ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ                                 

(Συνεκδ. Υποθ. Αρ. 266/2021, 278/2021 και 280/2021)

 

 19 Σεπτεμβρίου 2024

[ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Πρόεδρος]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

(Υπόθεση Αρ.266/2021)

         

ΑΝΔΡΕΑΣ ΤΣΙΑΚΚΑΡΙΑΣ ΚΑΙ ΥΙΟΙ ΛΤΔ                                                                                             Αιτήτρια

                                                  ΚΑΙ

          ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ 

    ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

 

Καθ’ ου  η Αίτηση

                                                                  

 

(Υπόθεση Αρ. 278/2021)

              

    ΑΝΔΡΕΑΣ ΤΣΙΑΚΚΑΡΙΑΣ ΚΑΙ ΥΙΟΙ ΛΤΔ                                                                          Αιτήτρια

                                                  ΚΑΙ

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

 

Καθ’ ου  η Αίτηση

                                                                  

                  

 

(Υπόθεση Αρ. 280/2021)

              

    ΑΝΔΡΕΑΣ ΤΣΙΑΚΚΑΡΙΑΣ ΚΑΙ ΥΙΟΙ ΛΤΔ                                                                          Αιτήτρια

                                                  ΚΑΙ

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

 

Καθ’ ου  η Αίτηση

 

Ξ. Ευγενίου (κα), για Ανδρέας Σ. Αγγελίδης Δ.Ε.Π.Ε., για Αιτήτριες

Γ. Χατζηπροδρόμου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Καθ’ ης η Αίτηση

Σ. Χατζηνεοφύτου, για Γ. Χατζηνεοφύτου & Σια ΔΕΠΕ, για Δήμο Πάφου (Ενδιαφερόμενο Μέρος)

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Π.Δ.Δ.: Με τις υπό κρίση προσφυγές, οι οποίες, δυνάμει διατάγματος του παροντος Δικαστηρίου, συνεκδικάζονται λόγω νομικής και πραγματικής συνάφειας, η αιτήτρια εταιρεία στρέφεται κατά της νομιμότητας και εγκυρότητας τριών αποφάσεων του καθ’ ου η αίτηση, Υπουργού Εσωτερικών («ο Υπουργός»), που περιέχονται σε σχετικές επιστολές ημερομηνίας 19.1.2021 και σύμφωνα με τις οποίες απορρίφθηκαν οι τρεις Ιεραρχικές Προσφυγές που είχε καταχωρήσει η αιτήτρια κατά προηγηθείσας Ειδοποίησης Επιβολής που είχε εκδοθεί από το ενδιαφερόμενο μέρος (ΕΜ), Δήμο Πάφου (Πολεοδομική Αρχή).

Ειδικότερα, αντικείμενο της προσφυγής αρ. 266/2021 αποτελεί η, περιεχόμενη σε σχετική επιστολή του Υπουργείου Εσωτερικών ημερομηνίας 19.1.2021, απόφαση απόρριψης της Ιεραρχικής Προσφυγής της αιτήτριας, κατά προηγηθείσας Ειδοποίησης Επιβολής ημερομηνίας 30.1.2018, που είχε εκδοθεί από την Πολεοδομική Αρχή αναφορικά με την εκτέλεση ανάπτυξης (μεταλλικά υπόστεγα σκίασης χώρων στάθμευσης της παρακείμενης φρουταρίας), χωρίς την εξασφάλιση Πολεοδομικής Άδειας, στα τεμάχια με αρ. 71, 72, Φ/Σχ. [.], στο Δήμο Πάφου.

 

Αντικείμενο της προσφυγής αρ. 278/2021 αποτελεί η, περιεχόμενη σε σχετική επιστολή του Υπουργείου Εσωτερικών ημερομηνίας 19.1.2021, απόφαση απόρριψης της Ιεραρχικής Προσφυγής της αιτήτριας, κατά προηγηθείσας Ειδοποίησης Επιβολής ημερομηνίας 30.1.2018, που είχε εκδοθεί από την Πολεοδομική Αρχή αναφορικά με την εκτέλεση ανάπτυξης (μεταλλικό υπόστεγο και περίφραξη ύψους 2 μέτρων περίπου επί του συνόρου που εφάπτεται της οδού [.]), χωρίς την εξασφάλιση Πολεοδομικής Άδειας, στα τεμάχια με αρ. 73, 74, 75, 76, 77, 78, Φ/Σχ. [.], στο Δήμο Πάφου.

 

Τέλος, αντικείμενο της προσφυγής αρ. 280/2021 αποτελεί η, περιεχόμενη σε σχετική επιστολή του Υπουργείου Εσωτερικών ημερομηνίας 19.1.2021, απόφαση απόρριψης της Ιεραρχικής Προσφυγής της αιτήτριας, κατά προηγηθείσας Ειδοποίησης Επιβολής ημερομηνίας 30.1.2018, που είχε εκδοθεί από την Πολεοδομική Αρχή αναφορικά με την εκτέλεση ανάπτυξης (υπαίθριος χώρος εναπόθεσης σκυβάλων, περιτοιχισμένος με τσιμεντόλιθους ύψους 1.50μ και μεταλλικές καγκελόθηρες), χωρίς την εξασφάλιση Πολεοδομικής Άδειας, στο τεμάχιο 617 Φ/Σχ. [.], στον Δήμο Πάφου.

 

Και στις τρεις περιπτώσεις, η εκδοθείσα Ειδοποίηση Επιβολής καλούσε την αιτήτρια όπως εντός προθεσμίας 21 ημερών από τη ημέρα επίδοσης της Ειδοποίησης, τερματίσει και/ή κατεδαφίσει κάθε αυθαίρετη οικοδομική εργασία στα πιο πάνω τεμάχια και όπως επαναφέρει την οικοδομή σύμφωνα με τα εγκεκριμένα σχέδια της άδειας, καθώς επίσης και τα οικόπεδα ελεύθερα και καθαρα.

 

Κατά των πιο πάνω Ειδοποιήσεων Επιβολής, καταχωρήθηκε από τους δικηγόρους της αιτήτριας, Ιεραρχική Προσφυγή, ημερομηνίας 12.3.2018 (προσφυγή αρ. 266/2018) και 9.3.2018 (προσφυγές αρ. 278/2021 και 280/2021).

 

Στο πλαίσιο εξέτασης κάθε Ιεραρχικής Προσφυγής από το Υπουργείο Εσωτερικών, ζητήθηκε έκθεση γεγονότων από την Πολεοδομική Αρχή, η οποία, ανταποκρινόμενη, απέστειλε την ζητούμενη έκθεση, υποβάλλοντας ταυτόχρονα την εισήγηση για απόρριψη των Ιεραρχικών Προσφυγών. Με την εν λόγω εισήγηση, συμφώνησε και ο Διευθυντής του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως. Ετοιμάστηκε επίσης, για κάθε μια εκ των τριών περιπτώσεων, εσωτερικό υπηρεσιακό σημείωμα προς τον Υπουργό (παράρτημα 5 στο δικόγραφο της ένστασης), στο οποίο επίσης διατυπωνόταν η εισήγηση για απόρριψη των Ιεραρχικών Προσφυγών.   

 

Τελικά, οι Ιεραρχικές Προσφυγές της αιτήτριας απορρίφθηκαν και η απορριπτική, επίδικη, απόφαση γνωστοποιήθηκε στην αιτήτρια δι’ επιστολής των καθ’ ων η αίτηση, ημερομηνίας 19.1.2021.

 

Ας σημειωθεί, στο σημείο αυτό, ότι κατόπιν αιτήσεως του Δήμου Πάφου, εκδόθηκε από το Δικαστήριο τούτο διάταγμα και δόθηκε το δικαίωμα στον Δήμο να συμμετάσχει στη διαδικασία, εφόσον είναι το όργανο που εξέδωσε την απόφαση Ειδοποίησης Επιβολής δυνάμει του άρθρου 46 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου, ως αυτός ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο («ο Νόμος»), κατά της οποίας στράφηκε αρχικά η αιτήτρια διά των Ιεραρχικών της Προσφυγών, η δε απόφαση απόρριψης των εν λόγω Προσφυγών, αποτελεί την προσβαλλόμενη πράξη. Εξάλλου, υπάρχουν λόγοι ακύρωσης που προωθούνται από την αιτήτρια (όπως λ.χ. η σύνθεση του Δημοτικού Συμβουλίου Πάφου κατά τη συνεδρία του ημερομηνίας 21.12.2017), οι οποίοι αφορούν στην εγκυρότητα και νομιμότητα της λήψης της απόφασης Ειδοποίησης Επιβολής από την Πολεοδομική Αρχή.

 

Δεδομένων των πιο πάνω και υπό το φως της σχετικής νομολογίας επί του θέματος, το παρόν Δικαστήριο εξέδωσε διάταγμα συμμετοχής του Δήμου Πάφου στη διαδικασία, ως Ενδιαφερόμενο Μέρος. Πράγματι, το ζήτημα και δη οι προϋποθέσεις δυνατότητας παρέμβασης τρίτου σε διαδικασία, έχει τύχει εξέτασης από την ημεδαπή  νομολογία. Το δικαίωμα προσώπου, του οποίου το συμφέρον διακυβεύεται ή θα επηρεαστεί δυσμενώς από την ακύρωση της υπό αναθεώρηση διοικητικής απόφασης, έχει δικαίωμα να ακουστεί ως ενδιαφερόμενο πρόσωπο, υπό την προϋπόθεση της ύπαρξης εκκρεμούσας ακυρωτικής δίκης, την ιδιότητα του παρεμβαίνοντος ως τρίτου, ο οποίος δεν είναι διάδικος στην ακυρωτική δίκη, και η υπέρ του παρεμβαίνοντος ύπαρξη εννόμου συμφέροντος που να δικαιολογεί την παρέμβαση (Mobil Oils (Cyprus) Ltd v. Δήμου Αγίου Δομετίου, 4 Α.Δ.Δ. 367, Κυπριακής Δημοκρατίας v. Ιωάννη Σολωμού (2001) 3Β Α.Δ.Δ. 955).

 

Η πλευρά της αιτήτριας προωθεί εν πρώτοις τον ισχυρισμό περί πάσχουσας σύνθεσης του Δημοτικού Συμβουλίου Πάφου κατά τη συνεδρία του ημερομηνίας 21.12.2017, λόγω αδικαιολόγητης απουσίας μελών του Συμβουλίου, η οποία, ως προπαρασκευαστική πράξη, συμπαρασύρει σε ακυρότητα την τελική, επίδικη, πράξη.

 

Επιπρόσθετα, εγείρεται ο ισχυρισμός περί αναρμοδιότητας λήψης της επίδικης απόφασης και απουσίας έγγραφης καταχώρησης, καθότι, ως διατείνεται η αιτήτρια, δεν έχει παρουσιαστεί από τους καθ’ ων η αίτηση η απόφαση του Υπουργού, με την οποία απορρίφθηκαν οι Ιεραρχικές Προσφυγές της.

Περαιτέρω, οι συνήγοροι της αιτήτριας προωθούν ισχυρισμούς περί μη διενέργειας της δέουσας έρευνας, ελλιπούς αιτιολόγησης της επίδικης απόφασης, εμφιλοχωρήσασας νομικής και πραγματικής πλάνης, αλλά και παραβίασης του δικαιώματος προηγούμενης ακρόασης της αιτήτριας.

 

Ο συνήγορος για την καθ’ ης η αίτηση, αντικρούοντας όλους τους εγειρόμενους λόγους ακύρωσης, αντιτείνει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε από το αρμόδιο όργανο, ήτοι τον Υπουργό, μετά από διενέργεια της δέουσας έρευνας, καθόλα ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με την οικεία νομοθεσία, είναι δε αυτή επαρκώς και/ή δεόντως αιτιολογημένη, εύλογα επιτρεπτή και ουδεμία πλάνη εμφιλοχώρησε κατά τη λήψη της. Επιπρόσθετα, κανένα δικαίωμα της αιτήτριας δεν παραβιάστηκε, ενώ ούτε και ζήτημα πάσχουσας σύνθεσης του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Πάφου υφίσταται, εφόσον κατά τη συνεδρία της 21.12.2017, όπως προκύπτει από το σχετικό πρακτικό, υπήρξε επαρκής αιτιολόγηση της απουσίας των μη συμμετεχόντων μελών του Συμβουλίου, το οποίο εν πάση περιπτώσει, συνεδρίασε σε απαρτία.

 

Την νομιμότητα και ορθότητα της επίδικης απόφασης υποστήριξε και η συνήγορος για το Ε.Μ., η οποία καταχώρησε ένσταση και ακολούθως γραπτή αγόρευση, προβάλλοντας εν πολλοίς θέσεις παρόμοιες με αυτές της πλευράς της καθ’ ης η αίτηση.

Έχω εξετάσει τις προσβαλλόμενες αποφάσεις υπό το πρίσμα των οικείων διοικητικών φακέλων και, γενικότερα, όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, τα οποία αποτέλεσαν το υπόβαθρο για προώθηση των εκατέρωθεν θέσεων, είτε κατά είτε υπέρ της νομιμότητας των προσβαλλόμενων πράξεων.

 

Εν πρώτοις, κρίνεται αβάσιμος ο ισχυρισμός περί πάσχουσας σύνθεσης του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Πάφου κατά τη συνεδρία του ημερομηνίας 21.12.2017. Το πρακτικό της εν λόγω συνεδρίας περιλήφθηκε στα παραρτήματα του δικογράφου της ένστασης του Ε.Μ., ενώ εντοπίζεται και στον οικείο διοικητικό φάκελο.

 

Η πλευρά της αιτήτριας προέβαλε αρχικά ότι κατά τη συγκεκριμένη συνεδρία, απουσίαζαν τέσσερα μέλη του Συμβουλίου, χωρίς να παρέχεται προς τούτο καμία επαρκής και/ή η δέουσα αιτιολόγηση. Κατά το στάδιο των διευκρινίσεων, η ευπαίδευτη συνήγορος για την αιτήτρια περιόρισε την εμβέλεια του συγκεκριμένου ισχυρισμού, υποβάλλοντας ότι συνιστά αδικαιολόγητη απουσία τριών εκ των τεσσάρων μελών, και άρα πάσχουσα σύνθεση του Δημοτικού Συμβουλίου, η απλή αναφορά στο πρακτικό, ότι τα εν λόγω μέλη απουσίαζαν λόγω ειλημμένων επαγγελματικών υποχρεώσεων, σε αντίθεση με την απουσία του τέταρτου μέλους, το οποίο, όπως καταγράφηκε στο πρακτικό, απουσίαζε για λόγους υγείας, αιτιολογία που, σύμφωνα με την κα Ευγενίου, ήταν επαρκής.

Δεν μπορώ να συμφωνήσω με τη θέση της συνηγόρου της αιτήτριας. Αντίθετα, κρίνω ότι η αιτιολόγηση της απουσίας και των τεσσάρων μελών που απουσίαζαν από τη συνεδρία της 21.12.2017, όπως αυτή καταγράφεται στο σχετικό πρακτικό, υπήρξε επαρκής, εφόσον προσδιορίζεται δεόντως για κάθε ένα από τα μέλη που απουσίαζαν, ο λόγος της απουσίας, με αποτέλεσμα να καθίσταται εφικτή η διενέργεια του απαιτούμενου δικαστικού ελέγχου. Ειδικότερα, αναφέρεται ότι τρία εκ των τεσσάρων μελών που απουσίαζαν «κωλύονταν λόγω ειλημμένων επαγγελματικών υποχρεώσεων», ενώ για το τέταρτο μέλος, αναφέρεται ότι απουσίαζε «για λόγους υγείας». Δεδομένης λοιπόν της επάρκειας του προσδιορισμού απουσίας ενός εκάστου των τεσσάρων μελών του Δημοτικού Συμβουλίου, δεν μπορεί να τίθεται ζήτημα αδικαιολόγητης απουσίας και, συνακόλουθα, ούτε θέμα πάσχουσας σύνθεσης του Συμβουλίου κατά τη συνεδρία του ημερομηνίας 21.12.2017.

 

Στην Στυλιανός Αγαθοκλέους ν. Συμβούλιο Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας, Α.Ε. Αρ. 29/2011, ημερ. 21.7.2016, το Ανώτατο Δικαστήριο, με αναφορά και στην Αντέννα Λτδ ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2013) 3 Α.Α.Δ. 242, επεσήμανε, μεταξύ άλλων, ότι θα πρέπει να παρέχεται αιτιολόγηση της απουσίας μέλους του συλλογικού οργάνου από τις συνεδρίες του οργάνου και, σε διαφορετική περίπτωση, η σύνθεση πάσχει και οδηγεί την ληφθείσα απόφαση σε ακύρωση. Σε εκείνη την περίπτωση, και σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει εν προκειμένω, το Δικαστήριο διαπίστωσε ζήτημα πάσχουσας σύνθεσης, εφόσον υπήρχε πλήρης έλλειψη αιτιολόγησης της απουσίας των μελών του συλλογικού οργάνου από την επίδικη συνεδρία. Όπως αναφέρθηκε χαρακτηριστικά-

 

«Στα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης, παρατηρούμε ότι αναφορικά με την απουσία του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου Επάρχου Λευκωσίας δικαιολογήθηκε η απουσία του λόγω του ότι ευρίσκετο στο εξωτερικό. Το ίδιο δεν συμβαίνει, όμως, με τα υπόλοιπα 4 μέλη τα οποία απουσίαζαν από τη συνεδρία, παρά μόνο λακωνικά αναφέρεται ότι «Αφού δικαιολογήθηκαν οι απουσίες των Μελών αποφασίστηκε η διαδικασία που θα ακολουθείτο...». Παρατηρείται συναφώς πλήρης έλλειψη στοιχείων που οδήγησαν στην κρίση ότι «δικαιολογήθηκε» η απουσία των μελών. Η απουσία αυτών των στοιχείων καθιστά αδύνατη την άσκηση δικαστικού ελέγχου. Η ευπαίδευτη συνήγορος του Εφεσίβλητου ενώπιον μας αρκέστηκε να πει ότι δεν υπάρχουν άλλα στοιχεία εκτός των όσων αναφέρονται στο πρακτικό.

 

Οι πιο πάνω διαπιστώσεις μας δεν αφήνουν άλλη προοπτική παρά την κρίση ότι η σύνθεση του Καθ’ ου η Αίτηση, κατά τη συνεδρία που λήφθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, έπασχε ή τουλάχιστον δεν αποδείχθηκε ότι ήταν νόμιμη.».

 

Σαφώς και η υπό κρίση περίπτωση, για τους λόγους που έχουν προεκτεθεί, διαφοροποιείται από τα αμέσως πιο πάνω, με αποτέλεσμα η Αγαθοκλέους, ανωτέρω, να μην τυγχάνει εφαρμογής στην υπό εξέταση υπόθεση.

 

Ενόψει των πιο πάνω,  ο πρώτος προβαλλόμενος λόγος ακύρωσης που προωθείται, περί πάσχουσας σύνθεσης του Δημοτικού Συμβουλίου Πάφου, κατά στη συνεδρία του ημερομηνίας 21.12.2017, απορρίπτεται ως αβάσιμος.

 

Διαφορετική, ωστόσο, είναι η κατάληξή μου αναφορικά με τον, αυτοτελώς προβαλλόμενο, λόγο ακύρωσης που έγκειται στον ισχυρισμό περί αναρμοδιότητας του οργάνου που έλαβε την επίδικη απόφαση, αλλά και απουσίας έγγραφης καταχώρησης της απόφασης αυτής.

 

Κατά πάγια νομολογία, ζητήματα αναρμοδιότητας και μη τήρησης άρτιων πρακτικών (ως θέματα άμεσα συνδεδεμένα με την σύνθεση του διοικητικού οργάνου), συνιστούν ζητήματα που αφορούν στη δημόσια τάξη και, ως τέτοια, εξετάζονται κατά προτεραιότητα, ακόμα και αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (THERMPHASE LIMITED ν. Δημοκρατίας (1996) 4 Α.Α.Δ. 2714, Στυλιανός Αγαθοκλέους, ανωτέρω, Σύνδεσμος Ασφαλιστικών Εταιρειών Κύπρου ν. Επιτροπής Προστασίας Ανταγωνισμού (2002) 3 Α.Α.Δ. 314, Γρουτίδη ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 220/12, ημερ. 18.9.2019).

 

Άμεσα συναφές με το συγκεκριμένο θέμα είναι και το ζήτημα της υποχρέωσης των διοικητικών οργάνων να τηρούν έγγραφες καταχωρήσεις ("written records") των αποφάσεών τους. Αυτό ακριβώς τονίστηκε, ως επιβαλλόμενο από τις αρχές της χρηστής διοίκησης, στην απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Κούτσιου ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 987 και επαναλήφθηκε στην FEREOS  LIMITED ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 647/2004, ημερ. 7.11.2008 (βλ. επίσης Georghiades v. Republic (1966) 3 C.L.R. 252, 283).

 

Όπως λέχθηκε χαρακτηριστικά στην Κούτσιου, ανωτέρω, στην απουσία έγγραφης καταχώρισης που να επιβεβαιώνει ότι η απόφαση έχει ληφθεί από το όργανο, στο οποίο ο νόμος έχει εναποθέσει την σχετική αρμοδιότητα, το τεκμήριο της κανονικότητας των διοικητικών πράξεων δεν διαθέτει την εμβέλεια να ενδύει με τον μανδύα της νομιμότητας τα όσα χρειάζονται να συντελεστούν για να θεωρείται ως έγκυρα ληφθείσα μια απόφαση.  Αντίθετη προσέγγιση θα ισοδυναμούσε με καταστρατήγηση των αρχών της χρηστής διοίκησης, οι οποίες υπαγορεύουν την τήρηση εγγράφων καταχωρίσεων, το δε τεκμήριο της κανονικότητας θα καθίστατο όχημα προς την παραβίαση της αρχής της χρηστής διοίκησης (βλ. επίσης τις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου στις Ελένη Ιωαννίδου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 201/2012, ημερ. 28.7.2016 και Αθανάσιος Αθανασιάδης ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 856/2012,  ημερ. 17.10.2014).

 

Εν προκειμένω, η πλευρά της αιτήτριας προβάλλει ότι δεν έχει παρουσιαστεί από τους καθ’ ων η αίτηση η απόφαση του Υπουργού, με την οποία απορρίφθηκαν οι Ιεραρχικές Προσφυγές της.

 

Πράγματι, έχω διεξέλθει προσεκτικά το σύνολο των εγγράφων που τέθηκαν ενώπιον μου, περιλαμβανομένων βεβαίως και των παραρτημάτων του δικογράφου της ένστασης των καθ’ ων η αίτηση και του Ε.Μ., και πουθενά δεν έχω εντοπίσει οποιαδήποτε απόφαση του αρμοδίου οργάνου, ήτοι του Υπουργού. Όπως προκύπτει από τις διατάξεις του Νόμου (βλ. άρθρο 47), αρμόδιο όργανο για λήψη απόφασης επί Ιεραρχικής Προσφυγής ως οι επίδικες, είναι ο Υπουργός. Δεδομένης λοιπόν της εν λόγω διάταξης, θα πρέπει να προκύπτει κάθε φορά με επαρκή σαφήνεια η απόφαση του Υπουργού. Ωστόσο, στην υπό κρίση περίπτωση, από πουθενά δεν προκύπτει ότι ο Υπουργός έλαβε την επίδικη απόφαση, ή, έστω, ότι παρέσχε οποιαδήποτε εξουσιοδότηση σε άλλο πρόσωπο, προς τούτο.

 

Ούτε και με παρέπεμψαν οι συνήγοροι των καθ’ ων η αίτηση και του Ε.Μ. σε οποιοδήποτε έγγραφο εντός του διοικητικού φακέλου που να καταδεικνύει, έστω με τη στοιχειώδη επάρκεια, ότι την επίδικη απόφαση έλαβε ο Υπουργός. Και βεβαίως, η προαναφερθείσα επιστολή ημερομηνίας 19.1.2021, η οποία εστάλη στους δικηγόρους της αιτήτριας και υπογράφεται από τον κ. Χ. Φ., «για Γενικό Διευθυντή Υπουργείου Εσωτερικών», και με την οποία γνωστοποιείτο στην πλευρά της αιτήτριας η επίδικη απόφαση απόρριψης της Ιεραρχικής της Προσφυγής, δεν συνιστά την υπό αναφορά απόφαση.

 

Δεν παραγνωρίζω την υπό του συνηγόρου των καθ’ ων η αίτηση παραπομπή σε σχετικά έγγραφα εντός του διοικητικού φακέλου, ημερομηνίας 18.1.2021 [βρίσκονται και στο παράρτημα 6 της ένστασης των καθ’ ων η αίτηση στις προσφυγές αρ. 278/2021 και 280/2021 (αρ. εγγράφου 6113885 και 6113933, αντίστοιχα)], έχοντα τίτλο «Οδηγία», και τα οποία, ως αναφέρεται, εστάλησαν από «Γραφείο Υπουργού ΥΠΕΣ» προς κάποιον Ά. Α., σε σχέση με υποβληθέν υπηρεσιακό σημείωμα που είχε ετοιμαστεί αναφορικά με τις Ιεραρχικές Προσφυγές της αιτήτριας. Στα εν λόγω έγγραφα, αναγράφεται η λέξη «Συμφωνώ», χωρίς οποιοδήποτε περαιτέρω προσδιορισμό ή/και διευκρίνιση και χωρίς, σε κάθε περίπτωση, να μπορεί να λεχθεί έστω με τη στοιχειώδη βασιμότητα ότι πρόκειται για τη σύμφωνη γνώμη του Υπουργού επί του προαναφερθέντος σημειώματος.

 

Ωστόσο, ακόμα και να μπορούσε να θεωρηθεί ότι το αμέσως πιο πάνω συνιστά όντως την απόφαση του Υπουργού, αυτή η απόφαση παραμένει ανυπόγραφη, με αποτέλεσμα να εξακολουθεί να μην πληροί τις προεκτεθείσες επιταγές της έγκαιρης έγγραφης καταχώρησης, αλλά και τήρησης άρτιου πρακτικού και, συνακόλουθα, να υφίσταται πράγματι ζήτημα αρμοδιότητας του οργάνου που έλαβε την επίδικη απόφαση. Υπενθυμίζεται, συναφώς, ότι στην απουσία έγγραφης καταχώρισης που να επιβεβαιώνει ότι η απόφαση έχει ληφθεί από το όργανο, στο οποίο ο νόμος έχει εναποθέσει την σχετική αρμοδιότητα, το τεκμήριο της κανονικότητας των διοικητικών πράξεων ανατρέπεται και απόφαση δεν μπορεί να θεωρηθεί ως έγκυρα ληφθείσα (βλ. Σπύρου κ.α. ν. Αρχή Λιμένων Κύπρου, Α.Ε. 232/2012 και 239/2012, ημερ. 19.7.2019, σε σχέση και με την αναγκαιότητα τήρησης άρτιου πρακτικού και Κούτσιου, ανωτέρω, όπου τονίστηκε ότι τα διοικητικά όργανα πρέπει να τηρούν έγγραφες καταχωρήσεις ("written records") των αποφάσεών τους, ως υποχρέωση απορρέουσα από τις αρχές της χρηστής διοίκησης). Εν προκειμένω, δεδομένου ότι το υπό αναφορά έγγραφο ημερομηνίας 18.1.2021, είναι ανυπόγραφο, θα ανέμενε κανείς ότι θα βρισκόταν καταχωρημένο στον διοικητικό φάκελο το πρωτότυπο έγγραφο άρτιο και, εν πάση περιπτώσει, δεόντως υπογραμμένο. Ωστόσο, πουθενά δεν εντοπίζεται ένα τέτοιο έγγραφο, αποτέλεσμα να τίθεται ζήτημα μη τήρησης άρτιου πρακτικού και/ή μη έγκυρης και νομότυπης έγγραφης καταχώρησης της προσβαλλόμενης απόφασης και συνακόλουθου κλονισμού του τεκμηρίου της νομιμότητας. Την ίδια προσέγγιση επί παρομοίου ζητήματος, ακολούθησε το παρόν Δικαστήριο στην PAFILIA PROPERTY DEVELOPERS LTD ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1035/2018, ημερ. 9.12.2021 (βλ. και Κλεάνθους ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 308/2020 ημερ. 11.8.2022).

 

Με τις πιο πάνω διαπιστώσεις, σφραγίζεται η τύχη των υπό κρίση υποθέσεων και παρέλκει η εξέταση άλλων ζητημάτων που έχουν εγερθεί.

 

 

Οι προσφυγές επιτυγχάνουν και οι προσβαλλόμενες αποφάσεις ακυρώνονται.

 

Επιδικάζονται €2000 έξοδα υπέρ της αιτήτριας και εναντίον των καθ’ ων η αίτηση, πλέον Φ.Π.Α..

 

 

                                                                                                    Φ.ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Π.Δ.Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο