ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

   Υπόθεση Αρ.: 1470/2023

18 Ιανουαρίου 2024

[Β.ΚΟΥΡΟΥΖΙΔΟΥ ΚΑΡΛΕΤΤΙΔΟΥ, ΔΔΔΔΠ.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

D. I. (M.P NO F20-062ΧΧ)  

                                                                                         Αιτητή

-και-

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ’ ων η Αίτηση

Ε. Χαραλάμπους (κα) για Λάζου-Μασούρα-Χαραλάμπους Δ.Ε.Π.Ε., Δικηγόροι για τον Αιτητή

Χ. Δημητρίου (κα) για Δ. Κυπριανίδου (κα), Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

Με την υπό εξέταση προσφυγή, ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση των Καθ’ ων η Αίτηση, ημερ. 28/02/2023, η οποία του κοινοποιήθηκε στις 11/05/2023, με την οποία τον πληροφορούν ότι το αίτημά του για διεθνή προστασία ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου απορρίπτεται καθότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 3 και 19 του Περί Προσφύγων Νόμο και ότι ο Αιτητής δεν απέδειξε οποιονδήποτε λόγο για να του παραχωρηθεί το καθεστώς πρόσφυγα ή της συμπληρωματικής προστασίας.

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Ο Αιτητής είναι υπήκοος της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό. Εγκατέλειψε την χώρα του στις 19/02/2020 και στις 20/02/2020 εισήλθε παράνομα στην Κυπριακή Δημοκρατία μέσω των μη ελεγχόμενων από την Κυβέρνηση περιοχών της Δημοκρατίας. Στις 21/02/2020 ο Αιτητής υπέβαλε αίτηση για παροχή Διεθνούς Προστασίας και στις 25/02/2020 παρέλαβε τη Βεβαίωση υποβολής αιτήματος Διεθνούς Προστασίας από το Επαρχιακό Γραφείο Αλλοδαπών Λευκωσίας. Ακολούθως, στις 17/02/2023 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από αρμόδιο Λειτουργό του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το  Άσυλο (E.U.A.A.) και στις 23/02/2023 ο  αρμόδιος Λειτουργός ετοίμασε Έκθεση - Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου σχετικά με τη συνέντευξη του Αιτητή. Στην συνέχεια, η εξουσιοδοτημένη από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου, ενέκρινε την εισήγηση για απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή στις 28/02/2023 και αποφάσισε την επιστροφή του Αιτητή στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό δυνάμει του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου. Στις 11/05/2023 η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε απορριπτική επιστολή μαζί με την αιτιολόγηση της απόφασής της σχετικά με το αίτημα του Αιτητή, η οποία παραλήφθηκε και υπογράφτηκε ιδιοχείρως από τον Αιτητή αυθημερόν. Εναντίον της πιο πάνω απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, καταχωρήθηκε στις 16/05/2023 από τον Αιτητή  η Προσφυγή υπ’ αριθμόν 1470/23 ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Από πλευράς του Αιτητή εγείρονται με την προσφυγή του διάφορα ζητήματα που κατά την άποψή του καθιστούν την απόφαση της  Υπηρεσίας Ασύλου λανθασμένη και χωρίς οποιαδήποτε εγκυρότητα.

Ειδικότερα με τη γραπτή της αγόρευση, η συνήγορος του Αιτητή προωθεί ως λόγο ακύρωσης αυτόν της μη δέουσας έρευνας. Με παραπομπές δε στα σημεία αναξιοπιστίας του Αιτητή όπως αυτά καταγράφονται από τον αρμόδιο λειτουργό στην προσβαλλόμενη απόφαση, αντικρούει τα ευρήματα των Καθ’ ων η αίτηση περί αναξιοπιστίας των λεγομένων του του Αιτητή κατά τη συνέντευξη και υποβάλλει ότι ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός του Αιτητή έπρεπε να κριθεί ως αξιόπιστος. Καταληκτικά δε υποστηρίζει ότι ο Αιτητής έχει υποστεί παρελθούσα δίωξη από τον θείο του και ότι ανήκει στην ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα των ατόμων που έχουν κατηγορηθεί για μαγεία στη χώρα καταγωγής του και ως εκ τούτου ότι πρέπει να αναγνωριστεί προσφυγικό καθεστώς στο πρόσωπο του Αιτητή.

Η συνήγορος των Καθ' ων η αίτηση αντιτείνει με τη δική της γραπτή αγόρευση ότι η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου  είναι ορθή, νόμιμη, δεόντως αιτιολογημένη, λήφθηκε, δε, σύμφωνα με τον Νόμο και τις Γενικές Αρχές του Διοικητικού Δικαίου, μετά από δέουσα έρευνα και ορθή ενάσκηση της διακριτικής εξουσίας των Καθ' ων η Αίτηση, αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα ουσιώδη στοιχεία, γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης.

ΚΑΤΑΛΗΞΗ 

Ως προς τον ισχυρισμό περί παράλειψης δέουσας έρευνας, έχει καταρχάς πλειστάκις νομολογηθεί ότι η έκταση, ο τρόπος και η διαδικασία που ακολουθείται ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης. Περαιτέρω η έρευνα είναι επαρκής εφόσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται. Το  κριτήριο για την πληρότητα της έρευνας έγκειται στη συλλογή και τη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων τα οποία παρέχουν ασφαλή συμπέρασμα. (Βλέπε Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.α., Α.Ε. 1518/1.11.96, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου, Α.Ε. 1575/14.7.97, Α.Ε.2371, Motorways Ltd v Δημοκρατίας ημερ. 25/6/99).   

Το Δικαστήριο στα πλαίσια ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντος οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση (βλ. απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU V Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 1 Φεβρουαρίου, 2010). 

Περαιτέρω  όπως εξηγήθηκε στην υπόθεση Πολυξένη Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 606/91, ημερομηνίας 22.9.92, στις σελ. 2-3: «Το τι αποτελεί επαρκή έρευνα, εξαρτάται από τα γεγονότα και περιστατικά της κάθε υπόθεσης (Κηαi ν. Τhe Republic (1987) 3 CLR 1534). Η έκταση της έρευνας που ένα διοικητικό όργανο διεξάγει για τη λήψη απόφασης εξαρτάται από τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης (Δημοκρατίας ν. Γιαλλουρίδη και Άλλων), Αναθεωρητικές Εφέσεις 868, 868, ημερομηνίας 13.12.90)».  

Τα όσα επομένως πιο κάτω εξετάζονται και  αποφασίζονται τελούν υπό την πιο πάνω τοποθέτηση.

Έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, κυρίως των όσων ο Αιτητής δήλωσε τόσο με την αίτησή του για διεθνή προστασία όσο και κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, αλλά και όσων προβάλλει με την παρούσα Προσφυγή.

Ο Αιτητής κατά το στάδιο καταγραφής της αίτησής του ισχυρίσθηκε ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του διότι οι γονείς του είχαν πάρει διαζύγιο κατά την παιδική του ηλικία και ο ίδιος αντιμετώπισε δυσκολίες στη ζωή του. Προσέθεσε ακόμη ότι δεν είχε ουδεμία βοήθεια και στήριξη και ότι είναι ένα εγκαταλελειμμένο παιδί (ερ. 8 Δ.Φ. σε μετάφραση).

Στις 17/02/2023 ο Αιτητής υποβλήθηκε σε προσωπική συνέντευξη προς εξέταση της αίτησής του, η οποία διενεργήθηκε από αρμόδιο λειτουργό του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο – Ο.Ε.Ε.Α. (αγγλ. European Union Agency for AsylumE.U.A.A.). Κατά την διάρκεια της συνέντευξης ο Αιτητής προέβαλε ότι γεννήθηκε στην Kinshasa της Λ.Δ.Κ. και σε ηλικία δύο ετών μετακόμισε στην πόλη Matadi όπου διαβιούσε με τη γιαγιά του για διάστημα 13 ετών, προτού επιστρέψει στην Kinshasa, όπου διέμενε στην οικία του θείου του από την πατρική του πλευρά έως ότου αναχωρήσει από τη χώρα καταγωγής του. Είναι εθνοτικής καταγωγής “Mongo” από την πλευρά της μητέρας του και “Mundinga” από την πλευρά του πατέρα του και ως προς τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις δήλωσε ότι ασπάζεται το προτεσταντικό δόγμα της χριστιανικής θρησκείας. Ακόμη, δήλωσε ότι έχει συμπληρώσει την δευτεροβάθμια εκπαίδευση στη χώρα καταγωγής του και ότι εργαζόταν ως οικιακός βοηθός στην οικία ενός Γερμανού υπηκόου, ο οποίος είχε αναλάβει και την έκδοση των ταξιδιωτικών εγγράφων και την κάλυψη των εξόδων του ταξιδιού του από τη χώρα καταγωγής του έως την Κύπρο. Αναφορικά με τα λοιπά προσωπικά του στοιχεία, ανέφερε ότι είναι άγαμος και άτεκνος. Όσον αφορά την πατρική του οικογένεια, δήλωσε πως οι γονείς του τον εγκατέλειψαν σε ηλικία δύο ετών διότι πήραν διαζύγιο, ότι δεν γνωρίζει εάν έχει άλλα αδέρφια και ότι δεν διατηρεί επαφή με κάποιον συγγενή του στη χώρα καταγωγής του.

Αναφορικά με τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής δήλωσε πως, ενόσω διέμενε στην οικία του θείου του, ονόματι Jean Ipala, κατηγορήθηκε ότι ήταν μάγος, ότι έκανε θυσίες και ότι ευθυνόταν για τον ξαφνικό θάνατο της κόρης του θείου του, ηλικίας ενός έτους, στα τέλη του 2018, η οποία ήταν σοβαρά άρρωστη. Δήλωσε δε ότι οι κατηγορίες αυτές μεταφέρθηκαν στον θείο του από τον ιερέα της εκκλησίας στην οποία εκκλησιαζόταν ο θείος του. Κατόπιν, άρχισε να υφίσταται συστηματικά κακομεταχείριση και βασανιστήρια από τον θείο του, αναφέροντας ότι κατά τη διάρκεια ενός επεισοδίου κακοποιήθηκε σε τέτοιο βαθμό ώστε να χρειαστεί να υποβληθεί σε επέμβαση στο χέρι του και να χάσει μερικώς την όρασή του από το ένα μάτι. Ανέφερε ακόμη ότι είχε προβεί σε καταγγελία της κακομεταχείρισης που υφίστατο από τον θείο του ενώπιον των αστυνομικών αρχών αλλά οι τελευταίες παρέμειναν αδρανείς. Προσέθεσε δε ότι εξ αρχής υφίστατο κακομεταχείριση από τον θείο του, αλλά ότι αυτή εντάθηκε μετά τον θάνατο της κόρης του τελευταίου, οπότε άρχισε να υφίσταται βασανιστήρια, καθώς και ότι η σύζυγος του θείου του δεν τον συμπαθούσε εξ αρχής. Περαιτέρω, ανέφερε ότι ο θείος του ήταν πολύ ισχυρός στη χώρα καταγωγής του διότι εργαζόταν για την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ANR). Δήλωσε επίσης ότι δύο ημέρες πριν την αναχώρησή του από τη χώρα καταγωγής του εγκατέλειψε την οικία του θείου του και διέμεινε στην οικία του εργοδότη του. Όταν δε ο θείος του Αιτητή πληροφορήθηκε από κάποιους γείτονες ότι ο Αιτητής επρόκειτο να αναχωρήσει από τη χώρα, μετέβη στο αεροδρόμιο και έστειλε κάποιους από τους άντρες του για να απαγάγουν τον Αιτητή με σκοπό τη δολοφονία του, γεγονός το οποίο αποφεύχθηκε διότι ο Αιτητής είχε καλυμμένο το πρόσωπό του όταν μετέβη στο αεροδρόμιο, καθώς και διότι ο εργοδότης του τον συνόδευσε μέχρι την είσοδό του στο αεροπλάνο. Ερωτηθείς στο σημείο αυτό για ποιο λόγο ο θείος του ήθελε να τον απαγάγει και να τον σκοτώσει δεδομένου ότι ο ίδιος διέμενε στην οικία του θείου του για διάστημα πέντε ετών, ο Αιτητής απάντησε ότι ο θείος του δεν μπορούσε να τον σκοτώσει ευθέως ενόσω διέμενε στην οικία του διότι οι γείτονες θα πληροφορούνταν τη δολοφονία του και για τον λόγο αυτό ο θείος του τον κακομεταχειριζόταν και τον βασάνιζε κατά το διάστημα που διέμενε στην οικία του.  

Ερωτηθείς τι φοβάται ότι θα του συμβεί σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής απάντησε ότι φοβάται ότι ο θείος του θα μπορούσε να στείλει τους άντρες του για να τον σκοτώσουν. Ερωτηθείς εάν αντιμετώπισε οποτεδήποτε κάποιο άλλο κίνδυνο ή εάν του συνέβη κάποιο άλλο περιστατικό στη Λ.Δ.Κ. πέρα από τα όσα ανέφερε με τον θείο του, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά. Ερωτηθείς δε εάν τα προβλήματά του με τον θείο του είχαν κάποια εξέλιξη αφότου έφυγε από τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής απάντησε ότι επί του παρόντος δεν έχει κάποια σχετική πληροφορία αλλά ότι δεν θα είναι ασφαλής εάν επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του. Ερωτηθείς εάν πιστεύει ότι θα μπορούσε να εγκατασταθεί σε κάποια άλλη πόλη ή περιοχή της χώρας καταγωγής του, ο Αιτητής απάντησε ότι κάτι τέτοιο είναι αδύνατο καθώς ο θείος του θα τον εντοπίσει εύκολα μέσω των διασυνδέσεών του. Ερωτηθείς τέλος εάν θα ήταν ασφαλής στην πόλη Matadi δεδομένου ότι διέμενε εκεί για διάστημα 13 ετών, ο Αιτητής απάντησε ότι το Matadi ήταν ασφαλής για τον ίδιο προτού μετακομίσει στην οικία του θείου του, ενώ, πλέον, μετά τα όσα συνέβησαν, δεν θα είναι ασφαλής εκεί.

Επιπλέον, κατά τη διάρκεια της συνέντευξης ο Αιτητής προσκόμισε, προς υποστήριξη των ισχυρισμών του, μία ιατρική γνωμάτευση από το Γ.Ν. Λεμεσού, στην οποία αναγράφεται ότι παρατηρείται υπερώριμος καταρράκτης επί του αριστερού οφθαλμού  και ότι ο Αιτητής αναφέρει ένα δυστύχημα που συνέβη προ τεσσάρων ετών χωρίς να εξηγεί ακριβώς τι συνέβη.

Ο Αρμόδιος Λειτουργός του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το  Άσυλο (E.U.A.A.)  σχημάτισε την εισήγησή του επί τη βάση δύο πραγματικών γεγονότων⸱ πρώτον, το προφίλ, τη χώρα καταγωγής και την ταυτότητα του Αιτητή και δεύτερον, τον ισχυρισμό του Αιτητή ότι ο θείος του τον κατηγόρησε ότι είναι μάγος κατόπιν του θανάτου της κόρης του, ηλικίας ενός έτους, λόγω ασθενείας, το 2018, ότι τον κακομεταχειριζόταν και προσπάθησε να τον απαγάγει.

Όσον αφορά στον πρώτο ισχυρισμό, αυτός έγινε δεκτός τόσο από πλευράς εσωτερικής όσο και εξωτερικής αξιοπιστίας. Αντιθέτως, ο δεύτερος ισχυρισμός απορρίφθηκε λόγω έλλειψης αξιοπιστίας. Ειδικότερα, ως προς τον δεύτερο ισχυρισμό, ο λειτουργός επισήμανε καταρχήν ότι κατά το στάδιο καταγραφής της αίτησής του, ο Αιτητής ισχυρίσθηκε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του διότι οι γονείς του είχαν πάρει διαζύγιο κατά την παιδική του ηλικία και ότι ο ίδιος είναι ένα εγκαταλελειμμένο παιδί χωρίς βοήθεια και στήριξη, ενώ κατά την προσωπική του συνέντευξη δήλωσε ότι διέμενε με τον θείο του στην Kinshasa και ότι κατηγορήθηκε ότι είναι μάγος από τον θείο του κατόπιν του θανάτου της κόρης του τελευταίου. Επιπλέον, ο λειτουργός έκρινε ότι οι δηλώσεις του Αιτητή αναφορικά με την ισχυριζόμενη κατηγορία εναντίον του για άσκηση μαγείας στερούνταν συγκεκριμένων και επαρκών λεπτομερειών και ήταν ασαφείς, ενώ ο Αιτητής δεν παρείχε κάποιον συγκεκριμένο λόγο για τον οποίο ο θείος του θεωρούσε ειδικά τον ίδιο ως μάγο, αναφέροντας μόνο ότι θεωρήθηκε υπεύθυνος για τον θάνατο της κόρης του θείου του από τον ιερέα κάποιας εκκλησίας, ο οποίος πληροφόρησε σχετικά τον θείο του Αιτητή. Πρόσθετα, κρίθηκε ότι οι δηλώσεις του Αιτητή σχετικά με τα ισχυριζόμενα βασανιστήρια και την κακομεταχείριση που υπέστη από τον θείο του στερούνταν λεπτομερειών και βιωματικού χαρακτήρα. Ακόμη, οι απαντήσεις του   Αιτητή σχετικά με την εργασία του θείου του στην Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών της Λ.Δ.Κ. στερούνταν συνοχής και συγκεκριμένων πληροφοριών, ενώ,  επιπλέον, οι απαντήσεις του Αιτητή σχετικά με το προφίλ του θείου του στερούνταν εξίσου συνοχής. Επιπροσθέτως, ο λειτουργός έκρινε ότι οι δηλώσεις του Αιτητή αναφορικά με την απόπειρα απαγωγής του στερούνταν συγκεκριμένων και επαρκών λεπτομερειών. Αναφορικά δε με την εξωτερική αξιοπιστία, ο λειτουργός έκρινε ότι, παρότι οι πληροφορίες από τις εξωτερικές πηγές επιβεβαιώνουν μερικώς και εμμέσως την ευλογοφάνεια των δηλώσεων του Αιτητή αναφορικά με την κατηγορία εναντίον του για άσκηση μαγείας, εντούτοις, δεδομένου ότι δεν πληρείται η εσωτερική αξιοπιστία των δηλώσεων του Αιτητή, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι πληρείται και η εξωτερική αξιοπιστία. Υπό το φως όλων των ανωτέρω, η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε το εν λόγω πραγματικό περιστατικό.

Αξιολογώντας εν συνεχεία την πιθανότητα μελλοντικού κινδύνου σε περίπτωση που ο Αιτητής επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του, η Υπηρεσία βασίστηκε στον μοναδικό αποδεδειγμένο ισχυρισμό που εντέλει έγινε αποδεκτός, ήτοι την ταυτότητα, το προφίλ και τη χώρα καταγωγής του Αιτητή. Ο Αρμόδιος Λειτουργός, λαμβάνοντας υπόψη την εξατομικευμένη εξέταση του αιτήματος του Αιτητή, σε συνδυασμό με όλα τα συναφή στοιχεία που άπτονται του πυρήνα του αιτήματός του, διαπίστωσε ότι δεν συντρέχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι σε περίπτωση που ο Αιτητής επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του θα υποβληθεί σε μεταχείριση η οποία θα μπορούσε να ανέλθει σε δίωξη ή σοβαρή βλάβη λόγω της κατάστασης ασφαλείας στην περιοχή της τελευταίας συνήθους διαμονής του.

Τέλος, ως προς την νομική ανάλυση των ισχυρισμών του Αιτητή, είναι θέση της Υπηρεσίας ότι κανένας φόβος για δίωξη δεν καθορίστηκε με βάση την εθνικότατα, τη φυλή, τη θρησκεία, την ιδιότητα του μέλους σε μια συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα ή την πολιτική του γνώμη και, συνεπώς, δεν εμπίπτει στην νομική έννοια του πρόσφυγα, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 1Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951, το άρθρο 10 του Qualification Directive 2011/95/ΕΕ και το άρθρο 3(1) του Περί Προσφύγων Νόμου 2000 – 2020. Ομοίως, η Υπηρεσία έκρινε ότι δεν επιβεβαιώθηκε ούτε πραγματικός κίνδυνος θανατικής ποινής, βασανιστηρίων ή απάνθρωπης και εξευτελιστικής μεταχείρισης ή κίνδυνος λόγω αδιακρίτως ασκούμενης βίας υπό συνθήκες ενόπλων συγκρούσεων στην περιοχή του, ώστε να χορηγηθεί στον Αιτητή καθεστώς επικουρικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 15 της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ και του άρθρου 19  του Περί Προσφύγων Νόμου 2000 – 2020.

Από τα ενώπιον μου δεδομένα παρατηρώ ότι ο Αιτητής πράγματι δεν ανταπεξήλθε στο βάρος απόδειξης των ισχυρισμών του περί της ισχυριζόμενης δίωξής του από τον θείο του. Η καταγραφή του δεν πληροί τον αναμενόμενο και ενδεδειγμένο βαθμό σαφήνειας και επάρκειας πληροφοριών, ώστε να συνάγεται με ασφάλεια η απόδειξη των κρίσιμων βιοτικών γεγονότων. Πράματι, δεν ήταν σε θέση να δώσει πληροφορίες για την ισχυριζόμενη κακομεταχείριση και βασανιστήρια που υπέστη από τον θείο του, ούτε και για τον λόγο για τον οποίο κατηγορήθηκε ο ίδιος συγκεκριμένα ότι είναι ο μάγος και ότι ευθύνεται για τον θάνατο της κόρης του θείου του. Επιπλέον, δεν ήταν σε θέση να παράσχει επαρκείς και συγκεκριμένες πληροφορίες για την εργασία και το προφίλ του θείου, όπως θα αναμενόταν εύλογα από αυτόν δεδομένου ότι διέμενε για διάστημα πέντε ετών στην οικία του θείου του. Πρόσθετα, οι δηλώσεις του σχετικά με την απόπειρα απαγωγής του από τον θείο του ήταν ασαφείς, ενώ ο Αιτητής υπέπεσε σε αντιφάσεις, αναφέροντας  αρχικά ότι ο θείος του έστειλε κάποιους άντρες του να τον απαγάγουν και στη συνέχεια ανέφερε ότι τον περίμενε στο αεροδρόμιο. Τέλος, παρατηρώ ότι και οι δηλώσεις του σχετικά με την επιθυμία του θείου του να τον δολοφονήσει στηρίζονται σε εικασίες του ιδίου του Αιτητή. Εξάλλου δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει γιατί ο θείος του δεν τον σκότωσε κατά την περίοδο των 5 χρόνων αφότου τον θεωρούσε υπεύθυνο για τον θάνατο της κόρης του και  βρισκόταν  όλο αυτό το διάστημα κοντά του. Η ιστορία που ο Αιτητής περιγράφει χαρακτηρίζεται ως μη ευλογοφανή και αντιφατική και δεν μπορεί να στεχοιοθετήσει οποιοδήποτε κίνδυνο που επικαλείται  ο Αιτητής .   

Κατόπιν των ανωτέρω, κρίνω ότι ορθά κρίθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου ότι δεν πληρούνταν στο πρόσωπο του Αιτητή οι προϋποθέσεις αναγνώρισης του καθεστώτος του πρόσφυγα. Για τους ίδιους δε λόγους, κρίνω ότι ορθά κρίθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου, ότι δεν στοιχειοθετούνταν ούτε οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 του Νόμου για να παρασχεθεί στον Αιτητή το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αναφορικά με τον κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του.

Συνεπώς και σύμφωνα με τα ενώπιον μου στοιχεία καταλήγω ότι δεν προκύπτει βάσιμος φόβος δίωξης όπως περιγράφεται στο άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου, ούτε αποδείχθηκε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 19(2) αναφορικά με το κίνδυνο ο Αιτητής να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη στη χώρα καταγωγής του.

Περαιτέρω, κατόπιν έρευνας σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης ανευρέθηκε  ότι δεν δραστηριοποιούνται μη κρατικοί ένοπλοι φορείς στην Kinshasa, αλλά μόνον στις ανατολικές περιοχές της ΛΔΚ.[1]

Για την πληρότητα της έρευνας θα παρατεθούν και αριθμητικά δεδομένα από τη βάση δεδομένων ACLED. Σημειωτέον ότι τα περιστατικά αφορούν συνολικά την επαρχία της Kinshasa, της οποίας η πόλη Kinshasa αποτελεί πρωτεύουσα. Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων της ACLED  (The Armed Conflict Location & Event Data Project) κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ 05/01/2023 και 05/01/2024, στην εν λόγω  περιοχή καταγράφηκαν από την εν λόγω βάση δεδομένων συνολικά 102 περιστατικά ασφαλείας εκ των οποίων προέκυψαν 71 απώλειες ζωών. Πιο αναλυτικά, 7 εξ αυτών καταγράφηκαν ως μάχες (με 20 απώλειες),  23 ως περιστατικά χρήσης βίας κατά αμάχων (με 49 απώλειες), 25 ως ταραχές (με 2 απώλειες) και 47 ως διαμαρτυρίες (καμία απώλεια), ενώ δεν καταγράφηκαν περιστατικά εκρήξεων / απομακρυσμένης χρήσης βίας.[2] Σημειωτέον δε ότι ο πληθυσμός της επαρχίας Kinshasa καταγράφεται στους 14.565.700 κατοίκους, σύμφωνα με επίσημη εκτίμηση που έλαβε χώρα το έτος 2020.[3]

Συνεπώς, ο σχετικά χαμηλός αριθμός των συμβάντων ενδεικνύει το ακίνδυνο της περιοχής. Τα παραπάνω περιστατικά βίας ενδεικνύουν ότι δεν υπάρχουν συνθήκες αδιάκριτης βίας στην Κινσάσα και γενικά δεν υφίσταται πραγματικός κίνδυνος για έναν άμαχο να επηρεαστεί προσωπικά από μόνη την παρουσία του στην περιοχή, υπό την έννοια του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ.

Υπό το φως των πιο πάνω κρίνω ότι το αίτημα του Αιτητή για διεθνή προστασία εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ήταν το αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και ορθής αξιολόγησης όλων των στοιχείων και δεδομένων, είναι επαρκώς αιτιολογημένη και λήφθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου, το Σύνταγμα και τις Γενικές Αρχές του Διοικητικού Δικαίου.

Τέλος, κρίνω ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν εύλογη και λήφθηκε κατ' ορθή ενάσκηση της διακριτικής ευχέρειας των Καθ' ων η Αίτηση, οι οποίοι ενήργησαν σύννομα και συνεκτίμησαν όλα τα ενώπιον τους στοιχεία. Δεν έχει καταδειχθεί οτιδήποτε ούτως ώστε να δικαιολογείται επέμβαση του παρόντος Δικαστηρίου. Αντιθέτως, κρίνω ότι με σαφήνεια καταδεικνύεται στην υπό εξέταση περίπτωση και για τους λόγους που έχουν ήδη εκτεθεί, πως τα πραγματικά περιστατικά δεν στοιχειοθετούν και δεν στηρίζουν τις υπό του Περί Προσφύγων Νόμου και της Σύμβασης της Γενεύης του 1951, αναγκαίες προϋποθέσεις, για αναγνώριση του καθεστώτος του πρόσφυγα ή της συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, ούτε ότι υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται πως, εάν ο Αιτητής επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.

Συνεπώς, με βάση τα ανωτέρω, η προσφυγή απορρίπτεται με €1000 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ΄ ων η Αίτηση.

 

                           

                                 Βούλα Κουρουζίδου - Καρλεττίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 

 

 



[1] βλ. ενδεικτικά: RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo, 13 April 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.rulac.org/news/drc-a-new-conflict-in-ituri-involving-the-cooperative-for-development-of-th ; UN Security Council Resolutions για τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό στη διεύθυνση: https://www.securitycouncilreport.org/un-documents/democratic-republic-of-the-congo/ , καθώς και το πλέον πρόσφατο ψήφισμα που υιοθετήθηκε στις 30/06/2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.securitycouncilreport.org/atf/cf/%7B65BFCF9B-6D27-4E9C-8CD3-CF6E4FF96FF9%7D/s_res_2641.pdf ; HRW, Democratic Republic of Congo, Events of 2021, 13 January 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.hrw.org/world-report/2022/country-chapters/democratic-republic-congo ; UNHCR, Attacks by armed groups displace 20 000 civilians in eastern DRC, 16 July 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.unhcr.org/news/briefing/2021/7/60f133814/attacks-armed-group-displace-20000-civilians-eastern-drc.html ; USAID, Democratic Republic of the CongoComplex Emergency, Fact Sheet #3, 13 May 2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://reliefweb.int/report/democratic-republic-congo/democratic-republic-congo-complex-emergency-fact-sheet-3-fiscal-9 και CFA, Global Conflict Tracker, Center for Preventive Action, Instability in the Democratic Republic of Congo, last updated 03 August 2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.cfr.org/global-conflict-tracker/conflict/violence-democratic-republic-congo (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 11/01/2024)

[2] ACLED, Dashboard, [εφαρμοσμένες παράμετροι: Middle Africa: Democratic Republic of Congo: Kinshasa, 05/01/2023 - 05/01/2024, Battles; Violence against civilians; Explosions/Remote violence; Riots; Protests], https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 11/01/2024)

[3] City Population, Congo (Dem. Rep.), Provinces: Kinshasa, https://www.citypopulation.de/en/drcongo/cities/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 11/01/2024)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο