ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ                                          

                                                 Υπόθεση Αρ. 1365/2022 (i-justice)      

                                             

       10 Ιουνίου, 2024

 

[Φ. ΚΑΜΕΝΟΣ, ΔΔΔ.]

 

Αναφορικά με τα Άρθρα 1Α, 23, 25, 26, 28, 30, 35, 54 και 146 του Συντάγματος

1.    Iris Lenor Energy Ltd

2.              Iris Lenor pv43 Ltd

3.              Μ.Π.

4.              D.P. ELSIM LTD

5.              Galascope Ltd

Αιτητές

- και -

Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας Κύπρου

Καθ' ης η αίτηση

 

......... 

 

Aνδρέας Σ. Αγγελίδης με Σίμο Α. Αγγελίδη για Aνδρέας Σ. Αγγελίδης δ.ε.π.ε, Δικηγόροι για Αιτητές

Χριστίνα Σ. Σιακκαλή για Ορφανίδης, Χριστοφίδης & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε, δικηγόροι για  Καθ' ης η αίτηση

                                               

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Φ. Καμένος, ΔΔΔ.: Οι Αιτητές είναι κάτοχοι εξαιρέσεων από την υποχρέωση κατοχής άδειας λειτουργίας σταθμού παραγωγής ηλεκτρισμού με φωτοβολταϊκό σύστημα για  εμπορική χρήση. Εξασφάλισαν τις πιο πάνω εξαιρέσεις στα πλαίσια του Σχεδίου για την παραγωγή ηλεκτρισμού από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειες με τελική κατάληξη την ένταξη των έργων στην Ανταγωνιστική Αγορά Ηλεκτρισμού - Οκτώβριος 2017», το οποίο αναθεωρήθηκε τον Μάρτιο του 2018 που εξέδωσε το Υπουργείο Ενέργειας, Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού (εφεξής το «Σχέδιο»).  

 

Σύμφωνα με τις πρόνοιες του Σχεδίου οι Αιτητές υπέγραψαν συμβάσεις με την ΑΗΚ Προμήθεια (εφεξής «ΑΗΚ») με συγκεκριμένους όρους. Οι όροι, οι οποίοι κατέστησαν επίδικοι για τους σκοπούς της παρούσας, θα αναφερθούν πιο κάτω.

 

Κατά τη συνεδρίαση ημερομηνίας 03.05.2022 υπ' αριθμόν 25/2022, τα Μέλη  της Ανώτερης Διοίκησης της Καθ’ ης η αίτηση, αφού εκτίμησαν, μεταξύ άλλων, ότι «λόγω της πρωτοφανούς έκτακτης κατάστασης που υφίσταται η αγορά ηλεκτρισμού σε πανευρωπαϊκό αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο, η συνεχιζόμενη αυξητική πορεία των τιμών της αγοράς ηλεκτρισμού αποφέρει απροσδόκητα κέρδη (windfall profits) στα έργα ΑΠΕ-Η που είναι σήμερα συμβεβλημένα με το Σχέδιο και παράλληλα επιφέρει περαιτέρω αρνητικό αντίκτυπο στους καταναλωτές ηλεκτρισμού», αποφάσισαν να δημοσιεύσουν Προσχέδιο Ρυθμιστικής Απόφασης με θέμα «Προσωρινή Ρύθμιση Τιμής Αγοράς ΑΠΕ-Η για το Σχέδιο της Κυπριακής Δημοκρατίας "Σχέδιο για την Παραγωγή Ηλεκτρισμού από ΑΠΕ με Τελική Κατάληξη την Ένταξη των Έργων στην Ανταγωνιστική Αγορά Ηλεκτρισμού - Οκτώβριος 2017"». Στις 06.05.2022, δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας το εν λόγω Προσχέδιο και τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση διάρκειας τεσσάρων εβδομάδων.

 

Οι Αιτητές στις 02.06.2022 απέστειλαν, την ένστασή τους και τις απόψεις τους επί του προσχεδίου της απόφασης της Καθ’ ης η αίτηση.

 

Κατόπιν της λήξης της δημόσιας διαβούλευσης, στη συνεδρίασή τους ημερομηνίας 24.06.2022 υπ' αριθμόν 38/2022, τα Μέλη της Ανώτερης Διοίκησης της Καθ’ ης η αίτηση, προέβησαν στην ανάλυση των αποτελεσμάτων της διαβούλευσης και σε κατάρτιση Γενικού Πίνακα στον οποίο καταγράφονται οι θέσεις της Καθ’ ης η αίτηση επί των σχολίων, ενστάσεων και παραστάσεων που λήφθηκαν κατά τη διαβούλευση, o οποίος δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα της Καθ’ ης η αίτηση και έλαβαν την υπ' αριθμόν 201/2022, με την οποία αποφάσισαν να εκδώσουν την προσβαλλόμενη Ρυθμιστική Απόφαση Αρ. 06/2022 με θέμα «Προσωρινή Ρύθμιση Τιμής Αγοράς ΑΠΕ-Η για τρ Σχέδιο της Κυπριακής Δημοκρατίας "Σχέδιο για την Παραγωγή Ηλεκτρισμού από ΑΠΕ με Τελική Κατάληξη την Ένταξη των Έργων στην Ανταγωνιστική Αγορά Ηλεκτρισμού - Οκτώβριος 2017"». Ακολούθως, η Καθ' ης η Αίτηση εξέδωσε και δημοσίευσε στην Εφημερίδα της Δημοκρατίας (Κ.Δ.Π. 257/22) στις 24.06.2022, τη Ρυθμιστική Απόφασή με αρ. 06/2022, για καθορισμό της μέγιστης τιμής αγοράς από ΑΠΕ-Η, για τα Φωτοβολταϊκά πάρκα μέσης τάσης, ως των Αιτητών, πράξη την οποία οι Αιτητές προσβάλλουν με την παρούσα προσφυγή.

 

Στην προσφυγή τους καθώς και στην αγόρευσή τους, οι Αιτητές διά των ευπαιδεύτων δικηγόρων τους εγείρουν αριθμό λόγων ακύρωσης. Θέτουν καταρχάς ότι η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε κατά παράβαση του περί Ρύθμισης της Αγοράς Ηλεκτρισμού Νόμου του 2021 (Ν. 130(Ι)/2021) και/ή είναι ultra vires του εξουσιοδοτικού Νόμου. Περαιτέρω ότι είναι προϊόν ελλιπούς αιτιολογίας, έρευνας και πλάνης περί το Νόμο και τα πράγματα, ότι είναι δυσανάλογη και παραβιάζει το δικαίωμα του συμβάλλεσθαι ελευθέρως δυνάμει του Άρθρου 26 του Συντάγματος και της αρχής της ίσης μεταχείρισης δυνάμει του Άρθρου 28 του Συντάγματος. Τέλος ότι είναι αντίθετη με τις αρχές της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και χρηστής διοίκησης καθώς και της «νόμιμης προσδοκίας», η οποία προστατεύεται ως δικαίωμα στην ιδιοκτησία.

 

Από την μεριά της η Καθ’ ης η αίτηση, διά της ευπαίδευτης συνηγόρου της, απαντά στους ακυρωτικούς ισχυρισμούς, στη δε ένσταση των Καθ’ ων η αίτηση εγείρεται περαιτέρω προδικαστική ένσταση ότι οι Αιτητές στερούνται εννόμου συμφέροντος να εγείρουν την παρούσα προσφυγή εναντίον της προσβαλλόμενης πράξης, ένσταση, την οποία επεκτείνει με την αγόρευσή της, εγείροντας ότι η προσβαλλόμενη πράξη δεν είναι εκτελεστή πράξη αλλά βεβαιωτική.

 

Συγκεκριμένα, οι Καθ’ ων η αίτηση εδράζουν την προδικαστική ένσταση ότι οι Αιτητές στερούνται εννόμου συμφέροντος στο ότι, κατά τον ισχυρισμό τους, σύμφωνα με τις παραγράφους 6 και 10 του Σχεδίου αλλά και τις παραγράφους 1 και 8 της σύμβασης, την οποία οι Αιτητές υπέγραψαν με την ΑΗΚ, η αγορά της παραγομένης ηλεκτρικής ενέργειας γίνεται στην εκάστοτε Τιμή Αγοράς ΑΠΕ-Η, όπως αυτή καθορίζεται από την Καθ΄ ης η αίτηση, συνεπώς εφόσον οι Αιτητές είχαν συνομολογήσει τη σχετική σύμβαση, είχαν αποδεκτεί τους όρους της και άρα δεν μπορούν τώρα να αμφισβητούν επιμέρους όρους της, τους οποίους δεν είχαν προσβάλει έγκαιρα αν και μπορούσαν να είχαν προσβληθεί εξ αρχής μεμονωμένα. Στην βάση αυτής της της θεώρησης περαιτέρω υποβάλει ότι η προσβαλλόμενη πράξη δεν είναι εκτελεστή διοικητική πράξη, αλλά βεβαιωτική εφόσον οι Αιτητές έπρεπε να είχαν προσβάλει τον όρο του Σχεδίου συμφώνως του οποίου η Καθ΄ ης η αίτηση είχε τη δυνατότητα να καθορίζει την εκάστοτε τιμή αγοράς ΑΠΕ.

 

Οι Αιτητές απορρίπτουν τις προδικαστικές ενστάσεις υποβάλλοντας ότι σαφής όρος του Σχεδίου προνοούσε ότι η τιμή αγοράς από την ΑΗΚ γίνεται σύμφωνα με συγκεκριμένη μεθοδολογία Υπολογισμού (αυτή που περιγράφεται στην Αρ. Έκθ. 08/2016), την οποία η Καθ’ ης η αίτηση δεν εφάρμοσε στην προσβαλλόμενη πράξη και άρα τώρα διαθέτουν έννομο συμφέρον να προσβάλουν την πράξη αυτή. Για τον ίδιο λόγο θεωρούν ότι δεν θα είχαν οποιοδήποτε έννομο συμφέρον να είχαν προσβάλει τον εν λόγω όρο του Σχεδίου εφόσον δεν διαφωνούσαν με τον καθορισμό εκ μέρους της Καθ’ ης η αίτηση της τιμής αγοράς στη βάση της εν λόγω μεθοδολογίας.

 

Έχω μελετήσει με ενδιαφέρον τους εκατέρωθεν ισχυρισμούς και σημειώνω τα ακόλουθα:

 

Καταρχάς, είναι εμφανές και παραδεκτό ότι η προσβαλλόμενη πράξη αποτελεί «ρυθμιστική απόφαση» της Καθ’ ης η αίτηση. Εξεδόθη δυνάμει των άρθρων 9 και 22 του περί Ρύθμισης της Αγοράς Ηλεκτρισμού Νόμου του 2021 (Ν. 130(I)/2021) (εφεξής ο «Νόμος»). Τα εδάφια (2) και (4) του άρθρου 9 του Νόμου προβλέπουν (η υπογράμμιση  του Δικαστηρίου):

 

(2) Προτού λάβει οποιαδήποτε ρυθμιστική απόφαση, η ΡΑΕΚ:

 

(α) συμβουλεύεται οποιονδήποτε κάτοχο άδειας, συμμετέχοντα στην αγορά, αιτητή για χορήγηση έκδοσης άδειας ή άλλο ενδιαφερόμενο πρόσωπο σε σχέση με οποιοδήποτε θέμα με το οποίο σχετίζεται η ρυθμιστική απόφαση, και

 

(β) δημοσιεύει προσχέδιο της ρυθμιστικής απόφασης της με το οποίο να καλεί τους κατόχους αδειών, συμμετέχοντες στην αγορά, αιτητές αδειών ή άλλα ενδιαφερόμενα πρόσωπα να υποβάλουν σχόλια.

 

(3) Οι αποφάσεις της ΡΑΕΚ είναι πλήρως αιτιολογημένες προκειμένου να υπόκεινται σε δικαστικό έλεγχο και να είναι διαθέσιμες στο κοινό, ενώ παράλληλα προστατεύουν την εμπιστευτικότητα των εμπορικά ευαίσθητων πληροφοριών.

 

(4) Κάθε προσχέδιο ρυθμιστικής απόφασης, ρυθμιστική απόφαση, ή απόφαση που λαμβάνεται από τη ΡΑΕΚ δημοσιεύεται κατά τέτοιο τρόπο ως η ΡΑΕΚ κρίνει κατάλληλο με σκοπό να καταστεί δυνατή η γνωστοποίηση της στους ενδιαφερόμενους.

 

Η Καθ’ ης η αίτηση ακολούθησε την πιο πάνω περιγραφόμενη διαδικασία δημοσίευσης υποβάλλοντας προσχέδιο της προτεινόμενης (τότε) ρυθμιστικής απόφασης και λαμβάνοντας τα σχόλια διαφόρων ενδιαφερομένων περιλαμβανομένων των Αιτητών. Ακολούθως εξέδωσε τη Ρυθμιστική Απόφαση (δηλαδή την προσβαλλόμενη πράξη). Η ίδια η Ρυθμιστική Απόφαση αναφέρεται ως «Προσωρινή Ρύθμιση Τιμής Αγοράς ΑΠΕ-Η για το Σχέδιο της Κυπριακής Δημοκρατίας “Σχέδιο για την Παραγωγή Ηλεκτρισμού από ΑΠΕ με Τελική Κατάληξη την Ένταξη των Έργων στην Ανταγωνιστική Αγορά Ηλεκτρισμού - Οκτώβριος 2017”». Είναι άρα σαφές ότι η προσβαλλόμενη απόφαση αφορά τους Αιτητές, οι οποίοι συνεβλήθησαν με την ΑΗΚ κατόπιν αίτησής τους στη βάση του Σχεδίου. Η προσβαλλόμενη πράξη αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι:

 

«η σημερινή Τιμή Αγοράς ΑΠΕ-Η είναι σημαντικά υψηλή λόγω της πρωτοφανούς έκτακτης ανάγκης που έχει παρουσιαστεί στην αγορά ηλεκτρισμού ως περιγράφεται στο Έγγραφο Συμπερασμάτων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου «Σύνοδος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (24 και 25 Μαρτίου 2022) - Συμπεράσματα». Η εν λόγω τιμή αγοράς της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας αποφέρει απροσδόκητα κέρδη (windfall profits) στα έργα ΑΠΕ-Η που είναι σήμερα συμβεβλημένα στο εν λόγω Σχέδιο, καθότι έχει τουλάχιστον διπλασιαστεί σε σχέση με την τιμή αγοράς κατά την ένταξή τους στο Σχέδιο και είναι κατά πολύ μεγαλύτερη σε σχέση με την τιμή αγοράς με την οποία τα έργα είναι βιώσιμα σύμφωνα με τις τεχνοοικονομικές τους μελέτες».

(…)

Υπάρχει επιτακτική ανάγκη λήψης προσωρινών μέτρων για μείωση της τιμής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας άμεσης παράδοσης για τις εταιρείες και τους καταναλωτές έτσι ώστε να μην επηρεάζουν τους όρους των συναλλαγών σε βαθμό που αντίκειται προς το κοινό συμφέρον,

ΑΠΟΦΑΣΙΣΕ

Τον καθορισμό της Μέγιστης Τιμής Αγοράς από ΑΠΕ-Η μόνο για τα έργα ΑΠΕ-Η που είναι ενταγμένα στο Σχέδιο της Κυπριακής Δημοκρατίας «Σχέδιο για την παραγωγή ηλεκτρισμού από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας με τελική κατάληξη την ένταξη των έργων στην Ανταγωνιστική Αγορά Ηλεκτρισμού - Οκτώβριος 2017», στη μέση τιμή Αγοράς από ΑΠΕ-Η της δεκαετίας 2013-2022, ήτοι Χαμηλής Τάσης στα 11€σ/kWh, Μέσης Τάσης στα 10,5€σ/kWh και Υψηλής Τάσης στα 10€σ/kWh».

 

Η ΑΗΚ εφάρμοσε στις συμβάσεις της με τους Αιτητές καθορίζοντας την τιμή αγοράς ΑΠΕ συμμορφούμενη με την ως προσβαλλόμενη απόφαση. Αυτό είχε ως συνέπεια ότι πλέον η τιμή αγοράς καθορίστηκε προσωρινά έστω[1] βάσει της Ρυθμιστικής Απόφασης και όχι βάσει της μέχρι τότε μεθόδου υπολογισμού. Η εν λόγω διαφοροποίηση στην τιμή αγοράς για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα είναι, θεωρώ, αρκετή για να προσδώσει το απαραίτητο έννομο συμφέρον στους Αιτητές να προσβάλουν τη Ρυθμιστική Απόφαση εφόσον δεν αμφισβητείται (δεδομένου ότι και η ίδια η Ρυθμιστική Απόφαση, ως εκτέθηκε πιο πάνω, αυτό προβλέπει), ότι μέσω αυτής έγινε δυνατή η προσαρμογή κατ’ ανώτατο του ποσού που οι Αιτητές μέχρι τότε ελάμβαναν δυνάμει των επιμέρους συμβάσεων τους με την ΑΗΚ.

 

Σημειώνω ότι στην κρίση μου ως προς τα ανωτέρω αλλά και ως προς την εκτελεστότητα της προσβαλλόμενης και δικαιοδοσία του παρόντος (ζήτημα για το οποίο είχα ζητήσει και την άποψη των διαδίκων κατά τις διευκρινίσεις), οδηγήθηκα όχι μόνον λαμβάνοντας υπόψη τα πιο πάνω αλλά και από το γεγονός ότι ο ίδιος ο Νομοθέτης έχει καθορίσει τη δικαιοδοσία του παρόντος και την εκτελεστή φύση των Ρυθμιστικών Αποφάσεων, ως είναι η προσβαλλόμενη, με το άρθρο 20 του περί Σύστασης και Λειτουργίας της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας Κύπρου Νόμου του 2021 (Ν. 129(I)/2021) (του οποίου δεν αμφισβητείται η συνταγματικότητα), το οποίο προβλέπει:

 

«20. Οι αποφάσεις, οι ρυθμιστικές αποφάσεις και τα διατάγματα που εκδίδονται από τη ΡΑΕΚ υπόκεινται σε δικαστικό έλεγχο, κατόπιν προσφυγής που δύναται να ασκηθεί στο Διοικητικό Δικαστήριο, σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 146 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας».

 

Στο ίδιο συμπέρασμα οδηγεί και το άρθρο 9(3) του Νόμου, το οποίο απαιτεί όπως οι Ρυθμιστικές Αποφάσεις είναι πλήρως αιτιολογημένες προκειμένου να υπόκεινται σε δικαστικό έλεγχο, χαρακτηριστικό (αιτιολογία) επίσης πράξεων ελεγχόμενων από το παρόν Δικαστήριο.

 

Στη βάση του πιο πάνω σκεπτικού απορριπτέα επίσης είναι και η προδικαστική ένσταση περί μη εκτελεστής (βεβαιωτικής) φύσεως της προσβαλλόμενης πράξης, για την οποία η επιχειρηματολογία της Καθ’ ης η αίτηση αναπτύσσεται ουσιαστικά κοινά με την προδικαστική ένσταση αναφορικά με το έννομο συμφέρον. Περαιτέρω βέβαια, στο μέτρο που ο ισχυρισμός περί βεβαιωτικής φύσεως της προσβαλλόμενης στηρίζεται (και) επί του επιχειρήματος της Καθ’ ης η αίτηση ότι οι Αιτητές όφειλαν να είχαν προσβάλει τον όρο του «Σχεδίου συμφώνως του οποίου η ΡΑΕΚ είχε τη δυνατότητα να καθορίζει την εκάστοτε τιμή αγοράς ΑΠΕ», σημειώνω ότι το Μέρος 3 («Ορισμοί») του Σχεδίου προνοεί:

 

«ιε. «Τιμή Αγοράς από ΑΠΕ» σημαίνει την εκάστοτε τιμή αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας παραγόμενης από ΑΠΕ από την ΑΗΚ ή άλλο προμηθευτή, η οποία καθορίζεται από τη ΡΑΕΚ σύμφωνα με τη μέθοδο Υπολογισμού της τιμής Αγοράς από ΑΠΕ-Η με Αριθμό Έκθεσης 08/2016».

 

Με την προσβαλλόμενη απόφαση η τιμή αγοράς δεν καθορίστηκε στη βάση της ως άνω μεθόδου Υπολογισμού της τιμής Αγοράς από ΑΠΕ-Η με Αριθμό Έκθεσης 08/2016 αλλά στη βάση της οικείας της ρύθμισης. Οι Αιτητές δεν όφειλαν άρα να είχαν προσβάλει έναν όρο του Σχεδίου, με τον οποίο οι ίδιοι δε διαφωνούσαν. Το έπραξαν όμως τώρα διαφωνώντας με την νέα αυτή απόφαση, η οποία εξεδόθη αφού η Καθ’ ης η αίτηση έλαβε υπόψη συγκεκριμένα ουσιώδη δεδομένα, μεταγενέστερα του Σχεδίου, τα οποία μάλιστα η ίδια η Ρυθμιστική Απόφαση αναφέρει. Συνεπώς η προσβαλλόμενη πράξη και η διά αυτής ρύθμιση της τιμής αγοράς σε συγκεκριμένο ύψος, δεν είναι βεβαιωτική οποιουδήποτε όρου του Σχεδίου.

 

Εδώ σημειώνω ότι, σε κατάλληλη περίπτωση θα μπορούσε να γίνει δεκτό επιχείρημα έλλειψης εννόμου συμφέροντος λόγω αποδοχής όρου διοικητικής πράξης ή σύμπραξης σε αυτή εκ μέρους του διοικούμενου. Όμως υπό τα χαρακτηριστικά και ιδιαίτερες συνθήκες και πρόνοιες του Σχεδίου, των επιμέρους συμβάσεων και της ειδικής νομοθεσίας, ως εξήγησα πιο πάνω, η παρούσα δεν είναι μια τέτοια περίπτωση.

 

Δεδομένων των ανωτέρω, αμφότερες προδικαστικές ενστάσεις περί έλλειψης εννόμου συμφέροντος των Αιτητών και μη εκτελεστής φύσης της προσβαλλόμενης πράξης, απορρίπτονται. Προχωρώ στην εξέταση των λόγων ακύρωσης.

 

Εγείρεται καταρχάς ότι η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε κατά παράβαση του περί Ρύθμισης της Αγοράς Ηλεκτρισμού Νόμου του 2021 (Ν. 130(Ι)/2021) και/ή είναι ultra vires του εξουσιοδοτικού Νόμου.

 

Οι Αιτητές θεωρούν ότι η προσβαλλόμενη πράξη παραβιάζει το άρθρο 23 του Νόμου καθότι η Καθ’ ης η αίτηση επέβαλε για αόριστο χρονικό διάστημα μέγιστη τιμή αγοράς στους Αιτητές, οι οποίοι όμως δεν κατέχουν σημαντικό μέγεθος και θέση στην αγορά και δεν επηρεάζουν την αγορά στο σύνολό της. Επιπρόσθετα θεωρούν ότι σύμφωνα με το άρθρο 23 του Νόμου δεν είναι αρκετή η απλή επίκληση γενικά και αόριστα της έλλειψης συνθηκών ανταγωνισμού στο πλαίσιο άσκησης της συγκεκριμένης δραστηριότητας, όπως ισχυρίζεται η Καθ' ης η Αίτηση στην προσβαλλόμενη απόφαση, αλλά πρέπει να διαπιστώνεται η έλλειψη αποτελεσματικού ανταγωνισμού και να αφορά δραστηριότητα που κατέχει σημαντικό μέγεθος και θέση στην αγορά και δυνατόν να επηρεάζει την αγορά στο σύνολό της.

 

Δε συμφωνώ με την πιο πάνω θέση των Αιτητών. Καταρχάς η Καθ’ ης η αίτηση, στην προσβαλλόμενη απόφασή της δεν επικαλέστηκε το άρθρο 23 του Νόμου. Ως αιτιολογία επί της προσβαλλόμενης απόφασης αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι:

 

«Η σημερινή Τιμή Αγοράς ΑΠΕ-Η είναι σημαντικά υψηλή λόγω της πρωτοφανούς έκτακτης ανάγκης που έχει παρουσιαστεί στην αγορά ηλεκτρισμού ως περιγράφεται στο Έγγραφο Συμπερασμάτων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου «Σύνοδος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (24 και 25 Μαρτίου 2022) - Συμπεράσματα».

 

Η εν λόγω τιμή αγοράς της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας αποφέρει απροσδόκητα κέρδη (windfall profits) στα έργα ΑΠΕ-Η που είναι σήμερα συμβεβλημένα στο εν λόγω Σχέδιο, καθότι έχει τουλάχιστον διπλασιαστεί σε σχέση με την τιμή αγοράς κατά την ένταξή τους στο Σχέδιο και είναι κατά πολύ μεγαλύτερη σε σχέση με την τιμή αγοράς με την οποία τα έργα είναι βιώσιμα σύμφωνα με τις τεχνοοικονομικές τους μελέτες.

 

Οι σταθερά υψηλές τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας λόγω των αυξημένων τιμών των υγρών καυσίμων και της αυξημένης τιμής αγοράς δικαιωμάτων θερμοκηπιακών αερίων δεν επηρεάζουν το κόστος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από έργα ΑΠΕ.

 

Υπάρχει επιτακτική ανάγκη λήψης προσωρινών μέτρων για μείωση της τιμής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας άμεσης παράδοσης για τις εταιρείες και τους καταναλωτές έτσι ώστε να μην επηρεάζουν τους όρους των συναλλαγών σε βαθμό που αντίκειται προς το κοινό συμφέρον»

 

Συνεπώς από το ίδιο το (ως άνω) κείμενο της προσβαλλόμενης απόφασης αλλά και από τα έγγραφα, στα οποία αυτή παρέπεμψε[2] και αποτελούν μέρος της αιτιολογίας της δε διαπιστώνω ότι η Καθ’ ης η αίτηση ισχυρίστηκε ως αιτιολογία έκδοσής της «έλλειψη συνθηκών ανταγωνισμού στο πλαίσιο άσκησης της συγκεκριμένης δραστηριότητας» ως η θέση των Αιτητών ούτε ότι αυτοί κατέχουν σημαντικό μέγεθος και θέση στην αγορά που επηρεάζουν την αγορά στο σύνολό της.

 

Η παρέμβαση της Καθ’ ης η αίτηση έγινε για σκοπούς προστασίας των καταναλωτών (και εταιρειών) από την αυξανόμενη τιμή της ενέργειας αφού λήφθηκε υπόψη τόσο ο υπερδιπλασιασμός της τιμής αγοράς σε σχέση με αυτό που οι Αιτητές ελάμβαναν κατά τον χρόνο συμμετοχής τους στο Σχέδιο όσο και το ότι μέσω της επίμαχης ρύθμισης δε θα επηρεαζόταν η βιωσιμότητα των επενδύσεων τους. Ως άλλωστε αναφέρεται και στις απαντήσεις της Καθ’ ης η αίτηση στα σχόλια των δικηγόρων των Αιτητών στο έγγραφο «Η Ανάλυση των αποτελεσμάτων της διαβούλευσης ημερομηνίας 24 Ιουνίου 2022» σελ. 31-32, οι Αιτητές δεν θα είχαν οποιαδήποτε ζημιά (μόνο κάποια απώλεια από τα υπερκέρδη) και θα συνέχιζαν να λαμβάνουν εύλογο κέρδος για το προϊόν τους. Περαιτέρω, τους διδόταν η ευκαιρία να αποχωρήσουν από το Σχέδιο και να συμβληθούν με ιδιώτες προμηθευτές που θα είχε ως αποτέλεσμα ουσιαστικά μηδενική τους απώλεια. Σε αυτό αναφέρομαι και επί των επόμενων λόγων ακύρωσης.

 

Δε συμφωνώ ούτε με τον ισχυρισμό ότι η προσβαλλόμενη Ρυθμιστική Απόφαση είναι εκτός των πλαισίων εξουσιοδότησης (ultra vires) του Νόμου. Είναι σαφές ότι η Καθ’ ης η αίτηση εξέδωσε Ρυθμιστική Απόφαση στα πλαίσια του άρθρου 9 του Νόμου αλλά και των εξουσιών της δυνάμει του περί Σύστασης και Λειτουργίας της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας Κύπρου Νόμου του 2021 (Ν. 129(I)/2021) και όχι Κανονισμούς δυνάμει του άρθρου 138 του Νόμου συνεπώς ο Νόμος δεν απαιτούσε την τήρηση του συγκεκριμένου τύπου της έγκρισής της από το Υπουργικό Συμβούλιο, κατάθεσής της στη Βουλή των Αντιπροσώπων κτλ. Συνεπώς απορριπτέος είναι και ο συναφής ισχυρισμός ότι παραβιάζεται το άρθρο 60 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου [Ν. 158 (1)/1999].

 

Με τους υπόλοιπους ισχυρισμούς των Αιτητών, οι οποίοι, για σκοπούς άσκοπων επαναλήψεων, κρίνονται κατωτέρω συνολικά, προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι προϊόν ελλιπούς αιτιολογίας, έρευνας και πλάνης περί το Νόμο και τα πράγματα, ότι είναι δυσανάλογη και παραβιάζει το δικαίωμα του συμβάλλεσθαι ελευθέρως δυνάμει του Άρθρου 26 του Συντάγματος και την αρχή της ίσης μεταχείρισης του Άρθρου 28 του Συντάγματος. Περαιτέρω ότι είναι αντίθετη με τις αρχές της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και χρηστής διοίκησης καθώς και της «νόμιμης προσδοκίας», η οποία προστατεύεται ως δικαίωμα στην ιδιοκτησία.

 

Οι Αιτητές συγκεκριμένα ισχυρίζονται ότι βάσει του όρου 3(ιε) του Σχεδίου αλλά και της πρακτικής που ακολουθείτο από την Καθ’ ης η αίτηση και την ΑΗΚ, ο καθορισμός της τιμής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ γινόταν ανά μήνα με βάση τη μεθοδολογία της Έκθεσης με αριθμό 04/2018. Ενόψει τούτου και συγκεκριμένων όρων (όροι 2.1 και 8.1) των συμβάσεων, κατά τους Αιτητές, η ΑΗΚ εφαρμόζει την προσβαλλόμενη απόφαση με αποτέλεσμα η καθ΄ης η αίτηση να παρεμβαίνει παράνομα στην σύμβαση των Αιτητών με την ΑΗΚ και κατά παράβαση του όρου 14.1 των Συμβάσεων όπου προβλέπεται ότι οποιαδήποτε προτεινόμενη τροποποίηση της Σύμβασης θα πρέπει να γίνει εγγράφως και να υπογραφεί και από τους δύο Συμβαλλόμενους για να έχει ισχύ.

 

Επί τούτων σημειώνω καταρχάς ότι, κατόπιν του Σχεδίου, οι Αιτητές συνεβλήθησαν με την ΑΗΚ με συμβάσεις με συγκεκριμένο περιεχόμενο. Οι επίδικοι όροι, στους οποίους με παραπέμπουν τα μέρη είναι οι όροι 2.1, 8.1 και 14. Τώρα, αν και δεν αποτελεί έργο της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου, η ερμηνεία των επιμέρους συμβάσεων των Αιτητών με την ΑΗΚ, παρ’ όλα αυτά όπως υποδεικνύεται και στο σύγγραμμα του Καθηγητή Θ. Τσάτσου «Η Αίτηση Ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας» Εκδ 3η, 1971 στην υποσημείωση (1) της σελ. 159: «αυτονόητον όμως είναι ότι το Συμβούλιο της Επικρατείας κατά πάσαν εκδοχήν δεν κωλύεται να εξετάση παρεμπίπτοντος νομικά ζητήματα και να λάβη υπόψη αποδεδειγμένα γεγονότα, δια την λύσιν ή κρισιολόγησιν των οποίων είναι κυρίως αρμόδια τα τακτικά δικαστήρια[3]» Αμιγώς άρα για τους σκοπούς κρίσης επί των λόγων ακυρώσεων που εγείρονται στα πλαίσια της παρούσας, διαπιστώνω ότι ουδεμία πρόνοια των συμβάσεων, στις οποίες οι Αιτητές με παραπέμπουν περιορίζει τη μεθοδολογία υπολογισμού της τιμής αγοράς από ΑΠΕ μόνο στην Έκθεση με αριθμό 04/2018. Συγκεκριμένα στις σχετικές συμβάσεις που υπέγραψαν οι Αιτητές με την ΑΗΚ, στον όρο 2.1 προνοείται ως προς την Τιμή Αγοράς από ΑΠΕ (οι υπογραμμίσεις είναι του δικαστηρίου) ο ακόλουθος ορισμός:

 

«σημαίνει την εκάστοτε τιμή αγοράς, από την ΑΗΚ, της ηλεκτρικής ενέργειας παραγόμενης από ΑΠΕ η οποία καθορίζεται από τη ΡΑΕΚ σύμφωνα με το άρθρο 32 των περί Ρύθμισης της Αγοράς Ηλεκτρισμού Νόμων του 2003-2018. Η τιμή αγοράς από ΑΠΕ δύναται να τροποποιείται με αποφάσεις της ΡΑΕΚ.»

 

Στον όρο 8 των συμβάσεων προνοούνται τα εξής:

 

«8.1. Η τιμή που θα καταβάλλει ο Προμηθευτής (ΑΗΚ) για την αγορά της ηλεκτρικής ενέργειας που θα παράγεται από το Σύστημα Παραγωγής Ηλεκτρισμού από ΑΠΕ του Παραγωγού θα είναι η εκάστοτε Τιμή Αγοράς ΑΠΕ, όπως αυτή θα καθορίζεται από τη ΡΑΕΚ και θα επανακαθορίζεται, όποτε θεωρηθεί αναγκαίο, από τη ΡΑΕΚ, καθόλη τη διάρκεια της παρούσας Σύμβασης Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας. Η εκάστοτε Τιμή Αγοράς ΑΠΕ θα καταβάλλεται στον Παραγωγό από την ΑΗΚ Προμήθεια, σύμφωνα με τους όρους, τις πρόνοιες, τις προϋποθέσεις και τις απαιτήσεις της παρούσας Σύμβασης.»

 

Δεδομένων των ανωτέρω προνοιών και δη των όρων 2.1 και 8.1, στους οποίους δεν μεταφέρθηκε αυτούσια η πρόνοια του όρου 3(ιε) του Σχεδίου, η οποία ανέφερε συγκεκριμένη μεθοδολογία, δε διαπιστώνω ότι με τη ρύθμιση της τιμής αγοράς εκ μέρους της Καθ’ ης η αίτηση με διαφορετικό τρόπο από την μέχρι τότε πρακτική ή μεθοδολογία τίθεται οποιαδήποτε πλάνη περί τα πράγματα ή τον Νόμο. Ούτε όμως ότι υπάρχει παράνομη παρέμβαση στον όρο 14[4] των συμβάσεων, ο οποίος ρυθμίζει τα της τροποποίησης των εν λόγω συμβάσεων μεταξύ των αντισυμβαλλομένων ΑΗΚ και Αιτητών και όχι τη ρυθμιστική αρμοδιότητα της Καθ’ ης η αίτηση. Περαιτέρω βέβαια και ο όρος 14 του Σχεδίου προέβλεπε ρητώς ότι το Σχέδιο δύναται να τροποποιηθεί, να ανασταλεί ή και να αντικατασταθεί με άλλο σχέδιο.

 

Συνεπώς με τα ως άνω δεδομένα, δε θεωρώ ότι παραβιάζεται το δικαίωμα του συμβάλλεσθαι του Άρθρου 26 του Συντάγματος. Η Καθ’ ης εξάσκησε τις εξουσίες που η νομοθεσία της παρείχε για σκοπούς προστασίας των καταναλωτών, εξουσία την οποία μάλιστα και οι Αιτητές, είχαν ήδη αναγνωρίσει συμβατικώς με τους ως άνω όρους 2.1 και 8.1 των συμβάσεών τους και δεν ετίθετο ζήτημα παράνομης ή αντισυνταγματικής παρέμβασης στις εν λόγω συμβάσεις. Στην Αναφορά Αρ. 2/2017 Πρόεδρος της Δημοκρατίας ν. Βουλή των Αντιπροσώπων ημερ. 05.02.2018 αναφέρθηκε:

 

«Οι συμβατικές αυτές σχέσεις είναι απότοκες της ύπαρξης νομοθεσίας και όχι αποτέλεσμα ιδιωτικών συμβάσεων μεταξύ φορέων μακράν της εκτελεστικής εξουσίας.  (…)

 

Η ελευθερία του συμβάλλεσθαι υπόκειται σε όρους, περιορισμούς και δεσμεύσεις που τίθενται στη βάση των γενικών αρχών του δικαίου των συμβάσεων και η ρυθμιστική επέμβαση του κράτους δεν αποκλείει τον κοινό νομοθέτη να θέτει τέτοιους περιορισμούς για λόγους δημοσίου συμφέροντος, (Alpha Omega Evangelical Educational Foundation Ltd ν. Δημοκρατίας (Αρ. 1) (1990) 3 Α.Α.Δ. 286)».

 

Συμφωνώ, περαιτέρω, με την Καθ΄ ης η αίτηση ότι με την προσβαλλόμενη απόφαση δεν παραβιάζεται, ούτε είναι σχετική, η Ρυθμιστική Απόφαση 4/2017 (ΚΔΠ 223/2017), δεδομένου ότι η ΑΗΚ δε συμμετέχει στη Μεταβατική Ρύθμιση στην Αγορά Ηλεκτρισμού σύμφωνα με Ρυθμιστική Απόφαση 4/2017 (ΚΔΠ223/2017), ως εκ τούτου οι πρόνοιες της Μεταβατικής Ρύθμισης δεν έχουν καμία εφαρμογή στη σύμβαση των Αιτητών και οποιωνδήποτε άλλων συμμετεχόντων σε Σχέδια που είναι συμβεβλημένοι με την ΑΗΚ.

 

Βάσει όμως της προσβαλλόμενης απόφασης [σημείο 2(β)], οι Αιτητές μπορούσαν να συμμετάσχουν στη Μεταβατική Ρύθμιση με τερματισμό της σύμβασης τους με την ΑΗΚ και τη σύναψη σύμβασης με Προμηθευτή που συμμετέχει στην Μεταβατική Ρύθμιση. Σε αυτήν την περίπτωση άρα θα μπορούσε να εφαρμοστεί και για αυτούς η Ρυθμιστική Απόφαση 4/2017 (ΚΔΠ 223/2017) και να μην τύχουν της προσβαλλόμενης προσωρινής ρύθμισης περί ανωτάτης τιμής αγοράς.

 

Θεωρώ δε ότι, η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου στην Υπόθεση C-799/18 - Athesia Energy, από την οποία παραπέμπομαι από την Καθ’ ης η αίτηση είναι σχετική με τα εδώ επίδικα δεδομένου ότι εξέτασε εγειρόμενα ζητήματα αναφορικά με τα άρθρα 16 και 17 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα οποία αφορούν αντιστοίχως την επιχειρηματική ελευθερία (στην οποία περιλαμβάνεται και η συμβατική ελευθερία, αντίστοιχη άρα του Άρθρου 26 του Συντάγματος[5]) και το δικαίωμα ιδιοκτησίας και αφού εξέτασε την εμβέλεια των αρχών της ασφάλειας του δικαίου και της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, κατέληξε ότι το δικαίωμα που προέβαλαν οι φορείς εκμετάλλευσης φωτοβολταϊκών εγκαταστάσεων να λάβουν τα επίδικα κίνητρα κατά τρόπο αμετάβλητο για όλη τη διάρκεια ισχύος των συμβάσεων τους με τη δημόσια εταιρεία δεν συνιστά δεδομένη νομική κατάσταση και δεν εμπίπτει στην προστασία που προβλέπεται στο άρθρο 17 του Χάρτη και ότι τροποποίηση των κινήτρων δεν εξομοιώνεται με προσβολή του δικαιώματος ιδιοκτησίας κατά την έννοια του άρθρου 17 του Χάρτη.

 

Περαιτέρω όσον αφορά το άρθρο 16 του Χάρτη, το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη α) ότι ορισμένες από τις επίδικες συμβάσεις προέβλεπαν μόνο τους πρακτικούς όρους καταβολής των κινήτρων κατά τυποποιημένο τρόπο ενώ άλλες διατηρούσαν το δικαίωμα στη δημόσια εταιρεία να τροποποιεί μονομερώς τους όρους των συμβάσεων, β) ότι πρόκειται απλώς για κίνητρα που προβλέφθηκαν αλλά δεν κατέστησαν απαιτητά, και γ) ότι οι φορείς εκμετάλλευσης, ως συνετοί επιχειρηματίες[6], δεν μπορούσαν να επικαλεστούν δικαιολογημένη εμπιστοσύνη ούτως ώστε να λαμβάνουν τα κίνητρα κατά τρόπο αμετάβλητο, αποφάσισε ότι η επίδικη νομοθετική ρύθμιση δεν συνιστά επέμβαση στη συμβατική ελευθερία που  κατοχυρώνεται από το άρθρο 16 του Χάρτη.

 

Επιπλέον στην ίδια υπόθεση τονίστηκε ότι οι επιχειρηματίες δεν μπορούν να τρέφουν προσδοκίες για διατήρηση μίας υφιστάμενης κατάστασης  η οποία είναι μεταβλητή ως αποτέλεσμα της εξουσίας εκτίμησης των εθνικών αρχών.

 

Κατά συνέπεια και με βάση τα όσα ανέφερα ανωτέρω ως προς τους όρους 2.1 και 8.1 των συμβάσεων και 14 του Σχεδίου αλλά και όσα καθοδηγεί η ως άνω νομολογία αλλά και ιδίως λαμβανομένων υπόψη του προσωρινού, μη αναδρομικού και όχι επισφαλούς του μέτρου για τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων των Αιτητών αλλά και τη δυνατότητα που ούτως ή άλλως διέθεταν να αποχωρήσουν από αυτό εισερχόμενοι σε σύμβαση με άλλες εταιρείες προμηθευτές (πλην της ΑΗΚ) και άρα να μην επηρεαστούν καν από το μέτρο αυτό, είναι η κατάληξή μου ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν παραβιάζει το άρθρο 26 του Συντάγματος ή την αρχή της «νόμιμης προσδοκίας» ή του δικαιώματος στην ιδιοκτησία αλλά ούτε και ότι είναι προϊόν ελλιπούς έρευνας και πλάνης ή ότι παραβιάζει τις αρχές της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και χρηστής διοίκησης.

 

Για τους ίδιους αλλά και για τους λόγους που ειδικότερα εκθέτω πιο κάτω θεωρώ περαιτέρω ότι η προσβαλλόμενη πράξη δεν είναι ούτε δυσανάλογη ή αναιτιολόγητη, καθώς και ότι δεν παραβιάζει το Άρθρο 28 του Συντάγματος.

 

Συγκεκριμένα, είναι η θέση των Αιτητών ότι η αιτιολογία στην προσβαλλόμενη απόφαση (ότι υφίσταται επιτακτική ανάγκη λήψης προσωρινών μέτρων για μείωση της τιμής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας άμεσης παράδοσης για τις εταιρείες και τους καταναλωτές) δεν ανταποκρίνεται με όσα αναφέρονται στο Έγγραφο Συμπερασμάτων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (Παράρτημα 5 στην Ένσταση). Είναι ο ισχυρισμός τους ότι εκείνα δεν αφορούν στη μείωση της τιμής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ, αλλά στην ανάγκη μείωσης της τιμής αερίου και κατ' επέκταση της τιμής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας.

 

Δε θα συμφωνήσω με την εν λόγω προσέγγιση. Θεωρώ είναι εμφανές ότι στο Έγγραφο Συμπερασμάτων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου δίδεται έμφαση όχι μόνο στη σταδιακή απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο αλλά στην αναζήτηση διάφορων τρόπων που θα συμβάλλουν βραχυπρόθεσμα και προσωρινά στη μείωση της αυξημένης τιμής ενέργειας, η οποία πλήττει πρωτίστως τους ευάλωτους καταναλωτές. Στη σελίδα 5 των εν λόγω Συμπερασμάτων αναφέρεται (η υπογράμμιση του Δικαστηρίου):

 

«15. Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα απεξαρτηθεί σταδιακά από τις εισαγωγές ρωσικού αερίου, πετρελαίου και άνθρακα το συντομότερο δυνατόν, όπως ορίζεται στη διακήρυξη των Βερσαλλιών. Ως εκ τούτου, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο προσβλέπει στο ολοκληρωμένο και φιλόδοξο σχέδιο που θα εκπονηθεί σε στενό συντονισμό με τα κράτη μέλη και θα υποβληθεί από την Επιτροπή για τον σκοπό αυτόν έως τα τέλη Μαΐου του 2022. Θα ληφθούν υπόψη οι εθνικές περιστάσεις και το ενεργειακό μείγμα των κρατών μελών,

 

16. Οι σταθερά υψηλές τιμές της ενέργειας έχουν όλο και πιο αρνητικό αντίκτυπο στους πολίτες και στις επιχειρήσεις, ο οποίος επιδεινώνεται περαιτέρω από την στρατιωτική επίθεση της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο συζήτησε τρόπους  για την περαιτέρω ανακούφιση των πλέον ευάλωτων καταναλωτών και για τη στήριξη των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα,

 

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο:

α)        καλεί τα κράτη μέλη και την Επιτροπή να συνεχίσουν να αξιοποιούν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την εργαλειοθήκη, συμπεριλαμβανομένου του νέου, προσωρινού πλαισίου κρατικών ενισχύσεων για την κρίση ως χρονικά περιορισμένης απόκλισης από την τρέχουσα κατάσταση. Όπως προτείνει η Επιτροπή, η προσωρινή φορολόγηση των απροσδόκητων κερδών ή οι σχετικές κανονιστικές παρεμβάσεις μπορούν να αποτελέσουν χρήσιμη πηγή εθνικής χρηματοδότησης.

 

Συνεπώς με το Έγγραφο Συμπερασμάτων σημειώνεται μεν η αυξημένη τιμή του αερίου, όμως αυτό που προτείνεται είναι η αναζήτηση λύσεων και παρεμβάσεων ακριβώς στη σφαίρα δυνατοτήτων των κρατών μελών επί όλων όσων επηρεάζουν την τιμή της ενέργειας στον τελικό καταναλωτή και όχι μόνο επί αυτής καθαυτής της τιμής του φυσικού αερίου, η οποία προφανώς, λόγω και της εξάρτησης από τρίτες χώρες, δεν μπορεί να αποτέλει πεδίο αναζήτησης βραχυπρόθεσμων λύσεων εκ μέρους των κρατών μελών. Η υπό κρίση ρύθμιση αποτελεί ακριβώς παρέμβαση επί απροσδόκητων κερδών άρα μια προσωρινή λύση, ως οι προτεινόμενες στα ως άνω συμπεράσματα.

 

Επιπλέον κατά τους Αιτητές, το προσβαλλόμενο μέτρο παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας εφόσον ανατρέπει για αόριστο χρονικό διάστημα τα όσα το Σχέδιο προέβλεπε και επιβάλλει μέγιστη τιμή αγοράς από ΑΠΕ, που όχι μόνο δεν μπορεί να επιτύχει  τον επιδιωκόμενο σκοπό, αλλά πρόσθετα επιφέρει δυσανάλογες συνέπειες στους Αιτητές.

 

Δεδομένων των όσων ανέφερα πιο πάνω, δε θεωρώ ότι υπό τις περιστάσεις της παρούσας διαφοράς, υπάρχει ζήτημα δυσανάλογου μέτρου. Καταρχάς, υπήρχε η δυνατότητα όποιος δεν επιθυμούσε να εφαρμοστεί στην περίπτωσή του, να τερματίσει τη σύμβαση και να ενταχθεί στη Μεταβατική Ρύθμιση Αγοράς Ηλεκτρισμού και άρα να μην τον επηρεάσει η προσβαλλόμενη ρύθμιση. Οι Αιτητές μάλιστα, προκειμένου βέβαια να δείξουν την ισχυριζόμενη αναποτελεσματικότητα του μέτρου, παραπέμπουν στην αγόρευσή τους σε πρόταση που είχαν από ιδιώτη προμηθευτή για να καταδείξουν ότι όσοι «μεταπήδησαν» στη Μεταβατική Ρύθμιση Αγοράς Ηλεκτρισμού δεν θα είχαν τελικά οποιαδήποτε επίπτωση από το προσβαλλόμενο μέτρο. Βέβαια, τυχούσα μετάβασή τους στη Μεταβατική Ρύθμιση Αγοράς Ηλεκτρισμού (ως και η θέση της Καθ’ ης η αίτηση, εντός των απαντήσεών της επί των ενστάσεων των ενδιαφερόμενων ημερ. 24.06.2022, στην οποία η προσβαλλόμενη απόφαση παραπέμπει-βλ σελ 25), θα είχε ως συνέπεια ότι δε θα απολάμβαναν εγγυημένη τιμή αλλά θα υπόκειντο στις δυνάμεις της αγοράς.  Εδώ είναι μια περαιτέρω διαφοροποίηση θεωρώ ικανή να δείξει ότι το μέτρο δεν ήταν υπό τις περιστάσεις δυσανάλογο.

 

Περαιτέρω η προσβαλλόμενη ρύθμιση δεν διήρκεσε αορίστως, ως ο ισχυρισμός των Αιτητών προς υποστήριξη του δυσανάλογου της, αλλά για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Με τη μεταγενέστερη Απόφαση της Καθ' ης η Αίτηση υπ' αριθμόν 112/23, στην οποία με παραπέμπει η Καθ΄ης η αίτηση υποβάλλοντας ρητώς ότι ισχύει για τους Αιτητές, καθορίστηκε σταθερή μέγιστη Τιμή Αγοράς ΑΠΕ στα 11€σ/kWh, απόφαση η οποία μάλιστα, ως η θέση της Καθ’ ης η αίτηση (θέση την οποία οι Αιτητές δεν αμφισβητούν), δεν την προσέβαλαν.

 

Βέβαια εδώ σημειώνω ότι οι Αιτητές θεωρούν ότι από το κείμενο της Απόφασης της Καθ' ης η Αίτηση υπ' αριθμόν 112/23 δε αναφέρεται ρητή ανάκληση της προσβαλλόμενης απόφασης συνεπώς, κατά την εισήγησή τους, η προσβαλλόμενη συνεχίζει να ισχύει. Μελετώντας την όμως τόσο με αναφορά στον τίτλο της όσο και στο κείμενό της (ιδίως παράγραφοι 1 και 2 αλλά και στο ότι, μεταξύ άλλων εγγράφων, παραπέμπει και στην προσβαλλόμενη ρητά) διαπιστώνω ότι εφαρμόζεται επί όλων των αντισυμβαλλομένων της ΑΗΚ σε έργα που εντάσσονται στα διάφορα Σχέδια Χορηγιών και Καθεστώτα Στήριξης της Ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές άρα και τους Αιτητές που εμπίπτουν στο Σχέδιο. Συνεπώς με την πράξη αυτή, η προσβαλλόμενη απόφαση θεωρώ ανακλήθηκε, από την ημερομηνία που ετέθη σε ισχύ, σιωπηρώς (Δημοκρατία ν. Θαλασσινού (1991) 3 ΑΑΔ 423, Σολιάτης Παντελής και Άλλοι ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (1998) 4 ΑΑΔ 445, Στασινόπουλος, Δίκαιο των Διοικητικών Πράξεων, 1951, σελ. 455-6[7]) και άρα δεν είχε αόριστη διάρκεια.

 

Δεδομένων των πιο πάνω, ο ισχυρισμός των Αιτητών ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι δυσανάλογη απορρίπτεται.

 

Με τον επόμενο λόγο ακύρωσης οι Αιτητές ισχυρίζονται ότι η απόφαση καθορισμού μεγίστου ορίου τιμής αγοράς από ΑΠΕ, λήφθηκε ως το μοναδικό μέτρο από την Κυπριακή Δημοκρατία για τη μείωση της τιμής της αγοράς της ηλεκτρικής ενέργειας, με μοναδικό αποτέλεσμα να επηρεάζονται οι ιδιοκτήτες των φωτοβολταικών πάρκων που είναι ενταγμένα στο Σχέδιο κατά τρόπο άνισο παραβιάζοντας το Άρθρο 28 του Συντάγματος.

 

Ως απαντήθηκε και από την Καθ' ης η Αίτηση στα σχόλια της δημόσιας διαβούλευσης (Παράρτημα 8 στην Ένσταση), στην οποία η προσβαλλόμενη απόφαση ρητώς παραπέμπει, η προσωρινή ρύθμιση της τιμής αγοράς από ΑΠΕ-Η έγινε για τα έργα ΑΠΕ-Η που είναι ενταγμένα στο Σχέδιο Οκτωβρίου 2017, διότι είναι τα μόνα έργα ΑΠΕ-Η στο ηλεκτρικό σύστημα που λαμβάνουν αποκλειστικά την εκάστοτε κυμαινόμενη Τιμή Αγοράς από ΑΠΕ και τα οποία διαπιστώθηκε ότι είχαν απροσδόκητα κέρδη και αφού η Καθ’ ης η αίτηση είχε λάβει υπόψη το Έγγραφο Συμπερασμάτων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου «Σύνοδος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (24 και 25 Μαρτίου 2022) Συμπεράσματα» με τη προτροπή του Συμβουλίου της ΕΕ στα κράτη μέλη να παρέμβουν προς μείωση τέτοιων κερδών.

 

Ένα άλλο στοιχείο που διέκρινε το Σχέδιο, ως ανέφερα ανωτέρω, ήταν ότι όσοι ήταν ενταγμένοι στη Μεταβατική Ρύθμιση Αγοράς Ηλεκτρισμού δεν είχαν εγγυημένη κυμαινόμενη τιμή ως οι ενταγμένοι στο Σχέδιο αλλά υπόκειντο στις δυνάμεις της αγοράς με ότι αυτό συνεπάγεται ως προς την εξασφάλιση του παραγωγού. Οι ισχυρισμοί, κατ’ επίκληση των σχολίων της ΑΗΚ στη δημόσια διαβούλευση, ότι υπήρχαν άλλοι παραγωγοί (πχ εγκαταστάσεις που η ΑΗΚ αγοράζει στο κόστος αποφυγής, εγκαταστάσεις στη μεταβατική ρύθμιση κτλ) που δεν έτυχαν παρόμοιας μεταχείρισης ως οι Αιτητές, δεν τεκμηριώνονται αλλά παραμένουν σε επίπεδο ισχυρισμού μόνο στα σχόλια αυτά, τα οποία όμως απαντήθηκαν κατά τη δημόσια διαβούλευση από την Καθ’ ης η αίτηση ως προς τους λόγους διαφοροποίησης τους[8]. Ουδέν περαιτέρω προσφέρεται ικανό να κλονίσει τους λόγους που η Καθ’ ης η αίτηση επικαλέστηκε και που έχω ήδη καθορίσει ως εύλογους και αναλογικούς, οι οποίοι διαφοροποιούσαν τους συμβαλλομένους βάσει του Σχεδίου από τους άλλους παραγωγούς.

 

Συνεπώς από τα όσα έχω ενώπιόν μου στα πλαίσια της παρούσας, συνάγω ότι οι Αιτητές και γενικώς οι διεπόμενοι από το Σχέδιο δεν τελούσαν σε όμοιες συνθήκες με τους λοιπούς παραγωγούς ώστε να έπρεπε να είχαν τύχει όμοιας μεταχείρισης [Mikrommatis v. Republic, 2 R.S.C.C. 125, Έφ. ΔΔ Αρ. 152/2018 κ.α Xαραλαμπία Λαζαρίδου κ.α. v. Κυπριακής Δημοκρατίας ημερ. 20.02.2024] και άρα ο λόγος ακύρωσης περί παράβασης του Άρθρου 28 του Συντάγματος απορρίπτεται.

 

Με τον τελευταίο λόγο ακύρωσης, οι Αιτητές ισχυρίζονται ότι η προσβαλλόμενη πράξη πάσχει από έλλειψη ειδικής αιτιολογίας. Θεωρώ ότι τόσο η ίδια η προσβαλλόμενη πράξη όσο και από το περιεχόμενο των εγγράφων, στα οποία αυτή παραπέμπει και τα οποία είχα την ευκαιρία να διεξέλθω, είναι επαρκώς αιτιολογημένη.

 

Παραπέμπει ρητώς στους λόγους που κατέστη απαραίτητη αφού λήφθησαν υπόψη τα Συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου «Σύνοδος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (24 και 25 Μαρτίου 2022), η ανάλυση των αποτελεσμάτων της διαβούλευσης (απαντήσεων επί των σχολίων και ενστάσεων των ενδιαφερομένων) ημερ. 24.06.2022, οι τεχνοοικονομικές μελέτες που συνόδευαν τις αιτήσεις των ενδιαφερομένων προς την Καθ΄ ης η αίτηση, η γνωμάτευση της νομικής υπηρεσίας ημερ. 05.05.2022 και γενικώς όλα τα υπόλοιπα στοιχεία που ρητώς αναφέρονται σε αυτή.

 

Υπό τα ως άνω δεδομένα, είναι η κατάληξή μου ότι ουδείς λόγος ακύρωσης έχει τεκμηριωθεί. Η προσβαλλόμενη πράξη είναι νόμιμη και επαρκώς αιτιολογημένη ως εκ τούτου επικυρώνεται.

 

Η προσφυγή απορρίπτεται με 2.000 ευρώ έξοδα πλέον ΦΠΑ υπέρ της Καθ’ ης η αίτηση και εναντίον των Αιτητών.

 

Φ. Καμένος, ΔΔΔ



[1] Ακολούθως η πιο πάνω τιμή τροποποιήθηκε με την Απόφαση 112/2023. Επί τούτου αναφέρομαι και κατωτέρω.

[2] Μεταξύ των εγγράφων αυτών, είναι:

 

Το Έγγραφο Συμπερασμάτων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου «Σύνοδος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (24 και 25 Μαρτίου 2022) – Συμπεράσματα,

Η Ανάλυση των αποτελεσμάτων της διαβούλευσης ημερομηνίας 24 Ιουνίου 2022,

Η Έκθεση ΡΑΕΚ Αρ. 11/2022 που αφορούν πρόβλεψη της Τιμής Αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας ΑΠΕ-Η για τα επόμενα δέκα έτη, τα αποτελέσματα των οποίων κατέδειξαν ότι απέχουν κατά πολύ λιγότερο από τη σημερινή Τιμή Αγοράς των 19€σ/kWh,

Η Έκθεση της ΡΑΕΚ Αρ. 07/2022 «Τιμές Ηλεκτρισμού: Μηνιαίοι Καταναλωτές Φεβρουαρίου 2022, Διμηνιαίοι Καταναλωτές Απριλίου 2022».

 

[3] Ως συνάγεται από τις ΣτΕ 29/34, 1032/26 κ.α, στις οποίες αναφέρεται το εν λόγω απόσπασμα, ως «τακτικά» δικαστήρια νοούνται τα πολιτικά δικαστήρια.

 

[4] Στον όρο 14.1 προβλέπεται:

 

«Εφόσον υπογραφεί αυτή η Σύμβαση οποιαδήποτε προτεινόμενη τροποποίηση της Σύμβασης θα πρέπει να γίνει εγγράφως και να υπογραφεί και από τους δύο Συμβαλλόμενους για να έχει ισχύ. Για την απόδειξη τέτοιας τροποποίησης απαιτείται γραπτή έκθεση».

[5] Ως αναφέρεται στη σκέψη 56 της εν λόγω απόφασης:

«56      Συναφώς, από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι η παρεχόμενη από το άρθρο 16 προστασία περιλαμβάνει την ελευθερία άσκησης οικονομικής ή εμπορικής δραστηριότητας, τη συμβατική ελευθερία και τον ελεύθερο ανταγωνισμό, όπως προκύπτει από τις σχετικές με το άρθρο αυτό διευκρινίσεις, οι οποίες πρέπει, κατά το άρθρα 6, παράγραφος 1, τρίτο εδάφιο, ΣΕΕ και το άρθρο 52, παράγραφος 7, του Χάρτη, να λαμβάνονται υπόψη για την ερμηνεία της προστασίας αυτής (αποφάσεις της 22ας Ιανουαρίου 2013, Sky Österreich, C283/11, EU:C:2013:28, σκέψη 42 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία)».

 

[6] Συγκεκριμένα στη σκέψη 42 αναφέρθηκε:

 

42      Κατά πάγια επίσης νομολογία του Δικαστηρίου, η δυνατότητα επίκλησης της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης παρέχεται σε όλους τους επιχειρηματίες στους οποίους εθνική αρχή δημιούργησε βάσιμες προσδοκίες. Εντούτοις, όταν ένας συνετός και ενημερωμένος επιχειρηματίας είναι σε θέση να προβλέψει τη θέσπιση ενός μέτρου ικανού να θίξει τα συμφέροντά του, δεν μπορεί να επικαλεσθεί την εν λόγω αρχή μετά τη λήψη ενός τέτοιου μέτρου. Επιπροσθέτως, οι επιχειρηματίες δεν μπορούν να τρέφουν δικαιολογημένα προσδοκίες ως προς τη διατήρηση μιας υφισταμένης κατάστασης η οποία μπορεί να μεταβληθεί στο πλαίσιο της άσκησης της εξουσίας εκτίμησης που διαθέτουν οι εθνικές αρχές (απόφαση της 11ης Ιουλίου 2019, Agrenergy και Fusignano Due, C180/18, C286/18 και C287/18, EU:C:2019:605, σκέψη 31 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

 

[7] Στο εν λόγω Σύγγραμμα αναφέρεται:

 

 

«II. ΑΙ σιωπηραί ανακλήσεις.—Άφετέρου η ανακλητική πράξις δύναται νά είναι είτε ρητή είτε σιωπηρά ήτοι ή περι ανακλήσεως ώρισμένης πράξεως δήλωσις της βουλήσεως της Διοικήσεως κατά κανόνα μεν εκφράζεται ρητώς, και δή διά τής χρήσεως τών όρων «άνακαλοΰμεν» ή «ακυρούμεν» ή «καταργούμεν», είναι όμως επίσης δυνατόν να συναχθεί η περι ανακλήσεως όρισμένης πράξεως δήλωσις της βουλήσεως του διοικητικού οργάνου και άνευ των ως άνω πανηγυρικών εκφράσεων έξ άλλων διατάξεων, και δει εκ του περιεχομένου ετέρων διοικητικών πράξεων, αι οποίαι άγουν εις το αυτό αποτέλεσμα. Ούτω θεωρείται ώς σιωπηρα άνακλήσις προγενεστέρας  πράξεως, έκδοσις νέας έκτελεστής πράξεως ρυθμίζουσις το αυτό αντικείμενον».

 

[8] Που εν πάση περιπτώσει και η ΑΗΚ είχε αναγνωρίσει τη διαφοροποίηση αναφέροντας ότι η είσοδος στη μεταβατική αγορά έχει επιχειρηματικό κίνδυνο και κόστος διαχείρισης για τον παραγωγό.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο