ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθεση Αρ.:  2763/2022

31 Ιανουαρίου, 2024

[Ε. ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

B.Α.T.,

από Καμερούν

                                            Αιτητής

-και-

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

της Υπηρεσίας Ασύλου

                                            Καθ' ων η Αίτηση

 

Δικηγόρος για Αιτητή: Α. Δημητρίου για Μανούσος Χατζηδάκης

Δικηγόρος για Καθ' ων η αίτηση: Πιτσιλλίδου (κα) για Ρ. Χαραλάμπους (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

 Ε. ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Με την υπό κρίση προσφυγή, ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 18.03.2022, με την οποίαν απορρίφθηκε το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, Ν. 6(Ι)/2000, ως έχει τροποποιηθεί (στο εξής αναφερόμενος ως «ο περί Προσφύγων Νόμος»).

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

 

Προτού εξεταστούν οι εκατέρωθεν ισχυρισμοί, επιβάλλεται η σκιαγράφηση των γεγονότων που περιβάλλουν την υπό κρίση υπόθεση, όπως αυτά προκύπτουν από την αίτηση του Αιτητή, την ένσταση των Καθ' ων η αίτηση αλλά και από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου ο οποίος κατατέθηκε στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας και σημειώθηκε ως Τεκμήριο 1 (στο εξής αναφερόμενος ως «ο δ.φ.» ή «ο διοικητικός φάκελος»).

 

Ο Αιτητής κατάγεται από το Καμερούν, το οποίο εγκατέλειψε στις 25.09.2018 και αφίχθηκε στη Δημοκρατία στις 01.10.2018 χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα, υποβάλλοντας αίτηση ασύλου στις 02.10.2018. Προσήλθε ακολούθως στις 18.02.2022 σε συνέντευξη με αρμόδιο λειτουργό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (EASO, νυν EUAA στο εξής αναφερόμενη ως «η EASO»), ο οποίος υπέβαλε στις 23.02.2022 Έκθεση/Εισήγηση προς  τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου εισηγούμενος την απόρριψη της υποβληθείσας αίτησης. Ακολούθως, ο ασκών καθήκοντα Προϊσταμένου λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε στις 18.03.2022 την εισήγηση, αποφασίζοντας την απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή, απόφαση η οποία κοινοποιήθηκε σε αυτόν στις 14.04.2022 μέσω σχετικής επιστολής της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 13.04.2022. Τη νομιμότητα και ορθότητα της απόφασης αυτής αμφισβητεί ο Αιτητής δια της υπό εξέταση προσφυγής.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

 

Ο Αιτητής, μέσω του συνηγόρου του, προέβαλε στα πλαίσια τόσο του εισαγωγικού δικογράφου της διαδικασίας, όσο και της γραπτής του αγόρευσης πλείονες λόγους ακυρώσεως, τους οποίους ωστόσο απέσυρε κατά το στάδιο των Διευκρινίσεων και περιορίστηκε μόνο στην προώθηση του λόγου ακυρώσεως περί έλλειψης δέουσας έρευνας.

 

Από την πλευρά τους οι Καθ΄ ων η αίτηση υπεραμύνονται της νομιμότητας της επίδικης πράξης, υποστηρίζοντας ότι αυτή λήφθηκε κατόπιν δέουσας έρευνας και ορθής υπαγωγής των πραγματικών περιστατικών στον Νόμο, υποβάλλοντας ότι η αίτηση διεθνούς προστασίας εξετάστηκε ενδελεχώς και, ορθά κατέληξαν ότι στο πρόσωπο του Αιτητή δεν συντρέχουν τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που να δικαιολογούν φόβο δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 1Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 και το άρθρο 3(1) του Περί Προσφύγων Νόμου (Ν 6(Ι) 2000).

 

 

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΚΑΤΕΡΩΘΕΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ

 

Αναφορικά με τον εναπομείναντα λόγο ακυρώσεως περί έλλειψης δέουσας έρευνας, επισημαίνω καταρχάς ότι τα όσα καταγράφονται ως επιχειρηματολογία του συγκεκριμένου λόγου ακυρώσεως, δεν συνάδουν με τα περιστατικά της υπό εξέταση υπόθεσης. Συγκεκριμένα, ο Αιτητής προβάλλει, δια του συνηγόρου του, ότι παρά το γεγονός ότι στην Εισηγητική Έκθεση του λειτουργού EASO γίνονται αποδεκτά τα περιστατικά λεκτικής και σωματικής βίας αλλά και απειλών εναντίον του Αιτητή από μέλη του κυβερνώντος κόμματος, λόγω των πολιτικών του πεποιθήσεων, αναιτίως καταλήγει ότι τα δεδομένα αυτά δε δύναται να τεκμηριώσουν βάσιμο λόγο δίωξης στο πρόσωπο του. Ωστόσο, από τους ισχυρισμούς του Αιτητή ως αυτοί προωθήθηκαν κατά τη συνέντευξή του δεν προκύπτει κανένας ισχυρισμός περί δίωξής του λόγω των πολιτικών του πεποιθήσεων αλλά οι ισχυρισμοί του περιστρέφονταν γύρω από την αποβολή του από το Πανεπιστήμιο λόγω ταραχών που έλαβαν χώρα λόγω των οποίων ο στρατός τον αναζητά καθώς και ότι οφείλει χρήματα στο άτομο που τον βοήθησε να διαφύγει από την χώρα. Επισημαίνω περαιτέρω την παντελώς ανεδαφική θέση του Αιτητή ότι η Υπηρεσία Ασύλου έλαβε υπόψη μόνο την κατάταξη του Καμερούν ως «ασφαλή χώρα» και δεν εξέτασε τις συγκεκριμένες περιστάσεις του Αιτητή, θέση η οποία δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα καθώς ούτε το Καμερούν ήταν, κατά τον ουσιώδη χρόνο, ενταγμένο στον κατάλογο των ασφαλών χωρών ιθαγενείας, αλλά ούτε και ο λειτουργός EASO αξιολόγησε αυτό ως τέτοιο.

 

Κατά τα λοιπά επισημαίνω ότι ο ισχυρισμός περί έλλειψης δέουσας έρευνας προωθείται με γενικότητα και αοριστία χωρίς οποιαδήποτε εξειδίκευση σε συνάρτηση με τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης του Αιτητή, πολλώ μάλλον κατά τρόπο που να προκύπτει ο πυρήνας του αιτήματός του και να δικαιολογεί την αναγνώριση πρόσφυγα ή την απόδοση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει των άρθρων 3 και 9 του περί Προσφύγων Νόμου[1].  Πράττει δε τούτο, αντίθετα με τα όσα επιτάσσει ο Κανονισμός 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962[2] και παρά την πάγια επί του θέματος θέση της νομολογίας, η οποία έχει πλειστάκις επισημανθεί και από το παρόν Δικαστήριο ως προς την απαίτηση για αιτιολόγηση των νομικών σημείων της αίτησης ακυρώσεως, ούτως ώστε αυτά να μπορούν να τύχουν εξέτασης από το Δικαστήριο[3]. Δεν αρκεί συνεπώς η γενικόλογη και αόριστη επιχειρηματολογία περί έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας χωρίς ταυτόχρονα την εξειδίκευση και αναφορά στα γεγονότα της εξεταζόμενης υπόθεσης και στη βάση ποιας συγκεκριμένης επιχειρηματολογίας προωθείται ο συγκεκριμένος λόγος ακυρώσεως[4].

 

Ανεξαρτήτως των πιο πάνω, αυτό που επίσης παρατηρείται είναι πως πέραν από γενικόλογους λόγους ακυρώσεως, ο Αιτητής δεν προβάλλει , στο πλαίσιο της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Υπενθυμίζεται ότι, το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας το οποίο εξετάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιον του πλήρως και από τούδε και στο εξής (ex nunc), κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει την ουσιαστική ορθότητα της επίδικης πράξεως (στο πλαίσιο πάντα που καθορίζουν οι ισχυρισμοί του εκάστοτε αιτητή). Συνεπώς η δικαιοδοσία του παρόντος δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής τέτοιων ισχυρισμών, αφού ακόμα και αν ήθελε υποτεθεί ότι συγκεκριμένοι λόγοι ακυρώσεως είναι βάσιμοι, καμία επίδραση δεν θα έχει, μία τέτοια κρίση, στο νομικό αποτέλεσμα που επήλθε με την προσβαλλόμενη απόφαση αφού ο Αιτητής δεν προβάλλει, ως οφείλει, ειδικούς και τεκμηριωμένους ισχυρισμούς που να δικαιολογούν την υπαγωγή του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας, που είναι και το κρίσιμο στα πλαίσια της έκτασης του ελέγχου του παρόντος δικαστηρίου[5].

 

Εν πάση περιπτώσει ενόψει και της υποχρέωσης που έχει το παρόν Δικαστήριο να προβαίνει σε έλεγχο τόσο της νομιμότητας, όσο και της ορθότητας κάθε προσβαλλόμενης απόφασης, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής (ex nunc) τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν[6], θα προχωρήσω να εξετάσω την ουσία της υπόθεσης αυτής, σε συνάρτηση και με τον έστω γενικόλογο ισχυρισμό περί έλλειψης δέουσας έρευνας.

 

Επί της ουσίας της προσφυγής σε συνάρτηση και με τον λόγο ακυρώσεως περί έλλειψης δέουσας έρευνας.

 

Υπό το πρίσμα λοιπόν όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιόν μου, διαφαίνεται ότι, σύμφωνα με τα όσα ο ίδιος κατέγραψε στην αίτησή του, ο Αιτητής εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής εξαιτίας του πολέμου. ΟΙ κυβερνητικές δυνάμεις του στρατού εισέβαλαν σε χωριά και σκότωσαν τη νεολαία, καίγοντας σπίτια και καθιστώντας τους κατοίκους άστεγους. Για τον λόγο αυτόν έφυγε μακριά προκειμένου να επιβιώσει καθώς δε γνωρίζει τι μέλλει γενέσθαι.

 

Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξής του, ερωτηθείς σχετικά με τους λόγους εγκατάλειψης του Καμερούν, ο Αιτητής κατά την ελεύθερή αφήγησή του αναφέρθηκε στη διοίκηση του Πανεπιστημίου η οποία λάμβανε μέτρα τα οποία ήταν εναντίον των φοιτητών. Λόγω της γνώσης του πάνω στα δίκτυα επικοινωνίας επιχείρησε με άλλους να τους εναντιωθεί. Το 2016 έλαβε χώρα μία εξέγερση στο πανεπιστήμιο η οποία ήταν υποκινούμενη από τους αντίπαλους των Αμπαζόνιαν οπόταν παρενέβη ο στρατός ο οποίος συνέλαβε και βασάνισε φοιτητές. Στη γειτονιά του Αιτητή η οποία θεωρείτο ως κόκκινη ζώνη (red zone), ως συμμορία (like a gang place) και αποκαλείτο Dirty South ξυλοκοπούσαν  και συλλάμβαναν όποιον έβρισκαν, ενώ έκλεισαν όλα τα αγγλόφωνα σχολεία. Ευτυχώς για τον ίδιο, δεδομένου ότι ήταν σε επαφή με πολιτικούς στο σχολείο, ένας γιατρός επονομαζόμενος [] (στο εξής αναφερόμενος ως «ο Γιατρός») επικοινώνησε μαζί τους για να δημιουργήσουν μια κοινωνική πλατφόρμα για την αποκάλυψη των στρατιωτικών δράσεων που λάμβαναν χώρα στο Πανεπιστήμιο. Η κυβέρνηση αντιλαμβανόμενη το τι συνέβαινε έκλεισε το διαδίκτυο στις αγγλόφωνες περιοχές και την πλατφόρμα, ωστόσο οι φοιτητές συνέχισαν να στέλνουν μηνύματα μέσω vpn όταν όμως αργότερα το Πανεπιστήμιο το αντιλήφθηκε, απέβαλε το 2017 τους φοιτητές από το Πανεπιστήμιο ενώ κλήθηκε ο στρατός προκειμένου να τους φυλακίσει. Με τη βοήθεια του Γιατρού εγκατέλειψαν την Buea και μεταβήκαν στην Kumba και κατόπιν στην Κύπρο. Παρά το γεγονός ότι θεωρούσαν τον Γιατρό ως πατέρα τους λόγω της υποστήριξης που τους έδωσε και ο οποίος χρηματοδότησε και το ταξίδι τους στην Κύπρο, αργότερα ωστόσο με την άφιξη τους στην Κύπρο, ο Γιατρός τους είπε ότι θα πρέπει να επιστρέψουν τα χρήματα αυτά πίσω αλλιώς δεν μπορούν να επιστρέψουν στο Καμερούν. Καθώς ο στόχος του ήταν να ολοκληρώσει τις σπουδές του, μετά την αποβολή του από το Πανεπιστήμιο , δεν μπορεί να έχει πρόσβαση σε κανένα άλλο Πανεπιστήμιο καθώς ο Γιατρός κρατάει όλα του τα έγγραφα.

 

Αυτό που τον έκανε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής τη συγκεκριμένη στιγμή ήταν ότι ο στρατός τους αναζητούσε και θεωρείτο ότι αφού αποβλήθηκαν από το Πανεπιστήμιο θα στρατολογούνταν στους Αμπαζόνιαν μαχητές.

 

Σε περίπτωση επιστροφής του θα πρέπει να αντιμετωπίσει αφενός τον Γιατρό στον οποίον οφείλει χρήματα, αφετέρου το στρατό εξαιτίας των όσων έκανε με τους άλλους φοιτητές στο πανεπιστήμιο.

 

Κατά το στάδιο των διευκρινιστικών ερωτήσεων ερωτήθηκε σχετικά με το ποσό το οποίο οφείλει, ο Αιτητής απάντησε ότι μίλησε με τον εξάδελφο του Γιατρού αλλά δεν του είπε το ποσό. Καλούμενος να διευκρινίσει το λόγο για τον οποίο δεν επικοινωνεί απευθείας με τον Γιατρό, δήλωσε ότι ο λογαριασμός του Γιατρού στο Facebook, μέσω του οποίου μιλούσαν, έχει διαγραφεί και ότι τελευταία φορά που επικοινώνησε μαζί του ήταν το 2019 ενώ με τον ξάδελφο του, το 2020. Ερωτώμενος σχετικά με το λόγο που δεν έχει ρωτήσει το οφειλόμενο ποσό από το 2020 ο Αιτητής απάντησε ότι δεν είχε χρόνο λόγω της εργασίας του. Ακόμη κι αν αποπληρώσει τα χρήματα δεν θα μπορεί να επιστρέψει στο Καμερούν διότι δεν θα έχει πρόσβαση στο Πανεπιστήμιο.

 

Αναφορικά με την εξέγερση στο πανεπιστήμιο ο Αιτητής δήλωσε ότι ενεπλάκη και ο ίδιος όταν οι φοιτητές πετούσαν πέτρες στο Πανεπιστήμιο διαμαρτυρόμενοι  κατά της Αντιπρύτανη και των κανόνων που ήθελε να επιβάλει σχετικά με την κατάργηση των φωτοτυπικών και άλλων επιχειρήσεων (εστιατορίων) στην Πανεπιστημιούπολη και την επιβολή του ποσού της τάξεως των 3000 FCFA όταν ο φοιτητής έπρεπε να επαναλάβει μία εξέταση. Όταν εκείνη βγήκε από το κτίριο της έκλεισαν το δρόμο και θέλησαν να την εξαναγκάσουν να υπογράψει ένα έγγραφο, το οποίο ωστόσο δεν υπέγραψε  τελικώς καθώς ένας βουλευτής παρενέβη προκειμένου να ηρεμήσει τα πνεύματα και η Αντιπρύτανης έφυγε. Καλούμενος να διευκρινίσει αν εν τέλει τα όσα συνέβησαν στο Πανεπιστήμιο ήταν υποκινούμενα από πολιτικούς ή επρόκειτο για μέτρα που έλαβε η Αντιπρύτανης ο Αιτητής απάντησε ότι με αφορμή τα μέτρα της Αντιπρύτανη οι πολιτικοί αντίπαλοι ήθελαν οι φοιτητές να εξεγερθούν εκμεταλλευόμενοι την ευκαιρία. Ερωτώμενος σχετικά με την ταυτότητα των πολιτικών αντιπάλων ο Αιτητής απάντησε ότι δεν γνώριζε από πολιτική. Κατόπιν διευκρινιστικών ερωτήσεων ο Αιτητής διευκρίνισε ότι σταμάτησε τη φοίτησή του επειδή αποβλήθηκε από το Πανεπιστήμιο τον Οκτώβριο του 2017 εξαιτίας κάποιων βίντεο που ανέβασε στο διαδίκτυο. Κατά την εισβολή του στρατού βρισκόταν στην Πανεπιστημιούπολη (campus) και επιχειρούσε να διαφύγει. Γνωρίζει ότι ο στρατός τον αναζητά διότι ο στρατός πήγε στη γειτονιά του και μάζεψε όποιον συναντούσε μπροστά του. Διευκρίνισε ωστόσο ότι εκείνος προσωπικά δεν υπέστη βία, ξυλοδαρμό και δεν αντιμετώπισε κάποιο πρόβλημα. Το περιστατικό το οποίο είχε να αναφέρει κατά το διάστημα που επέστρεψε στην Kumba το 2017 μέχρι το 2018 οπότε εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής, έλαβε χώρα το 2017 όταν πέρασε από σημείο ελέγχου και θεωρήθηκε μαχητής Αμπαζόνιαν και εξέτασαν το σώμα του για σημάδια και το περιεχόμενο του κινητού του και τον άφησαν ελεύθερο.

 

Ερωτώμενος αν θα μπορούσε να επιστρέψει στο Καμερούν και να ζήσει με ασφάλεια σε κάποιο άλλο τμήμα της χώρας απάντησε αρνητικά διότι στόχος του είναι να σπουδάσει και όλα τα Πανεπιστήμια βρίσκονται στο γαλλόφωνο τμήμα του Καμερούν. Όταν του αντιτάχθηκε ότι μιλάει και γαλλικά αποκρίθηκε ότι είναι δύσκολο να σπουδάσει στη γαλλική γλώσσα.

 

Καλούμενος να εξηγήσει το λόγο για τον οποίον δεν ανέφερε τίποτα από όσα ανέφερε στη συνέντευξή του κατά την υποβολή της αίτησης διεθνούς προστασίας, απάντησε ότι δεν ήθελε να στραφούν κατά του Γιατρού ενώ κατά τη συνέντευξη αναφέρθηκε ότι όσα αναφερθούν θα είναι εμπιστευτικά.

 

Κατά την αξιολόγηση της αίτησης ασύλου του Αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός διέκρινε τρεις ουσιώδεις ισχυρισμούς: ο πρώτος αναφορικά με την ταυτότητα, το προφίλ και τη χώρα καταγωγής του, ο δεύτερος σχετικά με την αποβολή του από το Πανεπιστήμιο εξαιτίας της εξέγερσης των φοιτητών και την αναζήτησή του από το στρατό και ο τρίτος σχετικά με το οικονομικό χρέος του στο άτομο το οποίο τον βοήθησε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής.

 

Ο πρώτος ισχυρισμός έγινε δεκτός καθότι οι δηλώσεις του Ατητή ήταν συνεκτικές και συγκεκριμένες, παρέθεσε με συνεκτικό τρόπο το χρονολόγιο των μετακινήσεών του στο Καμερούν και στην Κύπρο και περιέγραψε με λεπτομέρεια την Kumba και τη γειτονιά στην οποία έμενε. Περαιτέρω, οι δηλώσεις του, υποστηρίζονται από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.

 

Ως προς τον δεύτερο ισχυρισμό, σχετικά με την αποβολή του από το Πανεπιστήμιο εξαιτίας της εξέγερσης και την αναζήτησή του από το στρατό, ο λειτουργός EASO απέρριψε αυτόν καθότι το χρονολόγιο των περιστατικών που αφηγήθηκε ήταν συγκεχυμένο και ο ίδιος δεν ήταν σε θέση να παραθέσει λεπτομέρειες σχετικά με την εξέγερση των φοιτητών, τη διάρκειά της, την αιτία της, τον τρόπο με τον οποίο πήρε πολιτική διάσταση και τον λόγο για τον οποίο αναζητείται εκείνος προσωπικά από το στρατό. Περαιτέρω, υπήρξε γενικόλογος σε ό,τι αφορά την αποβολή του από το Πανεπιστήμιο που φοιτούσε και αντιφατικός σε ό,τι αφορά το υλικό το οποίο ανέβασε στο διαδίκτυο για το οποίο αρχικά δήλωσε ότι επρόκειτο για βίντεο και ζωντανές μεταδόσεις ενώ στη συνεχεία ανέφερε ότι επρόκειτο για ανάρτηση άρθρων. Σε ό,τι αφορά την προσωπική του στοχοποίηση ανέφερε μόνο έναν τυχαίο έλεγχο σε αστυνομικό σημείο ελέγχου κατά το διάστημα το οποίο ακολούθησε από την μετακίνησή του στην Kumba μέχρι να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής. Επισημάνθηκε περαιτέρω ότι τα όσα ανέφερε κατά την προσωπική του συνέντευξη, διαφέρουν από εκείνα τα οποία καταγράφονται στην αίτηση παροχής διεθνούς προστασίας την οποία κατέθεσε. Καλούμενος να εξηγήσει τη διαφοροποίηση αυτή αναφέρθηκε κατά τρόπο μη συνεκτικό και συγκεχυμένο στη συμφωνία του με τον άνθρωπο που τον βοήθησε να μεταβεί στην Κύπρο ότι η βοήθειά που του παρείχε θα έμενε εμπιστευτική.

 

Σε ό,τι αφορά την εξωτερική αξιοπιστία, αν και εντοπίστηκε η καταγραφή της εξέγερσης των φοιτητών της Buea σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης,  οι λοιπές δηλώσεις του Αιτητή δεν υποστηρίζονται από τις σχετικές πηγές καθότι η εξέγερση αυτή διήρκεσε πέντε μέρες και όχι επί μακρόν όπως ισχυρίστηκε ο Αιτητής, το ποσό το οποίο θα πλήρωναν οι φοιτητές του συγκεκριμένου Πανεπιστημίου  ήταν 10.000 CFA και αφορούσε σε επιβάρυνση από καθυστερημένη καταβολή των διδάκτρων και όχι την επανεξέταση μαθήματος ενώ από τις σχετικές πληροφορίες δεν προκύπτει κάποια σύνδεση της εξέγερσης με τους Αμπαζόνιαν. Συνεπώς ο ισχυρισμός απερρίφθη λόγω ελλιπούς εσωτερικής και εξωτερικής αξιοπιστίας.

 

Αξιολογώντας τον τρίτο ισχυρισμό του Αιτητή αναφορικά με την οφειλή χρημάτων στο άτομο που τον βοήθησε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής, ο λειτουργός EASO έκρινε ότι ο Αιτητής υπήρξε αόριστος σχετικά με το ποσό το οποίο οφείλει, το πρόσωπο στο οποίο οφείλει και την τελευταία φορά που οχλήθηκε σχετικά με την καταβολή του. Οι δηλώσεις του κρίθηκαν ως αντιφατικές  σε ό,τι αφορά τη σύνδεση της οφειλής του με την αδυναμία φοίτησής του καθώς εν συνεχεία δήλωσε ότι δεν θα μπορούσε ο χρηματοδότης του να τον επαναφέρει στο Πανεπιστήμιο της Buea ακόμη κι αν τον εξοφλούσε.

 

Αν και ο λειτουργός EASO δεν παρέθεσε πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης απέρριψε τον ισχυρισμό λόγω ελλιπούς εσωτερικής αξιοπιστίας.

 

Στα πλαίσια του ισχυρισμού που έγινε δεκτός, ήτοι τα στοιχεία προφίλ και τη χώρα καταγωγής του Aιτητή, εξετάζοντας τον κίνδυνο τον οποίον ενδέχεται να αντιμετωπίσει σε ενδεχόμενη επιστροφή του στο Καμερούν, o λειτουργός EASO παρέθεσε πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στην Kumba, τόπο συνήθους διαμονής του Aιτητή. Με βάση τις πληροφορίες αυτές κατέληξε ότι αναμένεται ευλόγως ο Aιτητής να υποστεί μεταχείριση η οποία ανάγεται σε δίωξη ή σοβαρή βλάβη άμα τη επιστροφή του στη χώρα καταγωγής. 

 

Ακολούθως, κατά τη νομική ανάλυση, ο λειτουργός EASO σημειώνει αρχικά ότι από τους προβαλλόμενους ισχυρισμούς του Αιτητή, το προφίλ του και την αξιολόγηση κινδύνου, διαφάνηκε ότι δε συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου για αναγνώρισή του ως πρόσφυγα. Στο ίδιο συμπέρασμα κατέληξε και ως προς την συνδρομή των προϋποθέσεων των παραγράφων (α) και (β) του άρθρου 15 της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ. Προχωρώντας στην εξέταση των προϋποθέσεων του άρθρου  15 παράγραφος (γ), ο αρμόδιος λειτουργός επισήμανε πως, επί τη βάσει του αποδεκτού ουσιώδους ισχυρισμού του Αιτητή, σε συνδυασμό με τις πληροφορίες αναφορικά με την τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας στην Kumba, ήτοι στην περιοχή της συνήθους διαμονής του Αιτητή, δεν υφίσταται πραγματικός κίνδυνος ο Αιτητής να υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης στην Αγγλόφωνη περιοχή του Καμερούν με μόνη την παρουσία του εκεί. Περαιτέρω ο Aιτητής δεν διαθέτει τις προσωπικές περιστάσεις εκείνες που ενδεχομένως να επαύξαναν την πιθανότητα να υποστεί σοβαρή προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας σε περίπτωση επιστροφής του στην Kumba  του Καμερούν. Ως εκ τούτου, η λειτουργός εισηγήθηκε όπως απορριφθεί το αίτημα του Αιτητή και ως προς τη συμπληρωματική προστασία.

 

Αξιολόγηση αξιοπιστίας των ισχυρισμών του Αιτητή

 

Για τους λόγους που εκτενώς αναλύονται στην εισηγητική έκθεση του λειτουργού EASO (βλ. ερυθρά 43-51 του δ.φ.), η οποία αποτελεί την αιτιολογική βάση της επίδικης απόφασης, κρίνω ότι ορθά ο πρώτος ουσιώδης ισχυρισμός του Αιτητή κρίθηκε αξιόπιστος, εύρημα για το οποίο το Δικαστήριο δεν εντοπίζει λόγο διαφοροποίησης.

 

Εξετάζοντας τον δεύτερο ισχυρισμό αναφορικά με την αποβολή του Αιτητή από το πανεπιστήμιο εξαιτίας της εξέγερσης και την αναζήτηση του από το στρατό, φρονώ πως η αρμόδια λειτουργός έθεσε πληθώρα ερωτήσεων σχετικά με τον λόγο της εξέγερσης, τον τρόπο με τον οποίο συμμετείχε ο Αιτητής, το περιεχόμενο των αναρτήσεών του και τον λόγο αναζήτησής του από τις Αρχές. Τέθηκαν επιπλέον ερωτήματα σχετικά με την πολιτική διάσταση των διαμαρτυριών και τη σύνδεσή τους με τους Αμπαζόνιαν ενώ διερευνήθηκε και πιθανή στοχοποίηση του Αιτητή. Οι ερωτήσεις οι οποίες τέθηκαν ήταν τόσο ανοικτού όσο και κλειστού τύπου, και δόθηκαν πολλαπλές ευκαιρίες στον Αιτητή προς αποσαφήνιση και εξειδίκευση των δηλώσεων του. Ο ίδιος ωστόσο δεν κατάφερε να δημιουργήσει μια σαφή εικόνα για το ρόλο του στη διαδήλωση, την δίωξη και το λόγο δίωξης του από τις αρχές. Η σχετική ανεπάρκεια πληροφοριών και η αοριστία που παρατηρείται στις δηλώσεις του αυτές είναι κάτι που δεν αναμένεται και ούτε δικαιολογείται από ένα πρόσωπο που αφενός μεν δηλώνει ότι είχε ενεργό ρόλο στην εξέγερση και στο να καταδείξει τις ακρότητες από την παρέμβαση του στρατού, αλλά ούτε και από το εκπαιδευτικό υπόβαθρο του Αιτητή. Εξίσου, οι δηλώσεις του Αιτητή σε σχέση με την κρατική έρευνα και την στοχοποίηση του, χαρακτηρίζονται από γενικότητα και αοριστία τόσο ως προς τον τρόπο που έλαβε γνώση αυτής της έρευνας όσο και  ως προς τον τρόπο με τον οποίο ταυτοποιήθηκε από τις αρχές της χώρας καταγωγής του. Επιπλέον, αναφορικά με την αγγλόφωνη κρίση στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής αρκέστηκε σε γενικόλογες δηλώσεις και αναφορές χωρίς να δίνει ικανοποιητικές λεπτομέρειες. Όπως παρατηρείται οι απαντήσεις του Αιτητή ήταν γενικόλογες και αόριστες ως επί τω πλείστον, ενώ δεν κατάφερε να συνδέσει τις διαμαρτυρίες στο Πανεπιστήμιο με τους Αμπαζόνιαν ή όσους τους αντιπολιτεύονταν. Όταν ερωτήθηκε σχετικά με τη δική του εμπλοκή στην εξέγερση του Πανεπιστημίου ανέφερε o Αιτητής δεν έκανε λόγο για κάποιο συγκεκριμένο συμβάν το οποίο να συνιστά δίωξη προς το πρόσωπό του. Σε ό,τι αφορά τα περιστατικά στοχοποίησής του από τις Αρχές αυτά δεν σχετίζονται με την εξέγερση στο πανεπιστήμιο αφού το ένα συνδέεται με την παρέλευση του ωραρίου λειτουργίας του μπαρ του θείου του ενώ το άλλο αφορά τυχαίο έλεγχο σε αστυνομικό σημείο ελέγχου.

 

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού η εξέγερση στο πανεπιστήμιο της Buea κατά το έτος 2016, τα αιτήματα τα οποία προέβαλαν οι φοιτητές και η βίαιη παρέμβαση της αστυνομίας εντοπίστηκαν σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης[7],[8],[9],[10],[11].Αν και κάποιες  από τις δηλώσεις του Αιτητή υποστηρίζονται από τις πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής (η εξέγερση στο Πανεπιστήμιο, η βίαιη καταστολή της από τις Αρχές, το γεγονός ότι συνέπεσε με το ξέσπασμα της αγγλόφωνης κρίσης στο Καμερούν). Ωστόσο, λόγω της ελλιπούς εσωτερικής αξιοπιστίας εξαιτίας της έλλειψης λεπτομερειών και της αδυναμίας του Αιτητή να τεκμηριώσει το ρόλο του στην εξέγερση και την μετέπειτα αναζήτησή του από τις Αρχές λόγω του ρόλου του αυτού, ο ισχυρισμός δεν γίνεται αποδεκτός.

 

Εξετάζοντας τον τρίτο ισχυρισμό, ήτοι ότι ο Αιτητής οφείλει χρήματα στο πρόσωπο το οποίο τον βοήθησε να εγκαταλείψει τη χώρα κρίνω πως η αρμόδια λειτουργός έθεσε αρκετά ερωτήματα προκειμένου να διερευνήσει την σχέση του Αιτητή με τον χρηματοδότη του, το ποσό το οποίο οφείλει, το χρόνο μέσα στον οποίο πρέπει να τον αποπληρώσει. Πολύ σύντομα διαφάνηκε η αδυναμία του Αιτητή να υποστηρίξει τον συγκεκριμένο ισχυρισμό εφόσον δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει το ποσό το οποίο οφείλει και σε ποιον πρέπει να το αποδώσει αλλά το κυριότερο δεν ήταν σε θέση να υποστηρίξει την εξακολούθηση της οφειλής του εφόσον δεν είχε καμία όχληση προς είσπραξη του ποσού από το έτος 2020. Ούτε όμως μπόρεσε να τεκμηριώσει τον τρόπο με τον οποίο θα επηρεάσει την επιστροφή του στη χώρα καταγωγής η χρηματοδότηση που έλαβε από το Γιατρό.

 

Επισημαίνω στο σημείο αυτό ότι εντοπίζω ελλιπή έρευνα των Καθ' ων η αίτηση ως προς το σκέλος της εξωτερικής αξιοπιστίας του τρίτου σχηματισθέντα ισχυρισμού του Αιτητή, καθώς γίνεται απλώς επίκληση της υποκειμενικής φύσης των ανωτέρω ισχυρισμών, χωρίς να διεξαχθεί έρευνα σε πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης ως όφειλε σύμφωνα με τις επιταγές του άρθρου 18 (7 Α) (α) του περί Προσφύγων Νόμου[12]

 

Το Δικαστήριο προχώρησε εν πάση περιπτώσει σε εξέταση της εξωτερικής αξιοπιστίας του τρίτου ισχυρισμού και κατόπιν έρευνας εντοπίστηκαν πληροφορίες σχετικά με την διακίνηση ανθρώπων από το Καμερούν προς το εξωτερικό και τη διαμεσολάβηση ανθρώπων οι οποίοι διευκολύνουν τη μετακίνηση αυτή σε προορισμούς του

 

 

εξωτερικού συμπεριλαμβανομένης της Κύπρου[13]. Ειδικότερα, προέκυψαν τα ακόλουθα:

 

·                Σε έκθεση του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ σχετικά με το trafficking  για το έτος 2023 αναφέρεται ότι: «Τα υψηλά ποσοστά ανεργίας και η οικονομική αβεβαιότητα συνέχισαν να ωθούν πολλoύς, ιδιαίτερα γυναίκες, να σκέφτονται την οικονομική μετανάστευση υπό αμφισβητούμενες συνθήκες, αφήνοντάς τους ευάλωτους στους διακινητές. Κυβερνητικά στελέχη, εκπρόσωποι ΜΚΟ και μέσα ενημέρωσης αναφέρουν ότι περισσότεροι από ένα εκατομμύριο εκτοπισμένοι αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο εμπορίας ανθρώπων λόγω της ανασφάλειας σε ορισμένες περιοχές, της μειωμένης αστυνομικής και δικαστικής παρουσίας και της επιδείνωσης των οικονομικών και εκπαιδευτικών συνθηκών.»[14]

 

·                «Παρατηρητές ανέφεραν ότι αξιωματούχοι από τη Δημοκρατία της Τουρκίας και τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας στο Καμερούν ενδέχεται να διευκολύνουν άθελά τους τη διακρατική εμπορία ανθρώπων χορηγώντας βίζα σε Αφρικανούς με μικρή επίβλεψη. Οι τράπεζες του Καμερούν μπορεί να έχουν βοηθήσει εγκληματικά δίκτυα που εμπλέκονται σε δόλια στρατολόγηση επικυρώνοντας τις απαιτήσεις εποπτείας εισοδήματος και απασχόλησης, καθώς και ανοίγοντας τραπεζικούς λογαριασμούς «φαντάσματα» για τα θύματα για να αποδείξουν ψευδή επίπεδα εισοδήματος.»[15]. «Οι περισσότεροι Καμερουνέζοι που υφίστανται εκμετάλλευση στο εξωτερικό είναι μεταξύ 20 και 38 ετών και προέρχονται από τις βορειοδυτικές, νοτιοδυτικές, παράκτιες, κέντρο, νότια και δυτικές περιοχές»[16].

 

Από τις προπαρατεθείσες πληροφορίες διαπιστώνεται η ύπαρξη ατόμων τα οποία διευκολύνουν την μετακίνηση προς το εξωτερικό ανθρώπων από το Καμερούν ιδιαίτερα από περιοχές όπου οι ένοπλες συγκρούσεις τους αναγκάζουν να εκτοπιστούν. Μεγάλος αριθμός Καμερουνέζων διακινείται μέσω οργανωμένων δικτύων προς προορισμούς του εξωτερικού συμπεριλαμβανομένης της Κύπρου όπου ενδέχεται να υποστούν εκμετάλλευση οποιουδήποτε είδους. Ωστόσο, επισημαίνεται ότι στην περίπτωση του Αιτητή, εκείνος δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει το ύψος του  ποσού το οποίο διατείνεται ότι οφείλει σε μεσάζοντα ο οποίος διευκόλυνε την αναχώρησή του στο εξωτερικό, το πρόσωπο προς το οποίο οφείλει ούτε παρουσίασε κάποια ενεστώσα οικονομική εκκρεμότητα ή οφειλή με διακινητές ή μεσάζοντες οι οποίοι διευκόλυναν τη μετάβασή του στην Κύπρο, πολλώ δε μάλλον την εκμετάλλευσή του από κάποιο δίκτυο εμπορίας, συνεπώς ο σχετικός ισχυρισμός δεν γίνεται δεκτός.

 

Αξιολόγηση κινδύνου

 

Προχωρώντας στην αξιολόγηση του κινδύνου που ενδέχεται να αντιμετωπίσει ο Αιτητής σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής στα πλαίσια του ισχυρισμού που έγινε δεκτός και αφορά τα προσωπικά του στοιχεία, τα στοιχεία του προφίλ και τον τόπο συνήθους διαμονής του, παρατηρώ ότι με βάση τις πληροφορίες τις οποίες παρέθεσε ο λειτουργός EASO, στη νοτιοδυτική περιοχή του Καμερούν υπάρχουν αρκετές κλιμακώσεις βίας και εντάσεις μεταξύ κυβερνητικών δυνάμεων και αγγλόφωνων αυτονομιστών. Έτσι, διαπιστώνει ο λειτουργός EASO ότι υπάρχουν σοβαροί λόγοι για τους οποίους ο Αιτητής μπορεί να υποβληθεί σε μεταχείριση που θα μπορούσε να ισοδυναμεί με δίωξη ή σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στο Καμερούν. Ωστόσο, εξετάζοντας ακολούθως την εφαρμογή του άρθρου 19 (2) (γ) του Περί Προσφύγων Νόμου, ο λειτουργός EASO καταλήγει ότι με βάση τις πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση που επικρατεί στο αγγλόφωνο Καμερούν και με βάση τα υποκειμενικά στοιχεία των μαρτυριών του Αιτητή, δεν είναι εύλογα πιθανό ο αιτών να αντιμετωπίσει κίνδυνο ως πολίτης κατά την επιστροφή στην Kumba του Καμερούν, τον τελευταίο συνήθη τόπο διαμονής του Αιτητή,  ως αποτέλεσμα της αδιάκριτης βίας στην περιοχή καθώς δεν παρατηρούνται συνθήκες ένοπλων συγκρούσεων με την έννοια του σχετικού άρθρου.

 

Κατ' αρχάς σημειώνεται ότι προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι, ενώ κατά την αξιολόγηση κινδύνου κρίθηκε από τον λειτουργό EASO πως προκύπτει εύλογη πιθανότητα ο Αιτητής να εκτεθεί σε συνθήκες οι οποίες ισοδυναμούν με δίωξη ή σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στο Καμερούν -και αυτό επί τη βάση των πηγών πληροφόρησης από τις οποίες προέκυψε ότι υπάρχει κλιμάκωση της βίας και των εντάσεων μεταξύ των κυβερνητικών δυνάμεων και των αγγλόφωνων αυτονομιστών- ωστόσο προχωρώντας στη νομική ανάλυση, κρίθηκε ότι δεν προκύπτει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης για τον Αιτητή, αλλά ούτε και κίνδυνος να εκτεθεί σε μορφή σοβαρής βλάβης. Οι δύο αυτές κρίσεις των Καθ' ων η αίτηση παρίστανται αντιφατικές. Μέσα από την Εισηγητική Έκθεση των Καθ' ων η αίτηση, δεν επεξηγείται πως, παρά την αρχική κρίση περί εύλογης πιθανότητας έκθεσης του Αιτητή σε συνθήκες που ισοδυναμούν με δίωξη ή σοβαρή βλάβη, κατέληξαν τελικώς πως δεν υπάρχει τέτοιος κίνδυνος. Προκύπτει λοιπόν μία μεταστροφή των Καθ' ων η αίτηση η οποία δεν έχει αιτιολογηθεί, κατά τρόπο ώστε να μην είναι σαφής η αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης, αφού αφήνονται αμφιβολίες ως προς το ποιος ήταν ο πραγματικός λόγος που οδήγησε το διοικητικό όργανο στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

Φρονώ συνεπώς, ότι πάσχει η αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης, λόγω της αντιφατικής αυτής κρίσης, ως ανωτέρω επισημαίνεται, γεγονός που πλήττει τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

Ωστόσο, η ως άνω κατάληξη μου, δεν σφραγίζει την τύχη της υπό κρίση προσφυγής, καθώς το παρόν Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία, ως επισημάνθηκε,  δυνάμει του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας του 2019, να προβαίνει σε έλεγχο και της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής (ex nunc) τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν. 

 

Υπό το φως λοιπόν των προλεχθέντων και εξετάζοντας τις νομοθετημένες προϋποθέσεις, φρονώ καταρχάς  ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα, καθώς δεν διαπιστώνονται δείκτες κινδύνου έναντι της ζωής του, σε περίπτωση επιστροφής του στο Καμερούν, ιδιαιτέρως υπό τον ορισμό και προϋποθέσεις του προφίλ του πρόσφυγα, άρθρο 1Α της Συνθήκης της Γενεύης και άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου. 

 

Ερχόμενοι τώρα στην εξέταση του κατά πόσο υπάρχει δυνατότητα να υπαχθεί ο Αιτητής στο καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας, ως αυτό καθορίζεται στην εθνική νομοθεσία, το άρθρο 19(1) του περί Προσφύγων Νόμου διαλαμβάνει ότι: 

 

 «το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, αναγνωρίζεται σε οποιοδήποτε αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δεν βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής.» 

 

Ο ορισμός της «σοβαρής» ή «σοβαρής και αδικαιολόγητης βλάβης» καλύπτει δυνάμει του άρθρου 19(2) εξαντλητικά, τρεις διαφορετικές καταστάσεις, ήτοι:

 

(α) θανατική ποινή ή εκτέλεση, ή

(β) βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του αιτητή στη χώρα καταγωγής του, ή

(γ) σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.

 

Έχοντας υπόψη τις περιστάσεις της υπό κρίση υπόθεσης, ο Αιτητής δεν μπορεί να ενταχθεί στα υπό (α) και (β) ανωτέρω εδάφια.  Απομένει συνεπώς η εξέταση των προϋποθέσεων που θέτει το εδάφιο (γ) του άρθρου 19(2). Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν αναφορικά με την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης επεσήμανε  στην  απόφασή  του C-901/19, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, ημερομηνίας 10.06.2021 στη σκέψη 43 ότι αυτοί είναι:

 

 «(...) μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.» 

 

Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην απόφασή του στην υπόθεση Sufi and Elmi κατά Ηνωμ. Βασιλείου, ημερ. 28.11.2011, αξιολόγησε, κατά τρόπο μη εξαντλητικό, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης. 

 

Όπως διευκρίνησε το ΔΕΕ στην υπόθεση Meki Elgafaji, Noor Elgafaji vStaatssecretaris van Justitie, ημερομηνίας 17.02.2009 :

 

«34. Συγκεκριμένα, η βλάβη αυτή αφορά, ευρύτερα, «απειλή [.]κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» αμάχου και όχι συγκεκριμένες πράξεις βίας. Επιπροσθέτως, η απειλή αυτή είναι συμφυής με μια γενική κατάσταση «διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης». Τέλος, η βία από την οποία προέρχεται η εν λόγω απειλή χαρακτηρίζεται ως «αδιακρίτως» ασκούμενη, όρος που σημαίνει ότι μπορεί να επεκταθεί σε άτομα ανεξαρτήτως των προσωπικών περιστάσεών τους.

 

35.  Στο πλαίσιο αυτό, ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας.

 

36.Η ερμηνεία αυτή, η οποία δύναται να διασφαλίσει ένα αυτοτελές πεδίο εφαρμογής στο άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, δεν αναιρείται  από το γράμμα της εικοστής έκτης αιτιολογικής σκέψης, κατά το οποίο «οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη».

 

37.  Συγκεκριμένα, μολονότι η αιτιολογική αυτή σκέψη σημαίνει ότι η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.

 

38.  Ο εξαιρετικός χαρακτήρας της καταστάσεως αυτής επιρρωννύεται, επίσης, από το γεγονός ότι η οικεία προστασία είναι επικουρική, καθώς και από την οικονομία του άρθρου 15 της οδηγίας, καθόσον η βλάβη, της οποίας τον ορισμό δίνει το άρθρο αυτό υπό τα στοιχεία α΄ και β΄, πρέπει να εξατομικεύεται σαφώς. Μολονότι είναι αληθές ότι στοιχεία που αφορούν το σύνολο του πληθυσμού αποτελούν σημαντικό παράγοντα για την εφαρμογή του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, υπό την έννοια ότι σε περίπτωση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ο ενδιαφερόμενος, όπως και άλλα πρόσωπα, εντάσσεται στον κύκλο των δυνητικών θυμάτων μιας αδιακρίτως ασκούμενης βίας, εντούτοις, η ερμηνεία της εν λόγω διατάξεως πρέπει να γίνεται λαμβανομένου υπόψη του συστήματος στο οποίο εντάσσεται, δηλαδή σε σχέση με τις λοιπές δύο περιπτώσεις που προβλέπει το άρθρο 15 και, επομένως, να ερμηνεύεται σε στενή συνάρτηση με την εξατομίκευση αυτή.

 

39. Συναφώς, πρέπει να διευκρινισθεί ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.».

 

Στη βάση της ως άνω νομολογίας, προς τον σκοπό εξέτασης των προϋποθέσεων που διαλαμβάνει το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, ως αυτός ενσωματώνει το άρθρο 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ και λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι έχει παρέλθει μεγάλο χρονικό διάστημα από την πρωτοβάθμια εξέταση της αίτησής του Αιτητή, κρίνεται σκόπιμη η έρευνα σε διεθνείς πηγές πληροφόρησης αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας στη νοτιοδυτική περιοχή του Καμερούν (στην οποίαν ανήκει η Kumba), που αποτελεί τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής του Αιτητή, από την οποία διαφάνηκαν τα ακόλουθα: 

 

·                Σε έκθεση του UN Office for the Coordination of Humanitarian Affairs (OCHA), η οποία καλύπτει το διάστημα από την 1η έως την 31η Ιανουαρίου 2023, δεν εντοπίζεται οποιαδήποτε αναφορά σε συγκεκριμένα περιστατικά ασφαλείας στην Νοτιοδυτική Περιφέρεια[17]. Αναφορικά με την ανθρωπιστική κατάσταση στην Νοτιοδυτική Περιφέρεια του Καμερούν, στην ίδια Έκθεση αναφέρονται τα ακόλουθα:

«15.130 άνθρωποι εκτοπίστηκαν εξαιτίας της βίας και των επιθέσεων στην Βορειοδυτική και Νοτιοδυτική Περιφέρεια, ωστόσο η πλειοψηφία των εκτοπισμένων επέστρεψε στις εστίες τους όταν το επέτρεψαν οι συνθήκες. Οι περιοχές που επηρεάστηκαν περισσότερο από τον εκτοπισμό περιλαμβάνουν τα τμήματα Manyu και Meme (εντός του οποίου βρίσκεται η Kumba ) στη Νοτιοδυτκή περιφέρεια και τα τμήματα Menchum, Momo και Mezam στη Βορειοδυτική. Η πρόσβαση στην ανθρωπιστική βοήθεια παρέμεινε δύσκολη, καθώς καταγράφηκαν περισσότερα από 52 περιστατικά. Γραφειοκρατικά εμπόδια, αιτήματα για παράνομες πληρωμές, επαναλαμβανόμενα lockdown και οδοφράγματα, εκτροπή ανθρωπιστικής βοήθειας, απαγωγές και συνεχής χρήση αυτοσχέδιων εκρηκτικών μηχανισμών σε δημόσιους χώρους και κεντρικούς δρόμους που συχνάζουν ανθρωπιστικοί φορείς τόσο στις αστικές όσο και στις αγροτικές περιοχές, έκαναν τον προγραμματισμό και την παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας πολύ προκλητικό. Οι ανθρωπιστικές οργανώσεις ανέστειλαν τις παρεμβάσεις τους στο Small Ekombe, (τμήμα Meme) για περίπου 14 ημέρες λόγω αιτημάτων των μη κρατικών ένοπλων ομάδων (NSAG) για παράνομες πληρωμές/δωροδοκίες στην περιοχή αυτή. 

 

Ως προς την σίτιση, η κατάσταση ανασφάλειας εμποδίζει την υλοποίηση δραστηριοτήτων σε ορισμένα τμήματα, συμπεριλαμβανομένου του τμήματος Meme στη Νοτιοδυτική περιφέρεια, όπου η διανομή ειδικών τροφίμων υψηλής θρεπτικής αξίας σε παιδιά και γυναίκες σε έξι σημεία διανομής τροφίμων αναβλήθηκε για τον Φεβρουάριο λόγω έντονων ανησυχιών για την κατάσταση ασφαλείας.

 

Οι συνεχιζόμενες ένοπλες συγκρούσεις και οι επιθέσεις σε χωριά είχαν ως αποτέλεσμα τους εμπρησμούς σπιτιών που συνεχίζουν να προκαλούν αστάθεια και να οδηγούν σε αύξηση της ανάγκης για παροχή καταφυγίων έκτακτης ανάγκης αμέσως μετά τον εκτοπισμό. Οι συνεργαζόμενοι οργανισμοί ανέφεραν αύξηση της τιμής ορισμένων ειδών πρώτης ανάγκης. Άτομα που είναι εκτοπισμένα για παρατεταμένο διάστημα, συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν πρόβλημα με τα υψηλά ενοίκια και ζουν σε ανεπαρκείς και κατεστραμμένες εγκαταστάσεις.

 

Ο OCHA και οι ανθρωπιστικοί εταίροι συνεχίζουν να συνεργάζονται με όλα τα εμπλεκόμενα μέρη ώστε να διασφαλίσουν ότι οι επηρεαζόμενοι πληθυσμοί μπορούν να λάβουν ανεμπόδιστη και έγκαιρη ανθρωπιστική βοήθεια, υπηρεσίες και προστασία, και να διευκολύνουν την ανθρωπιστική πρόσβαση και τις ανεξάρτητες επιχειρήσεις». 

 

·                Ως προς τον αριθμό των περιστατικών ασφαλείας γενικότερα στη Νοτιοδυτική περιφέρεια του Καμερούν, για την πληρότητα της έρευνας παρατίθενται και αριθμητικά δεδομένα από τη βάση δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project): ιδιαίτερα, το χρονικό διάστημα από 19.01.2023 μέχρι 19.01.2024 έλαβαν χώρα στο νοτιοδυτικό τμήμα του Καμερούν, όπου ανήκει ο τελευταίος τόπος συνήθους διαμονής του Αιτητή, συνολικά 84 περιστατικά ασφαλείας τα οποία οδήγησαν σε 168 απώλειες ανθρώπινων ζωών από τα οποία τα 30 συνίστατο σε μάχες (με 65 απώλειες ανθρώπινων ζωών), τα 11 σε εξεγέρσεις (με 6 απώλειες ανθρώπινων ζωών), τα 7 σε βία ασκηθείσα από απόσταση (με 6 απώλειες ανθρώπινων ζωών) και τα 36 σε βία κατά αμάχων (με 91 απώλειες ανθρώπινων ζωών)[18].  Σημειωτέον δε ότι o πληθυσμός της περιοχής είναι 1,534,232 σύμφωνα με την επίσημη μέτρηση του 2015[19].

 

·                Περαιτέρω, παρότι οι προϋποθέσεις που θέτει το άρθρο 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ δεν ταυτίζονται με τις απαιτήσεις του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου για τον χαρακτηρισμό μιας σύγκρουσης ως «μη διεθνούς/εσωτερικής ένοπλης σύρραξης»  (βλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C285/12,  σκέψη 35, EU:C:2014:39), σημειώνεται ότι σύμφωνα με το Rule of Law in Armed Conflict (RULAC) της Ακαδημίας Διεθνούς Ανθρωπιστικού Δικαίου και Ανθρώπινων Δικαιωμάτων της Γενεύης, αν και οι συγκρούσεις στις αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν έχουν αυξηθεί από το 2017, τόσο το επίπεδο της ένοπλης βίας όσο και το επίπεδο οργάνωσης των αυτονομιστικών ομάδων δεν πληρούν το όριο που απαιτείται από το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο για να θεωρηθεί ως εσωτερική ένοπλη σύρραξη[20].

 

Συμπεραίνεται λοιπόν από τα πιο πάνω δεδομένα, ότι η Νοτιοδυτική Περιφέρεια του Καμερούν, στην οποίαν ανήκει  γεωγραφικά η πόλη Kumba, και την οποία το Δικαστήριο θεωρεί ως την περιοχή συνήθους διαμονής του, δεν φαίνεται να πλήττεται σε τέτοιο βαθμό από συγκρούσεις και περιστατικά βίας, τα οποία να ανάγονται σε τόσο υψηλό επίπεδο, ώστε να θεωρούνται, βάσει και της αξιολόγησης της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του Αιτητή και τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά που έγιναν αποδεκτά, ως παρατέθηκε ανωτέρω, ότι πληρούν το όριο του άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ως αυτό ερμηνεύθηκε από το ΔΕΕ στις αποφάσεις C-465/07 - Elgafaji και C‑285/12 - Diakité. Περαιτέρω, δεδομένου ότι το προφίλ του Αιτητή δεν χαρακτηρίζεται από ειδικές ατομικές περιστάσεις που να μπορούν να συνεκτιμηθούν και να αντισταθμίσουν το επίπεδο αδιάκριτης βίας, η αξιολόγηση του κινδύνου επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, γίνεται στη βάση της κατάστασης ασφαλείας στην περιοχή όπου αναμένεται να επιστρέψει. Λαμβάνοντας υπόψη τα προαναφερθέντα δεδομένα όσον αφορά την κατάσταση ασφαλείας στην Νοτιοδυτική Περιφέρεια του Καμερούν, καθώς και τη φθίνουσα τάση της έντασης των περιστατικών, συνάγεται το συμπέρασμα ότι η φύση και η έκταση της κρίσης σε συνάρτηση  με το ατομικό προφίλ του Αιτητή, θεωρώ ότι δεν εγείρονται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του και συγκεκριμένα στην πόλη Kumba της Νοτιοδυτικής Περιφέρειας του Καμερούν. 

 

Επομένως, σύμφωνα με τις σχετικές πληροφορίες που παρατέθηκαν και ανωτέρω, διαπιστώνεται ότι η κατάσταση ασφαλείας στο νοτιοδυτικό Καμερούν δεν ισοδυναμεί με διεθνή ή/και εσωτερική ένοπλη σύρραξη και, συνεπώς, δε μπορεί να τύχει εφαρμογής το άρθρο 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ 

 

Λαμβάνοντας υπόψη τα όσα ανωτέρω αναπτύχθηκαν, είναι η κατάληξη μου ότι ορθώς και επί της ουσίας κρίθηκε ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεών του. Περαιτέρω, ορθώς θεωρήθηκε ότι δεν κατάφερε να τεκμηριώσει την ύπαρξη ουσιωδών λόγων να πιστεύεται ότι εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, ως αμφότερες αυτές οι έννοιες ορίζονται από την οικεία νομοθεσία (άρθρα 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου). 

 

Με βάση το σύνολο των ενώπιόν μου δεδομένων, όπως έχω αναλύσει ανωτέρω, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Ενόψει την κατάληξης μου αναφορικά με την πάσχουσα νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης, θεωρώ ορθό και δίκαιο υπό τις περιστάσεις να μην επιδικάσω έξοδα. Υπό το φως της ανάλυσης της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, ως έχει παρατεθεί ανωτέρω, αυτή επικυρώνεται ως προς την κατάληξή της, ήτοι ότι η αίτηση του Αιτητή για διεθνή προστασία απορρίπτεται, χωρίς έξοδα.

 

 

 

 

Ε. Ρήγα,  Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 

 

 



[1] Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου», Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552.

[2] Σύμφωνα με τον Κανονισμό 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 : « Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικοί Κανονισμοί (Αρ.1) του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας  από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ΄ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού   Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο ».

[3] Ζωμενή-Παντελίδου ν. Α.Η.Κ.Υποθ. Αρ. 108/2006, ημερ. 26.07.2007

[4] Βλ. σχετικώς, απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Χριστοδουλίδης ν. Πανεπιστήμιο Κύπρου, ECLI:CY:AD: 2018:C344,  Α.Ε. 95/2012, ημερ. 06.07.2018, ECLI:CY:AD:2018:C344, ECLI:CY:AD:2018:C344

[5] «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π.  Σπηλιωτόπουλος, 14η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου», Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 247 και «Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο», Εκδόσεις Σάκκουλα Έκτη Έκδοση, 2014, Π. Δ. Δαγτόγλου, σ. 552.

[6] Άρθρο 11(3) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (N. 73(I)/2018).

[7] global press Journal, Police Actions at protests need scrutiny, Cameroonians say, 20/02/2017, , https://globalpressjournal.com/africa/cameroon/police-actions-protests-need-scrutiny-cameroonians-say/

[8] France 24,Students in Cameroon beaten and intimidated for protesting, 01/12/2016, https://observers.france24.com/en/20161201-students-cameroon-beaten-humiliated-protesting

[9] All Africa, Killings, rape and torture scare students from campuses, 30/12/2016, https://allafrica.com/stories/201612300442.html

[10] Cameroon News Agency, Plice arrest, Tear Gas UB students, 26/04/2017, https://cameroonnewsagency.com/police-arrest-and-tear-gas-ub-students/

[11] Centre of human rights and democracy in Africa, Torture of University of Buea Students: 2 years after, 28/11/2018, , https://www.chrda.org/torture-of-university-of-buea-students-2-years-after/

[12] (7Α)(α) Οι αποφάσεις επί των αιτήσεων λαμβάνονται μετά τη δέουσα εξέταση των αιτήσεων, σε εξατομικευμένη βάση, αντικειμενικά και αμερόληπτα, μετά από τη λήψη συγκεκριμένων και ακριβών πληροφοριών από διάφορες πηγές, όπως την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο, την Υπάτη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες και τις σχετικές διεθνείς οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων ως προς τη γενική κατάσταση στις χώρες ιθαγένειας των αιτητών και, όπου χρειάζεται, στις χώρες μέσω των οποίων διήλθαν∙  ο Προϊστάμενος μεριμνά ώστε ο ίδιος και το προσωπικό της Υπηρεσίας Ασύλου το οποίο είναι υπεύθυνο για την εξέταση αιτήσεων και την υποβολή εισηγήσεων για απόφαση να έχουν πρόσβαση στις προαναφερόμενες πληροφορίες.

[13] Global organized crime index, Cameroon, 2023, https://ocindex.net/country/cameroon όπου αναφέρεται ότι: «Η εμπορία ανθρώπων στη χώρα, η οποία συνδέεται κυρίως με οικονομικά ευάλωτα και περιθωριοποιημένα άτομα, όπως εσωτερικά εκτοπισμένοι και πρόσφυγες, έχει επιδεινωθεί από τη σύγκρουση στον μακρινό βορρά (επαρχία Δυτικής Αφρικής του Ισλαμικού Κράτους (ISWAP) και Jama'atu Ahlis Sunna, την εξέγερση Lidda'adati wal-Jihad (JAS) και στα νοτιοδυτικά/βορειοδυτικά την αγγλόφωνη αυτονομιστική σύγκρουση που έχουν δημιουργήσει μεγάλο αριθμό εκτοπισμένων ατόμων, μειωμένη αστυνομική και δικαστική παρουσία και διαταραγμένη οικονομία και εκπαιδευτικό σύστημα.  (…)Τα θύματα υφίστανται επίσης εκμετάλλευση στο εξωτερικό, με δόλιους μεσίτες εργασίας που διευκολύνουν τη διακίνηση στη Μέση Ανατολή, ιδιαίτερα στο Κουβέιτ και τον Λίβανο στην Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένης της Ελβετίας και της Κύπρου.»

[14] USDOS, 2023 trafficking in persons report, Cameroon, https://www.state.gov/reports/2023-trafficking-in-persons-report/cameroon/

[15] Ο.π.

[16] ο.π.

[17] OCHA, Cameroon Situation Report 1-31 January 2023, 15 Μαρτίου 2023, https://reports.unocha.org/en/country/cameroon/?_gl=1%2aa5vie3%2a_ga%2aNTMxNDY2MzQzLjE2NzU2ODI0NjE.%2a_ga_E60ZNX2F68%2aMTY3NTY4MjQ2MS4xLjEuMTY3NTY4MzI5Ni4yOC4wLjA

[18] Dashboard, Armed Conflict Event & Location Event (ACLED), Cameroon, Sud Οuest, 19/01/2023-19/01/2024], https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard

[19] Knoema, World data Atlas, Cameroon, south west region population, https://knoema.com/atlas/Cameroon/South-West

[20] Rulac, 'Non-international armed conflict in Cameroon',  https://www.rulac.org/news/a-non-international-armed-conflict-against-boko-haram-in-cameroons-far-nort,


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο