ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

   Υπόθεση Αρ.:  1660/23

 

23 Iανουαρίου 2024

 

[Β.ΚΟΥΡΟΥΖΙΔΟΥ ΚΑΡΛΕΤΤΙΔΟΥ, ΔΔΔΔΠ.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

 

J. M. K.   από  Καμερούν

                                                                               Αιτήτρια

-και-

                Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσία Ασύλου

 

Καθ' ων η Αίτηση

 

Ρ. Καλογήρου (κα) για Α. Λαζάρου (κα), Δικηγόρος για την Αιτήτρια.

 

Σ. Πιτσιλλίδου (κα), Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.

 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Με την υπό εξέταση προσφυγή, η Αιτήτρια προσβάλλει την απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερ. 11/04/2023, με την οποία την πληροφορούν ότι το αίτημα της για διεθνή προστασία ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου απορρίπτεται καθότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 3 και 19 του Περί Προσφύγων Νόμο και ότι η Αιτήτρια δεν απέδειξε οποιονδήποτε λόγο για να της παραχωρηθεί το καθεστώς πρόσφυγα ή της συμπληρωματικής προστασίας.

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

 

Σύμφωνα με τα στοιχεία του φακέλου, η Αιτήτρια, υπήκοος της Δημοκρατίας του Καμερούν (εφεξής «Καμερούν»), εγκατέλειψε την χώρα της στις 07/09/2019 και στις 12/09/2019 εισήλθε παράνομα στην Κυπριακή Δημοκρατία μέσω των μη ελεγχόμενων από την Κυβέρνηση περιοχών.Στις 27/11/2019 υπέβαλε αίτηση για παροχή Διεθνούς Προστασίας. Στις 09/02/2023 διεξήχθη συνέντευξη στην Αιτήτρια από αρμόδιο λειτουργό του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο - Ο.Ε.Ε.Α. (αγγλ. European Union Agency for Asylum - E.U.A.A.) και στις 29/03/2023 αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε έκθεση-εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας και εισηγήθηκε την απόρριψη της αίτησης της Αιτήτρια. Στις 11/04/2023 ο εξουσιοδοτημένος από τον αρμόδιο Υπουργό λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου να ασκεί καθήκοντα Προϊσταμένου, ενέκρινε την έκθεση και εισήγηση σχετικά με την συνέντευξη της Αιτήτριας διατάσσοντας παράλληλα την επιστροφή της στο Καμερούν. Ακολούθως ετοιμάστηκε επιστολή από την Υπηρεσία Ασύλου προς την Αιτήτρια σχετικά με την απόρριψη της αίτησης και αιτιολόγηση της απόφασης. Η εν λόγω επιστολή επιδόθηκε στην Αιτήτρια στις 03/05/2023 σε γλώσσα πλήρως κατανοητή από την ίδια (Αγγλικά). (Να σημειωθεί ότι στην επιστολή αναγράφεται ως ημερ. σύνταξης της η  26/06/2023, ωστόσο προκύπτει ότι αυτή είναι λάνθασμένη γιατί ως ημερομηνία γνωστοποίησης φαίνεται προγενέστερη ημερ. ήτοι η ημερ.  03/05/2023 κατά την οποία η Αιτήτρια δηλώνει δια της υπογραφής της οτι της γνωστοποιήθηκε η απόφαση σε γλώσσα που κατανοεί. Εξάλλου η νομικός της εκπροσωπος,  προχώρησε στην καταχώρηση της παρούσας προσφυγής στις 31/05/2023 .

 

ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ ΑΙΤΗΤΡΙΑΣ

 

Η Αιτήτρια, δια της δικηγόρου της, προβάλει  διάφορους νομικούς ισχυρισμούς προς υποστήριξη του αιτήματος για ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, οι οποίοι τίθενται με γενικότητα και χωρίς να συναρτώνται με τα επίδικα γεγονότα, και οι περισσότεροι εκ των οποίων δεν προωθούνται με την Γραπτή Αγόρευση.

 

Η συνήγορος της Αιτήτριας δια της αγόρευσης προβάλλει, ως λόγους ακύρωσης, την έλλειψη δέουσας έρευνας, την συνδρομή πλάνης περί τα πράγματα κατά την λήψη της απόφασης και την έλλειψη επαρκούς και/ή δέουσας αιτιολογίας.

 

Οι Καθ' ων η αίτηση υποβάλλουν ότι η επίδικη απόφαση έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, μετά από δέουσα έρευνα και ορθή ενάσκηση των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ' ων η αίτηση και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά στοιχεία, γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης, είναι δε επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Καταρχάς πρέπει να λεχθεί ότι οι λόγοι ακύρωσης είναι με γενικότητα και αοριστία που εγείρονται στην παρούσα αίτηση.  Η απλή καταγραφή κατά ιδιαίτερο συνοπτικό τρόπο στους λόγους ακύρωσης της νομικής βάσης της προσφυγής δεν ικανοποιεί την επιτακτική ανάγκη του Καν. 7 του Ανωτάτου Συνταγματικού Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962, όπως οι νομικοί λόγοι αναφέρονται πλήρως. 

 

«Η αναφορά, για παράδειγμα, ότι «Η απόφαση πάσχει γιατί λήφθηκε χωρίς την δέουσα έρευνα» (το ίδιο αοριστόλογοι είναι και οι υπόλοιποι λόγοι ακύρωσης), δεν εξηγεί καθόλου, ούτε παραπέμπει σε συγκεκριμένα κατ' ισχυρισμόν δεδομένα που οδήγησαν σε μη έρευνα, ή σε πλάνη, ή καταπάτηση των αρχών της ίσης μεταχείρισης κλπ.  Η προσφυγή θα μπορούσε να απορριφθεί για τους πιο πάνω διαδικαστικούς λόγους οι οποίοι αντανακλούν βεβαίως και επί της ουσίας.  Αυστηρώς ομιλούντες τα όσα αναφέρονται στην αγόρευση της δικηγόρου της Αιτήτριας δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη, εφόσον παγίως αναγνωρίζεται ότι οι αγορεύσεις δεν αποτελούν μέσο για τη θεμελίωση γεγονότων. (δέστε Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Ελισσαίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (2004) 3 Α.Α.Δ. 412 και Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 384) (δέστε Υπόθεση Αρ. 1119/2009  ημερ. 31 Ιανουαρίου 2012 FARHAN KHALIL, και   Κυπριακής Δημοκρατίας).

 

Οι ισχυρισμοί για την ακύρωση μιας διοικητικής απόφασης πρέπει να είναι συγκεκριμένοι και να εξειδικεύουν ποια νομοθετική πρόνοια ή αρχή διοικητικού δικαίου παραβιάζεται. Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Latomia Estate Ltd. v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672:

 

Η αιτιολόγηση των νομικών σημείων πάνω στα οποία βασίζεται μια προσφυγή είναι απαραίτητη για την εξέταση από ένα Διοικητικό Δικαστήριο των λόγων που προσβάλλουν τη νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης.

 

Περαιτέρω δεν αρκεί η παράθεση των συγκεκριμένων διατάξεων της νομοθεσίας που κατ' ισχυρισμόν παραβιάζει η προσβαλλόμενη πράξη, αλλά θα πρέπει επίσης τα επικαλούμενα νομικά σημεία να αιτιολογούνται πλήρως.  Οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια σε σχέση με αυτά μπορεί να έχει ως συνέπεια την απόρριψη της προσφυγής. (βλ. Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 AAΔ.598).

 

Η συνήγορος της  Αιτήτριας παραθέτει γενικά και αόριστα τα νομικά σημεία στην προσφυγή και επικαλείται παραβιάσεις του Συντάγματος, του  περί Προσφύγων Νόμου και των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου χωρίς ωστόσο την παράθεση των συγκεκριμένων διατάξεων της νομοθεσίας που κατ' ισχυρισμό παραβιάζει η προσβαλλόμενη πράξη, αλλά  επίσης  ελλείπει οποιαδήποτε επιχειρηματολογία υπέρ της αποδοχής των λόγων ακύρωσης. Επίσης είναι πλειστάκις νομολογημένο ότι, λόγοι ακύρωσης που δεν εγείρονται στο δικόγραφο της προσφυγής δεν μπορούν να εξεταστούν με το να εγείρονται για πρώτη φορά στις γραπτές αγορεύσεις. Σχετική είναι η απόφαση της Ολομέλειας στη Φλωρεντία Πετρίδου ν. Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, (2004) 3 Α.Α.Δ. 636 και  η υπόθεση Σπύρου και Άλλων ν. Δημοκρατίας, Προσφ. 571/94 κ.α., ημερ. 22.11.1995, στη σελ. 4.

 

Τα όσα επομένως πιο κάτω εξετάζονται και  αποφασίζονται τελούν υπό την πιο πάνω τοποθέτηση.

 

Αναφορικά με το ισχυρισμό της Αιτήτριας περί έλλειψης δέουσας έρευνας  έχει πλειστάκις νομολογηθεί ότι η έκταση, ο τρόπος και η διαδικασία που ακολουθείται ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης.

 

Περαιτέρω η έρευνα είναι επαρκής εφόσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται. Το  κριτήριο για την πληρότητα της έρευνας έγκειται στη συλλογή και τη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων τα οποία παρέχουν ασφαλή συμπέρασμα. (Βλέπε Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.α., Α.Ε. 1518/1.11.96, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου, Α.Ε. 1575/14.7.97, Α.Ε.2371, Motorways Ltd v Δημοκρατίας ημερ. 25/6/99).

 

Το Δικαστήριο στα πλαίσια ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα

 

Περαιτέρω  όπως εξηγήθηκε στην υπόθεση Πολυξένη Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 606/91, ημερομηνίας 22.9.92, στις σελ. 2-3: «Το τι αποτελεί επαρκή έρευνα, εξαρτάται από τα γεγονότα και περιστατικά της κάθε υπόθεσης (Κηαi ν. Τhe Republic (1987) 3 CLR 1534). Η έκταση της έρευνας που ένα διοικητικό όργανο διεξάγει για τη λήψη απόφασης εξαρτάται από τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης (Δημοκρατίας ν. Γιαλλουρίδη και Άλλων), Αναθεωρητικές Εφέσεις 868, 868, ημερομηνίας 13.12.90)».

 

Όπως καταδεικνύεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου οι Καθ΄ ων η αίτηση ενήργησαν σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου και εξέτασαν όλα τα ουσιώδη στοιχεία που είχαν ενώπιον τους. 

 

Έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, κυρίως των όσων η Αιτήτρια δήλωσε κατά την διάρκεια της συνέντευξης, όσο και όσα προβάλλει με την παρούσα  προσφυγή.

 

Σύμφωνα με τα στοιχεία στον φάκελο της Αιτήτριας, αυτή είναι ενήλικας από το Καμερούν.

 

Κατά την υποβολή της αίτησής της για παραχώρηση διεθνούς προστασίας, η Αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι στις 01/09/2019 ένοπλοι κουκουλοφόροι εισέβαλαν στο σπίτι της και του συζύγου της, τους πήραν με την βία και τους βασάνισαν. Η Αιτήτρια αιμορραγούσε σε όλο της το σώμα και, όντας επτά μηνών έγκυος, γέννησε πρόωρα. Το βρέφος κατέληξε τρεις μέρες μετά τη γέννησή του. H Aιτήτρια δεν ένιωθε πλέον ασφαλής και με την βοήθεια του γιατρού που την ανέλαβε κατάφερε να φύγει από το Καμερούν. 

 

Στις 09/02/2023 η Αιτήτρια υποβλήθηκε σε προσωπική συνέντευξη προς εξέταση της αίτησής της, η οποία διενεργήθηκε από αρμόδιο λειτουργό του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο - Ο.Ε.Ε.Α. (αγγλ. European Union Agency for Asylum - E.U.A.A.). Κατά την διάρκεια της συνέντευξης η Αιτήτρια προέβαλε ότι είναι εθνοτικής καταγωγής "Bamileke", Χριστιανή καθολικού δόγματος (ερ. 45, 1X Δ.Φ.), ομιλεί την διάλεκτο Dschang και Γαλλικά (ερ. 44, 2Χ Δ.Φ.), έχει ολοκληρώσει τα πέντε πρώτα χρόνια της τυπικής εκπαίδευσης της χώρας της (ερ. 44, 1Χ Δ.Φ.) και δεν έχει εργαστεί ποτέ (ερ. 44 3Χ, Δ.Φ.). Η Αιτήτρια γεννήθηκε στην Γιαούντε και έζησε εκεί μέχρι το 2010, όταν και μετακόμισε στην πόλη Baffousam στο δυτικό Καμερούν, όπου έζησε μέχρι το 2017. Έπειτα επέστρεψε στην Γιαούντε για ένα χρόνο και το διάστημα 2018-2019 πήγε πάλι στην Baffousam μέχρι την αναχώρησή της από τη χώρα (ερ. 43 1,2,3Χ Δ.Φ.). Οι γονείς της Αιτήτριας απεβίωσαν όσο η ίδια ήταν 7 ετών και έκτοτε την φρόντιζε η θεία της μέχρι την ηλικία των 15 ετών. Η Αιτήτρια παντρεύτηκε με παραδοσιακή τελετή και έχει αποκτήσει δύο τέκνα, τα οποία σήμερα βρίσκονται στην Δημοκρατία της Ισημερινής Γουϊνέας, υπό την προστασία του του αδερφού του συζύγου της. (ερ. 43, 3Χ, 42, 1,3Χ Δ.Φ.). Η Αιτήτρια έχει επικοινωνία με τα παιδιά της και την οικογένεια του συζύγου της αλλά όχι με την δική της. (ερ. 42, 4,5Χ, 41, 1Χ Δ.Φ.).

 

Αναφορικά με τους κατ' ιδίαν λόγους που ανάγκασαν την Αιτήτρια να εγκαταλείψει την χώρα της αποζητώντας διεθνή προστασία στην Κύπρο, αυτή περιγράφει ένα περιστατικό σύλληψης της ίδιας και του συζύγου της από την αστυνομία με κατηγορίες ότι ο σύζυγός της προμήθευε με όπλα τους αγγλόφωνους αυτονομιστές του βορειο-δυτικού Καμερούν. Η Αιτήτρια αρχικά αναφέρει ότι έμεινε ορφανή και από τους δύο γονείς της στην ηλικία των επτά ετών και ανέλαβε την φροντίδα της η θεία της μέχρι την ηλικία των 15 ετών. Τότε η θεία της έφυγε από το σπίτι μαζί με τα παιδιά της και η Αιτήτρια έμενε με τον σύζυγο της θείας της, ο οποίος την βίαζε κατ’ εξακολούθηση. Όταν η Αιτήτρια έμεινε έγκυος ο σύζυγος της θείας της είπε στην τελευταία ότι η Αιτήτρια συνευρίσκεται με διάφορους άντρες και η θεία της του ζήτησε να την διώξει από το σπίτι. Η Αιτήτρια βρήκε καταφύγιο σε μία εκκλησία, όπου γνώρισε τον σύζυγό της. Αυτός, γνωρίζοντας ότι είναι έγκυος, της πρότεινε να μείνει σπίτι του, την φρόντιζε και της παρείχε εκπαίδευση. Στην συνέχεια απέκτησαν ένα παιδί μαζί. Στις 01/09/2019, όταν η Αιτήτρια ήταν έγκυος στο δεύτερό τους παιδί, αστυνομικοί εισέβαλαν στο σπίτι τους και με την κατηγορία ότι ο σύζυγός της προμηθεύει όπλα στο βορειοδυτικό Καμερούν, τους χτυπούσαν, τους συνέλαβαν και τους οδήγησαν από την Baffousam σε χώρο κράτησης στην Γιαούντε. Όταν έλαβε χώρα το εν λόγω περιστατικό τα παιδιά τους βρισκόταν στον αδερφό του συζύγου της.  Εκεί η Αιτήτρια, η οποία βρισκόταν σε διαφορετικό κελί από τον σύζυγό της, υπέστη βασανιστήρια προκειμένου να δώσει πληροφορίες για την δράση του με αποτέλεσμα να χάσει τις αισθήσεις της και να μεταφερθεί στο νοσοκομείο. Εκεί, παρά τις προσπάθειες των γιατρών, η Αιτήτρια γέννησε πρόωρα και το βρέφος απεβίωσε μετά από δύο μέρες. Όταν έλαβε χώρα το εν λόγω περιστατικό τα παιδιά τους βρισκόταν στον αδερφό του συζύγου της. Δεδομένου ότι οι αστυνομικοί μετέφεραν την Αιτήτρια στο νοσοκομείο και επομένως μετά το εξιτήριο της θα την μετέφεραν πίσω στον χώρο κράτησης, ο  γιατρός που την ανέλαβε προσφέρθηκε να την βοηθήσει να εγκαταλείψει τη χώρα. Την έκρυψε για δύο μέρες στο σπίτι ενός φίλου του μεταφέροντας την από το νοσοκομείο σε πορτ-μπαγκάζ. Από εκεί την παρέλαβαν κάποια άτομα και την μετέφεραν στην Ντουάλα, από όπου αναχώρησε με πτήση για Γουϊνέα, από όπου ταξίδεψε σε πλοίο και έφτασε Κύπρο. Στην προσπάθειά της να ταξιδέψει στη Ιταλία μέσω του αεροδρομίου της Λάρνακας, συνελήφθη από την αστυνομία λόγω έλλειψης νόμιμων εγγράφων.

Κληθείσα να παραθέσει τι φοβάται ότι θα συμβεί σε περίπτωση επιστροφής της στο Καμερούν, η Αιτήτρια απαντά ότι θα το μάθουν οι αρχές και θα την συλλάβουν ή θα την σκοτώσουν. Πιστεύει ότι οι αρχές εξακολουθούν να την αναζητούν και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο αδερφός του συζύγου της μετέβη στην Δημοκρατία της Ισημερινής Γουϊνέας με τα παιδιά της. Προσθέτει ότι δεν γνωρίζει για την τύχη του συζύγου της αλλά σε ερώτηση του λειτουργού για το πως γνωρίζει ότι οι αρχές εξακολουθούν να την αναζητούν, η Αιτήτρια απάντησε ότι την ενημέρωσαν μέσω μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου οι γείτονες και οι γονείς του συζύγου της για έρευνα που διεξήχθη από την αστυνομία στο σπίτι της αδερφής του συζύγου της για τον εντοπισμό της. Συμπληρώνει επίσης ότι έχει διακόψει επικοινωνία με την αδερφή του συζύγου της φοβούμενη να μην την εντοπίσουν μέσω αυτής. Κληθείσα να εξηγήσει γιατί πιστεύει ότι έχει στοχοποιηθεί η ίδια προσωπικά από τις αρχές, η Αιτήτρια απαντά ότι οι αρχές πιστεύουν ότι γνωρίζει πληροφορίες για την δράση του συζύγου της και ότι θα τους φέρει σε επαφή με άτομα που συνεργαζόταν. Ωστόσο, η Αιτήτρια γνωρίζει μόνο ότι ο σύζυγός της ασχολούνταν με επιχειρήσεις και διεκπεραίωνε αγοραπωλησίες μετακινούμενος με αυτοκίνητο. Έχοντας αναφέρει η Αιτήτρια ότι όσο νοσηλευόταν στο νοσοκομείο την επιτηρούσαν άτομα της αστυνομίας, ο αρμόδιος λειτουργός την ρώτησε με ποιο τρόπο κατάφερε ο γιατρός να την φυγαδεύσει και η Αιτήτρια απάντησε πως δεν γνωρίζει ακριβώς αλλά πιστεύει ότι επειδή ήταν σοκαρισμένη με τον θάνατο του νεογέννητου βρέφους της, ο γιατρός ζήτησε από τους αστυνομικούς να της αφήσουν λίγο χώρο. Έτσι, όταν αυτοί απομακρύνθηκαν, ο γιατρός ζήτησε από την Αιτήτρια να τον ακολουθήσει και την πήγε σε ένα αυτοκίνητο. Ο οδηγός την μετέφερε σε ένα σπίτι, όπου αργότερα ήρθε και ο γιατρός και της είπε ότι θα την βοηθήσει να φύγει από Καμερούν. Δύο μέρες αργότερα ετοίμασε κάποια έγγραφα, τα οποία έδωσε στο άτομο που θα οδηγούσε την Αιτήτρια στο αεροδρόμιο της Ντουάλα, από όπου πέταξε για Γουϊνέα. Ερωτηθείσα αν θα μπορούσε να επιστρέψει στο Καμερούν και να ζήσει στην Ντουάλα, η Αιτήτρια απαντά ότι δεν νιώθει πουθενά στο Καμερούν ασφαλής καθώς η αστυνομία μπορεί να την εντοπίσει παντού εντός της χώρας.  

 

Υπό το φως των ως άνω πληροφοριών, ως αυτές προκύπτουν από το πρακτικό της συνέντευξης και τα λοιπά στοιχεία του διοικητικού φακέλου, ο αρμόδιος λειτουργός του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο σχημάτισε την εισήγησή του επί τη βάση των εξής δύο (2) πραγματικών ισχυρισμών: α) Ταυτότητα, προφίλ και χώρα προέλευσης της Αιτήτριας και β) Η Αιτήτρια παρενοχλήθηκε και υπέστη βασανιστήρια λόγω του ότι ο σύζυγός της κατηγορήθηκε ότι προμήθευε όπλα στο αγγλόφωνο Καμερούν. Όσον αφορά στον πρώτο ισχυρισμό ,που δεν αμφισβητείται, αυτός έγινε δεκτός ως εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστος. Αντιθέτως, ο δεύτερος ισχυρισμός δεν έτυχε ολικής αποδοχής καθότι, παρότι θεμελιώθηκε η εξωτερική αξιοπιστία, εντούτοις η Αιτήτρια κρίθηκε ως εσωτερικά αναξιόπιστη.

 

Εν συνεχεία,  στη βάση του μόνου αποδεδειγμένου πραγματικού ισχυρισμού της Αιτήτριας, ήτοι τον ισχυρισμό σχετικά με τα προσωπικά στοιχεία της και τη χώρα καταγωγής της, και λαμβανομένων υπόψιν των πληροφοριών από τη χώρα καταγωγής, οι οποίες υποδεικνύουν αναταραχές στα πλαίσια της αγγλόφωνης κρίσης στην βορειοδυτική και νοτιοδυτική επαρχία, οι οποίες έχουν προκαλέσει μεγάλο αριθμό εκτοπισμών στις γαλλόφωνες περιοχές, αξιολογήθηκε ότι δεν συντρέχει εύλογη πιθανότητα να υποστεί η Αιτήτρια δίωξη ή σοβαρή βλάβη εφόσον πρόκειται για νέα, υγιή, ενήλικη γυναίκα με υποστηρικτικό δίκτυο και τόπο τελευταίας διαμονής το Bafoussam, το οποίο βρίσκεται στην δυτική επαρχία του γαλλόφωνου Καμερούν.

Προχωρώντας, στη νομική ανάλυση, οι Καθ' ων η αίτηση διαπιστώνουν, παραθέτοντας πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής της Αιτήτριας και λαμβάνοντας υπόψιν τις προσωπικές της περιστάσεις, ότι δεν προκύπτει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης λόγω αδιάκριτης βίας δυνάμει του άρθρου 19 του ίδιου νόμου. Ως συνέπεια, η αίτηση διεθνούς προστασίας της Αιτήτριας απορρίφθηκε ως ουσία αβάσιμη και διατάχθηκε η επιστροφή της στο Καμερούν δυνάμει του άρθρου 13(2)(δ) του περί Προσφύγων Νόμου 2000.

 

Έπειτα από ενδελεχή εξέταση του διοικητικού φακέλου και όπως προκύπτει από τα στοιχεία που βρίσκονται σε αυτόν, δέον να αναφερθούν τα παρακάτω:

 

Κρίνω ως ορθή από τους Καθ' ων η αίτηση την αποδοχή του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού ο οποίος και αφορά την ταυτότητα, τα στοιχεία του προφίλ, τη χώρα καταγωγής και την περιοχή συνήθους διαμονής της Αιτήτριας.

 

Προχωρώντας στην εξέταση του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού, περί του ότι η Αιτήτρια καταζητείται από τις κρατικές αρχές του Καμερούν προκειμένου να δώσει πληροφορίες για την δράση του συζύγου της που κατηγορούνταν για προμήθεια όπλων σε αυτονομιστές στο βορειο-δυτικό Καμερούν, κρίνω πως ορθά οι Καθ΄ ων τον απέρριψαν λόγω έλλειψης εσωτερικής αξιοπιστίας. Πιο συγκεκριμένα η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να δώσει σε ικανοποιητικό βαθμό λεπτομέρειες για το περιστατικό που μπήκε η αστυνομία σπίτι τους. Επιπλέον ενώ στην ελεύθερη αφήγηση η Αιτήτρια αναφέρει ότι οι αστυνομικοί έσπασαν την πόρτα, σε επόμενες ερωτήσεις του αρμόδιου λειτουργού απαντά ότι χτύπησαν την πόρτα και τους άνοιξε ο σύζυγός της. Περαιτέρω, η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να συνδέσει τις κατηγορίες που βάρυναν τον σύζυγό της με την επιχειρηματική του δράση. Η Αιτήτρια δεν προσδιόρισε τοπικά επίσης τον χώρο που κρατήθηκε στην Γιαούντε παρόλο που μετακινούνταν πολύ συχνά εκεί. Έλλειψη λεπτομερειών υπήρχε επίσης και κατά την περιγραφή του εσωτερικού χώρου, όπου κρατήθηκε, καθώς και των βασανιστηρίων που υπέστη εκεί. Επίσης, συμφωνώ με τους Καθ’ων η αίτηση αναφορικά  με τα ευρήματα των περί ελλείψεως συνοχής ως προς τις περιστάσεις της διαφυγής της από το νοσοκομείο λαμβάνοντας υπόψιν την δήλωσή της περί παρουσίας αστυνομικών κατά τη διάρκεια της νοσηλείας της. Η Αιτήτρια μάλιστα δεν εξήγησε τον τρόπο με τον οποίο την επιτηρούσαν οι αστυνομικοί όσο η ίδια νοσηλευόταν. Παρατηρείται επίσης ότι η Αιτήτρια δεν εξήγησε επαρκώς τον λόγο για τον οποίο ο γιατρός την βοήθησε να φύγει από τη χώρα ούτε γιατί ο ίδιος πίστευε ότι η ζωή της βρισκόταν σε κίνδυνο. Τέλος, η Αιτήτρια δεν εξήγησε το πως κατάφερε να φύγει από τη χώρα μέσω του αεροδρομίου παρόλο που καταζητούνταν από την αστυνομία αλλά περιορίστηκε στην δήλωση ότι ακολούθησε τον άντρα που είχε αναλάβει την μεταφορά της.      

 

Όταν ο αιτητής κρίνεται αναξιόπιστος, δεν υπάρχουν περιθώρια περαιτέρω διερεύνησης .(δέστε  υπόθ. αρ. 1964/06, ημερ. 11.3.08  Obaidul Haque v. Δημοκρατίας ).

 

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, το Δικαστήριο προέβη σε αυτοτελή έρευνα εξωτερικών πηγών πληροφόρησης. Ελλείψει πληροφοριών σχετικά με το προφίλ της Αιτήτριας, ήτοι μέλος οικογένειας Γαλλόφωνου Καμερουνέζου που στοχοποιήθηκε από τις αρχές λόγω προμήθειας όπλων στις αυτονομιστικές ομάδες του Αγγλόφωνου Καμερούν, κρίθηκε ότι η παράθεση πληροφοριών αναφορικά με την μεταχείριση των Αγγλόφωνων στις Γαλλόφωνες περιοχές μπορεί να φανεί χρήσιμη για την αξιολόγηση του υπό εξέταση ισχυρισμού.

 

Σε σχέση επομένως με την μεταχείριση την οποία υφίστανται οι αγγλόφωνοι, οι οποίοι διαμένουν στις γαλλόφωνες περιοχές, η πιο πρόσφατη σχετική πηγή που ευρέθη κατά την έρευνα δημοσιεύτηκε το 2020 από την Βελγική Υπηρεσία CGRS-CEDOCA – Office of the Commissioner General for Refugees and Stateless Persons COI unit ,στην οποία αναφέρεται ότι πολλοί εκτοπισμένοι μετακινούνται στη γαλλόφωνη περιοχή, ιδιαίτερα στην πόλη Douala, αλλά ο αριθμός τους δεν είναι γνωστός επειδή δεν έχουν εγγραφεί εκεί.[1]

Η πλειοψηφία των πιο πρόσφατων πηγών υποδεικνύει ότι υπάρχει μια ήπια συνύπαρξη μεταξύ αγγλόφωνων και γαλλόφωνων πολιτών και πως ο εσωτερικά εκτοπισμένος αγγλόφωνος πληθυσμός στο γαλλόφωνο τμήμα δεν υφίσταται συστηματικά διάκριση από τις αρχές, πλην μαζικών συλλήψεων προς εξακρίβωση ταυτότητας.[2] Η Africa Report δημοσίευσε στις 20 Απριλίου 2020 ένα άρθρο αφιερωμένο στην κατάσταση των αγγλόφωνων εκτοπισμένων στην πόλη της Ντουάλα, όπου η πλειοψηφία των αγγλόφωνων εκτοπισμένων δήλωσε ότι αισθανόταν ασφαλής στην Douala.[3]

Σύμφωνα με τη Διεθνή Ομάδα Κρίσεων, πολλοί άνθρωποι που ξεφεύγουν από τη βία στις αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν αναζητούν καταφύγιο με τους συγγενείς τους σε γειτονιές που κυριαρχούν οι Αγγλόφωνοι, όπως η γειτονιά Μποναμπέρι στη Ντουάλα και η Ομπίλι στη Γιαουντέ. Μερικοί έμποροι και ιδιοκτήτες επιχειρήσεων μετακομίζουν επίσης στη Ντουάλα λόγω της κρίσης. Τα εκτοπισμένα άτομα που φτάνουν στη Ντουάλα και στη Γιαουντέ έχουν γενικά καλή υποδοχή από τον πληθυσμό. Η συμβίωση μεταξύ Αγγλόφωνων και Γαλλόφωνων παραμένει φιλική και αδερφική, με τις αλληλεπιδράσεις να είναι κυρίως ειρηνικές, εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις. Οι Αγγλόφωνοι που ζουν στο Γιαουντέ ή στη Ντουάλα δεν αντιμετωπίζουν προς το παρόν μεγάλες απειλές για την ασφάλεια από τους Γαλλόφωνους. Ωστόσο, οι άνθρωποι φοβούνται να συζητήσουν ανοιχτά την αγγλόφωνη κρίση για να αποφύγουν πιθανά αντίποινα από τον στρατό. Για τους περισσότερους γαλλόφωνους, το πρόβλημα των Αγγλόφωνων θεωρείται ως αντανάκλαση ευρύτερων εθνικών ζητημάτων όπως ο συγκεντρωτισμός, η κακή διακυβέρνηση και το χάσμα των γενεών, όπου η ταύτιση των φυλών παίζει σημαντικότερο ρόλο από τη γλώσσα.[4]

Ως προς την αντιμετώπιση των επιστραφέντων Αγγλόφωνων, η συλλογή πληροφοριών του Συμβουλίου για τη Μετανάστευση και τους Πρόσφυγες του Καναδά αναφέρει το 2018 ότι στη Γιαουντέ, υποστηρίζεται ότι «αυτοί που βρίσκονται στη διασπορά είναι αυτοί που πρωτοστατούν στον πόλεμο». Ομοίως, το Αφρικανικό Κέντρο για την Εποικοδομητική Επίλυση Διαφορών (ACCORD), «μια οργάνωση της κοινωνίας των πολιτών με έδρα τη Νότια Αφρική που δραστηριοποιείται σε ολόκληρη την Αφρική» σημειώνει ότι ορισμένοι κρατικοί αξιωματούχοι υποστήριξαν ότι οι διαμαρτυρίες στις αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν «πυροδοτήθηκαν από το εξωτερικό».[5] Σύμφωνα με το NDH-Cameroun, οι Αγγλόφωνοι Καμερουνέζοι που ζουν στο εξωτερικό και έχουν σχέση με την κρίση θα «εντοπίζονται και θα συλλαμβάνονται, όπου κι αν βρίσκονται», όπως «επίσημα» δήλωσε το Υπουργείο Διοίκησης (minisère de l'Administration ).[6] Όποιος έχει ενεργή δράση στη διασπορά κατά των αρχών του Καμερούν θα αντιμετωπίσει είτε θάνατο είτε βασανιστήρια και φυλάκιση.[7]

Άλλη έκθεση αναφέρει ότι ανεξάρτητα από την καταγωγή τους (γαλλόφωνη ή αγγλόφωνη), οι υπήκοοι του Καμερούν που έχουν ιστορικό πολιτικών δραστηριοτήτων κατά του κράτους κινδυνεύουν να συλληφθούν κατά την επιστροφή τους στη χώρα και να τεθούν υπό κράτηση. Ορισμένοι διώκονται και δικάζονται σύμφωνα με όχι πολύ διαφανείς δικαστικές διαδικασίες, άλλοι δεν δικάζονται ποτέ. Οι αγγλόφωνοι δεν στοχοποιούνται μόνο εξ’ αυτού του λόγου – μόνο όσοι είναι ύποπτοι ή άμεσα εγγεγραμμένοι στην αποσχιστική κρίση αποτελούν στόχους για τις αρχές. Προς διευκρίνιση από ποιο επίπεδο εμπλοκής ένας αγγλόφωνος θεωρείται από τις εθνικές του αρχές ότι διαδραματίζει ενεργό ρόλο στη σύγκρουση στην αγγλόφωνη ζώνη που ενδέχεται να προκαλέσει μέτρα αντιποίνων εναντίον του, ένα άτομο που παίρνει θέση υπέρ του σκοπού δεν πρέπει ανησυχεί απαραίτητα. Οι αγγλόφωνοι που διαδραματίζουν ενεργό ρόλο, ήτοι που είναι εγγεγραμμένοι σε υποστηρικτικά κινήματα, χρηματοδοτούν ή προμηθεύουν όπλα στις ένοπλες ομάδες βρίσκονται στο στόχαστρο των αρχών.[8]

Περαιτέρω, αναφορικά με τα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που καταθέτει προς υποστήριξη του εν λόγω ισχυρισμού, αυτά αποτελούν αλληλογραφία ιδιωτικής φύσεως και επομένως η αποδεικτική τους αξία είναι περιορισμένη, λαμβάνοντας υπόψιν και την έλλειψη εσωτερικής αξιοπιστίας, όπως αναλύθηκε πιο πάνω.

 

Επομένως, παρότι η εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού  φαίνεται να πληρούται λόγω συμφωνίας των παρατεθεισών πηγών με τις δηλώσεις της Αιτήτριας, δεν ισχύει το ίδιο και με την εσωτερική αξιοπιστία. Δεδομένου ότι η Αιτήτρια υπήρξε γενικόλογη, ασαφής και αόριστη   σε συνδυασμό με το ότι η αφήγηση της ήταν κυρίως αποσπασματική χωρίς την απαιτούμενη συνοχή, ορθά οι Καθ' ων κατέληξαν ότι ο ισχυρισμός πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό του.

 

Ως εκ τούτου, με βάση τις δηλώσεις της Αιτήτριας, το προσωπικό προφίλ και την εκτίμηση κινδύνου, συνάγεται ότι κανένας φόβος για δίωξη, όπως ορίζεται στο άρθρο 10 της Σύμβασης της Γενεύης του 1951, το άρθρο 2 (5) του Qualification Directive 2011/95/EE και το άρθρο 3 (1) των Περί προσφύγων Νόμων 2000 - 2022, δεν καθορίστηκε με βάση την εθνικότητα, τη φυλή, τη θρησκεία, την ιδιότητα του μέλους σε μια συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα ή την πολιτική γνώμη, όπως περιγράφεται στο άρθρο 10 του Qualification Directive 2011/95/EE και το άρθρο 3Δ, των Περί Προσφύγων Νόμων 2000 - 2022.

 

Σχετικά με τη χορήγηση συμπληρωματικής προστασίας, ως προς την γενικότερη κατάσταση ασφαλείας του Καμερούν, το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ σε έκθεση αναφορικά με τις εξελίξεις στην κατάσταση ασφαλείας στην Κεντρική Αφρική, η οποία δημοσιεύτηκε στις 31 Μαΐου 2023 σημειώνει ότι στις Βορειοδυτικές και Νοτιοδυτικές Περιφέρειες του Καμερούν, συνέχισαν οι αναφορές και καταγγελίες για παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που διαπράχτηκαν από δυνάμεις ασφαλείας και άμυνας και ένοπλες αυτονομιστικές ομάδες εναντίον αμάχων, συμπεριλαμβανομένων των δολοφονιών και της καταστροφής περιουσίας.  Επιπλέον, η αναγκαστική απαγόρευση κυκλοφορίας, η χρήση αυτοσχέδιων εκρηκτικών μηχανισμών και η απαγωγή αμάχων από ένοπλες ομάδες περιόρισαν την διανομή της απαραίτητης ανθρωπιστικής βοήθειας.[9] Σύμφωνα με προηγούμενη έκθεση του ίδιου φορέα της 1ης Δεκεμβρίου 2022, η κατάσταση στο Καμερούν χαρακτηρίστηκε από συνεχιζόμενη βία στις βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές, μια προσφυγική κρίση στις ανατολικές περιφέρειες  και την Adamawa και συνεχιζόμενες τρομοκρατικές επιθέσεις και διακοινοτικές συγκρούσεις στην περιοχή του Άπω Βορρά. Αυτές οι κρίσεις έχουν σημαντικό αντίκτυπο στις γυναίκες και τα κορίτσια. Αυτονομιστικές ένοπλες ομάδες σε Βορειοδυτικές και Νοτιοδυτικές Περιφέρειες πραγματοποίησαν αρκετές επιθέσεις στη Δυτική Περιφέρεια.[10]

Ειδικότερα σε σχέση με την κατάσταση ασφαλείας στις γαλλόφωνες περιοχές, η οργάνωση International Crisis Group καταγράφει αναλυτικότερα ότι: «Αγγλόφωνοι αυτονομιστές αντάρτες την 1η Μαΐου διέσχισαν τα σύνορα από την αγγλόφωνη νοτιοδυτική περιοχή (SW) στη γαλλόφωνη περιοχή Littoral, επιτέθηκαν στο στρατιωτικό φυλάκιο στο χωριό Matouke, στο τμήμα Moungo, λιγότερο από 40 χιλιόμετρα από την οικονομική πρωτεύουσα Douala, σκοτώνοντας πέντε στρατιώτες και έναν πολίτη. Σε αντίποινα, οι κυβερνητικές δυνάμεις την ίδια μέρα φέρεται να σκότωσαν έξι πολίτες και συνέλαβαν 14 άτομα στο κοντινό χωριό Maumu, τμήμα Fako (SW). Εκρηκτικός μηχανισμός στις 16 Μαΐου σκότωσε τουλάχιστον τρεις στρατιώτες στην τοποθεσία Mabonji, στο τμήμα Meme (SW). Καθώς το Καμερούν γιόρταζε την Εθνική Ημέρα – η οποία γιορτάζει την ημερομηνία το 1972 όταν το δημοψήφισμα ακύρωσε την ομοσπονδία δύο κρατών, εγκαινιάζοντας το ενιαίο κράτος – ένοπλοι αυτονομιστές απήγαγαν περίπου 30 γυναίκες στο χωριό Kedjom-Keku (Big Babanki), στο τμήμα Mezam στη βορειοδυτική περιοχή (NW), αφού διαμαρτυρήθηκαν για τους φόρους που επιβλήθηκαν από τους αυτονομιστές. Όλες οι γυναίκες απελευθερώθηκαν στις 23 Μαΐου. Οι κυβερνητικές δυνάμεις 21 και 28 Μαΐου πολέμησαν ενέδρες στο χωριό Otu, στη διαίρεση Manyu (SW) και στο χωριό Bambalang, στη Ngo-Ketunjia (NW) αντίστοιχα, σκοτώνοντας τουλάχιστον τέσσερις αυτονομιστές. Εκρηκτικός μηχανισμός στις 31 Μαΐου φέρεται να σκότωσε πέντε στρατιώτες στην πόλη Mbengwi (NW)».[11]

 

Ως εκ των ανωτέρω, συμπεραίνεται ότι οι ένοπλες συγκρούσεις στο Καμερούν περιορίζονται στη βορειοδυτική και νοτιοδυτική περιοχή της χώρας καθώς και στον Άπω Βορρά.

 

Επομένως δέον να εξεταστεί η κατάσταση ασφαλείας στην Δυτική Επαρχία του Καμερούν, όπου ευρίσκεται και ο τόπος προηγούμενης συνήθους διαμονής της, η πόλη Bafoussam

Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, κατά το διάστημα 12/01/2023- 12/01/2024 στη Δυτική Περιοχή του Καμερούν καταγράφηκαν συνολικά 32 περιστατικά ασφαλείας από τα οποία υπήρξαν 25 θύματα. Πρόκειται συγκεκριμένα για 2 μάχες (10 θύματα), 12 περιστατικά βίας κατά αμάχων (7 θύματα), 1 έκρηξη (4 θύματα), 9 ταραχές (4 θύματα) και 8 διαδηλώσεις (0 θύματα). Σημειώνεται μάλιστα πτωτική τάση των περιστατικών ασφαλείας του τελευταίου μήνα τόσο σε σχέση με τον μέσο όρο των περιστατικών των υπόλοιπων μηνών της υπό εξέταση περιόδου όσο και σε σύγκριση με την ίδια περίοδο το προηγούμενο έτος.[12]

 

Ως εκ των ανωτέρω, συμπεραίνεται ότι οι ένοπλες συγκρούσεις στη Δυτική επαρχία του Καμερούν δεν έχουν φτάσει σε σημείο που να στοχοποιούνται αδιακρίτως άμαχοι πολίτες μόνο και μόνο λόγω της παρουσίας τους. O πληθυσμός δε της Δυτικής επαρχίας του Καμερούν καταγράφεται στους 1,921,600 κατοίκους, σύμφωνα με την πιο πρόσφατη επίσημη καταμέτρηση το 2015[13]. Λαμβάνοντας υπόψη την απουσία προσωπικών υποκειμενικών εξατομικευμένων στοιχείων στο προφίλ της Αιτήτριας, η αξιολόγηση του κινδύνου επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της, γίνεται στη βάση της κατάστασης ασφαλείας στην περιοχή όπου αναμένεται να επιστρέψει. Λαμβάνοντας υπόψη τα προαναφερθέντα δεδομένα όσον αφορά την κατάσταση ασφαλείας στην Δυτική επαρχία του Καμερούν, καθώς και τη φθίνουσα τάση της έντασης των περιστατικών στην εν λόγω περιοχή, συνάγεται εύλογα και με ασφάλεια το συμπέρασμα ότι η κατάσταση ασφαλείας μαζί με το ατομικό προφίλ της Αιτήτριας δεν συνεπάγονται την ύπαρξη ουσιωδών λόγων να πιστεύεται ότι θα κινδυνεύσει ως άμαχος πολίτης, σε περίπτωση επιστροφής στην περιοχή της, η κατάσταση της οποίας δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως κατάσταση αδιάκριτης βίας, κατά την έννοια του άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ.

Υπενθυμίζεται συναφώς ότι, σύμφωνα με το άρθρο 18(5) του Νόμου, εναπόκειται στην Αιτήτρια να τεκμηριώσει την αίτηση της για διεθνή προστασία και εν προκειμένω η Αιτήτρια με  τα όσα δήλωσε στη  συνέντευξη της και που αναφέρθηκαν πιο πάνω και καταγράφονται στην έκθεση του αρμόδιου λειτουργού, ουδόλως την ενέτασσαν στις περιπτώσεις της αναγκαιότητας παροχής του καθεστώτος της συμπληρωματικής προστασίας. Εν προκειμένω, ορθά κρίθηκε ότι  δεν έχει αποδειχθεί οτιδήποτε εκ μέρους της Αιτήτριας που να στοιχειοθετεί τον ισχυρισμό της για βάσιμο φόβο ότι αυτή θα υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη.

Ως εκ τούτου ορθά δεν της χορηγήθηκε το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας που προβλέπεται στο άρθρο 19 του Νόμου, αφού αυτή δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο ότι θα υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη, ως καθορίζεται στο άρθρο 19(2).

 

Υπό το φως των ανωτέρω, κρίνω ότι το αίτημα της Αιτήτριας για διεθνή προστασία εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ήταν το αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και ορθής αξιολόγησης όλων των στοιχείων και δεδομένων, είναι επαρκώς αιτιολογημένη και λήφθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου, το Σύνταγμα και τις Γενικές Αρχές του Διοικητικού Δικαίου.

 

Τέλος, κρίνω ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν εύλογη και λήφθηκε κατ' ορθή ενάσκηση της διακριτικής ευχέρειας των Καθ' ων η Αίτηση, οι οποίοι ενήργησαν σύννομα και συνεκτίμησαν όλα τα ενώπιον τους στοιχεία. Δεν έχει καταδειχθεί οτιδήποτε ούτως ώστε να δικαιολογείται επέμβαση του παρόντος Δικαστηρίου. Αντιθέτως, κρίνω ότι με σαφήνεια καταδεικνύεται στην υπό εξέταση περίπτωση και για τους λόγους που έχουν ήδη εκτεθεί, πως τα πραγματικά περιστατικά δεν στοιχειοθετούν και δεν στηρίζουν τις υπό του Περί Προσφύγων Νόμου και της Σύμβασης της Γενεύης του 1951, αναγκαίες προϋποθέσεις, για αναγνώριση του καθεστώτος του πρόσφυγα ή της συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον η Αιτήτρια δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, ούτε ότι υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται πως, εάν επιστρέψει στη χώρα καταγωγής της, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.

 

Περαιτέρω  όλοι οι λόγοι που προβάλλονται και αφορούν στην νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης απορρίπτονται ως αλυσιτελείς .

 

Συνεπώς, η προσφυγή απορρίπτεται με €1000 έξοδα εναντίον της Αιτήτριας  και υπέρ των Καθ΄ ων η Αίτηση.

 

 

 

 

                                       Βούλα Κουρουζίδου - Καρλεττίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 



[1] CGRS-CEDOCA – Office of the Commissioner General for Refugees and Stateless Persons (Belgium), COI unit (Author): Cameroun; Situation sécuritaire liée au conflit anglophone, 16 October 2020 https://www.ecoi.net/en/file/local/2039864/coi_focus_cameroun._situation_securitaire_liee_au_conflit_anglophone_20201016.pdf(ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31/07/2023)

[2] CGVS/CGRA (Belgium), ‘COI Focus CAMEROUN CRISE ANGLOPHONE: SITUATION SECURITAIRE’ (19.11.2021), p. 25-27, ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 26/08/2022, https://coi.euaa.europa.eu/administration/belgium/PLib/COI_Focus_Cameroun_Crise_anglophone_situation_s%C3%A9curitaire_%2020211119.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31/07/2023)

[3] The Africa Report, Fleeing violence in Anglophone Cameroon, life in Douala is a different hardship, 20/04/2020, https://www.theafricareport.com/26446/fleeing-violence-in-anglophone-cameroon-life-in-douala-is-a-different-hardship/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31/07/2023)

[4] Όπ. Π.

[5] African Centre for the Constructive Resolution of Disputes (ACCORD). 21 July 2017. Ateki Seta Caxton. "The Anglophone Dilemma in Cameroon - The Need for Comprehensive Dialogue and Reform." Available at: http://www.accord.org.za/conflict-trends/anglophone-dilemma-cameroon/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31/07/2023)

[6] Nouveaux droits de l'homme Cameroun (NDH-Cameroun). August 2018. La situation des anglophones au Cameroun. Sent to the Research Directorate by a representative, 9 August 2018 σε CGRS-CEDOCA – Office of the Commissioner General for Refugees and Stateless Persons (Belgium), COI unit (Author): Cameroun; Situation sécuritaire liée au conflit anglophone, 16 October 2020 https://www.ecoi.net/en/file/local/2039864/coi_focus_cameroun._situation_securitaire_liee_au_conflit_anglophone_20201016.pdf  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31/07/2023)

[7] IRB – Immigration and Refugee Board of Canada (Author): Cameroon: Situation of Anglophones, including returnees, in Bamenda, Yaoundé and Douala; treatment by society and by the authorities (2016-August 2018) [CMR106141.E], 24 August 2018 https://www.ecoi.net/en/document/2021673.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31/07/2023)

[8] Belgium - Cedoca (CGVS/CGRA, COI Focus. Cameroun. Le traitement réservé par les autorités nationales aux anglophones de retour dans le pays, 16/05/2022, https://coi.euaa.europa.eu/administration/belgium/PLib/coi_focus_cameroun_le_traitement_reserve_par_les_autorites_nationales_aux_anglophones_20220516.pdf σελ. 3-4  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31/07/2023)

[9] UN Security Council (Author): The situation in Central Africa and the activities of the United Nations Regional Office for Central Africa; Report of the Secretary-General [S/2023/389], 31 May 2023

https://www.ecoi.net/en/file/local/2093063/N2313778.pdf(ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 22/08/2023)

[10] UN Security Council: The situation in Central Africa and the activities of the United Nations Regional Office for Central Africa; Report of the Secretary-General [S/2022/896], 1 December 2022 https://www.ecoi.net/en/file/local/2083862/N2271804.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 22/08/2023)

[11] International Crisis Group, Tracking Conflict Worldwide, May 2023, available at: https://www.crisisgroup.org/crisiswatch/database?location%5b%5d=4 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 22/08/2023)

[12] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, 2023, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard (βλ. πλατφόρμα Dashboard, με στοιχεία ανάλυσης ως εξής: COUNTRY VIEW- EVENT DATE – 12.01.2023 - 12.01.2024, EVENT TYPE - Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests και REGION - Middle Africa – Ouest) (ημερομηνία πρόσβασης 01/16/2024)

[13] City Population, Cameroon, Ouest, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο: https://www.citypopulation.de/en/cameroon/cities/ (ημερομηνία πρόσβασης 01/16/2024)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο