηκε στην αιτήτρια ποσό €1.606.656.80 ως ειδικός φόρος κατανάλωσης ενεργειακών προϊόντων και Φ.Π.Α. και χρηματική επιβάρυνση, πλέον τόκος υπερημερίας, συμπεριλαμβανομένης της χρηματικής επιβάρυνσης, από την μέρα που το συγκεκριμένο ποσό κατέστη οφειλόμενο, σε σχέση με την παραλαβή από τις εγκαταστάσεις της BP Mediterranean Ltd, συγκεκριμένης ποσότητας ειδικών καυσίμων αεριωθουμένου, για ανεφοδιασμό του αεροσκάφους με αρ. εγγραφής MJANP

 

  Μοναδικός λόγος ακύρωσης που έχει εγερθεί εκ μέρους της ευπαιδεύτου συνηγόρου της αιτήτριας, άπτεται ισχυρισμού περί ύπαρξης πλάνης εκ μέρους της διοίκησης, ότι η ίδια η αιτήτρια ενήργησε ως εγκεκριμένος αποθηκευτής ή εγγεγραμμένος παραλήπτης και/ή ότι η ίδια παρέλαβε, ή αγόρασε, προμηθεύτηκε ή ζήτησε από οποιοδήποτε εγκεκριμένο αποθηκευτή καυσίμων να απελευθερωθεί από το τελωνειακό καθεστώς αναστολής το ειδικό καύσιμο αεριωθουμένου για χρήση αεροσκάφους από το Αεροδρόμιο Λάρνακας. Κατά τις εισηγήσεις, η ίδια δεν κατέχει, ούτε και κατείχε οποιοδήποτε αεροσκάφος, ούτε και προσέφερε οποιεσδήποτε αεροπορικές υπηρεσίες, αλλά η μόνη εταιρεία η οποία κατά την επίδικη χρονική περίοδο μεταξύ 2.1.2011 έως 31.8.2016 είχε προβεί σε αγορά καυσίμων, ήταν η εταιρεία Joannou & Paraskevaides (Aviation) Ltd, η οποία συνιστά διαφορετική νομική οντότητα από την αιτήτρια. Όπως διατείνεται η αιτήτρια, το ζήτημα αυτό είχε τεθεί προς τους καθ’ ων η αίτηση με την επιστολή ημερομηνίας 23.12.2016, κάτι όμως που δεν διερευνήθηκε κι αγνοήθηκε, ενώ ισχυρίζεται πως οι δηλώσεις του κυβερνήτη του αεροσκάφους με αρ. εγγραφής MJANP δεν μπορούσαν να καταδείξουν με βεβαιότητα πως η αιτήτρια παρέλαβε τα ειδικά καύσιμα κι ότι η ίδια κατείχε το αεροπλάνο.

 

  Εξετάζοντας την προσβαλλόμενη διοικητική απόφαση ημερομηνίας 2.1.2017, προκύπτει πως η Εκ των Υστέρων Βεβαίωση Τελωνειακής Οφειλής αρ. 11Α/2017, γνωστοποιήθηκε στην αιτήτρια, ως χρήστης του καυσίμου, όπως επίσης, κοινοποιήθηκε και προς την προμηθεύτρια εταιρεία BP Eastern Mediterranean Ltd, καθώς επίσης και στην Joannou & Paraskevaides (Aviation) Ltd. Όπως αναφέρεται στην Ένσταση, η επίδικη βεβαίωση ημερομηνίας 2.1.2017 είχε προσβληθεί από την εταιρεία Joannou & Paraskevaides (Aviation) Ltd με την προσφυγή με αρ. 412/2017, την οποία, όμως, η αιτήτρια επέλεξε να αποσύρει.

 

  Πέραν τούτου, όπως πολύ ορθά υποστηρίζει η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ’ ων η αίτηση, από τα έγγραφα που περιέχονται στο Παράρτημα 4 της Ένστασης, ήτοι από τις ενυπόγραφες δηλώσεις των εκάστοτε κυβερνητών του συγκεκριμένου αεροσκάφους κι από τις Δηλώσεις Ανεφοδιασμού Καυσίμων (Customs Refueling Declarations) του αεροσκάφους, προκύπτει πως χρήστης αυτού, σε όλες τις επίδικες πτήσεις, υπήρξε η αιτήτρια εταιρεία.

 

  Έχω διεξέλθει τους διοικητικούς φακέλους που κατατέθηκαν στη διαδικασία ως Τεκμήρια 7, 8 και 9, στα οποία περιέχονται τα έντυπα “Customs Refueling Declaration” που συμπληρώνονται από τον εκάστοτε κυβερνήτη του αεροσκάφους (MJANP), υποδηλώνοντας και τον σκοπό μίας έκαστης πτήσης και διαπιστώνω, σε συμφωνία με τις θέσεις των καθ’ ων η αίτηση, πως η μόνη εταιρεία που φαίνεται ως χρήστης του αεροπλάνου και παραλήπτης που οδηγεί σε έξοδο το ειδικό καύσιμο από το καθεστώς αναστολής, είναι η αιτήτρια εταιρεία. Αντίθετα, η εταιρεία Joannou & Paraskevaides (Aviation) Ltd, δεν εντοπίζεται πουθενά.

 

  Απορριπτέος τυγχάνει κι ο ισχυρισμός της αιτήτριας πως ιδιοκτήτρια του υπό αναφορά αεροπλάνου είναι η εταιρεία Joannou & Paraskevaides (Aviation) Ltd, αφού το ιδιοκτησιακό καθεστώς του αεροσκάφους, δεν αποτελεί εκ του Νόμου στοιχείο που λαμβάνεται υπόψη, ως προς την επιβολή οφειλόμενων φόρων επί του ειδικού καυσίμου.

 

  Αντιθέτως, εκ των διατάξεων του άρθρου 6(1) του περί Φόρων Κατανάλωσης Νόμου του 2004, Ν. 91(Ι)/2004, ως τροποποιήθηκε, υπόχρεος προς καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης, είναι:-

«6. (1) […]

(α) […]

(i) ο εγκεκριμένος αποθηκευτής, ο εγγεγραμμένος παραλήπτης ή κάθε άλλο πρόσωπο που απελευθερώνει ή εξ ονόματος του οποίου απελευθερώνονται τα εναρμονισμένα προϊόντα από καθεστώς αναστολής και σε περίπτωση παράτυπης εξόδου από τη φορολογική αποθήκη, κάθε άλλο πρόσωπο που εμπλέκεται στην έξοδο αυτή […][1]».

 

  Δεν έχει εγερθεί οποιοσδήποτε άλλος ισχυρισμός εκ μέρους της αιτήτριας, ούτε κι αναφορικά με το ζήτημα του χρόνου έναρξης της επιβολής χρηματικής επιβάρυνσης και τόκου επί του οφειλόμενου ποσού του ειδικού φόρου κατανάλωσης.

 

  Συνεπώς, για τους πιο πάνω αναφερόμενους λόγους, η προσφυγή με αρ. 411/2017 απορρίπτεται, η δε προσβαλλόμενη απόφαση Εκ των Υστέρων Βεβαίωση Άλλης Τελωνειακής Οφειλής αρ. 11Α/2017 επικυρώνεται, δυνάμει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.

 

  Προσφυγή 1587/2017

  Με την προαναφερόμενη προσφυγή, καθίσταται επίδικη η νομιμότητα της απόφασης ημερομηνίας 8.9.2017, με την οποία απορρίφθηκε το Αίτημα Αναθεώρησης που η αιτήτρια υπέβαλε κατά των Εκ των Υστέρων Βεβαιώσεων Άλλης Τελωνειακής Οφειλής με αρ. 5Α/2017 και 10Α/2017 με τις οποίες επιβλήθηκε ειδικός φόρος κατανάλωσης σε ενεργειακά προϊόντα, ύψους €504.295,19 και €19.961,30 και Φ.Π.Α. και χρηματική επιβάρυνση.

 

  Προβάλλεται, εκ μέρους της ευπαιδεύτου συνηγόρου της αιτήτριας, η θέση πως η προσβαλλόμενη απόφαση ελήφθη υπό πλάνη, καθότι για να απαλλαγούν τα ειδικά καύσιμα αεριωθουμένου από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης, δεν αποτελεί προϋπόθεση η κατοχή, εκ μέρους της αεροπορικής εταιρείας, του Air Operation Certificate, αλλά τίθενται ως προϋποθέσεις, όπως οι πτήσεις γίνονται για σκοπούς μεταφοράς προσώπων ή εμπορευμάτων, να καταβάλλεται γι’ αυτές αμοιβή και να εκτελούνται από εταιρεία της οποίας η κύρια δραστηριότητα είναι η αεροπορική μεταφορά επιβατών ή εμπορευμάτων ή παροχή υπηρεσιών έναντι αμοιβής. Υποστηρίζει η αιτήτρια πως κι οι τρείς πιο πάνω αναφερόμενες προϋποθέσεις πληρούνταν, έτσι ώστε τα συγκεκριμένα καύσιμα να ήταν δικαιούχα απαλλαγής.

  Με αναφορά σε απόφαση του Γερμανικού Ανωτάτου Ομοσπονδιακού Φορολογικού Δικαστηρίου στην Bundesfinanzhof, ημερομηνίας 8.7.2017, υπεβλήθη η θέση πως η παροχή της απαλλαγής, προϋποθέτει μόνο τη χρήση του αεροσκάφους από τον ιδιοκτήτη του ή από αυτόν που μπορεί να το χρησιμοποιήσει, για την εμπορική παροχή μίας υπηρεσίας. Κατά τις εισηγήσεις, η επίδικη περίπτωση, διαφοροποιείται ουσιωδώς από την απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Joannou & Paraskevaides (Overseas) Ltd (ανωτέρω), καθώς και από την Systeme (ανωτέρω).

 

 Τούτο, όπως υποστηρίζεται, καθότι στην προκείμενη περίπτωση, η χρήση του αεροσκάφους, έγινε προς εκτέλεση διεθνών μεταφορών με κόμιστρο, αφού όπως υποστηρίζεται, η αιτήτρια παρείχε τις υπηρεσίες της, για μεταφορά του προσωπικού των πελατών της Columbia Shipmanagement Ltd, Schoeller Holdings Ltd και Fleet Marine Ltd και πως αυτή η μεταφορά έγινε με την καταβολή σχετικής αντιπαροχής / κομίστρου.

 

  Παραπέμπει, προς τούτο, στο Παράρτημα Ε1 της αίτησης ακυρώσεως (Παραρτήματα Γ και Δ σ’ αυτήν), υποβάλλοντας πως η αιτήτρια, δεν εκτελούσε ιδιωτικές πτήσεις, ούτε ιδιωτικές πτήσεις αναψυχής, κάτι που επιβεβαιώνεται από τα σχετικά κόμιστρα που είχαν καταβληθεί προς όφελος τους. Τα υπό αναφορά έγγραφα, αφορούσαν: (α) σε ετήσιες εκθέσεις και ελεγμένους λογαριασμούς της αιτήτριας για τα έτη 2011 – 2015, στις οποίες φαίνονται οι χρεώσεις που έτυχαν οι λήπτες των υπηρεσιών, ως κόμιστρα και/ή αμοιβές για τις επίδικες πτήσεις και (β) δήλωση των ελεγκτών της αιτήτριας στην οποία αναφέρεται πως τα εν λόγω κόμιστρα και/ή αμοιβή, αντιστοιχούν σε αυτά που κατέβαλαν οι πιο πάνω αναφερόμενες τρίτες εταιρείες που έλαβαν αυτές τις υπηρεσίες. Επ’ αυτού, υποστηρίζει, πρόσθετα η αιτήτρια, πως οι εν λόγω θέσεις δεν έχουν εξεταστεί από τους καθ’ ων η αίτηση, καίτοι υποβλήθηκαν στο αίτημα αναθεώρησης που υπέβαλε κατά της εκδοθείσας βεβαίωσης. Ο ισχυρισμός επεκτείνεται και σε παράλειψη των καθ’ ων η αίτηση να ζητήσουν περαιτέρω στοιχεία ή διευκρινίσεις, εάν θεωρούσαν πως αυτά δεν ήταν αρκετά.

 

  Πρόσθετος λόγος ακύρωσης που προωθήθηκε, άπτεται ισχυρισμού περί παράβασης των αρχών της χρηστής διοίκησης, αφού για ολόκληρη την περίοδο από το 2011 μέχρι και τις 31.8.2016 εφάρμοζαν συγκεκριμένη πρακτική, χωρίς να τίθεται οποιοδήποτε ζήτημα οφειλών και χωρίς να οχλήσουν την αιτήτρια για τυχόν οφειλές που προέκυπταν. Με την επίδικη απόφαση, συνεχίζει η εισήγηση, υπήρξε ανάκληση αυτής της πρακτικής, αλλαγή στάσης κι ανατροπή της αιτιολογημένης εμπιστοσύνης που δημιουργήθηκε στην αιτήτρια, επιφέροντάς της αρνητικές συνέπειες. Κατά τις εισηγήσεις, έχει παρέλθει σημαντικός χρόνος από την περίοδο που αφορούν οι επίδικες παραδόσεις καυσίμων (Ιανουάριος 2011 μέχρι Αύγουστος 2016) και την εν τέλει έκδοση της επίδικης βεβαίωσης, χρόνος που δεν μπορεί να θεωρηθεί εύλογος, ενώ πρόκειται για ευμενή πράξη της διοίκησης, που έστω και παράνομη, δημιουργεί σύγκρουση, ουσιαστικά από δικές της παραλείψεις.

 

  Η αιτήτρια υποστηρίζει επίσης, πως η προσβαλλόμενη απόφαση δεν παρέχει σαφή και επαρκή αιτιολογία, ενώ λήφθηκε χωρίς να προηγηθεί προς τούτο η δέουσα έρευνα.

 

  Τέλος, άνευ βλάβης όλων των πιο πάνω, η αιτήτρια υποβάλλει πως σε περίπτωση που οι πιο πάνω εγερθέντες λόγοι ακύρωσης απορριφθούν, υποστηρίζεται πως, κατ΄ακολουθία της Joannou & Paraskevaides (Overseas) Ltd (ανωτέρω), ο χρόνος έναρξης της επιβολής χρηματικής επιβάρυνσης και τόκου που αναλογούν στην επιβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης, ορθό θα ήταν, στα πλαίσια της χρηστής διοίκησης, ν’ αρχίζει από την ημερομηνία βεβαίωσης της οφειλής.

 

  Προχωρώντας να εξετάσω τους εγειρόμενους εκ μέρους της αιτήτριας ισχυρισμούς, διαπιστώνω πως επιχειρείται διαφοροποίηση των πραγματικών δεδομένων της υπό κρίση διαφοράς, από τα γεγονότα της Joannou & Paraskevaides (Overseas) Ltd (ανωτέρω) καθώς και της Systeme (ανωτέρω), ισχυριζόμενη, η αιτήτρια, πως η χρήση του αεροσκάφους έγινε προς εκτέλεση διεθνών μεταφορών με κόμιστρο, αφού η τελευταία εκμίσθωσε το αεροσκάφος για μεταφορά του προσωπικού των πελατών της Columbia Shipmanagement Ltd, Schoeller Holdings Ltd και Fleet Marine Ltd, εταιρείες οι οποίες κατέβαλαν προς την αιτήτρια αντιπαροχή.

 

  Η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ’ ων η αίτηση, παραπέμπει, προς απάντηση, στην απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην C-250/10, Haltergemeinschaft LBL ν. Hauptzollamt Düsseldorf, ημερομηνίας 21.12.2011, στην οποία έτυχε ερμηνείας το άρθρο 14(α)(β) της Οδηγίας 2003/96/ΕΚ, πως η απαλλαγή - από τον φόρο επί των ενεργειακών προϊόντων που διατίθενται για να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα για τις αεροπορικές μεταφορές, εκτός των ιδιωτικών πτήσεων αναψυχής, που προβλέπεται στην εν λόγω διάταξη - δεν μπορεί να εφαρμοστεί σε επιχείρηση η οποία εκμισθώνει ή εκναυλώνει αεροσκάφος που της ανήκει, μαζί με τα καύσιμα, σε επιχειρήσεις των οποίων οι δραστηριότητες εναέριας μεταφοράς δεν εξυπηρετούν ευθέως την παροχή υπηρεσιών εναέριας μεταφοράς, έναντι αμοιβής, από τις εν λόγω επιχειρήσεις.

 

  Δηλαδή, η εκμίσθωση του αεροσκάφους της αιτήτριας, το οποίο εφοδιάστηκε με τα ειδικά καύσιμα, δεν συνεπάγεται απαλλαγή από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης των υπό χρήση καυσίμων, εφόσον οι δραστηριότητες εναέριας μεταφοράς των εταιρειών στις οποίες τα εκμίσθωσε, δεν εξυπηρετούν ευθέως την παροχή υπηρεσιών εναέριας μεταφοράς έναντι αμοιβής. Σε συμφωνία με τις θέσεις των καθ’ ων η αίτηση, η αιτήτρια, καίτοι προσκόμισε τις ετήσιες εκθέσεις και τους ελεγμένους λογαριασμούς της, για τα έτη 2011-2015, εντούτοις, δεν παρουσίασε ούτε την ύπαρξη τέτοιας συμφωνίας ναύλωσης του αεροπλάνου, ούτε και την χρέωση για την ναύλωσή του, ούτε και προσκόμισε οποιοδήποτε στοιχείο ή έγγραφο από το οποίο να προκύπτει πως οι δραστηριότητες των εταιρειών στις οποίες εκναυλώθηκε το αεροπλάνο, εξυπηρετούν ευθέως την παροχή υπηρεσιών εναέριας μεταφοράς έναντι αμοιβής.

 

  Όπως πολύ ορθά υπέδειξε κι η Δημοκρατία, το ζητούμενο για την εξαίρεση από την καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης του αεριωθουμένου καυσίμου, δεν είναι η χρήση του αεροσκάφους από την αιτήτρια. Δηλαδή, η εκναύλωση του προς τρίτες εταιρείες, για την οποία εκναύλωση έλαβε αντιπαροχή. Το ζητούμενο είναι, η χρήση του καυσίμου από τις τρίτες εταιρείες για την μεταφορά του προσωπικού της και το κατά πόσον αυτό το προσωπικό κατέβαλε κόμιστρο, πληροφορία, όμως, που δεν δίδεται από την αιτήτρια.

 

  Αυτές οι πληροφορίες, δεν αναμένεται να αναζητηθούν από τους καθ’ ων η αίτηση, προκειμένου να δώσουν απαλλαγή από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης, ως υπήρξε εισήγηση από την αιτήτρια. Η απαλλαγή, ως εξαίρεση από την καθολικότητα του φόρου, πρέπει να αποδεικνύεται από αυτόν που την ζητεί κι όχι από το κράτος, το οποίο οφείλει, εφόσον το δικαιολογούν οι περιστάσεις, να επιβάλει τους αναλογούντες φόρους και δασμούς.

 

  Στις διατάξεις του άρθρου 20 του περί Φόρων Κατανάλωσης Νόμου του 2004, Ν. 91(Ι)/2004 ως τροποποιήθηκε, αναφέρονται τα εξής:-

«20. (1) Επιπρόσθετα από οποιεσδήποτε άλλες περιπτώσεις που ρητά προβλέπονται στον παρόντα Νόμο, σε περίπτωση κατά την οποία οποιοδήποτε πρόσωπο αμελεί, αρνείται ή παραλείπει να υποβάλει τη διασάφηση που απαιτείται σύμφωνα µε τον παρόντα Νόμο ή δεν τηρεί τα αναγκαία αρχεία, βιβλία, έγγραφα ή στοιχεία ούτε παρέχει τις αναγκαίες διευκολύνσεις για επαλήθευση των στοιχείων της

διασάφησης, ή όταν ο Διευθυντής κρίνει ότι η διασάφηση που υποβλήθηκε είναι ελλιπής ή ότι περιέχει σφάλματα ή όταν ελλείπουν τα ενισχυτικά προς υποστήριξη αυτής έγγραφα, τότε ο Διευθυντής μπορεί να βεβαιώσει το ποσό του οφειλόμενου φόρου κατανάλωσης ασκώντας κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο την κρίση του και στη συνέχεια να το γνωστοποιήσει στο πρόσωπο αυτό.

(2) Σε περίπτωση που οποιοδήποτε πρόσωπο αμελεί, αρνείται ή παραλείπει να εφαρμόσει τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και λόγω της αμέλειας ή άρνησης ή της παράλειψης του προκύπτει ποσό οφειλόμενο τότε ο Διευθυντής δύναται ασκώντας κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο την κρίση του να βεβαιώσει το οφειλόμενο ποσό[2]

 

 

  Ομοίως, σε σχέση με την δυνατότητα έκδοσης βεβαιώσεων τελωνειακών ή άλλων τελωνειακών οφειλών, σχετικές είναι κι οι διατάξεις των άρθρων 48 και 52 του περί Τελωνειακού Κώδικα Νόμου, Ν. 94(Ι)/2004, ως αυτός έχει τύχει τροποποίησης:-

«48.-(1) Επιπρόσθετα από οποιεσδήποτε άλλες περιπτώσεις που ρητά προβλέπονται στον παρόντα Νόμο ή στη σχετική Κοινοτική Νομοθεσία, σε περίπτωση κατά την οποία οποιοδήποτε πρόσωπο παραλείπει να υποβάλει διασάφηση που απαιτείται σύμφωνα µε την τελωνειακή ή την άλλη νομοθεσία ή δεν τηρεί τα αναγκαία αρχεία, βιβλία, έγγραφα ή στοιχεία ούτε παρέχει τις αναγκαίες διευκολύνσεις για επαλήθευση των στοιχείων της διασάφησης, ή όταν ο Διευθυντής κρίνει ότι η διασάφηση που υποβλήθηκε είναι ελλιπής ή ότι περιέχει σφάλματα ή όταν ελλείπουν τα ενισχυτικά προς υποστήριξη αυτής έγγραφα, τότε ο Διευθυντής δύναται να βεβαιώσει το ποσό της τελωνειακής οφειλής ή και της άλλης τελωνειακής οφειλής ασκώντας κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο την κρίση του και στη συνέχεια να το κοινοποιήσει στο πρόσωπο αυτό.

(2) Σε περίπτωση που οποιοδήποτε πρόσωπο αμελεί ή αρνείται ή παραλείπει να εφαρμόσει τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και λόγω της αμέλειας ή άρνησης ή παράλειψής του προκύπτει ποσό οφειλόμενο, τότε ο Διευθυντής δύναται ασκώντας κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο την κρίση του να βεβαιώσει το οφειλόμενο ποσό και το κοινοποιεί στο πρόσωπο αυτό […]».[3]

  Συνεπώς, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης αποτελεί αυτοβεβαιούμενο φόρο και επομένως, η καταγραφή ή λήψη όλων των απαραίτητων πληροφοριών που καθιστούν δυνατή τη βεβαίωση και πληρωμή του, αποτελεί ευθύνη του ίδιου του υπόχρεου, να τον καταβάλει, προσώπου. Ως τέτοιος (αυτοβεβαιούμενος), θα μπορούσε, ως προς αυτό, να γίνει κατ΄ αναλογία επίκληση της νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε σχέση με τον Φ.Π.Α., ήτοι στις Kokos Athanasiou Motors Ltd v. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 21, Δημοκρατία ν. Nicolas Tyrimos Tavern Restaurant Ltd (2000) 3 Α.Α.Δ. 679 και στην σχετικώς πρόσφατη, Α.Ε. 141/14 Χρυσάρης Λτδ. ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 10.5.2021.

 

  Ως προς τον ισχυρισμό της αιτήτριας πως τα όσα έθεσε επί του αιτήματος αναθεώρησης, δεν εξετάστηκαν από τους καθ’ ων η αίτηση, ανατρέχοντας στο περιεχόμενο του Τεκμηρίου 6, διαπιστώνω πως οι αιτιάσεις της, δεν ευσταθούν. Οι ισχυρισμοί που έθεσε, εξετάστηκαν από το Τμήμα Τελωνείων και επισημάνθηκαν οι ελλείψεις, όπως κι η ανακρίβεια των θέσεων της, τόσο σε σχέση με την εκναύλωση του αεροσκάφους έναντι αντιπαροχής σε τρίτες εταιρείες, όσο και για τη φύση των δραστηριοτήτων που οι εταιρείες αυτές εξυπηρετούν.

 

  Εν πάση περιπτώσει, όλες όσες Δηλώσεις Ανεφοδιασμού Καυσίμων υποβλήθηκαν στο Τμήμα Τελωνείων από την αιτήτρια, δηλώνονταν από τον εκάστοτε κυβερνήτη, ως πτήσεις για ιδιωτικούς σκοπούς, όπως αυτό προκύπτει από σχετικά, επί του διοικητικού φακέλου της προσφυγής, έγγραφα.

 

   Ομοίως, απορριφθέντες θα πρέπει να κριθούν κι οι ισχυρισμοί της αιτήτριας περί παράβασης των αρχών της χρηστής διοίκησης και της καλής πίστης, εφόσον οι αρμόδιες κρατικές αρχές, υπέχουν υποχρέωση επιβολής κι είσπραξής δασμών και φόρων, ως ζήτημα που άπτεται του δημοσίου συμφέροντος. Το Τμήμα Τελωνείων έχει εξουσία ανάκλησης προηγούμενης λανθασμένης πράξης προς τον σκοπό αποκατάστασης της νομιμότητας και επαναφοράς των πραγμάτων στην ορθή νομική και πραγματική τους θέση (Director of Customs v. Grecian Hotel (1985) 1 C.L.R. 476). Αυτό άλλωστε επιβεβαιώθηκε και στην Joannou & Paraskevaides (Overseas) Ltd (ανωτέρω)

 

  Παραθέτω, επιπροσθέτως, και τα όσα κρίθηκαν στην Α.Ε. 98/2013 Δημοκρατία ν. Φεραίος Λτδ, ημερομηνίας 1.7.2019, στην οποία έγινε αναφορά στην Joannou & Paraskevaides (Overseas) Ltd (ανωτέρω), αλλά και ανασκόπηση της μέχρι τότε νομολογίας, όπου τονίστηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο ακριβώς η σημασία επιβολής κι είσπραξης δασμών και φόρων. Τα όσα παραθέτω κατωτέρω, επίσης απαντούν στους αβάσιμους ισχυρισμούς που προβάλλει η αιτήτρια:-

«Ως θέμα αρχής η επιβολή και είσπραξη δασμών και φόρων συνιστά ζήτημα δημοσίου συμφέροντος. Συνακόλουθα, η αρμοδία αρχή νομιμοποιείται να ανακαλέσει προηγούμενη αντίθετη προς το Νόμο πρακτική της και συμπεριφορά προς τον σκοπό είσπραξης οφειλόμενου φόρου. Θα πρέπει να υπομνησθεί ότι η καταβολή οποιωνδήποτε οφειλόμενων ποσών υπό μορφή δασμών και φόρων και το δικαίωμα προς είσπραξη, δεν παραγράφεται και ότι αποτελεί υποχρέωση της αρμόδιας αρχής η είσπραξη των εν λόγω ποσών μέσω της προώθησης των ανάλογων διαδικασιών (The Director of the Department of Customs v. M.Ch. Platanis And Co Ltd (1981) 1 C.L.R. 635, Δημοκρατία ν. Ioannou & Paraskevaides (Overseas) Ltd, Α.Ε. 197/2010, ημερ. 12.9.2016).

 

Το Τμήμα Τελωνείων έχει εξουσία ανάκλησης προηγούμενης λανθασμένης πράξης προς τον σκοπό αποκατάστασης της νομιμότητας και επαναφοράς των πραγμάτων στην ορθή νομική και πραγματική τους θέση (Director of Customs v. Grecian Hotel (1985) 1 C.L.R. 476). Όπως είχε την ευκαιρία το Ανώτατο Δικαστήριο να υπομνήσει σχετικά στην απόφαση Paraskevaides (ανωτέρω):

 

«Η ανάκληση τέτοιων παράνομων διοικητικών αποφάσεων είναι επιτρεπτή, νοουμένου ότι λαμβάνει χώραν εντός ευλόγου χρόνου, στοιχείο το οποίο σταθμίζεται ανάλογα με τα γεγονότα της κάθε περίπτωσης. Δεν πρέπει να παραγνωρίζεται ότι η διαρροή χρόνου δεν αποτελεί, ούτως ή άλλως, κώλυμα για την ανάκληση όπου η ανακληθείσα διοικητική πράξη αντιστρατεύεται το δημόσιο συμφέρον. Συναφώς, ο προαναφερθείς περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμος, άρθρο 54(2)(3), καθορίζει ότι η ανάκληση παράνομης, αλλά ακόμη και νόμιμης διοικητικής πράξης, έστω και αν παρήλθε εύλογο χρονικό διάστημα από την έκδοσή της, δικαιολογείται για λόγους δημοσίου συμφέροντος. Η διασφάλιση των δημοσίων εσόδων και η είσπραξη των νόμιμων οφειλών προς το κράτος, εμπίπτει στις περιπτώσεις εξυπηρέτησης του δημοσίου συμφέροντος και δικαιολογεί τη μετέπειτα αναζήτηση κάθε οφειλής, η οποία παραμένει ανείσπρακτη από λάθος της διοίκησης.

 

 

Αλλωστε, όπως τονίστηκε στην απόφαση Δημοκρατία ν. Παπαφώτη (1997) 3 ΑΑΔ 191, 196:

 

 

«Ούτε η καλή πίστη συναρτάται με τον υπερακοντισμό της νομιμότητας στη λειτουργία της Διοίκησης. Όπως διευκρινίζεται στην Tamassos Suppliers v. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 60, η αρχή της καλής πίστης σκοπεί στον αποκλεισμό της αυθαιρεσίας στη διοικητική λειτουργία. Δεν υπερφαλαγγίζει όμως την αρχή της σύννομης λειτουργίας της Διοίκησης, που είναι συνυφασμένη, όπως και κάθε κρατική λειτουργία, με την αρχή του κράτους δικαίου.»

  

Παρόμοια ζητήματα εξετάστηκαν από τον αδελφό Δικαστή Ναθαναήλ στην υπόθεση Chrikar Trading Co Ltd v. Κυπριακής Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 413/2007, ημερ. 27.2.2009. Στην εν λόγω υπόθεση, ο Διευθυντής του Τμήματος Τελωνείων διαπίστωσε, στα πλαίσια μετελέγχου, ότι συγκεκριμένα προϊόντα, ήτοι τυριά, είχαν ταξινομηθεί σε λανθασμένη δασμολογική κλάση, με αποτέλεσμα την αποφυγή καταβολής φόρου κατανάλωσης. Μετά τον επανέλεγχο και τη διαπίστωση του λάθους προέκυψε απαίτηση εκ μέρους της Δημοκρατίας, περί της οποίας πληροφόρησαν τους εισαγωγείς. Οι τελευταίοι, προέβαλαν, μεταξύ άλλων, ισχυρισμούς περί ανεπίτρεπτης επιβολής, αναδρομικά, φόρου και περί παραβίασης ευμενών δεδομένων που είχαν δημιουργηθεί προς όφελός τους από την ίδια τη διοίκηση. Υιοθετούμε την ακόλουθη προσέγγιση του Δικαστηρίου:

 

«Στην πραγματικότητα εδώ επαναφέρθηκε η δημόσια τάξη με την ορθή ταξινόμηση των προϊόντων (τα οποία να σημειωθεί ότι και οι ίδιοι οι αιτητές κατά καιρούς ταξινομούσαν άλλωτε ως τυριά και άλλωτε ως απομιμήσεις αυτών), με την αναζήτηση της καταβολής των νενομισμένων τελωνειακών δασμών. Όπως αναφέρθηκε στην Αλέξανδρος Σολέας και Υιός Λτδ ν. Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 803:

 

«... η διαρροή χρόνου δεν αποτελεί κώλυμα για την ανάκληση όπου η παράνομη διοικητική πράξη αντιστρατεύεται το δημόσιο συμφέρον.»

 

 

 Οι καθ΄ ων ως οι υπεύθυνοι για τη νομιμότητα αφενός της δασμολογικής κατάταξης των εισαγομένων προϊόντων και αφετέρου της υπ΄ αυτών είσπραξης των επιβαλλομένων φόρων και δασμών, είχαν υποχρέωση να επαναφέρουν τα πράγματα στην ορθή τους πραγματική και νομική διάσταση, προχωρώντας μάλιστα να εισπράξουν τις αναγκαίες οφειλές. Παραμένει προεξάρχουσα η αρχή ότι οι αρχές της καλής πίστης και της χρηστής διοίκησης που στοχεύουν στον αποκλεισμό της αυθαιρεσίας από πλευράς της διοίκησης, δεν υπερφαλαγγίζουν «.. την αρχή της σύννομης λειτουργίας της διοίκησης, που είναι συνυφασμένη, όπως και κάθε κρατική λειτουργία με την αρχή του κράτους δικαίου.» (Δημοκρατία ν. Παπαφώτη (1997) 3 Α.Α.Δ. 191). Η είσπραξη των οφειλομένων εκ της νέας δασμολογικής κατάταξης δασμών αποτελεί υποχρέωση της διοίκησης, η οποία και δεν έχει δικαίωμα να παραγράψει τις οφειλές αυτές. (Frakapor Co Ltd ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 1499/99, ημερ. 12.7.01).

 

Τα πιο πάνω απαντούν τις αιτιάσεις των αιτητών σε σχέση με το ανεπίτρεπτο, κατ΄ ισχυρισμόν, της επιβολής κατ΄ αναδρομικό τρόπο του φόρου και της παραβίασης των «ευμενών» δεδομένων που έχουν δημιουργηθεί υπέρ αυτών από την ίδια τη διοίκηση. (δέστε και την υπόθεση DPD Milk Products Ltd ν. Υπουργείου Οικονομικών, υπόθ. αρ. 1358/05, ημερ. 16.10.07). Δεν μπορεί ποτέ να θεωρηθεί ότι επέρχονται νόμιμες συνέπειες από την αποφυγή της καταβολής των νενομισμένων δασμών που, έστω και εκ των υστέρων, διαπιστώνονται ότι έπρεπε να είχαν καταβληθεί. Δεν διαπιστώνεται οποιαδήποτε παραβίαση των αρχών της καλής πίστης, της χρηστής διοίκησης και της αναλογικότητας.»

 

 

  Τέλος, διαπιστώνω πως στην προσβαλλόμενη απόφαση παρέχεται επαρκής και σαφής αιτιολογία, από την οποία προκύπτουν ξεκάθαρα οι λόγοι για τους οποίους το Τμήμα Τελωνείων έκρινε πως θα πρέπει να επιβληθούν οι ειδικοί φόροι κατανάλωσης, πλέον Φ.Π.Α. σε σχέση με την θέση σε ελεύθερη ανάλωση των εν λόγω ενεργειακών προϊόντων. Η αιτιολογία της επίδικης διοικητικής αποφάσεως, προκύπτει από την ίδια την απόφαση και συμπληρώνεται από τα στοιχεία των διοικητικών φακέλων, υποκείμενη ωσαύτως στον απαιτούμενο δικαστικό έλεγχο, ως η νομολογία επί του θέματος απαιτεί (Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270, Α.Ε. 164/2014 Gemigar Ltd ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 1.6.2021).

 

  Λόγω έγερσης εκ μέρους της αιτήτριας ζητήματος σε σχέση με τον χρόνο έναρξης της επιβολής της χρηματικής επιβάρυνσης και του τόκου που αναλογούν στην επιβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης, σε συμφωνία με τα όσα αναφέρθηκαν στην απόφαση της Ολομέλειας στην Joannou & Paraskevaides (Overseas) Ltd (ανωτέρω) και Α.Ε. 123/2010 Κοινοπραξία Ηλέκτωρ Α.Ε. κ.ά. ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 17.7.2015, κρίνεται πως στη βάση των αρχών της χρηστής διοίκησης, η έναρξη πληρωμής χρηματικής επιβάρυνσης και τόκου επί του ποσού του ειδικού φόρου κατανάλωσης να αρχίζει την 2.1.2017, ημερομηνία έκδοσης της Εκ των Υστέρων Βεβαίωσης Άλλης Τελωνειακής Οφειλής με αρ. 5Α/2017 και 10Α/2017.  

 

  Στη βάση των πιο πάνω, η προσφυγή με αρ. 1587/2017 απορρίπτεται, η δε προσβαλλόμενη απόφαση Εκ των Υστέρων Βεβαίωση Άλλης Τελωνειακής Οφειλής αρ. 5Α/2017 και 10Α/2017 κι η απόρριψη του Αιτήματος Αναθεώρησης, ημερομηνίας 8.9.2017, επικυρώνονται, δυνάμει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος, με μόνη διαφοροποίηση τον χρόνο της υποχρέωσης πληρωμής χρηματικής επιβάρυνσης και τόκου, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω.

 

 

  Προσφυγές 1589/2017 και 1590/2017

  Με τις προσφυγές 1589/2017 και 1590/2017 προσβάλλεται η απόρριψη του Αιτήματος Αναθεώρησης, όπως αυτό γνωστοποιήθηκε στην αιτήτρια με την διοικητική απόφαση ημερομηνίας 15.1.2018, όπου και επιβεβαιώθηκε από το Τμήμα Τελωνείων, η νομιμότητα επιβολής της Εκ των Υστέρων Βεβαίωσης Άλλης Τελωνειακής Οφειλής με αρ. 58/2017, ημερομηνίας 6.2.2017 σε σχέση με τον ειδικό φόρο κατανάλωσης και Φ.Π.Α., ομοίως και της Εκ των Υστέρων Βεβαίωσης Άλλης Τελωνειακής Οφειλής με αρ. 7Α/2017, αναφορικά με παραδόσεις καυσίμων αεριωθουμένου από το Αεροδρόμιο Λάρνακας και Πάφου από την προμηθεύτρια εταιρεία BP Eastern Mediterranean Ltd

 

  Λόγω της έγερσης όμοιων λόγων ακύρωσης, θα ακολουθήσει κοινή εξέταση των δύο προσφυγών. Κατά τις εισηγήσεις της αιτήτριας, οι διατάξεις του άρθρου 6(1)(α) του Ν. 91(Ι)/2004, δεν αναφέρονται στους καταναλωτές των εναρμονισμένων προϊόντων, δηλαδή στην αιτήτρια, αλλά στα πρόσωπα τα οποία είναι εγγεγραμμένα στο Μητρώο Δεδομένων, σύμφωνα με το άρθρο 14 του Κεφαλαίου Α, Μέρος V του Νόμου, ήτοι αφορά σε πρόσωπα που έχουν άδεια από τον Διευθυντή να παραλαμβάνουν τέτοια προϊόντα, είτε να παράγουν, μεταποιούν, κατέχουν, παραλαμβάνουν ή αποστέλλουν τέτοια προϊόντα που βρίσκονται σε τελωνειακή αποθήκη. Με αναφορά στις Κ.Δ.Π. 312/2013, Κ.Δ.Π. 406/2004, Κ.Δ.Π. 415/2004 , υποβάλλεται η θέση πως, ο αρχικός υπόχρεος για την καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης, είναι η προμηθεύτρια εταιρεία κι όχι η αιτήτρια που είναι ο απλός καταναλωτής.

 

  Προωθείται, παράλληλα, κι ισχυρισμός περί μη δυνατότητας των καθ΄ ων η αίτηση να ανακαλέσουν μετά από παρέλευση μεγάλου χρονικού διαστήματος προηγούμενες ευμενείς αποφάσεις τους, με τις οποίες δεν επιβαλλόταν οποιοσδήποτε ειδικός φόρος κατανάλωσης, αφού, στην ουσία, πρόκειται περί διαφορετικής εκτίμησης των ίδιων δεδομένων, με ευθύνη της διοίκησης κι αλλαγής της δικής της προηγούμενης στάσης.

 

  Έχουν ήδη εκτεθεί ανωτέρω, οι διατάξεις του άρθρου 6(1) του περί Φόρων Κατανάλωσης Νόμου του 2004, Ν. 91(Ι)/2004, δυνάμει των οποίων, καθορίζεται ρητώς πως, υπόχρεος προς καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης, είναι ο εγκεκριμένος αποθηκευτής, ο εγγεγραμμένος παραλήπτης ή κάθε άλλο πρόσωπο που απελευθερώνει ή εξ ονόματος του οποίου απελευθερώνονται τα εναρμονισμένα προϊόντα από καθεστώς αναστολής και σε περίπτωση παράτυπης εξόδου από τη φορολογική αποθήκη, κάθε άλλο πρόσωπο που εμπλέκεται στην έξοδο αυτή. Και ως επίσης ορίζεται στις διατάξεις του εδαφίου (2) του ίδιου άρθρου, τα πρόσωπα αυτά, ευθύνονται αλληλεγγύως και εις ολόκληρον για την πληρωμή της εν λόγω οφειλής.

 

  Σε σχέση με τις Κανονιστικές Διοικητικές Πράξεις στις οποίες έγινε αναφορά από την αιτήτρια, όπως πολύ ορθά επισημαίνεται από τους καθ’ ων η αίτηση, δεν τυγχάνουν εφαρμογής στην προκείμενη περίπτωση. Η δε Κ.Δ.Π. 312/2013 αφορά σε Κανονισμούς που αφορούν το Σχέδιο Προστασίας Καταθέσεων και Εξυγίανσης Πιστωτικών και Άλλων Ιδρυμάτων. Ακόμα και εάν θεωρηθεί πως η αιτήτρια παραπέμπει στην Κ.Δ.Π. 312/2010, και πάλιν αυτή η Γνωστοποίηση είναι άσχετη με την επίδικη υπόθεση, καθότι αφορά τις προϋποθέσεις που θα πρέπει να πληρούνται, για την χορήγηση άδειας εγκεκριμένου αποθηκευτή. Ομοίως, η Κ.Δ.Π. 406/2004 στην οποία επίσης έκανε αναφορά η αιτήτρια, δεν τυγχάνει εφαρμογής στην επίδικη υπόθεση, καθότι ρυθμίζεται η δυνατότητα επιστροφής του ειδικού φόρου κατανάλωσης που έχει καταβληθεί σε ενεργειακά προϊόντα, τα οποία έχουν μολυνθεί ή αναμιχθεί τυχαία. Επίσης, δεν εφαρμόζεται ούτε κι η Κ.Δ.Π. 415/2004, η οποία αναφέρεται μεν την δυνατότητα απαλλαγής του ειδικού φόρου κατανάλωσης σε ενεργειακά προϊόντα, αλλά αυτή ρυθμίζει τον τρόπο εφοδιασμού των δικαιούχων αεροσκαφών, τον τρόπο παράδοσης του ειδικού καυσίμου και τις υποχρεώσεις του εγκεκριμένου αποθηκευτή.

 

  Διαπιστώνω, πως οι ισχυρισμοί της αιτήτριας, περιστρέφονται γύρω από το ποιος είναι ο υπόχρεος καταβολής του φόρου. Φαίνεται, μέσα από τις θέσεις της, πως η αιτήτρια, δεν αμφισβητεί αυτήν καθ’ αυτήν την επιβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης, αλλά ισχυρίζεται πως ο αρχικός υπόχρεος για την καταβολή του, είναι η προμηθεύτρια εταιρεία κι όχι η ίδια. Επομένως, στα πλαίσια των υπό εξέταση προσφυγών, δεν προβάλλεται ισχυρισμός που άπτεται του σταδίου βεβαίωσης κι επιβολής των επίδικων φόρων, αλλά προβάλλονται ισχυρισμοί που άπτονται της εκτέλεσης των εδώ προσβαλλόμενων διοικητικών αποφάσεων και το ποιος υποχρεούται να τους καταβάλει.  

 

  Σε ό,τι αφορά τους ισχυρισμούς περί μη δυνατότητας των καθ’ ων η αίτηση να προβούν σε ανάκληση μίας ευμενούς διοικητικής πράξης, επαναλαμβάνονται τα όσα αναφέρονται ανωτέρω, στα πλαίσια εξέτασης της προσφυγής με αρ. 1587/2017, υπενθυμίζοντας πως η επιβολή και είσπραξη δασμών και φόρων, αποτελεί ζήτημα δημοσίου συμφέροντος και συνιστά απαράγραπτο χρέος προς τη Δημοκρατία, αφού διασφαλίζει τα δημόσια έσοδα (Α.Ε. 65/2014 Δημοκρατία ν. L. Nemitsas Ltd, ημερομηνίας 20.1.2021).

 

  Υπό το φως των ανωτέρω, οι προσφυγές με αρ. 1589/2017 και 1590/2017 απορρίπτονται, οι δε προσβαλλόμενες αποφάσεις Εκ των Υστέρων Βεβαιώσεις Άλλης Τελωνειακής Οφειλής με αρ. 58/2017 και 7Α/2017 ως αυτές επιβεβαιώθηκαν δια της απορρίψεως του Αιτήματος Αναθεώρησης που υπέβαλε η αιτήτρια, επικυρώνονται στο σύνολό τους, δυνάμει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.

 

  Προσφυγές 435/2018 – 443/2018

  Οι πιο πάνω αναφερόμενες προσφυγές, έχουν καταχωρηθεί από τους προμηθευτές των ειδικών καυσίμων αεριωθουμένου, και σχετίζονται με την επιβολή ειδικού φόρου κατανάλωσης και Φ.Π.Α., πλέον χρηματικής επιβάρυνσης και τόκου υπερημερίας, όπως αυτή η επιβολή βεβαιώθηκε με την έκδοση των Εκ των Υστέρων Βεβαιώσεων Άλλης Τελωνειακής Οφειλής με αρ. 7/2017, 2/2017, 9/2017, 6/2017, 11/2017, 5/2017, 8/2018, 4/2017 και 10/2017 (αντικείμενα των προσφυγών 435/2018, 436/2018, 437/2018, 438/2018, 439/2018, 440/2018, 441/2018, 442/2018 και 443/2018) και επιβεβαιώθηκαν με την απόρριψη του Αιτήματος Αναθεώρησης ημερομηνίας 15.1.2018, διοικητική απόφαση που έχει ενσωματώσει τις Εκ των Υστέρων Βεβαιώσεις.

 

  Ο ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητριών, προβάλλει τον ισχυρισμό πως οι προσβαλλόμενες αποφάσεις αντίκεινται προς το Άρθρο 1 του Πρώτου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, προς το Άρθρο 17 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στα Άρθρα 23 και 24 του Συντάγματος, στην αρχή του κράτους δικαίου, στην αρχή του “Good Governance”, την αρχή της δίκαιης μεταχείρισης και την αρχή της αναλογικότητας.

 

  Έγινε αναδρομή στα γεγονότα που οδήγησαν στην έκδοση των προβαλλόμενων αποφάσεων, με αναφορά στην αρχικώς εκδοθείσα πρωτόδικη ακυρωτική απόφαση στην υπόθ. αρ. 187/2009, Joannou & Paraskevaides (Overseas) Ltd ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 25.10.2010, για την ισχύ της οποίας, δεν είχε τότε ζητηθεί αναστολή εκ μέρους της Δημοκρατίας, καίτοι είχε καταχωρηθεί η Α.Ε. 197/2010 και εκκρεμούσε. Υποστηρίζουν οι αιτήτριες πως αυτές καλόπιστα, χωρίς να έχουν ίδιον όφελος από τη μη είσπραξη των εν λόγω φόρων και συμμορφούμενες με την τότε εκδοθείσα ακυρωτική απόφαση η οποία ήταν σε ισχύ, ως αντιπρόσωποι του κράτους για την είσπραξη των φόρων, δεν συνέλεγαν τον ειδικό φόρο κατανάλωσης των καυσίμων αεριωθουμένου το οποίο παραδίδετο προς τους χρήστες των αεροσκαφών, αφού δεν νομιμοποιούνταν να τους συλλέγουν,  ενόψει της ακυρωτικής αποφάσεως.

 

  Αναπτύσσοντας τους εγερθέντες λόγους ακύρωσης, ο ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητριών παράπεμψε στις διατάξεις του Άρθρου 1 του Πρώτου Πρωτοκόλλου («ΠΠ») της ΕΣΔΑ, παραπέμποντας σε αποφάσεις του ΕΔΑΔ υποδεικνύοντας πως, τα λάθη της διοίκησης πρέπει να επενεργούν υπέρ του επηρεαζόμενου. Εισηγούνται οι αιτήτριες πως, δεν ήταν σε θέση να αμφισβητήσουν, κατά τον χρόνο παράδοσης των καυσίμων, τις Δηλώσεις Ανεφοδιασμού Καυσίμων που οι χρήστες του καυσίμου υπέβαλλαν πριν την παράδοση των αγαθών κι οι οποίες Δηλώσεις παραδίδονταν στο Τμήμα Τελωνείων.

 

  Κατά τις εισηγήσεις, η εκ των υστέρων είσπραξη των ποσών που αναλογεί στους ειδικούς φόρους κατανάλωσης θα απολήξει σε παραβίαση του Άρθρου 1 του ΠΠ της ΕΣΔΑ, καθότι θα αποστερήσει από τις αιτήτριες ίδια κεφάλαια της τάξης του ποσού των €7.188.695,78 πλέον τόκους για την BP Eastern Mediterranean Ltd και ποσού €114.857,75 πλέον τόκους για την R.A.M. Oil Cyprus. Επίσης, η είσπραξη αυτών των ποσών, παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας, αφού θα εναποθέσει υπέρμετρο βάρος στους ώμους των αιτητριών κι οδηγεί σε σύγκρουση με την αρχή του “good governance”. Οι αιτήτριες αναφέρονται επίσης σε έκδηλη στρεψοδικία και θυματοποίηση, ενόψει της επιβολής χρηματικής επιβάρυνσης ίσης προς 10% επί του οφειλόμενου φόρου κατανάλωσης και Φ.Π.Α., ποσά που θα πρέπει να ανακληθούν, ως ο ισχυρισμός.

 

  Προωθήθηκε ισχυρισμός πως τα παραδοθέντα στις εταιρείες / χρήστες ειδικά καύσιμα αεριωθουμένου, απαλλάσσονταν από τον ειδικό φόρο, καθότι αυτές εκτελούσαν κυρίως διεθνείς μεταφορές με κόμιστρο. Ομοίως, τα καύσιμα, κατά τους ισχυρισμούς, υπόκειντο σε μηδενικό συντελεστή Φ.Π.Α., αφού αφορούσαν σε πτήση με αεροπλάνο με τόπο προορισμού εκτός των κρατών μελών.  

 

  Καταρχήν, θα πρέπει να λεχθεί πως, το δεδικασμένο που απέρρεε εκ της ακυρωτικής απόφασης στην υπόθ. αρ. 187/2009 Joannou & Paraskevaides (Overseas) Ltd (ανωτέρω), αφορούσε σε παραδόσεις του ειδικού καυσίμου αεριωθουμένου για την χρονική περίοδο 1.5.2004 – 30.9.2007, στη βάση των εκεί προσκομισθέντων στοιχείων και γεγονότων. Το κατά πόσον ζητήθηκε ή όχι εκ μέρους των καθ’ ων η αίτηση αναστολή εκτέλεσης εκείνης της δικαστικής απόφασης, δεν έχει οποιαδήποτε σημασία, καθότι το αποτέλεσμα θα αφορούσε μόνον την συγκεκριμένη και εκεί επίδικη διαφορά, για την εν τέλει είσπραξη των οφειλόμενων ποσών προς το κράτος, ως εκτέλεση της καταβολής.

 

  Πράγματι, οι αιτήτριες, λειτουργούσαν ως φοροεισπράκτορες κι ως αντιπρόσωποι του κράτους, προκειμένου να εισπράξουν τους φόρους που οφείλονται προς το κράτος, αφού ο ειδικός φόρος κατανάλωσης, όπως και ο Φ.Π.Α. αποτελούν έμμεση φορολογία που δεν επιβαρύνει άμεσα της αιτήτριες ως φοροεισπράκτορες, αλλά τον τελικό καταναλωτή. Οι αιτήτριες έχουν υποχρέωση είσπραξης τους από τους χρήστες που υπόκεινται στην φορολογία κι απόδοσης του προς το κράτος.

 

  Στις διατάξεις του Άρθρου 24 του Συντάγματος, έχει καθιερωθεί η αρχή της καθολικότητας της φορολογίας, με βάση την φοροδοτική ικανότητα κάθε ατόμου, επιτάσσοντας την απαγόρευση αυθαίρετων απαλλαγών, εξαιρέσεων ή διακρίσεων. Σύμφωνα με την νομολογία, δεν επιβάλλεται στον πολίτη φορολογία, εκτός εάν από το γράμμα του Νόμου ρητά προκύπτει φορολογική υποχρέωση του υποκείμενου στο φόρο προσώπου (Southfields Industries Ltd v. Δήμου Λευκωσίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 59).

 

  Στις διατάξεις του Άρθρου 1 του Πρώτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, που προστατεύει το δικαίωμα στην ιδιοκτησία (περιουσία), προνοούνται τα εξής:-

“1. Every natural or legal person is entitled to peaceful enjoyment of his possessions. No one shall be deprived of his possessions except in the public interest and subject to the conditions provided for by law and by the general principles of international law.

2. The preceding provisions shall not, however, in any way impair the right of a State to enforce such laws as it deems necessary to control the use of property in accordance with the general interest or to secure the payment of taxes or other contributions or penalties”

 

  Επέμβαση στην περιουσία είναι δικαιολογημένη μόνον εάν πραγματοποιείται για να ικανοποιήσει το δημόσιο συμφέρον ή τη δημόσια ωφέλεια, εφόσον υπάρχει μία δίκαιη ισορροπία μεταξύ του δημοσίου συμφέροντος και της προστασίας των ατομικών θεμελιωδών δικαιωμάτων. Όπως ρητώς αναγνωρίζεται κι από τις πιο πάνω αναφερόμενες διατάξεις, το κράτος δύναται να θέσει σε ισχύ νόμους αναγκαίους προς ρύθμιση της χρήσεως αγαθών, συμφώνως προς το δημόσιο συμφέρον, ή προς εξασφάλιση της καταβολής τους.

  Στην προκείμενη περίπτωση, παρείχετο εκ των σχετικών νομοθετικών διατάξεων του περί Φόρων Κατανάλωσης Νόμου του 2004, Ν. 91(Ι)/2004 ως τροποποιήθηκε, η δυνατότητα επιβολής ειδικών φόρων κατανάλωσης, όπως κι η δυνατότητα απαλλαγής τους (άρθρο 44 του ίδιου Νόμου), εφόσον πληρούνταν κάποιες προϋποθέσεις. Δεν μπορώ να συμφωνήσω πως με τις επίδικες διοικητικές πράξεις, θα επέλθει παραβίαση του δικαιώματος στην περιουσία, όπως αυτό διασφαλίζεται εκ του Άρθρου 1 του ΠΠ της ΕΣΔΑ, αφού η επιβολή και είσπραξη των ειδικών φόρων κατανάλωσης, αποτελεί ζήτημα δημοσίου συμφέροντος (Φεραίος Λτδ (ανωτέρω)).

 

  Όπως ήδη λέχθηκε, καίτοι οι αιτήτριες, ως φοροεισπράκτορες, ευθύνονται αλληλέγγυα και εις ολόκληρον, βάσει του άρθρου 6(2) του Ν. 91(Ι)/2004 για την καταβολή του οφειλόμενου ποσού, εντούτοις, διατηρούν κάθε δικαίωμα να στραφούν εναντίον του ίδιου του καταναλωτή, στην προκειμένη περίπτωση εναντίον των χρηστών, προς αξίωση καταβολής του ποσού που έχει καταβληθεί εκ μέρους τους.

  Για το ζήτημα της επιβολής της χρηματικής επιβάρυνσης επί του οφειλόμενου φόρου κατανάλωσης από την ημερομηνία που αυτός κατέστη οφειλόμενος, επαναλαμβάνω τα όσα ανέφερα πιο πάνω, στα πλαίσια εξέτασης της προσφυγής με αρ. 1587/2017. Κρίνεται ορθό, σε συμφωνία με τα όσα αναφέρθηκαν στην Joannou & Paraskevaides (Overseas) Ltd (ανωτέρω) και Α.Ε. 123/2010 Κοινοπραξία Ηλέκτωρ Α.Ε. κ.ά. ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 17.7.2015, όπως η έναρξη πληρωμής χρηματικής επιβάρυνσης και τόκου επί του ποσού του ειδικού φόρου κατανάλωσης να αρχίζει την 2.1.2017, ημερομηνία έκδοσης των προσβαλλόμενων Εκ των Υστέρων Βεβαιώσεων Άλλης Τελωνειακής Οφειλής με αρ. 7/2017, 2/2017, 9/2017, 6/2017, 11/2017, 5/2017, 8/2018, 4/2017 και 10/2017.

 

  Ο έτερος ισχυρισμός που προωθήθηκε εκ μέρους του ευπαιδεύτου συνηγόρου των αιτητριών, άπτεται ζητήματος ανεπαρκούς διερεύνησης εκ μέρους των καθ’ ων η αίτηση ως προς τη χρήση των καυσίμων που γινόταν από τους χρήστες προμηθεύτριες εταιρείες. Έχω ήδη αναφερθεί, στα πλαίσια εξέτασης των συνεκδικαζόμενων προσφυγών 411/2017, 1587/2017, 1589/2017 και 1590/2017, στις Δηλώσεις Ανεφοδιασμού Καυσίμων που συμπληρώνονταν και υπογράφονταν από τους εκάστοτε κυβερνήτες των αεροσκαφών και στην υποχρέωση κάθε χρήστη για προσκόμιση εγγράφων και αποδεικτικών στοιχείων πως, ακριβώς, τα αεροσκάφη χρησιμοποιήθηκαν για την μεταφορά επιβατών ή εμπορευμάτων ή παροχής υπηρεσιών έναντι αμοιβής ή για σκοπούς κρατικών αρχών, για διεκδίκηση της απαλλαγής του άρθρου 44 του Νόμου.

 

  Εν πάση περιπτώσει, οι αιτήτριες, ως προμηθευτές των καυσίμων, δεν είναι σε θέση να υποστηρίζουν με βεβαιότητα πως τα εν λόγω καύσιμα ήταν δικαιούχα απαλλαγής. Σε μία έκαστη Εκ των Υστέρων Βεβαίωση Άλλης Τελωνειακής Οφειλής, καταγράφονται με λεπτομέρεια τα γεγονότα που οδήγησαν το Τμήμα Τελωνείων στην έκδοση των προσβαλλόμενων αποφάσεων, ενώ επισυνάπτεται σ’ αυτές κι αναλυτική κατάσταση των επιμέρους παραδόσεων στα διάφορα αεροσκάφη, των ποσοτήτων ειδικών καυσίμων αεριωθουμένου για τον εφοδιασμό τους, για κάθε χρονική περίοδο που αφορούσε μία έκαστη Εκ των Υστέρων Βεβαίωση.  

 

  Καταληκτικά, αναφέρεται πως εφόσον διαπιστώνεται πως ο Νόμος παρέχει εξουσία για την επιβολή φόρου, το ερώτημα που εγείρεται είναι αν η απόφαση των αρχών ήταν λογικά εφικτή στα πλαίσια των γεγονότων που είχαν ενώπιον τους. Η ευχέρεια του δικαστηρίου για παρέμβαση περιορίζεται στις περιπτώσεις εκείνες που διαπιστώνεται ότι η κατάληξή του, δεν ήταν ως θέμα λογικής συνέπειας δυνατή, που δεν είναι η περίπτωση, για όλους τους λόγους που αναφέρω πιο πάνω.

 

  Πάγια νομολογία επιτάσσει αυστηρή ερμηνεία των σχετικών φορολογικών διατάξεων σχετικών με φορολογικές συναλλαγές ή εξαιρέσεις, ακριβώς επειδή ως τέτοιες, συνιστούν παρέκκλιση από τον κανόνα της καθολικότητας της φορολογίας (Μάτσης ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 404). Το αναθεωρητικό Δικαστήριο δεν επεμβαίνει στην ερμηνεία και τις αποφάσεις των φορολογικών αρχών που άπτονται σχετικών προνοιών της φορολογικής νομοθεσίας εάν είναι της γνώμης ότι οι εν λόγω αποφάσεις ήταν εύλογα και ορθά επιτρεπτές, στη βάση των ορθών γεγονότων κι υπό το φως ορθής εφαρμογής της σχετικής νομοθεσίας και των νομικών αρχών (Ignatiou & another v. The Republic (1989) 3 CLR 346).

   

  Για τους πιο πάνω λόγους, οι προσφυγές με αρ. 435/2018, 436/2018, 437/2018, 438/2018, 439/2018, 440/2018, 441/2018, 442/2018 και 443/2018 απορρίπτονται, οι δε προσβαλλόμενες αποφάσεις Εκ των Υστέρων Βεβαιώσεις Άλλης Τελωνειακής Οφειλής με αρ. 7/2017, 2/2017, 9/2017, 6/2017, 11/2017, 5/2017, 8/2017, 4/2017 και 10/2017 κι η απόρριψη του Αιτήματος Αναθεώρησης, ημερομηνίας 15.1.2018, επικυρώνονται δυνάμει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος, με μόνη διαφοροποίηση τον χρόνο της υποχρέωσης πληρωμής χρηματικής επιβάρυνσης και τόκου, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω.

 

  Καταληκτικά

  Η προσφυγή με αρ. 411/2017 απορρίπτεται, η δε προσβαλλόμενη απόφαση Εκ των Υστέρων Βεβαίωση Άλλης Τελωνειακής Οφειλής αρ. 11Α/2017 επικυρώνεται, δυνάμει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.

 

  Η προσφυγή με αρ. 1587/2017 απορρίπτεται, η προσβαλλόμενη απόφαση Εκ των Υστέρων Βεβαίωση Άλλης Τελωνειακής Οφειλής αρ. 5Α/2017 και 10Α/2017 κι η απόρριψη του Αιτήματος Αναθεώρησης, ημερομηνίας 8.9.2017, επικυρώνονται, δυνάμει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος, με μόνη διαφοροποίηση τον χρόνο της υποχρέωσης πληρωμής χρηματικής επιβάρυνσης και τόκου, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω.

 

  Οι προσφυγές με αρ. 1589/2017 και 1590/2017 απορρίπτονται, οι προσβαλλόμενες αποφάσεις Εκ των Υστέρων Βεβαιώσεις Άλλης Τελωνειακής Οφειλής με αρ. 58/2017 και 7Α/2017, ως αυτές επιβεβαιώθηκαν δια της απορρίψεως του Αιτήματος Αναθεώρησης που υπέβαλε η αιτήτρια, επικυρώνονται στο σύνολό τους, δυνάμει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.

 

  Οι προσφυγές με αρ. 435/2018, 436/2018, 437/2018, 438/2018, 439/2018, 440/2018, 441/2018, 442/2018 και 443/2018 απορρίπτονται, οι δε προσβαλλόμενες αποφάσεις Εκ των Υστέρων Βεβαιώσεις Άλλης Τελωνειακής Οφειλής με αρ. 7/2017, 2/2017, 9/2017, 6/2017, 11/2017, 5/2017, 8/2017, 4/2017 και 10/2017 κι η απόρριψη του Αιτήματος Αναθεώρησης, ημερομηνίας 15.1.2018, επικυρώνονται δυνάμει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος, με μόνη διαφοροποίηση τον χρόνο της υποχρέωσης πληρωμής χρηματικής επιβάρυνσης και τόκου, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω.

 

  Τα έξοδα όλων των προσφυγών, επιδικάζονται εναντίον των αιτητών κι υπέρ των καθ’ ων η αίτηση, ως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.               

 

 

   Γαβριήλ, Δ.Δ.Δ.



[1] Η έμφαση προστέθηκε από το Δικαστήριο.

[2] Η έμφαση προστέθηκε.

[3] Η έμφαση επίσης προστέθηκε.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο