ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ                                          

                                                 Υπόθεση Αρ. 1645/2019   

                                             

       17 Ιουνίου, 2024

 

[Φ. ΚΑΜΕΝΟΣ, ΔΔΔ.]

 

Αναφορικά με τα Άρθρα 28, 30, 35 και 146 του Συντάγματος

 

lnterforma GmbH

Αιτήτρια

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υφυπουργείο Τουρισμού 

Καθ' ης η αίτηση

 

......... 

 

Ρούλα Ιάσωνος, για Chrysses Demetriades & Co L.L.C., Δικηγόροι για Αιτητές

Δένα Μαρία Εργατούδη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Ά για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας για Καθ' ης η αίτηση

Χρίστος Α. Νεοφύτου, για Νεοφύτου & Νεοφύτου ΔΕΠΕ, Δικηγόροι για ΕΜ

                                               

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Φ. Καμένος, ΔΔΔ.: Ο Διαγωνισμός με αρ. 21/2019 για το Σχεδιασμό, την Κατασκευή και τη Διακόσμηση/Εξοπλισμό των περιπτέρων του Υφυπουργείου Τουρισμού σε Γερμανία, Αυστρία, Δανία και Τσεχία κατά το έτος 2020 διεξήχθη με ανοικτή διαδικασία. Προκηρύχθηκε μέσω του συστήματος e-procurement του Γενικού Λογιστηρίου στις 01.07.2019. Κατά τη διάρκεια του διαγωνισμού εκδόθηκαν διορθώσεις και απαντήσεις σε ερωτήματα σε σχέση με τα έγγραφα του διαγωνισμού ημερ. 09.07.2019, 12.07.2019, 19.07.2019 και 25.07.2019.

 

Στις 01.08.2019 ανοίχθηκε το κιβώτιο προσφορών και διαπιστώθηκε ότι είχαν υποβληθεί 6 προσφορές, μεταξύ αυτών, οι προσφορές της Αιτήτριας και του ΕΜ.

 

Η εισήγηση της Επιτροπής Αξιολόγησης σχετικά με τις προϋποθέσεις συμμετοχής και τις τεχνικές προσφορές όπως αυτή εκφράζεται μέσα από τη σχετική έκθεση αξιολόγησης εγκρίθηκε από το Συμβούλιο Προσφορών της Αναθέτουσας Αρχής στις 04.10.2019.

 

Στις 08.10.2019 ανοίχθηκαν οι οικονομικοί φάκελοι των προσφοροδοτών περιλαμβανομένων της Αιτήτριας και του ΕΜ.

 

Η Επιτροπή Αξιολόγησης ζήτησε από την Αιτήτρια με επιστολή της ημερομηνίας 09.10.2019 διευκρινίσεις σε σχέση με την ασυνήθιστα χαμηλή προσφορά. Η Αιτήτρια ανταποκρίθηκε απαντώντας με ηλεκτρονικό μήνυμα ημερομηνίας 15.10.2019.

 

Η εισήγηση της Επιτροπής Αξιολόγησης σχετικά με τις Οικονομικές προσφορές και την ανάθεση της σύμβασης στο ΕΜ έναντι συνολικού ποσού €260.000 πλέον ΦΠΑ όπως αυτή εκφράζεται μέσα από τη σχετική έκθεση αξιολόγησης ημερομηνίας 21.10.2019 εγκρίθηκε από το Συμβούλιο Προσφορών της Αναθέτουσας Αρχής στις 25.10.2019.

 

Τα αποτελέσματα του διαγωνισμού κοινοποιήθηκαν στους προσφοροδότες στις 29.10.2019. Η Αιτήτρια, η οποία κατετάγη δεύτερη στην αξιολόγηση, με ηλεκτρονικό της μήνυμα στις 11.11.2019 ζήτησε αναλυτική αξιολόγηση για τον διαγωνισμό και η Καθ’ ης η αίτηση την ενημέρωσε απαντώντας με επιστολή της ημερομηνίας 12.11.2019.

 

Με την παρούσα προσφυγή, η οποία καταχωρήθηκε στις 14.11.2019, η Αιτήτρια προσβάλλει την ως άνω απόφαση για την ανάθεση της σύμβασης στο ΕΜ έναντι συνολικού ποσού €260.000 πλέον ΦΠΑ, η οποία της κοινοποιήθηκε στις 29.10.2019.

 

Με τις αγορεύσεις των ευπαιδεύτων συνηγόρων της η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη έχει εκδοθεί υπό πλάνη και είναι αναιτιολόγητη και προϊόν πλημμελούς έρευνας, ότι παραβιάζει την αρχή της ίσης μεταχείρισης και το δικαίωμα ακρόασης της Αιτήτριας καθώς και τα άρθρα 50 και 51 του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 [Ν. 158(Ι)/1999] και τις εκεί προστατευόμενες αρχές της χρηστής διοίκησης, καλής πίστης και δικαιολογημένης εμπιστοσύνης. Οι Καθ’ ων η αίτηση και το ΕΜ, διά των αγορεύσεων των ευπαιδεύτων συνηγόρων τους υπεραμύνονται, βέβαια, της νομιμότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

Έχω μελετήσει τα εκατέρωθεν επιχειρήματα και καταλήγω στα ακόλουθα:

 

Οι ισχυρισμοί της Αιτήτριας ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιτιολόγητη, προϊόν πραγματικής πλάνης και πλημμελούς έρευνας, ότι παραβιάζει τα δικαιώματα προηγούμενης ακρόασης και ίσης μεταχείρισης (λόγοι ακύρωσης υπό 1, 2, 3 και 5) εδράζεται βασικά στην αντίληψη της Αιτήτριας ότι δεν ελήφθη υπόψη το περιεχόμενο της επιστολής της ημερ. 15.10.2019 με την οποία η Αιτήτρια απάντησε στο αίτημα παροχής διευκρινίσεων της Επιτροπής Αξιολόγησης ημερομηνίας 09.10.2019 σε σχέση με την τότε θεωρηθείσα ως ασυνήθιστα χαμηλή (οικονομική) προσφορά της. Η Αιτήτρια υποβάλει ότι η μη λήψη υπόψη της εν λόγω επιστολής της είχε ως συνέπεια την απόρριψη της προσφοράς της υπέρ του ΕΜ.

 

Ανατρέχοντας όμως στην Έκθεση Αξιολόγησης των Οικονομικών Προσφορών (Παράρτημα 12 στην Ένσταση-εφεξής «ΕΑΟΠ»), προκύπτει ότι η Επιτροπή Αξιολόγησης και ακολούθως το Συμβούλιο Προσφορών της Καθ’ ης η αίτηση εξέτασαν την εν λόγω επιστολή της Αιτήτριας και αποδέχθηκαν πλήρως τις εξηγήσεις που έδωσε με την εν λόγω απάντησή της σε σχέση με το ποσό της προσφοράς της. Δεδομένου ότι τα παρεχόμενα στοιχεία με την απάντησή της ημερομηνίας 15.10.2019 εξηγούσαν με ικανοποιητικό τρόπο το χαμηλό επίπεδο της τιμής και έγιναν αποδεκτά δεν χρειάστηκε η παροχή οποιωνδήποτε επιπλέον διευκρινήσεων ούτε τεκμηριώνεται ότι η προσφορά της Αιτήτριας απορρίφθηκε επειδή ήταν ασυνήθιστα χαμηλή. Ο λόγος που δεν επιλέγηκε ήταν επειδή έλαβε χαμηλότερη συνολική βαθμολογία από το ΕΜ, κρίθηκε δηλαδή ότι η προσφορά της δεν ήταν η πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη, βάση βέλτιστης σχέσης τιμής-ποιότητας.

 

Σύμφωνα με τα έγγραφα του επίδικου διαγωνισμού (αυτά βρίσκονται στο Παράρτημα 1 σε Ένσταση) το κριτήριο ανάθεσης ήταν η πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά βάση βέλτιστης σχέσης τιμής-ποιότητας. Η ανάθεση δηλαδή της σύμβασης δεν ήταν αποκλειστικά με βάση το κριτήριο της τιμής αλλά πέραν του κριτηρίου της τιμής λαμβάνονταν υπόψη και άλλα ποιοτικά κριτήρια που καθορίζονταν στα έγγραφα του διαγωνισμού.

 

Σχετικός είναι ο όρος 2.7 του Μέρους Α, στον οποίο προβλέπεται ότι: «2.7 Award Criterion: Most economically advantageous tender bases on the best price-quality ratio» και οι όροι 9.3-10.1 του Μέρους Α των Εγγράφων του Διαγωνισμού και του Εντύπου 10 των εγγράφων του διαγωνισμού, όπου καθορίζονται τα κριτήρια και η βαρύτητα που αποδίδεται στα ποιοτικά κριτήρια αλλά και στο κριτήριο της τιμής και αποτυπώνεται η διαδικασία αξιολόγησης/βαθμολόγησης των προσφορών και της κατάταξης τους.

 

Συνεπώς δε διαπιστώνω ότι η Καθ’ ης η αίτηση πλανήθηκε με οποιονδήποτε τρόπο ή διερεύνησε πλημμελώς την επιστολή της Αιτήτριας ημερομηνίας 15.10.2019 αλλά την έλαβε υπόψη και αναφέρθηκε μάλιστα σε αυτήν ρητώς ως σχολιάζω ειδικότερα πιο κάτω[1].

 

Δεδομένου μάλιστα ότι, στην παρούσα περίπτωση, η προσφορά της Αιτήτριας δεν απερρίφθη ως ασυνήθιστα χαμηλή, δε θεωρώ ούτε ότι όφειλε η Καθ’ ης η αίτηση να πράξει οτιδήποτε άλλο στα πλαίσια των εδαφίων (3) και (4) του άρθρου 69 του περί της Ρύθμισης των Διαδικασιών Σύναψης Δημοσίων Συμβάσεων και για Συναφή Θέματα Νόμου του 2016 (73(I)/2016), τα οποία επικαλείται η Αιτήτρια, εδάφια τα οποία θα «έμπαιναν στην εξίσωση» μόνον εάν η προσφορά της Αιτήτριας απερρίπτετο ως ασυνήθιστα χαμηλή.

 

 

Συναφώς, δε με βρίσκει σύμφωνο ούτε ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι αναιτιολόγητη κατ’ ισχυρισμό επειδή στην όλη αξιολόγηση δεν καταγράφεται o τρόπος εξαγωγής της βαθμολογίας ή επειδή η Καθ’ ης η αίτηση υιοθέτησε την Έκθεση Αξιολόγησης χωρίς ειδική αιτιολογία.

 

Όπως αναφέρεται στην παράγραφο 3.4 της Έκθεσης Αξιολόγησης των Τεχνικών Προσφορών (εφεξής «ΕΑΤΠ») (Παράρτημα 5 σε Ένσταση) η οποία υιοθετήθηκε από το Συμβούλιο Προσφορών κατά τη συνεδρία του ημερομηνίας 04.10.2019 (Παράρτημα 6 στην Ένσταση), η βαθμολόγηση των τεχνικών προσφορών έγινε με βάση τα κριτήρια που προβλέπονται στο Έντυπο 10 των Εγγράφων του Διαγωνισμού και τηρήθηκε η διαδικασία βαθμολόγησης που περιγράφεται στην παράγραφο 9.3 του Μέρους Α των εγγράφων του διαγωνισμού.

 

Τα σχετικά με την αξιολόγηση των τεχνικών προσφορών των προσφοροδοτών (περιλαμβανομένων της Αιτήτριας και του ΕΜ) αναφέρονται στις παραγράφους 3.3-3.5 της Έκθεσης Αξιολόγησης. Στην παράγραφο 3.4 της ΕΑΤΠ καταγράφεται αναλυτικά και επαρκώς η αιτιολόγηση της βαθμολογίας που δόθηκε σε κάθε επιμέρους κριτήριο για την τεχνική προσφορά τόσο της Αιτήτριας όσο και των υπόλοιπων προσφοροδοτών όπως αυτό απαιτείται στην παράγραφο 9.3.6 του Μέρους Α των εγγράφων του διαγωνισμού, η οποία προβλέπει:

 

The final Technical Offer will be entered in a special form by the Competent Body, with adequate justification of the mark”.

 

Στην παράγραφο 3.5 της ίδιας Έκθεσης Αξιολόγησης παρουσιάζεται o συγκεντρωτικός πίνακας με τις βαθμολογίες που έλαβε η κάθε προσφορά ανά κριτήριο και ο συνολικός βαθμός (Τ) Technical Evaluation Mark όπως προβλέπεται στην παράγραφο 9.3.5 του Μέρους Α των Εγγράφων του Διαγωνισμού (ο βαθμός Τ προ της στάθμισης, που θα αναφερθώ πιο κάτω). Η Αιτήτρια έλαβε βαθμό, (Τ) Technical Evaluation Mark 68, ενώ το ΕΜ έλαβε 96.

 

Στην παράγραφο 2 της ΕΑΟΠ, η οποία τελικώς υιοθετήθηκε από το Συμβούλιο Προσφορών κατά τη συνεδρία του ημερομηνίας 25.10.2019 (Παράρτημα 13 στην Ένσταση, Ερ. 328) υπάρχει πλήρης αιτιολόγηση της βαθμολογίας όλων των Οικονομικών Προσφορών [Βαθμός (C)] η οποία αποδόθηκε με βάση τη φόρμουλα που καθορίζεται στην παράγραφο 9.4.4 του Μέρους Α των εγγράφων του διαγωνισμού και της τελικής βαθμολογίας των προσφορών [Βαθμός (L)] η οποία αποδόθηκε με βάση τη φόρμουλα που καθορίζεται στην παράγραφο 9.6 του Μέρους Α των Εγγράφων του Διαγωνισμού (Παράρτημα 1 στην Ένσταση).

 

Στη σελίδα 3 της ΕΑΟΠ παρατίθεται ο Πίνακας Βαθμολογιών με όλα τα δεδομένα που λήφθηκαν υπόψη για την εφαρμογή της φόρμουλας εξαγωγής των βαθμολογιών των Οικονομικών Προσφορών (Βαθμός C) και των τελικών βαθμολογιών (Βαθμός L) ώστε να φαίνεται πως προέκυψε η βαθμολογία έκαστου προσφοροδότη. Μάλιστα για το ζήτημα της οικονομικής προσφοράς της Αιτήτριας, με παραπομπή στην Επιστολή της ημερομηνίας 15.10.2009, στην παράγραφο 2 της ΕΑΟΠ αναφέρονται τα ακόλουθα:

 

«Η Επιτροπή Αξιολόγησης βάσει της παραγράφου 9.4.3 του Μέρους Α των Εγγράφων του Διαγωνισμού προχώρησε με επιστολή της ημερομηνίας 9/10/2019 (ερ.338-337) σε διερεύνηση ασυνήθιστα χαμηλής οικονομικής προσφοράς του προσφέροντα lnterforma Gmbh. Ο προσφέροντας ανταποκρίθηκε εντός του χρονικού πλαισίου που τέθηκε και με την ηλ. μήνυμα ημερομηνίας 15/10/2019 (ερ. 342-340) και επεξήγησε τη σύνθεση της οικονομικής του προσφοράς. Η Επιτροπή Αξιολόγησης κρίνει ότι οι επεξηγήσεις του προσφέροντα δικαιολογούν τη τιμή της προσφοράς του».

 

Με βάση την πιο πάνω αναφορά στην ΕΑΟΠ προκύπτει ότι η Επιτροπή Αξιολόγησης αποδέχτηκε την τιμή της προσφοράς της Αιτήτριας που ήταν €217.600 και άρα ουδόλως απέρριψε την προσφορά της ως ασυνήθιστα χαμηλή. Ως άλλωστε φαίνεται και στον Πίνακα Βαθμολογιών της ΕΑΟΠ (σελ. 3) η τιμή της Αιτήτριας €217.600 λήφθηκε υπόψη για την εφαρμογή της φόρμουλας για την εξαγωγή της βαθμολογίας των Οικονομικών Προσφορών (Βαθμός C) σύμφωνα με τις πρόνοιες της παραγράφου 9.4.4 του Μέρους Α των εγγράφων του διαγωνισμού και συνεπακόλουθα επηρέασε και την τελική βαθμολογία της προσφοράς (Βαθμός L) σύμφωνα με τις πρόνοιες της παραγράφου 9.6.1 (Παράρτημα 1 στην Ένσταση), με αποτέλεσμα η πρόσφορά της Αιτήτριας να είναι αυτή με τη χαμηλότερη τιμή €217.600 και ως εκ τούτου όπως φαίνεται στον Πίνακα Βαθμολογιών της ΕΑΟΠ (σελ. 3) η οικονομική της προσφορά έλαβε τον μέγιστο βαθμό που είναι δυνατό να λάβει με βάση τα έγγραφα του διαγωνισμού δηλαδή, κατόπιν της στάθμισης της σχετικής φόρμουλας με το 40%, βαθμό 40. Τον μεγαλύτερο δηλαδή βαθμό από όλους τους προσφοροδότες.

 

Η Αιτήτρια όμως, όπως φαίνεται στον Πίνακα Βαθμολογιών της ΕΑΟΠ (σελ. 3) έλαβε Τελικό βαθμό L (Final Mark) 80,80 (C 40+ T 40,80) και δεν επιλέγην αφού το Ενδιαφερόμενο Μέρος έλαβε το μεγαλύτερο βαθμό L (Final Mark) 91,08, το οποίο ήταν ακριβώς το αποτέλεσμα της σημαντικά υψηλότερης βαθμολόγησης επί της τεχνικής του προσφοράς (57,6 του ΕΜ έναντι 40,80 της Αιτήτριας[2]). Σύμφωνα δε με τις παραγράφους 9.6.2 και 10.1 του Μέρους Α των Εγγράφων του Διαγωνισμού η σύμβαση ανατίθεται στον προσφέροντα με τον μεγαλύτερο βαθμό L (Final Mark) του οποίου η προσφορά θεωρείται ως «Most advantageous Tender based on best price- quality ratio».

 

Συνεπώς δεν ευσταθεί ο ισχυρισμός της Αιτήτριας ότι η προσφορά της απορρίφθηκε επειδή δεν έγιναν αποδεκτές ή δεν εξετάστηκαν οι εξηγήσεις που έδωσε με την επιστολή της ημερομηνίας 15.10.2019. Οι εν λόγω εξηγήσεις εξετάστηκαν και έγιναν αποδεκτές και η προσφορά της δεν απορρίφθηκε επειδή ήταν ασυνήθιστα χαμηλή. Απορρίφθηκε επειδή δεν έλαβε τη μεγαλύτερη τελική βαθμολογία αλλά κατετάγη δεύτερη μετά την προσφορά του ΕΜ.

 

Από τα δε ενώπιόν μου δεδομένα, η Καθ’ ης η αίτηση, μέσω της υιοθέτησης της Έκθεσης Αξιολόγησης, αιτιολόγησε επαρκώς τόσο την οικονομική όσο και τεχνική αξιολόγηση των προσφορών στη βάση των όρων του επίδικου διαγωνισμού, εφαρμόζοντας τα κριτήρια και τις φόρμουλες, που αυτός προέβλεπε. Περαιτέρω, πέραν από τα όσα ΕΑΤΠ και ΕΑΟΠ ανέφεραν και αποτελούν μέρος του διοικητικού φακέλου, στην Αιτήτρια γνωστοποιήθηκαν ικανοποιητικώς και άμεσα οι λόγοι επιλογής της προσφοράς του ΕΜ έναντι της Αιτήτριας με την επιστολή ημερομηνίας 29.10.2019 (Παράρτημα 18 σε Ένσταση). Με τη δε επιστολή ημερομηνίας 12.11.2019 (Παράρτημα 23 σε Ένσταση), η οποία μάλιστα απεστάλη στην Αιτήτρια την αμέσως επόμενη ημέρα που η Αιτήτρια το ζήτησε με επιστολή της ημερομηνίας 11.11.2019, παρατίθεται και η πλήρης αιτιολογία της βαθμολογίας της προσφοράς ανά κριτήριο αξιολόγησης (ως αυτή καταγράφηκε άλλωστε και στην ΕΑΤΠ ήτοι τα έρ. 289-283) και η κατάταξή της προσφοράς της.

 

 

Είναι δε επιτρεπτό, η Καθ΄ ης η αίτηση, ως αποφασίζον όργανο να υιοθετεί, χωρίς οποιαδήποτε περαιτέρω αιτιολογία την (επαρκώς αιτιολογημένη ως έχω ήδη καθορίσει) εισήγηση της Επιτροπής Αξιολόγησης και δεν απαιτείτο να πράξει οτιδήποτε άλλο λόγω της επιστολής της Αιτήτριας ημερομηνίας 15.10.2019, η οποία είχε ήδη ληφθεί υπόψη με θετικό για την Αιτήτρια αποτέλεσμα από την Επιτροπή Αξιολόγησης. Σχετική για το ζήτημα της υιοθέτησης της εισήγησης της επιτροπής αξιολόγησης από το αποφασίζον όργανο (συμβούλιο προσφορών), είναι η πρόσφατη απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Αναθεωρητική Έφεση Αρ.42/2015 Κοινοπραξία ADT - ΩΜΕΓΑ Α.Τ.Ε. κ.α. v. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπουργείου Συγκοινωνίων και Έργων ημερ. 12.01.2022 στην οποία αναφέρθηκε:

 

Με το λόγο έφεσης 6 προσβάλλεται ως εσφαλμένη η απόρριψη της θέσης για ανεπαρκή αιτιολογία και έλλειψη δέουσας έρευνας εκ μέρους του Συμβουλίου Προσφορών και απεμπόληση εκ μέρους του της εξουσίας του.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο είχε αποφανθεί ότι:

 

«Προκύπτει συνεπώς ότι το Συμβούλιο δεν προσυπέγραψε απλώς την έκθεση της Επιτροπής χωρίς άνευ ετέρου περαιτέρω εξέταση.  Το Συμβούλιο δεν αποποιήθηκε των καθηκόντων του να εξετάσει και η υιοθέτηση της θέσης της Επιτροπής δεν εξισώνεται με απλή επικύρωση.  Αποτελεί δυνατότητα η αναζήτηση γνώμης από άλλο συμβουλευτικό ή αξιολογόν όργανο, αλλά η απόφαση παραμένει πάντοτε στους ώμους του καθ΄ αυτού αρμοδίου οργάνου.  Η υιοθέτηση γνωμοδότησης ή εδώ της έκθεσης της Επιτροπής Αξιολόγησης ουδόλως απαγορεύεται, έστω και αν η αιτιολογία είναι σύντομος, (Κατσούρα ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1728).  Θεωρείται πάντοτε δε ότι η υιοθέτηση έκθεσης καθιστά την αιτιολογία της τελευταίας μέρος της απόφασης, (Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου Επικρατείας (1929-1959), σελ. 193)».

 

Στην Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270, 273,  αναφέρθηκε ότι:

 

«Αιτιολογία μιας διοικητικής πράξεως αποτελεί την έκθεση των πραγματικών και νομικών λόγων που οδήγησαν τη διοίκηση στην απόφαση της καθώς και παράθεση των κριτηρίων βάσει των οποίων άσκησε η διοίκηση τη διακριτική της ευχέρεια. Η ανάγκη της αιτιολογίας των ατομικών διοικητικών πράξεων απορρέει από την έννοια του κράτους δικαίου. Εκ της φύσεως τους αιτιολογητέες είναι όλες οι πράξεις των οποίων ο έλεγχος είναι αδύνατος ή ατελής χωρίς την αναφορά των λόγων που τις στηρίζουν. Γενικά, αιτιολογία που δεν παρέχει στον δικαστή τα απαραίτητα ειδικά και συγκεκριμένα στοιχεία για την διακρίβωση της νομιμότητας της διοικητικής πράξης ή είναι τόσο αόριστη και ασαφής ώστε να καθιστά ανέφικτο τον δικαστικό έλεγχο, δεν είναι νόμιμη και οδηγεί στην ακύρωση της πράξης (Βλ. Κυριακίδης κ.ά. v. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 298, Δημοκρατία v. Χατζηγεωργίου (1994) 3 Α.Α.Δ. 574 και Δαγτόγλου, Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, 3η έκδοση, 1992, παρα. 636, 646 και 647).

 

Τότε μόνον είναι νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένη η διοικητική πράξη όταν παρέχεται στον ακυρωτικό δικαστή η δυνατότης να αντιληφθή επί τη βάσει ποιών στοιχείων κατέληξε η Διοίκηση στο συμπέρασμα που έγινε δεκτό (Βλ. Ιωάννη Σαρμά, Η Συνταγματική και Διοικητική Νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, σελ. 130).

 

Το κατά πόσο μια διοικητική πράξη είναι αιτιολογημένη ή όχι εξαρτάται από τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά της (Βλ. Πισσάς v. Δημοκρατίας (1974) 3 Α.Α.Δ. 476).

 

Η αιτιολογία δεν πρέπει να περιορίζεται σε γενικούς χαρακτηρισμούς που μπορούν να εφαρμοσθούν σε κάθε περίπτωση και δεν πρέπει να επαναλαμβάνει τις διατάξεις του Νόμου. Η επανάληψη των γενικών όρων του Νόμου ισοδυναμεί με ανύπαρκτη αιτιολογία. "Καθιστά αναιτιολόγητον την πράξιν αιτιολογία αόριστος καθιστώσα αδύνατον τον δικαστικόν αυτής έλεγχον, μή εκθέτουσα τα γεγονότα, εξ ών εμορφώθη, η κρίσις της Διοικήσεως, ή δυναμένη να εφαρμοσθή εις πάσαν περίπτωσιν" (Βλ. Πορίσματα Νομολογίας (πιο πάνω), σελ. 186-87, Πιπερίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 134, 141 και Κυριακίδης (πιο πάνω))».

 

 

Το Συμβούλιο Προσφορών υιοθέτησε τη θέση της Επιτροπής Αξιολόγησης.  Τέτοια εξέλιξη ήταν επιτρεπτή και δεν συνιστά απεμπόληση από το Συμβούλιο της εξουσίας του ή αποποίηση για την άσκηση της και εκτέλεση του καθήκοντος με το οποίο ήταν επιφορτισμένο (Κωνσταντινίδης κ.ά. ν. Συμβ. Βελτ. Στροβόλου κ.ά. (1990) 3(Β) Α.Α.Δ. 1544).  Η υιοθέτηση έγινε «με βάση την τεκμηρίωση που γίνεται στην έκθεση επαναξιολόγησης».  Επομένως, κατά πόσο η απόφαση του Συμβουλίου ήταν επαρκώς αιτιολογημένη εξαρτάται από το κατά πόσο η τεκμηρίωση στην Έκθεση της Επιτροπής Αξιολόγησης ήταν τέτοια.

 

Παράλληλα των πιο πάνω, δεν τίθεται ζήτημα αγνόησης της επιστολής της Αιτήτριας ημερομηνίας 15.10.2019, η οποία να έδιδε έρεισμα για παράβαση του δικαιώματος ακρόασης της, ως ο συναφής ισχυρισμός της Αιτήτριας. Εκτός από το ότι κατά κανόνα, το πεδίο των δημόσιων συμβάσεων δεν προσφέρεται για εφαρμογή του δικαιώματος ακρόασης [G.P. Iron & Wood Makers Ltd v. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 155], είναι σε κάθε περίπτωση σαφές ότι η Επιτροπή Αξιολόγησης εξέτασε την επιστολή αυτή και την αποδέχτηκε με αποτέλεσμα η οικονομική προσφορά της Αιτήτριας να λάβει την υψηλότερη βαθμολογία. Όμως αυτό δεν αρκούσε για να της κατακυρωθεί ο διαγωνισμός δεδομένου ότι το κριτήριο για κατακύρωσή του δεν ήταν η οικονομικότερη προσφορά από άποψη τιμής μόνον, αλλά η συμφερότερη προσφορά από άποψης τιμής και ποιότητας.

 

Δεδομένων των πιο πάνω, δεν ευσταθούν και ως εκ τούτου απορρίπτονται οι ισχυρισμοί της Αιτήτριας περί πλάνης, πλημμελούς αιτιολογίας, παράβασης δικαιώματος ακρόασης αλλά και άνισης μεταχείρισης, ισχυρισμός, ο οποίος σε κάθε περίπτωση ηγέρθη με δεδομένη τη θεώρηση της Αιτήτριας ότι δεν λήφθηκε υπόψη η επιστολή της ημερομηνίας 15.10.2019, θέση την οποία, από τα ενώπιόν μου δεδομένα, έχω ήδη κρίνει ως αβάσιμη.

 

Είναι τέλος ισχυρισμός της Αιτήτριας (λόγος ακύρωσης αρ. 4) ότι η προσβαλλόμενη απόφαση παραβιάζει τα άρθρα 50 και 51 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαστηρίου Νόμου, την αρχή της καλής πίστης, της χρηστής διοίκησης και δικαιολογημένης εμπιστοσύνης. Υπό τα ως άνω δεδομένα, τα οποία ανέφερα αποφασίζοντας τους υπόλοιπους λόγους ακύρωσης, δεν ευσταθεί ούτε ο ισχυρισμός αυτός της Αιτήτριας, ο οποίος εν πάση περιπτώσει δεν αναπτύσσεται με υπόδειξη οποιασδήποτε κακόπιστης ή αντιφατικής συμπεριφοράς της Καθ’ ης η αίτηση, η οποία να παραβιάζει τη δικαιολογημένη εμπιστοσύνη της Αιτήτριας ή γενικώς τις ως άνω αρχές καθ’ οιονδήποτε τρόπο.

 

Ως εκ των ανωτέρω καταλήγω ότι, η προσβαλλόμενη πράξη είναι νόμιμη και επαρκώς αιτιολογημένη και άρα η προσφυγή απορρίπτεται με 2.000 ευρώ έξοδα υπέρ της Καθ’ ης η αίτηση και εναντίον της Αιτήτριας.

 

Η προσβαλλόμενη πράξη επικυρώνεται.

 

Φ. Καμένος, ΔΔΔ



[1] Αναφορικά με τον λόγο ακύρωσης περί πλημμελούς αιτιολογίας.

[2] Ο βαθμός «C» της Αιτήτριας ήταν το μάξιμουμ 100 κατ' εφαρμογή της φόρμουλας της παραγράφου 9.4.4 και σταθμίστηκε με 40% κατ' εφαρμογή της φόρμουλας της παραγράφου 9.6.1 και άρα ήταν το μάξιμουμ 40. Ως  βαθμό Τεχνικής Προσφοράς «Τ» η Αιτήτρια έλαβε 68, το οποίο κατ’ εφαρμογή της φόρμουλας της παραγράφου 9.6.1 σταθμίστηκε με 60% και άρα έγινε 40,80. To άθροισμα τους ήταν ακριβώς το (L) 80,80. Με την εφαρμογή των εν λόγω φόρμουλων στην προσφορά του ΕΜ, βγήκε το τελικό αποτέλεσμα (L) 91,08 (C 33,48 + T 57,60).


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο