ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

(Υπόθεση Αρ. 312/2020)

 

23 Ιουλίου, 2024

 

[ΜΙΧΑΗΛ, Δ/στης ΔΔ]

 

Ε. Π.

Αιτήτριας,

v.

 

ΑΡΧΗΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ

Καθ’ ης η Αίτηση.

…………………………

Κωνσταντής Καντούνας για Κωνσταντής Καντούνας Δ.Ε.Π.Ε., για την αιτήτρια.

Θεοφανώ Π. Παναγή (κα) για Τάσσος Παπαδόπουλος & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., για την καθ’ ης η αίτηση.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

          ΜΙΧΑΗΛ, ΔΔΔ: Με την προσφυγή της η αιτήτρια ζητά την ακύρωση της απόφασης της καθ’ ης η αίτηση της οποίας έλαβε γνώση τις 22.1.2020 να προαγάγει κατόπιν διαδικασίας επανεξέτασης τους Χ. Π., Ν. Κ., Ε. Σ., Σ. Χ., Χ. Κ. και Π. Γ. Κ. στη θέση υποτμηματάρχη (προσωπικό πληροφορικής) από την 1.8.2003, αντί της ίδιας.

 

          Το ιστορικό της υπόθεσης ανάγεται στο 2003 όταν η καθ’ ης η αίτηση αποφάσισε στις 8.7.2003 να προαγάγει τους Παφίτη, Κολοκοτρώνη, Χριστοφίδη, Κουλουμά, Γεωργίου Κωστάκη και τον Χ. Παπαχαραλάμπους στις επίδικες θέσεις. Κατά της απόφασης άσκησαν επιτυχή προσφυγή οι Στασοπούλου, Π. Ηλία και Ε. Καλαθά (Στασοπούλου κ.α. ν. ΑΤΗΚ, Υποθέσεις Αρ. 641/2023 κ.α., 7.7.2004 και Α.Ε. 3856 ΑΤΗΚ ν. Στασοπούλου κ.α., 25.4.2005). Ακολούθησε διαδικασία επανεξέτασης και η καθ’ ης η αίτηση αποφάσισε στις 16.1.2007 την προαγωγή των πέντε που προήγαγε αρχικά εκτός του Παπαχαραλάμπους στου οποίου τη θέση αποφάσισε να προαγάγει τη Στασοπούλου. Ακολούθησε νέα επιτυχής προσφυγή από πέντε πρόσωπα, μεταξύ των οποίων και η αιτήτρια, (Ηλία κ.ά. ν. ΑΤΗΚ, Υποθέσεις Αρ. 204/2007 κ.α., 17.9.2009). Ακολουθεί δεύτερη διαδικασία επανεξέτασης και η καθ’ ης η αίτηση με απόφασή της ημερομηνίας 14.12.2010 αποφάσισε την προαγωγή των ιδίων πέντε προσώπων ως στην προηγούμενη απόφασή της ημερομηνίας 16.1.2007 εκτός του Παφίτη στου οποίου τη θέση προήγαγε τον Γ. Καντούνα. Ακολουθεί η τρίτη σε σειρά επιτυχής προσφυγή (Ηλία κ.α. ν. ΑΤΗΚ, Υποθέσεις Αρ. 1670/2010 κ.α., 19.7.2013) και η τρίτη διαδικασία επανεξέτασης που οδηγεί στην απόφαση της 29.9.2015 για προαγωγή των έξι προσώπων ως έχουν σήμερα. Ακολουθεί τέταρτη επιτυχής προσφυγή (Ηλία κ.α. ν. ΑΤΗΚ, Υποθέσεις Αρ. 1563/2015 κ.α., 26.11.2019) και τέταρτη διαδικασία επανεξέτασης η οποία οδήγησε στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

          Η αιτήτρια προωθεί ένα μόνο λόγο ακύρωσης με τον οποίο εισηγείται παραβίαση του δεδικασμένου.  Το σχετικό απόσπασμα από την απόφαση Ηλία στην έκταση που αφορά στην αιτήτρια είναι το ακόλουθο:

«Θεωρώ ορθό και τον ισχυρισμό των αιτητών ότι η καθ' ης η αίτηση απέτυχε εκ νέου να συμμορφωθεί με το δεδικασμένο των προηγούμενων ακυρωτικών αποφάσεων.  Αυτό το οποίο είχε εξ αρχής διαπιστωθεί από το Δικαστήριο είναι το καθ' όλα ισοδύναμο σε βαθμολογημένη αξία των υποψηφίων, επισημάνθηκε δε εμφαντικά και κατ' επανάληψη ότι οι ιδιαίτερες παρατηρήσεις που χρησιμοποιήθηκαν για να προσδώσουν υπεροχή στους εκάστοτε επιλεγέντες υποψηφίους, δεν εξέφευγαν των πλαισίων των βαθμολογουμένων στοιχείων ούτε δικαιολογούνταν από αυτά.  Παρά την προσφυγή στα υπέρτερα προσόντα και στην αρχαιότητα - ως το μόνο αντικειμενικό ρυθμιστικό κριτήριο, όπως κατ' επανάληψη υποδείχθηκε από το Δικαστήριο στις προηγηθείσες διαδικασίες - και την προσπάθεια για λεκτική διαφοροποίηση και εμπλουτισμό της δοθείσας αιτιολογίας, εντούτοις διαπιστώνω ότι υπέρ της επιλογής των Ε/Μ προσμέτρησε η ουσιαστική καταλληλότητα με εκ νέου συγκεκριμενοποίηση αυτής στα στοιχεία, τα οποία όμως αξιολογούνται και βαθμολογούνται στα πλαίσια της θεσμοθετημένης διαδικασίας αξιολόγησης, όπως τα στοιχεία της πρωτοβουλίας, της ευσυνειδησίας, της αποτελεσματικότητας και των οργανωτικών ικανοτήτων και η υπεροχή σε θέματα ανάληψης και διεκπεραίωσης σημαντικών έργων συστημάτων πληροφορικής.  Ορθώς δε ο ευπαίδευτος δικηγόρος των αιτητών στις προσφυγές 1580/15 και 1581/15 εισηγείται ότι η λεκτικά εκτενέστερη αιτιολόγηση που επιχείρησε αυτή τη φορά η καθ' ης η αίτηση δεν θεραπεύει τις επισημανθείσες στις προηγούμενες ακυρωτικές αποφάσεις πλημμέλειες ούτε και πληροί την επιταγή του δεδικασμένου ότι η επιλογή των καταλληλότερων υποψηφίων πρέπει να γίνεται κατόπιν πραγματικής αξιολόγησης και σύγκρισης που να αποκαλύπτει τον συλλογισμό για την εν λόγω επιλογή.

                   […]

Επισημαίνεται επιπλέον ότι, σύμφωνα και με τον πίνακα με τα προσόντα των υποψηφίων τον οποίο η κα Χατχηϊωάννου έχει περιλάβει στην αγόρευσή της, οι αιτητές στις προσφυγές 1580/15 και 1581/15 κατέχουν πρόσθετα προσόντα, πλην όμως ουδεμία αναφορά έγινε από την καθ' ης η αίτηση ως προς το κατά πόσον αυτά είναι σχετικά με τα καθήκοντα της επίδικης θέσης, συγκριτικά με τα Ε/Μ που είτε δεν κατέχουν πρόσθετα προσόντα είτε κατέχουν, όμως αυτά δεν είναι σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης.  Υπενθυμίζεται συναφώς ότι, κατά πάγια αρχή της νομολογίας, τα πρόσθετα, μη προβλεπόμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα, λαμβάνονται υπόψη εφόσον είναι συναφή προς τα καθήκοντα της θέσης, εναπόκειται δε στην αρμόδια αρχή να τα αξιολογήσει και να σταθμίσει την κατά περίπτωση σημασία τους, αποφεύγοντας τα δύο άκρα, ήτοι αφενός να μην είναι η βαρύτητα υπερβολική ώστε να φτάνει στο σημείο απόδοσης έκδηλης υπεροχής και, αφετέρου, να μην είναι εντελώς οριακή, όπως θα ήταν, αν τα πρόσθετα προσόντα δεν είχαν σχέση με τα καθήκοντα της θέσης (Πούρος ν Χατζηστεφάνου (2001) 3 Α.Α.Δ. 374).

Επιπρόσθετα, είναι ορθή η θέση του κ. Καντούνα ότι η εσφαλμένη αναφορά στα πρακτικά της συνεδρίας του Διοικητικού Συμβουλίου της καθ' ης η αίτηση ημερομηνίας 29.09.2015, κατά την οποία λήφθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, ότι «η έφεση της Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου πέτυχε όσον αφορά το μέρος της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου ημερομηνίας 07.07.2004 που έκρινε ως τρωτή τη σύσταση του Συμβουλίου Προσωπικού», δεν μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο πλάνης της καθ' ης η αίτηση ως προς το δεδικασμένο που εν προκειμένω προέκυπτε από την προηγηθείσα δικαστική διαδικασία.  Σημειώνεται δε ότι ούτε αυτή η επισήμανση σχολιάστηκε καθοιονδήποτε τρόπο από την ευπαίδευτη δικηγόρο της καθ' ης η αίτηση.  Υπενθυμίζεται, συναφώς, ότι η θεμελίωση ακόμα και του ενδεχομένου πλάνης στοιχειοθετεί λόγο ακυρότητας, η δε προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται ώστε το θέμα να εξετασθεί από το αρμόδιο διοικητικό όργανο πάνω στην ορθή πραγματική του βάση απαλλαγμένο από τις πλημμέλειες που εντοπίστηκαν (Ιορδάνου ν. Ε.Δ.Υ. (1997) 3 Α.Α.Δ. 250, Παναγιωτάκη ν. Δημοκρατίας, ECLI:CY:AD:2017:C136, Αναθεωρητική Έφεση αρ. 138/2011, ημερ. 12.04.2017).»

 

          Αυτά που προκύπτουν από την απόφαση με τα οποία η καθ’ ης η αίτηση έχει υποχρέωση συμμόρφωσης είναι η απουσία πραγματικής αξιολόγησης και σύγκρισης των υποψηφίων, η έλλειψη αναφοράς και αξιολόγησης των πρόσθετων προσόντων της αιτήτριας και η ενδεχόμενη πλάνη από την εσφαλμένη αναφορά στο πρακτικό ημερομηνίας 29.9.2015 ότι η αναθεωρητική έφεση που είχε ασκήσει η καθ’ ης η αίτηση ήταν επιτυχής σε ότι αφορά το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου στη Στασοπούλου ότι η σύσταση του συμβουλίου προσωπικού ήταν τρωτή.

 

          Η καθ’ ης η αίτηση στη συνεδρία ημερομηνίας 21.1.2020 αποφάσισε τα πιο κάτω:

«Υποψήφιοι για τις προς πλήρωση θέσεις είναι όσοι υπάλληλοι κατά τον ουσιώδη χρόνο είχαν συμπληρώσει τριετή πραγματική υπηρεσία στο βαθμό του Λειτουργού Α', Λογιστή Α', Μηχανικού Α' και Επόπτη Α' και διαθέτουν τα ελάχιστα ειδικά προσόντα που προβλέπονται στο Σχέδιο Υπηρεσίας 73-ΥΤ του Υποτμηματάρχη (Προσωπικό Πληροφορικής) (Υποτομεάρχη Ανάπτυξης Συστημάτων Πληροφορικής), αφού στον Κανονισμό 8 των περί Προσωπικού της Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου Γενικών Κανονισμών δεν προβλέπονται ελάχιστα ειδικά προσόντα για το Προσωπικό Πληροφορικής.

[…]

-      Όλοι οι υποψήφιοι κατέχουν το πλεονέκτημα του Σχεδίου Υπηρεσίας Υποτομεάρχη Ανάπτυξης Συστημάτων Πληροφορικής, κατέχουν δηλαδή γνώσεις σε λειτουργίες ανάπτυξης Επιχειρησιακών Συστημάτων Πληροφορικής, με βάση τα προσόντα τους. Το Συμβούλιο Προσωπικού επεσήμανε ότι το πλεονέκτημα του συγκεκριμένου Σχεδίου Υπηρεσίας αφορά συγκεκριμένα γνώση σε λειτουργίες ανάπτυξης Επιχειρησιακών Συστημάτων Πληροφορικής η οποία διαφοροποιείται από την πείρα στην ανάπτυξη Επιχειρησιακών Συστημάτων Πληροφορικής η οποία απαιτείται από το Σχέδιο Υπηρεσίας του Τομεάρχη Ανάπτυξης Συστημάτων Πληροφορικής.

 

-      Στο κριτήριο της ουσιαστικής καταλληλότητας περιλαμβάνονται και σταθμίζονται για σκοπούς σύγκρισης, πέραν από την αξία, η αρχαιότητα, η πείρα, τα προσόντα, η προσαρμοστικότητα, η αποτελεσματικότητα, η ικανότητα διαχείρισης πόρων, η ικανότητα σύλληψης και εφαρμογής νέων ιδεών και ανταπόκρισης στις νέες προκλήσεις, η ικανότητα παρακολούθησης νέων τεχνολογιών και εν γένει η προσωπικότητα και τα χαρακτηριστικά του υπαλλήλου, όπως προκύπτει από τους προσωπικούς φακέλους πάντοτε σε σχέση με τις απαιτήσεις του βαθμού και ειδικότητας των προς πλήρωση θέσεων πέραν των βαθμολογημένων κριτηρίων.

 

-      Η πείρα στον κατεχόμενο βαθμό με άριστα αποτελέσματα προσμετρά και επαυξάνει την αξία που είναι το κριτήριο της επίδοσης και απόδοσης.

 

-      Από μόνη της η αρχαιότητα, η οποία είναι υποκριτήριο της ουσιαστικής καταλληλότητας, δεν δίνει προβάδισμα σε ένα υποψήφιο αλλά συσταθμίζεται μαζί με τα άλλα υποκριτήρια της ουσιαστικής καταλληλότητας. Το ίδιο ισχύει και για τα προσόντα. Το Συμβούλιο Προσωπικού δήλωσε ότι, ως προσόντα συναφή με τα καθήκοντα της θέσης προαγωγής, θεωρεί τους μεταπτυχιακούς τίτλους σε θέματα πληροφορικής ή ισότιμους, καθώς και μεταπτυχιακούς τίτλους στη διοίκηση ή ισότιμους (π.χ. MBA, MSc in Management κ.α.) καθότι οι Υποτμηματάρχες, μεταξύ άλλων, ασκούν και καθήκοντα διοίκησης.

[…]

Σε συνέχεια όλων των πιο πάνω, το Συμβούλιο προχώρησε σε διεξοδική μελέτη και συζήτηση όλων των δεδομένων και στοιχείων για τους 27 υποψήφιους υπαλλήλους και συγκεκριμένα των πρακτικών του Συμβουλίου Προσωπικού, της εισήγησης του Ανώτατου Εκτελεστικού Διευθυντή και του περιεχομένου των προσωπικών τους φακέλων, στους οποίους περιλαμβάνονται τα φύλλα ποιότητας/προαγωγής τους και/ή οι υπηρεσιακές τους εκθέσεις και ή τα έντυπα αξιολόγησής τους και διαπίστωσε τα ακόλουθα για τον καθένα από αυτούς:

[…]

Η υποψήφια Ε. Π. (7374) βαθμολογείται με 4,97 και είναι κάτοχος (α) BSC in Engineering in Computing Science και (β) MSc in Foundations of Advanced Information Technology (ταυτόχρονα της δόθηκε και Diploma in Foundation of Advanced Information Technology).  Κρίνεται ως αφοσιωμένη και αποτελεσματική υπάλληλος που εκτελεί τα καθήκοντά της με εξαιρετική επιτυχία.  Έχει πλήρη γνώση των διεθνών εξελίξεων στον τομέα της και αποτελεί εγγύηση για τη δυνατότητα επιτυχούς αντιμετώπισης οποιουδήποτε προβλήματος στον τομέα της.  Διακρίνεται για τις αναλυτικές και συνθετικές της ικανότητες και τις πρωτοποριακές της ιδέες.

[…]

Συνεχίζοντας, το Συμβούλιο σημείωσε ότι, από τους υποψήφιους, ένας βαθμολογείται με 5,00, δεκατρείς με 4,97, τέσσερις με 4,94, τρεις με 4,90, τέσσερεις με 4,89 και δύο με 4,88.

[…]

Επί του προκειμένου, η πλειοψηφία του Συμβουλίου συμφώνησε με την αναφορά του Ανώτατου Δικαστηρίου σε ισοπεδωτική προσέγγιση των υπαλλήλων ως καθ’ όλα «άριστων» και τόνισε ότι το γεγονός αυτό δημιουργεί και στο ίδιο το Συμβούλιο πολύ μεγάλα προβλήματα, αφού, με τη βαθμολόγηση του συνόλου σχεδόν των υπαλλήλων με 5,00, εξουδετερώνονται ουσιαστικά τα κριτήρια της επίδοσης και απόδοσης που καθορίζουν την αξία του κάθε υποψήφιου.

Στην προκειμένη όμως περίπτωση, συνέχισε η πλειοψηφία του Συμβουλίου, δεν υπάρχει ισοπεδωτική προσέγγιση στη βαθμολόγηση, αφού υπάρχει, έστω και μικρή, διαφορά στη βαθμολογία των υπαλλήλων που κρίνονται.  Λαμβάνοντας δε υπ’ όψιν τον κανόνα της ισοπεδωτικής βαθμολόγησης, η πλειοψηφία του Συμβουλίου σημείωσε ότι η μικρή διαφορά στην προκειμένη περίπτωση μαρτυρεί την υπεροχή σε επίδοση και απόδοση των υποψηφίων με ψηλότερη βαθμολογία.  Έτσι, η πλειοψηφία του Συμβουλίου, αφού έλαβε υπ’ όψιν τα ενώπιον της δεδομένα, ανάμεσα στα οποία περιλαμβάνονται οι τομείς δραστηριότητας και τα έργα με τα οποία ασχολήθηκε ο κάθε υποψήφιος, καθώς επίσης και την πρόνοια του σχετικού Σχεδίου Υπηρεσίας ότι οι γνώσεις σε λειτουργίες ανάπτυξης Επιχειρησιακών Συστημάτων Πληροφορικής θεωρούνται πλεονέκτημα, έκρινε κατ’ αρχήν ως ουσιαστικά καταλληλότερους τους υποψήφιους που δραστηριοποιούνται σε τομείς σχετικούς με τις προς πλήρωση θέσεις και υπερέχουν σε βαθμολογία. Οι υποψήφιοι αυτοί είναι δεκατρείς, βαθμολογούνται με 4,97 (έναντι 4,94 και πιο κάτω αυτών που ακολουθούν) και είναι οι Χ. Π. (7341), Ν. Κ. (6742), Ε. Χ. Κ. (7874), Ε. Σ. (7876), Π. Γ. Η. (502), Κ. Α. (227), Σ. Χ. (7906), Χ. Κ. (6779), Χ. Π. (7375), Γ. Κ. (6778), Λ. Ο. (1842), Ε. Π. (7374) και Π. Γ. Κ. (516).»

 

          Η αιτήτρια περιλήφθηκε στους υποψήφιους εκείνους που η καθ’ ης η αίτηση έκρινε ως ουσιαστικά καταλληλότερους στη βάση της δραστηριοποίησής τους σε τομείς σχετικούς με τις επίδικες θέσεις. Συνεπώς, η κρίση αυτή της καθ’ ης η αίτηση και η επιλογή της να καθορίσει τη διαφοροποίηση των συγκεκριμένων υποψηφίων από τους υπόλοιπους στη βάση των δραστηριοτήτων τους δεν μπορεί να αμφισβητείται από την αιτήτρια αφού την ευνοεί.

          Ούτε μπορεί να λεχθεί ότι η καθ’ ης η αίτηση παραβίασε το δεδικασμένο επειδή αγνόησε τα πρόσθετα προσόντα της αιτήτριας. Τα προσόντα που κατέχει ρητώς καταγράφονται στην αξιολόγησή της και αποτελούν, επιπρόσθετα, μέρος των παραρτημάτων των πρακτικών λήψης της επίδικης απόφασης.

 

Σύμφωνα με τον Κανονισμό 10(7) του περί Προσωπικού της Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου Γενικών Κανονισμών:

«Οι κρίσεις για προαγωγή διενεργούνται με βάση την υπηρεσιακή επίδοση και απόδοση των υποψηφίων και την εν γένει ουσιαστική καταλληλότητα τους, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του προσωπικού τους φακέλου, τα φύλλα ποιότητας και τα φύλλα προαγωγής τους.»

 

Η εφαρμογή και το εύρος του πιο πάνω Κανονισμού σε συνάρτηση και με τα πρόσθετα προσόντα εξηγήθηκαν στην απόφαση Λεωνίδου ν. ΑΤΗΚ, Ε.Δ.Δ. 22/2016, 20.7.2022:

«Η σημασία των προσόντων που δεν απαιτούνται από το σχέδιο υπηρεσίας, ούτε προβλέπονται ως πλεονέκτημα, εξηγείται στην Πούρος κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2001) 3(Α) Α.Α.Δ.374, στην οποία παρέπεμψε και το πρωτόδικο Δικαστήριο.  Γίνεται μια εκτενής αναφορά στη νομολογία (σελ.392-5) και καταλήγει η Ολομέλεια ότι (σελ.395):

«. τα πρόσθετα, μη προβλεπόμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα, λαμβάνονται υπόψη εφόσον είναι συναφή προς τα καθήκοντα της θέσης.  Απόκειται πια στην αρμόδια αρχή να τα αξιολογήσει και να σταθμίσει την κατά περίπτωση σημασία τους, αποφεύγοντας δύο άκρα: αφενός να μην είναι η βαρύτητα υπερβολική ώστε να φτάνει στο σημείο απόδοσης έκδηλης υπεροχής (και, αφετέρου, να μην είναι εντελώς οριακή, όπως θα ήταν, αν τα πρόσθετα προσόντα δεν είχαν σχέση με τα καθήκοντα της θέσης.  Μέσα σε αυτά τα όρια, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει σε ό,τι αφορά την αξιολόγηση και στάθμιση στοιχείων και παραγόντων.»

Θα πρέπει, ωστόσο, να υπενθυμίσουμε ότι, στην περίπτωση προαγωγών στην Α.ΤΗ.Κ., ούτε τα προσόντα, αλλά ούτε και η αρχαιότητα συνιστούν ξεχωριστά κριτήρια, αλλά στοιχεία που λαμβάνονται υπόψη στη στάθμιση του κριτηρίου της ουσιαστικής καταλληλότητας (Α.ΤΗ.Κ. ν. Περικλέους (1999) 3 Α.Α.Δ. 170, 180).  Oύτε και εφαρμόζεται αναλογικά η νομολογία η οποία διαμορφώθηκε για τους δημόσιους υπαλλήλους, στην περίπτωση των οποίων η αρχαιότητα αποτελεί ένα από τα θεσμοθετημένα κριτήρια (Ανδρέου κ.ά. ν. Α.ΤΗ.Κ. (1993) 4(Α) Α.Α.Δ.353, 361).  Είναι επομένως στα πλαίσια εξέτασης της ουσιαστικής καταλληλότητας που θα έπρεπε να συνυπολογιστούν τα πρόσθετα προσόντα των υποψηφίων, όπως και η αρχαιότητα τους.

Ο δικαστικός έλεγχος εξαντλείται στη διαπίστωση ότι η Αρχή δεν παραγνώρισε τα προσόντα της Εφεσείουσας, αλλά τα έλαβε υπόψη στα πλαίσια εξέτασης του κριτηρίου της ουσιαστικής καταλληλότητας.  Το αναθεωρητικό Δικαστήριο δεν αναθεωρεί την ίδια την κρίση της διοίκησης, αλλά την τήρηση των προϋποθέσεων της νομότυπης και δίκαιης άσκησης της.  Δεν θα μπορούσε να κρίνει, υποκαθιστώντας την Αρχή, ότι το Α' προσόν που έχει η Εφεσείουσα,  την καθιστά ουσιαστικά καταλληλότερη από άλλο υποψήφιο που δεν το διαθέτει, αλλά διαθέτει κάποιο άλλο προσόν ή είναι αρχαιότερος της κατά Β' χρονική περίοδο με την αντίστοιχη εμπειρία, αλλά όχι σε σχέση με άλλο υποψήφιο που της υπερέχει σε αρχαιότητα κατά Γ' χρονική περίοδο και έχει διαφορετικά πρόσθετα προσόντα.  Εφόσον η Αρχή, προτού καταλήξει στην απόφαση της ως προς την ουσιαστική καταλληλότητα των υποψηφίων έλαβε υπόψη της και συνεκτίμησε τα πρόσθετα προσόντα της Εφεσείουσας, η απόφαση της δεν επιδέχεται επέμβασης από το αναθεωρητικό Δικαστήριο.  Αυτή ήταν στην ουσία της η πρωτόδικη απόφαση.»

 

Δεδομένης της μικρής διαφοράς σε βαθμολογία μεταξύ των υποψηφίων, της μεγαλύτερης ευχέρειας που δίδεται στην καθ’ ης η αίτηση να κρίνει την ουσιαστική καταλληλότητα των υποψηφίων απαλλαγμένη από την στενή και αυστηρή εφαρμογή θεσμοθετημένων κριτηρίων, της μεθόδου που επέλεξε η καθ’ ης η αίτηση να εφαρμόσει έτσι ώστε να βοηθηθεί στην επιλογή των πιο κατάλληλων και της συμπερίληψης της αιτήτριας στους καταλληλότερους, δεν εντοπίζω λόγο δικαστικής επέμβασης εφόσον η καθ’ ης η αίτηση είχε την ευχέρεια να επιλέξει μεταξύ ουσιαστικά ίσων υποψηφίων αυτούς που κατά την κρίση της είναι οι πιο κατάλληλοι. Η δικαστική παρέμβαση δικαιολογείται εάν υπήρξε υπέρβαση των ορίων άσκησης της διακριτικής ευχέρειας, κάτι που δεν φαίνεται να είναι η περίπτωση στην υπό κρίση υπόθεση.

 

          Συνεπώς, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται. Επιδικάζονται €2000 πλέον Φ.Π.Α. υπέρ της καθ’ ης η αίτηση και εναντίον της αιτήτριας.

 

Ε. ΜΙΧΑΗΛ, ΔΔΔ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο