ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ  

   (Υπόθεση αρ. 1120/20)

18 Ιουλίου 2024

[ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ AΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

Α. Π.

Αιτητή

v.

 

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΥΠΡΟΥ

Καθ’ ου η αίτηση.

……………………………

 

Γιώργος Χαραλάμπους, για Ιεροθέου, Καμπέρης & Σία Δ.Ε.Π.Ε., για τον αιτητή.

Χριστίνα Γεωργίου, για Γιάννης Κωνσταντινίδης & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., για το καθ’ ου η αίτηση.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.: Ο αιτητής καταχώρησε την υπό κρίση προσφυγή και αξιώνει από το Δικαστήριο, τις εξής δύο θεραπείες:-

«Α. Απόφαση και/ή δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση και/ή πράξη των Καθ’ ων η Αίτηση η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 22/09/2020 (Βλ. Παράρτημα Α) και με την οποία οι Καθ’ ων η Αίτηση αποφάσισαν όπως κηρύξουν άγονη την διαδικασία πλήρωσης μίας θέσης στη βαθμίδα Καθηγητή ή Αναπληρωτή Καθηγητή στην ειδικότητα «Ηλεκτρονικές Δημόσιες Σχέσεις», με ημερομηνία προκήρυξης την 29/06/2018 είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.

Β. Απόφαση και/ή δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση και/ή πράξη των Καθ’ ων η Αίτηση η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 22/09/2020 (Βλ. Παράρτημα Α) και με την οποία οι Καθ’ ων η Αίτηση αποφάσισαν να μην διορίσουν και/ή να μην προσφέρουν στον Αιτητή και/ή να μην πληρώσουν τη θέση στη βαθμίδα Καθηγητή ή Αναπληρωτή Καθηγητή στην ειδικότητα «Ηλεκτρονικές Δημόσιες Σχέσεις» με ημερομηνία προκήρυξης την 29/06/2018 είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.»

 

  Η Σύγκλητος του καθ’ ου η αίτηση Πανεπιστημίου, κατά τη συνεδρία της ημερομηνίας 2.5.2018, αποφάσισε την προκήρυξη μίας θέσης Καθηγητή / Αναπληρωτή Καθηγητή, στην ειδικότητα «Ηλεκτρονικές Δημόσιες Σχέσεις», στο Τμήμα Δημόσιας Επικοινωνίας. Η προκήρυξη της επίδικης θέσης, δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ημερομηνίας 29.6.2018. Η Σύγκλητος του καθ’ ου η αίτηση, κατά τη συνεδρία της ημερομηνίας 18.6.2019 αποφάσισε την τελική σύνθεση της Ειδικής Επιτροπής για την πλήρωση της επίδικης θέσης.

 

  Αίτηση για διορισμό, υπέβαλε ο αιτητής κι ένα τρίτο πρόσωπο. Αφού τα Μέλη της Ειδικής Επιτροπής υπέβαλαν τις Δηλώσεις μη ύπαρξης συμφέροντος σε σχέση με τους δύο υποψήφιους, οι ενδιαφερόμενοι κλήθηκαν στις 6.8.2019, όπως παρουσιαστούν σε προσωπική συνέντευξη που θα πραγματοποιείτο στις 13.9.2019.

 

  Η Ειδική Επιτροπή, στην έκθεσή της ημερομηνίας 13.9.2019, υπέβαλε εισήγηση περί καταλληλότητας του αιτητή για πλήρωση της επίδικης θέσης. Το Εκλεκτορικό Σώμα, κατά τη συνεδρία του ημερομηνίας 25.9.2019, αποφάσισε όπως υιοθετήσει την υποβληθείσα έκθεση κι εισηγήθηκε προς το Συμβούλιο την εκλογή του αιτητή.

 

  Ακολούθησε η συνεδρία της Συγκλήτου του Πανεπιστημίου, ημερομηνίας 23.10.2019, κατά την οποία αποφασίστηκε κατά πλειοψηφία η έγκριση της εισήγησης του Εκλεκτορικού Σώματος για εκλογή του αιτητή στην επίδικη θέση. Κατά την εν λόγω συνεδρία, ένα Μέλος της Συγκλήτου που έδωσε αρνητική ψήφο, υπέβαλε ονομαστικά ζητήματα που άπτονται ενδεχόμενης σύγκρουσης συμφέροντος, λόγω συγκεκριμένων σχέσεων του αιτητή με Μέλος της Ειδικής Επιτροπής, αλλά και με τον Πρόεδρο του Εκλεκτορικού Σώματος. Ο δε Πρύτανης, δηλώνοντας αποχή από τη ψηφοφορία, ανέφερε πως υπάρχει ευρύτερο θέμα για το οποίο θα πρέπει να γίνει διερεύνηση.

 

  Η Επιτροπή Προσωπικού Προσλήψεων και Προαγωγών του Συμβουλίου, στη συνεδρία της ημερομηνίας 13.12.2019 αποφάσισε όπως το θέμα παραπεμφθεί προς το Συμβούλιο για λήψη τελικής αποφάσεως. Στις 19.12.2019, πραγματοποιήθηκε συνεδρία του Συμβουλίου του Πανεπιστημίου, κατά την οποία αποφασίστηκε, κατά πλειοψηφία, όπως το ζήτημα παραπεμφθεί στη Σύγκλητο, προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι καταγγελίες που υποβλήθηκαν, όπως αυτές διατυπώθηκαν και γραπτώς από το εν λόγω Μέλος της Συγκλήτου. Εκ μέρους της Συγκλήτου, το ζήτημα απεστάλη εκ νέου προς το Συμβούλιο, όπως φαίνεται από το Σημείωμα ημερομηνίας 20.2.2020. Στη συνέχεια, ζητήθηκαν και λήφθηκαν δύο γνωματεύσεις, ημερομηνίας 11.3.2020 και 16.3.2020, στις οποίες γινόταν εισήγηση για αναπομπή του θέματος στο Εκλεκτορικό Σώμα, προς διερεύνηση των καταγγελιών.

 

  Λαμβάνοντας υπόψη τις δύο γνωματεύσεις, το Συμβούλιο αποφάσισε, στις 10.4.2020, όπως αναπέμψει το ζήτημα στο Εκλεκτορικό Σώμα. Το τελευταίο, κατά τη συνεδρία του ημερομηνίας 1.6.2020, δεν προχώρησε σε οποιαδήποτε περαιτέρω διερεύνηση, παρά μόνον επανέλαβε (κατά πλειοψηφία) την εισήγηση για εκλογή του αιτητή στην επίδικη θέση.

  Κατά την τελική συνεδρία του Συμβουλίου του Πανεπιστημίου, ημερομηνίας 25.6.2020, αποφασίστηκε ομόφωνα, όπως η επίδικη θέση κηρυχθεί άγονη. Η εν λόγω απόφαση του καθ’ ου η αίτηση, γνωστοποιήθηκε προς τον αιτητή με επιστολή ημερομηνίας 22.9.2020. Ειδικότερα, αναφέρθηκαν τα εξής:-

 

«Σας ευχαριστώ για την υποψηφιότητά σας για τη θέση του Αναπληρωτή Καθηγητή στο Τμήμα Δημόσιας Επικοινωνίας, στην ειδικότητα «Ηλεκτρονικές Δημόσιες Σχέσεις».

Θα ήθελα να σας πληροφορήσω ότι, τα αρμόδια Σώματα του Πανεπιστημίου αποφάσισαν την κήρυξη της θέσης ως άγονη».

 

  Η νομιμότητα της πιο πάνω αποφάσεως, προσβάλλεται δια της υπό εκδίκαση προσφυγής.

 

  Ο αιτητής, δια του ευπαιδεύτου συνηγόρου του, προωθεί ισχυρισμό ελλιπούς διοικητικού φακέλου, αφού δεν περιλαμβάνονται, ούτε στην Ένσταση, ούτε και στον διοικητικό φάκελο που δόθηκε προς επιθεώρηση τα πλήρη πρακτικά του Συμβουλίου, κατά την καταληκτική του συνεδρία ημερομηνίας 25.6.2020. Κατά τις εισηγήσεις, δεν έχει αποκαλυφθεί όλο το υλικό στη βάση του οποίου αποφασίστηκε η κήρυξη της διαδικασίας, ως άγονης, ισχυρισμός που συμπλέκεται με εισήγηση περί ελλιπούς κι ανύπαρκτης αιτιολογίας.

 

  Σύμφωνα με τον αιτητή, υπήρξε παράβαση της αρχής της καλής πίστης και της χρηστής διοίκησης, ενώ εγείρεται κι ισχυρισμός περί παράλειψης του καθ’ ου η αίτηση να προβεί σε περαιτέρω διερεύνηση της καταγγελίας που υπεβλήθη από Μέλος της Συγκλήτου, αντί να κηρύξει τη διαδικασία άγονη, καταγγελίες που κατά τις θέσεις του, είναι αόριστες και μη δημιουργούσες ζήτημα σύγκρουσης συμφερόντων. Τέλος, εγέρθη ισχυρισμός περί παράνομης σύνθεσης του Συμβουλίου κατά την καταληκτική συνεδρία ημερομηνίας 25.6.2020, λόγω της αναιτιολόγητης απουσίας πέντε Μελών, χωρίς να προκύπτει πρόσκληση για την εν λόγω συνεδρία και λόγω παρουσίας κατά τη συνεδρία δύο προσώπων για την τήρηση των πρακτικών.

 

  Η ευπαίδευτη συνήγορος του καθ’ ου αίτηση, ήγειρε στην Ένσταση κι ανέπτυξε στη γραπτή της αγόρευση, δύο προδικαστικές ενστάσεις. Πρώτον, πως με την αιτούμενη θεραπεία υπό παράγραφο Β, δεν προσβάλλεται εκτελεστή διοικητική πράξη, ενώ στην ουσία ζητείται από το Δικαστήριο να αποφασίσει το ίδιο τον διορισμό του αιτητή στην επίδικη θέση.

 

  Δεύτερον, με παραπομπή στα κριθέντα στην Matsoukari v. Republic (1986) 3 C.L.R. 1469 και Charalambous and others v. Republic (1986) 3 C.L.R. 1481 προβάλλεται ζήτημα ελλείψεως εννόμου συμφέροντος του αιτητή να εγείρει και να προωθήσει την προσφυγή του, αφού η διαδικασία βρισκόταν ακόμα σε αρχικό και πρώιμο στάδιο, ενώ ο αιτητής δεν έχει δικαίωμα, αλλά μόνον προσδοκία για εκλογή στην επίδικη θέση. Υποβάλλεται επίσης, πως δεν προκύπτει με βεβαιότητα από τα γεγονότα ότι ο αιτητής θα εκλεγόταν στην επίδικη θέση, αφού παρά το γεγονός ότι ο ίδιος συστήθηκε για διορισμό, εντούτοις, η τελική απόφαση ανήκε στο Συμβούλιο, το οποίο αποφάσισε να κηρύξει άγονη τη διαδικασία.

  Επί της ουσίας, απορρίπτοντας όλους τους ισχυρισμούς του αιτητή, υποστήριξε τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης, παραπέμποντας στα έγγραφα του διοικητικού φακέλου, ο οποίος κατατέθηκε και σημειώθηκε ως Τεκμήριο 1.

 

  Στην απαντητική γραπτή αγόρευση, ο αιτητής απορρίπτει τις εγερθείσες προδικαστικές ενστάσεις. Επικαλείται την Χωραττάς ν. Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου (2006) 3 Α.Α.Δ. 1, υποστηρίζοντας πως η διαδικασία αφορούσε σε προχωρημένο στάδιο και γι΄αυτό δεν θα μπορούσε να αποσυρθεί η προκήρυξη. Παραπέμπει, επίσης στην Χαράλαμπος Στράτουρας Λτδ ν. Κοινοτικού Συμβουλίου Φρενάρους, υπόθ. αρ. 1475/2008, ημερομηνίας 18.3.2011.

 

  Οι δύο προδικαστικές ενστάσεις που έχουν εγερθεί εκ μέρους του καθ’ ου η αίτηση, τόσο σε σχέση με την αιτούμενη θεραπεία υπό παράγραφο (Α), όσο και υπό παράγραφο (Β), διασυνδέονται, καθότι σε περίπτωση που κριθεί πως ο αιτητής δεν έχει έννομο συμφέρον να προσβάλει την νομιμότητα της απόφασης του Συμβουλίου να κηρύξει άγονη την διαδικασία για την πλήρωση της επίδικης θέσης, ζήτημα που άπτεται του αιτητικού (Α), συμπαρασύρει και την θεραπεία που επιζητείται υπό αιτητικό (Β).

 

  Όπως αναφέρθηκε, η επίδικη θέση προκηρύχθηκε στις 29.6.2018 στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, για την οποία, ο αιτητής κι ένα τρίτο πρόσωπο υπέβαλαν αίτηση. Ο αιτητής παρουσιάστηκε σε προσωπική συνέντευξη στις 13.9.2019. Συστήθηκε για εκλογή από την Ειδική Επιτροπή, όπως αυτό προκύπτει από την έκθεσή της, με την οποία εισήγηση συμφώνησε το Εκλεκτορικό Σώμα στις 25.9.2019, εισήγηση με την οποία επίσης συμφώνησε η Σύγκλητος, κατά πλειοψηφία, στις 23.10.2019.

 

  Η διαδικασία, όμως, εκλογής του αιτητή στην επίδικη θέση, δεν προχώρησε. Εφαλτήριο, αποτέλεσαν καταγγελίες που υπέβαλε Μέλος της Συγκλήτου, σε σχέση με παρανομίες, παρατυπίες και συγκρούσεις συμφερόντων. Σε μία προσπάθεια, που διαφαίνεται να ακολούθησε, για την διερεύνηση αυτών των καταγγελιών, το Συμβούλιο του Πανεπιστημίου, αποφάσισε κατά τη συνεδρία του ημερομηνίας 25.6.2020, να μην προχωρήσει στην περάτωση αυτής της διαδικασίας, κηρύσσοντας την επίδικη θέση, ως άγονη.

 

  Κατά τις διατάξεις του άρθρου 7 του περί Τεχνολογικού Πανεπιστημίου Κύπρου Νόμου, Ν. 198(Ι)/2003, ως αυτός έχει τροποποιηθεί, την αποφασιστική αρμοδιότητα για την εκλογή διορισμού διδακτικού προσωπικού, έχει το Συμβούλιο του Πανεπιστημίου. Τόσο η Ειδική Επιτροπή, όσο και το Εκλεκτορικό Σώμα, αλλά κι η Σύγκλητος, έχουν εισηγητικό ρόλο προς το Συμβούλιο.

 

  Στην προκείμενη περίπτωση, η διαδικασία εκλογής του αιτητή, καίτοι αυτός συστήθηκε ως ο καταλληλότερος υποψήφιος, σε σχέση με τον ανθυποψήφιό του, εντούτοις, δεν ολοκληρώθηκε. Το Συμβούλιο, που συνιστά το αποφασίζον διοικητικό όργανο, δεν έλαβε οποιανδήποτε απόφαση για την εκλογή του αιτητή στην επίδικη θέση. Δεν αποφασίστηκε δηλαδή η επιλογή του. Το γεγονός της συμμετοχής του στην αξιολογική διαδικασία, δεν του απέδιδε, δίχως άλλο, την σίγουρη εκλογή του, αφ’ ης στιγμής, η αξιολόγηση του είχε τεθεί υπόψη μόνον των εισηγητικών, ακόμα, διοικητικών οργάνων.

 

  Η κήρυξη της θέσης Αναπληρωτή Καθηγητή στο συγκεκριμένο γνωστικό αντικείμενο, ως άγονης, είχε ουσιαστικά την έννοια της ανάκλησης της προκήρυξης της. Και αυτό, προτού ληφθεί τελική απόφαση για την επιλογή του αιτητή. Κατ’ αυτό τον τρόπο, δεν μπορεί να θεωρηθεί πως ο αιτητής υπέστη οποιαδήποτε βλάβη, ούτε πως υπήρξε ματαίωση της σίγουρης επιλογής του, καθότι ο ίδιος δεν είχε δικαίωμα για διορισμό, παρά μόνον προσδοκία.

 

  Στην επίδικη περίπτωση, τυγχάνουν ακριβώς εφαρμογής τα κριθέντα στην Matsoukari (ανωτέρω), από την οποία μεταφέρω το ακόλουθο απόσπασμα:-

 

“It has to be observed that both in Tatianos and Zachariades cases the procedure of selection and appointment of the person so selected was prevented by the decision of the appropriate Authority or some other person found not to be competent to do so and the appointment was frustrated. The position in the present case is different.

The principle, therefore, that may be discerned from these Authorities is that the act or decision of an appropriate Authority to withdraw a proposal to fill a vacancy cannot be the subject of a recourse under Article 146 of the Constitution as it does not as such affect a legitimate interest of a candidate unless the procedure of selection has gone so far—and possibly for other reasons that do not arise in this case—that such withdrawal can be safely considered in the circumstances to be intended to prevent such a person's appointment.

 In the present case it is obvious that there cannot be ascribed to the appropriate Authority an intention to frustrate the appointment of anyone of the candidates, more so of the present applicant as there had been no selection whatsoever out of the 748 candidates. This recourse therefore should fail on the ground that the applicant does not have an existing legitimate interest, having acquired no right in the matter.”[1]

 

  Τα γεγονότα στην Χωραττάς (ανωτέρω), στην οποία με παρέπεμψε ο αιτητής, διαφοροποιούνται από την παρούσα, καθότι η εκεί διαδικασία προαγωγής, η οποία και διακόπηκε από την Επιτροπή Σιτηρών Κύπρου με σκοπό την επαναπροκήρυξη, αφορούσε σε διαδικασία επανεξέτασης, μετά από δύο ακυρωτικές αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου, διαδικασία που είχε συμπληρωθεί με επιλογή συγκεκριμένου προσώπου και ακυρώθηκε δικαστικώς, δύο φορές. Κάτι που δεν συμβαίνει στην υπό εκδίκαση περίπτωση. Καταλήγω, σε συμφωνία με τις εισηγήσεις του καθ’ ου η αίτηση, πως ο αιτητής στερείται άμεσου και ενεστώτος εννόμου συμφέροντος να εγείρει και να προωθήσει την προσφυγή του, η οποία και απορρίπτεται ως απαράδεκτη.

 

 

  Βάσει των ανωτέρω, η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη. Εναντίον του αιτητή και υπέρ του καθ’ ου η αίτηση, επιδικάζονται €1.900 πλέον Φ.Π.Α. 

 

 

         Γαβριήλ, Δ.Δ.Δ.



[1] Η έμφαση προστέθηκε από το Δικαστήριο.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο