ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ                                          

                                                 Υπόθεση Αρ. 1676/2023 (iJustice)

                                             

       9 Αυγούστου, 2024

 

[Φ. ΚΑΜΕΝΟΣ, ΔΔΔ.]

 

Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος

             

 

Ν. Ν.,

Αιτητή

                          Και

 

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω

Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας

Καθ' ων η Αίτηση

......... 

 

Ευτυχία Τσιολάκκη για Δημοσθένης Στεφανίδης Δ.Ε.Π.Ε, Δικηγόροι για Αιτητή

Μαρία Κοτσώνη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας για Καθ' ων η αίτηση.

                                               

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Φ. Καμένος, ΔΔΔ.:  Ο Αιτητής είναι Ελεγκτής Εναέριας Κυκλοφορίας (Τμήμα Πολιτικής Αεροπορίας) και κάτοικος Πάφου.

 

Με επιστολή  ημερ. 26.01.2023, της Διευθύντριας Τμήματος Πολιτικής Αεροπορίας, του αναφέρθηκε ότι μελετάται θέμα μετάθεσής του από τον Πύργο Ελέγχου Αερολιμένα Πάφου (εφεξής «ΠΕΑΠ») στο Κέντρο Ελέγχου Περιοχής Λευκωσίας (εφεξής «ΚΕΠΛ»), και του ζητήθηκε όπως υποβάλλει παραστάσεις, περιλαμβανομένων ατομικών και οικογενειακών, ως προς το θέμα αυτό.

 

Με επιστολή του δικηγόρου του ημερ. 02.02.2023 προς τη Διευθύντρια του Τμήματος Πολιτικής Αεροπορίας ο Αιτητής υπέβαλε τις παραστάσεις του όπως και στους Καθ’ ων η αίτηση (Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας-ΕΔΥ). Συναφώς προς τον ίδιο σκοπό, ακολούθησαν σχετικές επιστολές του Αιτητή (ή του δικηγόρου του) ημερ. 27.03.2023, 11.04.2023 και 21.04.2023, 07.05.2023, 08.06.2023 και 17.07.2023. Στις επιστολές του δικηγόρου του Αιτητή ημερ. 07.05.2023 και 17.07.2023 έγινε αναφορά στο ότι ο Αιτητής εκτελεί τα καθήκοντα του στο ΚΕΠΛ χωρίς να έχει γίνει νόμιμη μετάθεση χαρακτηρίζοντας ότι βρίσκεται υπό «de facto» μετάθεση στο ΚΕΠΛ από τις 10.01.2022 (Παράρτημα Ζ σε Προσφυγή/ Κυανά 121-131 του προσωπικού διοικητικού φακέλου, ο οποίος κατατέθηκε ως Τεκμήριο 3 στη δικαστική διαδικασία).

 

Ο Γενικός Διευθυντής, Υπουργείο Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων, με επιστολή του ημερ. 07.08.2023, που λήφθηκε στο Γραφείο της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας την 08.08.2023, υπέβαλε, εκ μέρους της αρμόδιας αρχής, πρόταση για μετάθεση 24 Ελεγκτών Εναέριας Κυκλοφορίας του Τμήματος Πολιτικής Αεροπορίας, μεταξύ των οποίων και του Αιτητή, από τον ΠΕΑΠ στο ΚΕΠΛ, από 01.09.2023, σύμφωνα με το άρθρο 48(2) των περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμων του 1990 έως (Αρ. 3) του 2023.

 

Οι Καθ΄ ων η αίτηση (ΕΔΥ), στη συνεδρία με ημερομηνία 11.08.2023 αποφάσισαν, δυνάμει του άρθρου 48(2) των περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμων του 1990 έως (Αρ. 3) του 2023, τη μετάθεση 24 υπαλλήλων του Τμήματος Πολιτικής Αεροπορίας ως η πρόταση της εν λόγω αρμόδιας αρχής, από 01.09.2023, μεταξύ των οποίων και του Αιτητή, από τον ΠΕΑΠ στο ΚΕΠΛ. Εκεί ανέφεραν:

 

«Στην εν λόγω επιστολή του, ο Γενικός Διευθυντής, Υπουργείο Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων, ανέφερε ότι οι προτεινόμενες μεταθέσεις επιβάλλονται για ικανοποίηση των αναγκών της Υπηρεσίας για στελέχωση του Κέντρου Ελέγχου Περιοχής Λευκωσίας (ΚΕΠΛ), καθότι οι εν λόγω Ελεγκτές Εναέριας Κυκλοφορίας απέκτησαν την 4η ειδικότητα στον έλεγχο περιοχής με σύστημα ραντάρ όπως προβλέπεται στο Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης που κατέχουν. Η εν λόγω ειδικότητα αφορά την παροχή ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας στο FIR Λευκωσίας και παρέχεται αποκλειστικά στο ΚΕΠΛ. Συνεπώς, με την απόκτησή της οι κάτοχοί της μετατίθενται από τις Μονάδες που υπηρετούν στο ΚΕΠΛ.

 

Περαιτέρω, ο Γενικός Διευθυντής, Υπουργείο Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων, σημείωσε ότι έχουν ληφθεί οι προσωπικές και άλλες παραστάσεις των υπαλλήλων, τις οποίες η Διεύθυνση του Τμήματος έλαβε υπόψη, αντίγραφα των οποίων επισυνάπτονται μαζί με τα σχετικά έντυπα μετάθεσης των υπαλλήλων, που αποστάληκαν με την πιο πάνω επιστολή.

 

Σημειώθηκε σχετικά ότι όλοι οι υπάλληλοι αποδέχονται την προτεινόμενη μετάθεσή τους, εκτός από τον Νχχχχχχ Νχχχχχ, ο οποίος φέρει ένσταση και για τον οποίο επισυνάφθηκαν, μεταξύ άλλων, επιστολές από τον δικηγόρο του.

 

Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, αποφάσισε, δυνάμει του άρθρου 48(2) των περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμων του 1990 έως (Αρ. 3) του 2023, τη μετάθεση των πιο κάτω 24 υπαλλήλων του Τμήματος Πολιτικής Αεροπορίας ως η πρόταση της αρμόδιας αρχής, από 01.09.2023, ως ακολούθως:

 

Μετάθεση από τον Πύργο Ελέγχου Αερολιμένα Λάρνακας στο Κέντρο Ελέγχου Περιοχής Λευκωσίας:

(…)

 

Μετάθεση από τον Πύργο Ελέγχου Αερολιμένα Πάφου στο Κέντρο Ελέγχου Περιοχής Λευκωσίας:

 

(…)

Νχχχχχχ Νχχχχχ - Ελεγκτής Εναέριας Κυκλοφορίας

(…)

 

Η Επιτροπή, λαμβάνοντας την πιο πάνω απόφασή της, μελέτησε τις παραστάσεις που υπέβαλε, μέσω του δικηγόρου του, ο Νχχχχχ Νχχχχχ σε σχέση με την πρόταση για μετάθεσή του από τον Πύργο Ελέγχου Αερολιμένα Πάφου στο Κέντρο Ελέγχου Περιοχής Λευκωσίας. Η Επιτροπή, έχοντας υπόψη και τις παραστάσεις που υπέβαλε ο υπάλληλος, αλλά και τα όσα αναφέρονται στην πρόταση της αρμόδιας αρχής, σε σχέση με τις υπηρεσιακές ανάγκες που οδηγούν στην προτεινόμενη μετάθεση, και έχοντας υπόψη το ότι η Επιτροπή δεν μπορεί να κρίνει τις ανάγκες της προϊστάμενης αρμόδιας αρχής, δεν μπορεί να μην ικανοποιήσει και να μην αποδεχτεί την πρόταση της αρμόδιας αρχής για μετάθεση του Νχχχχχχχ Νχχχχχ από τον Πύργο Ελέγχου Αερολιμένα Πάφου στο Κέντρο Ελέγχου Περιοχής Λευκωσίας».

 

Η απόφαση των Καθ’ ων η αίτηση (ΕΔΥ) για την εν λόγω μετάθεση του, κοινοποιήθηκε στον Αιτητή με επιστολή του Προέδρου της Επιτροπής, ημερομηνίας 11.08.2023 και η ακύρωσή της ζητείται με την παρούσα προσφυγή. Σημειώνεται ότι, με ενδιάμεση αίτηση του Αιτητή, ζητήθηκε για συγκεκριμένους λόγους η ταχεία εκδίκαση της παρούσας προσφυγής, αίτημα, το οποίο δεν έτυχε της ένστασης των Καθ΄ ων η αίτηση και εγκρίθηκε από το Δικαστήριο.

 

Με την αγόρευσή τους οι ευπαίδευτοι συνήγοροι του Αιτητή αναπτύσσουν σειρά λόγων ακύρωσης. Θέτουν ιδίως ότι περιέχει εσφαλμένη και κατ΄ αντίθεση με τις πρόνοιες του άρθρου 48(2) των περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμων του 1990 έως (Αρ. 3) του 2023 (εφεξής ο «Νόμος») και των δυνάμει αυτού εκδοθέντων Κανονισμών αιτιολογία. Επίσης ισχυρίζονται ότι είναι προϊόν πλημμελούς έρευνας όσων ο Αιτητής τους υπέβαλε προς το σκοπό ένστασης στη μετάθεσή του, με παραπομπή δε στις σχετικές επιστολές του Αιτητή και του δικηγόρου του (μεταξύ άλλων, επιστολές ημερομηνίας 02.02.2023 και 17.07.2023- Παραρτήματα Β και Ζ σε Προσφυγή/ Κυανά 39Α και 121-131 αντίστοιχα του Τεκμηρίου 3), ισχυρίζεται ότι δεν αναφέρθηκαν από την αρμόδια αρχή ούτε λήφθηκαν υπόψη από τους Καθ’ ων η αίτηση (ΕΔΥ), οι ειδικές προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, τα πραγματικά δεδομένα στελέχωσης/υπηρεσιακές ανάγκες αλλά ούτε και το γεγονός της από 10.01.2022 «de facto» μετάθεσης του Αιτητή στο ΚΕΠΛ σε αντίθεση με τις πρόνοιες του άρθρου 48 (2) του Νόμου και τους περί Δημόσιας Υπηρεσίας (Γενικούς) Κανονισμούς, Κ.Δ.Π. 98/91 (Κανονισμός 20) (εφεξής οι «Κανονισμοί»).

 

Περαιτέρω  και συναφώς με τα ως άνω, οι ευπαίδευτοι συνήγοροι του Αιτητή εγείρουν ισχυρισμούς ότι, με την απόφαση τους οι Καθ’ ων η αίτηση (ΕΔΥ) δεν άσκησαν ή απεμπόλησαν την εξουσία τους εφόσον υιοθέτησαν δέσμια την πρόταση της αρμόδιας αρχής καθώς και ότι δεν παρασχέθηκε στον Αιτητή πραγματικό δικαίωμα ακρόασης εφόσον η πρόταση της αρμόδιας αρχής δεν αιτιολογείται ώστε ο Αιτητής να μπορέσει να εκθέσει τις απόψεις του δεόντως αλλά ούτε και φαίνεται να λήφθηκαν πραγματικά υπόψη οι παραστάσεις του.

 

Η ευπαίδευτη συνήγορος των Καθ’ ων η αίτηση, με την ενδελεχή αγόρευσή της, υπερασπίζεται το νόμιμο και αιτιολογημένο της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

Έχοντας μελετήσει με τη δέουσα προσοχή τα εκατέρωθεν επιχειρήματα αφού διεξήλθα και τους σχετικούς διοικητικούς φακέλους, καταλήγω στα ακόλουθα:

 

Από τους 24 λειτουργούς που αφορούσε η μετάθεση, μόνον ο Αιτητής υπέβαλε ένσταση. Προσωπικά και δια δικηγόρου αποτάθηκε στους Καθ’ ων η αίτηση και στην αρμόδια αρχή και υπέβαλε αριθμό επιστολών, με τις οποίες αναφέρθηκε εν εκτάσει στις προσωπικές του συνθήκες (περιλαμβανομένων ιατρικών ζητημάτων του ιδίου και της συζύγου του καθώς και οικογενειακών καταστάσεων όπως ο ερχομός τέκνου, προβλημάτων κύησης κτλ). Αναφέρθηκε περαιτέρω σε ειδικότερα ζητήματα αφορώντα τη στελέχωση του ΚΕΠΛ αλλά και του ΠΕΑΠ, τον τόπο δηλαδή της αρχικής του τοποθέτησης εντός της επαρχίας κατοικίας του. Περαιτέρω αναφέρθηκε στο ζήτημα της de facto (ως το έθεσε ο δικηγόρος του) μετάθεσής του στο ΚΕΠΛ από τις 10.01.2022 χωρίς να έχει ληφθεί προς τούτο γραπτή απόφαση μετάθεσης γεγονός που άλλωστε επιβεβαιώνεται και από τις αναφορές της αρμόδιας αρχής αλλά και από το ότι η τελευταία από τον Μάρτη 2023 ζήτησε γνωμάτευση από τη νομική υπηρεσία ως προς τον χειρισμό των οδοιπορικών του για τον χρόνο αυτό (Κ. 41-43 του Τεκμηρίου 3).

Σε όσα ανέφερε ενιστάμενος ο Αιτητής, η αρμόδια αρχή κατέγραψε ότι:

 

«Οι λόγοι της μετάθεσης είναι η ικανοποίηση υπηρεσιακών αναγκών, καθώς και ότι ο εν λόγω ΕΕΚ απέκτησε την 4η ειδικότητα στον έλεγχο περιοχής με σύστημα ραντάρ, όπως προβλέπεται στο Σχέδιο Υπηρεσίας, της Θέσης που κατέχει, και η εν λόγω ειδικότητα αφορά την παροχή ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας στο FIR Λευκωσίας και παρέχεται αποκλειστικά στο ΚΕΠΛ. Επιπρόσθετα, λόγω της απόκτησης της 4ης ειδικότητας ο πιο πάνω λειτουργός προάχθηκε στην κλίμακα Α11(ιι), κάτι που δεν συνέβη με τους υπόλοιπους Ελεγκτές Εναέριας Κυκλοφορίας που έχουν αποκτήσει την εν λόγω ειδικότητά με την αμέσως επόμενη σειρά εκπαίδευσης (η συσχέτιση ειδικότητας· προαγωγής-μετάθεσης στο ΚΕΠΛ ήταν γνωστή στο κ Νχχχχχχχ), Συνεπώς με την απόκτηση της εν λόγω 4ης ικανότητας (σύστημα ραντάρ) οι κάτοχοι της μετατίθενται από τις Μονάδες που υπηρετούν στο ΚΕΠΛ, που είναι η μοναδική μονάδα που χρησιμοποιεί την ειδικότητα αυτή. Ο Λειτουργός με επιστολή μέσω του δικηγόρου του έφερε — ένσταση στην προτεινόμενη μετάθεση (Παράρτημα 1), Σχετικά σημειώνονται τα ακόλουθα:

 

(1)       Στην προσφορά για πρόσληψη Εργοδοτουμένων Καθορισμένης Διάρκειας για εκτέλεση καθηκόντων ΕΕΚ (Παράρτημα 2), η οποία έγινε στον εν λόγω Λειτουργό και την οποία αποδέχτηκε, αναφέρονται, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα (υπογράμμιση δική μας):

 

«Υπηρεσία τοποθέτησης; Τμήμα Πολιτικής Αεροπορίας, Πύργος Ελέγχου Αερολιμένα Πάφου. Η οικεία αρμόδια αργή δύναται να προβεί στη μετακίνηση/μετάθεση σας ανάλογα με τις ανάγκες της Υπηρεσίας.»

 

Επίσης, στους όρους απασχόλησης που περιλαμβάνονταν στην πιο πάνω, προσφορά αναφέρονται, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:

 

«Μετάθεση/Μετακίνηση:

Ανάλογα με τις ανάγκες της υπηρεσίας είναι δυνατόν να μετακινηθείτε σε οποιοδήποτε άλλο Υπουργείο/ Υπηρεσία/ Τμήμα είτε εντός της Επαρχίας στην οποία διαμένετε είτε και σε οποιαδήποτε άλλη επαρχία.»

 

(2)       Η προσφορά διορισμού με δοκιμασία στη μόνιμη θέση ΕΕΚ, η οποία έγινε στον εν λόγω Λειτουργό και την οποία αποδέχτηκε, έγινε σύμφωνα με τους όρους υπηρεσίας που επισυνάπτονταν σε αυτή (Παράρτημα 3). Στους εν λόγω όρους υπηρεσίας αναφέρονται, μεταξύ άλλων:

 

«1. Διορισμός: Η Θέση είναι μόνιμη. Ο υπάλληλος που διορίζεται στη Θέση αυτή θα υπόκειται στις διατάξεις των περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμων και οποιωνδήποτε σχετικών Κανονισμών και στις ισχύουσες Γενικές Διατάξεις. Θα υπόκειται επίσης σε μετάθεση ανάλογα με τις ανάγκες της υπηρεσίας.»

 

Σημειώνεται επίσης ότι, στην εν λόγω προσφορά δεν υπήρχε οποιαδήποτε αναφορά για τοποθέτηση του Υπαλλήλου αποκλειστικά σε συγκεκριμένη μονάδα.

 

(3)       Με επιστολή ημερομηνίας 21/09/2020 προς το ΤΠΑ, ο εν λόγω Λειτουργός δήλωσε την επιθυμία του για συμμετοχή στην εκπαίδευση «Έλεγχος περιοχής με σύστημα ραντάρ» καθώς και ότι θα ήθελε να παραμείνει στον Πύργο Ελέγχου Αερολιμένα Πάφου για προσωπικούς λόγους (Παράρτημα 4),

 

Σε απάντηση του το ΤΠΑ με ηλεκτρονικό μήνυμα στις 25/09/2020, ανάφερε στον Λειτουργό ότι ή παραμονή του στον Πύργο Ελέγχου της Πάφου δεν είναι εφικτή καθώς η απόκτηση της εν λόγω ειδικότητας δίνεται για σκοπούς τοποθέτησης στο ΚΕΠΛ. Σημειώνεται ξανά ότι, η εν λόγω ειδικότητα αφορά στον έλεγχο περιοχής με σύστημα ραντάρ, και ο έλεγχος περιοχής προσφέρεται μόνο στο ΚΕΠΛ. Το ΤΠΑ, αναγνωρίζοντας τα θέματα που έθεσε ο Λειτουργός στην επιστολή του ως λόγους για παραμονή στον Πύργο Ελέγχου Αερολιμένα Πάφου, του προσέφερε την δυνατότητα να μην προσέλθει στην αμέσως επόμενη σειρά εκπαίδευσης μέχρις ότου το επιτρέψουν οι προσωπικές του συνθήκες, αλλά τονίστηκε επίσης η ανάγκη απόκτησης της ειδικότητας στα χρονικά πλαίσια που καθορίζονταν στο σχέδιο υπηρεσίας του (Παράρτημα 5).

 

Ο Λειτουργός σε απάντηση του στις 29/09/2020, ενημέρωσε το ΤΠΑ για την απόφαση του να συνεχίσει με την εκπαίδευση του στην ειδικότητα «Έλεγχος περιοχής με σύστημα ραντάρ» (Παράρτημα 6).

 

(4)       Αφού ολοκληρώθηκε η πιο πάνω εκπαίδευση και ο Λειτουργός απέκτησε την ειδικότητα «Έλεγχος περιοχής με σύστημα ραντάρ», ειδικότητα η οποία επαναλαμβάνουμε ότι αφορά μόνο το ΚΕΠΛ, το ΤΠΑ απέστειλε στον Λειτουργό επιστολή με αρ. φακ 15.36.002 ημερ. 26/01/2023 (Παράρτημα 7) πρόταση μετάθεσης του από τον Πύργο Ελέγχου Αερολιμένα Πάφου στο ΚΕΠΛ. Ο Λειτουργός μέσω του Δικηγόρου του έφερε ένσταση για την εν λόγω μετάθεση. Μετά από συνάντηση που ακολούθησε μεταξύ του ιδίου και του ΤΠΑ, προσφέρθηκαν κάποιες διευκολύνσεις προς αυτός για την ευαίσθητη περίοδο στην οποία γινόταν αναφορά, τις οποίες αρνήθηκε.

 

7.        Οικογενειακή κατάσταση υπαλλήλου (σύνθεση οικογένειας, αριθμός και ηλικία τεκνών) και οποιαδήποτε άλλα σχετικά στοιχεία:

 

Ο κος Νχχχχχχ είναι παντρεμένος και πατέρας ενός ανήλικου παιδιού».

 

Ακολούθως, η αιτιολογία που έδωσε η αρμόδια αρχή προς τους Καθ’ ων η αίτηση μέσω της επιστολής ημερ. 07.08.2023 του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων, αναφέρει τα ακόλουθα:

 

«οι προτεινόμενες μεταθέσεις επιβάλλονται για ικανοποίηση των αναγκών της Υπηρεσίας για στελέχωση του Κέντρου Ελέγχου Περιοχής Λευκωσίας (ΚΕΠΛ), καθότι οι εν λόγω Ελεγκτές Εναέριας Κυκλοφορίας απέκτησαν την 4η ειδικότητα στον έλεγχο περιοχής με σύστημα ραντάρ όπως προβλέπεται στο Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης που κατέχουν. Η εν λόγω ειδικότητα αφορά την παροχή ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας στο FIR Λευκωσίας και παρέχεται αποκλειστικά το (sic) ΚΕΠΛ. Συνεπώς, με την απόκτησή της οι κάτοχοί της μετατίθενται από τις Μονάδες που υπηρετούν στο ΚΕΠΛ.

 

Σημειώνεται ότι έχουν ληφθεί οι προσωπικές και άλλες παραστάσεις των λειτουργών, τις οποίες η διεύθυνση του Τμήματος έλαβε υπόψη. Επισυνάπτεται αντίγραφο των προαναφερόμενων επιστολών μαζί με τα σχετικά έντυπα μετάθεσης των λειτουργών».

 

Από όλα τα πιο πάνω, διαπιστώνω ότι ο λόγος που η αρμόδια αρχή προέβη στην πρόταση μετάθεσης των 24 λειτουργών (περιλαμβανομένου του Αιτητή) είναι ότι στο ΚΕΠΛ είναι ο μόνος τόπος εργασίας που οι Ελεγκτές Εναέριας Κυκλοφορίας μπορούν να ασκήσουν την συγκεκριμένη 4η ειδικότητα, την οποία απέκτησαν. Στην αιτιολόγησή τους αναφορικά με τον Αιτητή, την οποία παρέθεσα πιο πάνω αναφέρουν περαιτέρω ότι ο ίδιος γνώριζε ότι μόνο στο ΚΕΠΛ μπορεί να την ασκήσει, κάτι που είχε αποδεχτεί ολοκληρώνοντάς την εκπαίδευσή του εντός του προβλεπόμενου από τους όρους υπηρεσίας χρόνου καθώς και ότι βάσει του Σχεδίου Υπηρεσίας του δεν είχε συγκεκριμένο τόπο εργασίας αλλά ότι ήταν πιθανή και δυνατή η εργοδότησή του εκτός του τόπου μόνιμης διαμονής.

 

Όλα τα ανωτέρω θεωρώ, καταγράφουν κάποια γεγονότα. Δεν αιτιολογούν την αναγκαιότητα της συγκεκριμένης μετάθεσης κατόπιν των συγκεκριμένων λόγων ενστάσεων του Αιτητή. Καταγράφουν καταρχάς ότι στο ΚΕΠΛ μπορεί ο Αιτητής και γενικά οποιοσδήποτε κάτοχος της 4ης ειδικότητας να ασκήσει την τελευταία. Ουδέν αναφέρουν ως προς τα όσα υπέβαλε ο Αιτητής για τις ειδικές και προσωπικές του συνθήκες αλλά κυριότερα δεν αναφέρουν οτιδήποτε ως προς τις ανάγκες, στο συγκεκριμένο χρόνο, να μετατεθεί στο ΚΕΠΛ δεδομένου ότι πέραν του ιδίου μετατέθηκαν ακόμα 23 λειτουργοί κάτοχοι της ίδιας ειδικότητας.

 

Ούτε φυσικά οι επιμέρους όροι του σχεδίου υπηρεσίας, στους οποίους αναφέρεται η αρμόδια αρχή αποτελούν αιτιολόγηση επί της συγκεκριμένης μετάθεσης. Πράγματι εκεί προβλέπεται η πιθανότητα μεταθέσεων και η εργοδότηση στον «έλεγχο περιοχής με ραντάρ». Επίσης προβλέπεται ότι πρέπει να ολοκληρώσει υποχρεωτικά την 4η και 5η ειδικότητα εντός συγκεκριμένων χρονοδιαγραμμάτων (όρος 9 σε Κυανό 15 Τεκμηρίου 3) και να διατηρεί σε ισχύ τις ειδικότητες των μονάδων που υπηρετεί (όρος 10 σε Κυανό 15 Τεκμηρίου 3) και όπως, εφόσον αποκτήσει την 4η ή την 5η ειδικότητα να ασκεί τα καθήκοντα οποιασδήποτε εκ των εν λόγω ειδικοτήτων όταν του ζητηθεί.

 

Όμως, αυτές οι πρόνοιες των όρων υπηρεσίας, δεν αποτελούν αιτιολόγηση της συγκεκριμένης διοικητικής πράξης, ειρήσθω δε εν παρόδω δε θεωρώ ότι από αυτές ή από οτιδήποτε άλλο περιέχεται στους διοικητικούς φακέλους προκύπτει ότι η απόκτηση της 4ης ειδικότητας συνιστά λόγο μετάθεσης δεσμίως σε συγκεκριμένο μέρος κατά τον τρόπο που εκτέθηκε από τη διοίκηση στην υπό κρίση αιτιολόγηση. Δε συνάγω από οπουδήποτε ότι, πχ λόγω της απόκτησης της 4ης ειδικότητας και ότι μόνο στο ΚΕΠΛ αυτή ασκείται, ο ελεγκτής παύει να είναι χρήσιμος σε άλλες θέσεις ως ο ΠΕΑΠ ή ότι η ανάγκη του ΚΕΠΛ για ελεγκτές με την εν λόγω ειδικότητα είναι δεδομένη ή ανεξάντλητη, ώστε να δεχθώ ότι από τη δοθείσα αιτιολόγηση προκύπτει ορθή στάθμιση του θέματος.

 

Εξάλλου, στη συγκεκριμένη περίπτωση ο Αιτητής εργοδοτείτο ήδη για σχεδόν 21 μήνες στο ΚΕΠΛ κάτι που δεν αναφέρεται να συνέβη για τους υπόλοιπους 23 ελεγκτές. Αυτό, αλλά και οι λοιπές αναφορές του Αιτητή για τις ανάγκες στελέχωσης τόσο του ΚΕΠΛ όσο και του ΠΕΑΠ, οι οποίες είναι εκτεταμένες και δεν χρήζουν αναλυτικής παράθεσης, μου δημιουργεί εύλογα ερωτηματικά και, αν μη τι άλλο, θα έπρεπε να οδηγήσει τη διοίκηση σε ειδικότερη αιτιολόγηση της απόφασής της ως προς τον Αιτητή. Για παράδειγμα, δε γίνεται κατανοητό πως, προ της απόφασης μετάθεσης των 24 ελεγκτών, το ΚΕΠΛ λειτουργούσε μόνο με τον 1, δηλαδή τον Αιτητή εξ αυτών που τελικώς αποφασίστηκε μετάθεση τους ενώ τώρα απαιτούνται απαραιτήτως και οι 24; Και πως αιτιολογείται το ζήτημα που ο Αιτητής εγείρει ότι ο προϊστάμενός του στον ΠΕΑΠ προτείνει την εκεί παραμονή του λόγω αναγκών; Αυτά αλλά και άλλα, που ο Αιτητής έγειρε, δεν φαίνεται να απασχόλησαν επαρκώς.

 

Γενικώς, θεωρώ ότι η απλή αναφορά της διοίκησης στο ότι μόνο στο ΚΕΠΛ μπορεί ο εκάστοτε κάτοχος της 4ης ειδικότητας να την ασκήσει και σε όρους υπηρεσίας, δεν αποτελεί επαρκή αιτιολογία για την υπό κρίση περίπτωση όπου ετέθη μια σειρά ισχυρισμών από τον ενιστάμενο Αιτητή, οι οποίοι έχρηζαν ειδικότερης αντιμετώπισης από την διοίκηση ώστε να μπορεί και η προσβαλλόμενη απόφαση να είναι δεκτική δικαστικού ελέγχου. Ουσιαστικά σε όλα όσα ο Αιτητής ανέφερε η απάντηση είναι απλά ότι τα έλαβε υπόψη. Ουδεμία ενασχόληση με οποιονδήποτε εκ των ισχυρισμών του Αιτητή αλλά και ουδεμία αναφορά περιέλαβε στην πρόταση της προς τους Καθ’ ων η αίτηση.

 

Είναι δε σαφές ότι δεν αναμένεται η διοίκηση να αιτιολογεί εξαντλητικά, για ποιον λόγο αποφασίζει την εκάστοτε μετάθεση ούτε είναι έργο του παρόντος να γίνει «επιτηρητής» της [σχετική η Πέτσα v. ΚΔ (1997) 4 ΑΑΔ 1723], απαιτείται όμως τουλάχιστον μια ελάχιστη αιτιολόγηση που να αφορά τις ανάγκες της υπηρεσίας για τη συγκεκριμένη μετάθεση. Στην Πέτσας για παράδειγμα έγινε αναφορά σε δύο από τους πέντε λόγους που επικαλέστηκε η διοίκηση για τις ανάγκες της επί της συγκεκριμένης μετάθεσης.

 

Στην απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου (ΔΔΔ Ευσταθίου-Νικολετοπούλου ως ήταν) στην Υπόθεση Αρ. 484/2017 Τσιούλλος ν. ΕΔΥ ημερ. 31.01.2020 αναφέρθηκε (υπογράμμιση του Δικαστηρίου):

 

«Γίνεται δε παραπομπή στα Παραρτήματα 6 και 7 στην Ένσταση.  Ανατρέχοντας σε αυτά, η μόνη αναφορά της ΕΔΥ επ' αυτού, η οποία χαρακτηρίζεται γενική και αόριστη, είναι ότι μελέτησε το περιεχόμενο των ενστάσεων των επηρεαζόμενων υπαλλήλων και αποφάσισε την μετάθεση τους, η οποία ενδείκνυται προς το συμφέρον της υπηρεσίας.  Ακολούθως, η ΕΔΥ αποφάσισε την μετάθεση του αιτητή από τη Λευκωσία (Υπουργείο Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης) στη Λεμεσό (Επαρχιακή Διοίκηση Λεμεσού), από 31/10/2016 και 5 μήνες αργότερα, όπως ο αιτητής μετατεθεί και πάλι στη Λευκωσία (Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού.

 

 

 

(…)

Από τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία και τις γενικές αναφορές της ΕΔΥ, διαπιστώνεται ελλιπής έρευνα σε σχέση με τις προσωπικές συνθήκες του αιτητή και ιδιαιτέρως τα ιατρικά προβλήματα του αιτητή.  Η ΕΔΥ δεν φαίνεται να έχει σταθμίσει το συμφέρον της υπηρεσίας από την μια και την προστασία των νομίμων συμφερόντων του υπαλλήλου από την άλλη.  Ως εκ τούτου, η ΕΔΥ έχει ασκήσει την διακριτική της εξουσία με ελαττωματικό τρόπο, με ανεπαρκή έρευνα και αιτιολογία.

 

Σύμφωνα με την νομολογία, η μετάθεση μπορεί να ακυρωθεί αν φανεί πως είναι το προϊόν κακής χρήσης της διακριτικής εξουσίας της διοίκησης ή πλάνης περί τα πράγματα ή ακόμα αν φανεί ότι είναι το αποτέλεσμα παραγνώρισης ουσιωδών παραγόντων (βλ. Sentonaris v. The Greek Communal Chamber (1964) CLR 300, Vafeadis v. Republic (1964) CLR 454, Pierides v. Republic (1969) 3 CLR 274, Isaias v. Republic (1985) 3 CLR 490, Zachariou v. Republic (1986) 3 CLR 969, Papadopoulos v. Republic (1986) 3 CLR 865, Kammitsis v. Republic (1987) 3 CLR 384), όπως ισχύει στην εξεταζόμενη περίπτωση.

 

Στην απόφαση στην Αναθ. Έφεση Αρ. 132/2005 Γιωργαλλής ν. ΕΔΥ (2007) 3 Α.Α.Δ. 548 αναφέρθηκε:

 

Η εισήγηση αυτή μας βρίσκει σύμφωνους. Πράγματι, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της 12.5.2004 και της 4.6.2004, η Επιτροπή ασχολήθηκε σοβαρά με το θέμα, έλαβε υπόψη τις παραστάσεις που υπέβαλαν οι επηρεαζόμενοι υπάλληλοι, ως ο εφεσείων, ζήτησε και έλαβε υπόψη τις απόψεις του Διευθυντή του Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών και κατέληξε, ασκώντας τη διακριτική της εξουσία, στην απόφαση για τη μετάθεση, μεταξύ άλλων, του εφεσείοντος, αφού, βέβαια, έλαβε υπόψη και τις αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου. Εν τούτοις, καταληκτικά, δεν αιτιολόγησε επαρκώς την απόφασή της για τη μετάθεση, εν προκειμένω, του εφεσείοντος. Δεν αναφέρθηκε ούτε και αξιολόγησε, ως όφειλε, τις παραστάσεις του εφεσείοντος, ιδιαίτερα ως προς τις προσωπικές του συνθήκες, ενώ αυτός είχε συναφώς και την υποστήριξη του Προϊσταμένου του, ούτε και εξειδίκευσε, ως και πάλι όφειλε, τους λόγους που στοιχειοθετούσαν "το συμφέρον της υπηρεσίας" οι οποίοι και "επέβαλλαν" τη μετάθεση του εφεσείοντος. Η αιτιολογία που περιέχεται στα πρακτικά της 4.6.2004 ότι η Επιτροπή "αφού έλαβε υπόψη τα πιο πάνω, έκρινε ότι το συμφέρον της υπηρεσίας επέβαλλε τη μετάθεση των υπαλλήλων", όπως και η αιτιολογία που περιέχεται στην επιστολή της Επιτροπής, ημερομηνίας 8.6.2004, προς τον εφεσείοντα ότι "Η Επιτροπή κατά την εξέταση του θέματος έλαβε υπόψη της τις παραστάσεις σας, καθώς και τις απόψεις της αρμόδιας αρχής και έκρινε ότι η μετάθεσή σας ενδείκνυται προς το συμφέρον της υπηρεσίας", είναι τόσο γενική και αόριστη ώστε να καθίσταται ανέφικτος ο δικαστικός έλεγχος. Με αποτέλεσμα η απόφαση για τη μετάθεση του εφεσείοντος να είναι ακυρωτέα λόγω ανεπαρκούς αιτιολογίας.

 

Θεωρώ ότι η πιο πάνω νομολογία, καλύπτει τα εδώ κρινόμενα. Η αιτιολογία των Καθ’ ων η αίτηση και της αρμόδιας αρχής, κάθε άλλο παρά δέουσα είναι εφόσον περιέχει αναφορές γενικές ή και αόριστες χωρίς να προκύπτει το συμφέρον της υπηρεσίας έναντι και όσων ο Αιτητής περιέλαβε στην ένστασή του. Με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτο να τύχει δικαστικού ελέγχου. Αυτό και μόνο με οδηγεί σε ικανοποιητικό έδαφος ακύρωσης λόγω πλημμελούς αιτιολογίας. Δεν μπορεί άλλωστε να αποκλειστεί ότι τίθεται και το ενδεχόμενο πλάνης και ανεπαρκούς έρευνας των όσων ο Αιτητής έθεσε στη Διοίκηση.

 

Περαιτέρω, των ανωτέρω συμπληρώνω τα ακόλουθα:

 

Ως ανέφερα με παραπομπή σε έγγραφα Μαρτίου 2023 (Κ. 41-43 του Τεκμηρίου 3), προκύπτει ότι ο Αιτητής μετατέθηκε από 10.01.2022, αμέσως δηλαδή μετά τη λήψη της 4ης ειδικότητας του, για περίπου 21 μήνες στο ΚΕΠΛ. Αυτό έγινε πριν την προσβαλλόμενη απόφαση μετάθεσής του χωρίς επίσημη απόφαση, ουσιαστικά de facto[1].

 

Μάλιστα στην επιστολή ημερ. 01.03.2023 της αρμόδιας αρχής προς το Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού (Κ.42, μέρος των Κ41-43 του Τεκμηρίου 3) αναφέρονται τα ακόλουθα:

 

«Εκ παραδρομής μετά την απόκτηση της 4ης ειδικότητας, δεν έγινε επίσημη μετάθεση του από τον Πύργο Ελέγχου Αερολιμένα Πάφου στο Κέντρο ελέγχου Περιοχής Λευκωσίας»

 

Το γεγονός αυτό δεν αναφέρθηκε ούτε φαίνεται να λήφθηκε καθ’ οιονδήποτε τρόπο υπόψη από την αρμόδια αρχή και κυριότερα από τους Καθ’ ων η αίτηση. Στο άρθρο 48 του Νόμου προβλέπεται:

 

«(4) Σ' εξαιρετικές περιπτώσεις επείγoυσας φύσης η αρμόδια αρχή μπoρεί vα πρoβεί σε πρoσωριvή μετάθεση για περίoδo πoυ δεv θα υπερβαίvει τoυς τρεις μήvες:

 

Νoείται ότι μέσα στov ίδιo χρόvo δεv μπoρoύv vα διεvεργoύvται περισσότερες της μιας τέτoιες μεταθέσεις τoυ ίδιoυ υπαλλήλoυ».

 

Ο Κανονισμός 20(1) των περί Δημόσιας Υπηρεσίας (Γενικών) Κανονισμών, Κ.Δ.Π. 98/91, αναφέρει:

 

«(δ) σε περίπτωση που ο υπάλληλος έχει ήδη μετατεθεί προσωρινά από την αρμόδια αρχή σύμφωνα με τις σχετικές πρόνοιες του Νόμου θα πρέπει στην πρόταση για μετάθεση να αναφέρεται το γεγονός της προσωρινής μετάθεσης και να παρέχονται σχετικά στοιχεία».

 

Στην παρούσα περίπτωση, πριν την προσβαλλόμενη, δεν διενεργήθηκε επίσημα οποιαδήποτε μετάθεση, προσωρινή ή άλλη. Όμως ο Αιτητής στην πραγματικότητα μετατέθηκε πριν την προσβαλλόμενη απόφαση και για (πολύ) πέραν των 3 μηνών.

 

Ελλείψει οποιασδήποτε έγγραφης καταχώρισης ως προς τον τρόπο που διενεργήθηκε τότε η εν λόγω de facto μετάθεση, δεν είναι μεν έργο μου να καθορίσω της φύση της (προσωρινή ή άλλως) αλλά, τουλάχιστον, ως ένα ουσιώδες γεγονός, το οποίο όφειλε η αρμόδια αρχή να θέσει υπόψη των Καθ’ ων η αίτηση και το οποίο οι τελευταίοι όφειλαν να λάβουν υπόψη τους κατά την προσβαλλόμενη απόφαση μετάθεσης του Αιτητή. Είναι εμφανές, κατά την κρίση μου, ότι η απαίτηση του Κανονισμού 20(1)(δ) να αναφέρεται στην πρόταση της αρμόδιας αρχής η τυχούσα προσωρινή μετάθεση (η οποία εκ του άρθρου 48 του Νόμου  γίνεται για διάστημα 3 μηνών) ενός υποψήφιου προς μετάθεση υπαλλήλου και να δίδονται σχετικά στοιχεία, εμπερικλείει και περιπτώσεις ως η υπό κρίση, που ο Αιτητής μετατέθηκε εκ των πραγμάτων όχι για 3 αλλά σχεδόν για 21 μήνες πριν την απόφαση για («επίσημη») μετάθεσή του.

 

Από την προσβαλλόμενη απόφαση αλλά και την πρόταση της αρμόδιας αρχής απουσιάζει οποιαδήποτε τέτοια αναφορά ή ενασχόληση, γεγονός που επίσης κρίνω ως ενδεικτικό πλημμελούς έρευνας και αιτιολογίας αλλά και (πλημμελούς) συμμόρφωσης με τις ως άνω πρόνοιες.

 

Καταλήγοντας, σημειώνω κάτι ακόμα. Από την αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης, την οποία εξέθεσα ανωτέρω αυτολεξεί, δε θεωρώ ότι συνάγεται οι Καθ’ ων η αίτηση να άσκησαν τη διακριτική τους ευχέρεια για λήψη απόφασης επί της πρότασης μετάθεσης κατά τον τρόπο που έχει καθορίσει η νομολογία. Συγκεκριμένα ανέφεραν:

 

 «έχοντας υπόψη το ότι η Επιτροπή δεν μπορεί να κρίνει τις ανάγκες της προϊστάμενης αρμόδιας αρχής, δεν μπορεί να μην ικανοποιήσει και να μην αποδεχτεί την πρόταση της αρμόδιας αρχής για μετάθεση του Νχχχχχχχ Νχχχχχχ από τον Πύργο Ελέγχου Αερολιμένα Πάφου στο Κέντρο Ελέγχου Περιοχής Λευκωσίας».

 

Στην απόφαση Βεληγκέκα v. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Δ.Δ. 567, αναφέρθηκε ως προς το ζήτημα αυτό:

 

«Όσον αφορά το θέμα δέσμευσης της διακριτικής ευχέρειας της Ε.Δ.Υ. από την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, παρόλον ότι τούτο δεν εγείρεται απευθείας από τους λόγους έφεσης, βρίσκουμε πως με κανένα τρόπο δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ότι όταν ενεργούσε για τη μετάθεση της εφεσείουσας η Ε.Δ.Υ. ήταν δέσμια της απόφασης αυτής. Εξετάζοντας την απόφαση της Ε.Δ.Υ. προκύπτει καθαρά ότι η τελευταία είχε πλήρη επίγνωση του ρόλου της στην άσκηση της διακριτικής της εξουσίας και η ίδια η Επιτροπή διαπιστώνει πως η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου δεν μπορούσε να ήταν δεσμευτική γι' αυτήν, αλλά καθοδηγητική».

 

Στη Βεληγκέκας, η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ενέκρινε την προηγούμενη πρόταση της εκεί αρμόδιας αρχής, και ακολούθως εστάλη στην ΕΔΥ για λήψη τελικής απόφασης. Και το Δικαστήριο έκρινε ότι η Ε.Δ.Υ. άσκησε τη διακριτική της εξουσία διαπιστώνοντας μάλιστα ότι η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου δεν μπορούσε να ήταν δεσμευτική γι' αυτήν, αλλά καθοδηγητική. Στην παρούσα λοιπόν περίπτωση, από την αιτιολογία των Καθ’ ων η αίτηση, στην οποία αναφέρθηκα πιο πάνω, δεν φαίνεται ότι αυτοί αντελήφθησαν την πρόταση της αρμόδιας αρχής ως καθοδηγητική αλλά περισσότερο ως δεσμευόμενοι να την ακολουθήσουν.

 

Η εξουσία των Καθ΄ων η αίτηση ως προς τις μεταθέσεις καθώς και ο αναμενόμενος τρόπος άσκησής της, σε περίπτωση ένστασης του προς μετάθεση υπαλλήλου έχει περιγράφει στη Γιωργαλλής (ανωτέρω), όπου αναφέρθηκε:

 

«όπως προκύπτει από τα πρακτικά της 12.5.2004 και της 4.6.2004, η Επιτροπή ασχολήθηκε σοβαρά με το θέμα, έλαβε υπόψη τις παραστάσεις που υπέβαλαν οι επηρεαζόμενοι υπάλληλοι, ως ο εφεσείων, ζήτησε και έλαβε υπόψη τις απόψεις του Διευθυντή του Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών και κατέληξε, ασκώντας τη διακριτική της εξουσία, στην απόφαση για τη μετάθεση, μεταξύ άλλων, του εφεσείοντος, αφού, βέβαια, έλαβε υπόψη και τις αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου(…).»

 

Στην προσβαλλόμενη απόφαση οι Καθ’ ων η αίτηση ενώ αναφέρουν λεκτικά μόνον ότι έλαβαν υπόψη τις παραστάσεις του Αιτητή εντούτοις ουδεμία έστω συνοπτική αναφορά έκαναν στις υποβολές του. Στους οικογενειακούς και ιατρικούς λόγους αλλά και στα υπόλοιπα ζητήματα που ήγειρε με τις επιστολές του ως ήταν τα ζητήματα στελέχωσης, η επιθυμία του προϊσταμένου του στο ΠΕΑΠ λόγω των εκεί αναγκών (σχετ. μεταξύ άλλων η επιστολή Αιτητή Κ. 53-52), η προηγούμενη de facto μετάθεσή του στο ΚΕΠΛ κ.α. Έκριναν συνοπτικά ότι δεν μπορούν να μην ικανοποιήσουν και να μην αποδεχτούν την πρόταση της αρμόδιας αρχής επειδή δεν γνωρίζουν τις ανάγκες της, δεσμευόμενοι ουσιαστικά από την πρότασή της.

 

Δε θεωρώ ότι η εν λόγω αιτιολόγηση δεικνύει ορθή άσκηση της εξουσίας τους, ως έχει καθοριστεί στην ως άνω νομολογία. Αυτό άσχετα βέβαια με τη βαρύτητα αναφορικά με τις εκάστοτε ανάγκες της, που προφανώς είναι δεδομένη, της πρότασης που προέρχεται από την αρμόδια αρχή, η οποία όμως εν προκειμένω, ως ανέφερα πιο πάνω, δεν είναι δεόντως αιτιολογημένη έναντι και όλων όσων της είχε υποβάλλει ο Αιτητής, παρά μόνο περιέχει γενικές αναφορές για τους όρους εργοδότησης του και για τον τόπο παροχής των υπηρεσιών της 4ης ειδικότητας.

 

Για τους πιο πάνω λόγους, θεωρώ ότι η προσβαλλόμενη πράξη χρήζει ακύρωσης, πάρελκει δε η εξέταση των λοιπών λόγων ακύρωσης.

 

Η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση μετάθεσης του Αιτητή ακυρώνεται.

 

Τα έξοδα επιδικάζονται σε €2.100 υπέρ του και εναντίον των Καθ’ ων η αίτηση.

 

Φ. Καμένος, ΔΔΔ



[1] Υιοθετώ την εν λόγω αναφορά του δικηγόρου του Αιτητή εφόσον ανταποκρίνεται, θεωρώ, ικανοποιητικά στον τρόπο που αυτή έγινε.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο