ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

(Υπόθεση Αρ. 1105/2020)

 

5 Αυγούστου, 2024

 

[ΜΙΧΑΗΛ, Δ/στης ΔΔ]

 

Ξ. Σ.

Αιτήτριας,

v.

 

ΔΗΜΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Καθ’ ου η Αίτηση.

…………………………

Μαρία Γιαννοπούλου (κα) για Σκορδής & Στεφάνου Δ.Ε.Π.Ε., για την αιτήτρια.

Μαρία Αντωνίου (κα) για Χρυσαφίνης & Πολυβίου Δ.Ε.Π.Ε., για τον καθ’ ου η αίτηση.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

          ΜΙΧΑΗΛ, ΔΔΔ: Με την υπό κρίση προσφυγή η αιτήτρια αξιώνει την ακύρωση της απόφασης του καθ’ ου η αίτηση της οποίας έλαβε γνώση με επιστολή ημερομηνίας 14.9.2020 να της επιβάλει την πειθαρχική ποινή της αυστηρής επίπληξης.

 

          Η αιτήτρια είναι υπάλληλος στον καθ’ ου η αίτηση και κατέχει τη θέση τροχονόμου. Με επιστολή ημερομηνίας 14.9.2020 ο καθ’ ου η αίτηση ενημέρωσε την αιτήτρια ότι περιήλθαν σε γνώση του αναρτήσεις της αιτήτριας στην πλατφόρμα TikTok με βίντεο εν ώρα εργασίας και με τη στολή εργασίας και ότι ο Δήμαρχος έκρινε ότι οι ενέργειες αυτές της αιτήτριας παραβιάζουν τους κανονισμούς και δεν αποτελούν πρέπουσα συμπεριφορά και συνεπώς επιβλήθηκε στην αιτήτρια η ποινή της αυστηρής επίπληξης.

 

          Οι λόγοι ακύρωσης που προβάλλει η αιτήτρια συνοψίζονται σε παραβίαση του δικαιώματος σε προηγούμενη ακρόαση, παραβίαση διατάξεων του περί Δήμων Νόμου και Κανονισμών, έλλειψη αιτιολογίας και παραβίαση των αρχών της χρηστής διοίκησης και της αναλογικότητας.

 

          Το περιεχόμενο της προσβαλλόμενης απόφασης είναι το ακόλουθο:

 

«Έχει περιέλθει στην αντίληψή μου μέσω των αναρτήσεών σας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ότι εν ώρα εργασίας και φορώντας / χρησιμοποιώντας τη στολή της Υπηρεσίας σας, προβήκατε σε κινηματογράφηση και δημοσιοποίηση βίντεο κατά τρόπο που δυνατό να εκθέτει το Δήμο.

Εν πάση περιπτώσει, η ενέργειά σας αυτή συνιστά παράβαση των κανονισμών λειτουργίας του Δήμου και δεν συνάδει με τα καθήκοντα και υποχρεώσεις σας, ιδιαίτερα σε ότι αφορά την πρέπουσα συμπεριφορά σας.

Ως εκ τούτου, είμαι υποχρεωμένος να σας επιβάλω, και με αυτή την επιστολή σας επιβάλλω την ποινή της αυστηρής επίπληξης.

Η παρούσα επιστολή θα καταχωρισθεί στον προσωπικό σας φάκελο για περίοδο πέντε (5) ετών.»

         

Το νομοθετικό πλαίσιο της απόφασης εντοπίζεται στα πιο κάτω:

 

Ο Κανονισμός 44 των περί Δημοτικής Υπηρεσίας Κανονισμών του Δήμου Λευκωσίας, Κ.Δ.Π. 71/2000 (στο εξής οι «Κανονισμοί»), προνοεί τα ακόλουθα:

 

                   «44.(1)  Κάθε δημοτικός υπάλληλος οφείλει –

                   ………….

(στ)  να μην ενεργεί ή παραλείπει ή συμπεριφέρεται με τρόπο που δυνατό να δυσφημίσει το κύρος της δημοτικής υπηρεσίας γενικά, ή τη θέση του ειδικά, ή που δυνατό να τείνει σε κλονισμό της εμπιστοσύνης του κοινού στη δημοτική υπηρεσία.

(ζ)  να συμπεριφέρεται με ευπρέπεια, ευγένεια και ειλικρίνεια».

 

          Ο Κανονισμός 59(1)(β) προνοεί για μία από τις περιπτώσεις πειθαρχικής δίωξης υπαλλήλου:

 

«Δημοτικός υπάλληλος υπόκειται σε πειθαρχική δίωξη:-

                   ………….

(β) αν ενεργήσει ή παραλείψει κάτι με τρόπο που ισοδυναμεί με παράβαση οποιουδήποτε από τα καθήκοντα ή τις υποχρεώσεις δημοτικού υπαλλήλου».

(2) Για τους σκοπούς του Κανονισμού αυτού ο όρος «Καθήκοντα ή υποχρεώσεις δημοτικού υπαλλήλου» περιλαμβάνει κάθε καθήκον ή υποχρέωση που επιβάλλεται σε δημοτικό υπάλληλο δυνάμει των Κανονισμών αυτών ή οποιουδήποτε άλλου νόμου της Δημοκρατίας ή κανονισμών ή δυνάμει οποιασδήποτε διοικητικής πράξης που γίνεται με βάση αυτούς ή δυνάμει οποιασδήποτε διαταγής ή οδηγίας που εκδόθηκε.»

 

Στην υπό κρίση υπόθεση την προσβαλλόμενη απόφαση έλαβε ο Δήμαρχος. Σχετικές είναι οι πρόνοιες του Άρθρου 57(2) του Νόμου:

 

«(2) Ο δήμαρχος εκδικάζει πειθαρχικά παραπτώματα που διαπράττονται από δημοτικούς υπαλλήλους και επιβάλλει πειθαρχικές ποινές, όπως προβλέπεται από Κανονισμούς που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 53 του παρόντος Νόμου.»

 

Σχετικός με τις πειθαρχικές ποινές είναι ο Κανονισμός 65(1) και (3):

 

«65.—(1) Οι πιο κάτω πειθαρχικές ποινές μπορούν να επιβληθούν δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 57 του Νόμου:

(α) Επίπληξη,

(β) αυστηρή επίπληξη,

(γ) πειθαρχική μετακίνηση,

(δ) διακοπή ετήσιας προσαύξησης,

(ε) αναβολή ετήσιας προσαύξησης,

(στ) χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις απολαβές τριών μηνών,

(ζ) υποβιβασμός στη μισθοδοτική κλίμακα,

(η) υποβιβασμός σε κατώτερη θέση,

(θ) αναγκαστική αφυπηρέτηση, και

(ι) απόλυση.

[...]

(3) Αυστηρή επίπληξη και πειθαρχική μετακίνηση γίνεται γραπτώς και αντίγραφο της σχετικής απόφασης επιδίδεται στον υπάλληλο και καταχωρίζεται στον Προσωπικό του Φάκελο.»

         

Η διαδικασία που ακολουθείται από τον Δήμαρχο προνοείται στον Κανονισμό 68:

 

«68.—(1) Ο Δήμαρχος εκδικάζει οποιαδήποτε από τα πειθαρχικά παραπτώματα που αναγράφονται στο Μέρος Ι του Πρώτου Πίνακα και επιβάλλει οποιαδήποτε από τις ποινές που αναγράφονται στο Μέρος II του Πίνακα αυτού.

(2) Όταν κατά την ενδοτμηματική έρευνα που διεξήχθηκε σύμφωνα με την υποπαράγραφο (α) της παραγράφου (2) του Κανονισμού 67, ο Δήμαρχος κρίνει ότι διαπράχθηκε πειθαρχικό παράπτωμα που μπορεί να εκδικαστεί από τον ίδιο, τότε στον ενδιαφερόμενο υπάλληλο παρέχονται αντίγραφα της μαρτυρικής καταθέσεως και οποιωνδήποτε άλλων σχετικών εγγράφων που υπάρχουν, καθώς και η ευκαιρία να ακουστεί.

(3) Αφού ακούσει τον ενδιαφερόμενο υπάλληλο, ο Δήμαρχος μπορεί να του επιβάλει οποιαδήποτε από τις ποινές που αναγράφονται στο Μέρος II του Πρώτου Πίνακα, αφού προηγουμένως τον ακούσει για το σκοπό της επιμέτρησης της αρμόζουσας ποινής.»

         

          Σύμφωνα με το Μέρος Ι του Πρώτου Πίνακα, ο Δήμαρχος μπορεί να εκδικάζει παράπτωμα που εμπίπτει στην κατηγορία 4 «Απρεπής συμπεριφορά προς τους ανωτέρους και τους συναδέλφους του και προς το κοινό» και σύμφωνα με το Μέρος ΙΙ του ιδίου πίνακα έχει την εξουσία να επιβάλει, μεταξύ άλλων, την ποινή της αυστηρής επίπληξης.

 

          Ο Κανονισμός 67(2)(α) που αναφέρεται στον Κανονισμό 68(2) προνοεί ότι:

 

«(2) Αν καταγγελθεί στο Δήμαρχο ή υποπέσει στην αντίληψη του ότι δημοτικός υπάλληλος δυνατό να έχει διαπράξει πειθαρχικό παράπτωμα, ο Δήμαρχος οφείλει να μεριμνήσει αμέσως όπως—

(α) Αν το παράπτωμα είναι από εκείνα που αναγράφονται στο Μέρος Ι του Πρώτου Πίνακα, διεξαχθεί ενδοτμηματική έρευνα κατά τρόπο που θα ορίσει ο Δήμαρχος και ακολουθείται η διαδικασία που προνοείται στον Κανονισμό 68:

Νοείται ότι αν ο Δήμαρχος πιστεύει ότι, λόγω της σοβαρότητας του παραπτώματος ή λόγω των περιστάσεων κάτω από τις οποίες διαπράχθηκε, θα έπρεπε τούτο να συνεπάγεται σοβαρότερη ποινή, μπορεί να παραπέμψει το ζήτημα στο Συμβούλιο, σε τέτοια όμως περίπτωση ενεργεί δυνάμει της υποπαραγράφου (β).»

 

          Σχετική είναι και η πρόνοια του Κανονισμού 67(3):

«(3) Η πειθαρχική διαδικασία σε όλες τις περιπτώσεις θα προσομοιάζει με τη συνοπτική ποινική διαδικασία.»

 

          Με βάση τις πιο πάνω πρόνοιες, ο Δήμαρχος είναι αυτός που έχει εξουσία να εκδικάσει το παράπτωμα στο οποίο υπέπεσε η αιτήτρια και να επιβάλει ποινή. Πρέπει, όμως, να προηγηθεί η διεξαγωγή ενδοτμηματικής έρευνας και η πειθαρχική διαδικασία που θα ακολουθηθεί να προσομοιάζει με συνοπτική ποινική διαδικασία.

 

          Έχω διεξέλθει του διοικητικού φακέλου που κατατέθηκε ως Τεκμήριο 1. Σε αυτόν υπάρχουν ηλεκτρονικά μηνύματα της αιτήτριας ημερομηνίας 8.9.2020 προς τη δημοτική γραμματέα από το περιεχόμενο των οποίων εξάγεται το γεγονός ότι ενημερώθηκε η αιτήτρια για τα γεγονότα που περιήλθαν σε γνώση του καθ’ ου η αίτηση. Ακολουθεί ηλεκτρονικό μήνυμα ημερομηνίας 11.9.2020 από τη δημοτική γραμματέα προς άλλο πρόσωπο με οδηγίες να συνταχθούν «[…] πολύ αυστηρές επιστολές επίπληξης» και η επιστολή που συνιστά και την προσβαλλόμενη πράξη.

 

          Τα πιο πάνω δεν αρκούν για να διαπιστωθεί ότι ο καθ’ ου η αίτηση έχει τηρήσει τη διαδικασία ως προνοείται στους Κανονισμούς που αναφέρθηκαν ανωτέρω. Προφανώς, έλαβε κάποια ενημέρωση η αιτήτρια χωρίς, όμως, να καταγράφεται πουθενά η έρευνα που  έπρεπε να είχε προηγηθεί, το αποτέλεσμά της, και κατά πόσο γνώριζε η αιτήτρια ποιο ακριβώς ήταν το πειθαρχικό παραπτώματα που αντιμετώπιζε. Χωρίς αυτά, είναι ορθή η εισήγηση της αιτήτριας ότι δεν τηρήθηκαν οι διατάξεις του Νόμου και των Κανονισμών.

 

          Για τους πιο πάνω λόγους καταλήγω ότι η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Επιδικάζονται €2000 πλέον Φ.Π.Α. υπέρ της αιτήτριας και εναντίον του καθ’ ου η αίτηση.

 

Ε. ΜΙΧΑΗΛ, ΔΔΔ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο