ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ 

                                       

(Υπόθεση Αρ. 864/2021)

 

  13 Ιουνίου 2024

 

[ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Πρόεδρος]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

                                              Ε. Τ.                                                                                                                         Αιτήτρια

                                                  ΚΑΙ

 

         ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΑΙΕΥΤΙΚΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

 

 

Καθ’ ων  η Αίτηση

 

Ν. Καλλής, για Δημήτρης Παναούτας & Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για Αιτήτρια

Μ. Καλογήρου, για Χρίστο Μ. Τριανταφυλλίδη, για Καθ’ ων η Αίτηση

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Π.Δ.Δ.: Με την υπό εξέταση προσφυγή, η αιτήτρια ζητεί-

«Δήλωση και/ή απόφαση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ’ ων η Αίτηση η οποία γνωστοποιήθηκε στην Αιτήτρια μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου με επιστολή τους ημερομηνίας 20.4.2021 την οποία παρέλαβε μέσω email στις 24.6.21, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα της για εγγραφή στο Μητρώο Νοσηλευτών Γενικής Νοσηλευτικής, το οποίο υποβλήθηκε με επιστολή της Αιτήτριας, είναι άκυρη, παράνομη και στερείται κάθε εννόμου αποτελέσματος».

 

Η αιτήτρια υπέβαλε αίτηση εγγραφής στο Μητρώο Νοσηλευτών Γενικής Νοσηλευτικής, ημερομηνίας 19.1.2021. Καθότι η εν λόγω αίτηση κρίθηκε από τους καθ’ ων η αίτηση ελλιπής ως προς τα επισυνημμένα σε αυτήν πιστοποιητικά, η αιτήτρια κλήθηκε και όντως υπέβαλε στις 9.3.2021 συμπληρωματικά στοιχεία που της είχαν ζητηθεί, περιλαμβανομένου του αναλυτικού προγράμματος των σπουδών της, μεταφρασμένο στα Ελληνικά, και του ανανεωμένου επίσημου εγγράφου ταυτοποίησής της.

 

Στη συνεδρία του, ημερομηνίας 9.4.2021, το Συμβούλιο Νοσηλευτικής και Μαιευτικής Κύπρου («το Συμβούλιο») εξέτασε την αίτηση της αιτήτριας και αποφάσισε την απόρριψή της, καθότι, ως αναφέρεται στο σχετικό πρακτικό, το πρόγραμμα σπουδών της αιτήτριας ήταν διετές, ελλιπές και δεν βρισκόταν σε συμβατότητα με τις πρόνοιες της οικείας νομοθεσίας. Αυτά αναφέρθηκαν και στην επιστολή του Συμβουλίου προς την αιτήτρια, ημερομηνίας 20.4.2021 (παράρτημα Α στο δικόγραφο της ένστασης).

 

Στις 24.6.2021, η προαναφερθείσα επιστολή και η εκεί περιεχόμενη απορριπτική απόφαση απεστάλη εκ νέου από το Συμβούλιο στην αιτήτρια, μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, εφόσον, ως είχε ισχυριστεί η αιτήτρια, δεν είχε λάβει την αρχική επιστολή ημερομηνίας 20.4.2021.

 

Στις 5.8.2021, καταχωρήθηκε η υπό κρίση προσφυγή.

 

Πριν από την εξέταση των εγειρόμενων λόγων ακύρωσης που προωθούνται, προέχει η εξέταση του ζητήματος της εμπρόθεσμης ή μη καταχώρησης της προσφυγής, το οποίο ήγειρε δια του δικογράφου της ένστασης της και προώθησε περαιτέρω δια της γραπτής της αγόρευσης η πλευρά των καθ’ ων η αίτηση.

 

Όπως έχει κατ’ επανάληψη νομολογηθεί, το ζήτημα της προθεσμίας των 75 ημερών που θέτει το Άρθρο 146.3 του Συντάγματος προς καταχώρηση της αίτησης ακυρώσεως είναι τόσο σημαντικό, που το Δικαστήριο έχει εξουσία να εγείρει τούτο και αυτεπάγγελτα (Αθηνά Τουμάζου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 345/2003, ημερ. 14.6.2004, L΄Union Nationale (Tourism and Sea Resort) Ltd ν. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Λεμεσού-Αμαθούντος (1998) 3 Α.Α.Δ. 513). Η εξέταση του εν λόγω ζητήματος προέχει της εξέτασης οποιουδήποτε άλλου ισχυρισμού, αφού, εάν η προσφυγή όντως κριθεί εκπρόθεσμη, τότε οποιοσδήποτε άλλος εγειρόμενος ισχυρισμός και προβαλλόμενος λόγος ακύρωσης παύει να έχει οποιαδήποτε σημασία, ως λογικά ακολουθών το εμπρόθεσμο της προσφυγής (βλ. Μιχάλης Χάλιου ν. Της Κυπριακής Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 435/2008, ημερ. 5.3.2010 και τις αποφάσεις του παρόντος Δικαστηρίου στην Γεωργίου κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1651/2015, ημερ. 6.11.2019, CHRISTOS M. CHARALAMBOUS DEVELOPERS LTD ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1429/2016, ημερ. 14.2.2020 και Τσιγαρίδα ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1945/2018, ημερ. 8.10.2020).

 

Κατά πάγια νομολογία, η προθεσμία των 75 ημερών  πρέπει να τηρείται αυστηρά, αποτελούσα ζήτημα δημοσίας τάξεως, είναι δε αυτή ανατρεπτική, ώστε η μη καταχώρηση της αιτήσεως ακυρώσεως εντός του επιτρεπόμενου χρόνου να την καθιστά απαράδεκτη (βλ. Potamitis v. Water Board of Limassol (1985) 3 C.L.R. 260, Τάκη ν. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 4 και Γανωματής ν. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 133). 

 

Κατά κανόνα, προσφυγές που καταχωρούνται εκτός της προβλεπόμενης από το Σύνταγμα προθεσμίας των 75  ημερών, είναι απαράδεκτες και θα πρέπει να απορρίπτονται. Σε περιπτώσεις όπως η υπό εξέταση, η προθεσμία αρχίζει από την ημέρα που η επίδικη απόφαση περιέρχεται εις γνώση του διοικούμενου.

 

Όπως έχει κατ’ επανάληψη αποφασιστεί, εξαίρεση του κανόνα ότι το βάρος απόδειξης περί του εκπροθέσμου προσφυγής το φέρει εκείνος που το επικαλείται, αποτελεί η περίπτωση της καταχώρησης της προσφυγής μετά την πάροδο αρκετών ημερών από τη λήξη της κανονικής προθεσμίας, οπότε εναπόκειται σε εκείνον που προβάλλει τον ισχυρισμό ότι έλαβε καθυστερημένα γνώση της διοικητικής πράξης, να τον αποδείξει (Γιώργος Φάντης ν. Ε.Τ.Ε.Κ., Υποθ. Αρ. 131/2010, ημερ. 12.11.2012). Σύμφωνα, περαιτέρω, με τη νομολογία, εναπόκειται σε έναν αιτητή να αποδείξει ότι παρέλαβε και/ή έλαβε γνώση της διοικητικής πράξης καθυστερημένα, έξω δηλαδή από την προθεσμία. Εκείνος που προβάλλει έναν τέτοιο  ισχυρισμό, θα πρέπει και να τον τεκμηριώσει (Αντώνιος Πατάτας ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 248, HadjiGavriel v. Republic (1986) 3(A) C.L.R. 52).

 

Στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην NAPA MERMAID HOTEL AND SUITES LTD ν. Δήμου Αγίας Νάπας, Υποθ. Αρ. 6435/2013, ημερ. 18.12.2015, όπου εξετάστηκε παρόμοιο θέμα, το Δικαστήριο, με εκτενή αναφορά στην ημεδαπή νομολογία, επεσήμανε τα εξής σχετικά με το υπό συζήτηση ζήτημα:

 

«Η νομολογία, όπως ήδη αναφέρθηκε, είναι ευθυγραμμισμένη στο ότι εφόσον εκ πρώτης όψεως η προσφυγή φαίνεται να έχει καταχωρηθεί εκτός του χρονικού πλαισίου των 75 ημερών, τότε είναι ο αιτητής που  θα πρέπει να αποδείξει ότι έλαβε την προσβαλλόμενη διοικητική πράξη καθυστερημένα ή και καθόλου».

 

Για να συνεχίσει πιο κάτω:

«Δεν ζητήθηκε η προσαγωγή μαρτυρίας από τους αιτητές. Αν υπήρχαν δεδομένα που οι αιτητές είχαν υπόψη τους που να υποστήριζαν, αν όχι να αποδείκνυαν, τον ισχυρισμό ότι παρέλαβαν την προσβαλλόμενη πράξη μόλις στις 12.9.2013, όφειλαν να τα παρουσιάσουν ώστε να έθεταν τουλάχιστον εν αμφιβόλω τη θέση του Δήμου Αγίας Νάπας ότι εφόσον απεστάλη η ειδοποίηση με το σύνηθες ταχυδρομείο αυτή τεκμαίρεται ότι παρελήφθη έγκαιρα από τους αιτητές. Τότε θα ήταν που θα λειτουργούσε η οποιαδήποτε αμφιβολία υπέρ τους.».

 

Λαμβανομένων υπόψη των πιο πάνω, το πρώτο που θα πρέπει να επισημανθεί εν προκειμένω, είναι ότι από κανένα σημείο της ίδιας της επίδικης επιστολής ημερομηνίας 20.4.2021, ούτε και από τον διοικητικό φάκελο προκύπτει ότι η εν λόγω επιστολή πράγματι ταχυδρομήθηκε στην αιτήτρια, ως ο συνήγορος των καθ’ ων η αίτηση διατείνεται. Με αποτέλεσμα να μην εφαρμόζεται το τεκμήριο αποστολής της και παραλαβής της από τον αποδέκτη, επειδή αυτή δεν επεστράφη, ως προβάλλει ο κ. Καλογήρου. Επιπρόσθετα, δεν με βρίσκει σύμφωνο ούτε η εισήγηση του συνηγόρου των καθ’ ων η αίτηση ότι η αιτήτρια, η οποία έφερε πλέον το σχετικό βάρος απόδειξης, δεν προέβη στο κατάλληλο δικονομικό διάβημα, προφανώς σε αίτηση προσαγωγής μαρτυρίας, προκειμένου να στοιχειοθετήσει τον ισχυρισμό της ότι έλαβε για πρώτη φορά γνώση της επίδικης επιστολής δια της αποστολής της εν λόγω επιστολής σε αυτήν μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, στις 24.6.2021. Και τούτο, καθότι η ίδια η πλευρά των καθ’ ων η αίτηση, δια του παραρτήματος Ε της ένστασής τους και το εκεί περιεχόμενο ηλεκτρονικό μήνυμα προς την αιτήτρια, ημερομηνίας 24.6.2021, το οποίο και συνοδεύει την εκ νέου αποστολή της επίδικης επιστολής σε αυτήν μέσω του προαναφερθέντος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, αναφέρει αυτό που ισχυρίζεται η αιτήτρια, ότι δηλαδή αυτή δεν είχε ποτέ προηγουμένως παραλάβει την επιστολή ημερομηνίας 20.4.2021. Με τα όσα αναφέρονται στο εν λόγω ηλεκτρονικό μήνυμα, οι καθ’ ων η αίτηση φαίνεται να αποδέχονται τον συγκεκριμένο ισχυρισμό της αιτήτριας και, εν πάση περιπτώσει, αποστέλλοντας εκ νέου την επίδικη επιστολή «για τις δικές της ενέργειες», όπως ρητά αναφέρουν, εκκινεί ουσιαστικά η προθεσμία της αιτήτριας για να προβεί στις ενέργειές της, περιλαμβανομένης βεβαίως και της δυνατότητας αμφισβήτησης της επίδικης απόφασης δια της καταχώρησης προσφυγής.

 

Ενόψει των πιο πάνω, η προδικαστική ένσταση κρίνεται αβάσιμη και απορρίπτεται. Θεωρείται δε ως ημερομηνία που η αιτήτρια έλαβε γνώση της επίδικης απορριπτικής απόφασης, η 24.6.2021 και, συνακόλουθα, η προσφυγή θεωρείται εμπρόθεσμη.

 

Προχωρώντας στην εξέταση του πρώτου εγειρόμενου λόγου ακύρωσης που προωθείται, διαπιστώνω ότι αυτός ευσταθεί. Σύμφωνα με τα όσα ισχυρίζεται η πλευρά της αιτήτριας, η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει λόγω ελλιπούς και/ή ανεπαρκούς αιτιολόγησής της. Όπως καταγράφεται στο σχετικό πρακτικό της συνεδρίας του Συμβουλίου, ημερομηνίας 9.4.2021, το αίτημα της αιτήτριας δεν εγκρίθηκε, καθότι διαπιστώθηκε ότι «το πρόγραμμα σπουδών είναι διετές, ελλιπές και δεν συνάδει με τις πρόνοιες της ισχύουσας νομοθεσίας». Το ίδιο λεκτικό χρησιμοποιήθηκε και στην επίδικη επιστολή ημερομηνίας 20.4.2021. Ωστόσο, από το σώμα της επίδικης απόφασης, ως αυτή περιέχεται στην επιστολή ημερομηνίας 20.4.2021, αλλά και από το προαναφερθέν πρακτικό της συνεδρίας του Συμβουλίου (παράρτημα Δ στην ένσταση), απουσιάζει παντελώς οποιαδήποτε αναφορά στη νομική βάση λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης. Εύλογα λοιπόν προκύπτει το ερώτημα ποια είναι η σχετική και/ή η «ισχύουσα», ως αναφέρεται από τους καθ’ ων η αίτηση, νομοθεσία, στη βάση της οποίας ενήργησε εν προκειμένω το Συμβούλιο και αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης της αιτήτριας.

 

Η συμπερίληψη της νομικής βάσης στο σώμα της επίδικης απόφασης, καθίστατο επιτακτική, προκειμένου να καταστεί εφικτή η διενέργεια του απαιτούμενου δικαστικού ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης, ως η νομολογία πάγια και διαχρονικά απαιτεί (L.A.S. BOATING LTD, ν. Δημοκρατίας, ΕΔΔ 37/2017, ημερ. 26.10.2023, Στέφανος Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270). Η παντελής απουσία αναφοράς σε οποιαδήποτε διάταξη νόμου, δυνάμει της οποίας λήφθηκε η επίδικη απόφαση, στοιχειοθετεί λόγο ακύρωσης περί έλλειψης επαρκούς και/ή της δέουσας αιτιολογίας της προσβαλλόμενης πράξης (βλ. και την απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου στην ROYAL RIS RESTAURANTS LTD ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 316/2021, ημερ. 6.3.2024).

 

Δεν παραγνωρίζω ότι οι καθ’ ων η αίτηση αναφέρονται στην ένστασή τους, στον περί Νοσηλευτικής και Μαιευτικής Νόμο (Ν.214/1988), χωρίς βεβαίως οποιαδήποτε περαιτέρω συγκεκριμενοποίηση, προκειμένου να επιχειρηματολογήσουν υπέρ της νομιμότητας των ενεργειών της Διοίκησης. Καμία δε αναφορά επί του θέματος δεν γίνεται στην γραπτή τους αγόρευση, στο πλαίσιο αντίκρουσης του συγκεκριμένου λόγου ακύρωσης. Εν πάση δε περιπτώσει, και πέραν της προαναφερθείσας γενικόλογης αναφοράς που περιέχεται στο δικόγραφο της ένστασης, θα πρέπει να επισημανθεί ότι η εν λόγω αναφορά συνιστά απόπειρα εισαγωγής αιτιολογίας εκ των υστέρων, η οποία βεβαίως και είναι ανεπίτρεπτη. Κατά πάγια νομολογία, η αιτιολογία της διοικητικής πράξης θα πρέπει να δίδεται κατά το χρόνο λήψης και/ή έκδοσης της εν λόγω πράξης από το αρμόδιο διοικητικό όργανο και ισχυρισμοί που προβάλλονται εκ των υστέρων από τους δικηγόρους δεν μπορούν να αποτελέσουν μέρος της αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης (βλ. Στέφανος Φράγκου, ανωτέρω, Ελπινίκη Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 4104, Μαρούλλα Αχιλλέως ν. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 565 και Χριστίνα Τσιαντή κ.α. ν. Διευθυντή Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως (2008) 4 Α.Α.Δ. 824, καθώς και τις αποφάσεις του παρόντος Δικαστηρίου στην C. LIASIDES EXHIBITIONWISE LTD ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 230/2018, ημερ. 9.9.2022 και MENDEL CENTER FOR BIOMEDICAL SCIENCES ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 412/2018, ημερ. 10.5.2022).

 

Έχει κατ’ επανάληψη νομολογηθεί η ανάγκη για σαφή αιτιολόγηση της διοικητικής πράξης, ούτως ώστε να μην αφήνονται αμφιβολίες ως προς το ποιος ήταν ο πραγματικός λόγος που οδήγησε το διοικητικό όργανο στη λήψη της απόφασης (βλ. και άρθρο 28(1) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου, Ν.158(Ι)/1999). Θα πρέπει, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει εν προκειμένω, να παρατίθενται όχι μόνο οι πραγματικοί, αλλά και οι νομικοί λόγοι που αποτέλεσαν το έρεισμα της διοικητικής απόφασης (Φράγκου, ανωτέρω). Αντίθετα, αιτιολογία που διατυπώνεται κατά τρόπο γενικό και αόριστο, ούτως ώστε να μην προκύπτει πως και στη βάση ποίων νομοθετικών/κανονιστικών διατάξεων διαμορφώθηκε η κρίση της Διοίκησης, είναι αόριστη και ελλιπής, εφόσον το Δικαστήριο δεν έχει στη διάθεσή του συγκεκριμένα στοιχεία επιδεκτικά δικαστικής εκτίμησης και άσκησης δικαστικού ελέγχου (Χρίστος Πετρώνδας ν. Δημοκρατίας (1969) 3 Α.Α.Δ. 214, Παπαγεωργίου ν. Δημοκρατίας (1984) 3 Α.Α.Δ. 1348). Απαιτείτο, εν προκειμένω, στο σώμα της επίδικης απόφασης, ή έστω στο πρακτικό της συνεδρίας λήψης της επίδικης απόφασης, ρητή και σαφής συμπερίληψη των διατάξεων του νόμου, στη βάση των οποίων ενήργησαν οι καθ’ ων η αίτηση και έλαβαν την επίδικη απόφαση, προκειμένου να διαπιστωθεί η ορθή υπαγωγή σε αυτές των γεγονότων της παρούσας υπόθεσης και να καταστεί αντιληπτό το σκεπτικό και/ή ο συλλογισμός της Διοίκησης, επιτρέποντας ωσαύτως τη διενέργεια του απαιτούμενου δικαστικού ελέγχου.

 

Τα όσα αναφέρονται στην επιστολή ημερομηνίας 20.4.2021, όπου και περιέχεται η επίδικη απόφαση, αλλά και στο πρακτικό της συνεδρίας ημερομηνίας 9.4.2021, δεν ανταποκρίνονται στις πιο πάνω επιταγές περί δέουσας αιτιολογίας, με αποτέλεσμα να παρατηρείται κενό αιτιολόγησης της προσβαλλόμενης πράξης, το οποίο δεν μπορεί να συμπληρωθεί από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου. Υπενθυμίζεται, συναφώς, ότι κατά πάγια νομολογία, η συμπλήρωση της αιτιολογίας από το διοικητικό φάκελο, επιτρέπεται μόνον όταν τα απαιτούμενα στοιχεία προκύπτουν από το φάκελο κατά τρόπο βέβαιο και αναντίλεκτο (Χρίστος Παναγιωτίδης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 342). Εν προκειμένω, δεν έχει τεθεί ενώπιον μου οποιοδήποτε έγγραφο και/ή στοιχείο, από το οποίο, πράγματι, θα μπορούσε να διαπιστωθεί η συμπλήρωση της αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης. Ούτε, βεβαίως, και συνιστά έργο του Δικαστηρίου η πρωτογενής αξιολόγηση των στοιχείων του φακέλου για να εντοπίσει τη νομική βάση της προσβαλλόμενης απόφασης και/ή να κρίνει αν η απόφαση της Διοίκησης είναι επαρκώς αιτιολογημένη (Συμεωνίδου κ.α. ν. Κυπριακή Δημοκρατία (1997) 3 Α.Α.Δ. 145, Κ.A. Preston v. Υπουργείου Εσωτερικών, ΕΔΔ αρ.189/19, ημερ. 10.12.2020).

 

Ενόψει των πιο πάνω, καταλήγω ότι υφίσταται κενό αιτιολόγησης της επίδικης απόφασης. Αυτή δε η διαπίστωση αναπόφευκτα οδηγεί στην ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, χωρίς να απαιτείται η εξέταση άλλων ζητημάτων.

 

Θα περιοριστώ, ωστόσο, να επισημάνω ένα ζήτημα, το οποίο, αν και δεν έχει εγερθεί από την πλευρά της αιτήτριας, μπορεί να εξεταστεί και αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο ως θέμα δημοσίας τάξεως (Στυλιανός Αγαθοκλέους ν. Συμβούλιο Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας, Α.Ε. 29/2011, ημερ. 21.7.2016, Σύνδεσμος Ασφαλιστικών Εταιρειών Κύπρου ν. Επιτροπής Προστασίας του Ανταγωνισμού (2002) 3 Α.Α.Δ. 314, Sigma Radio T.V. Ltd ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2005) 3 Α.Α.Δ. 130): πρόκειται για τη σύνθεση του Συμβούλιου και δη για την απουσία τριών μελών του κατά τη συνεδρία ημερομηνίας 9.4.2021, όταν και λήφθηκε η επίδικη απόφαση, χωρίς να καταγράφεται στο σχετικό πρακτικό οποιοσδήποτε λόγος για την απουσία των εν λόγω μελών. Όμως, δεν θα επεκταθώ επί του ζητήματος, καθότι δεν αποτέλεσε επίδικο ζήτημα και δεν αναπτύχθηκε επιχειρηματολογία επ’ αυτού.

 

Ως εκ των πιο πάνω, η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Επιδικάζονται €1900 έξοδα υπέρ της αιτήτριας και εναντίον των καθ’ ων η αίτηση, πλέον Φ.Π.Α..    

 

 

 

Φ.ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Π.Δ.Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο