ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

                                                                       

                                                                                     Υπόθεση αρ. 1581/2023

                                   

                                                31 Ιανουαρίου 2024

 

[Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

                          Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

                                                           I.S.

                                                                                                                                                                                                                                                     Αιτητής

Και

 

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Προϊσταμένου Υπηρεσίας Ασύλου - 

Υπουργού Εσωτερικών

 

                                                                                             Καθ' ων η αίτηση

                                                                                                                                    Α. Ιωαννίδου (κα) για Α. Χουβαρτάς & Ε. Λουκά, Δικηγόροι για τον αιτητή

 

Χρ. Δημητρίου (κα) για Α. Ρούσου (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ Δ.Δ.Δ.Δ.Π:   Με την προσφυγή του ο αιτητής, αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 13/01/2023 η οποία κοινοποιήθηκε στον αιτητή στις 05/05/2023 και δια της οποίας απορρίφθηκε η αίτηση του για παροχή διεθνούς προστασίας, ως άκυρης, παράνομης και στερούμενης νομικού αποτελέσματος.

Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου που κατατέθηκε στα πλαίσια των διευκρινήσεων της παρούσας προσφυγής ως Τεκμήριο 1, ο αιτητής είναι ενήλικας υπήκοος του Νεπάλ, εισήλθε νόμιμα στην Κυπριακή Δημοκρατία με φοιτητική άδεια  και στις 23/09/2021 υπέβαλε αίτηση χορήγησης καθεστώτος διεθνούς προστασίας. Στις 08/12/2022 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη στον αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου. Ακολούθως, ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου στις 02/01/2023 υπέβαλε σχετική Έκθεση και Εισήγηση στον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου για απόρριψη της αίτησης ασύλου του αιτητή. Στις 13/01/2023, ο εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών να εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου, αποφάσισε όπως να μην παραχωρηθεί στον αιτητή καθεστώς διεθνούς προστασίας. Στις 04/04/2023, η Υπηρεσία Ασύλου ετοίμασε σχετική επιστολή ενημέρωσης περί της απόρριψης του αιτήματος του αιτητή, η οποία παραλήφθηκε και υπογράφτηκε ιδιοχείρως από τον αιτητή στις 05/05/2023, κατόπιν επεξήγησης του περιεχομένου σε γλώσσα κατανοητή για τον αιτητή. Στη συνέχεια, ο αιτητής καταχώρησε την υπό εξέταση προσφυγή εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου.

 

Η συνήγορος του αιτητή στα πλαίσια της προσφυγής και της γραπτής αγόρευσης, προώθησε διάφορους λόγους ακύρωσης επί της αιτήσεως ακυρώσεως (προσφυγής) προς υποστήριξη του αιτήματος για ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, τους οποίους εν τέλει εγκατέλειψε κατά το στάδιο των διευκρινήσεων και διατήρησε μόνο τον λόγο ακύρωσης που αφορά την μη δέουσα έρευνα. Ενόψει λοιπόν των δηλώσεων της ευπαίδευτης συνηγόρου του αιτητή, όλοι οι λόγοι ακύρωσης ως καταγράφονται στην προσφυγή, πέραν από τον λόγο ακύρωσης που αφορά την μη δέουσα έρευνα εκ μέρους των καθ' ων η αίτηση, αποσύρονται και απορρίπτονται.

Οι καθ' ων η αίτηση αντιτάσσουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, κατόπιν δέουσας έρευνας και σωστής ενάσκησης των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους καθ' ων η αίτηση και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης, είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη και απορρίπτουν τους προωθούμενους ισχυρισμούς ως νόμω και ουσία αβάσιμους.

Έχω εξετάσει προσεκτικά τις εκατέρωθεν θέσεις και των δύο πλευρών, υπό το φως του περιεχομένου του οικείου διοικητικού φακέλου και, γενικότερα, όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, τα οποία αποτέλεσαν το υπόβαθρο για προώθηση των εκατέρωθεν θέσεων.

Ακολούθως, θα προχωρήσω να εξετάσω το λόγο ακύρωσης που διατήρησε η συνήγορος του αιτητή, ήτοι τον ισχυρισμό περί μη διενέργειας δέουσας έρευνας εκ μέρους των καθ' ων η αίτηση, ο οποίος έχει δικογραφηθεί και προωθείται στη γραπτή αγόρευση του αιτητή.

Κατά πάγια νομολογία, η επάρκεια της έρευνας, η έκταση και ο τρόπος διεξαγωγής της, ποικίλει ανάλογα με τα υπό διερεύνηση γεγονότα. Προκαθορισμένος τρόπος δεν υπάρχει. Με την προϋπόθεση ότι η έρευνα είναι επαρκής, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει στον τρόπο που η διοίκηση επέλεξε να διερευνήσει το θέμα, ούτε και υποκαθιστά τα υπ' αυτής διαπιστωθέντα πρωτογενή ευρήματα (βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 447 και Ράφτης ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 και Κώστας Γρηγορίου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1002/2009, ημερ. 27.10.2011).

 

Στη βάση της πιο πάνω υποχρέωσης του αρμόδιου οργάνου για δέουσα έρευνα θεωρώ χρήσιμο να καταγραφούν οι ισχυρισμοί του αιτητή σε όλα τα στάδια εξέτασης του αιτήματός του, για να διαφανεί εάν όντως το αρμόδιο όργανο προέβη στη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα και ορθώς αποφάσισε να απορρίψει το αίτημα του αιτητή.

 

Στο πλαίσιο του εντύπου της αίτησής του για διεθνή προστασία, ο αιτητής αναφέρει ότι δεν επιθυμεί να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του επειδή έχει χρέος, και εάν επιστρέψει θα κινδυνεύσει η ζωή του από τον εισπράκτορα του χρέους (ερυθρό 1 και μετάφραση αυτού ερυθρό 18 του Διοικητικού Φακέλου).

 

Στο πλαίσιο της προφορικής συνέντευξής του ( ερυθρά 19-24 του Διοιηκτικού Φακέλου), ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι εγκατέλειψε τη χώρα του για να σπουδάσει και να εργαστεί. Ερωτηθείς ως προς τις συνέπειες που θα έχει η επιστροφή του στη χώρα καταγωγής του, ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι θα έχει οικονομικά προβλήματα εξαιτίας του δανείου του. Όταν ρωτήθηκε σε σχέση με τα μελλοντικά του σχέδια, ο αιτητής δήλωσε ότι επιθυμεί να κερδίσει χρήματα, να εξοφλήσει το δάνειο του και να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του. Κατόπιν διευκρινιστικών ερωτήσεων, ο αιτητής ανέφερε ότι οι δανειστές του δεν επικοινώνησαν μαζί του αλλά πήγαν στο σπίτι του και απείλησαν τη μητέρα και τον αδερφό του. Ανέφερε, ακόμη, ότι η μητέρα του έλαβε λεκτικές απειλές οι οποίες συνίσταντο σε απαίτηση επιστροφής των χρημάτων και πως η μητέρα του δεν πήγε στην αστυνομία επειδή φοβόταν. Καταληκτικά, ο αιτητής ρωτήθηκε ως προς το τι πιστεύει ότι είναι το χειρότερο πράγμα που πιστεύει ότι θα του συμβεί, δηλώνοντας το ενδεχόμενο να χάσει το σπίτι του και η οικογένειά του να μείνει στο δρόμο.

 

Ο αρμόδιος λειτουργός, έκανε δεκτά τα όσα δήλωσε ο αιτητής αναφορικά με τα προσωπικά του στοιχεία, το εν γένει προφίλ του καθώς και την περιοχή καταγωγής του όπως επίσης και τον ισχυρισμό του αιτητή ότι εγκατέλειψε την χώρα του για εκπαιδευτικούς και οικονομικούς λόγους.  Εν αντιθέσει, όσον  αφορά τον ισχυριζόμενο φόβο δίωξης του αιτητή από τα άτομα με τα οποία συνήψε δάνειο, τον απέρριψε λόγω πλημμελειών στο κομμάτι της εσωτερικής αξιοπιστίας καθότι κρίθηκαν οι ισχυρισμοί του ως αβάσιμοι και μη ευλογοφανείς. Συγκεκριμένα, ο αρμόδιος λειτουργός παρατήρησε ότι ο αιτητής, αν και ανέφερε ότι δεν είχε αποπληρώσει τους δανειστές του, εντούτοις δεν είχε γίνει κάτι εναντίον της οικογένειάς του εκτός από τις λεκτικές απειλές. Ως καταγράφεται επίσης από τον αρμόδιο λειτουργό,  το δάνειο του αιτητή είναι εξασφαλισμένο με υποθήκη το σπίτι, ο αιτητής είπε ότι το χειρότερο πράγμα που μπορεί να του συμβεί είναι να χάσουν το σπίτι τους και να βρεθούν στο δρόμο, αλλά όχι ότι θα κινδυνεύσει η ζωή του, όπως και ότι η μητέρα του θα μπορούσε να πάει στην αστυνομία αλλά δεν το έπραξε. Για όλους αυτούς τους λόγους, ο εν λόγω ισχυρισμός του αιτητή δεν έγινε αποδεκτός.

 

Ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου αξιολογώντας τα όσα ο Αιτητής δήλωσε στην συνέντευξη του, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι λόγοι για τους οποίους ο Αιτητής εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του είναι εκπαιδευτικού και οικονομικού περιεχομένου και συνεπώς δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι σε περίπτωση που ο Αιτητής επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του θα αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης καθότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις χορήγησης προσφυγικού καθεστώτος για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 3 του Περί Προσφύγων Νόμου ή του καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 19 του Περί Προσφύγων Νόμου.

 

Επομένως, με δεδομένο λοιπόν ότι ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι ήρθε για εκπαιδευτικούς και οικονομικούς λόγους, μιας και ο ισχυρισμός του περί κινδύνου από τους δανειστές του δεν έγινε αποδεκτός, δεν διαπιστώνω μη διενέργεια δέουσας έρευνας από μέρους της Διοίκησης και κρίνω ότι ουδεμία περαιτέρω έρευνα χρειαζόταν για την εξέταση της αίτησης του αιτητή.

 

Λαμβάνοντας υπόψη τις δηλώσεις του αιτητή ως αυτές προβλήθηκαν καθ΄ όλη τη διαδικασία εξέτασης του αιτήματός του και οι οποίες παρατέθηκαν λεπτομερώς ανωτέρω, παρατηρώ εκ προοιμίου ότι ο αιτητής αναφέρθηκε σε γενικόλογους και μη ευλογοφανείς ισχυρισμούς, οι οποίοι πλήττουν καίρια την αξιοπιστία του.

 

Ορθώς λοιπόν θεωρώ κρίθηκε από τους καθ' ων η αίτηση ότι, τα όσα προβλήθηκαν στη συνέντευξη του Αιτητή, ως ανωτέρω καταγράφονται, έθεταν εύλογα εν αμφιβόλω την αξιοπιστία των λεγομένων του αναφορικά με τα όσα ισχυρίστηκε καθότι δεν ήταν σε θέση να παρέχει ικανοποιητικές πληροφορίες αναφορικά με τον ισχυριζόμενο κίνδυνο που θεωρεί ότι διατρέχει από τους δανειστές του. Περαιτέρω, κρίνω σκόπιμο να αναφέρω ότι ο ισχυρισμός περί του ότι δέχθηκε απειλές από τους δανειστές του παρέμεινε αόριστος και γενικόλογος χωρίς να καταφέρει ο αιτητής να δώσει λεπτομέρειες περί τούτου για να θεμελιώσει βάσιμο φόβο δίωξης ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Ο αιτητής όταν κλήθηκε να διευκρινίσει τι είδους απειλές είχε δεχθεί αναφέρθηκε αποκλειστικά και μόνο σε λεκτικές απειλές, δηλώνοντας συνάμα ότι έχει βάλει υποθήκη το σπίτι, επιβεβαιώνοντας ότι σε περίπτωση που δεν αποπληρώσει το δάνειο θα κατάσχουν την ακίνητή του περιουσία. Συναφώς, κρίνω ότι ο αιτητής δεν κατάφερε να παράσχει λεπτομερείς και συγκεκριμένες πληροφορίες σχετικά με τον κίνδυνο που διατρέχει από τους δανειστές του. Επομένως κρίνω ότι ορθώς η Υπηρεσία Ασύλου αποφάσισε ότι δεν στοιχειοθετείται η εσωτερική αξιοπιστία του αιτητή σε σχέση με τον λόγο που προβάλλει ως φόβο δίωξης στην χώρα καταγωγής του και κρίνω ότι  ορθώς δεν έγινε αποδεκτός.

 

Όπως προκύπτει από το πιο πάνω ιστορικό ο αιτητής δεν επικαλέστηκε κανένα απολύτως ισχυρισμό που να εμπίπτει στις προϋποθέσεις αναγνώρισης του καθεστώτος του πρόσφυγα στο πρόσωπο του, το μόνο που επικαλέστηκε είναι το οικονομικό του πρόβλημα και ότι ήρθε στην Κύπρο για να σπουδάσει και για να εργαστεί, στοιχεία που δεν θα μπορούσαν να τον εντάξουν στην έννοια του πρόσφυγα έτσι όπως αυτή η έννοια ερμηνεύεται στη Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και από τον περί Προσφύγων Νόμο καθότι ο αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου. Συνακόλουθα ο αιτητής δεν επικαλέστηκε κανένα ουσιώδη λόγο που να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, για να του δοθεί συμπληρωματική προστασία σύμφωνα με το άρθρο 19 του Περί Προσφύγων Νόμου. Επομένως, κρίνω ότι ορθώς κρίθηκε ότι δεν μπορούσε να του παρασχεθεί ούτε προσφυγικό καθεστώς αλλά ούτε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

 

Σύμφωνα με την παράγραφο 62 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ «Μετανάστης είναι το πρόσωπο που για λόγους διαφορετικούς από εκείνους που αναφέρονται στον ορισμό εγκαταλείπει οικειοθελώς τη χώρα του με σκοπό να εγκατασταθεί αλλού. Μπορεί δεν να ωθείται από την επιθυμία για αλλαγή ή για περιπέτεια ή από οικογενειακούς ή άλλους προσωπικούς λόγους. Εάν ωθείται αποκλειστικά από οικονομικά κίνητρα, είναι οικονομικός μετανάστης και όχι πρόσφυγας».

Υπό το φως των απαντήσεων του αιτητή κατά τη διάρκεια της συνέντευξης του και των γεγονότων και στοιχείων που είναι καταγεγραμμένα στο διοικητικό φάκελο της υπό αναφορά υπόθεσης, κρίνεται ότι στην παρούσα περίπτωση ο αιτητής, δεν χωρεί αμφιβολία ότι είναι οικονομικός μετανάστης καθότι υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας ωθούμενος από οικονομικά κίνητρα και επομένως δεν υπάγεται στην κατηγορία δικαιούχων διεθνούς προστασίας.

Εν τέλει, σημειώνεται ότι ο Υπουργός Εσωτερικών, ασκώντας την εξουσία που του παρέχει το άρθρο12Βτρις του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000, έκδωσε την Κ.Δ.Π 202/22 αλλά και πρόσφατα την Κ.Δ.Π. 166/2023 όπου καθόρισε τις ασφαλείς χώρες ιθαγένειας, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται και το Νεπάλ.  Ο αιτητής στην παρούσα δεν έχει προβάλει οποιοδήποτε λόγο για να θεωρηθεί ότι η χώρα αυτή δεν είναι ασφαλής χώρα ιθαγένειας, στη βάση των όσων διαλαμβάνονται από το αρ.12Βτρις (6).

Με βάση το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου τα οποία περιορίζονται στο περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου, αφού ουδεμία περαιτέρω μαρτυρία προσκομίστηκε στα πλαίσια της παρούσας προς υποστήριξη της αιτήσεως και αφού εξέτασα, τόσο τη νομιμότητα, όσο και την ουσία της υπό αναφορά υπόθεσης σύμφωνα με την εξουσία που μου παρέχει το άρθρο 11(3)(α) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν. 73(I)/2018), καταλήγω ότι το αίτημα του αιτητή εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και εύλογα η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε την αίτηση του αιτητή.

Η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με €1000 έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή.

 

                                                                    

                                                                                 Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο