ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ  

(Συνεκδ. Υποθέσεις αρ.477/2024                                                   και αρ.479/24(Κ) (i-Justice)

                                                                                  

                              16 Μαΐου 2024

                           [ΚΕΛΕΠΕΣΙΗ, Δ.Δ.Δ.]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ AΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

                                                                (Υπόθεση αρ.477/24)

                           

                                  M. S.

 

                                                                                                Αιτήτρια,

                                    και

                 ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

                 1.Υπουργού Εσωτερικών

 2.Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου  Πληθυσμού και    Μετανάστευσης

Καθ’ ων η αίτηση

               __________________________________

                                           (Υπόθεση. αρ. 479/2024 (Κ)

              

                                   M. S.

 

                                                                                                Αιτήτρια,

                                    και

                  ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

                  1.Υπουργού Εσωτερικών

 2.Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και   Μετανάστευσης

 

Καθ’ ων η αίτηση

              ––––––––––––––––––––––––––––––––

Γ. Βασιλόπουλος για Χρίστος Π. Χριστοδουλίδης, δικηγόρος για την αιτήτρια.

Σ. Καρασαμάνης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση.

                                Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΚΕΛΕΠΕΣΙΗ, Δ.Δ.Δ.:  Με την προσφυγή αρ. 477/24,  ο αιτητής ζητεί τις ακόλουθες θεραπείες:

 

«Α. Δήλωση του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ΄ων η Αίτηση ημερομηνίας 18/11/2022 η οποία κοινοποιήθηκε στον δικηγόρο του Αιτητή με επιστολή ημερομηνίας 27/01/2024 από το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης με την όποια ενημερώθηκε ότι ο Υπουργός Εσωτερικών απέρριψε την ιεραρχική προσφυγή της Αιτήτριας ημερομηνίας 08/06/2022 (Παράρτημα Α) είναι άκυρη, παράνομη, στερημένη οπουδήποτε νομικού αποτελέσματός και έχει ληφθεί χωρίς τη δέουσα έρευνα και καθ΄ υπέρβαση και/ή χωρίς καθόλου Δικαιοδοσία και είναι αποτέλεσμα πλάνης περί γεγονότων και κακής εφαρμογής του νόμου και παραβιάζεται η αρχή της ισότητας.

 

Β. Δήλωση του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ΄ων η Αίτηση ημερομηνίας 18/11/2022 η οποία κοινοποιήθηκε στον δικηγόρο του Αιτητή με επιστολή ημερομηνίας 27/01/2024 από το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης με την όποια ενημερώθηκε ότι ο Υπουργός Εσωτερικών απέρριψε την ιεραρχική προσφυγή της Αιτήτριας ημερομηνίας 08/06/2022 (Παράρτημα Α) είναι άκυρη και εκδόθηκε εις παράβαση του άρθρου 32 (Α) 4 και 5 του Νόμου 7(Ι)/2007 για αλλότριους σκοπούς για εξυπηρέτηση ιδιοτελών σκοπών και σκοπιμοτήτων.»

 

Με την προσφυγή αρ. 479/24,  ο αιτητής επιζητεί τις ακόλουθες θεραπείες:

 

«Α. Δήλωση  ή/και Απόφαση του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερ. 17/3/2024 με την οποία η Αιτήτρια κηρύχθηκε ως απαγορευμένη μετανάστης δυνάμει του Άρθρου 6 (1) (Κ) του Κεφ.10 και εναντίον της εκδόθηκαν διατάγματα κράτησης και απέλασης -ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α, είναι παράνομη  ή/και αντίθετη με το Σύνταγμα ή/και το ΚΕΦ.105 ή/και τον περί του δικαιώματος των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελευθέρα στη Δημοκρατία Νόμος του 2007 (7 (Ι)/2007) ή /και τις Γενικές Αρχές Δικαίου Νόμο 158 (Ι)/1999 ή/και τις Ευρωπαϊκές Οδηγίες ή/και Κανονισμούς ή/και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και είναι άκυρη, παράνομη, αντισυνταγματική και στερείται οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.

 

Β. Δήλωση του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η πράξη των Καθ' ων η αίτηση απέλασης -ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α, εκδίδοντας διάταγμα απέλασης εναντίον της Αιτήτριας ημερομηνίας 17/3/2024 είναι παράνομη, ή/και άκυρη και/ή στερημένη οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος και/ή κατά παράβαση του ΚΕΦ.105 και του περί Προσφυγών Νόμου και/ή ενάντια του άρθρου 11 της αρχής της μη επαναπροώθησης Ν. (131(Ι)/2015) εφόσον παρόλο που οι Καθ’ ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι απορρίφθηκε η ιεραρχική προσφυγή της Αιτήτριας δυνάμει του άρθρου 32Α  του Ν. 7(Ι)/2007 μέχρι σήμερα δεν της κοινοποιήθηκε η απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και δυνάμει του άρθρου 32 (Α) 6 του Ν. 7 (Ι)/2007 η Αιτήτρια έχει δικαίωμα διαμονής στην Κ.Δ.»

 

Προτού υπεισέλθω στην παράθεση των γεγονότων της υπόθεσης, προέχει να επισημανθεί ότι τα όσα επιζητούνται δια της αιτούμενης θεραπείας υπό παράγραφο Α τόσο στην Προσφυγή αρ. 477/24 όσο και στην Προσφυγή αρ. 479/24,  είτε επαναλαμβάνονται μερικώς είτε επιζητούνται ομοίως και δια της αντίστοιχης αιτούμενης θεραπείας υπό παράγραφο (Β) σε εκάστη Προσφυγή με μόνη διαφορά, στο λεκτικό έκαστης θεραπείας, την επίκληση  διαφορετικών λόγων ακυρώσεως που άπτονται της νομιμότητας των ίδιων πάντοτε αποφάσεων που προσβάλλονται με τα αντίστοιχα αιτητικά υπό παράγραφο (Α). Συνεπώς, η αντίστοιχη περιεχομένη στο αιτητικό (Β) θεραπεία και των δυο υπό εκδίκαση Προσφυγών αρ. 477/24 και αρ.479/24 απορρίπτεται.

 

Ως προκύπτει από τα γεγονότα των ενστάσεων που καταχωρήθηκαν στα πλαίσια των δυο Προσφυγών και το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, η αιτήτρια είναι υπήκοος Νεπάλ, η οποία εισήλθε για πρώτη φορά στη Δημοκρατία στις 25.11.2015, με άδεια εισόδου για να εργαστεί ως οικιακή βοηθός. Κατόπιν αιτήσεως, της παραχωρήθηκε άδεια διαμονής για σκοπούς απασχόλησης της ως οικιακής  βοηθού. Η ισχύς της τελευταίας παραχωρηθείσας άδειας προσωρινής διαμονής της αιτήτριας έληγε στις 25.11.2019.

 

Στις 23.12.2019, ήτοι ένα μήνα αργότερα, η αιτήτρια τέλεσε πολιτικό γάμο με ευρωπαίο υπήκοο ρουμάνικης καταγωγής και ακολούθως ήτοι στις 26.8.2020 υπέβαλε αίτηση για έκδοση δελτίου διαμονής ως μέλος οικογένειας πολίτη της Ένωσης.

 

Στις 25.10.2021 ο γάμος της αιτήτριας λύθηκε με απόφαση του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας και με επιστολή ημερομηνίας 23.5.2022 η αιτήτρια ενημερώθηκε ότι η αίτηση της για έκδοση δελτίου διαμονής ως μέλος οικογένειας πολίτη της Ένωσης απορρίφθηκε καθότι δεν πληρούνταν οι πρόνοιες του Νόμου 7(Ι)/2007.

 

Κατά της πιο πάνω απόφασης η αιτήτρια, μέσω επιστολής του δικηγόρου της, υπέβαλε στις 8.6.2022 ιεραρχική προσφυγή στον Υπουργό Εσωτερικών δυνάμει του άρθρου 32Α του Ν. 7(Ι)/2007, η οποία εξετάστηκε και απορρίφθηκε από τον Υπουργό στις 8.11.2022.

 

Στις 9.12.2022 και ένεκα του ότι η αιτήτρια παρέμενε παράνομα στη Δημοκρατία τα στοιχεία της τοποθετηθήκαν στον κατάλογο αναζητούμενων προσώπων με σκοπό τον εντοπισμό της.

 

Ακολούθως στις 17.3.2024, η αιτήτρια εντοπίστηκε από μέλη της αστυνομίας και συνελήφθη για το αυτόφωρο αδίκημα της παράνομης παραμονής στο έδαφος της Δημοκρατίας. Την ίδια ημέρα η  Διευθύντρια του Τμήματος Αλλοδαπών και Μετανάστευσης εξέδωσε διατάγματα κράτησης και απέλασης κατά της αιτήτριας.

 

Στις  19.3.2024 καταχωρήθηκε η Προσφυγή αρ.477/2024, δια της οποίας η αιτήτρια προσβάλλει τη νομιμότητα της απορριπτικής απόφασης του Υπουργού Εσωτερικών επί της ιεραρχικής της προσφυγής, η οποία σύμφωνα με τους ισχυρισμούς στη γραπτή αγόρευση της αιτήτριας, κοινοποιήθηκε για πρώτη φορά στο δικηγόρο της αιτήτριας με επιστολή των καθ’ ων η αίτηση ημερομηνίας  22.1.2024. Παρεμβάλλω ότι η αναγραφή στο αιτητικό της Προσφυγής ότι η συγκεκριμένη επιστολή φέρει ημερομηνία 27.1.2024 αντί 22.1.2024 πρόκειται προφανώς περί τυπογραφικού λάθους, γεγονός που επιβεβαιώνεται και από την ίδια την επιστολή την οποία η ίδια η αιτήτρια επισυνάπτει ως Παράρτημα Α στην Προσφυγή της.

 

Την ίδια ημέρα, ήτοι στις 19.3.2024 καταχωρήθηκε και η Προσφυγή αρ.479/2024 αντικείμενο της οποίας συνιστά η νομιμότητα της απόφασης των καθ’ ων η αίτηση να κηρυχθεί η αιτήτρια ως απαγορευμένος μετανάστης καθώς και κατά της νομιμότητας των εκδοθέντων διαταγμάτων κράτησης και απέλασης.

Σημειώνεται ότι οι υπό εξέταση Προσφυγές συνεκδικάστηκαν δυνάμει διατάγματος του Δικαστηρίου ημερομηνίας 27.3.2024 δεδομένου ότι η απόφαση που προσβάλλεται δια της Προσφυγής αρ. 477/24 αποτελεί το υπόβαθρο έκδοσης της προσβαλλόμενης με την Προσφυγή αρ. 479/24 απόφαση.

 

Έχω εξετάσει με προσοχή τις εκατέρωθεν θέσεις των ευπαίδευτων συνηγόρων σε συνάρτηση με το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου της υπόθεσης. 

 

Προέχει η εξέταση της Προσφυγής αρ. 477/24.


Με τη γραπτή της αγόρευση, η πλευρά της αιτήτριας προέβαλε ισχυρισμούς περί παραβίασης του Ν. 7(Ι)/2007, περί ελλιπούς έρευνας και πλάνης των καθ’ ων η αίτηση καθώς και ότι από πουθενά δεν προκύπτει η εξέταση της υπόθεσης και η λήψη απόφασης από τον Υπουργό Εσωτερικών.

 

Με την ένσταση της, η πλευρά των καθ΄ων η αίτηση ήγειρε προδικαστική ένσταση περί εκπρόθεσμης καταχώρησης της Προσφυγής, ζήτημα το οποίο αναπτύχθηκε στη γραπτή αγόρευση των καθ’ ων η αίτηση υπό τη θέση ότι η καταχώρηση της Προσφυγής, που έλαβε χώρα στις 19.3.2024, διενεργήθηκε μετά την πάροδο των 75 ημερών από την ημερομηνία γνωστοποίησης της επίμαχης απόφασης του Υπουργού. Ειδικότερα ο ευπαίδευτος συνήγορος προέβαλε ότι η προσβαλλόμενη δια της Προσφυγής αρ. 477/24 απορριπτική απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών ημερομηνίας 8.11.2022 κοινοποιήθηκε στο δικηγόρο της αιτήτριας με επιστολή ημερομηνίας 18.11.2022, κοινοποίηση η οποία ως υποβάλει, συνιστά σύμφωνα με τη πάγια νομολογία, κοινοποίηση στον ίδιο το διοικούμενο. Αποτελεί θέση των καθ’ ων η αίτηση ότι η αποστολή της επιστολής ημερομηνίας 18.11.2022 συντελέστηκε ταχυδρομικώς στη διεύθυνση του δικηγόρου της αιτήτριας στις 21.11.2022 και ως προς τούτο παραπέμπει στην ακόλουθη  χειρόγραφη σημείωση που τίθεται επί της ίδιας της επιστολής «21/11/22 Στάληκε». Σε σχέση με τον ισχυρισμό της αιτήτριας ότι η επίδικη απόφαση του Υπουργού κοινοποιήθηκε για πρώτη φορά στο δικηγόρο της με επιστολή ημερομηνίας 22.1.2024, τονίζει ότι στη νέα αυτή επιστολή που αποστάληκε από τους καθ’ ων η αίτηση προς το δικηγόρο της αιτήτριας αναφέρεται ρητά ότι «έχετε ήδη ενημερωθεί στις 18/11/2022 με σχετική μας επιστολή η οποία σας επισυνάπτεται». Διαζευκτικά των ανωτέρω υποβάλλεται από την πλευρά των καθ΄ων η αίτηση ότι η πάροδος ενός και πλέον χρόνου από την υποβολή της ιεραρχικής προσφυγής μέχρι την καταχώρηση της παρούσας Προσφυγής δημιουργεί τεκμήριο πλήρους γνώσης, λόγω της παρόδου του χρόνου και του ενδιαφέροντος που αναμενόταν να επιδείξει η ίδια η αιτήτρια αναφορικά με την νομιμότητα παραμονής της στη Δημοκρατία. 

 

Η αιτήτρια δια της δικής της γραπτής αγόρευσης αντέτεινε ότι δεν τίθεται ζήτημα εκπροθέσμου της Προσφυγής αρ. 477/24 αφού ουδέποτε αποστάληκε η επιστολή ημερομηνίας 18.11.2022 από τους καθ΄ων η αίτηση. Είναι η θέση του συνηγόρου της αιτήτριας ότι δεν έχει δημιουργηθεί τεκμήριο περί παραλαβής της επιστολής ημερομηνίας 18.11.2022. Επί τούτου διατείνεται η πλευρά της αιτήτριας ότι οι καθ’ ων η αίτηση δεν προσκόμισαν μαρτυρία ότι η επιστολή ταχυδρομήθηκε καθώς και ότι «στο διοικητικό φάκελο δεν υπάρχει minute sheet ή άλλη καταγραφή αποστολής της επιστολής ημερομηνίας 18/11/22 με την οποία πληροφορείται η αιτήτρια ότι απορρίφθηκε η Ιεραρχική Προσφυγή ». Καταλήγει δε η αιτήτρια ότι το βάρος απόδειξης ότι η επιστολή ταχυδρομήθηκε βρίσκεται στους ώμους των καθ’ ων η αίτηση.

 

Προέχει ως ζήτημα λογικής προτεραιότητας καθώς και λόγω της φύσης και της σπουδαιότητας που ενέχει, η εξέταση της προδικαστικής ένστασης περί του εκπροθέσμου καθότι άπτεται του παραδεκτού της Προσφυγής αρ. 477/24.

Είναι παγίως νομολογημένο ότι η προθεσμία των 75 ημερών είναι ανατρεπτική. Όπου δε η απόφαση της διοίκησης δεν δημοσιεύεται, όπως είναι η παρούσα περίπτωση, η προθεσμία αρχίζει να προσμετρά από το χρονικό σημείο που ο διοικούμενος έλαβε πλήρη γνώση αυτής (xxx Thevatha v. Κυπριακής Δημοκρατίας, Αναθ. Έφεση Αρ. 250/2012, ημερομηνίας 16.7.2019, ECLI:CY:AD:2019:C316).

 

Έχω διεξέλθει με προσοχή το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου και έχω εντοπίσει την επιστολή ημερομηνίας 18.11.2022 (ερυθρό 167). Σε συμφωνία με την πλευρά των καθ΄ων η αίτηση παρατηρώ ότι η επιστολή αυτή, το περιεχόμενο της οποίας παρέχει πληροφόρηση για την απορριπτική απόφαση του Υπουργού ημερομηνίας 8.6.2022 επί της ιεραρχικής προσφυγής της αιτήτριας, απευθύνεται στο δικηγόρο της αιτήτριας και φέρει την ταχυδρομική θυρίδα αυτού καθώς και σχετική χειρόγραφη σημείωση «21/11/22 Στάληκε».  

 

Παρατηρώ δε ότι ο αριθμός της ταχυδρομικής θυρίδας που αναγράφεται στη συγκεκριμένη επιστολή ως διεύθυνση αποστολής, είναι ο ίδιος με αυτόν που αποτυπώνεται στην προηγηθείσα επιστολή του ίδιου του δικηγόρου της αιτήτριας, δια της οποίας υποβλήθηκε η ιεραρχική προσφυγή της αιτήτριας. Εξάλλου, ουδέν προβλήθηκε ή αμφισβητήθηκε από την αιτήτρια προς αυτή την κατεύθυνση. Επισημαίνω δε ότι η κοινοποίηση της απορριπτικής απόφασης του Υπουργού προς το δικηγόρο της αιτήτριας μέσω του οποίου είχε υποβληθεί η ιεραρχική προσφυγή συνιστά κατά πάγια νομολογία γνωστοποίηση προς την ίδια την αιτήτρια για σκοπούς του άρθρου 146(3) του Συντάγματος (Papasavva v. Republic (1979) 3 C.L.R. 563  Isseyegh ν. Δημοκρατίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 956)THEVATHA και Δημοκρατίας (Αναθεωρητική Έφεση σρ. 250/12, ημερομηνίας 16/7/19).

 

Περαιτέρω όμως διαπιστώνω και σε αντίθεση με τις αιτιάσεις της αιτήτριας περί μη ύπαρξης minute sheet στο διοικητικό φάκελο ότι στο ημερολόγιο ενεργειών του διοικητικού φακέλου περιλαμβάνεται σχετική εγγραφή καταχώρηση «21/11/22 Προς Χ. Χριστοδουλίδη 18/11/22» «167». Εν προκειμένω, η εν λόγω καταγραφή που διενεργείται με αναφορά στο ερυθρό 167, το οποίο αποτελεί την επιστολή ημερομηνίας 18.11.22, υποδηλοί ότι η επιστολή ημερομηνίας 18.11.2022 απεστάλη προς το δικηγόρο της αιτήτριας ήτοι «Προς Χ. Χριστοδουλίδη»  την ημερομηνία που θέτει η καταγραφή ήτοι στις 21.11.2022, ημερομηνία, η οποία ως ήδη επεσήμανα αναγράφεται χειρόγραφα και επί της ίδιας της επιστολής, ως η ημερομηνία κατά την οποία αυτή εστάλη (Eze v. Κυπριακής Δημοκρατίας (Έφεση κατά Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ.36/2016, ημερ.19.5.2022).

 

Στη βάση των ανωτέρω και σε συνδυασμό με την ορθή καταγραφή της ταχυδρομικής θυρίδας του δικηγόρου του αιτητή στην επιστολή ημερομηνίας 18.11.2022 καθώς και του γεγονότος ότι δεν εντοπίζω από το διοικητικό φάκελο η επιστολή αυτή να έχει επιστραφεί στον αποστολέα της, δημιουργείται, συνεπώς, τεκμήριο ότι η επιστολή είχε αποσταλεί στην ταχυδρομική θυρίδα του δικηγόρου της αιτήτριας. Σχετικές επί του θέματος είναι οι υποθέσεις M.S v Δημοκρατίας (Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις αρ. 323/23 κ.α, ημερομηνίας 24/11/23) και S. P. K. T. v Δημοκρατίας (Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις αρ. 23/22 κ.α, ημερομηνίας 25/11/23). 

 

Κατά  πάγια  νομολογία  όταν  μια  επιστολή έχει  ταχυδρομηθεί, αλλά δεν έχει επιστραφεί, δημιουργείται μαχητό τεκμήριο παράδοσης στο πρόσωπο προς το οποίο απευθύνεται (Theodorou v. The Abbot of Kykko Monastery Mr.Chrysostomos and Others (1965)1 C.L.R.9)Latifundia Properties Ltd v. Ψακή κ.ά. (2003) 1 ΑΑΔ 670, Άρθρο 2 του περί Ερμηνείας Νόμου, Κεφ. 1, Θεμιστοκλέους ν. Δημοκρατίας (2007) 3 ΑΑΔ 415, Σάββα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (Αναθ. Έφεση Αρ. 49/2012, ημερομηνίας 7.2.2018, ECLI:CY:AD:2018:C63).

 

Επομένως, σύμφωνα και με τη πάγια νομολογία, η πλευρά της αιτήτριας είχε πλέον το βάρος να ανατρέψει το μαχητό τεκμήριο παραλαβής και εναπόκειτο σ΄αυτήν να αποδείξει και να προσαγάγει την απαιτούμενη μαρτυρία προς τεκμηρίωση του ισχυρισμού της ότι ουδέποτε παρέλαβε την επίμαχη επιστολή ημερομηνίας 18.11.2022, πράγμα που στην προκειμένη περίπτωση απέτυχε να πράξει (Taranjit Singh v Δημοκρατίας (Έφεση κατά απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου αρ.86/22, ημερομηνίας 20/7/22 (Χατζηγεωργίου v Δήμου Πόλεως Χρυσοχούς (Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 33/2015, ημερομηνίας 1/2/22), ECLI:CY:AD:2022:C40 Eze v. Κυπριακής Δημοκρατίας (Έφεση κατά Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ.36/2016, ημερ.19.5.2022) Πατάτας ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 248).

 

Στη βάση των πιο πάνω και χωρίς την προσκόμιση εκ μέρους της πλευράς της αιτήτριας οποιασδήποτε μαρτυρίας που να τεκμηριώνει τη θέση του συνηγόρου της αιτήτριας για μη λήψη της επίμαχης επιστολής καθίσταται εμφανές ότι οι ισχυρισμοί του συνηγόρου της αιτήτριας πως ουδέποτε απεστάληκε από τους καθ΄ων η αίτηση η επιστολή ημερομηνίας 18.11.2022, παρέμειναν αίολοι.

 

Η δε μεταγενέστερη επιστολή του δικηγόρου της αιτήτριας ημερομηνίας 16.11.2023 (ερυθρό 205)  με την όποια ζητούσε όπως  «εφοδιαστεί» «με την  απόφαση του Υπουργού  Εσωτερικών με την οποία απέρριψε την ιεραρχική προσφυγή ημερ. 08/06/2022», η οποία κατά την εκφρασθείσα θέση του δικηγόρου της αιτήτριας ουδέποτε είχε κοινοποιηθεί στην αιτήτρια, ουδόλως αναιρεί τα ανωτέρω. Άλλωστε και ως ορθά υποδείχθηκε από την πλευρά των καθ΄ων η αίτηση, στην επιστολή ημερομηνίας 22.1.2024, η οποία αποστάληκε προς απάντηση της προαναφερόμενης επιστολής του δικηγόρου της αιτήτριας ημερομηνίας 16.11.2023, ρητώς καταγράφεται ότι ο δικηγόρος της αιτήτριας είχε ήδη ενημερωθεί στις 18.11.2022 με σχετική επιστολή, η οποία και επισυνάφθηκε αυτούσια στην εν λόγω απαντητική επιστολή από τους καθ΄ων η αίτηση.

 

Μάλιστα και πέραν των ανωτέρω διαπιστώσεων, οι οποίες απολήγουν καταλυτικές, επισφραγίζοντας το ζήτημα του εκπροθέσμου της Προσφυγής δεν θα μπορούσα να μην επισημάνω, ότι όπως επιμαρτυρούν και τα ερυθρά 203-195 του διοικητικού φακέλου  ήδη από τις 12.4.2023 είχε καταχωρηθεί εκ μέρους της αιτήτριας η Προσφυγή αρ. 605/23, η οποία στρεφόταν κατά της νομιμότητας της απορριπτικής απόφασης του Υπουργού επί της ιεραρχικής της προσφυγής ημερομηνίας 8.6.2022,  η οποία ως καταγράφεται στην αιτούμενη θεραπεία της υπό αναφορά Προσφυγής είχε κοινοποιηθεί προφορικά στο δικηγόρο της αιτήτριας στις 11.4.2023.

 

Δεδομένης της διαπίστωσης περί αποστολής της επιστολής ημερομηνίας 18.11.2022 στις 21.11.2022, έπεται ότι η Προσφυγή αρ. 477/24, η οποία καταχωρήθηκε στις 19.3.2024, είναι εκπρόθεσμη και ως εκ τούτου απορρίπτεται ως απαράδεκτη.

 

Συνέπεια της ανωτέρω κατάληξης περί εκπρόθεσμης καταχώρησης της Προσφυγής αρ. 477/24, η απορριπτική απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, η οποία σηματοδοτούσε την παράνομη παραμονή  της αιτήτριας στη Δημοκρατία και η οποία αποτέλεσε το υπόβαθρο για την κήρυξη της αιτήτριας ως απαγορευμένου μετανάστη και την έκδοση των διαταγμάτων απέλασης και κράτησης, περιβάλλεται με το τεκμήριο νομιμότητας.

 

Επί της βάσης αυτής και στα πλαίσια της Προσφυγής αρ. 479/24, διαπιστώνω ότι η αιτήτρια νομίμως κρίθηκε σύμφωνα και με τα γεγονότα της υπόθεσης και της εκ μέρους της διαπιστωθείσας παραβίασης της παραγράφου (κ) του άρθρου 6 (1)  του Κεφ. 105, απαγορευμένος μετανάστης, κρίση η οποία καθόλα ορθώς αποτέλεσε το έρεισμα για την έκδοση των προσβαλλόμενων διαταγμάτων. Συνεπακόλουθα κρίνω ότι καθόλα ορθά εκδόθηκε και το επίδικο διάταγμα απέλασης αφού κατά τον ουσιώδη χρόνο έκδοσης του, ήτοι στις 17.3.24 η αιτήτρια αναντίλεκτα παρέμενε παράνομα στη Δημοκρατία ως απαγορευμένος μετανάστης, από τις 18.11.22, ημερομηνία κατά την οποία είχε κοινοποιηθεί η απορριπτική απόφαση επί της ιεραρχικής προσφυγής που υπέβαλε κατά της απόφασης του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, ως άλλωστε καταγράφεται ρητώς και στο σώμα της επίδικης απόφασης. Επομένως οι ισχυρισμοί της αιτήτριας, που εγείρονται στα πλαίσια της Προσφυγής αρ. 479/24, περί ελλιπούς έρευνας και μη επαρκούς αιτιολογίας του επίδικου διατάγματος απέλασης απορρίπτονται συλλήβδην ως ανεδαφικοί, αφού ουδεμία αμφιβολία αφήνεται ως προς την ορθότητα και τους λόγους που οδήγησαν στην έκδοση του.

 

Ούτε όμως η θέση της αιτήτριας ότι η παράλειψη των καθ΄ων η αίτηση να ειδοποιήσουν την αιτήτρια για την κήρυξη της ως απαγορευμένου μετανάστη συμφώνως με τον Κανονισμό 19 της Κ.Δ.Π 242/1972 συνιστά παράβαση ουσιώδους τύπου, ευσταθεί. Ως έχει επανειλημμένα νομολογηθεί και ως ορθά υποδεικνύει η πλευρά των καθ΄ων η αίτηση, ο σχετικός Κανονισμός ουδόλως συναρτά την νομιμότητα έκδοσης του διατάγματος κράτησης και απέλασης υπό την προϋπόθεση προηγηθείσας ειδοποίησης περί κήρυξης του αιτητή ως απαγορευμένου μετανάστη (Mensah ν. Δημοκρατίας (Υπόθεση αρ. 5735/2013, ημερομηνίας 31/5/17)  M.S v. Δημοκρατίας (Υπόθεση αρ. 164/2021, ημερομηνίας12/3/21) Islam και Δημοκρατίας (Υπόθεση αρ. 997/13, ημερομηνίας 9/7/13).

 

Ομοίως απορριπτέος κρίνεται και ο γενικόλογος ισχυρισμός της αιτήτριας ότι δεν της παρασχέθηκε το δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης. Αρκεί να επισημάνω ότι η διοίκηση δεν είχε τη νομική υποχρέωση να παρέχει στην αιτήτρια δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης πριν από την έκδοση των επίδικων διαταγμάτων αφού ως είναι νομολογημένο τέτοια  υποχρέωση, δεν εκτείνεται και σε σχέση με διαδικασίες καθαρά διοικητικής φύσεως, όπως εν προκειμένω (Α.Ν v Δημοκρατίας (Αναθεωρητική Έφεση αρ. 89/2015, ημερομηνίας 3/6/22), ECLI:CY:AD:2022:C233, Kedoum v. Κυπριακής Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ. 505) S.C v Δημοκρατίας (Υπόθεση αρ. 2/2023(i-JUSTICE), ημερομηνίας 15/2/23). Εξάλλου όπως ορθά επισημαίνεται από τον ευπαίδευτο συνήγορο των καθ΄ων η αίτηση, η αιτήτρια ουδέν εισηγήθηκε και ουδέν ανέφερε σε σχέση με τους ισχυρισμούς που θα προέβαλε ενώπιον της διοίκησης εάν αυτή πράγματι είχε κληθεί, με αποτέλεσμα ο ισχυρισμός περί παραβίασης του δικαιώματος ακρόασης να απολήγει ούτως ή άλλως αλυσιτελής (PAPOUIS DAIRIES LTD v Δημοκρατίας (Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 79/2018, ημερομηνίας 15/3/24).

 

Περαιτέρω, η πλευρά της αιτήτριας ισχυρίζεται ότι το επίδικο διάταγμα κράτησης στερείται δέουσας έρευνας και είναι προϊόν πλάνης και μη επαρκούς αιτιολογίας καθότι δεν υπήρξε η εξατομικευμένη αξιολόγηση των προσωπικών περιστάσεων της αιτήτριας καθώς και ότι δεν προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου να υποστηρίζεται ο κίνδυνος διαφυγής της αιτήτριας, με αποτέλεσμα το μέτρο της κράτησης να παραβιάζει την αρχή της αναγκαιότητας και αναλογικότητας. Προς τούτο εισηγείται η πλευρά της αιτήτριας ότι δεν στοιχειοθετούνται τα όσα αναγράφονται στο επίδικο διάταγμα κράτησης περί μη ύπαρξης συνήθους διεύθυνσης διαμονής της αιτήτριας.

 

Ουδέν από τα ανωτέρω ευσταθεί. Το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου της υπόθεσης επιβεβαιώνει με τρόπο αναντίλεκτο, ότι οι καθ’ ων η αίτηση προέβηκαν σε πλήρη έρευνα των περιστατικών της υπόθεσης και τα όσα ο αιτητής αναφέρει στη γραπτή του αγόρευση με σκοπό να καταδείξει ότι δεν υφίσταται κίνδυνος διαφυγής, ουδόλως αντικρούουν τα όσα αδιαμφισβήτητα νομίμως καταγράφονται στην ίδια την αιτιολογία του διατάγματος κράτησης, τα οποία επιβεβαιώνονται μάλιστα από τα γεγονότα του διοικητικού φακέλου της υπόθεσης.

 

Εν προκειμένω, όπως ρητά αναγράφεται και επεξηγείται στο ίδιο το διάταγμα κράτησης διαπιστώθηκε στη βάση του άρθρου18ΠΣΤ(1) (α) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου ότι υφίσταται κίνδυνος διαφυγής της αιτήτριας  λόγω της μη ύπαρξης διεύθυνσης συνήθους διαμονής και της απροθυμίας της να επαναπατριστεί χωρίς να υπάρχει περιθώριο εναλλακτικών της κράτησης μέτρων.

 

Ούτε όμως επηρεάζουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο τη νομιμότητα του διατάγματος κράτησης οι αναφορές της αιτήτριας, με παραπομπή σε στοιχεία του φακέλου, ότι στο παρελθόν είχε δηλώσει τη μόνιμη διεύθυνση διαμονής της στις αρχές και συνεπώς δεν ελλόχευε κίνδυνος διαφυγής της. Καταρχάς παρατηρώ ότι στο διοικητικό φάκελο (ερυθρά 33,79,116,150) εντοπίζονται κατά καιρούς να είχαν δηλωθεί πολλές και διαφορετικές διευθύνσεις διαμονής της  αιτήτριας. Άλλωστε και ως προκύπτει από τα ενώπιον μου έγγραφα αλλά ορθώς υποδεικνύει και η πλευρά των καθ’ ων η αίτηση, ήταν η ίδια η αιτήτρια, που κατά το χρόνο σύλληψης της δεν δήλωσε οποιαδήποτε διεύθυνση διαμονής της στους αστυνομικούς της ΥΑΜ. Συναφώς παρατηρώ ότι στην επιστολή της ΥΑΜ Λευκωσίας ημερομηνίας 17.3.24 προς τη Διευθύντρια του Τμήματος Αλλοδαπών και Μετανάστευσης, καταγράφεται ρητώς ότι η αιτήτρια απέφυγε να αναφέρει την ακριβή διεύθυνση διαμονής της καθώς και ότι ανέφερε ότι δεν επιθυμεί τον επαναπατρισμό της. Πέραν των ανωτέρω η θέση της αιτήτριας ότι ουδείς κίνδυνος διαφυγής της υφίσταται, παραβλέπει, πρόσθετα, ότι η κήρυξη ενός προσώπου ως παράνομου εμπεριέχει λογικά, ως έχει νομολογηθεί, τον κίνδυνο διαφυγής ανά πάσα στιγμή (Mensah ν. Δημοκρατίας  (Προσφυγή Αρ. 5735/13, ημερομηνίας 09/8/2013),El Khouri v. Δημοκρατίας (Υπόθεση Αρ.716/2014, ημερομηνίας 24/6/2016)Muhammad v Δημοκρατίας(ΥπόθεσηΑρ.3/2021, ημερομηνίας 24.11.2021), Bibilashvili και Δημοκρατίας (Υπόθεση Αρ. 1954/2022, ημερομηνίας 20/12/22).

 

Έπεται ότι στην προκειμένη περίπτωση, η εξουσία έκδοσης διατάγματος κράτησης για σκοπούς απέλασης, η οποία αποτελεί παρεχόμενη εξουσία του άρθρου 14(1) του Κεφ.105 και η οποία σε συνδυασμό με τις πρόνοιες του άρθρου 18 ΠΣΤ(1) επιτρέπεται ιδίως όταν υπάρχει κίνδυνος διαφυγής, ασκήθηκε εύλογα επιτρεπτά και εντός των επιτρεπτών ορίων εξουσίας της Διευθύντριας. Συνεπώς τα όσα, ορθά, καταγράφονται στο εν λόγω διάταγμα κράτησης περί διαπίστωσης κινδύνου διαφυγής χωρίς περιθώριο εναλλακτικών της κράτησης μέτρων, λόγω της μη ύπαρξης διεύθυνσης συνήθους διαμονής της αιτήτριας και απροθυμίας στον επαναπατρισμό της, όχι μόνο δεν αποτελούν προϊόν έλλειψης δέουσας έρευνας ή πλάνης ή παραβίασης της αρχής της αναλογικότητας και/ή της αναγκαιότητας αλλά τουναντίον υποστηρίζονται πλήρως από τα ενώπιον των καθ’ ων η αίτηση στοιχεία και το μεταναστευτικό ιστορικό της αιτήτριας, καθιστώντας το διάταγμα κράτησης καθόλα νόμιμο και επαρκώς αιτιολογημένο. Συναφώς και υπό τις περιστάσεις της παρούσας περίπτωσης κρίνω ότι και για τους λόγους που ρητώς αναγράφονται στο σώμα του προσβαλλόμενου διατάγματος, η ευχέρεια των καθ΄ων η αίτηση για μη εναλλακτικά της κράτησης μέτρα ασκήθηκε εντός των επιτρεπτών ορίων της (Κ.Α.Α. ν. Δημοκρατίας, (Υπόθεση αρ. 1242/2022 ημερομηνίας  18/8/2022)  GSDAM. ν. Δημοκρατίας (Υπόθεση αρ. 626/2023, ημερομηνίας 9/6/23) M.I.U.H και Δημοκρατίας (Υπόθεση αρ. 1507/23(Κ), ημερομηνίας 25/10/23). Άλλωστε, η αιτήτρια δεν έχει υποδείξει ποια άλλα μέτρα, λιγότερο επαχθή από την κράτηση, θα μπορούσαν, υπό τα δεδομένα της παρούσας περίπτωσης, να έχουν ληφθεί, τα οποία θα ήταν εξίσου ικανά με την κράτηση, για να εκπληρώσουν τον σκοπό της απέλασής της(Singh v. Δημοκρατίας (Υποθ. Αρ. 43/2022, ημερ. 19.5.2022).

 

Ούτε όμως ευσταθεί η έτερη αναφορά της αιτήτριας ότι δεν δόθηκε στην αιτήτρια δικαίωμα για οικειοθελή αναχώρηση από την Δημοκρατία πριν την έκδοση των διαταγμάτων κατά παραβίαση της νομοθετικής πρόνοιας του  άρθρου 18 ΟΘ (1) του Κεφ. 105. Τούτο διότι οι καθ’ ων η αίτηση αποφάσισαν, δυνάμει της διακριτικής ευχέρειας που τους παρέχεται από τις πρόνοιες της παραγράφου (4) του άρθρου 18ΟΘ του Κεφ. 105, να μην χορηγήσουν οποιοδήποτε χρονικό διάστημα οικειοθελούς αναχώρησης στην αιτήτρια εφόσον όπως, νομίμως ήδη κρίθηκε, υπήρχε κίνδυνος διαφυγής της. Σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη:

 

«(4) Εάν υπάρχει κίνδυνος διαφυγής ή εάν αίτηση για νόμιμη παραμονή έχει απορριφθεί ως προδήλως αβάσιμη ή δολία ή εάν το συγκεκριμένο πρόσωπο αποτελεί κίνδυνο για τη δημόσια ασφάλεια, τη δημόσια τάξη ή την ασφάλεια της Δημοκρατίας, ο Ανώτερος Λειτουργός Μετανάστευσης δύναται είτε να μη χορηγεί χρονικό διάστημα οικειοθελούς αναχώρησης είτε να χορηγεί χρονικό διάστημα κάτω των επτά ημερών.»

(η έμφαση προστέθηκε)

 

Άλλωστε, όπως καταγράφεται και στην επιστολή της ΥΑΜ, η αιτήτρια κατά την προφορική της συνέντευξη, δήλωσε αρνητική στην περίπτωση επαναπατρισμού της. Επομένως και σε συνάρτηση με τα όσα έχουν λεχθεί ανωτέρω και στη βάση των γεγονότων της υπόθεσης, η κρίση της διοίκησης να μην παραχωρήσει στην αιτήτρια χρονικό διάστημα για οικειοθελή αναχώρηση, κρίνεται ορθή και εντός των ορίων της διακριτικής της ευχέρειας (G.S.D.A.M και Δημοκρατίας (Υπόθεση αρ. 626/2023(Κ), ημερομηνίας 9/6/23), V.E.A v Δημοκρατίας (Υπόθεση αρ. 583/2023), ημερομηνίας 2/6/23).

 

Καταληκτικά αβάσιμος και ως εκ τούτου απορριπτέος κρίνεται και ο ισχυρισμός της αιτήτριας ότι τα προσβαλλόμενα διατάγματα κοινοποιήθηκαν στην αιτήτρια χωρίς μετάφραση στη μητρική της γλώσσα.

Καταρχάς, ορθώς η πλευρά των καθ’ ων η αίτηση εισηγείται ότι δεδομένου ότι η αιτήτρια έχει εμπρόθεσμα καταχωρήσει την παρούσα προσφυγή, ουδέν δυσμενή επηρεασμό υπέστη και ουδέν δικαίωμα της έχει επηρεαστεί από του να προχωρήσει με ένδικα μέσα εναντίον των προσβαλλόμενων διαταγμάτων. Παρατηρώ δε, ότι τα προσβαλλόμενα διατάγματα έχουν συνταχθεί στην ελληνική  γλώσσα και η επιστολή ημερομηνίας 17.3.2024, το περιεχόμενο της οποίας επεξηγεί τους λόγους κήρυξης της αιτήτριας ως απαγορευμένου μετανάστη και την πληροφορεί για την έκδοση των διαταγμάτων,  έχει συνταχθεί στην αγγλική γλώσσα, την οποία η αιτήτρια εύλογα θεωρείται ότι κατανοεί και/ή δεν εμποδιζόταν εξ αιτίας αυτής να πληροφορηθεί το περιεχόμενο των εν λόγω εγγράφων, εξού και ως υποδείχθηκε ανωτέρω η αιτήτρια υπέβαλε εμπρόθεσμα προσφυγή κατά της νομιμότητας των αποφάσεων της διοίκησης (Singh και Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ,393), (Τ.Τ.Τ v. Δημοκρατίας (Υπόθεση αρ. 1782/22, ημερομηνίας 21/11/22) (G. S. D. A. M. και Δημοκρατίας (Υπόθεση αρ. 626/23, ημερομηνίας 9/6/23) R.H v. Δημοκρατίας (Υπόθεση αρ. 1228/23, ημερομηνίας 13/10/23).

 

Συνεπώς, για τους πιο πάνω λόγους οι Προσφυγές απορρίπτονται με έξοδα €1600 εναντίον της αιτήτριας και υπέρ των καθ’ ων η αίτηση.

                               

                                  Κελεπέσιη, Δ.Δ.Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο