ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ  

   (Υπόθεση αρ. 1012/2020)

18 Ιουνίου 2024

[ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ AΡΘΡΑ 146, 28 ΚΑΙ 15 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

M. U. H.

Αιτητής

v.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

Καθ’ ων η αίτηση.

……………………………

Κασσάνδρα Κουπαρή, για τον αιτητή.

Αφροδίτη Αναστασιάδη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση.

 

   Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.: Με την υπό κρίση προσφυγή, η οποία καταχωρήθηκε στις 27.10.2020, ο αιτητής ζητά ακύρωση της απόφασης των καθ’ ων η αίτηση ημερομηνίας 17.12.2019, με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση που υπέβαλε για απόκτηση της κυπριακής υπηκοότητας με πολιτογράφηση.

 

  Ο αιτητής κατάγεται από το Μπαγκλαντές. Αφίχθηκε στη Δημοκρατία στις 10.4.2010, για εργασία ως εργάτης. Έκτοτε, η άδεια προσωρινής παραμονής του στη Δημοκρατία, ετύγχανε ανανέωσης, σε διάφορα χρονικά διαστήματα, με κάποια κενά χρονικά διαστήματα στο ενδιάμεσο, κατά τα οποία δεν υπήρχε σε ισχύ άδεια παραμονής κι επομένως, παρέμενε στη Δημοκρατία παράνομα.

 

  Στις 24.4.2017, υπέβαλε αίτηση για απόκτηση της κυπριακής υπηκοότητας με πολιτογράφηση. Αφού προηγήθηκε έλεγχος των στοιχείων του από την Αστυνομία, χωρίς να εντοπιστεί οτιδήποτε σε σχέση με το πρόσωπό του, διαπιστώθηκε πως ο αιτητής δεν συμπλήρωνε τον απαιτούμενο, εκ της σχετικής νομοθεσίας, χρόνο νόμιμης παραμονής στη Δημοκρατία. Με επιστολή ημερομηνίας 2.8.2019, η υποβληθείσα αίτηση απορρίφθηκε. Όπως του γνωστοποιήθηκε στην προαναφερόμενη διοικητική απόφαση, δεν πληρούσε τα τυπικά προσόντα που προνοούνται στις παραγράφους 1(α) και (β) του Τρίτου Πίνακα του άρθρου 111 του Ν. 141(Ι)/2002 ως αυτός έτυχε τροποποίησης, λόγω του ότι κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησής του, είχε συμπληρώσει μόνον 5 χρόνια νόμιμης παραμονής, ενώ τον τελευταίο χρόνο πριν την υποβολή της αίτησης, απουσίαζε από τη Δημοκρατία για περίοδο 41 ημερών.

 

  Κατά της νομιμότητας της πιο πάνω απόφασης, ο αιτητής άσκησε την προσφυγή με αρ. 1289/19, η οποία όμως αποσύρθηκε στις 23.10.2020, καθότι είχε διαπιστωθεί πως η εν λόγω απόφαση, ημερομηνίας 2.8.2019, απεστάλη προς τον αιτητή από τους καθ’ ων η αίτηση, εκ παραδρομής. Με νεότερη επιστολή ημερομηνίας 17.12.2019, οι καθ’ ων η αίτηση γνωστοποίησαν τον ορθό λόγο απόρριψης της αιτήσεως ημερομηνίας 24.4.2017, η οποία έχει ως εξής:-

«[…] δεν κατέστη δυνατό να εγκριθεί καθότι δεν πληροίτε τα τυπικά προσόντα για πολιτογράφηση όπως καθορίζονται από την παράγραφο 1(α) και 1(β) του Τρίτου Πίνακα του άρθρου 111 του περί Αρχείου Πληθυσμού Νόμου Ν. 141(Ι)/2002. Συγκεκριμένα, επειδή κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησής σας, για πολιτογράφηση είχατε συμπληρώσει μόνο 5 χρόνια νόμιμης παραμονής στη Δημοκρατία. Τον τελευταίο χρόνο πριν την υποβολή της αίτησής σας παραμένατε παράνομα στην Κύπρο 41 μέρες».

 

  Η νομιμότητα της πιο πάνω διοικητικής απόφασης, προσβάλλεται δια της παρούσας προσφυγής.

 

  Στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τη Δημοκρατία, προβάλλεται ζήτημα εκπρόθεσμης καταχώρησης της υπό κρίση προσφυγής. Η συνήγορος του αιτητή υποστηρίζει περί τούτου, πως η ημερομηνία γνωστοποίησης της εδώ προσβαλλόμενης διοικητικής απόφασης, ημερομηνίας 17.12.2019, ήταν η 23.10.2020, ημερομηνία που απέσυρε και την προσφυγή με αρ. 1289/19 και πως ουδέποτε προηγουμένως είχε γνωστοποιηθεί στον αιτητή η εν λόγω απόφαση, παραπέμποντας στο σχετικό πρακτικό του Δικαστηρίου.

 

  Προς ακύρωση, προβάλλεται η θέση πως ο αιτητής ουδέποτε ταξίδεψε στο εξωτερικό από την ημερομηνία που ευρίσκεται στη Δημοκρατία, γεγονός που υποδεικνύει, κατά τις εισηγήσεις, πλάνη της διοίκησης ως προς τα γεγονότα, εργοδοτείτο από τον ίδιο εργοδότη κατά τα τελευταία 7,5 χρόνια, ενώ κάποια μικρά χρονικά διαστήματα που αναφέρουν οι καθ’ ων η αίτηση πως δεν υπήρχε σε ισχύ άδεια παραμονής, οφείλονται σε καθυστέρηση και κωλυσιεργία της διοίκησης προς εξέταση της αίτησης που υπέβαλλε ο εργοδότης του, προτού λήξει η προηγούμενη άδεια παραμονής του. Υποβάλλεται, σε πολύ γενικές γραμμές, πως η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει από ανεπάρκεια έρευνας, από κακοπιστία της διοίκησης και μη επαρκή αιτιολόγηση.

 

  Από την πλευρά της, η Δημοκρατία, δια της ευπαιδεύτου συνηγόρου της, κατέθεσε τους σχετικούς διοικητικούς φακέλους, υποστηρίζοντας πλήρως τη νομιμότητα της εδώ προσβαλλόμενης διοικητικής απόφασης. Πρόταξε ζήτημα εκπρόθεσμης καταχώρησης της υπό κρίση προσφυγής, υποβάλλοντας πως η επιστολή ημερομηνίας 17.12.2019 αποστάλθηκε προς τον αιτητή την ίδια μέρα, ενώ η προσφυγή καταχωρήθηκε στις 27.10.2020. Επί της ουσίας, υπέδειξε ότι η θέση της διοίκησης, πως κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ 24.4.2016 – 24.4.2017 ο αιτητής δεν είχε νόμιμη παραμονή για 41 μέρες, υπήρξε ορθή και νόμιμη, στη βάση των εγγράφων του φακέλου του.  

 

  Οι διατάξεις που αφορούν τη δυνατότητα απόκτησης της ιδιότητας του πολίτη της Δημοκρατίας από οποιοδήποτε αλλοδαπό πρόσωπο, καθορίζονται στις πρόνοιες του άρθρου 111 του περί Αρχείου Πληθυσμού Νόμου του 2002, Ν. 141(Ι)/2002, ως αυτός ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο έκδοσης της προσβαλλόμενης απόφασης, σε συνδυασμό με τον Τρίτο Πίνακα του Νόμου.

 

  Στον Τρίτο Πίνακα, αναφέρονται τα προσόντα για πολιτογράφηση, ως εξής:-

«ΠΡΟΣΟΝΤΑ ΓΙΑ ΠΟΛΙΤΟΓΡΑΦΗΣΗ

1. Με την τήρηση των διατάξεων της αμέσως προηγούμενης παραγράφου, τα προσόντα για πολιτογράφηση αλλοδαπού που αιτείται τέτοια πολιτογράφηση, είναι τα ακόλουθα:

(α) Διαμονή στη Δημοκρατία για όλο το χρονικό διάστημα των αμέσως προηγούμενων 12 μηνών από την ημερομηνία της αίτησης, και (β) […]»

 

  Στην πολύ προσφάτως εκδοθείσα απόφαση του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου στην Ε.Δ.Δ. 141/2018 Inad M. Al. Hamdan ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 6.3.2024, με αναφορά στην Mohamad ν. Δημοκρατίας (2010) 3 Α.Α.Δ. 18, επαναλήφθηκε πως η πολιτογράφηση είναι μία εξουσία που ανάγεται στην κυρίαρχη φύση του κράτους, το οποίο και μπορεί να παραχωρήσει υπηκοότητα σε πρόσωπα που επιθυμεί, με μόνο περιορισμό την ανάγκη επίδειξης καλής πίστης. Επαναλήφθηκε η επίσης σταθερή προσέγγιση της νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, με παραπομπή στις Alyatim ν. Δημοκρατίας (2016) 3 Α.Α.Δ. 496, Amer ν. Δημοκρατίας (2011) 3(Α) Α.Α.Δ. 66, Ήρωα ν. Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ. 307, Ananda Marga Ltd v. Republic (1985) 3(D) C.L.R. 2583, πως ακριβώς, δεν αναγνωρίζεται απόλυτο δικαίωμα πολιτογράφησης στην Κυπριακή Δημοκρατία, παρά μόνον προσδοκία πως το υποβληθέν αίτημα θα αξιολογηθεί δεόντως και θα τύχει ανάλογης, καλόπιστης κι εξατομικευμένης κρίσης, κατ’ ενάσκηση, πάντα, της παρεχόμενης προς τη Διοίκηση ευρείας διακριτικής ευχέρειας.

 

  Καθορίστηκε, επίσης, εκ της νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, πως η πλήρωση και μόνον των προϋποθέσεων που ορίζονται στις διατάξεις του άρθρου 111, σε συνάρτηση με τον Τρίτο Πίνακα του Νόμου, αναφορικά με το διάστημα παραμονής του εκάστοτε αιτητή στη Δημοκρατία, με τον καλό του χαρακτήρα και την πρόθεσή του, σε περίπτωση χορήγησης σε αυτόν πιστοποιητικού πολιτογράφησης, να διαμένει στη Δημοκρατία, δεν παρέχουν αφ’ εαυτών δικαίωμα στον αλλοδαπό για πολιτογράφηση.

 

  Όπως προαναφέρθηκε, η επίδικη αίτηση υπεβλήθη στις 24.4.2017. Στον αιτητή, γνωστοποιήθηκε η απορριπτική απόφαση ημερομηνίας 2.8.2019, στην οποία καταγράφεται, ως λόγος απόρριψης, η απόρριψη της αιτήσεως, λόγω απουσίας του αιτητή στο εξωτερικό για 41 μέρες κατά τον τελευταίο χρόνο. Η εν λόγω διοικητική πράξη αντικαταστάθηκε με την έκδοση νέας διοικητικής απόφασης ημερομηνίας 17.12.2019, για την οποία ο αιτητής ισχυρίζεται πως έλαβε γνώση στις 23.10.2020, εξού κι η καταχώρηση της προσφυγής του, στις 27.10.2020.

 

  Υπενθυμίζεται η πάγια νομολογία, πως η προθεσμία που τάσσεται εκ του Άρθρου 146.3 του Συντάγματος είναι ανατρεπτική κι ως εκ τούτου, μη καταχώρηση της αιτήσεως ακυρώσεως εντός της προθεσμίας των 75 ημερών, οδηγεί σε απόρριψη λόγω απαραδέκτου (Καραγιώργη κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 137).

 

  Στις περιπτώσεις που δεν επιβάλλεται η δημοσίευση μίας διοικητικής πράξης, η προθεσμία αρχίζει να μετρά από το χρονικό σημείο που ο αιτητής έλαβε πλήρη γνώση αυτής, κατά τρόπο που επιτρέπει στον ίδιο να διαγνώσει με βεβαιότητα την ακρίβεια της υλικής ή ηθικής ζημίας που του προκαλείται (Φιλίππου ν. Α.Η.Κ. (2006) 3 Α.Α.Δ. 729).

 

  Βάσει του άρθρου 2 του περί Ερμηνείας Νόμου, αλλά και στη βάση της διαμορφωθείσας νομολογίας, δημιουργήθηκε ένα τεκμήριο αποστολής, αλλά και παραλαβής επιστολών που αποστέλλονται με σύνηθες ταχυδρομείο, χωρίς την αναγκαιότητα αποστολής τους, ως συστημένων.

 

 Δημιουργείται, έτσι, μαχητό τεκμήριο παράδοσης μίας επιστολής, εντός ευλόγου χρόνου, ήτοι εντός κάποιων ημερών, προς το πρόσωπο στο οποίο απευθύνεται, εάν η επιστολή ταχυδρομήθηκε στην ορθή διεύθυνση και δεν έχει επιστραφεί (Theodorou v. The Abbot of Kykko Monastery Mr. Chrysostomos and Others (1965) 1 C.L.R. 9).

 

 Αυτό το τεκμήριο ανατρέπεται και μετατίθεται στους ώμους του αιτητή το βάρος να αποδείξει, τεκμηριωμένα όμως, ότι παρέλαβε καθυστερημένα ή και καθόλου την επιστολή, έξω δηλαδή από την προθεσμία των 2 – 3 ημερών από την αποστολή της (HadjiGavriel v. Republic (1986) 3(A) C.L.R. 52, Πατάτας ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 248, Α.Ε. 49/12 Σάββα ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 7.2.2018).

 

  Στο Τεκμήριο 3 που προσκομίστηκε στο Δικαστήριο, εντοπίζω στη σελίδωση 50, επιστολή ημερομηνίας 17.12.2019, η οποία απεστάλη στην διεύθυνση […], που δεν αμφισβητήθηκε από τον αιτητή πως αυτή υπήρξε, κατά τον ουσιώδη χρόνο, η ορθή διεύθυνση διαμονής του. Στην εν λόγω επιστολή ημερομηνίας 17.12.2019, αναφέρονται, προς τον αιτητή, τα εξής:-

 

«Σε συνέχεια της επιστολής μας ημερ. 02/08/2019 έχω οδηγίες να σας ενημερώσω όπως αγνοήσετε το περιεχόμενο της καθότι εκ παραδρομής δεν αναφέρθηκε ο ορθός λόγος απόρριψης της αίτησης σας.

2. Ως εκ τούτου σας επισυνάπτεται νέα επιστολή με το ορθό περιεχόμενο».

 

 

  Ανατρέχοντας δε, στο περιεχόμενο του minute sheet του Τεκμηρίου 3, προκύπτει πως η προαναφερόμενη επιστολή ημερομηνίας 17.12.2019, απεστάλη ταχυδρομικώς προς τον αιτητή στις 17.1.2020. Λαμβανομένου υπόψη πως αυτή απεστάλη στην ορθή διεύθυνση (κι αυτό δεν αμφισβητήθηκε) και δεν επιστράφηκε, κρίνεται πως έχει δημιουργηθεί μαχητό τεκμήριο αποστολής / λήψης της επιστολής ημερομηνίας 17.12.2019. Οι καθ’ ων η αίτηση έχουν εξαντλήσει την υποχρέωση αποστολής της προσβαλλόμενης απόφασης, μετά από λίγες μέρες, που η επιστολή εντάχθηκε πλέον στη σφαίρα του αιτητή, ο οποίος δεν έχει ανατρέψει το τεκμήριο παραλαβής της επιστολής λίγες μέρες μετά την 17.1.2020, που αυτή του γνωστοποιήθηκε.

 

  Είναι γι΄αυτούς τους λόγους που κρίνεται πως η υπό εκδίκαση προσφυγή, καταχωρηθείσα την 27.10.2020, είναι εκπρόθεσμη κι έκθετη σε απόρριψη, ως απαράδεκτη.

 

  Παρά την πιο πάνω κατάληξη, προχωρώ να εξετάσω τους προβαλλόμενους λόγους ακύρωσης της απόφασης με την οποία η υποβληθείσα αίτηση έτυχε απόρριψης.

 

  Στην παρούσα περίπτωση, η αίτηση που υπέβαλε ο αιτητής απορρίφθηκε λόγω μη πλήρωσης της παραγράφου 1(α) του Τρίτου Πίνακα του Νόμου, αφού προέκυπτε από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, πως για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα διέμενε στη Δημοκρατία παράνομα.

 

  Συγκεκριμένα, η διοίκηση, λαμβάνοντας υπόψη πως η αίτηση υπεβλήθη στις 24.4.2017, εξέτασε την παραμονή του αιτητή για το χρονικό διάστημα μεταξύ 24.4.2016 – 24.4.2017 και κατέληξε πως δεν υπήρχε νόμιμη παραμονή στη Δημοκρατία για περίοδο 41 ημερών, εντός αυτής της χρονικής περιόδου.

 

  Αυτό που προκύπτει από το διοικητικό φάκελο, είναι πως ο αιτητής είχε νόμιμη άδεια παραμονής στη Δημοκρατία, ανά τακτά χρονικά διαστήματα, αλλά που δεν είχαν συνέχεια και διαδοχικότητα. Όχι όμως λόγω καθυστέρησης της διοίκησης να εξετάσει αίτηση για ανανέωση άδειας παραμονής που υπεβλήθη προ της λήξεως ήδη υφιστάμενης άδειας, αλλά λόγω καθυστέρησης στην υποβολή τέτοιων αιτήσεων, αφού αυτές υποβάλλονταν μετά που έληγε η άδεια προσωρινής παραμονής που κατείχε, με αποτέλεσμα να παραμένουν συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα ακάλυπτα, με παράνομη παραμονή. Δίδεται ως ένα παράδειγμα η υποβολή αίτησης για ανανέωση προσωρινής άδειας παραμονής ημερομηνίας 4.12.2015, ενώ η προηγούμενη άδεια που κατείχε ο αιτητής, είχε ήδη λήξει στις 13.10.2015.

 

  Όπως αναφέρθηκε στην Δημοκρατία ν. Sikharulidze (2016) 3 Α.Α.Δ. 598:-

«Εν προκειμένω, η άδεια παραμονής της εφεσίβλητης σε κάποιες περιπτώσεις είχε λήξει πριν από την υποβολή αίτησης εκ μέρους της για παράταση. Δεν θεωρούμε ότι η παραχώρηση άδειας παραμονής στη βάση της εκπρόθεσμης αίτησης για παράταση εξάλειψε τον παράνομο χαρακτήρα της παραμονής της εφεσίβλητης που δεν καλυπτόταν από άδεια, μετατρέποντας την μάλιστα, εκ των υστέρων από παράνομη σε νόμιμη. (Δέστε Δημοκρατία ν. Nimal Jayaweera, A.E. αρ.37/2010, ημερομηνίας 10.7.2014). Ούτε η μη λήψη μέτρων εκ μέρους της Διοίκησης, σε σχέση με την παράνομη παραμονή, ενδύει με το μανδύα της νομιμότητας την χωρίς άδεια παραμονή της εφεσίβλητης. Το να μην ασκήσει η Διοίκηση τις εξουσίες που της παρέχονται από το Νόμο δεν συνεπάγεται αποδοχή της παράνομης παραμονής.»

 

  Η απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Sikharulidze (ανωτέρω), με αναφορά και στην παλαιότερη απόφαση της Ολομέλειας στην Δημοκρατία ν. Ζ.Μ. (2011) 3 Α.Α.Δ. 20, καθώς και στην Δημοκρατία ν. Jayaweera (2014) 3 Α.Α.Δ. 299, επαναλήφθηκαν στην πολύ προσφάτως εκδοθείσα απόφαση του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου στην Ε.Δ.Δ. 109/2017 Δημοκρατία ν.  Arachchige, ημερομηνίας 30.11.2023, από την οποία μεταφέρω το εξής απόσπασμα:-

«Με τις παραπάνω αποφάσεις η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου ερμήνευσε το νόμο κατά τρόπο αυθεντικό καθιερώνοντας την ακόλουθη σταθερή νομολογιακή αρχή:

 Η διακοπή της νομιμότητας της διαμονής αναιρεί τη δυνατότητα έγκρισης αίτησης για παραχώρηση του καθεστώτος του επί μακρόν διαμένοντος. Η παραχώρηση άδειας παραμονής στη βάση εκπρόθεσμης αίτησης δεν μπορεί να αναιρέσει τον παράνομο χαρακτήρα παραμονής χωρίς άδεια, μετατρέποντας την εκ των υστέρων από παράνομη σε νόμιμη. Ειδικότερα, η περιορισμένη διακοπή της νόμιμης παραμονής, έστω και αν είναι τυπικής φύσεως, οφειλόμενη στην παράλειψη υποβολής εγκαίρως αίτησης και δοθέντος ότι στη συνέχεια παραχωρείται άδεια, δεν διαφοροποιεί τα πράγματα (βλ. Iryna Salangina v. Δημοκρατίας (2010) 4 Α.Α.Δ. 224, απόφαση Χατζηχαμπή, Δ., όπως ήταν τότε), στην οποία η ευπαίδευτη δικηγόρος των εφεσειόντων είχε παραπέμψει το πρωτόδικο δικαστήριο. Η Ολομέλεια στην υπόθεση Sikharulidze παρέπεμψε και κατ’ ουσίαν θεμελίωσε την απόφαση της στην υπόθεση Salangina

 

  Από τις σελιδώσεις 110 και 121, προκύπτει πως προηγήθηκε της έκδοσης της επίδικης διοικητικής απόφασης, η δέουσα έρευνα προς διαπίστωση πλήρωσης των προϋποθέσεων που τάσσει ο Νόμος κι ιδίως η παράγραφος 1(α) του Τρίτου Πίνακα του άρθρου 111 του Ν. 141(Ι)/2002 ως τροποποιήθηκε.

 

  Διαπιστώνω πως κατά το χρονικό διάστημα από 14.10.2016 έως 26.3.2017, ο αιτητής διέμενε στη Δημοκρατία παράνομα και συνεπώς, ορθά η υποβληθείσα αίτηση είχε απορριπτική κατάληξη. Οι ισχυρισμοί του αιτητή πως ουδέποτε έχει ταξιδέψει εκτός Δημοκρατίας, είναι άσχετοι με τον λόγο απόρριψης της επίδικης αιτήσεως.

 

  Στη βάση των ενώπιον μου γεγονότων, κρίνεται πως παρέχεται επαρκές πραγματικό έρεισμα για την απορριπτική απόφαση, ενώ η εκτίμηση της διοίκησης, κρίνεται και εύλογη και επιτρεπτή, υπό το φως των ενώπιον της γεγονότων και δεν διαπιστώνω έλλειψη καλής πίστης εκ μέρους του Υπουργού Εσωτερικών. Δεν έχει αποδειχθεί ότι οι καθ’ ων η αίτηση ενήργησαν υπό πλάνη ή με κακή πίστη, η τεκμηρίωση της οποίας βαρύνει τον ίδιο τον αιτητή. Το τεκμήριο της καλόπιστης άσκησης της διακριτικής ευχέρειας παραμένει έγκυρο μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου.

 

  Η προσφυγή απορρίπτεται με €1.900 εναντίον του αιτητή. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, δυνάμει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.                   

 

 

Γαβριήλ, Δ.Δ.Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο