ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ                                 

(Υπόθεση Αρ. 1252/2019)

 

 

 4 Σεπτεμβρίου 2024

[ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Πρόεδρος]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

                            ΑΡΧΗ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ                                                                                                             Αιτήτρια

                                                 ΚΑΙ

 

       ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΦΟΡΩΝ

                                 

Καθ΄ ης  η Αίτηση

 

 

Α. Χρίστου (κα), για Ιωαννίδης Δημητρίου Δ.Ε.Π.Ε., για Αιτήτρια

Κ. Παπαδοπούλου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Καθ’ ης η Αίτηση

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Π.Δ.Δ.: Προσβάλλεται ως άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος η απόφαση της καθ’ ης η αίτηση, Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών, ημερομηνίας 26.7.2019, με την οποία αποφασίστηκε κατά πλειοψηφία η απόρριψη της Ιεραρχικής Προσφυγής με αρ. 1/2019 της αιτήτριας, με την οποία προσβάλλετο ο αποκλεισμός της από το Διαγωνισμό «Προμήθεια, Εγκατάσταση, Συντήρηση και Λειτουργική Υποστήριξη για Πέντε (5) Έτη Συσκευών Φόρτισης Ηλεκτρικών Οχημάτων σε διάφορα σημεία του Οδικού Δικτύου της Κύπρου» («ο Διαγωνισμός»), καθώς και η κατακύρωση αυτού στην εταιρεία CARAMONDANI BROS PUBLIC CO LTD (ενδιαφερόμενο μέρος (ΕΜ)) για το ποσό των €837.766,00 πλέον ΦΠΑ.

 

Επισημαίνεται εξ’ αρχής ότι η παρούσα υπόθεση τέθηκε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου μετά από την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Κυπριακή Δημοκρατία μέσω Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, ΕΔΔ 3/2020, ημερ. 28.1.2022. Με την εν λόγω απόφαση, ανατράπηκε η απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου ημερομηνίας 25.11.2019, με την οποία το Δικαστήριο, στο πλαίσιο εξέτασης ενδιάμεσης αίτησης για έκδοση διατάγματος αναστολής εκτέλεσης, είχε κρίνει ότι υπήρχε έκδηλη παρανομία στην έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης και προχώρησε στην έκδοση προσωρινού διατάγματος, αλλά και στην ακύρωση της επίδικης πράξης, αποφασίζοντας από εκείνο το στάδιο επί του συνόλου της προσφυγής. Ειδικότερα, στο πλαίσιο της διαδικασίας εξέτασης της ενδιάμεσης αίτησης, με τη συμμετοχή της καθ’ ης η αίτηση και του Ε.Μ., το Διοικητικό Δικαστήριο διαπίστωσε ότι υπήρξε παράβαση από την Αναθέτουσα Αρχή (Τμήμα Ηλεκτρομηχανολογικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων) των γενικών αρχών του διοικητικού δικαίου και των γενικών αρχών που διέπουν τους δημόσιους διαγωνισμούς, παράβαση που στοιχειοθετούσε έκδηλη παρανομία, την οποία η Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών, κατά ουσιώδη πλάνη περί τα πράγματα, απέτυχε να διαπιστώσει.

 

Το Ανώτατο Δικαστήριο, ανατρέποντας την πρωτόδικη απόφαση, έκρινε ότι δεν στοιχειοθετείτο έκδηλη παρανομία και παρέπεμψε την υπόθεση στο Διοικητικό Δικαστήριο για εκδίκαση της υπόθεσης από άλλον Δικαστή. Ως εκ τούτου, δόθηκαν οδηγίες από το παρόν Δικαστήριο για καταχώρηση γραπτών αγορεύσεων, ενώ στη συνέχεια, λόγω των ζητημάτων που αναφύονταν, ιδιαίτερα δε αυτών που έθεσε η πλευρά των καθ’ ων η αίτηση προδικαστικώς, δόθηκαν οδηγίες όπως οι δυο πλευρές καταχωρήσουν συμπληρωματικές γραπτές αγορεύσεις. Η ακρόαση της υπόθεσης ολοκληρώθηκε στις 14.3.2024 και επιφυλάχθηκε απόφαση.

 

Αναδρομή στα γεγονότα της υπόθεσης, αποκαλύπτει τα εξής:

 

Ο Διαγωνισμός, με κριτήριο επιλογής την πλέον συμφέρουσα από οικονομικής άποψης προσφορά βάσει τιμής, προέβλεπε ως προς τις προϋποθέσεις  συμμετοχής (Μέρος Α΄- όρος 6.2.3.4) και το εξής:

«Για την συμμετοχή τους στον Διαγωνισμό, οι Οικονομικοί Φορείς πρέπει να πληρούν υποχρεωτικά τις πιο κάτω προϋποθέσεις που αφορούν τις τεχνικές και επαγγελματικές τους ικανότητες:

 

[.]

 

4. Να κατέχει έγκυρο πιστοποιητικό έγγραφης ή έγκυρη άδεια ενασκήσεως της επιχείρησης για ανάληψη εργασιών εγκατάστασης ή και εργασιών συντήρησης ηλεκτρολογικού εξοπλισμού και συσκευών, σύμφωνα με τους περί Ηλεκτρισμού Κανονισμούς, η οποία να καλύπτει ηλεκτρικό φορτίο 150ΧΒΑ (kVΑ), ή εφόσον τα πρόσωπα αυτά είναι εγκατεστημένα εκτός της Κυπριακής Δημοκρατίας, να είναι εγγεγραμμένοι σε αντίστοιχο επαγγελματικό μητρώο της χώρας προέλευσης τους ή να εργοδοτούν προσωπικό το οποίο στην χώρα εγκατάστασης του έχει το δικαίωμα για εργοληψία ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων τουλάχιστον 15ΟkVΑ».

 

Η αιτήτρια, Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου (Α.Η.Κ.), υπέβαλε την προσφορά της στις 21.6.2018 και στις 20.12.2018, η Αναθέτουσα Αρχή γνωστοποίησε σε αυτήν ότι η σύμβαση ανατέθηκε στο Ε.Μ. και ότι η δική της προσφορά αποκλείστηκε, καθότι δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις συμμετοχής, αφού δεν διέθετε «έγκυρο πιστοποιητικό εγγραφής ή έγκυρη άδεια ενασκήσεως της επιχείρησης για ανάληψη εργασιών εγκατάστασης ή και εργασιών συντήρησης ηλεκτρολογικού εξοπλισμού και συσκευών, σύμφωνα με τους περί Ηλεκτρισμού Κανονισμούς, η οποία να καλύπτει το ηλεκτρικό φορτίο του Έργου, τουλάχιστον 150ΧΒΑ (kVA)». 

 

Πράγματι, όπως καταγράφεται και στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η Α.Η.Κ. δεν διέθετε ούτε το απαιτούμενο πιστοποιητικό, ούτε την απαιτούμενη άδεια.

 

Η αιτήτρια προέβαλε εξ’ αρχής τη θέση ότι, ως Οργανισμός Δημοσίου Δικαίου, ο οποίος έχει συσταθεί και λειτουργεί δυνάμει της νομοθεσίας (ο περί Ηλεκτρισμού Νόμος (Κεφ.170), ο περί Αναπτύξεως Ηλεκτρισμού Νόμου (Κεφ.171) και ο περί της Ρύθμισης της Αγοράς Ηλεκτρισμού Νόμου του 2003 (Ν.122(Ι)/2003), όπως οι Νόμοι αυτοί έχουν τροποποιηθεί, και οι εκδοθέντες δυνάμει αυτών Κανονισμοί) και που ασχολείται με την προμήθεια, παραγωγή, μεταφορά και διανομή ηλεκτρικής ενέργειας σε όλη την Κύπρο, έχει, δυνάμει της νομοθεσίας, εξουσιοδότηση να διεξάγει την κάθε σχετική με τον Διαγωνισμό εργασία. Με βάση δε τους σχετικούς Κανονισμούς, σύμφωνα πάντα με την Α.Η.Κ., δεν χρειαζόταν να κατέχει οποιοδήποτε πιστοποιητικό ή άδεια.

 

Ως εκ των πιο πάνω, με επιστολή της ημερομηνίας 14.4.2018 προς την Αναθέτουσα Αρχή, η Α.Η.Κ. ζήτησε την τροποποίηση του όρου 6.2.3 του Διαγωνισμού, έτσι ώστε Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου, όπως η ίδια, να εξαιρούνται. Αναφερόταν στην εν λόγω επιστολή ότι η Α.Η.Κ. δεν ήταν εταιρεία ή επιχείρηση και δεν μπορούσε, σύμφωνα με τους σχετικούς Κανονισμούς, να υποβάλει αίτηση για απόκτηση του απαιτούμενου πιστοποιητικού ή της απαιτούμενης από τον όρο του Διαγωνισμού άδειας. Περαιτέρω, ότι η Α.Η.Κ. είχε μέχρι τότε προμηθεύσει, εγκαταστήσει, λειτουργήσει και συντηρούσε δεκαεννέα σταθμούς φόρτισης ηλεκτρικών οχημάτων παγκύπρια, ενώ προχωρούσε και με την εγκατάσταση ακόμη δεκαεννέα. Αναφερόταν επίσης στην επιστολή ότι η Α.Η.Κ. είχε υποχρέωση να μελετά, αναπτύσσει, λειτουργεί και συντηρεί ηλεκτρικό εξοπλισμό πέραν των 150kVΑ και εργοδοτούσε προσωπικό, με άδειες πολύ μεγαλύτερες των 150kVΑ. 

 

Το αίτημα της αιτήτριας απορρίφθηκε δι’ επιστολής της Αναθέτουσας Αρχής, ημερομηνίας 20.4.2018, με το αιτιολογικό ότι, στη βάση των σχετικών Κανονισμών (Καν.53(15)(α) και (β) και 53(18) των περί Ηλεκτρισμού Κανονισμών του 1941 μέχρι 2004), θα ήταν παράνομη η οποιαδήποτε αλλαγή στην απαίτηση για κατοχή έγκυρης άδειας ενάσκησης επιχείρησης. Επιπρόσθετα, με την ίδια επιστολή, εγκρίθηκε το αίτημα της Α.Η.Κ. για παράταση του χρόνου υποβολής της προσφοράς της για τέσσερις εβδομάδες. Την εν λόγω επιστολή, υπέγραφε εκ μέρους της Αναθέτουσας Αρχής, ο Αναπληρωτής Διευθυντής του Τμήματος Ηλεκτρολογικών Υπηρεσιών, κ. Μ..

 

Στις 15.5.2018, η Α.Η.Κ. υπέβαλε «Αίτηση για έκδοση Άδειας Ενάσκησης της Επιχείρησης», σε έντυπο του Τμήματος Ηλεκτρολογικών Υπηρεσιών του Υπουργείου, που έφερε υπότιτλο «Αρχή Αδειών». Αντίγραφο της αίτησης κοινοποιήθηκε προς τον Αναπληρωτή Διευθυντή του Τμήματος, κ. Μ. με επιστολή της Α.Η.Κ., ιδίας ημερομηνίας. Στην επιστολή αναφερόταν ως θέμα ο Διαγωνισμός, καθώς και ότι η αίτηση γινόταν «ΑΝΕΥ ΒΛΑΒΗΣ της θέσης της ΑΗΚ ότι έχει δικαίωμα και υποχρέωση δια νόμου να διεξάγει τις εργασίες που αποτελούν αντικείμενο του Διαγωνισμού». 

 

Στις 16.5.2018, ο κ. Μ. απέστειλε επιστολή στην Α.Η.Κ., με την οποία την ενημέρωνε ότι η αίτησή της είχε καταχωρηθεί και θα εξεταζόταν το συντομότερο από την Αρχή Αδειών.

 

Η Α.Η.Κ. υπέβαλε την προσφορά της εμπρόθεσμα, την 21.6.2018, και, αφού παρήλθε η τελευταία ημερομηνία υποβολής προσφορών (22.6.2018) χωρίς να έχει εκδοθεί η άδεια, την 4.7.2018, με επιστολή της, εξέφρασε την έντονη δυσαρέσκειά της για την καθυστέρηση εξέτασης της αίτησης της.

 

Ακολούθως, στις 25.7.2018, και αφού είχε αρχίσει η αξιολόγηση των προσφορών, ο Συντονιστής της Επιτροπής Αξιολόγησης της Αναθέτουσας Αρχής ζήτησε από την Α.Η.Κ. να υποβάλει συμπληρωματικά στοιχεία σε σχέση με την υποβληθείσα προσφορά της, χωρίς να της ζητηθεί ή να αναφερθεί οτιδήποτε σε σχέση με την άδεια ενασκήσεως επιχείρησης. Τελικά, στις 31.7.2018, η Α.Η.Κ. υπέβαλε όλα τα στοιχεία που της ζητήθηκαν.

 

Εν συνεχεία, στις 7.8.2018, ο κ. Μ. απέστειλε, μέσω του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου, επιστολή, με την οποία ενημέρωνε την Α.Η.Κ. ότι, για να μπορέσει να ολοκληρώσει την εξέταση της αίτησής της για έκδοση άδειας ενάσκησης της επιχείρησης και η απόφασή του να στηρίζεται πάνω σε ορθή νομική βάση, θεώρησε απαραίτητο να την παραπέμψει μαζί με όλη την σχετική αλληλογραφία στον Γενικό Εισαγγελέα για νομική γνωμάτευση, καθότι ήταν η πρώτη φορά που υποβλήθηκε αίτηση στην Αρχή Αδειών για έκδοση «άδειας ενάσκησης της επιχείρησης» από Οργανισμό με νομική υπόσταση.

 

Ακολούθησε ο αποκλεισμός της Α.Η.Κ. από τον Διαγωνισμό και η καταχώρηση Ιεραρχικής Προσφυγής ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών.

 

Στις 28.5.2019 η Αρχή Αδειών αποφάσισε και εξέδωσε την άδεια προς την Α.Η.Κ., η οποία υπογραφόταν από τον κ. Μ., ως Αρχή Αδειών.

 

Στις 26.7.2019 η καθ’ ης η αίτηση εξέδωσε κατά πλειοψηφία την απόφασή της, με την οποία απορρίφθηκε η Ιεραρχική Προσφυγή της αιτήτριας, καθότι η τελευταία κωλυόταν, στη βάση του δόγματος της ταυτόχρονης επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας να υποστηρίζει ότι δεν απαιτείτο να κατέχει τη σχετική άδεια αφού, σύμφωνα με την απόφαση, είχε υποβάλει την προσφορά της αδιαμαρτύρητα, παρά το γεγονός ότι απορρίφθηκε το αίτημά της για τροποποίηση του σχετικού όρου.  Συνακόλουθα, επικυρώθηκε η απόφαση της Αναθέτουσας Αρχής.

 

Στις 12.8.2019, καταχωρήθηκε η υπό κρίση προσφυγή.

 

Ας σημειωθεί ότι με απόφασή του, ημερ. 31.1.2022 στην I. AND G. ELECTRICAL SERVICES LTD v. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών, Υποθ. Αρ. 1441/2019, το Δικαστήριο τούτο ακύρωσε την εκεί προσβαλλόμενη απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών, ημερομηνίας 19.7.2019, «δια της οποίας απορρίφθηκε η προσφυγή αρ. 2/2019 που είχαν ασκήσει [σημ.: οι αιτητές] κατά της απόφασης του Τμήματος Ηλεκτρομηχανολογικών Υπηρεσιών («η Αναθέτουσα Αρχή») να κατακυρώσει τον Διαγωνισμό αρ. 18.008.Π.ΗΜΥ «Προμήθεια, Εγκατάσταση, Συντήρηση και Λειτουργική Υποστήριξη για πέντε (5) έτη, Συσκευών Φόρτισης Ηλεκτρικών Οχημάτων σε διάφορα σημεία του Οδικού Δικτύου της Κύπρου» («ο Διαγωνισμός») στην εταιρεία CARAMONDANI BROS PUBLIC C. LTD («το ενδιαφερόμενο μέρος») αντί στους αιτητές και να αποκλείσει τους αιτητές από τον Διαγωνισμό».

 

Όπως καθίσταται εύκολα αντιληπτό, επρόκειτο για τον ίδιο Διαγωνισμό, ήτοι αυτόν που αναφέρεται και στην παρούσα υπόθεση. Επί της προσφυγής αρ. 1441/2019, το παρόν Δικαστήριο εξέδωσε ακυρωτική απόφαση τρεις μόνο μέρες μετά την έκδοση της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην ΕΔΔ 3/2020, ανωτέρω. Τόσο το Ανώτατο Δικαστήριο, όσο και το παρόν Δικαστήριο, αλλά και η Δικαστής που αρχικώς επιλήφθηκε της παρούσας προσφυγής και εξέδωσε την απόφαση που ακολούθως ανετράπη, αγνοούσαν την ταυτόχρονη ύπαρξη δυο ξεχωριστών προσφυγών που στρέφονταν κατά συναφών πράξεων, εκδοθεισών στο πλαίσιο του ιδίου Διαγωνισμού και οι οποίες θα έπρεπε να είχαν τύχει συνεκδίκασης. Το γεγονός ότι οι δυο προσφυγές (αρ. 1252/2019 και 1441/2019) δεν συνεκδικάστηκαν, οφείλεται αποκλειστικά στην αμέλεια των καθ’ ων η αίτηση, οι οποίοι αδικαιολόγητα παρέλειψαν να θέσουν έγκαιρα ενώπιον του Δικαστηρίου την άρρηκτη συνάφεια των δυο προσφυγών και την ανάγκη συνεκδίκασής τους, προκειμένου να αποφευχθεί η αχρείαστη πολυπλοκότητα και/ή καθυστέρηση που παρατηρήθηκε στην υπόθεση, καθώς και ο κίνδυνος έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων. Είναι δε εδώ το κατάλληλο σημείο να τονιστεί εκ νέου η ανάγκη να τίθενται έγκαιρα ενώπιον του Δικαστηρίου αιτήματα για συνεκδίκαση προσφυγών στις περιπτώσεις βεβαίως που μια τέτοια συνεκδίκαση δικαιολογείται, όπως ξεκάθαρα συνέβαινε στην υπό  αναφορά περίπτωση με τις προσφυγές αρ. 1252/2019 και 1441/2019, προς αποφυγή αχρείαστης πολυπλοκότητας, αλλά και δαπάνης δικαστικού χρόνου και χρήματος.

 

Ερχόμενος τώρα στη νομική πτυχή, προέχει η εξέταση του ισχυρισμού που ήγειρε εν είδει προδικαστικής ένστασης η πλευρά της καθ’ ης η αίτηση, περί έλλειψης του απαιτούμενου εννόμου συμφέροντος της αιτήτριας να προωθεί την υπό εξέταση προσφυγή.

 

Κατά πάγια νομολογία, το έννομο συμφέρον αποτελεί αδήριτη προϋπόθεση για την άσκηση οποιασδήποτε προσφυγής στη βάση του Άρθρου 146 του Συντάγματος (Κουλέντη ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 92/2014, ημερ. 2.12.2020, ECLI:CY:AD:2020:C411) και, ως εκ της θεμελιώδους σημασίας του, η ύπαρξη του και η κρίση για τον κατά πόσον υφίσταται η απαιτούμενη νομιμοποίηση, εξετάζεται και αποφασίζεται κατά προτεραιότητα σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, ακόμη και αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (Πανεπιστήμιο Κύπρου ν. Θεοδότης Χατζηβασιλείου, ΕΔΔ 24/2018, ημερ. 25.1.2024, The Onisi Ltd ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 202A/2010, ημερ. 13.2.2017, Παπαδόπουλος κ.α. ν. ΡΙΚ κ.α. (1996) 3 Α.Α.Δ. 1). Τονίζεται επίσης ότι το έννομο συμφέρον θα πρέπει να υπάρχει σε όλα τα στάδια της διαδικασίας, από την έγερση της προσφυγής, μέχρι την εκδίκασή της και την έκδοση της σχετικής απόφασης (The Onisi, ανωτέρω, Μαυρουδής κ.α. ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 123, Δώρα Ανδρέα Κούππα ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 149, Λαμπρατσιώτη ν. Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 202,  Τσιμεντοποιḯα Βασιλικού Δημόσια Εταιρεία Λτδ ν. Δημοκρατίας κ.α., Α.Ε. 66/10 ημερ. 4.6.2015).

 

Εν προκειμένω, στο πλαίσιο της εκατέρωθεν καταχώρησης συμπληρωματικών αγορεύσεων, κατόπιν οδηγιών του παρόντος Δικαστηρίου, η συνήγορος της καθ’ ης η αίτηση, δια της δικής της συμπληρωματικής γραπτής αγόρευσης, προέβαλε ότι εξέλιπε η απαιτούμενη νομιμοποίηση της αιτήτριας προς προώθηση της προσφυγής της, καθότι η αιτήτρια δεν αποδέχθηκε την παράταση της ισχύος της προσφοράς της και δεν παράτεινε την εγγυητική συμμετοχής της. Προς υποστήριξη του ισχυρισμού της, η συνήγορος της καθ’ ης η αίτηση επισυνάπτει στη γραπτή της αγόρευση, επιστολή του Υπουργείου Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων προς την Α.Η.Κ., ημερομηνίας 13.10.2023, με την οποία η Αναθέτουσα Αρχή ζητούσε από την αιτήτρια όπως προβεί σε ανανέωση της ισχύος της προσφοράς της και της εγγύησης συμμετοχής της μέχρι τις 22.4.2024 και 22.5.2024, αντίστοιχα. Επιπρόσθετα, όπως προκύπτει από τα ενώπιον μου τεθέντα, μαζί με την εν λόγω επιστολή, απεστάλη συνημμένα έντυπο Βεβαίωσης αποδοχής της παράτασης ισχύος της προσφοράς της και της εγγύησης συμμετοχής της αιτήτριας, ενώ, όπως επίσης προκύπτει από σχετικό έντυπο που επισυνάφθηκε στην γραπτή αγόρευση της καθ’ ης η αίτηση, με τίτλο “Send Result Report”, τα πιο πάνω έγγραφα απεστάλησαν επιτυχώς την ίδια μέρα (13.10.2023) στην αιτήτρια, μέσω τηλεομοιότυπου (φαξ). Καλείτο δε η αιτήτρια, σύμφωνα με την εν λόγω επιστολή, όπως μεριμνήσει να παραληφθεί συμπληρωμένη από την Αναθέτουσα Αρχή η γραπτή επιβεβαίωση της παράτασης ισχύος της προσφοράς της και η ανανεωμένη εγγυητική συμμετοχής της μέχρι τις 22.10.2023. Ωστόσο, όπως επίσης προκύπτει από τα ενώπιον μου τεθέντα έγγραφα, η αιτήτρια δεν ανταποκρίθηκε, αφού δεν δόθηκε συγκατάθεση για την παράταση ισχύος της προσφοράς της, ούτε παρατάθηκε η εγγυητική συμμετοχής της, όπως της είχε ζητηθεί: αυτό αναφέρεται ρητά σε σχετική επιστολή της Αναθέτουσας Αρχής προς τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, ημερομηνίας 13.12.2023, η οποία επίσης επισυνάπτεται στη συμπληρωματική γραπτή αγόρευση της καθ’ ης η αίτηση.

 

Ως εκ των πιο πάνω, και με αναφορά σε νομολογία υποστηρικτική των θέσεών της, η ευπαίδευτη συνήγορος της καθ’ ης η αίτηση υποβάλλει ότι εξέλιπε το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής και, συνακόλουθα, και το απαιτούμενο έννομο συμφέρον της αιτήτριας και εισηγείται την απόρριψη της προσφυγής.

 

Επί των πιο πάνω, η ευπαίδευτη συνήγορος για την αιτήτρια, χωρίς να θέτει, και ορθώς, ζήτημα ανεπίτρεπτης προσαγωγής μαρτυρίας, αντιτείνει εμφαντικά, στη δική της συμπληρωματική γραπτή αγόρευση ότι, παρά το γεγονός ότι η καθ’ ης η αίτηση διαθέτει επιβεβαιωτικό αποστολής του αιτήματος της παράτασης ισχύος της προσφοράς της αιτήτριας και της εγγύησης συμμετοχής της, η αιτήτρια ουδέποτε έλαβε ένα τέτοιο αίτημα. Με την όλη δε στάση της, η Α.Η.Κ. έχει καταδείξει ότι δεν είχε καμία πρόθεση, ούτε και λόγο, να μην ανανεώσει την ισχύ της προσφοράς της, δεδομένου ότι τα προηγούμενα χρόνια αυτή ανανέωνε ανελλιπώς. Όπως αναφέρει η κα Χρίστου, η αιτήτρια κάλεσε την εταιρεία SiliconBlue Corp. Ltd, η οποία συντηρεί στην αιτήτρια και της προμηθεύει τις σχετικές συσκευές λήψης και αποστολής τηλεομοιότυπων, όπως κατεβάσει τα αρχεία προκειμένου να διαφανεί κατά πόσον είχε ληφθεί η εν λόγω επιστολή. Δυστυχώς, συνεχίζει η συνήγορος της αιτήτριας, η συγκεκριμένη συσκευή τηλεομοιότυπου «είναι παλιά και έχει πολύ περιορισμένες τεχνικές δυνατότητες και δεν μπορεί να διαφανεί/αποδειχθεί κατά πόσο είχε παραληφθεί η εν λόγω επιστολή ή ακόμα αν είχαν παραληφθεί άλλες επιστολές την ίδια ή και πλησιέστερα στην ημερομηνία που στάλθηκε η εν λόγω επιστολή». Προς υποστήριξη των δικών της ισχυρισμών, η κα Χρίστου επισυνάπτει στη συμπληρωματική γραπτή αγόρευσή της, επιστολή της εν λόγω εταιρείας, ημερομηνίας 19.2.2024. Στην εν λόγω επιστολή, την οποία υπογράφει ο Τεχνικός Διευθυντής της εταιρείας, αναφέρονταν και τα εξής:

 

«Μας ζητήθηκε από την Αρχή Ηλεκτρισμού, ως επίσημος αντιπρόσωπος και επίσημο Service center, της εταιρείας των συσκευών φαξ Brother, να ανακτήσω δεδομένα τα οποία αφορούσαν την αποστολή φαξ σε συγκεκριμένη συσκευή και από ποιο τηλέφωνο είχαν σταλεί για το μήνα Οκτώβριο του 2023.

 

Η συγκεκριμένη συσκευή φαξ (Brother ΕΑΧ-2840) που βρίσκεται στην Υποδιεύθυνση Αγορών έχει περιορισμένες τεχνικές δυνατότητές μνήμης και για αυτό το λόγο δυστυχώς δεν μπορούν να ανακτηθούν δεδομένα πέραν της μιας εβδομάδας ή μέχρι 50 αποστολές/παραλαβές και αυτό χωρίς να είναι απόλυτο, με την έννοια ότι εάν υπάρξει διακοπή παροχής ρεύματος στην μηχανή για κάποιες ώρες να χαθούν όλα ή μέρος των πιο πάνω.

 

Πέραν των πιο πάνω σύμφωνα και με τις ταχύτητες που λειτουργεί το ενσύρματο δίκτυο για την αποστολή/μεταφορά δεδομένων όπως γίνεται σε μια αποστολή επιστολών κ.λ.π. υπάρχει η πιθανότητα η αποδέκτρια συσκευή των δεδομένων (επιστολές) να μην είναι τεχνικά συμβατή με τις ταχύτητες λειτουργίας του ενσύρματου δικτύου με συνέπεια μερικές φορές να μην τις έχει παραλάβει και να τις εκτυπώσει αλλά να παρουσιάζεται και το παράδοξο ότι η συσκευή η οποία στέλνει τα δεδομένα (επιστολές) να φαίνεται ότι έχουν σταλθεί επιτυχώς.

 

Εισηγούμαι όπως η ΑΗΚ για αποφυγή παρόμοιων καταστάσεων προμηθευτεί νέας γενεάς συσκευές οι οποίες εργάζονται με διαφορετικές ταχύτητες λήψης δεδομένων και έχουν την τεχνική δυνατότητα να παραλαμβάνουν και να στέλνουν φαξ μέσω υπολογιστή όπου είναι εφικτή η φύλαξη τους σε αρχείο.».

 

Εν πρώτοις, θα πρέπει να επισημανθεί ότι δεν τίθεται ζήτημα ανεπίτρεπτης προσαγωγής μαρτυρίας εκ μέρους της καθ’ ης η αίτηση: τα προαναφερθέντα έγγραφα του Υπουργείου Μεταφορών Επικοινωνιών και Έργων, στα οποία παραπέμπει η συνήγορος της καθ’ ης η αίτηση, επισυνάπτοντάς τα στην αγόρευσή της, έχουν ημερομηνία μεταγενέστερη της ημερομηνίας κατάθεσης των οικείων διοικητικών φακέλων ενώπιον του Δικαστηρίου (4.7.2023) και, συνεπώς, δεν αναμένετο τα έγγραφα αυτά να βρίσκονται εντός των συγκεκριμένων φακέλων. Εν πάση δε περιπτώσει, δεδομένης και της αρίθμησής τους στο πάνω δεξί μέρους τους, προκύπτει ότι πρόκειται για έγγραφα καταχωρημένα σε φάκελο της Διοίκησης και δη του συγκεκριμένου Υπουργείου, των οποίων, ενόψει και του τεκμηρίου της κανονικότητας υπέρ των πράξεων και ενεργειών της Διοίκησης, η ύπαρξη και προέλευση, αλλά και η σχετικότητα με το υπό συζήτηση ζήτημα, δεν μπορούν να  αμφισβητηθούν. Συνεπώς, ορθώς δεν έθεσε θέμα ανεπίτρεπτης προσαγωγής μαρτυρίας η πλευρά της αιτήτριας δια της γραπτής αγόρευσής της, η οποία μάλιστα επιχειρηματολόγησε προς αντίκρουση των, βασιζόμενων επί των εν λόγω εγγράφων, ισχυρισμών της καθ’ ης η αίτηση, λέγοντας ότι η αιτήτρια ουδέποτε έλαβε αίτημα παράτασης ισχύος της προσφοράς της και της εγγύησης συμμετοχής της και/ή ουδέποτε έλαβε τα εν λόγω έγγραφα. Επεσύναψε δε η κα Χρίστου, την προεκτεθείσα επιστολή της εταιρείας SiliconBlue Corp. Ltd, ημερομηνίας 19.2.2024. Ωστόσο, η δια του εν λόγω εγγράφου προσαγωγή μαρτυρίας δεν μπορεί να γίνει δεκτή, εφόσον προδήλως δεν αποτελεί μέρος του διοικητικού φακέλου και ούτε πρόκειται για έγγραφο της Διοίκησης, αλλά και δεδομένης της πάγιας νομολογίας ότι μαρτυρία μπορεί να ληφθεί υπόψη μόνο αν γίνει δεκτό σχετικό αίτημα για προσαγωγή (Γιάννης Κώστα Κασάπης κ.α. ν. Δημοκρατίας, ΕΔΔ 31/2017, ημερ. 11.10.2023). Εν προκειμένω βεβαίως, δεν έγινε οποιοδήποτε αίτημα για προσαγωγή μαρτυρίας εκ μέρους της αιτήτριας.

 

Εντούτοις, ακόμα και αν γινόταν αποδεκτή ως μαρτυρία η εν λόγω επιστολή ημερομηνίας 19.2.2024, και πάλι δεν αποσείεται το βάρος που βρίσκεται στους ώμους της αιτήτριας, προκειμένου να στοιχειοθετήσει τον ισχυρισμό ότι αυτή δεν έλαβε γνώση του περιεχομένου και/ή δεν έλαβε την επιστολή της Αναθέτουσας Αρχής, ημερομηνίας 13.10.2023 μαζί με τα προαναφερθέντα συνημμένα έγγραφα. Εξάλλου η ίδια η αιτήτρια, όπως προκύπτει από την συμπληρωματική γραπτή αγόρευση της συνηγόρου της (σελ. 3), δεν αρνείται την ύπαρξη και αποστολή των πιο πάνω εγγράφων, αλλά διατείνεται ότι «δεν μπορεί να διαφανεί/αποδειχθεί κατά πόσο είχε παραληφθεί η εν λόγω επιστολή ή ακόμα αν είχαν παραληφθεί άλλες επιστολές την ίδια ή και πλησιέστερα στην ημερομηνία που στάλθηκε η εν λόγω επιστολή». Επιπρόσθετα, το γεγονός ότι είναι εξ’ υπαιτιότητας της αιτήτριας που δεν παρατάθηκε η ισχύς της προσφοράς της και η εγγύηση συμμετοχής, ενισχύεται από το περιεχόμενο της ίδιας της προεκτεθείσας επιστολής του Τεχνικού Διευθυντή της εταιρείας, όπου γίνεται λόγος για πιθανή ασυμβατότητα της συσκευής που χρησιμοποιούσε κατά τον ουσιώδη χρόνο η αιτήτρια, με τις σύγχρονες ταχύτητες λειτουργίας του ενσύρματου δικτύου, καθώς και η εισήγηση όπως η Α.Η.Κ., «για αποφυγή παρόμοιων καταστάσεων προμηθευτεί νέας γενεάς συσκευές οι οποίες εργάζονται με διαφορετικές ταχύτητες λήψης δεδομένων και έχουν την τεχνική δυνατότητα να παραλαμβάνουν και να στέλνουν φαξ μέσω υπολογιστή όπου είναι εφικτή η φύλαξη τους σε αρχείο».

 

Έτι δε περαιτέρω, και πέραν των πιο πάνω, εύλογα προκύπτει και το ερώτημα γιατί η Α.Η.Κ. δεν επέδειξε το απαιτούμενο ενδιαφέρον και/ή επιμέλεια προκειμένου να πληροφορηθεί για την τύχη της προσφοράς της και να παρατείνει την ισχύ της προσφοράς της και της εγγυητικής συμμετοχής της, δεδομένου ότι γνώριζε ότι η προσφορά που είχε υποβάλει για τον Διαγωνισμό εξέπνεε στις 22.10.2023 και η έκδοση οριστικής απόφασης σχετικά με το Διαγωνισμό εξακολουθούσε να εκκρεμεί.

 

Τα πιο πάνω, έχω την άποψη, καταδεικνύουν ότι η μη παράταση ισχύος της προσφοράς της αιτήτριας και της εγγύησης συμμετοχής, ανάγονται στη σφαίρα ευθύνης της αιτήτριας, η οποία και απέτυχε να στοιχειοθετήσει επαρκώς τους περί του αντιθέτου ισχυρισμούς της και να αποσείσει το σχετικό βάρος απόδειξης που είχε στους ώμους της.

 

Συνεπώς, αποτελεί αναντίλεκτο γεγονός ότι, παρά την σταλθείσα επιστολή του Υπουργείου Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων προς την Α.Η.Κ., ημερομηνίας 13.10.2023, με την οποία η Αναθέτουσα Αρχή ζητούσε από την αιτήτρια όπως προβεί σε ανανέωση της ισχύος της προσφοράς της και της εγγύησης συμμετοχής της, και παρά την αποστολή του εντύπου Βεβαίωσης αποδοχής της παράτασης ισχύος της προσφοράς της και της εγγύησης συμμετοχής, έγγραφα τα οποία απεστάλησαν στις 13.10.2023, η αιτήτρια δεν προέβη σε παράταση της ισχύος της προσφοράς της ούτε και παράτεινε την εγγυητική συμμετοχής της στο Διαγωνισμό.

 

Με αποτέλεσμα να τίθεται ευθέως ζήτημα ύπαρξης της απαιτούμενης νομιμοποίησης της αιτήτριας προς προώθηση της παρούσας προσφυγής. Σύμφωνα με τη νομολογία, η διατήρηση μιας προσφοράς σε ισχύ, αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση, conditio sine qua non, για την ύπαρξη του απαιτούμενου εννόμου συμφέροντος ενός αιτητή, προκειμένου να μπορεί να ελεγχθεί η προσφορά του και/ή η ληφθείσα απόφαση ανάθεσης του διαγωνισμού σε άλλον προσφοροδότη. Σε αντίθετη περίπτωση, ήτοι εφόσον ένας αιτητής δεν μεριμνήσει να διατηρήσει την προσφορά του σε ισχύ, θεωρείται ότι εγκαταλείπει τον Διαγωνισμό, εφόσον, ως εκ της στάσης του, δεν συμμετέχει πλέον σε αυτόν, και, συνακόλουθα, χάνει το απαιτούμενο έννομο συμφέρον προς προώθηση της προσφυγής του. Κρίνεται σκόπιμη η παράθεση του ακόλουθου αποσπάσματος από την απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Δημοσθένους ν. Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών, Α.Ε. 137/2014, ημερ. 7.6.2021, ECLI:CY:AD:2021:C250, όπου τα γεγονότα προσομοιάζουν εν πολλοίς με αυτά της παρούσας και παρέχονται χρήσιμες κατευθυντήριες επί του υπό συζήτηση θέματος (η έμφαση έχει προστεθεί):

 

«Συγκεκριμένα, με την καταχώριση ιεραρχικής προσφυγής δυνάμει του άρθρου 19(1) του Νόμου[1], αντικείμενο του ελέγχου, πλέον, από την Αναθεωρητική Αρχή είναι η προσφορά του ενώπιόν της αιτητή. Ο έλεγχος αυτός διεξάγεται υπό το φως των όρων του διαγωνισμού, στον οποίο η προσφορά αφορά, και της προσβαλλόμενης απόφασης της αναθέτουσας αρχής, ως οι προαναφερθείσες σχετικές διατάξεις του Νόμου ορίζουν. Επομένως, αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση η προσφορά να βρίσκεται σε ισχύ, προκειμένου να είναι εφικτός ο εν λόγω έλεγχός της. Στη βάση δε τούτη, κρίθηκε, προφανώς, η υπόθεση αρ. 1134/2005, Κοινοπραξία Alterra ν. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών, 19.3.2007.

 

Στην προκειμένη περίπτωση, παρεχόταν η δυνατότητα ελέγχου της προσφοράς του εφεσείοντος, εφόσον αυτή θα παρέμενε σε ισχύ.  Υπενθυμίζεται πως η Αναθέτουσα Αρχή τού είχε υποδείξει ότι αυτός μπορούσε, εάν το επιθυμούσε, να παρατείνει την ισχύ της προσφοράς του μέχρι τις 31.12.2011. Ο εφεσείων, λανθασμένα, απέρριψε την πιο πάνω εισήγηση, μη κατανοώντας, προφανώς, τη σημασία της διατήρησης της προσφοράς του σε ισχύ. Τοιουτοτρόπως, ο ίδιος εγκατέλειψε το Διαγωνισμό. Ως εκ της εν λόγω στάσης του, δε μετείχε, πλέον, σε αυτόν και, έτσι, απώλεσε την ιδιότητα του «ενδιαφερομένου», που απαιτεί το άρθρο 19(1) του Νόμου να έχει κάθε ένας ο οποίος προσφεύγει στην Αναθεωρητική Αρχή, σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου.».

 

Παρομοίως, και στην υπό εξέταση περίπτωση, η αιτήτρια, παρά την υπό της Αναθέτουσας Αρχής αποστολή των σχετικών εγγράφων προς αυτήν, με την παράλειψη ανανέωσης της ισχύος της προσφοράς της και της εγγύησης συμμετοχής της, σύμφωνα με τα όσα έχουν λεχθεί πιο πάνω, εγκατέλειψε τον Διαγωνισμό, εφόσον δεν μετείχε πλέον σε αυτόν, με αποτέλεσμα να απωλέσει το απαιτούμενο έννομο συμφέρον προς προώθηση της προσφυγής της. Και βεβαίως, είναι πρόδηλο ότι η «ιδιότητα του ενδιαφερομένου», στην οποία αναφέρεται η πιο πάνω απόφαση και την οποία απαιτεί το άρθρο 19(1) του Νόμου 104(Ι)/2010, αντιστοιχεί και/ή έχει την ίδια εννοιολογική σημασία με την ύπαρξη του εννόμου συμφέροντος ενός αιτητή προς συνέχιση της προσφυγής του κατά διοικητικής απόφασης ως η εδώ προσβαλλόμενη: σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο 19(1)-

 

«Κάθε ενδιαφερόμενος ο οποίος έχει ή είχε συμφέρον να του ανατεθεί συγκεκριμένη σύμβαση και ο οποίος υπέστη ή ενδέχεται να υποστεί ζημία, από πράξη ή απόφαση της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα που προηγείται της σύναψης της σύμβασης και για την οποία εικάζεται ότι παραβιάζει οποιαδήποτε διάταξη του ισχύοντος δικαίου, έχει δικαίωμα να προσφύγει στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.».

 

Τοιουτοτρόπως, αιτητής, ως εδώ η αιτήτρια, που συμμετέχει σε Διαγωνισμό και ο οποίος έχει ή είχε συμφέρον να του ανατεθεί συγκεκριμένη σύμβαση και ο οποίος υπέστη ή ενδέχεται να υποστεί ζημία, από πράξη ή απόφαση της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα που προηγείται της σύναψης της σύμβασης, έχει έννομο συμφέρον να καταχωρήσει και να προωθεί προσφυγή δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, εφόσον βεβαίως διατηρεί και δεν έχει απωλέσει αυτό το έννομο συμφέρον: και εν προκειμένω, όπως ο αιτητής στην Δημοσθένους, ανωτέρω, είχε απωλέσει την ιδιότητα του ενδιαφερομένου και, συνακόλουθα το έννομο συμφέρον του, έτσι και στην υπό κρίση υπόθεση, η αιτήτρια, για τους λόγους που έχουν προαναφερθεί, έχει απωλέσει το απαιτούμενο έννομό της συμφέρον προς προώθηση της προσφυγής της, η οποία και υπόκειται σε απόρριψη ως απαράδεκτη.

 

Η ύπαρξη του απαιτούμενου εννόμου συμφέροντος σε υποθέσεις ως η υπό κρίση, εξετάστηκε στην πολύ πρόσφατη απόφαση του Εφετείου, στην Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου κ.α. ν. ΝEWCYTECH BUSINESS SOLUTIONS LTD, ΕΔΔ 13/2024 και 14/2024 i-Justice, ημερ. 18.7.2024, όπου το Εφετείο, με αναφορά στις αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) C-771/19 ΝΑΜΑ Σύμβουλοι Μηχανικοί και Μελετητές Α.Ε. κ.α. ν. Αρχής Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών, ημερ. 24.3.2021 και C-493/22 Αrmaprocure, ημερ. 16.3.2023, επεσήμανε τα εξής, άμεσα σχετικά με το υπό συζήτηση ζήτημα:

 

«Στην Αrmaprocure, εκεί σκέψεις 40-44, αφού το ΔΕΕ επεξήγησε τόσο την απόφαση ΝΑΜΑ (ανωτέρω), όσο και άλλες συναφείς αποφάσεις του, κατέγραψε, στις εκεί σκέψεις 45-46 (ελληνική απόδοση της απόφασης), τα εξής, με δικές μας υπογραμμίσεις και τονισμούς:

 

«45. Το έννομο συμφέρον του αποκλεισθέντος προσφέροντος από διαδικασία σύναψης σύμβασης να προσβάλει την απόφαση ανάθεσης της σύμβασης αυτής συνδέεται άρρηκτα με τη διατήρηση του εννόμου συμφέροντος του να βάλει κατά της απόφασης με την οποία αποκλείστηκε από τη διαδικασία αυτή. Ως εκ τούτου, ελλείψει εννόμου συμφέροντος για την άσκηση προσφυγής κατά της απόφασης περί αποκλεισμού της προσφοράς του, ο αποκλεισθείς προσφέρων δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι διατηρεί έννομο συμφέρον να στραφεί κατά της απόφασης περί ανάθεσης της σύμβασης.».

 

Υπό το φως των πιο πάνω, τα οποία τυγχάνουν εφαρμογής και εν προκειμένω, διαπιστώνεται πράγματι και στην υπό κρίση περίπτωση, έλλειψη του απαιτούμενου εννόμου συμφέροντος εκ μέρους της αιτήτριας προς προώθηση της προσφυγής της.

 

Η πλευρά της αιτήτριας αφιέρωσε μεγάλο μέρος της επιχειρηματολογίας της, εστιάζοντας στην αποτυχία και/ή παράλειψη της καθ’ ης η αίτηση να συμμορφωθεί με την ακυρωτική απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου στην Ι. AND G. ELECTRICAL SERVICES LTD, ανωτέρω, η οποία, όπως ήδη λέχθηκε, αφορούσε στον ίδιο Διαγωνισμό. Πράγματι, αποτελεί παραδεκτό γεγονός ότι επανεξέταση μετά την έκδοση της πιο πάνω απόφασης, δεν έχει ακόμη διενεργηθεί, παρόλο που, ως γνωστό, η άσκηση έφεσης κατ’ ακυρωτικής απόφασης, όπως συνέβη και στην υπό αναφορά περίπτωση, δεν αναστέλλει την υποχρέωση της Διοίκησης προς συμμόρφωση (Γλαύκος Καριόλου ν. Κυπριακός Οργανισμός Τουρισμού κ.α., Συνεκδ. Υποθ. Αρ. 1308/2010 κ.α., ημερ. 28.6.2013). Ωστόσο, ζητήματα επανεξέτασης δεν μπορούν να τίθενται στο πλαίσιο της παρούσας προσφυγής, της οποίας επίδικο αντικείμενο, προδήλως δεν είναι η εκ μέρους της Διοίκησης υποχρέωση επανεξέτασης ή/και παράλειψη επανεξέτασης μετά την πιο πάνω ακυρωτική απόφαση. Εξάλλου, θα πρέπει να επισημανθεί ότι κατά της συγκεκριμένης κατ’ ισχυρισμόν παράλειψης επανεξέτασης, όπως αναφέρεται και στην συμπληρωματική γραπτή αγόρευση των καθ’ ων η αίτηση, καταχωρήθηκε στο Διοικητικό Δικαστήριο από την αιτήτρια η προσφυγή αρ. 221/2020, η οποία και εκκρεμεί.

 

Συναφώς, και λαμβανομένων υπόψη των αμέσως πιο πάνω, θα πρέπει να λεχθεί επίσης ότι η απόφαση στην Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου ν. PAG Constructions Ltd., ΕΔΔ 66/2017, ημερ. 14.12.2023, την οποία επικαλείται η αιτήτρια προς υποστήριξη των θέσεών της, διαφοροποιείται ουσιωδώς από την παρούσα και δεν τυγχάνει εφαρμογής εν προκειμένω.

 

Εν πρώτοις, διαφοροποίηση υφίσταται ως προς την αξιούμενη θεραπεία σε κάθε μια εκ των δυο υποθέσεων, εφόσον αντικείμενο αμφισβήτησης στην PAG Constructions, ανωτέρω, ήταν η κατ’ ισχυρισμόν  «παράλειψη των Καθ' ων η Αίτηση να συμμορφωθούν με την ακυρωτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ημερομηνίας 30.1.2014 στην προσφυγή με αριθμό 224/2011 η οποία δεν εφεσιβλήθηκε και/ή άρνηση των Καθ' ων η Αίτηση να προβούν σε επανεξέταση της προηγούμενης τους πράξης και/ή απόφασης ημερομηνίας 4.1.2011 η οποία ακυρώθηκε με τη απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου». Όπως ήδη ελέχθη, αυτή η υποχρέωση και/ή παράλειψη συμμόρφωσης με προηγηθείσα ακυρωτική απόφαση, αποτελεί ανεξάρτητο ζήτημα για το οποίο καταχωρήθηκε έτερη προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο, η οποία εκκρεμεί. Η αιτούμενη θεραπεία στην παρούσα υπόθεση, δεν αφορά σε οποιαδήποτε κατ’ ισχυρισμόν παράλειψη επανεξέτασης και/ή συμμόρφωσης, αλλά, ως έχει επίσης αναφερθεί πιο πάνω, στην εγκυρότητα και νομιμότητα της απόφασης της καθ’ ης η αίτηση, Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών, ημερομηνίας 26.7.2019, με την οποία αποφασίστηκε κατά πλειοψηφία η απόρριψη της Ιεραρχικής Προσφυγής με αρ. 1/2019 της αιτήτριας, με την οποία προσβάλλετο ο αποκλεισμός της από το Διαγωνισμό, καθώς και η κατακύρωση αυτού στο Ε.Μ..

 

Επιπρόσθετα, και σε άμεση συνάρτηση με τα αμέσως πιο πάνω, σε εκείνη την περίπτωση (PAG Constructions, ανωτέρω), υφίστατο το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι το έργο που αφορούσε στον επίδικο διαγωνισμό, είχε ήδη εκτελεσθεί. Συνεπώς, όπως επεσήμανε το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, ήταν εκ των πραγμάτων αδύνατη η προς την κατεύθυνση αυτή ενεργός συμμόρφωση, αφού δεν ήταν δυνατόν, μέσω της επανεξέτασης, να ακυρωθεί ό,τι είχε ήδη εκτελεσθεί. Μάλιστα, το Δικαστήριο στην απόφασή του, αναφέρθηκε εν εκτάσει σε περιπτώσεις που η αποκατάσταση εις την προτέρα θέση είναι αδύνατη, ζήτημα το οποίο, ως το ίδιο το Δικαστήριο αναγνώρισε, άγγιζε τη ρίζα του συνόλου των ενώπιόν του λόγων έφεσης. Αντίθετα, τέτοια ζητήματα δεν τίθενται και δεν αποτελούν επίδικα θέματα της παρούσας, η δε Διοίκηση, ήτοι η ίδια η Αναθέτουσα Αρχή είχε ζητήσει από την αιτήτρια όπως προχωρήσει στην ανανέωση της προσφοράς της και της εγγύησης συμμετοχής της εντός συγκεκριμένης προθεσμίας και η αιτήτρια δεν ανταποκρίθηκε.

 

Το πλέον όμως σημαντικό είναι πως στην PAG Constructions, ανωτέρω, δεν τέθηκε και/ή δεν υφίστατο ζήτημα έλλειψης της απαιτούμενης νομιμοποίησης των εκεί Εφεσίβλητων/αιτητών να προβάλουν τους όποιους ισχυρισμούς τους περί υποχρέωσης συμμόρφωσης και/ή παράλειψης επανεξέτασης, όπως αντίθετα συμβαίνει εν προκειμένω. Κατά πάγια νομολογία, το ζήτημα του εννόμου συμφέροντος, ως εκ του θεμελιακού του χαρακτήρα, προηγείται της εξέτασης οποιουδήποτε άλλου ζητήματος, ακόμα και δημοσίας τάξης (Θεοδότη Χατζηβασιλείου, ανωτέρω) και συνιστά απαραίτητη προϋπόθεση όχι μόνο για την έγερση της προσφυγής (Μ.Α. ΚΤΗΜΑ ΜΑΚΕΝΖΥ ΛΙΜΙΤΕΔ κ.α. ν. Δήμος Λάρνακας, ΕΔΔ 71/2019, ημερ. 27.11.2023), αλλά και οποιουδήποτε λόγου ακύρωσης (Χαράλαμπος Καττιμέρη ν. Δημοκρατίας, ΕΔΔ 65/2019, ημερ. 22.11.2023). Πρέπει δε αυτό να υφίσταται σε όλα τα στάδια της διαδικασίας, ήτοι κατά την παραγωγή της διοικητικής πράξης, την κατάθεση της αίτησης ακυρώσεως και το στάδιο συζήτησης της υπόθεσης μέχρι και την έκδοση απόφασης (ΛΕΣΧΗ ΙΠΠΟΔΡΟΜΙΩΝ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ, ΔΙΑ ΤΟΥ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑ ΑΥΤΗΣ κ. ΠΑΡΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ ν. BETFAIR INTERNATIONAL PLC'S, Α.Ε. 115/2014, ημερ. 28.9.2022, ECLI:CY:AD:2022:C434),  κάτι που εδώ δεν συμβαίνει, εφόσον, για τους λόγους που έχουν προεκτεθεί, εκκρεμούσης της υπό κρίση προσφυγής, η αιτήτρια έχει απωλέσει το απαιτούμενο έννομο συμφέρον προς προώθησή της. Μάλιστα, λόγω ακριβώς αυτής της έλλειψης νομιμοποίησής της, θεωρώ ότι θα μπορούσε εν προκειμένω η αιτήτρια να χαρακτηριστεί πλέον ως «μη προσοντούχος προσφοροδότης», κατ’ αναλογία των όσων λέχθηκαν στην PAG Constructions, ανωτέρω, όπου αναφέρεται ότι υπήρχε «και αριθμός άλλων προσοντούχων προσφοροδοτών», στοιχείο που συνιστά απαραίτητη προϋπόθεση για την προβολή αξίωσης και/ή έγερσης ισχυρισμών στο πλαίσιο ανάθεσης του διαγωνισμού.

 

Συνεπώς, η επίκληση της πιο πάνω απόφασης δεν βοηθά και/ή δεν προσθέτει στην επιχειρηματολογία της αιτήτριας, η οποία, για τους λόγους που έχουν προεκτεθεί, έχει απωλέσει το απαιτούμενο έννομο συμφέρον της προς προώθηση της υπό κρίση προσφυγής.

 

Κατά συνέπεια, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Επιδικάζονται €1500 έξοδα υπέρ της καθ’ ης η αίτηση και εναντίον της αιτήτριας. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται συμφώνως του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.

 

 

                                                                                                    Φ.ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Π.Δ.Δ.



[1] Ενν. τον περί των Διαδικασιών Προσφυγής στον Τομέα της Σύναψης των Δημοσίων Συμβάσεων Νόμο του 2010 (Ν. 104(Ι)/2010).


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο