ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ 

                                         

                                                                   Υπόθεση Αρ. 440/2019

                                                   16 Απριλίου, 2024

 

                                             [ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

Π. Ε.

Αιτήτρια

v.

 

Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου

 Καθ' ης η Αίτηση

   

 __________________

 

Α. Μ. Κωνσταντίνου, Δικηγόρος Αιτήτριας.

Α. Χρίστου (κα), για Ιωαννίδης Δημητρίου Δ.Ε.Π.Ε., Δικηγόροι της Καθ’ ης η αίτηση.

Για το Ενδιαφερόμενο Μέρος καμία εμφάνιση.

  ___________________

                                                

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ : Η Aιτήτρια, με την παρούσα προσφυγή προσβάλλει τη προαγωγή του Ενδιαφερομένου Μέρους Α. Λ. στη θέση Τομεάρχη, Διεύθυνση Προμήθειας - Υποδιεύθυνση Προμήθειας Περιφερειακού Γραφείου Πάφου της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, από 1/4/2019, αντί της ίδιας. Ως προκύπτει από τα έγγραφα των σχετικών φακέλων, οι οποίοι έχουν υποβληθεί στο Δικαστήριο, τα γεγονότα που αφορούν την παρούσα υπόθεση έχουν ως εξής:

 

Στις 4.9.2018 κυκλοφόρησε στο προσωπικό της Καθ' ης η Αίτηση, η Γνωστοποίηση Κενών Θέσεων με αρ. 4/2018, η οποία περιλάμβανε μεταξύ άλλων και μία θέση Τομεάρχη, Κλίμακα Α11+2, Διεύθυνση Προμήθειας, Υποδιεύθυνση Προμήθειας Περιφερειακού Γραφείου Πάφου, για την οποία θέση υπέβαλαν αίτηση, μεταξύ άλλων, η Αιτήτρια και το Ενδιαφερόμενο Μέρος. 

 

Στη συνεδρία ημερομηνίας 10.12.2018 της Μεικτής Συμβουλευτικής Επιτροπής Επιλογής για Προαγωγές του Γραφειακού και Τεχνικού Προσωπικού (η Επιτροπή Επιλογής), τα μέλη έκριναν ως κατάλληλους υποψήφιους για προαγωγή στην επίδικη θέση την Αιτήτρια, το Ενδιαφερόμενο Μέρος και  ένα τρίτο πρόσωπο.

 

Η Εισήγηση της Επιτροπής Επιλογής, υποβλήθηκε στη Συμβουλευτική Υπεπιτροπή της Καθ 'ης η Αίτηση για Θέματα Προσωπικού (η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή), η οποία στην συνεδρία της ημερομηνίας 26.2.2019 επιλήφθηκε του θέματος και εξέτασε την πλήρωση της κρινόμενης θέσης. Κατά την εν λόγω συνεδρία, τα Μέλη της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής αποφάσισαν ομόφωνα να συστήσουν στην Καθ ' ης η Αίτηση την προαγωγή του Ενδιαφερομένου Μέρους.

 

Στη συνεδρία του Διοικητικού Συμβουλίου της Καθ' ης η Αίτηση ημερομηνίας 12.3.2019, αποφασίστηκε η προαγωγή του Ενδιαφερομένου Μέρους, στη επίδικη θέση του Τομεάρχη, Κλίμακα Α11+2, Διεύθυνση Προμήθειας, Υποδιεύθυνση Προμήθειας Περιφεριεακού Γραφείου Πάφου από την 1.4.2019, ενώ η απόφαση κοινοποιήθηκε με Εγκύκλιο της Αρχής, ημερομηνίας 13/3/2019. Εναντίον της απόφασης αυτής, καταχωρήθηκε εκ μέρους της Αιτήτριας η παρούσα προσφυγή. 

 

Ως λόγους ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης, ο ευπαίδευτός δικηγόρος της Αιτήτριας, αφού παραθέτει τα κριτήρια επιλογής ως καταγράφονται στους περί της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμούς του 1986, (Καν. 23(2) της ΚΔΠ 291/86), ήτοι, πείρα, αξία, ικανότητα, αρχαιότητα, προσόντα και επίδοση των υποψηφίων, επικεντρώνεται, στην ύπαρξη πλάνης και έλλειψης δέουσας αιτιολογίας στη σύσταση του Γενικού Διευθυντή, στην έκθεση-σύσταση της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής και στην τελική απόφαση της Καθ' ης η Αίτηση.

 

Συγκεκριμένα, υποστηρίζει ότι, η σύσταση του Γενικού Διευθυντή πάσχει από πλάνη και συγκρούεται με τα στοιχεία των φακέλων, ενώ επίσης ότι οι Καθ' ων η Αίτηση (Διευθυντής, Συμβουλευτική Υπεπιτροπή και Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής) παρασιώπησαν την υπεροχή της Αιτήτριας σε πείρα. Τέλος υποστηρίζει ότι, ο Γενικός Διευθυντής, η Συμβουλευτική Επιτροπή και το Διοικητικό Συμβούλιο της ΑΗΚ, δεν έδωσαν συγκεκριμένη βαρύτητα στο Πτυχίο του Ενδιαφερομένου Μέρους και στα προσόντα της Αιτήτριας, ως όφειλαν.  

Αντίθετα, είναι η θέση της Καθ’ ης η αίτηση ότι δεν ισχύουν ο πιο πάνω ισχυρισμοί που προωθεί η Αιτήτρια και θα πρέπει να απορριφθούν. Η δικηγόρος  της Καθ’ ης η αίτηση, παραθέτοντας εκτενή νομολογία και αναφέροντας αποσπάσματα από τα σχετικά πρακτικά υποστηρίζει ότι, σε καμία περίπτωση η σύσταση του Διευθυντή δεν μπορεί να θεωρηθεί ως πάσχουσα και πεπλανημένη λόγω της κατ’ ισχυρισμόν σύγκρουσής της με τα στοιχεία των φακέλων. Απαντά στους άλλους ισχυρισμούς τη Αιτήτριας ότι, ο Γενικός Διευθυντής, και η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή αλλά και το Διοικητικό Συμβούλιο της Καθ’ ης η Αίτηση, προέβησαν στην επίδικη επιλογή αφού αξιολόγησαν τους υποψηφίους με βάση τα ενώπιον τους στοιχεία, αφού το ΕΜ, κάτοχος πρόσθετου ακαδημαϊκού προσόντος σχετικού με τα καθήκοντα της θέσης, υπερτερεί σε προσόντα, σημειώνοντας επίσης την υπεροχή της Αιτήτριας σε αρχαιότητα στη προηγούμενη θέση, αλλά και την ισοδυναμία των υποψηφίων σε αξία.

 

Οφείλω να σημειώσω ότι, το Ενδιαφερόμενο Μέρος ενώ στην έναρξη της διαδικασίας έχει καταχωρήσει μέσω δικηγόρου σημείωμα εμφάνισης, εντούτοις παρόλο που είχαν δοθεί κατ΄επανάληψη οδηγίες από το Δικαστήριο προς τούτο, δεν έχει καταχωρήσει είτε ένσταση είτε γραπτή αγόρευση, ενώ ούτε ο δικηγόρος του έχει υιοθετήσει τα αντίστοιχα δικόγραφα του Καθ’ ου η αίτηση ή έχει εμφανιστεί στις Διευκρινήσεις ενώπιον του Δικαστηρίου.

 

Όπως φαίνεται από τα στοιχεία των προσωπικών φακέλων, τα χαρακτηριστικά των υπό κρίσιν υποψηφίων έχουν ως εξής: Ως προς τη γενική αξία, η οποία προκύπτει από τις υπηρεσιακές εκθέσεις / φύλλα αξιολόγησης κατά τα έτη 2013-2017, και οι δύο υποψήφιοι είναι ισοδύναμοι σε αξία, αφού συγκεντρώνουν κατά τα έτη αυτά, συνολική βαθμολογία 35Α και 15Β+. Η Αιτήτρια υπερέχει του ΕΜ σε αρχαιότητα στην προηγούμενη θέση σχεδόν 3 έτη, αφού έχει προαχθεί την 1.2.2007, ενώ το ΕΜ την 1.1.2010. Το ΕΜ κατέχει Πτυχίο Τμήματος Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, το οποίο, αν και δεν προνοείται στο Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης, εντούτοις κρίθηκε ότι, είναι απόλυτα συναφές με τα καθήκοντα της κρινόμενης θέσης. Η δε Αιτήτρια κατέχει, πέραν του απολυτηρίου μέσης εκπαίδευσης, Certificate in Secretarial Studies (Frederick Polytechnic), London Chamber of Commerce and Industry: Office Practice Intermediate, Shorthand Speed Intermediate 80 wpm, Typewriting Intermediate, Accounting Higher, Pitman Examinations Institute: English as a Foreign language - Higher Intermediate - First Class, GCE "0” Level: Modern Greek και Εξετάσεις Υπουργείου Παιδείας: Στενογραφία 60 λέξεις το λεπτό, ως πρόσθετα προσόντα.

 

Όλα τα πιο πάνω πρόσθετα, μη απαιτούμενα, προσόντα των διαδίκων, προκύπτει από τα σχετικά πρακτικά της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής ημερ. 26.2.2019, αλλά και του Διοικητικού Συμβουλίου της Καθ’ ης η Αίτηση 12.3.2019, ότι έχουν καταγραφεί.

 

Στην καθοδηγητική απόφαση Πανικός Πούρος κ.α. ν. Χατζηστεφάνου κ.α. (2001) 3 Α.Α.Δ. 374 αναφέρεται ότι τα πρόσθετα προσόντα εφόσον είναι σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης δεν παραγνωρίζονται αλλά συνεκτιμώνται με τα υπόλοιπα στοιχεία. Παραθέτω το εξής απόσπασμα:

«Παρίσταται όμως ανάγκη να επεκταθούμε κάπως σε αυτό το ζήτημα. Από τις προηγούμενες αποφάσεις της Ολομέλειας, ξεχωρίζουμε τη Χρυσοστόμου ν. Ε.Ε.Υ. (1989) 3 Α.Α.Δ. 3186. Στην οποία έγινε αναφορά στις σημαντικότερες ως τότε αποφάσεις, όχι μόνο της Ολομέλειας αλλά και πρωτόδικες. Λέχθηκε ότι:

"Η νομολογία μας πάνω στο θέμα της εκτίμησης των προσόντων, που δεν αποτελούν επιπρόσθετο προσόν σύμφωνα με το σχετικό Σχέδιο Υπηρεσίας, όπως και γενικά των προσόντων πέραν των απαιτουμένων από το Σχέδιο Υπηρεσίας, είναι σαφής. Προσόν που δεν προβλέπεται από το Σχέδιο Υπηρεσίας σαν πλεονέκτημα είναι στοιχείο που λαμβάνεται υπόψη στην εκτίμηση της ικανότητας του υποψηφίου για την καλύτερη εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης. Δεν παραγνωρίζεται αλλά συνεκτιμάται με τα υπόλοιπα στοιχεία στη γενική αξιολόγηση των υποψηφίων. Ενδεικτικά αναφέρουμε τις ακόλουθες αποφάσεις: (Andreou ν. The Republic (1979) 3 C.L.R. 379, Michaelides v. The Republic (1982) 3 C.L.R. 963, Michael Michaelides and Another v. The Republic (1987) 3 C.L.R. 2170, Nicos Dometakis v. The Republic (1988) 3 C.L.R. 1673, Hadjioannou v. The Republic (1983) 3 C.L.R. 1041-1046 Ολομέλεια, Papadopoulos v. The Republic (1985) 3 C.L.R. 405, 414, 415, Δημοκρατία ν. Πέτρου Πατταμιχαήλ (1989) 3 A.A.Δ. 823, Μίκης Ζαττίτης και Αλλος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1098, Ιωάννης Κ. Ιωνά και Αλλος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1775, Δρ. Χρυσόστομος Χριστοφή ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 2245, Πολυδώρου και Άλλος ν. Επιτροπής Σιτηρών και Αλλου (1989) 3 Α.Α.Δ. 2440, Τάκης Πάρης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας ί1989) 3 Α.Α.Δ. 2941 "» 

 

Ανατρέχοντας στους προσωπικούς φακέλους οι οποίοι ήταν ενώπιον των Καθ’ ών η Αίτηση, αλλά και στα σχετικά πρακτικά, προκύπτει ότι όλα τα πρόσθετα, μη απαιτούμενα προσόντα, των διαδίκων έχουν ληφθεί υπόψη από τον Γενικό Διευθυντή, τη Συμβουλευτική Υπεπιτροπή και εν τέλει το Διοικητικό Συμβούλιο της Καθ’ ης η Αίτηση, προσμέτρησαν μαζί με τα άλλα στοιχεία κρίσης και τους αποδόθηκε η δέουσα βαρύτητα.  Σχετικά με αυτή τη διαδικασία, ως έχει κατ΄επανάληψη νομολογηθεί, εναπόκειται αποκλειστικά στην αρμόδια Αρχή να αξιολογήσει και να δώσει στα πρόσθετα, μη προβλεπόμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόντα την ανάλογη βαρύτητα. Το δε Δικαστήριο, εφόσον η αρμόδια Αρχή κινήθηκε μέσα στα εύλογα επιτρεπτά όρια, δεν επεμβαίνει.

 

Όπως αναφέρεται στην υπόθεση Ζωδιάτης ν. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 406 :

«Η σημασία που πρέπει να δίδεται στα πρόσθετα προσόντα έχει οριοθετηθεί σε σειρά αποφάσεων. Πρόσθετα προσόντα που δεν προβλέπονται από το σχέδιο υπηρεσίας, λαμβάνονται υπ' όψιν μόνο εφ' όσον είναι συναφή προς τα καθήκοντα της θέσης. Απόκειται στο διορίζον όργανο να τα αξιολογήσει και σταθμίσει, αποφεύγοντας, αφ' ενός, να μη δοθεί σ' αυτά υπερβολική βαρύτητα, ώστε να ισοδυναμούν με απόδοση έκδηλης υπεροχής, αλλά, αφ' ετέρου, η σημασία που τους δίδεται να μην είναι εντελώς οριακή, όπως θα ήταν, αν τα πρόσθετα προσόντα δεν είχαν σχέση με τα καθήκοντα της θέσης. Μέσα σε αυτά τα όρια το δικαστήριο δεν επεμβαίνει σε ότι αφορά την αξιολόγηση και στάθμιση των στοιχείων (Πούρος κ.ά. ν. Χατζηστεφάνου κ.ά. (2001) 3 Α.Α.Δ. 374).»  

 

Όπως διαπιστώνω από τα σχετικά πρακτικά, η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή αλλά και το Δ.Σ. της Καθ’ ης η Αίτηση ερεύνησαν τους φακέλους και αφού αξιολόγησαν τους υποψηφίους με βάση τα ενώπιον τους στοιχεία, αιτιολόγησαν τις αποφάσεις τους γιατί επέλεξαν το Ενδιαφερόμενο Μέρος. Τα πρόσθετα προσόντα των υποψηφίων έχουν ληφθεί υπόψη τόσο από τον Γενικό Διευθυντή, τη Συμβουλευτική Υπεπιτροπή, αλλά και το Διοικητικό Συμβούλιο της Καθ’ ης η Αίτηση το οποίο προέβη στην επίδικη επιλογή. Διαπιστώνω ότι αυτά ουδόλως παραγνωρίστηκαν, προσμέτρησαν μαζί με τα άλλα στοιχεία κρίσης και τους αποδόθηκε η δέουσα βαρύτητα. Πρωτίστως αυτό διαπιστώνεται ότι έπραξε ο Γενικός Διευθυντής, ο οποίος προέβη στη σχετική σύσταση. Συνεπώς, κανένα κενό έρευνας και αιτιολογίας δεν έχει παρουσιαστεί αναφορικά με τη σύσταση, η οποία διαπιστώνω ότι συνάδει πλήρως με τα στοιχεία των φακέλων και είναι εύλογα επιτρεπτή.

 

Ως εκ των πιο πάνω, δεν θα συμφωνήσω με τη θέση της Αιτήτριας ότι έχει εμφιλοχωρήσει πλάνη από μέρους του Γενικού Διευθυντή ως προς τα πρόσθετα προσόντα της Αιτήτριας, αφού διαπιστώνω ότι η Σ.Υ. ανέφερε τι περιλαμβανόταν στους φακέλους οι οποίοι είχαν τεθεί ενώπιον του προηγουμένως, και ο ίδιος, όπως προκύπτει από το σχετικό πρακτικό, αιτιολόγησε δεόντως την απόφαση του να συστήσει το ενδιαφερόμενο πρόσωπο.

 

Αντίθετα, θα συμφωνήσω με την ευπαίδευτη δικηγόρο της Καθ' ης η Αίτηση  ότι η σύσταση του Διευθυντή δεν μπορεί να θεωρηθεί ως πάσχουσα και πεπλανημένη λόγω της κατ’ ισχυρισμόν σύγκρουσής της με τα στοιχεία των φακέλων. Όπως και ότι, η εν λόγω σύσταση καθρεφτίζει πλήρως τα στοιχεία των διοικητικών φακέλων και καθίσταται οφθαλμοφανές από το Παράρτημα 3 στην Ένσταση της Καθ ' ης η Αίτηση το γεγονός ότι ο Γενικός Διευθυντής της Καθ' ης η Αίτηση προέβη σε μια αξιολόγηση όλων των υποψηφίων με βάση τα στοιχεία που είχε στην κατοχή του, ήτοι τους προσωπικούς φακέλους και τις εμπιστευτικές εκθέσεις των υπό κρίση υποψηφίων για τα έτη 2013- 2017, προτού καταλήξει στη σύστασή του. Από τα πρακτικά προκύπτει ο λόγος για τον οποίο ο Διευθυντής επέλεξε να συστήσει το Ενδιαφερόμενο Μέρος αντί την Αιτήτρια, παρά το γεγονός ότι κάτι τέτοιο, ήτοι αιτιολογημένη σύσταση, δεν επιβάλλεται από την πάγια νομολογία επί του ζητήματος (Δημητρίου Χριστόδουλος Σ. ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, (2002) 4 Α.Α.Δ. 784). Σημειώνεται ότι, το ισχύον νομικό πλαίσιο και ο Κανονισμός 23 παρ.(3)- (4) των Περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμοί του 1986 (Κ.Δ.Π. 291/86) δεν επιβάλλουν την αιτιολογημένη σύσταση του Διευθυντή (Αντρέας Μιχαήλ ν. Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου, Υπόθεση Αρ. 672/2010, 18/5/2012).

 

Σχετικά δε με τα πρόσθετα προσόντα των υποψηφίων, αυτά φαίνεται να λήφθηκαν υπόψιν από την Αρχή και να δόθηκε και η ανάλογη βαρύτητα, παρά τα όσα υποστηρίζει στην γραπτή της αγόρευση η Αιτήτρια. Η διαπίστωση ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση εξέτασαν τα πρόσθετα προσόντα Ενδιαφερόμενου Μέρους και Αιτήτριας, αποδίδοντας σ' αυτά την ανάλογη βαρύτητα, προκύπτει από τα σχετικά πρακτικά συνεδρίασης της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής ημερομηνίας 26.02.2019 και της συνεδρίασης του Διοικητικού Συμβουλίου ημερομηνίας 12.03.2019 όπου, όπως καταγράφεται στη δεύτερη σελίδα των πρακτικών, ο Γενικός Διευθυντής επανέλαβε τα όσα ήδη εξέφρασε ενώπιον της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής, απόσπασμα των οποίων πρακτικών παραθέτω.

 

Συγκεκριμένα ως το σχετικό πρακτικό της Συμβουλευτική Υπεπιτροπής της Καθ 'ης η Αίτηση για Θέματα Προσωπικού ημερ. 26.02.2019, ο Γενικός Διευθυντής, ανέφερε ενώπιον της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής, τα ακόλουθα:

«Αξιολογώντας τους υποψηφίους με βάση όλα τα ενώπιον μου στοιχεία που τους αφορούν όπως εξάγονται από τους προσωπικούς τους φακέλους και τις υπηρεσιακές τους εκθέσεις και τα φύλλα αξιολόγησης, κρίνω ότι και οι τρεις υποψήφιοι, διαθέτουν τα προβλεπόμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόντα και πληρούν τις προϋποθέσεις καταλληλότητας της κρινόμενης θέσης.

Με βάση όλα τα ενώπιον μου στοιχεία, είμαι της γνώμης ότι ο καταλληλότερος υποψήφιος για την κρινόμενη θέση είναι ο Α. Λ. και ως εκ τούτου τον συστήνω για προαγωγή.

Καταλήγοντας στην πιο πάνω σύσταση μου, υπέρ της προαγωγής στην κρινόμενη θέση του Α. Λ., δεν παρέλειψα να λάβω υπόψη μου την υπεροχή σε αρχαιότητα στην Αρχή, της Π. Ε., έναντι του Α. Λ., στην αμέσως προηγούμενη θέση.

Εντούτοις το γεγονός αυτό, δεν αλλοιώνει τη σύσταση μου, αφού με βάση τα ενώπιον μου στοιχεία, παρατηρώ ότι ο Α. Λ. κατέχει Πτυχίο Τμήματος Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, το οποίο, αν και δεν προνοείται στο Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης, εντούτοις θεωρώ ότι, είναι απόλυτα συναφές με τα καθήκοντα της κρινόμενης θέσης ώστε να τον καθιστά καταλληλότερο υποψήφιο για τη θέση.

Ο Α. Λ. υπερέχει σε αρχαιότητα στην Αρχή έναντι της Ε. Φ. Π., στην αμέσως προηγούμενη θέση. 

Ως προς τη γενική αξία, όπως προκύπτει από τις υπηρεσιακές τους εκθέσεις/ φύλλα αξιολόγησης κατά τα έτη 2013-2017, παρατηρώ ότι και οι τρεις υποψήφιοι είναι ισοδύναμοι σε αξία, αφού συγκεντρώνουν κατά τα έτη αυτά, συνολική βαθμολογία 35Α και 15Β+.»

 

Σημειώνω ότι στα ίδια πρακτικά, της Σύστασης του Γ.Δ. προηγείται λεπτομερής καταγραφή των στοιχείων των προσωπικών φακέλων των υποψηφίων, και ειδικότερα των πρόσθετων προσόντων των υποψηφίων, συμπεριλαμβανομένων αυτών της Αιτήτριας, όπως και της υπεροχής της σε αρχαιότητα έναντι του ΕΜ.

 

Αντίστοιχα, παραθέτω και το σκεπτικό της Συμβουλευτική Υπεπιτροπής της Καθ’ ης η Αίτηση για Θέματα Προσωπικού, ως εξής:

«Μετά την αποχώρηση του Διευθυντή, τα Μέλη αφού έλαβαν υπόψη τους τα υπηρεσιακά στοιχεία του κάθε υποψήφιου, όπως παρουσιάζονται στις αιτήσεις τους και στους προσωπικούς τους φακέλους, δηλαδή τα προσόντα και την πείρα, αξία, ικανότητα, αρχαιότητα και επίδοση, όπως αυτά αναφέρονται εκτενέστερα στον Κανονισμό 23 (2) των περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών του 1986, προχωρήσουν στη γενική αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων.

Τα Μέλη αφού μελέτησαν με μεγάλη προσοχή και αξιολόγησαν όλα τα ενώπιον τους στοιχεία και δεδομένα, που αφορούν τους υπό κρίσιν υποψήφιους, όπως παρουσιάζονται στις αιτήσεις τους και στα επισυνημένα σ’ αυτές έγγραφα, στις υπηρεσιακές τους εκθέσεις και στους προσωπικούς τους φακέλους και αφού έλαβαν δεόντως υπόψη τη σύσταση του Διευθυντή, με την οποία συμφωνούν και υιοθετούν, αποφάσισαν ομόφωνα να συστήσουν στην Αρχή την προαγωγή του Ανδρέα Λαμπριανίδη, στη θέση του Τομεάρχη, Κλίμακα Α11+2, Διεύθυνση Προμήθειας- Υποδιεύθυνση Προμήθειας Περιφερειακού Γραφείου Πάφου.

Καταλήγοντας στην πιο πάνω σύσταση τους, υπέρ της προαγωγής στην κρινόμενη θέση του Α. Λ., τα Μέλη δεν παρέλειψαν να λάβουν υπόψη τους την υπεροχή σε αρχαιότητα στην Αρχή, της Π. Ε., έναντι του Α. Λ., στην αμέσως προηγούμενη θέση.

Εντούτοις το γεγονός αυτό, δεν αλλοιώνει τη σύσταση τους, αφού με βάση τα ενώπιον τους στοιχεία, τα Μέλη παρατήρησαν ότι ο Α. Λ. κατέχει Πτυχίο Τμήματος Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, το οποίο, αν και δεν προνοείται στο Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης, εντούτοις θεωρούν ότι, είναι απόλυτα συναφές με τα καθήκοντα της κρινόμενης θέσης ώστε να τον καθιστά καταλληλότερο υποψήφιο για τη θέση.

Τα Μέλη παρατήρησαν ακόμη ότι, ο Α. Λ. υπερέχει σε αρχαιότητα στην Αρχή έναντι της Ε. Φ. Π., στην αμέσως προηγούμενη θέση.

Ως προς τη γενική αξία, όπως προκύπτει από τις υπηρεσιακές τους εκθέσεις/ φύλλα αξιολόγησης κατά τα έτη 2013-2017, τα Μέλη παρατήρησαν ότι και οι τρεις υποψήφιοι είναι ισοδύναμοι σε αξία, αφού συγκεντρώνουν κατά τα έτη αυτά, συνολική βαθμολογία 35Α και 15Β+.»

 

Αντίστοιχη καταγραφή έγινε και από το Διοικητικό Συμβούλιο της Καθ' ης η Αίτηση, όπου τα Μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου προτού υιοθετήσουν τη σύσταση, προβαίνουν, ως καταγράφεται και στα πρακτικά της Συνεδρίασης τους σε δική τους ενδελεχή έρευνα, αξιολόγηση και σύγκριση όλων των υποψηφίων με βάση όλα τα ενώπιον τους στοιχεία και δεδομένα που αφορούν τους υποψηφίους και με βάση τα παραδεδεγμένα κριτήρια προαγωγής στο σύνολό τους, ήτοι, την πείρα, την αξία, την ικανότητα, την αρχαιότητα τους στην Αρχή, τα προσόντα τους, όπως παρουσιάζονται στις υπηρεσιακές τους εκθέσεις και στους προσωπικούς τους φακέλους και τη επίδοση τους στην υπηρεσία. Η αναφορά των στοιχείων που λήφθηκαν υπόψη από το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής, αποτελεί επαρκή αιτιολογία εφόσον συναρτηθεί με τα στοιχεία των φακέλων της Αιτήτριας και του Ενδιαφερομένου Μέρους, τα οποία και την συμπληρώνουν και αποκαλύπτουν ευθέως το σκεπτικό βάσει του οποίου προτιμήθηκε το Ενδιαφερόμενο Μέρος για προαγωγή (Αρ. Υπόθεση 227/2007, Δαμιανός Παυλίδης ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου ημερομηνίας 20/3/2008).

 

Συνεπώς, δεν θα συμφωνήσω με την Αιτήτρια ούτε αναφορικά με τον ισχυρισμό της περί παρασιώπησης της υπεροχής της σε πείρα, την οποία υποστηρίζει ότι συνεπάγεται η υπεροχή της σχεδόν κατά 3 έτη σε αρχαιότητα, από τον Γενικό Διευθυντή, τη Συμβουλευτική Επιτροπή και το Διοικητικό Συμβούλιο της Καθ' ης η Αίτηση, δεδομένου ότι η αρχαιότητα έναντι του ΕΜ προκύπτει από τα πρακτικά ότι έχει ληφθεί υπόψιν.

 

Ως προς τον τελευταίο λόγο ακύρωσης, ότι Γενικός Διευθυντής, Συμβουλευτική Επιτροπή και Διοικητικό Συμβούλιο της Καθ' ης η Αίτηση δεν έδωσαν συγκεκριμένη βαρύτητα στο πτυχίο του ΕΜ και τα προσόντα της Αιτήτριας, επαναλαμβάνω όσα έχω καταγράψει ανωτέρω με αναφορά στα αποσπάσματα πρακτικών, τονίζοντας ότι τα προσόντα περιέχονταν στο φάκελο της Αιτήτριας, αλλά και καταγράφονται στα πρακτικά.

 

Αναφορικά δε με το πτυχίο του ΕΜ, ο Γενικός Διευθυντής προέβη στην επίδικη σύσταση υπέρ του, στηρίζοντας την επιλογή του ακριβώς σε αυτό. Αναφέρει ρητά ότι «με βάση τα ενώπιον μου στοιχεία, παρατηρώ ότι ο Α. Λ. κατέχει Πτυχίο Τμήματος Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, το οποίο, αν και δεν προνοείται στο Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης, εντούτοις θεωρώ ότι, είναι απόλυτα συναφές με τα καθήκοντα της κρινόμενης θέσης ώστε να τον καθιστά καταλληλότερο υποψήφιο για τη θέση

 

Δεδομένων τούτων, κρίνω ότι τα πρόσθετα αυτά προσόντα των υποψηφίων λήφθηκαν υπόψη και συνεκτιμήθηκαν αναλόγως, ενώ δεν υπήρχε υποχρέωση περαιτέρω ειδικής αναφοράς σε αυτά, όπως υποστηρίζει η Αιτήτρια. Αποτελεί πάγια νομολογιακή αρχή ότι, η αρμόδια αρχή δεν είναι υποχρεωμένη να καταγράφει τις νοητικές διεργασίες βάσει των οποίων καταλήγει στο τελικό της συμπέρασμα (Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 606, Χατζήδας ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 19/5/1989).

 

Επίσης, είναι παγιωμένο νομολογιακά ότι δεν αποτελεί έργο του Δικαστηρίου, αλλά της Διοίκησης, η πρωτογενής αξιολόγηση των προσόντων των υποψηφίων (Χρυστάλλα Συμεωνίδου κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 911/93 κ.α., ημερ. 18.4.1997). Όπως χαρακτηριστικά λέχθηκε επί του θέματος στην Λακκοτρύπη κ.α. ν. Δημοκρατίας, Συνεκδ. ECLI:CY:AD:2015:D552, Υποθ. Αρ. 135/2012 κ.α., ημερ. 4.8.2015, ECLI:CY:AD:2015:D552, αποτελεί έργο καθαρά διοικητικό η ερμηνεία του σχεδίου υπηρεσίας και το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει, με τη διενέργεια πρωτογενούς έρευνας και ουσιαστικής κρίσης για το θέμα της κατοχής και αξιολόγησης των προσόντων των υποψηφίων.

Τέλος, παραπέμπω και στη πρόσφατη απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, Χρίστος Ε. Σολομωνίδης v. Κ.Δ. μέσω Ε.Δ.Υ., ημερομηνίας 18 Σεπτεμβρίου, 2023, όπου τονίστηκαν τα εξής:

«Θα ξεκινήσουμε χάριν τονισμού με όσα είχαμε την ευκαιρία πολύ πρόσφατα να επαναλάβουμε ως αποκρυσταλλωμένες θέσεις της νομολογίας μας αναφορικά με την τελική και συνολική στάθμιση των δεδομένων σε τέτοιες περιπτώσεις, παραθέτοντας το ακόλουθο απόσπασμα από την υπόθεση Σωτήρης Κολέττας ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, ΑΕ 32/16, ημερ. 20.6.2023, ECLI:CY:AD:2023:C214, ECLI:CY:AD:2023:C214:

           «Ως προς τη συνολική στάθμιση των δεδομένων:

          Η προαναφερθείσα απόφαση Παναγή εξηγεί με σαφήνεια το ρόλο του διοικητικού οργάνου κατά την επιλογή  υποψηφίων για διορισμό ή προαγωγή:

«. το διοικητικό όργανο διαμορφώνει κρίση έχοντας υπόψη το σύνολο των στοιχείων τα οποία είναι ενώπιον του.  Η επιλογή γίνεται στη βάση της αξιολόγησης όλων των δεδομένων, η οποία αξιολόγηση εφόσον είναι εύλογη, σύμφωνη με τα στοιχεία και τα δεδομένα που είναι ενώπιον του διοικητικού οργάνου και δεν εκφεύγει των ακραίων ορίων της διακριτικής του ευχέρειας, δεν είναι δυνατό να υποκατασταθεί από το αναθεωρητικό Δικαστήριο. Η θέση του εφεσείοντος κατατείνει στη λανθασμένη προσέγγιση ότι μπορεί στην ουσία να γίνεται μια αριθμητική ή μαθηματική συνεξέταση των στοιχείων κατά τρόπο που το ένα στοιχείο υπέρ του ενός υποψηφίου, να εξουδετερώνεται από κάποιο άλλο στοιχείο υπέρ του άλλου υποψηφίου. Τέτοια άσκηση αναμφίβολα παραπέμπει σε μηχανιστικό υπολογισμό από τον οποίο όμως ελλείπει το στοιχείο της διακριτικής ευχέρειας και της καθολικής κρίσης υπό το φως του συνόλου των παραμέτρων.  Όπως υποδείχθηκε στην Πολυξένη Γρηγορίου (Μιχαηλίδου) v. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 275, δεν μπορεί να προκαθοριστεί η βαρύτητα των στοιχείων κρίσης ώστε οποιοδήποτε από αυτά να έχει και ορισμένη σημασία.  Το σύστημα αξιολόγησης πρέπει, καθώς υποδείχθηκε και στην Γιωργούδης v. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 116, να στοχεύει στην ανάδειξη του καταλληλότερου υποψηφίου, με μόνη δέσμευση να εξυπηρετείται η αξιοκρατία και το δημόσιο συμφέρον.»

 

Όπως είχαμε την ευκαιρία να επαναλάβουμε στα ίδια πλαίσια, αποδίδοντας την ουσία της αποκρυσταλλωμένης νομολογίας, στην Σωτήρης Αναστασιάδης ν. Δημοκρατίας, ΑΕ Αρ. 8/16, ημερ. 16.2.2023, ECLI:CY:AD:2023:C56, ECLI:CY:AD:2023:C56:

«Περί ουσιαστικής συνεξέτασης συνεπώς ο λόγος, με κριτήριο τα ακραία όρια της διακριτικής ευχέρειας του διοικητικού οργάνου και όχι ένας μηχανιστικός υπολογισμός, ή μια αριθμητική συνεξέταση που απολήγει σε επέμβαση στην εύλογη άσκηση της διακριτικής ευχέρειας της διοίκησης.»

 

Εκείνο που έχει σημασία είναι η διαπίστωση πως η διοίκηση προέβη σε εύλογη και ουσιαστική στάθμιση των δεδομένων, εντός των πλαισίων της διακριτικής της ευχέρειας. Δεν απαιτείται μικροσκοπική εξέταση από το δικαστήριο.  Το ζητούμενο δεν είναι η υποκατάσταση της διοίκησης από το δικαστήριο.» 

 

Ομοίως και στη παρούσα περίπτωση, δεν θεωρώ ότι η Καθ’ ης η Αίτηση λειτούργησε υπό πλάνη, ούτε ότι έχει υπερβεί τα ακραία όρια της διακριτικής της ευχέρειας και έχει κάνει κακή χρήση της (Georghiou v. Republic (1976) 3 C.L.R. 74, 85 - απόφαση Ολομέλειας και Γ.M. Παπαχατζή "Σύστημα του Ισχύοντος στην Ελλάδα Διοικητικού Δικαίου" σελ. 729).  

 

Προκύπτει, από όλα όσα έχουμε εξετάσει ότι, δεν έχει εμφιλοχωρήσει οποιαδήποτε παρατυπία που να καθιστά ακυρωτέα την προσβαλλόμενη απόφαση.

 

Όπως κρίθηκε στην Υπόθεση Αρ. 959/96, Φαίδωνα Δημητρίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, ημερομηνίας 3.9.1998 :

«Η αξιολόγηση των υπαλλήλων της Αρχής για προαγωγή ενεργείται με βάση τα συγκεκριμένα κριτήρια των Κανονισμών. Εφόσον τα κριτήρια τα οποία λήφθηκαν υπόψη κατά τη διενέργεια της επίδικης προαγωγής καταγράφηκαν στο οικείο πρακτικό και ήταν τα θεσμοθετημένα και, εφόσον από την αντιπαραβολή των στοιχείων δεν προκύπτει διαφορετική εικόνα για τους υποψηφίους ή έκδηλη υπεροχή του αιτητή έναντι του προαχθέντος, η ομόφωνη απόφαση της Αρχής για προαγωγή του ενδιαφερομένου μέρους λήφθηκε στα νόμιμα πλαίσια άσκησης της διακριτικής εξουσίας του αρμοδίου οργάνου.» 

 

Καταλήγοντας κρίνω ότι, η Καθ’ ης η αίτηση, εντός των πλαισίων της διακριτικής της ευχέρειας, προέβη σε εύλογη και ουσιαστική στάθμιση των δεδομένων και κατέληξε στην προσβαλλόμενη απόφαση. Αντίστοιχα, η Αιτήτρια απέτυχε να αποδείξει έκδηλη υπεροχή έναντι του Ενδιαφερόμενου Μέρους (Μιλτιάδους ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1318, Παντζαρή Θέσπις ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, (1999) 4 Α.Α.Δ. 565, Μιχαήλ ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, Αναθ. Έφεση Αρ. 137/2012, 25/1/2019, ECLI:CY:AD:2019:C20), με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατή η επέμβαση του Δικαστηρίου προς ακύρωση της επίδικης απόφασης.

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται.

 

Επιδικάζονται €1700 έξοδα υπέρ της Καθ’ ης η αίτηση και εναντίον της Αιτήτριας.          

 

Λ. Ν. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο