ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ                                          

                                                 Υπόθεση Αρ. 1185/2020

                                             

     30 Μαΐου, 2024

 

[Φ. ΚΑΜΕΝΟΣ, ΔΔΔ.]

 

ΑΝΑΦOΡΙΚΑ ΜΕ Τ0 ΑΡΘΡO 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

    SSM Computer Systems Limited,

 

Αιτήτριας

                          Και

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών

 

                                                      Καθ' ων η Αίτηση

......... 

 

 

Γ. Χατζηγιώργης για Τάσσο Παπαδόπουλο & Συνεργάτες ΔΕΠΕ,  Δικηγόροι για Αιτήτρια

Δ. Καλλή (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας για τους Καθ' ων η αίτηση

Π. Μίτση (κα)  για  Α & Α. Κ. Αιμιλιανίδης, Κ. Κατσαρός & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε, για το ΕΜ Κοινοπραξία Hellenic Technical Enteprises Ltd, I Spiral IT Solution Ltd, Technomart Engineering & Project Consultants Ltd and Open Technology Services S.A.

Γ. Βαλιαντής για Λ. Παπαφιλίππου & Σία Δ.Ε.Π.Ε για Αναθέτουσα Αρχή  Ένωση Δήμων Κύπρου

                                               

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Φ. Καμένος, ΔΔΔ.:  Με την παρούσα προσφυγή, η οποία καταχωρήθηκε στις 16.12.2020 προσβάλλεται η απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών (εφεξής Καθ’ ων η αίτηση) να απορρίψει ομόφωνα την Ιεραρχική Προσφυγή αρ. 22/2020 της Αιτήτριας, η οποία είχε καταχωρηθεί εναντίον της απόφασης της Αναθέτουσας Αρχής Ένωσης Δήμων Κύπρου να κατακυρώσει τον διαγωνισμό με αρ. 1/2018 και τίτλο «Tender for the acquisition of an Integrated Municipality System» στο Ενδιαφερόμενο Μέρος Κοινοπραξία Hellenic Technical Enteprises Ltd, I Spiral IT Solution Ltd, Technomart Engineering & Project Consultants Ltd and Open Technology Services S.A. (εφεξής το «ΕΜ»)

 

Με την καταχώριση της προσφυγής, η Αιτήτρια καταχώρησε ενδιάμεση αίτηση ημερ. 16.12.2020 αναστολής εκτέλεσης της προσβαλλόμενης απόφασης. Στις 22.12.2020 που ήταν ορισμένη εμφανίστηκαν οι Καθ’ ων η αίτηση και εκπρόσωπος του ΕΜ, ενώ κατόπιν σχετικού αιτήματος της Αιτήτριας, επιδόθηκε και στην Αναθέτουσα Αρχή. Ως προκύπτει από το σχετικό πρακτικό του Δικαστηρίου ημερομηνίας 20.01.2021, η ενδιάμεση αίτηση αποσύρθη ενόψει του ότι στο μεταξύ η Αναθέτουσα Αρχή είχε υπογράψει με το ΕΜ τη σύμβαση-αντικείμενο του πιο πάνω διαγωνισμού. Ως περαιτέρω προκύπτει από το εν λόγω πρακτικό, το Δικαστήριο έδωσε οδηγίες για καταχώρηση ένστασης των Καθ’ ων η αίτηση, του ΕΜ και την Αναθέτουσας Αρχής.

 

Από τον Δικαστικό Φάκελο προκύπτει ότι στις 14.09.2021 η Αναθέτουσα Αρχή καταχώρησε ένσταση ως «ενδιαφερόμενο μέρος». Είχε προηγηθεί στις 25.01.2021 η καταχώριση της ένστασης των Καθ’ ων η αίτηση.

 

Ακολούθως δόθηκαν οδηγίες για αγορεύσεις. Κατόπιν της καταχώρισης, της Γραπτής Αγόρευσης της Αιτήτριας ημερομηνίας 08.06.2022, στις 04.09.2023, καταχωρήθηκε η Αγόρευση των Καθ’ ων η αίτηση.

 

Στις 29.11.2023, οι δικηγόροι της Αιτήτριας απέστειλαν ηλεκτρονική επικοινωνία αναφέροντας στο Δικαστήριο και στους συμμετέχοντες στη δίκη ότι η παρούσα υπόθεση, παρουσιάζει αντίστοιχα δεδομένα, με την Προσφυγή Αρ. 278/2019 ΤΕΚΑΛ Ανώνυμη Τεχνική και Εμπορική Εταιρεία υπό τον διακριτικό τίτλο «ΤΕΚΑΛ Α.Ε.» ν. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών κ.α. στα πλαίσια της οποίας το Διοικητικό Δικαστήριο (Α. Ζερβού, ΔΔΔ) εξετάζοντας αυτεπαγγέλτως το ζήτημα, εξέδωσε ενδιάμεση απόφαση ημερομηνίας 07.07.2023 ότι η εκεί αναθέτουσα αρχή δεν έχει δικαίωμα εμφάνισης και συμμετοχής στην διαδικασία ως ενδιαφερόμενο μέρος.

 

Κατόπιν της εν λόγω επικοινωνίας, όλες οι πλευρές εξεδήλωσαν την επιθυμία τους να τοποθετηθούν επί του θέματος και με σχετικές οδηγίες του Δικαστηρίου ημερομηνίας 05.01.2024 ζητήθηκε όπως τοποθετηθούν προφορικώς ή δια γραπτού υπομνήματος κατά την επόμενη δικάσιμο ως προς τη δυνατότητα συμμετοχής της Αναθέτουσας Αρχής ως διαδίκου στην προσφυγή.

 

Στις επόμενες δικασίμους ημερ. 07.03.2024 και 16.05.2024, εμφανίστηκαν τα εμπλεκόμενα μέρη τοποθετούμενα υπέρ της συμμετοχής της Αναθέτουσας Αρχής στη διαδικασία και ως εκ τούτου, στις 16.05.2024, επιφυλάχθηκε η απόφαση του Δικαστηρίου επί του ζητήματος αυτού.

 

Έχοντας μελετήσει το ζήτημα υπό το φως της σχετικής νομολογίας ως αυτή παρατίθεται εναργώς και με αναφορά και σε σχετικές θεωρητικές προσεγγίσεις στην ως άνω αναφερόμενη απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου στην προσφυγή αρ. 278/2019, θεωρώ ότι η Αναθέτουσα Αρχή δε νομιμοποιείται να εμφανίζεται ως διάδικος στην παρούσα υπόθεση. Συγκεκριμένα, στην εν λόγω απόφαση στην προσφυγή αρ. 278/2019 αναφέρθηκε:

 

Ακολούθησε η δικάσιμος της 06.12.2022 κατά την οποία δηλώθηκε από όλες τις πλευρές συμφωνία ως προς την εμφάνιση του ΚΟΑ ως ενδιαφερόμενο μέρος στη διαδικασία, καθότι ενδεχόμενη ακυρωτική απόφαση θα τον επηρεάσει άμεσα εφόσον ενδέχεται να κληθεί να καταβάλει αποζημιώσεις διότι το επίδικο έργο έχει ήδη ολοκληρωθεί.  Όπως δε ανέφεραν οι ευπαίδευτοι δικηγόροι των διαδίκων και σε άλλες εκκρεμείς ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου υποθέσεις έχει δοθεί άδεια σε Αναθέτουσα Αρχή να εμφανίζεται στη διαδικασία ως ενδιαφερόμενο μέρος, με προφορικές όμως οδηγίες χωρίς την έκδοση οποιασδήποτε επί του σημείου τούτου δικαστικής απόφασης.

 

Δοθέντος, όμως, ότι η συμμετοχή της Αναθέτουσας Αρχής στην υπό εκδίκαση προσφυγή διευρύνει τα υποκειμενικά όρια της δίκης, με την Αναθέτουσα Αρχή να αποκτά την ιδιότητα του διαδίκου και τις περαιτέρω συνέπειες που αυτή επάγεται και λαμβάνοντας υπόψη τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου αναφορικώς με τη σχέση της Αναθέτουσας Αρχής και της ΑΑΠ σε περίπτωση άσκησης ιεραρχικής προσφυγής και την έκδοση απόφασης επί αυτής, το παρόν Δικαστήριο δεν ικανοποιήθηκε ότι η σύμφωνη γνώμη των διαδίκων επαρκεί για τη νομιμοποίηση της συμμετοχής του ΚΟΑ στη διαδικασία.

 

Για το λόγο αυτό, δόθηκαν οδηγίες στον ΚΟΑ να καταχωρίσει γραπτή αγόρευση και επιπλέον ζητήθηκαν και οι επί του θέματος απόψεις του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας που εκπροσωπεί την ΑΑΠ.  Προς υποβοήθηση του Δικαστηρίου, γραπτή αγόρευση και γραπτό υπόμνημα με τις θέσεις τους υπέβαλαν και οι ευπαίδευτοι δικηγόροι της αιτήτριας και του επιτυχόντα προσφοροδότη, αντίστοιχα, και η υπόθεση ορίσθηκε για ακρόαση σε σχέση με το εν λόγω ζήτημα.

 

Αποτελεί βασική θέση του ΚΟΑ ότι συνιστά νομικό πρόσωπο το οποίο επηρεάζεται άμεσα από την παρούσα διαδικασία στην οποία δεν είναι διάδικο μέρος και από την απόφαση που θα ληφθεί από το Δικαστήριο και ως εκ τούτου, κατ' εφαρμογή των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης, θα πρέπει να του δοθεί το δικαίωμα παρέμβασης για να ακουστεί.  Ειδικότερα, οι ευπαίδευτοι δικηγόροι του αναγνωρίζουν μεν ότι, σύμφωνα με τη σχετική νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου η απόφαση του ΚΟΑ ως Αναθέτουσας Αρχής έχει ενσωματωθεί στην απόφαση της ΑΑΠ, πλην όμως επισημαίνουν ότι ο ΚΟΑ και όχι η ΑΑΠ θα κληθεί, σε περίπτωση επιτυχίας της προσφυγής, να καταβάλει αποζημιώσεις στην αιτήτρια καθότι το αντικείμενο του Διαγωνισμού έχει εκλείψει και το επίδικο έργο έχει ολοκληρωθεί και ως εκ τούτου δεν θα υπάρχει δυνατότητα επανεξέτασης.  Παραπέμπουν σχετικώς σε νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου αναφορικώς με το έννομο συμφέρον του παρεμβαίνοντος στην αναθεωρητική δίκη.

 

Σε συμφωνία με τα ανωτέρα, οι ευπαίδευτοι δικηγόροι του επιτυχόντα προσφοροδότη εισηγούνται ότι η Αναθέτουσα Αρχή του Διαγωνισμού σαφώς θεωρείται ενδιαφερόμενο μέρος σύμφωνα με τη σχετική νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου και ως εκ τούτου θα πρέπει να έχει δικαίωμα εμφάνισης στη διαδικασία.  Επισημαίνουν δε ότι το ερώτημα που καλείται το Δικαστήριο εν προκειμένω να αποφασίσει δεν είναι κατά πόσον ο ΚΟΑ μπορεί να είναι διάδικος στην παρούσα προσφυγή ως καθ' ου η αίτηση ούτε κατά πόσον δύναται να στραφεί εναντίον της απόφασης της ΑΑΠ, ώστε να τυγχάνει εφαρμογής η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου σύμφωνα με την οποία η Αναθέτουσα Αρχή και η ΑΑΠ θεωρούνται μέρη της ίδιας διεργασίας, του ίδιου διοικητικού μηχανισμού.

 

Επισημαίνοντας, επιπλέον, ότι ο ΚΟΑ συνιστά διαφορετικό νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου από την Κυπριακή Δημοκρατία και την Κεντρική Διοίκηση στην οποία υπάγεται η ΑΑΠ, εισηγούνται ότι κατά την ορθότερη και εύλογη θέση δεν θα είναι η Κυπριακή Δημοκρατία ή η ΑΑΠ δυνητικά υπόλογη για αποζημιώσεις βάσει του Άρθρου 146.6 του Συντάγματος σε περίπτωση επιτυχίας της προσφυγής, αλλά ο ΚΟΑ.

 

Ως εκ των ανωτέρω, οι ευπαίδευτοι δικηγόροι του επιτυχόντα προσφοροδότη εισηγούνται ότι η αναγνώριση του δικαιώματος της Αναθέτουσας Αρχής να εμφανιστεί στην παρούσα διαδικασία και να διατυπώσει τις θέσεις της δεν πρέπει να θεωρείται μόνο αναγκαία αλλά και αυτονόητη, ιδιαίτερα εάν ληφθεί υπόψη ότι, προκειμένου η Αναθέτουσα Αρχή να έχει δικαίωμα να εφεσιβάλει την οποιαδήποτε πιθανή απόφαση του Δικαστηρίου, θα πρέπει να εμφανιστεί και να λάβει μέρος στην παρούσα πρωτόδικη διαδικασία.

 

Οι ευπαίδευτοι δικηγόροι της αιτήτριας επίσης συμφωνούν ότι ο ΚΟΑ θα πρέπει να λάβει μέρος στη διαδικασία ως ενδιαφερόμενο μέρος και εισηγούνται ότι λόγω της μη ύπαρξης πλέον αντικειμένου του Διαγωνισμού, η επανεξέταση σε περίπτωση επιτυχίας της προσφυγής θα έχει θεωρητικό μόνο χαρακτήρα και η μόνη οδός προς αποκατάσταση της ζημιάς της αιτήτριας θα είναι να ζητήσει αποζημιώσεις από την Αναθέτουσα Αρχή, βάσει του Άρθρου 146.6 του Συντάγματος.

 

Σημειώνεται ότι, παρά τη σπουδαιότητα του υπό εξέταση ζητήματος, εντούτοις εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας που εκπροσωπεί την ΑΑΠ δεν υποβλήθηκε αγόρευση ή οποιοδήποτε υπόμνημα λόγω ασθένειας της κας Χριστοφόρου που χειρίζεται την υπόθεση.  Η κα Καλλή, όμως, που εμφανίσθηκε κατά την ακρόαση εκ μέρους της, υπέβαλε προφορικά τη θέση ότι, βάσει της νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου όσον αφορά την έννοια του εννόμου συμφέροντος για παρέμβαση και ότι τέτοιο δικαίωμα έχει εκείνος ο οποίος ωφελείται από την προσβαλλόμενη πράξη και κατ' επέκταση θα επηρεαστεί από τυχόν ακύρωση της, η ΑΑΠ θεωρεί ότι στην παρούσα διαδικασία, όπου επικυρώθηκε η απόφαση του ΚΟΑ, διαπιστώνεται έννομο συμφέρον από μέρος του για να παρέμβει ως ενδιαφερόμενο μέρος στην διαδικασία και να υποστηρίξει κατ' ουσία την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης με την οποία επικυρώθηκε η δική του απόφαση.

 

Έχω μελετήσει με προσοχή τα όσα οι ευπαίδευτοι δικηγόροι έχουν με επιμέλεια θέσει ενώπιον μου και καταλήγω στα ακόλουθα:

 

Ο θεσμός της παρέμβασης τρίτου στη δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος αναθεωρητική διαδικασία δεν είναι θεσμοθετημένος στην Κύπρο.  Όπως, όμως, επεσήμανε το Ανώτατο Δικαστήριο, επαναλαμβάνοντας την πάγια επί τούτου νομολογία, στην απόφαση Λέσχη Ιπποδρομιών Λευκωσίας, διά του Γραμματέα αυτής κ. Πάρη Κωνσταντινίδη ν Betfair International PLC's, Συνεκδ. Αναθ. Εφέσεις αρ. 71/14 και 115/14, ημερ. 28.09.2022, «η έννοια του συμφέροντος παρεμβαίνοντος στη διαδικασία προσομοιάζει με εκείνο του παρεμβαίνοντος στην Ελλάδα και Γαλλία και πρέπει να ασκείται κατά τον ίδιο τρόπο».

 

Στην Ελλάδα, οι προϋποθέσεις του παραδεκτού της παρεμβάσεως στη διοικητική δίκη είναι τρεις, ήτοι η εκκρεμοδικία, η ιδιότητα του παρεμβαίνοντος ως τρίτου και η ύπαρξη εννόμου συμφέροντος (Π.Δ. Δαγτόγλου, Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο, 1994, 2η Έκδοση, σελ. 272).

 

Στη δίκη που άρχισε με αίτηση ακυρώσεως δικαιούται να ασκήσει παρέμβαση κάθε τρίτος (μη διάδικος στη δίκη) που έχει έννομο συμφέρον για τη διατήρηση της προσβαλλόμενης πράξης και την απόρριψη της αίτησης ακυρώσεως (Ε. Π. Σπηλιωτόπουλος, Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου, 15η έκδοση, σελ.199).

 

Εξετάζοντας τις επί μέρους προϋποθέσεις για το παραδεκτό της παρέμβασης και ειδικότερα την ιδιότητα του παρεμβαίνοντος ως τρίτου, η Ε. Παυλίδου στο σύγγραμμα Η συμμετοχή του τρίτου στη διοικητική δίκη, Παρέμβαση - Τριτανακοπή[1], υιοθετεί τη γνώμη πως «[.] για την ιδιότητα του τρίτου, ως προαπαιτούμενο της ενεργητικής νομιμοποίησης προς άσκηση παρέμβασης, αρκεί η απουσία κάθε δεσμού με τη διεξαγόμενη ακυρωτική δίκη, είτε υπό την ιδιότητα του διαδίκου, σε οποιοδήποτε χρονικό σημείο και με οποιοδήποτε τρόπο, είτε υπό την ιδιότητα του εκπροσωπούμενου από ορισμένων εκ των διαδίκων».

 

Ο παρεμβαίνων θα πρέπει αν είναι διαφορετικό πρόσωπο σε σχέση με τον εκδότη της πράξης.  Εάν ταυτίζεται τότε η παρέμβασή του είναι απαράδεκτη (Δ. Θ. Πυργάκης, Το έννομο συμφέρον στη δίκη ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας)[2].

 

Η σχέση της καθ' ης η αίτηση ΑΑΠ με την (εκάστοτε) Αναθέτουσα Αρχή, εξετάστηκε από την Πλήρη Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην απόφαση Συμβούλιο Αποχετεύσεων Λευκωσίας ν. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών (2007) 3 ΑΑΔ 568 προς απάντηση του ερωτήματος κατά πόσον δύναται η Αναθέτουσα Αρχή της οποίας η απόφαση ακυρώθηκε από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών να προσφύγει εναντίον της στο Ανώτατο Δικαστήριο, βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος. Σημειώνεται ότι, μεταξύ της επιχειρηματολογίας του Συμβούλιο Αποχετεύσεων Λευκωσίας για τη θεμελίωση εννόμου συμφέροντος στην καταχώριση της προσφυγής ήταν ότι έχει ασκήσει αυτήν ως πρόσωπο δημοσίου δικαίου προς όφελος των αρμοδιοτήτων και συμφερόντων του και επιπλέον ότι υπάρχει το ενδεχόμενο δυσμενούς επηρεασμού του, όχι ως οργάνου της κεντρικής διοίκησης, που δεν θα είχε δικαίωμα προσφυγής αλλά ως οργανισμού δημοσίου δικαίου· δεδομένου δε ότι ήδη υπεγράφη σύμβαση με τον επιτυχόντα, η απόφαση της ΑΑΠ τον επηρεάζει και οικονομικά αφού ενδεχομένως να κληθεί να πληρώσει αποζημιώσεις.  Το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε τα ακόλουθα:

 

«Εδώ δεν πρόκειται για απόφαση (και είναι βεβαίως πάντοτε η ίδια η απόφαση που είναι το αντικείμενο προσφυγής) της διοίκησης, ανεξάρτητη από τη διαδικασία στην οποία και ο ίδιος ο αιτητής εμπλέκετο, η οποία να επηρέαζε τα συμφέροντα του στη διεξαγωγή των συνήθων αρμοδιοτήτων και εργασιών του. Εδώ πρόκειται για απόφαση που ήταν το αποτέλεσμα θεσμοθετημένης σύνθετης διαδικασίας, στην οποία και ο ίδιος ο αιτητής συμμετείχε σε πρώτο στάδιο ως Αναθέτουσα Αρχή, και αφορούσε την όλη διεκπεραίωση του διαγωνισμού. Η απόφαση δεν αφορά λοιπόν τα όποια συμφέροντα εισηγήθηκε ο αιτητής ως ανωτέρω, που εξ άλλου δεν θα ήσαν αρκούντως άμεσα και βέβαια για να τεκμηριώσουν έννομο συμφέρον (χαρακτηριστικό είναι το ότι η ίδια η προσφυγή δεν αμφισβητεί παρά μόνο τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης και δεν παραπέμπει, ως βασιζόμενη σε αυτά, στα γεγονότα στα οποία αναφέρεται στην αγόρευση του ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον αιτητή), αλλά το δημόσιο συμφέρον στη σύννομη λειτουργία των συνολικών διαδικασιών που διέπουν το διαγωνισμό. Στις διαδικασίες αυτές ο αιτητής ήταν αναπόσπαστο μέρος και υπό την ιδιότητα του αυτή έλαβε τη συγκεκριμένη διοικητική απόφαση που αποτέλεσε το αντικείμενο της ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών ιεραρχικής προσφυγής. Ο νομοθέτης ανέθεσε σε εκείνη να κρίνει στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων της, ως δευτεροβάθμιο και έτσι ανώτερο διοικητικό όργανο, τη νομιμότητα της διοικητικής απόφασης του αιτητή, με σκοπό την κατάληξη της σύνθετης διοικητικής διεργασίας του διαγωνισμού. Αιτητής και Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών λοιπόν ήσαν, για σκοπούς της εν λόγω διεργασίας, μέρη του ίδιου διοικητικού μηχανισμού ώστε να ισχύει η γενική αρχή ότι ένα μέρος της διοίκησης δεν μπορεί να έχει έννομο συμφέρον εναντίον άλλου μέρους της διοίκησης και ουσιαστικά να αντιδικεί με αυτό.».

 

Στην Kοινοπραξία Poseidon Grand Marina of Paphos και Άλλοι ν. Cybarco Plc και Άλλων (2009) 3 ΑΑΔ 513, το Ανώτατο Δικαστήριο, με αναφορά στην ανωτέρω απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας, κατάληξε στα ακόλουθα:

 

«Η Δημοκρατία, αναφερόμενη στην προσφυγή ως Καθ' ης η Αίτηση διάδικος μέσω του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού, δηλαδή της Αναθέτουσας Αρχής, δεν μπορούσε να είναι τέτοιος διάδικος. Το σκεπτικό της απόφασης της Πλήρους Ολομέλειας σαφώς την αποκλείει από τη διαδικασία αφ΄ης στιγμής η απόφαση της Αναθέτουσας Αρχής απορροφήθηκε στην απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών ως της θεσμικώς προβλεπόμενης δεύτερης βαθμίδας άσκησης διοικητικής εξουσίας στη σύνθετη διοικητική διεργασία που καθιερώθηκε για εξυπηρέτηση του δημοσίου σκοπού. Έκτοτε, ουδένα λόγο είχε η Αναθέτουσα Αρχή παρά μόνο η Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών. Όλες οι εισηγήσεις της Αιτήτριας προσκρούουν στη δεδομένη ισχύ του λόγου της απόφασης της Πλήρους Ολομέλειας. Ούτε, λοιπόν, το οποιοδήποτε διάταγμα μπορούσε να αφορά ευθέως την Αναθέτουσα Αρχή ως διάδικο, ούτε και οι απόψεις της Αναθέτουσας Αρχής μπορούσαν να εκφράζονται εκ μέρους συννόμου διαδίκου στη διαδικασία της προσφυγής. Σχετικές θα ήσαν βεβαίως οι απόψεις της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών ως εκ του μόνου ορθού διαδίκου στην προσφυγή, και έχει δίκαιο το Ενδιαφερόμενο Μέρος να παραπονείται ότι οι απόψεις αυτές, όπως διατυπώθησαν στην ένσταση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών, δεν ελήφθησαν καθόλου υπ΄όψη πρωτοδίκως.».

 

Εν προκειμένω, παρά το γεγονός ότι η Αναθέτουσα Αρχή δεν αντιδικεί με την καθ' ης η αίτηση Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών, τουναντίον, επιθυμεί την παρέμβαση στη διαδικασία προς υποστήριξη της νομιμότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, εντούτοις καταλήγω ότι η κρίση του Ανωτάτου Δικαστηρίου πως σε διαδικασίες προσφορών η Αναθέτουσα Αρχή και η ΑΑΠ συνιστούν μέρη του ίδιου διοικητικού μηχανισμού που απολήγει στην έκδοση απόφασης επί ιεραρχικής προσφυγής, αποστερεί από την Αναθέτουσα Αρχή την ιδιότητα του τρίτου ως προς τους διαδίκους και ως εκ τούτου δεν νομιμοποιείται στην άσκηση παρέμβασης.

 

Σημειώνεται ότι, ενώ στη Διοίκηση αναγνωρίζεται ότι δυνατόν να αποτελεί τρίτο πρόσωπο έναντι των αρχικών διαδίκων σε περιπτώσεις που «παθητικώς νομιμοποιείται το Δημόσιο, πλην, όμως, ορισμένο ν.π.δ.δ. ενδιαφέρεται για την έκβαση της δίκης, οπότε επιδιώκει τη συμμετοχή του σε αυτή» (Η συμμετοχή του τρίτου στη διοικητική δίκη, ανωτέρω, σελ. 53), εντούτοις αυτή δεν είναι εν προκειμένω η περίπτωση εφόσον, σύμφωνα με τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η απόφαση του ΚΟΑ απορροφήθηκε στην απόφαση της ΑΑΠ.

 

Αναφορικώς με τις κατ' ισχυρισμό συνέπειες που θα υποστεί η Αναθέτουσα Αρχή σε περίπτωση έκδοσης ακυρωτικής απόφασης και της πιθανής προσφυγής της αιτήτριας στο Επαρχιακό Δικαστήριο για διεκδίκηση αποζημιώσεων συμφώνως του Άρθρου 146.6 του Συντάγματος, επισημαίνεται ότι δεν ανήκει στη δικαιοδοσία του Διοικητικού Δικαστηρίου να αποφασίσει εναντίον ποιου ή ποιων μία τέτοια αγωγή θα πρέπει ή δύναται να καταχωριστεί.  Επισημαίνεται, όμως, ότι η παρούσα προσφυγή στρέφεται συγκεκριμένα κατά απόφασης της ΑΑΠ και το όποιο ακυρωτικό αποτέλεσμα και η συνακόλουθη υποχρέωση, δυνατότητα ή αδυναμία επανεξέτασης θα αφορά την εν λόγω απόφαση και θα εξαρτηθεί από τους λόγους ακύρωσης που ήθελε κριθούν ως βάσιμοι σε περίπτωση επιτυχίας της προσφυγής.

 

Συμφωνώ με το σκεπτικό της ως άνω απόφασης, το οποίο και υιοθετώ ως εφαρμοζόμενο και στα υπό κρίση δεδομένα. Είναι σαφές ότι, βάσει της νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου ως αυτή διατυπώθηκε στην απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στη Συμβούλιο Αποχετεύσεων Λευκωσίας ν. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών (2007) 3 ΑΑΔ 568, η οποία περαιτέρω ερμηνεύτηκε στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Kοινοπραξία Poseidon Grand Marina of Paphos και Άλλοι ν. Cybarco Plc και Άλλων (2009) 3 ΑΑΔ 513, η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή πράξη, αποτελεί στην προκείμενη περίπτωση, το τέλος της σύνθετης διοικητικής ενέργειας, η οποία απορρόφησε την απόφαση της Αναθέτουσας Αρχής και άρα στην διαδικασία πλέον «ουδένα λόγο είχε η Αναθέτουσα Αρχή παρά μόνο η Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών».

 

Συμπληρώνω μάλιστα για σκοπούς πληρότητας της παρούσας ότι, το γεγονός ότι η συμμετοχή/παρέμβαση της Αναθέτουσας Αρχής, είχε γίνει κατόπιν άδειας του Δικαστηρίου όπως της επιδοθεί η ενδιάμεση αίτηση αναστολής και η προσφυγή, δεν αποτελεί κώλυμα για το παρόν Δικαστήριο να κρίνει αν τελικά αυτή πράγματι νομιμοποιείται ως διάδικος στην παρούσα διαδικασία. Στο σύγγραμμα του Ά. Τσούτσου «Η Παρέμβασις εν τη δίκη επί αιτήσεως ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας», Εκδ. 1958, σελ. 36, υποσημείωση 2 αναφέρθηκε σχετικώς:

 

«Η κοινοποίησις της αιτήσεως επιμελεία του εισηγητού προς τον τρίτον ουδόλως προεξοφλεί  ότι πράγματι ο τρίτος ούτος νομιμοποιείται εις παρέμβασιν. Το ζήτημα της νομιμοποιήσεως του παρεμβαίνοντος θα κριθή υπό του δικαστηρίου κατά την εκδίκασιν της αιτήσεως ακυρώσεως, δεν είναι δε δυνατόν να δεσμευθή τούτο εκ των προτέρων ως προς την απόφασιν αυτού».

 

Σημειώνω εξάλλου, ότι δε θεωρώ ότι η γνώση των γεγονότων της υπόθεσης και η κατοχή του διοικητικού φακέλου εκ μέρους της Αναθέτουσας Αρχής, στα οποία αναφέρθηκε ο ευπαίδευτος συνήγορος της, αποτελούν λόγους που δικαιολογούν παρέμβαση της Αναθέτουσας Αρχής ή της προσδίδουν locus standi ως ενδιαφερομένου μέρους στην παρούσα διαδικασία ούτε άρα είναι ικανά να διαφοροποιήσουν όσα η πιο πάνω νομολογία έχει καθορίσει ως προς το παραδεκτό της συμμετοχής της στη δίκη, ως η παρούσα, εναντίον της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών.

 

Ως εκ των ανωτέρω, η παρέμβαση της Αναθέτουσας Αρχής  Ένωσης Δήμων Κύπρου απορρίπτεται ως απαράδεκτη.

 

Δεδομένου ότι το υπό κρίση ζήτημα υπεμνήσθην μεν εκ μέρους των ευπαιδεύτων συνηγόρων της Αιτήτριας ακολούθως όμως το Δικαστήριο έκρινε ορθό όπως το εξετάσει αυτεπαγγέλτως και στην απουσία αντιδικίας των διαδίκων με την Αναθέτουσα Αρχή Ένωση Δήμων Κύπρου, κρίνω ορθό όπως δεν εκδώσω διαταγή ως προς τα έξοδα. 

 

 

 

Φ. Καμένος, ΔΔΔ

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο