ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ  

      (Υπόθεση αρ. 539/2024)(K)

      20 Μαΐου 2024

[ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

F. I. R.

Αιτήτρια

v.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΊΑΣ, ΜΕΣΩ

ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

                                                                                                      

Καθ’ ων η αίτηση.

……………………………

Άγγελος Ιωάννου, για την αιτήτρια.

Χριστίνα Δημητρίου, Δικηγόρος, για το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.: Η αιτήτρια καταχώρησε στις 29.3.2024 την υπό εκδίκαση προσφυγή, κατά της νομιμότητας των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης ημερομηνίας 7.3.2024, λόγω της κήρυξης της ως απαγορευμένης μετανάστη, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 6(1)(δ) και (κ) του Κεφ. 105, βάσει της ποινικής της καταδίκης και φυλάκισης για περίοδο τεσσάρων μηνών, ως αυτό διαφαίνεται από τα αιτητικά (Α) – (Δ) της αίτησης ακυρώσεως.

 

  Σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τη Δημοκρατία, αλλά και από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, ο οποίος κατατέθηκε στη διαδικασία ως Τεκμήριο 1, η αιτήτρια είναι υπήκοος της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό. Αφίχθηκε στη Δημοκρατία σε άγνωστο χρόνο και στις 16.11.2021, υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, η οποία απορρίφθηκε στις 8.11.2023. Όπως προκύπτει επίσης από τα γεγονότα, η νομιμότητα της πιο πάνω αναφερόμενης απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, δεν αμφισβητήθηκε με προσφυγή, ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας. Ένα μήνα αργότερα, συγκεκριμένα στις 5.12.2023, η αιτήτρια συνελήφθη στο αεροδρόμιο Λάρνακας, για το αδίκημα της πλαστοπροσωπίας. Εναντίον της καταχωρήθηκε ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, η ποινική υπόθεση με αρ. 13995/2023, στα πλαίσια της οποίας, στις 11.12.2023, της επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης τεσσάρων μηνών. 

 

  Στις 7.3.2024 εκδόθηκαν εναντίον της, τα εδώ προσβαλλόμενα διατάγματα κράτησης και απέλασης, ενώ στις 15.3.2024, ως προκύπτει από το Τεκμήριο 2 που κατατέθηκε στη διαδικασία, γνωστοποιήθηκε στην αιτήτρια η απόφαση της Διευθύντριας του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, με την οποία κηρύχθηκε ως απαγορευμένη μετανάστης, λόγω της ποινικής της καταδίκης.

 

  Λόγω του ότι στην υπό εκδίκαση υπόθεση, τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του άρθρου 11Α του Ν. 131(Ι)/2015 ως αυτός έχει τροποποιηθεί, η εκτέλεση του διατάγματος απέλασης αναστάληκε από τη Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, στις 9.4.2024, ενώ η αιτήτρια παρέμεινε υπό κράτηση. Ενόψει του αντικειμένου της προσφυγής, δόθηκαν σύντομα χρονοδιαγράμματα, προς συμπλήρωση της Ένστασης και των γραπτών αγορεύσεων των διαδίκων.

 

  Προωθώντας την προσφυγή της η αιτήτρια, υποστήριξε δια του ευπαιδεύτου συνηγόρου της, πως με την προσβαλλόμενη απόφαση παραβιάζεται η αρχή της απαγόρευσης της επαναπροώθησης, που επιβάλλουν οι διατάξεις της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ, υποβάλλοντας πως η προστασία που παρέχεται εκ των διατάξεων των άρθρων 2 και 3 της ΕΣΔΑ είναι απόλυτη και δεν επιδέχεται οποιουσδήποτε περιορισμούς ή εξαιρέσεις. Υποστήριξε πως οι καθ’ ων η αίτηση δεν έχουν προβεί σε οποιαδήποτε έρευνα ή αξιολόγηση αναφορικά με το κατά πόσον υπάρχει ο κίνδυνος τέτοιας παραβίασης κατά την εκτέλεση του διατάγματος απέλασης, αφού σε περίπτωση που η αιτήτρια επιστρέψει στη χώρα της, θα υποστεί απάνθρωπη και ταπεινωτική μεταχείριση και κινδυνεύει επίσης με παραβίαση του δικαιώματος της στη ζωή.

 

  Προωθούνται επίσης ισχυρισμοί πως η αιτήτρια ουδέποτε ενημερώθηκε πως κηρύχθηκε απαγορευμένη μετανάστης, έτσι ώστε να ελάμβανε τα αναγκαία ένδικα μέσα, κατά παράβαση των διατάξεων του Κανονισμού 19 της Κ.Δ.Π. 242/1972, ενώ παράλληλα, υποστηρίζει πως δεν της δόθηκε προθεσμία για οικειοθελή αναχώρηση. Ισχυρίζεται πως η διοίκηση δεν έλαβε υπόψη της τα προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζει, ούτε και το γεγονός ότι αναζήτησε διεθνή προστασία στη χώρα μας, ενώ ως προς την κράτηση, διατείνεται πως η ίδια διέμενε στην ίδια δηλωθείσα διεύθυνση, επομένως δεν υπήρχε κίνδυνος διαφυγής.

 

  Η ευπαίδευτη συνήγορος της Δημοκρατίας, υποστήριξε πλήρως τη νομιμότητα των προσβαλλόμενων διοικητικών αποφάσεων, υποβάλλοντας πως τα όσα προβάλλονται εκ μέρους της σε σχέση με το αίτημα ασύλου και τον βάσιμο φόβο δίωξης σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής της, έχουν εξεταστεί από την αρμόδια Υπηρεσία Ασύλου, έχουν απορριφθεί στις 8.11.2023 και η εν λόγω απόφαση δεν έχει αμφισβητηθεί από την αιτήτρια με προσφυγή ενώπιον του αρμοδίου Δικαστηρίου. Υποστήριξε δε πλήρως, τη νομιμότητα έκδοσης της προσβαλλόμενων αποφάσεων.

 

  Στη βάση του περιεχομένου του διοικητικού φακέλου που κατατέθηκε στη διαδικασία ως Τεκμήριο 1, θα προχωρήσω σε εξέταση της νομιμότητας των εδώ προσβαλλόμενων διαταγμάτων κράτησης και απέλασης, ημερομηνίας 7.3.2024, τα οποία εκδόθηκαν λόγω της κήρυξης της αιτήτριας ως απαγορευμένης μετανάστη, ενόψει της καταδίκης της σε ποινή φυλάκισης τεσσάρων μηνών.

 

  Όπως έχει αναφερθεί, η αιτήτρια υπέβαλε στις 16.11.2021 αίτηση ασύλου, η οποία έτυχε εξέτασης από την Υπηρεσία Ασύλου και απορρίφθηκε στις 8.11.2023. Αποτελεί παραδεκτό γεγονός πως η νομιμότητα της πιο πάνω διοικητικής αποφάσεως, δεν έχει αμφισβητηθεί με προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας. Συνεπώς, η απόρριψη όλων των θεμάτων ασύλου, από την αρμόδια Υπηρεσία Ασύλου, κατέστη τελεσίδικη.

 

  Παρά ταύτα, παρατηρείται πως στη γραπτή αγόρευση που καταχωρήθηκε για την αιτήτρια, περιέχονται πολλοί γενικοί και αόριστοι ισχυρισμοί, γενικές αρχές για τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα και την προστασία που θα πρέπει να απολαμβάνουν αιτητές διεθνούς προστασίας, επαναφέροντας στην ουσία εκ νέου τα ζητήματα ασύλου, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, το οποίο κατά πρώτον, δεν έχει δικαιοδοσία προς εξέταση ζητημάτων ασύλου, κατά δεύτερον, δεν σχετίζονται με τις προσβαλλόμενες αποφάσεις που έχουν εκδοθεί στη βάση του Κεφ. 105 και κατά τρίτον, αφορούν θέματα που απορρίφθηκαν από την Υπηρεσία Ασύλου, απόφαση που κατέστη πλέον τελεσίδικη, ενόψει της παράλειψης εκ μέρους της αιτήτριας να την αμφισβητήσει.

 

  Όλοι οι ισχυρισμοί που προβάλλονται από την αιτήτρια, δεν αφορούν την παρούσα δικαιοδοσία, αλλά αυτοί έτυχαν εξέτασης και απορρίφθηκαν στις 8.11.2023 από την Υπηρεσία Ασύλου, απόφαση που γνωστοποιήθηκε στην αιτήτρια στις 14.11.2023 και της δόθηκε μάλιστα, μέσω αυτής της γνωστοποίησης, χρονικό διάστημα για οικειοθελή αναχώρηση από τη Δημοκρατία, ενώ ουδέν έπραξε.

 

  Από της απόρριψης της αίτησης ασύλου με την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 8.11.2023, η αιτήτρια δεν προέβη σε οποιοδήποτε διάβημα προκειμένου να διευθετήσει την παραμονή της στη Δημοκρατία. Επομένως, από την 8.11.2023 διέμενε παράνομα στη Δημοκρατία, χωρίς να έχει οποιοδήποτε καθεστώς που να νομιμοποιεί την παραμονή της στο κράτος. Επίσης, παραμένει γεγονός η καταδίκη της για το ποινικό αδίκημα της πλαστοπροσωπίας, για περίοδο τεσσάρων μηνών, γεγονός που νομιμοποιεί τη Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης να κηρύξει την αιτήτρια ως απαγορευμένη μετανάστη, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 6(1)(δ) του Κεφ. 105, διάταξη η οποία αποτελεί και το νομιμοποιητικό έρεισμα της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

  Διαπιστώνω, συνεπώς, πως υπό τα δεδομένα που η διοίκηση είχε ενώπιον της κατά τον ουσιώδη χρόνο, ορθά και νόμιμα, προχώρησε στην έκδοση των προσβαλλόμενων διαταγμάτων κράτησης και απέλασης.

 

  Για τους λόγους που έχουν αναφερθεί, η προσφυγή απορρίπτεται με €1.800 έξοδα εναντίον της αιτήτριας.

 

  Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, δυνάμει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.                 

                       

 

        

 

   

      Γαβριήλ, Δ.Δ.Δ.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο