ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ                                                                       

(Υπόθεση Αρ. 815/2020)

 

17 Απριλίου 2024

[ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Πρόεδρος]

 

          ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

1.   Κ. Π. Τ.

2.    Μ. Θ. Τ.

                                                                             Αιτητές

                                                    ΚΑΙ

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ

1.   ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΑΜΥΝΑΣ

2.   ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΝΕΟΛΑΙΑΣ

 

 

Καθ’ ων  η Αίτηση

 

Ξ. Ευγενίου (κα), για Ανδρέας Σ. Αγγελίδης Δ.Ε.Π.Ε., για Αιτητές

Μ. Δρυμιώτου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α, για Καθ’ ων η Αίτηση

Θ. Κουσπή (κα), για Ενδιαφερόμενο Μέρος 14

 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Π.Δ.Δ.: Με την υπό εξέταση προσφυγή, οι αιτητές αξιώνουν-

«Α. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των καθ' ων η αίτηση η οποία δημοσιεύτηκε στις 20.07.2020 (Παράτημα A) και με την οποία κατόπιν αποκλεισμού των Αιτητών ως αποτυχόντες [sic] στη ψυχοτεχνική δοκιμασία από τη διαδικασία επιλογής για εισδοχή στην Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων (Τμήμα Όπλων και Σωμάτων) επέλεξαν τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα ως το Παράρτημα A(1) και το Παράρτημα A(2), είναι άκυρη, παράνομη, αντισυνταγματική και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.

 

B. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση του Καθ' ου η αίτηση αριθμό 1 η οποία γνωστοποιήθηκε στον Αιτητή αριθμό 1 με επιστολή ημερομηνίας 20.07.2020 (Παράρτημα B) και στον Αιτητή αριθμό 2 με επιστολή ημερομηνίας 10.08.2020 (Παράρτημα Γ) και με τις οποίες απέρριψε τα αιτήματα τους για επαναξιολόγηση των γραπτών δοκιμιών επί της ψυχοτεχνικής δοκιμασίας είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.».

 

Επισημαίνεται εξ’ αρχής ότι τα «ενδιαφερόμενα πρόσωπα» («Ε.Μ.»), στα οποία αναφέρονται οι αιτητές, όπως προκύπτει ευκρινέστερα από το προαναφερθέν «Παράρτημα A(2)» της αίτησης ακυρώσεως, είναι 18 υποψήφιοι, οι οποίοι σύμφωνα με τη δημοσίευση ημερομηνίας 20.7.2020 («Παράρτημα A(1)» στην αίτηση ακυρώσεως), είχαν πετύχει εισδοχή στην Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων (Τμήμα Όπλων και Σωμάτων). Ένας εξ’ αυτών, είναι και το Ε.Μ. αρ. 14, Ν. Χ., ο οποίος συμμετέχει στην υπό εξέταση διαδικασία.

 

Σύντομη αναδρομή στα γεγονότα της υπόθεσης, αποκαλύπτει τα εξής:

Οι αιτητές, στις 4.3.2020, υπέβαλαν αίτηση στο Υπουργείο Παιδείας, Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας, προκειμένου να συμμετάσχουν στη διαγνωστική διαδικασία επιλογής υποψηφίων για εισδοχή στα Ανώτατα Στρατιωτικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (Α.Σ.Ε.Ι) της Ελλάδος και συγκεκριμένα για εισδοχή στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων (Τμήματα Όπλων και Σωμάτων) καθώς και στις Σχολές Μονίμων Υπαξιωματικών Στρατού και Αεροπορίας, για το έτος 2020.

 

Όπως εξηγείται στο δικόγραφο της ένστασης των καθ’ ων η αίτηση, σύμφωνα με τις πρόνοιες του Κανονισμού 5(1)(β) των περί Στρατού της Δημοκρατίας (Διορισμοί, Ιεραρχία, Προαγωγές και Αφυπηρετήσεις Αξιωματικών) Κανονισμών του 2016 και 2018 (Κ.Δ.Π. 351/2016), για την εισαγωγή σε Α.Σ.Ε.Ι απαιτείται, όπως οι υποψήφιοι αφού ελεγχθεί ότι πληρούν τα τυπικά προσόντα που καθορίζονται στην υποπαράγραφο (α) του πιο πάνω Κανονισμού, επιτύχουν σωρευτικά, και πέραν της εξασφάλισης βαθμολογίας μέσω των Παγκύπριων Εξετάσεων, σε προκαταρκτικές εξετάσεις και δοκιμασίες, οι οποίες περιλαμβάνουν κατά χρονολογική σειρά, την υγειονομική εξέταση, την αθλητική δοκιμασία και τη ψυχοτεχνική δοκιμασία. Τα εν λόγω τυπικά προσόντα αναγράφηκαν στον Οδηγό Σπουδών των Παγκύπριων Εξετάσεων για το έτος 2020, ο οποίος αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Άμυνας στις 31.1.2020, αποστάληκε στα Δημόσια Σχολεία και ήταν διαθέσιμος σε βιβλιοπωλεία.

Ωστόσο, η πιο πάνω προβλεπόμενη σειρά εξετάσεων άλλαξε με απόφαση του Υπουργού Άμυνας, ημερομηνίας 11.5.2020, ο οποίος, όπως αναφέρεται στην απόφασή του, λαμβανόμενης υπόψη της τότε επικρατούσας κατάστασης σχετικά με την πανδημία του κορωνοϊού και της καθυστέρησης που υπήρξε στις σχετικές διαδικασίες, αποφάσισε όπως διεξαχθεί αρχικά η ψυχοτεχνική δοκιμασία και ακολούθως, μετά την ολοκλήρωση των Παγκύπριων Εξετάσεων, η υγειονομική εξέταση και η αθλητική δοκιμασία. Για δε την επίβλεψη και συντονισμό της διαδικασίας διενέργειας της ψυχοτεχνικής δοκιμασίας, διορίστηκε από τον Υπουργό Άμυνας, Επιτροπή Ψυχοτεχνικής Δοκιμασίας.

 

Οι αιτητές παρουσιάστηκαν και συμμετείχαν στη ψυχοτεχνική δοκιμασία, στις 2.6.2020, στην οποία και απέτυχαν, εξασφαλίζοντας βαθμολογία κάτω του 100, που ήταν το όριο. Τα αποτελέσματα της ψυχοτεχνικής δοκιμασίας αποκαλύφθηκαν στις 15.6.2020 και εστάλησαν επίσημα μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στις 19.6.2020. Βάσει των αποτελεσμάτων, οι αιτητές απέτυχαν στη ψυχοτεχνική δοκιμασία, αφού ο μεν αιτητής αρ. 1 εξασφάλισε βαθμολογία 96,67 μονάδων και ο αιτητής αρ. 2 βαθμολογία 93 μονάδων.

 

Ακολούθως, στις 24.6.2020 το Υπουργείο Άμυνας ανακοίνωσε τους επιτυχόντες και αποτυχόντες υποψηφίους στη Ψυχοτεχνική Δοκιμασία. Οι αιτητές, λόγω του αποκλεισμού τους από την εν λόγω δοκιμασία, σύμφωνα και με τα προβλεπόμενα στην οικεία νομοθεσία και τον Οδηγό Παγκυπρίων Εξετάσεων για σωρευτική επιτυχία σε όλες τις προκαταρκτικές εξετάσεις, αποκλείστηκαν από τη συνέχεια της διαδικασίας για διεκδίκηση θέσης σε Ανώτατα Στρατιωτικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα Αξιωματικών και Ανώτερες Στρατιωτικές Σχολές Υπαξιωματικών.

 

Αντιδρώντας στον αποκλεισμό τους, οι αιτητές, στις 30.6.2020 και 3.7.2020 αντίστοιχα, απέστειλαν επιστολές μέσω του δικηγόρου τους, με τις οποίες ζητούσαν να τους επιτραπεί άμεσα η επιθεώρηση του γραπτού τους και να τους γνωστοποιηθεί ο βαθμός, τον οποίον είχαν λάβει. Οι απαντήσεις των καθ΄ων η αίτηση στις πιο πάνω επιστολές, εστάλησαν με επιστολές ημερ. 20.7.2020 και 10.8.2020 αντίστοιχα, με τις οποίες οι αιτητές ενημερώνονταν αναφορικά με την ακριβή βαθμολογία που είχαν εξασφάλισει, καθώς και για το γεγονός ότι, βάσει  της ακολουθούμενης διαδικασίας, τα γραπτά δεν επιδέχονταν αναβαθμολόγηση και/ή επαναξιολόγηση.

 

Οι αιτητές, μετά τη λήψη των προαναφερθεισών επιστολών, καταχώρησαν την υπό εξέταση προσφυγή στις 4.9.2020, με την οποία στρέφονται κατά των πράξεων που περιέχοντα στα αιτητικά Α και Β της αίτησης ακυρώσεως, τα οποία και έχουν εκτεθεί αυτολεξεί πιο πάνω.

 

Σημειώνεται, για σκοπούς πληρότητας γεγονότων και καλύτερης κατανόησης των επίδικων θεμάτων, ότι τελικά, με απόφασή του, ημερομηνίας 24.8.2020, ο Υπουργός Άμυνας επέλεξε συγκεκριμένους υποψηφίους για φοίτηση στα Ανώτατα Στρατιωτικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (Α.Σ.Ε.Ι) της Ελλάδος, περιλαμβανομένων και των υποψηφίων για εισδοχή στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων (Τμήματα Όπλων και Σωμάτων), που εδώ ενδιαφέρουν.

 

Αναφέρεται επίσης ότι, όπως αναγράφεται και στην ένσταση των καθ’ ων η αίτηση, το Πανεπιστήμιο Κύπρου, στο οποίο είχε απευθυνθεί το Υπουργείο Άμυνας, που έχει εκ των Κανονισμών τη μέριμνα για τη διενέργεια της ψυχοτεχνικής δοκιμασίας, και συγκεκριμένα το Κέντρο Επιστημονικής Επιμόρφωσης, Αξιολόγησης και Ανάπτυξης (Κ.ΕΠ.Ε.Α.Α.), αποδέχτηκε να αναλάβει τη διεξαγωγή των εξετάσεων, ενώ, για σκοπούς ρύθμισης ζητημάτων που  αφορούσαν στη διεξαγωγή των γραπτών εξετάσεων, το Διοικητικό Συμβούλιο του Κ.ΕΠ.Ε.Α.Α. αποφάσισε την έκδοση Κανονιστικών Πράξεων.

 

Ηγέρθησαν και προωθήθηκαν, τόσο από τους καθ’ ων η αίτηση, όσο και από το Ε.Μ. προδικαστικές ενστάσεις: ειδικότερα, οι καθ’ ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι (i) η προσφυγή είναι αλυσιτελής και, συνακόλουθα, απορριπτέα και (ii) στερούνται οι αιτητές του απαιτούμενου εννόμου συμφέροντος προς προώθηση της υπό κρίση προσφυγής, κατ’ εφαρμογήν του δόγματος του ανεπίτρεπτου της ταυτόχρονης επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας. Η πλευρά του Ε.Μ. εγείρει εν είδει προδικαστικής ενστάσεως τους, άρρηκτα συνδεδεμένους, ισχυρισμούς ότι (i) και οι δυο προσβαλλόμενες πράξεις στερούνται εκτελεστότητας, (ii) οι αιτητές δεν έχουν την απαιτούμενη νομιμοποίηση προς προώθηση της υπό εξέταση προσφυγής, η οποία τυγχάνει απορριπτέα ως αλυσιτελής, εφόσον απαραδέκτως προσβάλλεται μόνο ένα μέρος της κατανομής των θέσεων και των ενδιαφερομένων προσώπων και (iii) η προσβαλλόμενη με το αιτητικό (α) πράξη απαραδέκτως προσβάλλεται καθότι, πέραν του ότι δεν είναι εκτελεστή διοικητική πράξη, ούτως ή άλλως δεν πρόκειται να οδηγήσει στην ικανοποίηση των εννόμων συμφερόντων των αιτητών, καθότι η τελική κατάταξη των επιτυχόντων είναι διαφορετική από αυτήν που προσβάλλεται, η οποία και αφορά στην αρχική κατάταξη επιτυχόντων.

 

Προέχει βεβαίως, ως εκ της φύσης τους και της εγγενούς σπουδαιότητας που ενέχουν, η εξέταση των προεκτεθεισών προδικαστικών ενστάσεων, δεδόμενου ότι τυχόν επιτυχία οιασδήποτε εξ’ αυτών, σφραγίζει άνευ ετέρου την τύχη της υπό κρίση προσφυγής.

 

Θα πρέπει εξ’ αρχής να τονιστεί, ως ζήτημα αντικειμενικής προϋπόθεσης του παραδεκτού της προσφυγής, το οποίο αφορά ευθέως στην εκτελεστότητα των προσβαλλόμενων πράξεων, ότι απαραδέκτως προσβάλλεται αυτοτελώς, δια του αιτητικού Β της αίτησης ακυρώσεως, η απόφαση των καθ’ ων η αίτηση να απορρίψουν τα αιτήματα των αιτητών για επαναξιολόγηση των γραπτών δοκιμίων επί της ψυχοτεχνικής δοκιμασίας. Σαφώς και η εν λόγω απόφαση δεν συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη δυνάμενη να προσβληθεί αυτοτελώς, αλλά αποτελεί μέρος μιας σύνθετης διοικητικής ενέργειας, η οποία ολοκληρώθηκε με την τελική επιλογή των κριθέντων, ως των πλέον κατάλληλων, υποψηφίων για εισδοχή στα Ανώτατα Στρατιωτικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα της Ελλάδας και, εν προκειμένω, στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. Eίναι σαφές ότι η δια του αιτητικού Β προσβαλλόμενη πράξη απορροφήθηκε και/ή ενσωματώθηκε στην μεταγενεστέρως ληφθείσα απόφαση τελικής επιλογής των υποψηφίων για εισδοχή στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, με αποτέλεσμα αυτή, αν και αρχικά εκτελεστή διοικητική πράξη δυνάμενη ωσαύτως να προσβληθεί δια προσφυγής, να έχει ακολούθως, δια της απορρόφησης και/ή ενσωμάτωσής της στην τελική απόφαση επιλογής των υποψηφίων, απωλέσει τον εκτελεστό της χαρακτήρα (Κοινοπραξία Cyprus Airport Group ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 437, LRG ENTERPRISES LTD κ.α. ν. VELISTER LTD, Αναθεωρητικές Εφέσεις Αρ. 43/2014 και 48/2014, ημερ. 3.6.2020).

 

Βεβαίως, δεν παραγνωρίζω ότι με το αιτητικό Α της αίτησης ακυρώσεως, οι αιτητές στρέφονται και κατά της νομιμότητας της απόφασης των καθ’ ων η αίτηση να επιλέξουν τα Ε.Μ., για εισδοχή στην εν λόγω Σχολή, σύμφωνα με τη δημοσίευση ημερομηνίας 20.7.2020. Εφόσον αυτή η απόφαση κριθεί ότι συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη, μπορεί, στο πλαίσιο εξέτασης της νομιμότητάς της,  να εξεταστεί, ως μέρος της σύνθετης διοικητικής ενέργειας, και η προηγηθείσα ενδιάμεση πράξη απόρριψης των αιτημάτων των αιτητών για επαναξιολόγηση των γραπτών τους στη ψυχοτεχνική δοκιμασία (βλ. Κοινοπραξία Cyprus Airport Group, ανωτέρω, Pavlos Varellas Trading Co. Ltd v. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 615, την απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου στην ΚΟΙΝΟΠΡΑΞΙΑ POSEIDON GRAND MARINA OF PAPHOS ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 979/2018, ημερ. 12.1.2022 και Η. Κυριακόπουλου «Ελληνικόν Διοικητικόν Δίκαιον», Γ. Ειδικό Μέρος, 4η Έκδοση, σελ. 98).

 

Συνεπώς, ενόψει των πιο πάνω, η προσφυγή, ως προς την αιτούμενη δια του αιτητικού Β θεραπεία, απορρίπτεται ως απαράδεκτη.

 

Στο πλαίσιο του ισχυρισμού περί αλυσιτέλειας της προσφυγής, οι καθ’ ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι μετά την αποτυχία των αιτητών στη ψυχομετρική δοκιμασία και τον αποκλεισμό τους από τη συνέχεια της διαδικασίας, οι θέσεις, οι οποίες εγκρίνονται κάθε φορά μόνο για συγκεκριμένο έτος για το οποίο διατίθενται, πληρώθηκαν από άλλους υποψηφίους με την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων των Παγκύπριων Εξετάσεων και την ολοκλήρωση της επίδικης διαδικασίας: συνεπώς, ακόμα και να επιτύχει η υπό εξέταση προσφυγή, θα υφίστατο ζήτημα αλυσιτέλειάς της, και κατ’ επέκταση έλλειψης του απαιτούμενου εννόμου συμφέροντος των αιτητών, εφόσον θα επανέφερε στο προσκήνιο ζήτημα επανεξέτασης χωρίς προοπτική επιτυχίας του αιτήματός τους.

 

Επιπρόσθετα, ζήτημα έλλειψης του απαιτούμενου εννόμου συμφέροντος θέτουν οι καθ’ ων η αίτηση, επικαλούμενοι το δόγμα του ανεπίτρεπτου της ταυτόχρονης επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας μιας διοικητικής πράξης: κατά τη σχετική εισήγηση, ενώ οι αιτητές συμμετείχαν ανεπιφύλακτα στη ψυχομετρική δοκιμασία και, κατ’ επέκταση στην επίδικη διαδικασία, απαραδέκτως αμφισβητούν δια της προσφυγής τους την ακολουθηθείσα διαδικασία, περιλαμβανομένης βεβαίως και της εν λόγω ψυχομετρικής δοκιμασίας.

 

Εν πρώτοις, θα πρέπει να λεχθεί ότι η ανεπιφύλακτη συμμετοχή των αιτητών στη διαδικασία μέχρι και τη διενέργεια της ψυχομετρικής δοκιμασίας, έστω και αν αυτοί ήσαν ενημερωμένοι για την απόφαση διενέργειας της εν λόγω δοκιμασίας πριν από την υγειονομική εξέταση και την αθλητική δοκιμασία, δεν τους αποστερεί τη δυνατότητα να θέτουν ζήτημα παράνομης και/ή εσφαλμένης αξιολόγησής τους και παράνομου και/ή εσφαλμένου αποκλεισμού τους. Έχει εξάλλου κριθεί ότι δεν είναι λογικά αναμενόμενο για έναν υποψήφιο να προσέρχεται στη διαδικασία αξιολόγησής του με επιφύλαξη των δικαιωμάτων του ως προς τη διαδικασία (Δημοκρατία ν. Γεώργιου Θεοδώρου κ.α. (2008) 3 Α.Α.Δ. 149). Συνεπώς, δεν μπορεί να τίθεται εν προκειμένω ζήτημα πρόσκρουσης στο δόγμα του ανεπίτρεπτου της ταυτόχρονης επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι παρόμοιο προδικαστικό ζήτημα εξετάστηκε από το Διοικητικό Δικαστήριο σε υπόθεση που και πάλιν αφορούσε σε αποτυχία υποψηφίων στην ψυχομετρική εξέταση και τον αποκλεισμό τους από τη συνέχεια της διαδικασίας: στην Χαραλάμπους κ.α., ως ο Επισυνημμένος Κατάλογος Αιτητών ν. Δημοκρατίας, Συνεκδ. Υποθ. Αρ. 749/2020 κ.α., ημερ. 3.11.2021, η Γαβριήλ Δ.Δ.Δ., ανέφερε τα εξής:

 

«Προτού προχωρήσω στο επίκεντρο της σειράς των λόγων ακυρότητας που αναπτύχθηκαν από τον ευπαίδευτο συνήγορο των αιτητών, προχωρώ να εξετάσω την εγερθείσα, εκ μέρους του δικηγόρου του ενδιαφερόμενου μέρους, προδικαστική ένσταση ελλείψεως εννόμου συμφέροντος των αιτητών να προωθήσουν τις προσφυγές τους, βάσει του δόγματος επιδοκιμασίας αποδοκιμασίας και κατά δεύτερον, στη βάση του επιχειρήματος πως οι αιτητές, λαμβανομένων υπόψη των απαντήσεων που δόθηκαν στις ψυχομετρικές εξετάσεις, δεν θα είχαν περιθώριο επιτυχίας.

 

Η εισήγηση για έλλειψη εννόμου συμφέροντος, είναι ανεδαφική και απορρίπτεται σε σχέση και με τα δύο σκέλη της. Τούτο γιατί η προσβαλλόμενη απόφαση, αποτελεί την κατάληξη μίας σύνθετης διοικητικής ενέργειας, που περιέχει τα επιμέρους στάδια της διαδικασίας διορισμού, στην οποία διαδικασία οι αιτητές συμμετείχαν και αξιολογήθηκαν ως προσοντούχοι μέχρι το σημείο των ψυχομετρικών εξετάσεων.

 

Οι αιτητές έχουν αποτύχει σε μέρος της εξέτασης που οδηγεί στο διορισμό τους στις επίδικες θέσεις, επικαλούμενοι παραβάσεις των Κανονισμών σε ζητήματα διαδικασίας, σε σχέση, μεταξύ άλλων, και με την διεξαγωγή των εξετάσεων στις οποίες απέτυχαν.

 

Ο μετέπειτα αποκλεισμός τους από τον Πίνακα Διοριστέων, δεν τους αφαιρεί το έννομο συμφέρον να προσβάλουν την τελική απόφαση, αφού με συγκεκριμένους λόγους ακύρωσης αμφισβητούν τη νομιμότητα της απόφασης αποκλεισμού τους. Οι αιτητές αμφισβητούν ουσιαστικά τον τρόπο με τον οποίο διεξήχθησαν οι εκ των Κανονισμών προνοούμενες ψυχομετρικές εξετάσεις, στις οποίες και απέτυχαν, εξετάσεις που συνιστούσαν ένα από τα απαιτούμενα προσόντα για διορισμό.

 

Όπως έχει κατ΄ επανάληψη νομολογηθεί, όπου το ζήτημα κατοχής των προσόντων καθίσταται επίδικο θέμα, ο αιτητής δεν χάνει το έννομό του συμφέρον να προσβάλει τη διοικητική απόφαση (Χρυσοστόμου κ.α. ν. Κωνσταντινίδου κ.α. (1999) 3 Α.Α.Δ. 13).

 

Συνεπώς, οι αιτητές κέκτηνται εννόμου συμφέροντος να προσβάλουν την επίδικη απόφαση.».

 

Τα πιο πάνω τυγχάνουν εφαρμογής και στην υπό κρίση περίπτωση και, υιοθετώντας την πιο πάνω προσέγγιση, κρίνω ότι και εν προκειμένω, οι αιτητές δεν στερούνται, κατ’ εφαρμογήν του δόγματος του ανεπίτρεπτου της ταυτόχρονης επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας,  του απαιτούμενου εννόμου συμφέροντος να στρέφονται κατά της επίδικης, τελικής, απόφασης.

 

Θα πρέπει, ωστόσο, να εξεταστεί και η φύση της εδώ προσβαλλόμενης (δια του αιτητικού Α της αίτησης ακυρώσεως) απόφασης, η οποία συνδέεται άρρηκτα με το ζήτημα της τυχόν αλυσιτέλειας της προσφυγής.

 

Σαφώς και τυχόν αποδοχή της εισήγησης περί αλυσιτέλειας στην συγκεκριμένη περίπτωση, χωρίς την εξέταση της προσβαλλόμενης πράξης, θα άφηνε ουσιαστικά τους αιτητές χωρίς οποιαδήποτε δυνατότητα διεκδίκησης αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας, εφόσον ο ισχυρισμός τους περί παράνομης και/ή εσφαλμένης απόρριψής τους από τη ψυχομετρική δοκιμασία, θα παρέμενε ανέλεγκτος. Το γεγονός ότι, με το πέρας της επίδικης διαδικασίας επιλογής, υπήρξε πράγματι επιλογή άλλων υποψηφίων ως των πλέον κατάλληλων για εισδοχή στα Ανώτατα Στρατιωτικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα της Ελλάδας και συγκεκριμένα στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, από μόνο του δεν στερεί από τους αιτητές το δικαίωμα να συνεχίσουν να προωθούν την προσφυγή τους μέχρι τέλους, εφόσον βέβαια αυτοί στρέφονται κατ’ αυτής, της τελικής, απόφασης επιλογής, ούτως ώστε, σε περίπτωση επιτυχίας, να διεκδικήσουν αποζημιώσεις στο πολιτικό δικαστήριο δυνάμει του Άρθρου 146.6 του Συντάγματος για ζημία ή βλάβη (Πογιατζή κ.α. ν. Δημοκρατίας, Συνεκδ. Υποθ. Αρ. 1331/2015 κ.α., ημερ. 30.12.2020). Εξάλλου, στις γραπτές αγορεύσεις των συνηγόρων των αιτητών γίνεται ρητή επίκληση και στοιχειοθετείται στον απαιτούμενο βαθμό η εκ πρώτης όψεως ζημία, η οποία προκλήθηκε από την απόφαση αποκλεισμού τους, στις σπουδές και στην γενικότερη σταδιοδρομία τους από την απώλεια της δυνατότητας άμεσης έναρξης της εκπαίδευσής τους και/ή εκπαίδευσης στον κλάδο της επιλογής τους.

 

Δια της έτερης προδικαστικής ένστασης που ήγειρε η συνήγορος του Ε.Μ. και αφορά στην προσβαλλόμενη δια του αιτητικού Α της αίτησης ακυρώσεως πράξη, εγείρεται ο ισχυρισμός ότι η απόφαση, με την οποία οι καθ’ ων η αίτηση, κατόπιν αποκλεισμού των αιτητών ως αποτυχόντων στη ψυχοτεχνική δοκιμασία από τη διαδικασία επιλογής για εισδοχή στην Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων (Τμήμα Όπλων και Σωμάτων), επέλεξαν τα Ε.Μ., στερείται εκτελεστότητας, ενώ τυχόν εξέταση του αιτητικού Α επί της ουσίας του από το Δικαστήριο, δεν θα οδηγήσει, ούτως ή άλλως, στην ικανοποίηση των εννόμων συμφερόντων των αιτητών, αφού η τελική κατάταξη των επιτυχόντων υποψηφίων, μετά και τη διενέργεια και πρόσθετων, πέραν της πρώτης, κατανομών, είναι διαφορετική από αυτήν που προσβάλλεται και αφορά στην αρχική κατανομή και/ή κατάταξή τους. Με αποτέλεσμα, συνεχίζει η κα Κουσπή, να αναφύεται και ζήτημα αλυσιτέλειας της προσφυγής, εφόσον, λόγω της μη συμπερίληψης στην υπό κρίση δικαστική διαδικασία, του συνόλου των υποψηφίων που είχαν εξασφαλίσει θέση στα προαναφερθέντα δυο Τμήματα (Σωμάτων και Όπλων) της Σχολής Ευελπίδων, να είναι αδύνατη η ακύρωση της τελικής κατάταξης και/ή σειράς επιτυχίας των υποψηφίων.

 

Σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού 5 των περί Στρατού της Δημοκρατίας (Διορισμοί, Ιεραρχία, Προαγωγές και Αφυπηρετήσεις Αξιωματικών) Κανονισμών του 2016 (Κ.Δ.Π. 351/2016):

 

«5.-(1) Για εισαγωγή υποψηφίων σε Α.Σ.Ε.Ι. απαιτούνται τα ακόλουθα:

 

(α) Να πληρούν τα πιο κάτω τυπικά προσόντα:

 

[.]

 

(β) Να έχουν κριθεί κατάλληλοι σε προκαταρκτικές εξετάσεις και δοκιμασίες οι οποίες, κατά χρονολογική σειρά, περιλαμβάνουν:

 

(i)           Υγειονομική εξέταση [...]

 

(ii) αθλητική δοκιμασία, που διεξάγεται από επιτροπή η οποία συγκροτείται για το σκοπό αυτό από τον Αρχηγό, τα αγωνίσματα της οποίας και τα κατώτατα όρια επίδοσης κατά αγώνισμα και Α.Σ.Ε.Ι. καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού μετά από εισήγηση του Αρχηγού

 

(iii) ψυχοτεχνική δοκιμασία η οποία διεξάγεται με μέριμνα του Υπουργού Άμυνας.

 

(γ) Να έχουν επιτύχει στις παγκύπριες εξετάσεις [.]

 

(2) (α) [.]

 

(γ) Τα αποτελέσματα του ελέγχου [.] κοινοποιούνται [.]

 

(δ) Η επιλογή των υποψηφίων και η κατανομή των θέσεων στα Α.Σ.Ε.Ι. γίνεται με βάση δήλωσή τους για το Α.Σ.Ε.Ι. στο οποίο επιθυμούν να φοιτήσουν και τη βαθμολογία που θα εξασφαλίσουν στις παγκύπριες εξετάσεις που προβλέπονται στην υποπαράγραφο (γ) της παραγράφου (1) του παρόντος Κανονισμού.

 

(3)(α) Οι επιλεγέντες με βάση τη διαδικασία που προνοείται στις παραγράφους (1) και (2) του παρόντος Κανονισμού, μετά την αποδοχή της θέσης που εξασφάλισαν στα Α.Σ.Ε.Ι., σύμφωνα με την πιο πάνω διαδικασία, διορίζονται από τον Υπουργό πριν από την εισαγωγή τους στα εν λόγω εκπαιδευτικά ιδρύματα ως Οπλίτες του Στρατού, εφόσον προηγουμένως με αξιόχρεο εγγυητή υπογράψουν συμφωνία με το Υπουργείο Άμυνας για την παραχώρηση υποτροφίας φοίτησης στο Α.Σ.Ε.Ι.».

 

Είναι σαφές από τις πιο πάνω διατάξεις, ότι την τελική απόφαση για επιλογή των επιτυχόντων υποψηφίων για φοίτηση στα Α.Σ.Ε.Ι., λαμβάνει ο Υπουργός Άμυνας, ο οποίος επιπρόσθετα, σύμφωνα με την προεκτεθείσα παράγραφο (3)(α) του Κανονισμού 5, διορίζει τους εν λόγω υποψηφίους, πριν από την εισαγωγή τους στα εν λόγω εκπαιδευτικά ιδρύματα, ως Οπλίτες του Στρατού της Δημοκρατίας. Αυτή δε η απόφαση, ως παράγουσα άμεσα και ευθέως έννομα αποτελέσματα, είναι και η μόνη εκτελεστή διοικητική πράξη.

 

Με αυτό ως δεδομένο, και εφόσον οι καθ’ ων η αίτηση δεν περιέλαβαν στην ένστασή τους και δεν υπέδειξαν, ως όφειλαν, την τελική απόφαση του Υπουργού, ανέτρεξα στον διοικητικό φάκελο, προκειμένου να την εντοπίσω, εφόσον είναι πρόδηλο ότι, ενόψει των επιδίκων θεμάτων και δη της εκατέρωθεν επιχειρηματολογίας επί των προδικαστικών ζητημάτων, η ύπαρξη και το περιεχόμενο της εν λόγω απόφασης, είναι καίριας σημασίας. Όπως έχει ήδη λεχθεί, η εν λόγω απόφαση λήφθηκε από τον Υπουργό στις 24.8.2020 και εντοπίζεται στον διοικητικό φάκελο που κατατέθηκε και σημειώθηκε ως «Τεκμήριο 2Β» κατά τις διευκρινίσεις. Όπως αναφέρεται στην εν λόγω απόφαση-

 

«Επιλογή υποψηφίων για φοίτηση στα Ανώτατα Στρατιωτικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα και στις Ανώτερες Στρατιωτικές Σχολές Υπαξιωματικών της Ελλάδας για το ακαδημαϊκό έτος 2020-2021 και διορισμός τους ως οπλιτών στον Στρατό της Δημοκρατίας

 

Αφού έλαβα υπόψη τα αποτελέσματα των Παγκύπριων Εξετάσεων που διενήργησε το Υπουργείο Παιδείας, Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας, για διεκδίκηση θέσης στα Ανώτερα και Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα της Κύπρου και της Ελλάδας, με βάση τα οποία έγινε και η κατανομή των θέσεων για τα Ανώτατα Στρατιωτικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα και τις Ανώτερες Στρατιωτικές Σχολές Υπαξιωματικών της Ελλάδας, για το ακαδημαϊκό έτος 2020-2021,

 

Ασκώντας τις εξουσίες που μου παρέχονται από τις διατάξεις του Κανονισμού 5 των περί Αξιωματικών του Στρατού της Δημοκρατίας (Διορισμοί, Ιεραρχία, Προαγωγές και Αφυπηρετήσεις) Κανονισμών του 2016 και του 2018 και του ταυτάριθμου Κανονισμού των περί Υπαξιωματικών του Στρατού της Δημοκρατίας (Διορισμοί, Ιεραρχία, Προαγωγές και Αφυπηρετήσεις) Κανονισμών του 2016 έως 2019:

 

(α) Επιλέγω, σε πρώτα στάδιο για φοίτηση στα Ανώτατα Στρατιωτικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα και στις Ανώτερες Στρατιωτικές Σχολές Υπαξιωματικών της Ελλάδας για το ακαδημαϊκό έτος 2020-2021, τους υποψήφιους των οποίων τα ονόματα καταγράφονται στο Παράρτημα «Γ» του Σημειώματος στα ερ. 180-177, οι οποίοι ολοκλήρωσαν επιτυχώς τις προκαταρκτικές εξετάσεις που διενήργησε το Υπουργείο Άμυνας και πέτυχαν στις Παγκύπριες Εξετάσεις του Υπουργείου Παιδείας, Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας και δήλωσαν ότι αποδέχονται τη θέση, και

 

(β) Διορίζω όλους τους επιλεγέντες υποψήφιους, ως Οπλίτες στο Στρατό της Δημοκρατίας, ανά την ημερομηνία της τελετής διαβεβαίωσής τους.».

 

Με αυτά τα δεδομένα, προκύπτει ότι πράγματι, η τελική, και μόνη εκτελεστή διοικητική πράξη που θα μπορούσε να προσβληθεί δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, είναι η απόφαση ημερομηνίας 24.8.2020 και όχι η προσβαλλόμενη δια του αιτητικού Α της υπό κρίση προσφυγής πράξη, εφόσον είναι σαφές ότι, μετά τη δημοσίευση των επιτυχόντων υποψηφίων στις 20.7.2020, κατά της οποίας στρέφονται οι αιτητές, η επίδικη διαδικασία επιλογής και πλήρωσης των θέσεων δεν είχε ολοκληρωθεί, αλλά την πρώτη κατανομή των θέσεων, ακολούθησαν και συμπληρωματικές κατανομές, με αποτέλεσμα την διαφοροποίηση των θέσεων που είχαν προκύψει από την πρώτη κατανομή. Το ότι υπήρξαν και άλλες κατανομές, προκύπτει αβίαστα από το παράρτημα 18 του δικογράφου της ένστασης (έγγραφο του Υπουργείου Παιδείας, Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας, ημερομηνίας 15.12.2020), όπου γίνεται ρητή αναφορά σε «συμπληρωματικές κατανομές».

 

Έτι δε περαιτέρω, την πιο πάνω διαπίστωση ενισχύει και ο διοικητικός φάκελος: από τη σελίδωση 180 του προαναφερθέντος φακέλου που κατατέθηκε και σημειώθηκε ως «Τεκμήριο 2Β» κατά τις διευκρινίσεις, στην οποία παραπέμπει η απόφαση του Υπουργού, προκύπτει ότι, τελικά οι επιτυχόντες υποψήφιοι που, σύμφωνα με την εν λόγω απόφαση, πέτυχαν εισδοχή, εξασφάλισαν και αποδέχθηκαν θέση στα προαναφερθέντα δυο Τμήματα (Σωμάτων και Όπλων) της Σχολής Ευελπίδων, που εδώ ενδιαφέρουν, και διορίστηκαν ως Οπλίτες στο Στρατό της Δημοκρατίας, όχι μόνο ήσαν 17 αντί 18, όπως ήταν ο αρχικός αριθμός των υποψηφίων («Ε.Μ.», σύμφωνα με τους αιτητές), αλλά, επιπρόσθετα, ένας εξ’ αυτών, ο υποψήφιος Χ. Φ. Δ., δεν βρισκόταν στην αρχική κατανομή και/ή στον αρχικό κατάλογο επιτυχόντων, αλλά, προδήλως, η επιλογή του ήταν αποτέλεσμα συμπληρωματικής κατανομής. Με αυτά τα δεδομένα, καθίσταται σαφές ότι η προσβαλλόμενη δια του αιτητικού Α της παρούσας προσφυγής πράξη δεν δύναται να αποτελέσει αντικείμενο δικαστικού ελέγχου, εφόσον έχει περιεχόμενο σαφώς διαφορετικό από αυτό της τελικής απόφασης, ημερομηνίας 24.8.2020, δεδομένου ότι οι δυνάμει της εν λόγω απόφασης επιλεγέντες, είναι διαφορετικοί από τα «Ε.Μ.», κατά της επιλογής των οποίων βάλλουν οι αιτητές, με αναφορά στη δημοσίευση ημερομηνίας 20.7.2020.

 

Ως εκ των πιο πάνω, η προσφυγή, ως στρεφόμενη κατά μη εκτελεστής διοικητικής πράξης, υπόκειται σε απόρριψη ως απαράδεκτη.

 

Επιπρόσθετα δε, σε άμεση συνάρτηση με τα αμέσως πιο πάνω και υπό το φως σχετικής νομολογίας, ως απαράδεκτη θα πρέπει να απορριφθεί η προσφυγή και εφόσον δεν στρέφεται κατά του συνόλου της τελικής κατανομής, αλλά, ως έχει εξηγηθεί πιο πάνω, μόνο κατά μέρους αυτής. Απαραδέκτως προσβάλλεται μέρος της τελικής κατανομής, που δεν είναι δυνατό να διασπαστεί και διαχωριστεί από το υπόλοιπο (Γενναδίου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 156/2011, ημερ. 21.6.2012, Σοφοκλέους κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 51/2011, ημερ. 27.6.2012, Μαλιαπής κ.α. ν. Δημοκρατίας, Συνεκδ. Υποθ. Αρ. 120/2011 κ.α., ημερ. 31.1.2012).

 

Έτι δε περαιτέρω, στη βάση πλέον των αμέσως πιο πάνω, κρίνω ότι τυχόν επιτυχία των αιτητών θα έφερνε στην επιφάνεια θέμα αλυσιτέλειας και δη επανεξέτασης χωρίς όμως οποιαδήποτε προοπτική ικανοποίησης των αιτημάτων τους, εφόσον δεν θα μπορούσε η προσφυγή να επιτύχει στην απουσία προσώπων που ενδέχετο να επηρεαστούν από το αποτέλεσμα μιας επανεξέτασης, χωρίς μάλιστα τα πρόσωπα αυτά να έχουν προηγουμένως συμμετάσχει και ακουστεί στη διαδικασία. Τέτοιο πρόσωπο εν προκειμένω θα ήταν, τουλάχιστον, ο υποψήφιος Χ. Φ. Δ., ο οποίος δεν βρισκόταν στην αρχική κατανομή και/ή στον αρχικό κατάλογο επιτυχόντων, αλλά η επιλογή του ήταν αποτέλεσμα συμπληρωματικής κατανομής (Λουκά Δημητρίου v. Δημοκρατίας, μέσω Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών Κύπρου, Υποθ. Αρ. 1160/2012, ημερ. 11.9.2015, ECLI:CY:AD:2015:D594, Κυριάκος Νικολάου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 858/2020, ημερ. 17.10.2022). Όπως υποδείχθηκε από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Δημοκρατία ν. Γιαννάκη Παπαϊωάννου (2011) 3 Α.Α.Δ. 625, με αναφορά και στις Φειδία Μεταξά ν. Επιτροπή Κρατικών Υποτροφιών κ.α., Υποθ. Αρ. 754/1998, ημερ. 11.8.2000, Νάγιας Πετούση ν. Επιτροπής Κρατικών Υποτροφιών κ.α., Υποθ. Αρ. 1309/1999, ημερ. 27.11.2000 και Δημοκρατία ν. Χρυσοστόμου κ.α. (1993) 3 Α.Α.Δ. 391, σε τέτοιες περιπτώσεις όπου αναπόφευκτα επηρεάζεται η επιλογή άλλων προσώπων, δεν θα ήταν δυνατό τα πρόσωπα αυτά να επηρεαστούν χωρίς να αποτελεί αντικείμενο της διαδικασίας η δική τους επιλογή και χωρίς να έχουν τη δυνατότητα να ακουστούν. Σημειώθηκε δε περαιτέρω, ότι σε τέτοια περίπτωση τίθεται και ζήτημα μη επίδοσης της προσφυγής σε τρίτους που επηρεάζονται ώστε να τους δοθεί η ευκαιρία να ακουστούν, ωστόσο δυνατότητα τέτοιας επίδοσης υπάρχει σε μια προσφυγή η οποία έχει ως αντικείμενό της μια εκτελεστή διοικητική πράξη. Και εν προκειμένω, ως έχει προεκτεθεί, δεν προσβάλλεται εκτελεστή διοικητική πράξη.

 

Συνεπώς, για τους λόγους που έχω εξηγήσει πιο πάνω, η προσφυγή κρίνεται απαράδεκτη και, συνακόλουθα, αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Επιδικάζονται €1600 έξοδα εναντίον των αιτητών και υπέρ των καθ’ ων η αίτηση και του Ε.Μ. 14, εξ’ ημισείας.

 

 

                                                                                                    Φ.ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Π.Δ.Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο