ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ 

                                                                Υπόθεση Αρ. 1024/2024 (Κ)

 

                                                  28 Αυγούστου, 2024

 

                                             [ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

R. A. από την Ινδία

                                                                                                                      Αιτητής,

                             v.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

1.   ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ, 2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

 

                                                                                 Καθ' ων η Αίτηση

 

 

Γ. Βασιλόπουλος για Χρ. Π. Χριστοδουλίδης, δικηγόρο για τον Αιτητή.

 

Φ. Χριστοφίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, δικηγόρο για τους Καθ' ων η αίτηση.

 

 ___________________

 

                                                

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

 

ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ.: Ο αιτητής με την παρούσα προσφυγή στρέφεται κατά των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης του με ημερομηνία 24/07/2024.

Ως καταγράφεται στην Ένσταση των Καθ' ων η Αίτηση και προκύπτει από τα έγγραφα του διοικητικού φακέλου, τα σχετικά με την παρούσα υπόθεση γεγονότα έχουν ως ακολούθως:

 

Ο αιτητής, υπήκοος Ινδίας, αφίχθηκε στην Κυπριακή Δημοκρατία στις 18 Ιουλίου 2017 με άδεια να εργαστεί σε εστιατόριο, ακολούθως στις 12/12/2018 υπέβαλε αίτημα στην Υπηρεσία Ασύλου για παροχή σ’ αυτόν διεθνούς προστασίας το οποίο όμως απέσυρε στις 6/9/2019, αφού εν τω μεταξύ στις 16/7/2019 τέλεσε γάμο με ευρωπαία υπήκοο με καταγωγή από τη Ρουμανία και στις 22/10/2018 υπέβαλε αίτηση MEU2 για έκδοση δελτίου διαμονής ως μέλος οικογένειας πολίτη της 'Ενωσης, η οποία εγκρίθηκε.

 

Με σκοπό τον έλεγχο γνησιότητας του γάμου, στις 26/11/2019, μέλη της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης (ΥΑΜ) μετέβησαν στο δηλωθέντα χώρο διαμονής του ζευγαριού. Κατά την επίσκεψή τους, ο αιτητής ανέφερε ότι η σύζυγός του απουσίαζε στη χώρα καταγωγής της από τις αρχές Νοεμβρίου και θα επέστρεφε περί τα τέλη Ιανουαρίου 2020. Τα μέλη της ΥΑΜ δεν εντόπισαν οποιοδήποτε προσωπικό αντικείμενο της συζύγου του αιτητή, ενώ ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει απαντήσεις σε ουσιαστικά ερωτήματα που του τέθηκαν σχετικά, ούτε μπορούσε να επικοινωνήσει μαζί της τηλεφωνικώς όταν του ζητήθηκε. Συνεπεία τούτων των διαπιστώσεων, η άδεια διαμονής του αιτητή ακυρώθηκε στις 23/11/2020, καθώς δεν διέμενε με τη σύζυγό του, η οποία είχε αναχωρήσει από την Κυπριακή Δημοκρατία.

 

Στις 20/05/2022, ο αιτητής μέσω του νυν δικηγόρου του υπέβαλε αίτημα για δελτίο διαμονής με βάση το Άρθρο 25(2) του περί του Δικαιώματος των Πολιτών της Ένωσης και των Μελών των Οικογενειών τους να Κυκλοφορούν και να Διαμένουν Ελεύθερα στη Δημοκρατία Νόμου, Ν.  (Νόμος 7(Ι)/2007) και μέσω διαφορετικής δικηγόρου, υπέβαλε εκ νέου ακριβώς το ίδιο αίτημα στις 27/06/2022.  Και στις δύο επιστολές δηλώνεται από τους δικηγόρους του ότι αυτός μετέβη στο Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης στις 17/05/2022, για να υποβάλει αίτηση δυνάμει του Άρθρου 25(2) του Νόμου όπου και ενημερώθηκε ότι ακυρώθηκε το δελτίο διαμονής του και ότι υπάρχει σημείωμα στο φάκελό του ότι είναι αναζητούμενος.

 

Το αίτημα του αιτητή για την άδεια παραμονής απορρίφθηκε με επιστολή ημερομηνίας 17 Νοεμβρίου 2022. Στην εν λόγω επιστολή, οι καθ' ων η αίτηση ενημέρωσαν τον δικηγόρο του αιτητή σε σχέση με την απόφαση ημερομηνίας 23/11/2020, με την οποία είχαν ήδη ακυρώσει την άδεια παραμονής του. Αντίστοιχη επιστολή απεστάλη και σε ιδιωτικό γραφείο εξευρέσεως εργασίας το οποίο είχε στείλει αντίστοιχη επιστολή ως οι δικηγόροι του αιτητή με ημερομηνία 14/07/2022.

 

Στις 20/06/2023, ο αιτητής καταχώρισε μέσω του δικηγόρου του ιεραρχική προσφυγή κατά της απόφασης των καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 23/11/2020. Στις 29/09/2023, οι καθ' ων η αίτηση απέρριψαν την ιεραρχική προσφυγή του αιτητή ως εκπρόθεσμη. Η επιστολή στάλθηκε μέσω ταχυδρομείου από τη Λειτουργό των Καθ' ων η αίτηση στη ταχυδρομική θυρίδα του δικηγόρου του, στις 2 Οκτωβρίου 2023.

 

Στις 24/07/2024, ο αιτητής συνελήφθη στη Πάφο αφού  από έλεγχο που έγινε μέσω της ΥΑΜ Αρχηγείου, διαπιστώθηκε ότι αυτός διέμενε παράνομα στην Κυπριακή Δημοκρατία καθώς η άδεια διαμονής του είχε ακυρωθεί ήδη από 23/11/2020 και η ιεραρχική του προσφυγή απορρίφθηκε στις 29/09/2023. 

 

Στις 24/07/2024, δυνάμει του άρθρου 14 του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, εκδόθηκαν διατάγματα απέλασης και κράτησης του αιτητή, κατά των οποίων καταχωρήθηκε η παρούσα υπόθεση ενώπιον του Δικαστηρίου. Σημειώνεται ότι την ίδια ημέρα, ο αιτητής εντάχθηκε στο Πρόγραμμα Εθελούσιων Επιστροφών στην χώρα καταγωγής του, υπογράφοντας σχετική δήλωση, την οποία ωστόσο μετά από μεταγενέστερη παρέμβαση του δικηγόρου του θεωρήθηκε ότι έχει ανακαλέσει.

 

Ως ισχυρίζεται ο αιτητής, η απόφαση ημερομηνίας 29/09/2023 με την οποία απορρίφθηκε η ιεραρχική προσφυγή του και απεστάλη με επιστολή στον δικηγόρο του, ουδέποτε του κοινοποιήθηκε. Σύμφωνα με τον δικηγόρο του, το γεγονός ότι η επιστολή δεν του είχε κοινοποιηθεί, καθιστά τα διατάγματα κράτησης και απέλασης παράνομα, καθώς ο αιτητής δεν γνώριζε ότι η ιεραρχική προσφυγή είχε απορριφθεί και ως εκ τούτου δεν είχε τη δυνατότητα να αμφισβητήσει την απόφαση επί της ιεραρχικής προσφυγής.

 

Ο αιτητής, περαιτέρω, προβάλει ότι τα προσβαλλόμενα διατάγματα είναι παράνομα καθώς ουδέποτε ο Υπουργός Εσωτερικών έλαβε απόφαση επί της ιεραρχικής προσφυγής του. Σύμφωνα με τον δικηγόρο του αιτητή, η αναφορά στο Σημείωμα ημερομηνίας 21 Αυγούστου 2023 «Απόρριψη» δεν αποτελεί απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών επί της ιεραρχικής προσφυγής του αιτητή, καθώς δεν διαφαίνεται ξεκάθαρα εάν όντως είναι ο Υπουργός Εσωτερικών ο οποίος υπέγραψε το εν λόγω έγγραφο.  

 

Ακόμα, ο δικηγόρος του αιτητή υποστηρίζει ότι, η απόφαση των Καθ’ ων η Αίτηση ημερομηνίας 29/09/2023 παραβιάζει τα Άρθρα 7Α και 7Β του ΚΕΦ. 105, αφού, ως ισχυρίζεται, δεν εξέτασαν στα πλαίσια της ιεραρχικής προσφυγής κατά πόσο οι εν λόγω πρόνοιες του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως ΚΕΦ. 105 εφαρμόζονται στην παρούσα περίπτωση.

 

 

Τέλος, ο αιτητής υποστηρίζει ότι η απόφαση απόρριψης της ιεραρχικής προσφυγής λήφθηκε χωρίς τη δέουσα έρευνα και αυτή είναι μη δεόντως αιτιολογημένη.  

 

Σημειώνεται ότι, ο δικηγόρος του αιτητή, με αναφορές στα γεγονότα τα οποία περιεγράφηκαν ανωτέρω, προβάλει περαιτέρω ισχυρισμούς γεγονότων, σε σχέση με την απουσία της συζύγου του από τη Κύπρο και τον θάνατο αυτής στη χώρα καταγωγής της περί τον Ιανουάριο του 2022. Ωστόσο, ισχυρισμοί οι οποίοι δεν υποστηρίζονται από το περιεχόμενο του σχετικού διοικητικού φακέλου, ουδόλως θα απασχολήσουν το Δικαστήριο. Ως έχει πολλάκις νομολογηθεί, η αγόρευση σε υποθέσεις διοικητικού δικαίου δεν είναι μέσο για θεμελίωση πραγματικών δεδομένων και περαιτέρω, δεν είναι επιτρεπτή η προσαγωγή μαρτυρίας χωρίς την άδεια του Δικαστηρίου, κάτι το οποίο δεν έχει επιτραπεί. Συνακόλουθα, δεν θα απασχολήσει και το Δικαστήριο ο ισχυρισμός περί αλυσιτέλειας της παρούσας προσφυγής, αφού με βάση τα χρονικά ορόσημα τα οποία προβάλει ο Αιτητής, το ζευγάρι ουδέποτε διέμενε για τουλάχιστον ένα έτος στην Κυπριακή Δημοκρατία πριν από το θάνατο της συζύγου, ισχυρισμό τον οποίο προβάλει ο δικηγόρος των Καθ’ ων η Αίτηση.

 

Ο δικηγόρος των Καθ’ ων η Αίτηση υποστηρίζει ότι η απόφαση είναι καθόλα νόμιμη και ορθή και τεκμηριώνεται πλήρως από τον διοικητικό φάκελο. Με αναφορά πάντα στα γεγονότα που φαίνονται στην Ένσταση και περιλαμβάνονται στον διοικητικό φάκελο, αναφέρει ότι, οι ισχυρισμοί του δικηγόρου του αιτητή ως ανωτέρω, πέραν από αβάσιμοι, ουδόλως επηρεάζουν τη νομιμότητα των επίδικων διαταγμάτων και/ή ούτε αιτιολογούν την μη διευθέτηση της διαμονής του αιτητή στη Δημοκρατία μέχρι και την έκδοση των διαταγμάτων.

 

Όπως εύστοχα παρατηρεί ο ευπαίδευτος δικηγόρος των Καθ’ ων η Αίτηση,  όλοι οι λόγοι ακύρωσης που προωθεί ο αιτητής αφορούν την ενημέρωση του για την απόφαση των καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 29 Σεπτεμβρίου 2023 να απορρίψουν την ιεραρχική προσφυγή του μέσω του δικηγόρου του, ως εκπρόθεσμη. Ως και η επιχειρηματολογία του κ.Χριστοφίδη, συνάγεται ότι ο αιτητής δεν αμφισβητεί τη νομιμότητα της απόφασης των Καθ' ων η αίτηση να εκδώσουν τα διατάγματα κράτησης και απέλασης ημερομηνίας 24 Ιουλίου 2024 αυτά καθ' εαυτά, αφού τα προσβαλλόμενα διατάγματα εκδόθηκαν επειδή ακριβώς ο αιτητής κρίθηκε ότι διέμενε παράνομα από τις 23 Νοεμβρίου 2020, όταν και ακυρώθηκε η άδεια διαμονής του.

Όντως, ο αιτητής πρωτίστως υποστηρίζει ότι, από τη στιγμή που δεν έλαβε την απόφαση ημερομηνίας 29/09/2023 με την οποία απορρίφθηκε η ιεραρχική προσφυγή την οποία υπέβαλε μέσω του δικηγόρου του, τα προσβαλλόμενα διατάγματα είναι παράνομα. Συγκεκριμένα, ο αιτητής καταχώρισε στις 20/06/2023 μέσω του δικηγόρου του ιεραρχική προσφυγή κατά της απόφασης των καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 23/11/2020, με την οποία είχαν ακυρώσει την άδεια παραμονής του, η οποία αποτελεί το νομιμοποιητικό υπόβαθρο της έκδοσης των προσβαλλόμενων διαταγμάτων. Τρεις μήνες αργότερα, στις 29/09/2023, οι Καθ' ων η αίτηση απέρριψαν την ιεραρχική προσφυγή του αιτητή ως εκπρόθεσμη. Ο αιτητής υποστηρίζει ότι, ουδέποτε έλαβε, ο ίδιος ή ο δικηγόρος του αυτή την απορριπτική απόφαση, με ότι αυτό συνεπάγεται για τη νομιμότητα των διαταγμάτων που ακολούθησαν.   

Για τη διαπίστωση των δεδομένων τα οποία συνθέτουν τα γεγονότα της υπόθεσης, ανατρέχω στο διοικητικό φάκελο της υπόθεσης (Ερυθρά 32-31 και 102-101) όπου μελετώντας στο σχετικό «ΣΗΜΕΙΩΜΑ» που συνοδεύει την εν λόγω επιστολή ημερ. 29/09/2023 διαπιστώνω ότι, επί του εγγράφου ημερομηνίας 21/08/2023, αναγράφονται διαδοχικά, η Διοικητική Λειτουργός  Α’, η Διευθύντρια ΤΑΠΜ, ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου και  ο Υπουργός Εσωτερικών, ενώ δίπλα σε κάθε ένα θεσμικό πρόσωπο υφίσταται η αντίστοιχη υπογραφή και ημερομηνία. Ψηλά δε στο έγγραφο, κάτω από τη σφραγίδα «ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ», αναγράφεται χειρογράφως η λέξη «Απόρριψη» και έχει τεθεί επί του σημειώματος αντίστοιχη υπογραφή και η ημερομηνία 11/9/2023. 

Περαιτέρω, επί της επιστολής ημερ. 29/09/2023, την οποία υπογράφει η αρμόδια Διοικητική Λειτουργός της οποία το όνομα καταγράφεται ολογράφως, υπάρχει η αναφορά κάτω από την ημερομηνία «Με ταχυδρομείο» με σημάδι ότι επιλέγηκε ο συγκεκριμένος τρόπος αποστολής της. Στο κάτω μέρος  υπάρχει ακόμα η ακόλουθη αναφορά «Σημείωση: Η παρούσα επιστολή έχει ταχυδρομηθεί και/ή αποσταλεί τόσο στη τελευταία δηλωθείσα διεύθυνση του αιτητή στις 2/10/2023». Η ημερομηνία αποστολής αναγράφεται χειρογράφως ως και τα αρχικά «Χ.Π.» στο σημείο υπογραφής του επιφορτισμένου με την ενέργεια αυτή Λειτουργού.

Το ίδιο ζήτημα έχει απασχολήσει το παρόν δικαστήριο και στην απόφαση μου στην υπόθεση A. J. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, υπόθεση αρ. 25/2024(Κ), ημερ. 9.2.2024, όπου έκρινα ότι υπογραφή της εκεί Λειτουργού των Καθ' ων η αίτηση στην επιστολή και η ημερομηνία αποστολής αντίστοιχης επιστολής, αποτελούσαν επαρκή αποδεικτικά αποστολής στον αιτητή. Παραθέτω το ακόλουθο απόσπασμα:

«Σχετικά με το ζήτημα της αποστολής της απορριπτικής απόφασης στη δηλωθείσα διεύθυνση του αιτητή, παραπέμπω στην απόφαση της Α. ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ - ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ ημερ. 29/07/2016 στη Προσφυγή Αρ. 46/2013 ΗΟΑΙ ΤΗΙ LE και Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω της Διευθύντριας του Τμήματος Αλλοδαπών και Μετανάστευσης, όπου αναφέρθηκαν τα πιο κάτω:

«Από την έρευνα μου στον διοικητικό φάκελο, διαπίστωσα την ύπαρξη επιστολής ημερομηνίας 8/5/2012 (ερυθρό 57), υπογεγραμμένη από τον λειτουργό του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης κ. «Α. Χριστοδούλου για Διευθύντρια», απευθυνόμενη στην αιτήτρια, στην «οδό Αρσινόης 10, 1010, Λευκωσία». Στην εν λόγω επιστολή υπάρχει στο πάνω μέρος δεξιά η σημείωση «Sent by Post», με μονογραφή και ημερομηνία «8/5».

Η πιο πάνω διεύθυνση, είναι η ίδια την οποία η αιτήτρια δήλωσε στο έντυπο παραπόνου που υπέβαλε στις 12/1/2012 (ερυθρό 54). Έχω επίσης διαπιστώσει ότι στις 7/6/2012 (ερυθρό 61), η Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης, καταχώρησε τα στοιχεία της αιτήτριας στον κατάλογο αναζητουμένων προσώπων, σημειώνοντας ότι, η αλλοδαπή παραμένει στην Κύπρο παράνομα σε άγνωστη διεύθυνση και έπρεπε να γίνουν έρευνες για εντοπισμό της.

Η αιτήτρια δηλαδή, ένα περίπου μήνα μετά την συγγραφή της επιστολής ημερομηνίας 8/5/2012, είχε ήδη αλλάξει διεύθυνση διαμονής, αφού χαρακτηρίστηκε από την Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης ως αγνώστου διαμονής χωρίς να ενημερώσει τις αρχές, όπως είχε υποχρέωση για την οποιαδήποτε αλλαγή διαμονής της. Η υποχρέωση αυτή, προνοείται στον Κανονισμό 36 (ε) και (στ) των περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Κανονισμών του 1972 μέχρι 2013 (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΤΡΙΤΟΝ, Δ.Π 242/72, ως αυτοί τροποποιήθηκαν), σύμφωνα με τις πρόνοιες του οποίου:

«36-( 1) Πας αλλοδαπός δέον όπως -

(α).................      

(ε) εάν πρόκειται να αλλάξη την διαμονήν αυτού, εφοδιάζη τον λειτουργόν καταγραφής της επαρχίας καταγραφής εν η τότε διαμένει με λεπτομέρειας αναφορικώς προς την ημερομηνίαν καθ' ην η διαμονή του πρόκειται να αλλαγή και αναφορικώς προς τον σκοπούμενον τόπον διαμονής αυτού.

(στ) αμα τη επιτεύξει αλλαγής διαμονής από μίαν επαρχίαν καταγραφής εις ετέραν, τότε εντός 5 ημερών από της αφίξεως αυτού εις την επαρχίαν καταγραφής εις ην μετακινείται, πληροφορή τον λειτουργόν καταγραφής της εν λόγω επαρχίας περί της αφίξεως του δια προσαγωγής του πιστοποιητικού εγγραφής αυτού εις τον υπεύθυνον αξιωματικόν του πλησιέστερου αστυνομικού σταθμού δι' αναγραφήν εν αυτώ της νέας αυτού διευθύνσεως».  Σχετικές επίσης είναι και οι αποφάσεις LILIEN KHISHIG JARGAL - ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, προσφυγή αρ. 144/2010, ημερομηνίας 12/3/2012, ΑΝΤΡΕΑΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ κ.ά ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, ECLI:CY:AD:2014:D438, υπόθεση αρ. 607/2012, ημερομηνίας 27/6/2014, ECLI:CY:AD:2014:D438. Συνεπώς η συμπεριφορά αυτή της αιτήτριας, η απόκρυψη δηλαδή σημαντικών στοιχείων που όφειλε εκ του Νόμου να δηλώσει, κάθε άλλο παρά καλόπιστη συμπεριφορά θα μπορούσε να χαρακτηριστεί.

 (…)

Λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με τη νομολογία μας (Βλ. Θεανώ Θεμιστοκλέους κ.ά ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2007)3 Α.Α.Δ 415, Katsiantonis ν. Frantzeskou (1981) 1 Α.Α.Δ 566), η πρόνοια στο άρθρο 2 του περί Ερμηνείας Νόμου Κεφ. 1 για «επίδοση με ταχυδρομείο», δεν επιβάλλει γενική υποχρέωση να είναι ασφαλισμένες οι επιστολές και δεδομένης της μη αμφισβήτησης της αιτήτριας για την ορθότητα της διεύθυνσης και τη μη επιστροφή της επιστολής, κατά τη κρίση μου η σημείωση στην εν λόγω επιστολή, ότι αυτή στάληκε στις 8/5/2012 με ταχυδρομείο, τεκμηριώνει ότι η επιστολή ταχυδρομήθηκε. Εξάλλου η αιτήτρια δεν έχει προσκομίσει οποιαδήποτε μαρτυρία που να ανατρέπει το τεκμήριο της λήψης της επιστολής.

Απόλυτα σχετικό επί του θέματος είναι το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση Θεανώ Θεμιστοκλέους (ανωτέρω). «Αλλά είναι και χωρίς δυσκολία που προκύπτει πως η σχετική πρόνοια του άρθρου 2 του περί Ερμηνείας Νόμου Κεφ. 1, «επίδοση με ταχυδρομείο», δεν επιβάλλει γενική υποχρέωση να είναι ασφαλισμένες οι επιστολές στις οποίες αναφέρεται. (Βλ. συναφώς Katsiantonis ν. Frantzeskou (1981) 1 Α.Α.Δ.566). Ενώ, παράλληλα, καμιά άλλη νομοθετική πρόνοια δεν προτάθηκε ως επιβάλλουσα τέτοια υποχρέωση. Και η εισήγηση των εφεσιβλήτων πως δεν υπάρχει τέτοια, παρέμεινε αναπάντητη. Από την άλλη, ενώ πράγματι το τεκμήριο λήψης, ενόψει της πιο πάνω νομοθετικής πρόνοιας και της νομολογίας (βλ. Theodorou ν. The Abbot of Kykko Monastery (1965) 1 C.L.R. 9, Πιττάκα ν. Γ & B Χατζηδημοσθένους Λτδ (2004) 1 Α.Α.Δ 1895) προϋποθέτει ταχυδρόμηση στην ορθή διεύθυνση και μη επιστροφή, όπως ήδη σημειώσαμε, εδώ κάθε άλλο παρά διατυπώθηκε αμφισβήτηση επί αυτών, ενόψει της οποίας, ως προς εγειρόμενο επίδικο θέμα πλέον, οι εφεσίβλητοι θα είχαν βάρος να αποσείσουν με εν τέλει κριτή το Δικαστήριο, αναλόγως με τους χειρισμούς, το υλικό του φακέλου και την όποια μαρτυρία θα επέτρεπε να προσαχθεί. (Βλ. Θεοφάνης Χατζηγιάννη κ.α. ν. Υπουργικού Συμβουλίου κ.α., Προσφυγή Αρ. 846/01, ημερομηνίας 30.5.03 και συναφώς Busy Bodys Wine Bar & Rest. Ltd ν. Εφόρου Φ.Π.Α. (1999) 2 Α.ΑΛ. 516). Ούτε και επιχειρήθηκε ανατροπή του τεκμηρίου με την προσαγωγή μαρτυρίας ως προς τη μη λήψη της επιστολής (βλ. Katsiantonis ν. Frantzeskou (ανωτέρω). Ορθώς, λοιπόν, ο συνάδελφός μας χαρακτήρισε τον ισχυρισμό ως ατεκμηρίωτο».

Συνεπώς, θεωρείται κατά τεκμήριο ότι η επιστολή ημερομηνίας 8/5/2012 είχε φθάσει στον προορισμό της, εφόσον εστάλη στη διεύθυνση που η αιτήτρια είχε δηλώσει και δεν επεστράφη. Κατ' επέκταση η αιτήτρια έλαβε γνώση του περιεχομένου της εν λόγω επιστολής, δηλαδή την απόρριψη του αιτήματος της εντός εύλογου χρόνου από την ταχυδρόμηση της. Επομένως ή κατά πολύ αργότερο (9 μήνες), καταχωρισθείσα προσφυγή της αιτήτριας, είναι εκπρόθεσμη.

Η προδικαστική ένσταση των καθ' ων η αίτηση γίνεται αποδεκτή.»

Ακολουθώντας το ίδιο ακριβώς σκεπτικό ως η προαναφερθείσα απόφαση μου, διαπιστώνω ότι οι Καθ΄ ων η Αίτηση ταχυδρόμησαν την απορριπτική τους απόφαση στη διεύθυνση η οποία δηλώθηκε από τον αιτητή ήτοι την Ταχυδρομική Θυρίδα του Δικηγόρου ο οποίος καταχώρησε εκ μέρους του την Ιεραρχική Προσφυγή. 

 

Σε συνέχεια των όσων έχουν αναφερθεί ανωτέρω και προς σχολιασμό της θέση του ευπαίδευτου δικηγόρου του αιτητή περί του βάρους αποδείξεως το οποίο ισχυρίζεται ότι βαρύνει τους Καθ’ ων η αίτηση, παραπέμπω στην πρόσφατη απόφαση μου ημερ. 30/05/2024 στην υπόθεση Μ.Α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Συνεκδ. Υποθέσεις αρ. 1258/2023 και 316/2024, όπου έχω αναφέρει τα ακόλουθα:

«Στη προκειμένη περίπτωση το ζήτημα του εκπροθέσμου της καταχώρησης της ιεραρχικής προσφυγής που υπέβαλε ο δικηγόρος του Αιτητή κατά της απορριπτικής απόφασης στις 17.12.2021, στην αίτηση ημερομηνίας 29.07.2021 την οποία υπέβαλε ο πελάτης του για έκδοση προσωρινής άδειας διαμονής στη Δημοκρατία, ως σύντροφος ευρωπαίας πολίτιδας. Όπως έχω σημειώσει στα γεγονότα της υπόθεσης ανωτέρω, από τους διοικητικούς φακέλους προκύπτει ότι, στις 17.12.2021 το Τμήμα απέρριψε την αίτηση του Αιτητή καθώς κρίθηκε ότι αυτός και η παρουσιαζόμενη ως συμβία του, δεν κατέθεσαν τα απαραίτητα έγγραφα και η συμβίωση των δύο δεν είχε αποδειχθεί. H απορριπτική απόφαση ημερομηνίας 17.12.2021, ως οι σχετικές σημειώσεις επί των εγγράφων εντός του διοικητικού φακέλου (Ερυθρούν 8, 53, 174 και 194) γνωστοποιήθηκε στον Αιτητή και στη συμβία του, μέσω επιστολών που απεστάλησαν ξεχωριστά προς τον κάθε έναν εξ αυτών στις 20.12.2021. Εντοπίζω σε αμφότερες τις επιστολές να καταγράφεται η χειρόγραφη σημείωση «Στάληκε στις 20.12.2021». Το κείμενο των επιστολών, φέρει ως αποστολέα το αρμόδιο τμήμα και ως παραλήπτη, στη μια επιστολή τον Αιτητή και στην άλλη επιστολή τη φερόμενη ως συμβία αυτού, ενώ αμφότερες απευθύνονται στη διεύθυνση που είχαν δηλώσει οι διοικούμενοι και η οποία εντοπίζεται στο διοικητικό φάκελο σε διάφορα έγγραφα. Σημειώνεται ότι δεν  αμφισβητείται από τον Αιτητή ότι η συγκεκριμένη διεύθυνση ήταν η ορθή διεύθυνση διαμονής του, κατά τον ουσιώδη χρόνο.

Συνεπώς, αφού έχω μελετήσει το περιεχόμενο των εγγράφων του διοικητικού φακέλου κρίνω ότι, στη βάση, τόσο της χειρόγραφης σημείωσης αποστολής, όσο και της ορθότητας της ταχυδρομικής θυρίδας, έχει, εν προκειμένω, δημιουργηθεί μαχητό τεκμήριο αποστολής - λήψης της επιστολής ημερομηνίας 17.12.2021 και πως οι Καθ' ων η αίτηση έχουν εξαντλήσει την υποχρέωση απόδειξης αποστολής της διοικητικής απόφασης, μετά από σύντομο χρονικό διάστημα από τις 20.12.2021, χρόνο οπότε η επιστολή θεωρείται ότι εντάχθηκε πλέον στη σφαίρα του Αιτητή. Σημειώνω σχετικά ότι, σύμφωνα με τη νομολογία, με τη συνήθη πορεία του απλού ταχυδρομείου, οι επιστολές φθάνουν στον προορισμό τους εντός του εδάφους της Κ.Δ., μέσα σε μερικές μέρες.

Είναι η θέση του δικηγόρου του Αιτητή, πως το βάρος απόδειξης του εκπροθέσμου το φέρουν οι Καθ' ων η αίτηση, προκειμένου να αποδείξουν ότι η επιστολή αποστάλθηκε με το ταχυδρομείο στην ορθή διεύθυνση. Επέρχεται, όμως, αντιστροφή του βάρους απόδειξης στις περιπτώσεις που οι καθ' ων η αίτηση αποδεικνύουν τα πιο πάνω και πλέον αυτό βαρύνει τους ώμους του Αιτητή, προκειμένου να ανατρέψει το τεκμήριο παραλαβής της εντός εύλογου χρόνου και να αποδείξει, είτε ότι δεν ταχυδρομήθηκε η επιστολή, είτε ότι έλαβε γνώση καθυστερημένα ή ακόμα καθόλου της διοικητικής πράξης, εκτός δηλαδή της προθεσμίας των είκοσι ημερών για καταχώρηση ιεραρχικής προσφυγής. 

Σε μία τέτοια περίπτωση, όπως ο εδώ ισχυρισμός του Αιτητή ότι η απορριπτική απόφαση δεν ελήφθη ποτέ μέσω της επιστολής ημερομηνίας 17.12.2021 η οποία υπάρχει μαρτυρία ότι απεστάλη ταχυδρομικώς στη δηλωθείσα ως κατοικία του στις 20.12.2021, αλλά πληροφορήθηκε για την απορριπτική απόφαση στην αίτηση του ημερομηνίας 29.07.2021 για έκδοση προσωρινής άδειας διαμονής στη Δημοκρατία, δύο χρόνια αργότερα, μέσω της επιστολής ημερομηνίας 18.07.2023, το βάρος απόδειξης περνά πλέον στους ώμους του Αιτητή (HadjiGavriel v. Republic (1986) 3(A) C.L.R. 52, Αντώνιος Πατάτας ν. Δημοκρατίας (1990) 3 ΑΑΔ 248, Ε.Δ.Δ. 36/2016 Eze ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 19.5.2022). Όπως δε λέχθηκε από την  πρώην Πρ.Δ.Δ.Δ., κα Μ. Καλλιγέρου, στα πλαίσια της Προσφυγής υπ' αριθμό 31/2021, Asim Rasheed ν. ΤΑΠΜ, ημερομηνίας 10/02/2022 (η έμφαση προστίθεται):

«Σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η γνώση για την έκδοση της πράξης για να κινήσει την προθεσμία για καταχώριση προσφυγής δύναται και να τεκμαίρεται σε περιπτώσεις που έχει παρέλθει πολύ μεγάλο διάστημα από την έκδοση της απόφασης και ο αιτητής να μην έχει επιδείξει οποιαδήποτε επιμέλεια να ενημερωθεί, παρά το εύλογο ενδιαφέρον του για την υπόθεσή του.

Σχετική είναι οι απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου Γεωργία Σοφοκλέους Χειμωνίδου ν. Ιατρικών Υπηρεσιών κ.α. (1994) 2040, από την οποία παραθέτω το κατωτέρω απόσπασμα και στο οποίο γίνεται αναφορά και σε απόσπασμα από τα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929 - 1959

 

Έχοντας επαναλάβει τα πιο πάνω, ως τα εκτενή αποσπάσματα των δύο αποφάσεων μου, συνοψίζω ότι στην προκείμενη περίπτωση, ο αιτητής υπέβαλε την ιεραρχική του προσφυγή στις 20/6/2023 οι καθ' ων η αίτηση σε περίοδο 3 μηνών απέρριψαν την ιεραρχική προσφυγή και συγκεκριμένα στις 29/9/2023, προχωρώντας στη ταχυδρόμηση της στη θυρίδα του δικηγόρου που την καταχώρησε στις 2/10/2023. Τα διατάγματα κράτησης και απέλασης εκδόθηκαν στις 24/07/2024, χωρίς μέχρι τότε ο αιτητής να ενδιαφερθεί για τη πορεία ή και τη κατάληξη της ιεραρχικής του προσφυγής προσφυγής, αφού είχε παρέλθει πέραν του εύλογου χρονικού διαστήματος για να εξεταστεί. 

 

Σε αυτό το σημείο οφείλω να διαπιστώσω ότι, επιβεβαιώνεται και η θέση του δικηγόρου των Καθ΄ων η Αίτηση ότι ο αιτητής γνώριζε ήδη από την καταχώρηση της ιεραρχικής του προσφυγής στις 20/6/2023, ότι αυτή ήταν εκπρόθεσμη.  Ανατρέχοντας πάντα στο περιεχόμενο του φακέλου και στις επιστολές των δύο δικηγόρων του, ημερ. 20/05/2022 (Ερυθρά 105, 279) και ημερ. 27/06/2022 (Ερυθρό 109, 315) αντίστοιχα, διαπιστώνω πως γίνεται παραδοχή ότι ο αιτητής μετέβη στο Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης στις 17/05/2022, για να υποβάλει αίτηση δυνάμει του Άρθρου 25(2) του Νόμου όπου και ενημερώθηκε ότι ακυρώθηκε το δελτίο διαμονής του και ότι υπάρχει σημείωμα στο φάκελό του ότι είναι αναζητούμενος. Εντούτοις, παρά το γεγονός ότι γνώριζε από τις 17/5/2022 ότι η άδεια διαμονής του είχε ακυρωθεί, επέλεξε να αποστείλει τις δύο επιστολές και καταχώρισε ιεραρχική προσφυγή κατά της ακύρωσης του δελτίο διαμονής του 13 μήνες αργότερα στις 20/06/2023, κατά παράβαση της προθεσμίας την οποία καθορίζει το Άρθρο 32Α(2) του Νόμου 7(Ι)/2007.

 

Ως εκ τούτου, είναι η διαπίστωση του Δικαστηρίου ότι, η απόφαση των καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 29 Σεπτεμβρίου 2023 να απορρίψουν την ιεραρχική προσφυγή του μέσω του δικηγόρου του, ως εκπρόθεσμη ήταν ορθή και νόμιμη. Δεδομένου τούτου, η απόφαση με την οποία ο αιτητής κρίθηκε ότι διέμενε παράνομα από τις 23 Νοεμβρίου 2020 στο έδαφος της Δημοκρατίας παρέμεινε νόμιμη και συνακόλουθα νόμιμη ήταν και η απόφαση των Καθ’ ων η αίτηση να εκδώσουν τα προσβαλλόμενα διατάγματα κράτησης και απέλασης ημερομηνίας 24 Ιουλίου 2024.

 

Ολοκληρώνοντας την ανάλυση των γεγονότων, τα οποία οδήγησαν στην έκδοση των επίδικων διαταγμάτων κράτησης και απέλασης, θα εξετάσω και τους άλλους λόγους ακύρωσης τους οποίους προβάλει ο αιτητής.

 

Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι τα προσβαλλόμενα διατάγματα είναι παράνομα καθώς ουδέποτε ο Υπουργός Εσωτερικών έλαβε απόφαση επί της ιεραρχικής προσφυγής του αιτητή. Σύμφωνα με τον δικηγόρο του, η αναφορά στο «Σημείωμα» ημερομηνίας 21/08/2023 «Απόρριψη» δεν αποτελεί απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών επί της ιεραρχικής προσφυγής του αιτητή καθώς δεν διαφαίνεται ξεκάθαρα εάν όντως είναι ο Υπουργός Εσωτερικών που υπέγραψε την εν λόγω αναφορά. Ωστόσο, αυτός ο ισχυρισμός αντικρούεται από το περιεχόμενο των Ερυθρών 32-31 και 102-101 τα οποία ως έχω καταγράψει ήδη φέρουν, μεταξύ άλλων υπογραφών, και μια υπογραφή κάτω από τη σφραγίδα «Υπουργός Εσωτερικών» με επίσης αναγραφή της ημερομηνίας οπότε αυτή τέθηκε. Ως γνωστόν, η διοικητική πράξη φέρει το τεκμήριο νομιμότητας και το βάρος απόδειξης ότι συντρέχει οιοσδήποτε λόγος ακυρώσεως το φέρει ο ίδιος ο αιτητής.  Άνευ αντίθετης μαρτυρίας που στη παρούσα περίπτωση ουδόλως προσκομίστηκε, το τεκμήριο νομιμότητας της πράξης παραμένει ακλόνητο και εν προκειμένω ο ισχυρισμός του αιτητή παραμένει παντελώς αστήρικτος και απορρίπτεται.

 

Περαιτέρω, ο αιτητής ισχυρίζεται ότι οι Καθ' ων η αίτηση πεπλανημένα δεν εξέτασαν, στα πλαίσια της ιεραρχικής προσφυγής, κατά πόσο οι πρόνοιες του Άρθρου 7Α και 7Β του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως νόμου εφαρμόζονται στην παρούσα περίπτωση. Σχετικά υποστηρίζει ακόμα ότι, η απόφαση απόρριψης της ιεραρχικής προσφυγής λήφθηκε χωρίς την δέουσα έρευνα αλλά και ότι αυτή δεν είναι δεόντως αιτιολογημένη.

 

Ούτε αυτοί ο ισχυρισμοί του αιτητή μπορούν να γίνουν αποδεκτοί. Η θέση του, περί παραβίασης των Άρθρων 7Α και 7Β του ΚΕΦ. 105 θα πρέπει να απορριφθεί, καθώς δεν αποτελούσε επίδικο ζήτημα κατά το χρόνο εξέτασης της ιεραρχικής προσφυγής η οποία είχε κριθεί απαράδεκτη καθώς καταχωρήθηκε εκτός των χρονικών πλαισίων που επίτασσε η νομοθεσία.  Ως προς δε την δέουσα έρευνα και αιτιολογία της απόρριψης της Ιεραρχικής Προσφυγής, διαπιστώνω ότι αρμόδιοι Λειτουργοί μέχρι και τον Υπουργό Εσωτερικών έχουν εξετάσει διαδοχικά την ιεραρχική προσφυγή, ως μαρτυρούν οι υπογραφές τους επί του Σημειώματος της Λειτουργού με τίτλο «ΘΕΜΑ: ΕΚΘΕΣΗ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΞΕΤΑΣΗ ΙΕΡΑΡΧΙΚΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ  ΠΟΥ ΥΠΟΒΛΗΘΗΚΕ ΣΤΟΝ ΥΠΟΥΡΓΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 32Α ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΤΩΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΩΝ ΤΟΥΣ ΝΑ ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ ΚΑΙ ΝΑ ΔΙΑΜΕΝΟΥΝ ΕΛΕΥΘΕΡΑ ΣΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ». Στο εν λόγω Σημείωμα, η Λειτουργός η οποία το έχει ετοιμάσει και το έχει υποβάλει μέσω της ιεραρχίας στον Υπουργό Εσωτερικών, εξετάζει τα δεδομένα και ορθώς προβαίνει στη διαπίστωση της εκπρόθεσμης καταχώρησης αυτής στις 20/6/2023, αφού προσβάλει απόφαση ημερομηνίας 23/11/2020. Είναι συνεπώς η διαπίστωση του Δικαστηρίου ότι, αφού εξετάστηκε δεόντως, διαπιστώθηκε το εκπρόθεσμο της εν λόγω Ιεραρχικής Προσφυγής και η απόρριψη της είναι αρκούντως αιτιολογημένη.

Τέλος, ο αιτητής ισχυρίζεται ότι, οι Καθ΄ων η αίτηση έχουν παραβιάσει την αρχή της χρηστής διοίκησης, αλλά και το Άρθρο 180Θ του ΚΕΦ. 105 καθώς δεν δόθηκε στον ίδιο το δικαίωμα της οικειοθελής αναχώρησης από το έδαφος της Κ.Δ. εντός του χρονικού διαστήματος των επτά και τριάντα ημερών. Ως προς το πρώτο, το Δικαστήριο δεν μπορεί παρά να απορρίψει τον ισχυρισμό ως γενικόλογο και αόριστο, αφού ο πιο πάνω λόγος ακύρωσης δεν αναπτύσσεται με την απαιτούμενη σαφήνεια. Ως προς το ζήτημα δε της οικειοθελούς αναχώρησης, σημειώνεται ότι με την απόφαση ημερομηνίας 23 Νοεμβρίου 2020, οι Καθ' ων η αίτηση ενημέρωσαν τον αιτητή ότι θα πρέπει να αναχωρήσει από την Κυπριακή Δημοκρατία εντός 30 ημερών, ενώ ακόμα, και στην απόφαση επί της ιεραρχικής προσφυγής ημερομηνίας 29 Σεπτεμβρίου 2023, και πάλιν οι Καθ' ων η αίτηση ενημέρωσαν τον αιτητή ότι θα πρέπει να αποχωρήσει άμεσα από την Κυπριακή Δημοκρατία, κάτι το οποίο δεν έπραξε.  Συνεπώς και αυτοί ο ισχυρισμοί του αιτητή απορρίπτονται.

 

Καταλήγοντας, ενόψει των όσων έχω προαναφέρει, κρίνω ότι ουδείς εκ των λόγων ακυρώσεως που προωθήθηκαν ευσταθεί και ορθώς εκδόθηκαν τα σχετικά διατάγματα. Η παρούσα προσφυγή, αποτυγχάνει και απορρίπτεται, με έξοδα ύψους 1500 Ευρώ υπέρ των Καθ’ ων η Αίτηση και εναντίον του Αιτητή.

                                                                            

Λ. Ν. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο