ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

Υπόθεση αρ. 1374/2018

31 Μαΐου, 2024

[Α. ΖΕΡΒΟΥ, Δ.Δ.Δ.]

Αναφορικά με τα Άρθρα 23, 25, 26, 28, 30, 146, 169 και 179  του Συντάγματος

Μεταξύ:

1.

H. M.

2.

PAVILION RESTAURANT NIGHT SPOT LTD

Αιτητές,

ΚΑΙ

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΗΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

ΩΣ ΚΗΔΕΜΟΝΑ ΤΟΥΡΚΟΚΥΠΡΙΑΚΩΝ ΠΕΡΙΟΥΣΙΩΝ

Καθ’ ου η αίτηση.

------------

Ν. Κληρίδου (κα) και Μ. Ξιαρή, για Λέλλος Π. Δημητριάδης Δικηγορικό Γραφείο Δ.Ε.Π.Ε. και Νίκη Κληρίδου & Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για τους αιτητές.

Λ. Λάμπρου Ουστά (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον καθ’ η αίτηση.

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Α. ΖΕΡΒΟΥ, Δ.Δ.Δ.:    Με την παρούσα προσφυγή οι αιτητές αξιώνουν την ακύρωση της απόφασης του Υπουργού Εσωτερικών, ως Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών, η οποία κοινοποιήθηκε στους δικηγόρους των αιτητών με επιστολή του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου ημερομηνίας 06.07.2018, με το ακόλουθο περιεχόμενο:

 

«Αίτημα αγοραπωλησίας τ/κ περιουσίας εγγεγραμμένης στο όνομα του Τ/Κ H.M. προς την εταιρεία PAVILION RESTAURANT NIGHT SPOT LTD

 

Αναφέρομαι στο πιο πάνω θέμα και ως συνέχεια των επιστολών σας και των εγγράφων τα οποία έχετε αποστείλει στο Υπουργείο Εσωτερικών για επανεξέταση του αιτήματος του πελάτη σας H. M., για την αγοραπωλησία του τ/κ τεμαχίου γης με αριθμό 28, Φ/ΣΧ 30/05W2, στη Λακατάμια, το οποίο απέκτησε δυνάμει δωρεάς από τη μητέρα του, H. M. στις 10/8/2011, προς την εταιρεία PAVILION RESTAURANT NIGHT SPOT LTD, σας πληροφορώ ότι το αίτημα έχει μελετηθεί εκ νέου από τον Κηδεμόνα Διαχείρισης Τ/Κ Περιουσιών με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 3 του τροποποιητικού Νόμου αρ. 39(Ι) του 2010, ο οποίος δεν έδωσε την συγκατάθεση του για αποδοχή του πωλητηρίου εγγράφου μεταξύ του Τ/κ H. M. και της αγοράστριας εταιρείας PAVILION RESTAURANT NIGHT SPOT LTD και απέρριψε το σχετικό αίτημα.

 

2. Ο Κηδεμόνας έλαβε υπόψη ότι η αρχική εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια, τ/κ H. M., η οποία απεβίωσε στην κατεχόμενη Λευκωσία στις 3/4/2017, κατείχε ε/κ περιουσία στα κατεχόμενα. Με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 3, του τροποποιητικού Νόμου αρ. 39(Ι) του 2010, ο σημερινός ιδιοκτήτης όταν το απέκτησε δυνάμει δωρεάς από τη μητέρα του, τις 10/8/2011, ήταν διάδοχος στον τίτλο της Τ/Κ ιδιοκτήτριας και είναι πρόσωπο στο οποίο η εν λόγω περιουσία περιήλθε σε μεταγενέστερο χρόνο της εφαρμογής της Νομοθεσίας, από πρόσωπο που διέμενε στα κατεχόμενα και κατείχε ε/κ περιουσία.».

 

Σημειώνεται ότι ο αιτητής απέκτησε δυνάμει δωρεάς από τη μητέρα του, εκτός από το τεμάχιο 28 στο οποίο αναφέρεται η ανωτέρω επιστολή, άλλα 3 τεμάχια στη Λακατάμια, για τα οποία επίσης επεδίωξε την άρση της διαχείρισης από τον Κηδεμόνα ώστε να τα αξιοποιήσειΗ αιτούμενη όμως με την παρούσα προσφυγή θεραπεία, όπως αυτή διατυπώνεται στο αιτητικό της προσφυγής, περιορίζεται στην αρνητική απόφαση του Κηδεμόνα, η οποία του κοινοποιήθηκε με την επιστολή ημερομηνίας 06.07.2018 και αναφέρεται αποκλειστικά στην απόρριψη του αιτήματος για το τεμάχιο 28.  Δεν προσβάλλεται, δηλαδή, οποιαδήποτε παράλειψη του Κηδεμόνα να αποφασίσει σε σχέση και με τα άλλα 3 τεμάχια και ως εκ τούτου ισχυρισμοί ως προς το ζήτημα αυτό δεν θα με απασχολήσουν δοθέντος ότι η δικαιοδοσία του Δικαστηρίου προσδιορίζεται και περιορίζεται από την αιτούμενη με την προσφυγή θεραπεία (Limon v Δημοκρατίας, ΕΔΔ αρ. 126/2021, ημερ. 20/04/2022).

 

Συμφώνως των όσων επιπλέον προκύπτουν από τον διοικητικό φάκελο της υπόθεσης, στις 18.07.2011 οι αιτητές συνήψαν μεταξύ τους συμφωνία για την αγοραπωλησία του επίδικου τεμαχίου 28.  Το σχετικό αγοραπωλητήριο έγγραφο προσκομίστηκε για κατάθεση στις 25.05.2012 στο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο Λευκωσίας και προς τούτο ζητήθηκε η συγκατάθεση του Κηδεμόνα, σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Τουρκοκυπριακών Περιουσιών (Διαχείριση και Άλλα Θέματα) (Προσωρινές Διατάξεις) Νόμου του 1991 (Ν.139/1991, εφεξής ο Νόμος), ως είχε μέχρι τότε τροποποιηθεί.

 

Με επιστολή του Διευθυντή Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, ημερομηνίας 17.04.2013, οι αιτητές πληροφορήθηκαν ότι ο Επαρχιακός Κτηματολογικός Λειτουργός Λευκωσίας δεν μπορεί να προβεί σε αποδοχή του αγοραπωλητηρίου εγγράφου και κατ’ επέκταση της δήλωσης μεταβίβασης καθότι ο Κηδεμόνας, ενώπιον του οποίου τέθηκε το θέμα, αφού μελέτησε το αίτημα με βάση του άρθρο 3 του Νόμου, ως αυτό τροποποιήθηκε με τον Ν.39(Ι)/2010, δεν έδωσε τη συγκατάθεσή του για αποδοχή του αγοραπωλητηρίου εγγράφου, αφού έλαβε ιδιαίτερα υπόψη του το γεγονός ότι η πρωτογενής ιδιοκτήτρια της περιουσίας, H. M. (μητέρα του αιτητή), είναι κάτοικος κατεχομένων, όπου και κατέχει Ε/Κ ιδιοκτησίας περιουσία

 

Με επιστολή των δικηγόρων του προς τον Κηδεμόνα, ημερομηνίας 16.06.2017, ο αιτητής επανήλθε και ζήτησε την αποδέσμευση των ακινήτων που είχε κληρονομήσει από την αποβιώσασα πλέον μητέρα του (περιλαμβανομένου του τεμαχίου 28), ώστε να μπορέσει να τα διαθέσει ελεύθερα, ισχυριζόμενος ότι αυτά λανθασμένα έχουν περιέλθει υπό διαχείρισηΠρος υποστήριξη του αιτήματός του, υπέβαλε ότι ο ίδιος είναι Άγγλος υπήκοος και μόνιμος κάτοικος Αγγλίας πριν από το 1974, ενώ η αποβιώσασα μητέρα του, επίσης Άγγλος υπήκοος πριν το έτος 1974, διέμενε στην Αγγλία και περιστασιακά μόνο στις κατεχόμενες περιοχές, όταν επισκεπτόταν συγγενείς της, εκτός από τα τελευταία χρόνια της ζωής της, που θέλησε να μείνει και να πεθάνει στον τόπο που γεννήθηκεΕπιπλέον, προς επίρρωση της θέσης του ότι τα ακίνητά του ουδέποτε θα έπρεπε να περιέλθουν υπό τη διαχείριση του Κηδεμόνα, υπέβαλε ότι το ζήτημα της κατοχής τους βασίζεται σε λανθασμένες πληροφορίες που έλαβε το αρμόδιο Τμήμα, σύμφωνα με τις οποίες η αποβιώσασα μητέρα του κατείχε ελληνοκυπριακή περιουσία, οι οποίες όμως, όπως υποστήριξε, καταρρίπτονται από έγγραφο του Διοικητή της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΚΥΠ), ημερομηνίας 09.02.2010, το οποίο επισυνάφθηκε ως Παράρτημα Δ στην επιστολή (και εντοπίζεται στον διοικητικό φάκελο ως Ερ. 61), περιήλθε, ως αναφέρεται, στην κατοχή του αιτητή στο πλαίσιο δικαστικής διαδικασίας στο Ανώτατο Δικαστήριο και σύμφωνα με το οποίο η αποβιώσασα μητέρα του «[…] μετανάστευσε στην Αγγλία (Λονδίνο) το 1968 και έκτοτε διαμένει μόνιμα εκείΠεριοδικά επισκέπτεται τα κατεχόμενα για ολιγοήμερες διακοπές».

 

Στον διοικητικό φάκελο εντοπίζεται ακολούθως (ως Ερ. 100), νέα επιστολή της δικηγόρου του αιτητή, ημερομηνίας 03.01.2018, προς λειτουργό του Υπουργείου Εσωτερικών, με το ακόλουθο περιεχόμενο:

 

«Σε συνέχεια της επιστολής μας ημερομηνίας 16/6/2017, αντίγραφο της οποίας επισυνάπτω, αλλά και των επανειλημμένων τηλεφωνικών επικοινωνιών που είχαμε με το Γραφείο σας, αποστέλλουμε τα πιστοποιητικά έρευνας που μας έχετε ζητήσει τα οποία εξασφάλισε ο δικηγόρος του πελάτη μας από τα κατεχόμενα, με βάση τα οποία επιβεβαιώνεται ότι η αποβιώσασα μητέρα του, δεν κατείχε περιουσία στα κατεχόμενα.

Η μετάφραση έγινε από ιδιώτη μεταφραστή αφού όπως σας ανέφερα και τηλεφωνικά το Ρ.Ι.Ο. αρνήθηκε για Πολιτικούς λόγους να κάνει τις μεταφράσεις.

Ευχόμαστε και ελπίζουμε επιτέλους να έχουμε θετική απάντηση στα αιτήματα του πελάτη μας που τον ταλαιπωρούν για χρόνια τώρα.».

 

Ακολούθησε επιστολή του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών προς τον Διοικητή της ΚΥΠ, ημερομηνίας 09.02.2018, με το ακόλουθο περιεχόμενο:

 

«Αίτημα αγοραπωλησίας τ/κ περιουσίας εγγεγραμμένης στο όνομα του Τ/Κ H. M. προς την εταιρεία PAVILION RESTAURANT NIGHT SPOT LTD

Αναφέρομαι στο πιο πάνω θέμα και ως συνέχεια των επιστολών σας, αριθμού φακέλου 16.29.002, ημερομηνίας 29/9/2014, 20/11/2012, 10/11/2010 και 9/2/2010, σας διαβιβάζω αντίγραφα πιστοποιητικών έρευνας ακίνητης περιουσίας των κατεχομένων, τα οποία έχει προσκομίσει η Δικηγόρος του τ/κ H. M., όσον αφορά στην μητέρα του H. M., η οποία απεβίωσε στην κατεχόμενη Λευκωσία στις 3/4/2017.

2. Η Δικηγόρος ζητά επανεξέταση του αιτήματος ισχυριζόμενη ότι η τ/κ H. (sic) M. ζούσε στην Αγγλία και δεν κατείχε ε/κ περιουσίες στα κατεχόμεναΜε βάση το περιεχόμενο των πιο πάνω υπό αναφορά επιστολών σας, παρακαλώ όπως μελετηθεί εκ νέου κατά πόσο είχαν παραχωρηθεί στην Τ/Κ H. M., ε/κ περιουσίες στα κατεχόμενα έναντι της περιουσίας της που είχε στις ελεύθερες περιοχές».

Στον διοικητικό φάκελο εντοπίζεται, σε κλειστό φάκελο με τη χειρόγραφη σημείωση «Απόρρητα Έγγραφα», επιστολή απάντησης του Διοικητή της ΚΥΠ, ημερομηνίας 03.05.2018, διαβαθμισμένη ως εμπιστευτική, συμφώνως της οποίας η H. M., με αριθμό Δ.Τ. της Κυπριακής Δημοκρατίας ΧΧΧΧ, κατέχει συγκεκριμένη ακίνητη περιουσία στο κατεχόμενο χωριό Μια Μηλιά Λευκωσίας, η οποία λεπτομερώς περιγράφεται και η οποία είναι, σύμφωνα με το Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας της Κυπριακής Δημοκρατίας, ελληνοκυπριακής ιδιοκτησίαςΣτην εν λόγω επιστολή επισυνάπτονται σχετικά υποστηρικτικά έγγραφα των ευρημάτων της ΚΥΠ

 

Αναφορικώς με το επίδικο τεμάχιο 28 εντοπίζονται πρόσθετες πληροφορίες σε σχετικά σημειώματα στο φύλλο καταχωρίσεων του διοικητικού φακέλου (minute sheet).  Συγκεκριμένα, ως αναφέρεται στη Σημείωση υπ’ αρ. 1 των εν λόγω καταχωρίσεων, σύμφωνα με εξετάσεις των αρχών ασφαλείας που έγιναν τον Νοέμβριο 2010, στα πλαίσια εξέτασης αιτήματος προηγούμενης (της εδώ επίδικης) αγοραπωλησίας της ίδιας περιουσίας, η H. M. γεννήθηκε το 1927 στη Λακατάμεια και το 1958 εγκαταστάθηκε στην Τ/Κ συνοικία της Λευκωσίας σε ενοικιαζόμενη κατοικίαΜετά την τουρκική εισβολή, το κατοχικό καθεστώς της παραχώρησε κατοικία Ε/Κ ιδιοκτησίας στο χωριό Μια Μηλιά, έναντι των περιουσιών που εγκατέλειψε στις ελεύθερες περιοχέςΟ αιτητής και ο αδελφός του μετανάστευσαν στην Αγγλία τη δεκαετία του 1960 και η αδελφή τους στην Αυστραλία λίγα χρόνια μετά την τουρκική εισβολήΗ H. M. επισκεπτόταν τα παιδιά της στο εξωτερικό για μεγάλα χρονικά διαστήματα, αλλά επέστρεφε στην Κύπρο (κατεχόμενα).  Μετά τον θάνατο του συζύγου της, το 1982, επισκεπτόταν ακόμη πιο συχνά τα παιδιά τηςΗ ίδια ισχυρίσθηκε ότι είχε μεταναστεύσει μόνιμα στην Αγγλία (σε ακαθόριστο χρόνο).  Ως περαιτέρω αναφέρεται στο σημείωμα, για την επίδικη Τ/Κ περιουσία υποβλήθηκαν στο παρελθόν άλλα δύο αιτήματα αγοραπωλησίας, συμφώνως σχετικών αγοραπωλητηρίων εγγράφων με κυπριακές εταιρείες, τα οποία επίσης απορρίφθηκαν.

 

Αναφορικώς με τη επιστολή των δικηγόρων του αιτητή ημερομηνίας 16.06.2017 και το αίτημα επανεξέτασης του θέματος, ετοιμάστηκε από Λειτουργό της Υπηρεσίας Διαχείρισης Τουρκοκυπριακών Περιουσιών σχετικό σημείωμα προς τον Υπουργό, ημερομηνίας 14.06.2018 (καταχώριση υπ’ αρ. 5), με το οποίο γίνεται εισήγηση για εκ νέου απόρριψη του αιτήματος αποδέσμευσης, βάσει του άρθρου 3 του Νόμου, με τη Λειτουργό να επισημαίνει σχετικώς τα ακόλουθα:

 

«2. Ως φαίνεται στα σημειώματα 1 και 2 το αίτημα έχει μελετηθεί και έχει απορριφθεί λόγω του ότι έχει διαπιστωθεί ότι η αρχική εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια, τ/κ H. M., παρόλο που επισκεπτόταν τα παιδιά της στο εξωτερικό, διέμενε σε ε/κ οικία στην κατεχόμενη Μια Μηλιά, την οποία της παραχώρησε το κατοχικό καθεστώς έναντι των περιουσιών της που εγκατέλειψε στις ελεύθερες περιοχές.

3. Αντίγραφα πιστοποιητικών έρευνας ακίνητης περιουσίας των κατεχομένων, τα οποία έχει προσκομίσει η Δικηγόρος του Τ/Κ H. M., όσον αφορά στην μητέρα του H. M., η οποία απεβίωσε στην κατεχόμενη Λευκωσία στις 3/4/2017, διαβιβάστηκαν στις Αρχές Ασφαλείας του Κράτους για επανεξέταση και επιβεβαιώθηκε εκ νέου ότι η αρχική εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια διέμενε σε ε/κ οικία στην κατεχόμενη Μια Μηλιά».

 

Η εισήγηση εγκρίθηκε από τον Υπουργό στις 21.06.2018 και το αίτημα για αποδέσμευση του τεμαχίου 28 απορρίφθηκε εκ νέου, με την απόφαση να κοινοποιείται στους δικηγόρους των αιτητών με την επιστολή του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου ημερομηνίας 06.07.2018 και εναντίον αυτής να στρέφεται η παρούσα προσφυγή.

 

Διά της γραπτής αγόρευσης των ευπαιδεύτων δικηγόρων τους οι αιτητές διατείνονται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αντίθετη προς τον Νόμο, το Σύνταγμα (Άρθρα 23, 25, 26, 28 και 30), ην ΕΣΔΑ (άρθρα 6 και 13), το άρθρο 1 του Πρώτου Πρωτοκόλλου και το άρθρο 1 του Δωδέκατου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ και τον περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμο, Ν.158(Ι)/99 (άρθρα 45 και 46).  Επιπρόσθετα, ότι η απόφαση λήφθηκε κατ’ αντίθεση προς τον Νόμο και τις αρχές της χρηστής διοίκησης και της ίσης μεταχείρισης, χωρίς τη διεξαγωγή δέουσας έρευνας ως προς τις πραγματικές περιστάσεις της υπόθεσης, με τον καθ’ ου η αίτηση να έχει ενεργήσει υπό πραγματική και νομική πλάνη  και να έχει παραλείψει να αιτιολογήσει νομίμως και επαρκώς την απόφασηΕίναι επιπλέον η θέση των αιτητών ότι ο καθ’ ου η αίτηση έχει ασκήσει καθ’ υπέρβαση, λανθασμένα και καταχρηστικά την εξουσία και την εκ του Νόμου διακριτική ευχέρειά του καθότι, μεταξύ άλλων, παρέλειψε να λάβει υπόψη ότι η παρούσα αφορά σε διαχείριση περιουσίας που όταν περιήλθε στο καθεστώς διαχείρισής της από τον Κηδεμόνα ο Τουρκοκύπριος ιδιοκτήτης της είχε τη συνήθη διαμονή του στο εξωτερικό.

Στο πλαίσιο της απαντητικής αγόρευσης των ευπαιδεύτων δικηγόρων τους, οι αιτητές διατείνονται επιπρόσθετα ότι ο Νόμος, όπως έχει εφαρμοσθεί στην παρούσα υπόθεση, είναι αντισυνταγματικός ως αντίθετος με τα Άρθρα 23, 25, 26,28 και 179 του Συντάγματος, ότι ο καθ’ ου η αίτηση παρέλειψε να λάβει υπόψη τα πιστοποιητικά έρευνας των κατεχομένων που οι αιτητές είχαν υποβάλει και συμφώνως των οποίων η αρχική ιδιοκτήτρια δεν κατείχε οποιαδήποτε ελληνοκυπριακή περιουσία και ότι, σε κάθε περίπτωση, δεν έχουν παρουσιαστεί αντίγραφα των ισχυριζομένων ευρημάτων των Αρχών Ασφαλείας του Κράτους.

 

Οι καθ’ ων η αίτηση απορρίπτουν τους ισχυρισμούς των αιτητών, εγείροντας προδικαστικώς, αφενός, ζήτημα έλλειψης νομιμοποίησης της αιτήτριας 2 για την καταχώριση της παρούσας προσφυγής και, αφετέρου, ζήτημα μη εκτελεστότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, την οποία θεωρούν ως βεβαιωτική άλλων προηγούμενων επί του ιδίου θέματος αποφάσεων.

 

Εν πάση δε περιπτώσει, ως προς την ουσία της επίδικης διαφοράς, η ευπαίδευτη δικηγόρος των καθ’ ων η αίτηση υποστηρίζει την ορθότητα και τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης και της εκ του νόμου άσκησης των εξουσιών του Κηδεμόνα, παραπέμποντας προς τούτο στις σχετικές νομοθετικές πρόνοιες, στα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης και στη σχετική νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, εισηγούμενη ότι η απόφαση είναι προϊόν δέουσας έρευνας, παρέχει πλήρη αιτιολογία και λήφθηκε δυνάμει των προνοιών του Νόμου κατόπιν πλήρους διερεύνησης των δεδομένων της υπόθεσηςΕπισημαίνει δε ιδιαίτερα το γεγονός, το οποίο θα πρέπει εξαρχής να υπομνησθεί ότι δεν αμφισβητείται από τους αιτητές, ότι, κατά την έναρξη της ισχύος του Νόμου, η επίδικη περιουσία περιήλθε στη διαχείριση του Κηδεμόνα, εφόσον η εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια δεν διέμενε στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές, ήταν εγγεγραμμένη πολίτης της Κυπριακής Δημοκρατίας με αριθμό ταυτότητας ΧΧΧΧ και ενέπιπτε στον ορισμό του «Τουρκοκύπριου» σύμφωνα με το άρθρο 2 του Νόμου.

 

Επιπρόσθετα, η κα Ουστά υποβάλλει ότι το τεμάχιο 28, που ήταν το αντικείμενο της επίδικης αγοραπωλησίας, αποκτήθηκε από τον αιτητή δυνάμει δωρεάς από τη μητέρα του στις 10.08.2011, κατόπιν έγκρισης από τον Κηδεμόνα, υπό την επισήμανση όμως (η οποία επίσης δεν αμφισβητείται από τους αιτητές) ότι η σκοπούμενη μεταβίβαση δεν επηρεάζει καθοιονδήποτε τρόπο το καθεστώς κηδεμονίας και διαχείρισης της περιγραφόμενης περιουσίας, ότι δεν επιτρέπεται η αλληλοδιαδοχική μεταβίβαση αυτής και ότι η περιουσία θα παραμείνει υπό κηδεμονία ενόσω διαρκεί η έκρυθμη κατάσταση που επικρατεί στην Κύπρο λόγω της τουρκικής εισβολής και της παράνομης κατοχής.

 

Προέχει η εξέταση των προδικαστικών ενστάσεων που άπτονται του παραδεκτού της παρούσας προσφυγής.

 

Ως προς το ζήτημα του εννόμου συμφέροντος της αιτήτριας 2, η θέση του καθ’ ου η αίτηση είναι ορθήΆμεσο προσωπικό έννομο συμφέρον έλκει από την προσβαλλόμενη απόφαση ο ιδιοκτήτης της περιουσίας και πωλητής του κτήματος, εδώ ο αιτητής 1, ο οποίος έχει το δικαίωμα κατοχής και ιδιοκτησίας, το οποίο προστατεύεται από το Σύνταγμα και το οποίο ο Νόμος σκοπεί να προστατεύσειΟ αγοραστής, ήτοι η αιτήτρια 2, δεν έχει δικαίωμα κατοχής ή ιδιοκτησίας της επίδικης περιουσίας, πλην μίας προσδοκίας να καταστεί ιδιοκτήτης, η οποία όμως δεν της προσδίδει το χαρακτηρισμό του ιδιοκτήτη (Μ. Ιωαννίδης ν Υπουργού Εσωτερικών, Αναθεωρητική Έφεση αρ. 49/2015, ημερ. 09.03.2022, G. A. Real Land Estates Ltd v Δημοκρατίας, ΕΔΔ αρ. 160/18, ημερ. 22.04.2024).

 

Ως εκ τούτου, η προσφυγή σε σχέση με την αιτήτρια 2 απορρίπτεται εκ προοιμίου, ως απαράδεκτη.

 

Ως προς τη φύση της προσβαλλόμενης απόφασης, η θέση του καθ’ ου η αίτηση ότι αυτή είναι βεβαιωτική προηγούμενων επί του θέματος αποφάσεων και για το λόγο αυτό στερείται εκτελεστότητας, δεν με βρίσκει σύμφωνη.

 

Πράγματι, από τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης όπως αυτά λεπτομερώς έχουν παρατεθεί ανωτέρω, προκύπτει και δεν αμφισβητείται από τους αιτητές, ότι  αιτήματα για αποδέσμευση της επίδικης περιουσίας είχαν υποβληθεί και στο παρελθόν και απορρίφθηκαν από τον ΚηδεμόναΤο γεγονός, όμως, ότι η απάντηση στο νέο αίτημα για αποδέσμευση ήταν και πάλι αρνητικό, δεν καθιστά την προσβαλλόμενη απόφαση, δίχως άλλο, βεβαιωτική των προγενέστερωνΘα πρέπει προηγουμένως να διαπιστωθεί κατά πόσον η νέα και με όμοιο περιεχόμενο απόφαση έχει ληφθεί μετά από νέα έρευνα ουσιωδών νομικών ή πραγματικών στοιχείωνΤο τι αποτελεί νέα έρευνα που να καθιστά τη νέα πράξη εκτελεστή, είναι ζήτημα πραγματικό και κρίνεται, βεβαίως, αυστηρά για να μην υπάρχει καταστρατήγηση της προθεσμίας προσβολής εκτελεστής πράξης με τη δημιουργία νέας πράξης που εκδόθηκε κατ’ επίφαση μεν νέας έρευνας, αλλά κατ’ ουσία στη βάση των ίδιων στοιχείων (Καλακουτή ν Δημοκρατίας, Αναθ. Έφεση αρ. 65/2013, ημερ. 02.07.2019).

 

Εν προκειμένω, με τις επιστολές των δικηγόρων του αιτητή, με  ημερομηνίες 16.06.2017 και 03.01.2018 , υποβλήθηκαν στον καθ’ ου η αίτηση νέα ουσιώδη στοιχεία, ήτοι έγγραφο του Διοικητή της ΚΥΠ, ημερομηνίας 09.02.2010 (το οποίο επισημαίνεται ότι ο καθ’ ου η αίτηση δεν αμφισβητεί ότι περιήλθε στη γνώση του αιτητή μετά την απόρριψη των προηγούμενων αιτημάτων) και πιστοποιητικά έρευνας, τα οποία εξασφάλισε ο δικηγόρος του αιτητή από τις κατοχικές αρχέςΟ δε καθ’ ου η αίτηση δεν έχει αμφισβητήσει την αναφορά στην επιστολή ημερομηνίας 03.01.2018 ότι τα εν λόγω πιστοποιητικά έρευνας είχαν ζητηθεί από την Υπηρεσία Διαχείρισης Τουρκοκυπριακών ΠεριουσιώνΑκολούθως αυτά διαβιβάστηκαν στον Διοικητή της ΚΥΠ, από τον οποίο και ζητήθηκε όπως μελετηθεί εκ νέου το ζήτημα κατά πόσον είχε παραχωρηθεί στην μητέρα του αιτητή ελληνοκυπριακή  περιουσία στα κατεχόμενα έναντι της περιουσίας της που είχε στις ελεύθερες περιοχέςΤα αποτελέσματα της νέας έρευνας κοινοποιήθηκαν στον καθ’ ου η αίτηση με επιστολή του Διοικητή της ΚΥΠ, ημερομηνίας 03.05.2018.

 

Ως εκ των ανωτέρω, καταλήγω ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν το αποτέλεσμα νέας έρευνας ουσιωδών για την υπόθεση στοιχείων και για το λόγο αυτό η προδικαστική ένσταση απορρίπτεται.

 

Ως προς τους εγειρομένους από τον αιτητή λόγους ακύρωσης, θα πρέπει καταρχάς να υπομνησθεί ότι οι ισχυρισμοί που ανεπίτρεπτα εγείρονται για πρώτη φορά στο πλαίσιο της απαντητικής αγόρευσης των ευπαιδεύτων δικηγόρων του δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη, δοθέντος ότι ο σκοπός της απαντητικής αγόρευσης είναι η απάντηση σε σημεία τα οποία εγείρονται στη γραπτή αγόρευση των καθ΄ ων η αίτηση και όχι η έγερση εντελώς νέων ισχυρισμών και επιχειρημάτων (Αντωνίου ν Δημοκρατίας (2003) 4Β Α.Α.Δ. 792, Khamzaeva v Δημοκρατίας, Υπόθ. αρ. 727/2006, ημερ. 16.07.2007, Λουκά ν Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 1625/2007, ημερ. 15.9.2009).

 

Εν πάση δε περιπτώσει, οφείλω να επισημάνω ότι η συνταγματικότητα του Νόμου έχει απασχολήσει κατ’ επανάληψη το Ανώτατο Δικαστήριο, με τη σχετική επί του θέματος νομολογία να έχει προ πολλού αποκρυσταλλωθείΣύμφωνα δε με αυτήν, οι πρόνοιες του Ν.139/1991 δικαιολογούνται στη βάση του δικαίου της ανάγκης και δεν αντιβαίνουν τις πρόνοιες του Άρθρου 23 του Συντάγματος δοθέντος ότι η Πολιτεία, κάτω από τις συνθήκες που δημιουργήθηκαν με την τουρκική εισβολή, είχε καθήκον να λάβει τα αναγκαία μέτρα για τη διαχείριση και προστασία των εγκαταλειφθεισών τουρκοκυπριακών περιουσιών προς το συμφέρον της κοινωνικής τάξηςΤα εν λόγω μέτρα δεν είχαν σκοπό τη θέσπιση μόνιμων περιορισμών ή στέρηση των δικαιωμάτων των νομίμων ιδιοκτητών, αλλά την προσωρινή, για όσο χρόνο ήταν αναγκαίο, προστασία και διαχείρισή της περιουσίας (Α. Χρ. Σολομωνίδης Λτδ κ.ά. ν. Γενικού Εισαγγελέα κ.ά. (2003) 1 Α.Α.Δ. 1275, Shakir κ.ά ν Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 54).  Ισχυρισμοί ότι ο Νόμος παραβιάζει το Άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου σχετικά με την ειρηνική απόλαυση της περιουσίας και τα άρθρα 6, 8, 13 και 14 της ΕΣΔΑ, έχουν επίσης απορριφθεί (P. Torgut κ.ά. ν Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, Πολιτική Έφεση αρ. 79/2015, ημερ. 10.06.2020).

 

Αξιολογώντας, ακολούθως, την άσκηση των αρμοδιοτήτων του καθ’ ου η αίτηση σε σχέση με τον αιτητή και την επίδικη περιουσία, θα πρέπει να υπομνησθεί ότι, σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η αναθεωρητική δικαιοδοσία συμφώνως του Άρθρου 146 του Συντάγματος περιορίζεται στον έλεγχο της νομιμότητας της υπό αμφισβήτηση διοικητικής πράξης ως εύλογα επιτρεπτής υπό τις περιστάσεις και δεν επεκτείνεται στην ουσιαστική κρίση του διοικητικού οργάνου ούτε το Δικαστήριο προβαίνει σε πρωτογενή εκτίμηση των γεγονότων της υπόθεσης (Georghiades v. Republic (1982) 3  HYPERLINK "http://www.cylaw.org/cgi-bin/open.pl?file=/apofaseis/aad/meros_3/1982/rep/1982_3_0659.htm"C HYPERLINK "http://www.cylaw.org/cgi-bin/open.pl?file=/apofaseis/aad/meros_3/1982/rep/1982_3_0659.htm". HYPERLINK "http://www.cylaw.org/cgi-bin/open.pl?file=/apofaseis/aad/meros_3/1982/rep/1982_3_0659.htm"L HYPERLINK "http://www.cylaw.org/cgi-bin/open.pl?file=/apofaseis/aad/meros_3/1982/rep/1982_3_0659.htm". HYPERLINK "http://www.cylaw.org/cgi-bin/open.pl?file=/apofaseis/aad/meros_3/1982/rep/1982_3_0659.htm"R HYPERLINK "http://www.cylaw.org/cgi-bin/open.pl?file=/apofaseis/aad/meros_3/1982/rep/1982_3_0659.htm". 659).  Το δε βάρος απόδειξης των εγειρομένων λόγων ακύρωσης το φέρει ο αιτητής (Ιωνίδης ν Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 1459), ο οποίος εν προκειμένω καταλήγω ότι δεν το έχει αποσείσει.

 

Καταρχάς, ως ορθώς η ευπαίδευτη δικηγόρος του καθ’ ου η αίτηση, με παραπομπή σε σχετική επί του θέματος νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Ahmet ν Δημοκρατίας, Αναθεωρητική Έφεση 219/12, ημερ. 02.07.19, Mushawar κ.ά., Αναθεωρητική Έφεση 111/13, ημερ. 27.11.19) υποβάλλει, σύμφωνα με τις σχετικές πρόνοιες του Νόμου, η μητέρα του αιτητή ήταν «Τουρκοκύπρια» και η περιουσία αυτής είναι «τουρκοκυπριακή περιουσία».  Οποιαδήποτε δε μεταγενέστερη εγγραφή του τεμαχίου στο όνομα του αιτητή είναι αδιάφορη για τους σκοπούς του Νόμου

 

Ειδικότερα, σύμφωνα με το ερμηνευτικό άρθρο 3 του Νόμου:

«τουρκοκυπριακή περιουσία» περιλαμβάνει κάθε ιδιοκτησία κινητή ή ακίνητη που ανήκει σε Τουρκοκύπριο και βρίσκεται στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές και περιλαμβάνει και τη βακούφικη περιουσία.

 

«Τουρκοκύπριος» σημαίνει Τουρκοκύπριο που δεν έχει τη συνήθη διαμονή του στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές και περιλαμβάνει εταιρεία ή άλλο νομικό πρόσωπο που ελέγχεται από Τουρκοκύπριο, καθώς και το Εβκάφ.

 

Σύμφωνα δε με το άρθρο 3 του Νόμου (ως αυτό τροποποιήθηκε με τον Ν 39(I)/2010) (η υπογράμμιση είναι του Δικαστηρίου):

 

3. Ο Υπουργός διορίζεται με τον παρόντα Νόμο Κηδεμόνας των Τουρκοκυπριακών περιουσιών και τις διαχειρίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και ασκεί τις αρμοδιότητες που του χορηγούνται με τον παρόντα Νόμο διαρκούσης της έκρυθμης κατάστασης και μέχρις ότου επιτευχθεί τελική διευθέτηση του θέματος αυτού:

 

Νοείται ότι  στα πλαίσια άσκησης  της πιο πάνω εξουσίας του να διαχειρίζεται Τουρκοκυπριακές περιουσίες διαρκούσης της έκρυθμης κατάστασης, ο Υπουργός έχει επίσης εξουσία ως διαχειριστής, να άρει με δεόντως αιτιολογημένη απόφασή του και υπό τους κατά την κρίση του κατάλληλους όρους τη διαχείριση συγκεκριμένης Τουρκοκυπριακής περιουσίας ή μέρους αυτής, αφού λάβει υπόψη σε σχέση με τη διαχείριση τις συνθήκες και περιστάσεις της κάθε περίπτωσης και σταθμίσει όλους τους σχετικούς  με το θέμα αυτό παράγοντες, περιλαμβανομένου του κατά πόσο ο Τουρκοκύπριος ιδιοκτήτης της περιουσίας ή οι κληρονόμοι ή οι διάδοχοί του στον τίτλο, ανάλογα με την περίπτωση, κατέχουν περιουσία που ανήκει σε Ελληνοκύπριο στις μη ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές:

Νοείται περαιτέρω ότι προσμετρούν θετικά σε άρση της διαχείρισης Τουρκοκυπριακής περιουσίας, μεταξύ άλλων, οι πιο κάτω παράγοντες:

 

(α) Ότι  πρόκειται για τη διαχείριση περιουσίας που όταν περιήλθε στο καθεστώς διαχείρισής της από τον Κηδεμόνα ο Τουρκοκύπριος ιδιοκτήτης της περιουσίας είχε τη συνήθη διαμονή του στο εξωτερικό όπου είχε μεταβεί οποτεδήποτε πριν ή μετά την τουρκική εισβολή του 1974 και ο εν λόγω ιδιοκτήτης συνεχίζει να διαμένει εκεί ή επέστρεψε ή επιστρέφει από το εξωτερικό για μόνιμη εγκατάσταση στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές, ή προτίθεται να επιστρέψει στις εν λόγω περιοχές,

 

(β) ότι πρόκειται για τη διαχείριση περιουσίας που σε οποιοδήποτε χρόνο μετά που περιήλθε στο καθεστώς διαχείρισής της από τον Κηδεμόνα ο Τουρκοκύπριος ιδιοκτήτης της περιουσίας εγκαταστάθηκε μόνιμα και συνεχίζει αδιάλειπτα να είναι μόνιμα εγκατεστημένος στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές,

 

(γ) ότι η υπό διαχείριση περιουσία αφορά κατοικία στην οποία διέμενε ο Τουρκοκύπριος ιδιοκτήτης και κάτοχός της πριν την τουρκική εισβολή του 1974 και στην οποία προτίθεται να κατοικήσει  προσερχόμενος από τις μη ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές για μόνιμη εγκατάσταση στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές.».

 

Προκύπτει από τα ανωτέρω ότι ο τροποποιητικός νομοθέτης κατέστησε ουσιώδη παράγοντα στην άσκηση της ευρύτατης διακριτικής ευχέρειας του Κηδεμόνα ως προς την απόφαση για αποδέσμευση τουρκοκυπριακής περιουσίας από την κηδεμονία, το κατά πόσον ο Τουρκοκύπριος ιδιοκτήτης της περιουσίας ή οι κληρονόμοι ή οι διάδοχοί του στον τίτλο, κατέχουν περιουσία που ανήκει σε Ελληνοκύπριο στις μη ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχέςΕν προκειμένω, το ζήτημα διερευνήθηκε από την πλέον αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας, η οποία απάντησε τεκμηριωμένα και με την επισύναψη σχετικών αποδεικτικών στοιχείων, στα οποία επισημαίνεται ότι ο αιτητής ουδέποτε ζήτησε - με τον δικονομικώς ορθό τρόπο - πρόσβασηΩς εκ τούτου, η προσβαλλόμενη απόφαση του Κηδεμόνα, η οποία στηρίχθηκε στην εν λόγω πληροφόρηση, κρίνεται ως εύλογη, σύμφωνη με τις διατάξεις του Νόμου και δεόντως αιτιολογημένη

 

Επισημαίνεται ότι ο ίδιος ο αιτητής δηλώνει ότι η αποβιώσασα μητέρα του επέστρεψε για τα τελευταία χρόνια της ζωής της στα κατεχόμενα, χωρίς όμως να προσδιορίζει πού συγκεκριμένα αυτή διέμενε και, επιπλέον, ότι τον ισχυρισμό του πως η μητέρα του ήταν μόνιμος κάτοικος Ηνωμένου Βασιλείου από το 1968 τον στηρίζει σε μία μόνο αναφορά σε επιστολή του Διοικητή της ΚΥΠ ημερομηνίας 09.02.2010, η οποία όμως ακολούθως επαναδιερευνήθηκε και δεν έχει προσκομίσει οποιοδήποτε άλλο αποδεικτικό του ισχυρισμού του στοιχείοΕν πάση δε περιπτώσει, σύμφωνα με τη σχετική πρόνοια του Νόμου, τυχόν συνήθης διαμονή του ιδιοκτήτη της υπό διαχείριση περιουσίας στο εξωτερικό, είτε πριν είτε μετά την τουρκική εισβολή, δυνατόν να προσμετρήσει θετικά στην απόφαση για άρση της διαχείρισης, εφόσον όμως προηγουμένως ο Κηδεμόνας καταλήξει ότι δεν συντρέχουν παράγοντες για απόρριψη του αιτήματος, ιδιαίτερα εάν ο Τουρκοκύπριος ιδιοκτήτης της περιουσίας ή οι κληρονόμοι ή οι διάδοχοί του στον τίτλο, δεν κατέχουν περιουσία που ανήκει σε Ελληνοκύπριο στις μη ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές.

 

Βάσει όλων των ανωτέρω η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεταιΥπέρ του καθ’ ου η αίτηση και εναντίον των αιτητών επιδικάζονται έξοδα ύψους €1.700.

 

 

Α. ΖΕΡΒΟΥ, Δ.Δ.Δ.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο