ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ  

      (Υπόθεση αρ. 581/2024)(K)

21 Μαΐου 2024

[ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

S. K. P.

Αιτητής

v.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΊΑΣ, ΜΕΣΩ

ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

                                                                                                      

Καθ’ ων η αίτηση.

……………………………

Ανδρέας Δ. Δημητρίου, για τον αιτητή.

Μαρίνα Φιλίππου, Δικηγόρος, για το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.: Ο αιτητής καταχώρησε στις 10.4.2024 την υπό εκδίκαση προσφυγή, κατά της νομιμότητας των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης ημερομηνίας 23.3.2024, λόγω της κήρυξης του ως απαγορευμένου μετανάστη, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 6(1)(κ) του Κεφ. 105, λόγω της παράνομης παραμονής του στη Δημοκρατία, από τις 8.11.2023, ημερομηνία που η προσφυγή του κατά της απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, σε σχέση με την αρχική αίτηση ασύλου, απορρίφθηκε από το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας.

 

  Σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τη Δημοκρατία, αλλά και από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, ο οποίος κατατέθηκε στη διαδικασία ως Τεκμήριο 1, ο αιτητής κατάγεται από το Νεπάλ. Αφίχθηκε στη Δημοκρατία στις 26.9.2019 με άδεια φοιτητή, η οποία είχε ισχύ μέχρι την 26.9.2020. Ακολούθως, το Κολέγιο στο οποίο φοιτούσε, ενημέρωσε το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, πως ο αιτητής δεν ανανέωσε την εγγραφή του για το επόμενο εξάμηνο φοίτησης και ως εκ τούτου, αυτός διαγράφηκε από το μητρώο του Κολλεγίου.

 

  Στις 9.11.2021 υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας. Η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε την εν λόγω αίτηση στις 11.8.2023 και παραχωρήθηκε στον αιτητή προθεσμία για οικειοθελή αναχώρηση από τη Δημοκρατία. Ο αιτητής δεν αναχώρησε, ούτε προέβη σε διευθέτηση της παραμονής του. Κατά της απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, υπέβαλε προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, η οποία στις 8.11.2023, είχε απορριπτική κατάληξη. Στις 8.12.2023 ο αιτητής υπέβαλε μεταγενέστερη αίτηση ασύλου, η οποία εξετάστηκε από την Υπηρεσία Ασύλου και απορρίφθηκε την ίδια μέρα. Κατά της απορριπτικής αποφάσεως, ο αιτητής άσκησε προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, η εκδίκαση της οποίας εκκρεμεί.

 

  Στις 22.3.2024 ο αιτητής συνελήφθη για το αδίκημα της παράνομης παραμονής στη Δημοκρατία και στις 23.3.2024 εκδόθηκαν εναντίον του τα προσβαλλόμενα διατάγματα κράτησης και απέλασης, ίδιας ημερομηνίας, αφού κηρύχθηκε ως απαγορευμένος μετανάστης, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 6(1)(δ) του Κεφ. 105, αφού διέμενε παράνομα στη Δημοκρατία από 8.11.2023, ημερομηνία που η προσφυγή του κατά της απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, σε σχέση με την πρώτη αίτηση ασύλου, απορρίφθηκε.

 

  Λόγω του ότι στην υπό εκδίκαση υπόθεση, τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του άρθρου 11Α του Ν. 131(Ι)/2015 ως αυτός έχει τροποποιηθεί, η εκτέλεση του διατάγματος απέλασης αναστάληκε από τη Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, στις 18.4.2024, ενώ ο αιτητής παρέμεινε υπό κράτηση. Ενόψει του αντικειμένου της προσφυγής, δόθηκαν σύντομα χρονοδιαγράμματα, προς συμπλήρωση της Ένστασης και των γραπτών αγορεύσεων των διαδίκων.

 

  Προωθώντας την προσφυγή του αιτητής, υποστήριξε δια του ευπαιδεύτου συνηγόρου του, πως με την προσβαλλόμενη απόφαση παραβιάζεται η αρχή της απαγόρευσης της επαναπροώθησης, που επιβάλλουν οι διατάξεις της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ, υποβάλλοντας πως η προστασία που παρέχεται εκ των διατάξεων των άρθρων 2 και 3 της ΕΣΔΑ είναι απόλυτη και δεν επιδέχεται οποιουσδήποτε περιορισμούς ή εξαιρέσεις. Υποστήριξε πως οι καθ’ ων η αίτηση δεν έχουν προβεί σε οποιαδήποτε έρευνα ή αξιολόγηση αναφορικά με το κατά πόσον υπάρχει ο κίνδυνος τέτοιας παραβίασης κατά την εκτέλεση του διατάγματος απέλασης, αφού σε περίπτωση που ο αιτητής επιστρέψει στη χώρα του, θα υποστεί απάνθρωπη και ταπεινωτική μεταχείριση και κινδυνεύει επίσης με παραβίαση του δικαιώματος του στη ζωή.

 

  Προωθούνται επίσης ισχυρισμοί πως ο αιτητής ουδέποτε ενημερώθηκε πως κηρύχθηκε απαγορευμένος μετανάστης, έτσι ώστε να ελάμβανε τα αναγκαία ένδικα μέσα, κατά παράβαση των διατάξεων του Κανονισμού 19 της Κ.Δ.Π. 242/1972, ενώ παράλληλα, υποστηρίζει πως δεν του δόθηκε προθεσμία για οικειοθελή αναχώρηση. Ισχυρίζεται πως έχει παραβιαστεί το δικαίωμα την ιδιωτική και οικογενειακή ζωή, αφού έχει σκοπό να συνάψει σύμφωνο συμβίωσης με τον Κύπριο σύντροφό του και βρισκόταν στη διαδικασία να διευθετήσει την έκδοση πιστοποιητικού ελευθερίας, ενώ ως προς την κράτηση, διατείνεται πως δεν υπήρχε κίνδυνος διαφυγής του, αφού διέμενε στη δηλωθείσα διεύθυνση, ενώ δεν εξετάστηκε κανένα εναλλακτικό της κράτησης μέτρο. Υποστηρίζεται πως δεν παρέχει καμία αιτιολογία κατά την έκδοση των προσβαλλόμενων διοικητικών αποφάσεων.

 

  Η ευπαίδευτη συνήγορος της Δημοκρατίας, υποστήριξε τη νομιμότητα των προσβαλλόμενων διοικητικών αποφάσεων, υποβάλλοντας πως ο αιτητής διέμενε παράνομα στο έδαφος της Δημοκρατίας από τις 8.11.2023, όταν απορρίφθηκε η προσφυγή που άσκησε ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, κατά της απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου και πως ορθά θεωρήθηκε ως απαγορευμένος μετανάστης. Υποστηρίζει, επιπρόσθετα, πως το παρόν Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία να εξετάσει ισχυρισμούς που άπτονται στη σφαίρα εφαρμογής του περί Προσφύγων Νόμου.

  Έχει κατατεθεί κατά την ακροαματική διαδικασία, ο σχετικός διοικητικός φάκελος του αιτητή, ο οποίος σημειώθηκε ως Τεκμήριο 1.  Εν πρώτοις, αναφέρεται πως η έκδοση των εναντίον του αιτητή προσβαλλόμενων διοικητικών αποφάσεων, αποτέλεσε συνέπεια της παράνομης παραμονής του στη Δημοκρατία, χωρίς να έχει διευθετήσει με οποιονδήποτε τρόπο την παραμονή του, προκειμένου αυτή να είναι νόμιμη. Σε συμφωνία με τις εισηγήσεις της ευπαιδεύτου συνηγόρου της Δημοκρατίας, η παραμονή του αιτητή στη Δημοκρατία, έπαυσε να είναι νόμιμη, μετά την απορριπτική απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, με την οποία επικυρώθηκε η απόρριψη της αρχικής αίτησης ασύλου από την Υπηρεσία Ασύλου, ήτοι από τις 8.11.2023.

 

  Παρά ταύτα, παρατηρείται πως στη γραπτή αγόρευση που καταχωρήθηκε για τον αιτητή, περιέχονται πολλοί γενικοί και αόριστοι ισχυρισμοί, γενικές αρχές για τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα και την προστασία που θα πρέπει να απολαμβάνουν αιτητές διεθνούς προστασίας, επαναφέροντας στην ουσία εκ νέου τα ζητήματα ασύλου, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, το οποίο κατά πρώτον, δεν έχει δικαιοδοσία προς εξέταση ζητημάτων ασύλου, όπως πολύ ορθά ισχυρίστηκε η Δημοκρατία, κατά δεύτερον, δεν σχετίζονται με τις προσβαλλόμενες αποφάσεις που έχουν εκδοθεί βάσει του Κεφ. 105 και κατά τρίτον, αφορούν θέματα που απορρίφθηκαν από την Υπηρεσία Ασύλου, απόφαση που επικυρώθηκε από το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας, με την απορριπτική απόφαση ημερομηνίας 8.11.2023.

 

  Όλοι οι ισχυρισμοί που προβάλλονται από τον αιτητή, δεν αφορούν την παρούσα δικαιοδοσία, αλλά αυτοί έτυχαν εξέτασης και απορρίφθηκαν στις 11.8.2023 από την Υπηρεσία Ασύλου, απόφαση στην οποία δόθηκε προς τον αιτητή, παράλληλα, και χρονικό διάστημα για οικειοθελή αναχώρηση από τη Δημοκρατία, ενώ ουδέν έπραξε.

 

  Καίτοι αμφισβήτησε την απορριπτική απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, εντούτοις, μετά την έκδοση της απορριπτικής απόφασης επί της προσφυγής που άσκησε, δεν υπέβαλε οποιαδήποτε αίτηση για να του παραχωρηθεί άδεια προσωρινής παραμονής στη Δημοκρατία. Οποιαδήποτε άλλα περαιτέρω διαβήματα εκ μέρους του, σε σχέση με τον περί Προσφύγων Νόμο, ήτοι η υποβολή μεταγενέστερης αίτησης ασύλου, ουδόλως επαναφέρουν καθεστώς αιτητή ασύλου και ως εκ τούτου, όφειλε ο αιτητής να εξασφαλίσει νόμιμη παραμονή στη Δημοκρατία, ενώ δεν το έπραξε (E.Δ.Δ. 8/2022 Madber ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 17.11.2022).

 

  Ο αιτητής αναφέρθηκε στην επιθυμία του να συνάψει σύμφωνο συμβίωσης με τον Κύπριο σύντροφό του και πως βρισκόταν στη διαδικασία προς έκδοση πιστοποιητικού ελευθερίας. Από τον διοικητικό όμως φάκελο, προκύπτει πως το αίτημά του για έκδοση πιστοποιητικού ελευθερίας, απορρίφθηκε στις 4.12.2023 (σελίδωση 129 Τεκμηρίου 1), λόγω ακριβώς του γεγονότος ότι δεν διέθετε άδεια παραμονής σε ισχύ.

 

  Επομένως, από την 8.11.2023 διέμενε παράνομα στη Δημοκρατία, χωρίς να έχει οποιοδήποτε καθεστώς που να νομιμοποιεί την παραμονή του στο κράτος, γεγονός που νομιμοποιεί τη Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης ν’ ασκήσει τη διακριτική της ευχέρεια προς κήρυξη του αιτητή ως απαγορευμένου μετανάστη, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 6(1)(κ) του Κεφ. 105, διάταξη η οποία αποτελεί και το νομιμοποιητικό έρεισμα της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

  Διαπιστώνω, συνεπώς, πως υπό τα δεδομένα που η διοίκηση είχε ενώπιον της κατά τον ουσιώδη χρόνο, ορθά και νόμιμα, προχώρησε στην έκδοση των προσβαλλόμενων διαταγμάτων κράτησης και απέλασης.

 

  Για τους λόγους που έχουν αναφερθεί, η προσφυγή απορρίπτεται με €1.800 έξοδα εναντίον του αιτητή. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, δυνάμει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.                     

                       

   

      Γαβριήλ, Δ.Δ.Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο