ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθ. Αρ.: 2834/23

 

 12 Ιανουαρίου, 2024

[Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

E.C.E., από την Νιγηρία.

Αιτητής

-και-

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ' ων η Αίτηση

Εμφανίσεις:

Μ. Χριστοφορίδου (κα) για Δημήτριος Α. Παυλίδης και Συνεργάτες ΔΕΠΕ, Δικηγόροι για τον Αιτητή.

Α. Φιλίππου (κος), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα, Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, επιστολής ημερομηνίας 04/08/23, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, ως άκυρη, αντισυνταγματική, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε νόμιμου αποτελέσματος.

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Ο Αιτητής υπήκοος Νιγηρίας υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία στις 28/07/22, ακολούθησε η συνέντευξη του στις 10/07/23 και στις 27/07/23 η έκθεση/εισήγηση του λειτουργού. Ο εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε την έκθεση/εισήγηση και αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης στις 30/07/23, απόφαση που αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Ο Αιτητής, μέσω του δικηγόρου του, υποστηρίζει ότι η Νιγηρία δεν μπορεί να θεωρηθεί ασφαλής χώρα στη βάση πηγών πληροφόρησης, καθότι υπάρχουν παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ένοπλες συγκρούσεις που καθιστούν επικίνδυνη την επιστροφή του. Υποστηρίζει, επίσης, ότι η Υπηρεσία Ασύλου δεν καθοδηγήθηκε από επίσημες πηγές πληροφόρησης και απέρριψε την αίτηση ασύλου του χωρίς να γίνει εξατομικευμένη αξιολόγηση της περίπτωσης του και χωρίς να διεξαχθεί δέουσα έρευνα για τις συνθήκες που επικρατούν στην χώρα καταγωγής του κατά παράβαση των σχετικών προνοιών του περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2023 (Ν. 6(Ι)/2000). Οι Καθ΄ ων η Αίτηση δεν του έδωσαν το ευεργέτημα αμφιβολίας, ούτε ακολουθήθηκε η προβλεπόμενη διαδικασία συνέντευξης, κατά παράβαση του Άρθρου 13Α των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2023 (Ν. 6(Ι)/2000). Αναφέρει, επίσης, ότι η απόφαση είναι πεπλανημένη και αναιτιολόγητη.

 

Οι Καθ' ων η Αίτηση απαντούν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε μετά από δέουσα έρευνα και αφού λήφθηκαν δεόντως υπόψη όλα τα ουσιώδη στοιχεία, γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης με αποτέλεσμα η επίδικη πράξη να είναι δεόντως αιτιολογημένη. Είναι η θέση των Καθ΄ ων η Αίτηση ότι ορθά και εύλογα κατέληξαν ότι ο Αιτητής ήταν αναξιόπιστος και σε καμία περίπτωση δεν έχει εμφιλοχωρήσει οποιασδήποτε μορφής πλάνη κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Μετά από αξιολόγηση των ισχυρισμών του Αιτητή που προβάλλονται μέσω του συνηγόρου του στο δικόγραφο της προσφυγής του διαπιστώνω ότι ένα μεγάλο μέρος αυτών δεν αναπτύσσεται στην Γραπτή Αγόρευση, επομένως θεωρώ ότι έχουν εγκαταλειφθεί. Πέραν τούτου, διαπιστώνω ότι αρκετοί ισχυρισμοί που καταγράφονται στην Γραπτή Αγόρευση περιορίζονται μόνο στην επανάληψη κανόνων δικαίου και διατάξεων νόμων χωρίς να γίνεται υπαγωγή τους σε πραγματικά γεγονότα και νομικά δεδομένα της υπόθεσης με αποτέλεσμα να καθίστανται ανεπαρκούς αιτιολόγησης. Επισημαίνεται δε ότι με βάση τον Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, που εφαρμόζονται κατ΄ αναλογία και από το παρόν Δικαστήριο (Βλέπε Κανονισμό 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας  Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έως 2022, (3/2019), επιβάλλεται η υποχρέωση στον αιτητή μέσω του δικηγόρου του να αιτιολογεί πλήρως τους λόγους ακύρωσης. Επομένως, δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτοί τέτοιοι ισχυρισμοί διότι με αυτό τον τρόπο το Δικαστήριο, παρόλο που ασκεί και έλεγχο ουσίας, θα οδηγείτο σε συζήτηση σχεδόν οιουδήποτε θέματος κατά παράβαση των δικονομικών διατάξεων και του ρόλου που διαδραματίζουν στον καθορισμό των επίδικων θεμάτων και της διεξαγωγής της διοικητικής δίκης. (Βλέπε σχετικά, Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Latomia Estate Ltd v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672, Δημοκρατία ν. Σπύρου (2007) 3 Α.Α.Δ. 533, Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 Α.Α.Δ. 598) Ούτε μπορούν να γίνουν αποδεκτοί ισχυρισμοί που εγείρονται για πρώτη φορά στην Γραπτή Αγόρευση που δεν έχουν καταγραφεί στο δικόγραφο της προσφυγής (Βλέπε σχετικά Φλωρεντία Πετρίδου ν. Επιτρο­πής Δημόσιας Υπηρεσίας, (2004) 3 Α.Α.Δ. 636).

 

Λαμβάνοντας υπόψη τις πιο πάνω νομολογιακές αρχές που εφαρμόζονται και στην παρούσα υπόθεση, προχωρώ να εξετάσω λόγους ακύρωσης που πληρούν τις προϋποθέσεις αιτιολόγησης και μπορούν να συνδεθούν με πραγματικά γεγονότα και νομικά σημεία της υπόθεσης.

 

Αναφορικά με τον ισχυρισμό του Αιτητή για παραβίαση του Άρθρου 13Α των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2023 (Ν. 6(Ι)/2000) διαπιστώνω από τα στοιχεία του διοικητικού του φακέλου (στο εξής «ΔΦ») ότι ενημερώθηκε πλήρως από τον λειτουργό για τη διαδικασία της συνέντευξης, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του. Κατά την συνέντευξη του έγιναν επαρκείς ερωτήσεις από τον λειτουργό για να καλύψει τόσο τον πυρήνα του αιτήματος του, όσο και τα επιμέρους ζητήματα που τον αφορούν, και ακολουθήθηκε η ορθή διερευνητική διαδικασία. Θεωρώ ότι οι πλείστες ερωτήσεις ήτο ανοικτού τύπου όπου ο Αιτητής μπορούσε να αναφέρει ό,τι επιθυμούσε, είχε την ευκαιρία να προσθέσει στοιχεία και να συμπληρώσει τις οποιεσδήποτε δηλώσεις του. Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης δεν ασκήθηκε οποιαδήποτε πίεση και η διαδικασία συνέντευξης έγινε στην Αγγλική γλώσσα, κατανοητή στον Αιτητή. Υπάρχει δε υπογραφή του Αιτητή και του εξεταστή σε κάθε σελίδα της συνέντευξης του, ενώ και στο τέλος του εντύπου της συνέντευξης ο Αιτητής πιστοποίησε με την υπογραφή του επιβεβαιώνοντας τις πληροφορίες και απαντήσεις του που καταγράφηκαν κατά τη συνέντευξη και ότι έλαβε γνώση του περιεχομένου τους. (ερυθρά 14-13 ΔΦ) Εξάλλου, εάν ο Αιτητής δεν αντιλαμβανόταν την διαδικασία ή την οποιαδήποτε ερώτηση θα μπορούσε να ζητήσει διευκρινίσεις (Βλέπε Abul Kalam Kalam ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 585). Δεν προνοείται από τον Νόμο και/ή την νενομισμένη διαδικασία να υπάρχει προκαθορισμένη χρονική διάρκεια για την διενέργεια της συνέντευξης (Βλέπε σχετικά Υποθ. Αρ. 1694/11, Noel De Silva ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω 1. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, 2. Υπουργείου Εσωτερικών και Μετανάστευσης Επαρχιακό Γραφείο Τμήματος Αλλοδαπών και Μετανάστευσης, 3. Υπηρεσίας Ασύλου, ημερ.07/02/2014) Συνεπώς, δεν εντοπίζω οτιδήποτε παράτυπο, παράνομο και μεμπτό στην διαδικασία που ακολουθήθηκε που μπορεί να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

Το Δικαστήριο αντλώντας τις εξουσίες που ορίζονται στο Άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2023 (Ν. 73(I)/2018), προχωρεί σε εξέταση της ουσίας της αίτησης του Αιτητή σε συνδυασμό με τους εγειρόμενους λόγους ακύρωσης που αφορούν έλλειψη δέουσας έρευνας, ανεπαρκούς αιτιολόγησης και πλάνης της προσβαλλόμενης πράξης. Επίσης, λαμβάνονται δεόντως υπόψη οι ισχυρισμοί γεγονότων που πρόβαλε ο Αιτητής μέσω των δικηγόρων του κατά την ενώπιον μου διαδικασία, ο ισχυρισμός ότι δεν του δόθηκε το ευεργέτημα της αμφιβολίας ως προνοείται στο Άρθρο 13(4) των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2023 (Ν. 6(Ι)/2000), καθώς και οι ισχυρισμοί περί μη εξατομικευμένης αξιολόγησης της περίπτωσης του και μη δέουσας έρευνας για τις συνθήκες που επικρατούν στην χώρα καταγωγής του κατά παράβαση των Άρθρων 17 και 18(3) των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2023 (Ν. 6(Ι)/2000).

 

Τα προσωπικά στοιχεία και προφίλ του Αιτητή έγιναν αποδεκτά από την Υπηρεσία Ασύλου (ερυθρά 35 ΔΦ). Απορρίφθηκε, όμως η κατ΄ ισχυρισμό δίωξη του από τον θείο του λόγω κτηματικής διαφοράς για την γη του πατέρα του. Κρίθηκε ο Αιτητής ως εσωτερικά αναξιόπιστος καθότι δεν ήταν σε θέση να παράσχει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες, (ερυθρό 34-32 ΔΦ) ειδικότερα:

- ασαφής και μη ικανοποιητικός ήτο στις απαντήσεις του αναφορικά με τις απειλές που δέχθηκε από τον θείο του,

- ενώ του δόθηκαν ευκαιρίες να παράσχει λεπτομέρειες των προβλημάτων/απειλών/περιγραφής της μορφής δίωξης οι απαντήσεις του ήτο γενικές και αόριστες,

- μη ευλογοφανείς και ασυνεπείς κρίθηκαν οι απαντήσεις του σε σχέση με το πως προστάτευσε τον εαυτό του και μέτρα τα οποία έλαβε για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα με τον θείο του,

 

Το Δικαστήριο αφού διεξήλθε των λεπτομερειών της συνέντευξης διαπιστώνει, όπως και η εισήγηση του λειτουργού, ότι δεν θα μπορούσε να γίνει αποδεκτό αυτό το μέρος του αφηγήματος του Αιτητή. Ούτε παρείχε κάθε διαθέσιμη βοήθεια στον εξεταστή για τη διαπίστωση των στοιχείων της υπόθεσής του, ούτε τεκμηρίωσε τους ισχυρισμούς του με επαρκή λεπτομέρεια (Βλέπε Άρθρο 18 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000), βλέπε επίσης Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων, Μάρτιος 2015, σελ.11[1]). Η έλλειψη συνοχής και λεπτομερειών, όπως και οι γενικές και αόριστες απαντήσεις που παρουσιάστηκαν από Αιτητή δημιουργούν σοβαρά ερωτηματικά ως προς την γενική αξιοπιστία του καθότι ούτε σε διευκρινιστικές ερωτήσεις του λειτουργού για αριθμό ζητημάτων ήταν ικανός να παράσχει ικανοποιητικές απαντήσεις[2]. Σύμφωνα, επίσης, και με την § 205 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών, ο Αιτητής θα έπρεπε:

 

«(i) να λέει την αλήθεια και να βοηθά τον εξεταστή με κάθε δυνατό τρόπο με την τεκμηρίωση των ισχυρισμών του με κάθε δυνατό τρόπο.

(ii) Να κάνει προσπάθεια να υποστηρίξει τα λεγόμενά του με κάθε διαθέσιμο τεκμήριο και να δώσει ικανοποιητική επεξήγηση για κάθε απουσία τεκμηρίων. Αν είναι αναγκαίο πρέπει να καταβάλει προσπάθεια να προσκομίσει επιπρόσθετα τεκμήρια.

(iii) Να παρέχει όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν τον εαυτό του και τις προγενέστερες εμπειρίες του με όσο το δυνατόν περισσότερες λεπτομέρειες για να καταστήσει ικανό τον εξεταστή να αποδείξει τους σχετικούς ισχυρισμούς.  Αναμένεται ότι θα του ζητηθεί να δώσει μια συνεκτική εξήγηση όλων των λόγων που επικαλείται για υποστήριξη του αιτήματός του για προσφυγικό καθεστώς και θα πρέπει να απαντήσει σε όλες τις ερωτήσεις που θα του υποβληθούν.»

 

Ούτε θα μπορούσε να τύχει του ευεργετήματος της αμφιβολίας το οποίο δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντα. (Βλέπε §204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Από τα γεγονότα της περίπτωσης του σε συνάρτηση με τα στοιχεία του φακέλου και τις αιτιάσεις του δεν προκύπτει να συντρέχουν στο πρόσωπο του εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά κριτήρια που μπορούν να στοιχειοθετήσουν το γεγονός ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή λόγω δικαιολογημένου φόβου δίωξης (§37-38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Δεν έπεισε για το υπαρκτό των απειλών του θείου του. Ακόμα δε και εάν γινόταν αποδεκτό το αφήγημα του δεν τεκμηριώνεται ότι ανήκει σε οποιαδήποτε πολιτική, θρησκευτική, εθνική, στρατιωτική ή κοινωνική οργάνωση ή ομάδα στη χώρα καταγωγής του που να αντιμετωπίζει δίωξη, ενώ σε περίπτωση επιστροφής του δεν θα αντιμετωπίσει οποιοδήποτε πρόβλημα από τις αρχές της χώρας του. Δεν έχει τεκμηριώσει με τις αιτιάσεις του ότι έχει καταδικασθεί, συλληφθεί, ή καταζητείται είτε από τις αρχές της χώρας του είτε από άλλους φορείς δίωξης (Βλέπε Άρθρα και του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000). Ούτε οι αδιευκρίνιστες απειλές που προβάλει πληρούν τα κριτήρια μορφής δίωξης ως οι πρόνοιες του Άρθρου 3Γ του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023,(Ν.6(Ι)/2000).

 

Ούτε η περίπτωση του Αιτητή εμπίπτει στις προϋποθέσεις παροχής σε αυτόν καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. Ο λειτουργός εξέτασε κατά πόσο ο Αιτητής θα υπόκειτο σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής σε οποιαδήποτε τέτοια σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη ως προσδιορίζεται στο Άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000), καταλήγοντας ότι τέτοιος κίνδυνος δεν υφίσταται. Ουδείς εκ των ισχυρισμών που πρόβαλε τεκμηριώνει την ύπαρξη ουσιωδών λόγων ώστε να πιστεύεται ότι ο ίδιος προσωπικά, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, θα υποβληθεί σε κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, βάσει του Άρθρου 15, εδάφια (α) και (β), της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ[3] που αντιστοιχεί στο Άρθρο 19(2), εδάφια (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν. 6(Ι)/2000). Ειδικά δε ως προς το σκέλος της διακινδύνευσης λόγω βίας ασκούμενης αδιακρίτως σε καταστάσεις ένοπλης σύρραξης, ο λειτουργός σημειώνει ότι βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης επιβεβαιώνεται ότι στην περιοχή του Αιτητή δεν παρατηρούνται συνθήκες ένοπλων συγκρούσεων. Σημειώνεται ότι, ο ίδιος σε κανένα στάδιο της διαδικασίας αξιολόγησης της αίτησης του ανέφερε ότι κινδυνεύει λόγω ένοπλης σύρραξης στη χώρα του, ενώ από αναθεωρημένη έρευνα του Δικαστηρίου[4] (σε αντίθεση με όσα παραπέμπει μέσω της Γραπτής του Αγόρευσης που δεν συνδέονται ουσιωδώς με την περίπτωση του) επιβεβαιώνονται τα ευρήματα του λειτουργού.

 

Λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι ο Υπουργός Εσωτερικών στα πλαίσια των εξουσιών του Άρθρου 12 Β τρις του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023,(Ν.6(Ι)/2000), με την Κ.Δ.Π. 166/2023 ημερ.26/05/23 ορίζει την χώρα καταγωγής του Αιτητή ως ασφαλή χώρα ιθαγένειας, ο ίδιος δεν έχει τεκμηριώσει ότι στην χώρα του δεν είναι ασφαλής λόγω των ειδικών του περιστάσεων. 

 

Επομένως, με βάση όλα τα ανωτέρω δεν διαπιστώνω ελλιπή έρευνα αλλά ούτε πλάνη περί το νόμο και των πραγματικών δεδομένων που λήφθηκαν υπόψη από την Υπηρεσία Ασύλου κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης (Βλέπε  Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 ). Η επάρκεια της αιτιολογίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τα πραγματικά και νομικά περιστατικά της υπόθεσης, ενώ η αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης συμπληρώνεται και/ή αναπληρώνεται μέσα από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου του Αιτητή ήτοι της έκθεσης/εισήγησης του λειτουργού η οποία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της απόφασης του εξουσιοδοτημένου από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιου λειτουργού, όπως επίσης και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας με αποτέλεσμα να καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος (Βλέπε Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ.270).

 

Το Δικαστήριο μετά από έλεγχο νομιμότητας/ορθότητας και πραγματικό έλεγχο των περιστάσεων του Αιτητή, όπως αναλύεται ανωτέρω, καταλήγει στο ίδιο εύρημα ότι δηλαδή δεν μπορεί να του αναγνωριστεί το καθεστώς του πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας.

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται με €1300 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

                              

 

 

 

 

                          Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 

 

 



[1] «Κατά κανόνα, όσο περισσότερες λεπτομέρειες αναφέρονται και διατίθενται τόσο καλύτερη είναι η εικόνα που σχηματίζεται. Αυτό αφορά το γεγονός ότι τα γεγονότα που έχει πράγματι βιώσει κάποιος αναφέρονται με περισσότερη παραστατικότητα και αυθορμητισμό. Ωστόσο, ο χειριστής πρέπει να θυμάται ότι μπορεί να υπάρχει εύλογη εξήγηση σχετικά με το γιατί ο αιτών / η αιτούσα δεν μπορεί να ανακαλέσει στη μνήμη του λεπτομέρειες ενός συγκεκριμένου γεγονότος και πρέπει να λαμβάνει υπόψη του πιθανές στρεβλώσεις (βλ. επίσης ενότητα 2.4 σχετικά με τους παράγοντες που θα μπορούσαν να προκαλέσουν στρεβλώσεις). Κατά συνέπεια, η έλλειψη λεπτομερειών δεν επηρεάζει την αξιοπιστία σε όλες τις περιπτώσεις. Η πτυχή της ιδιαιτερότητας αφορά τις προσωπικές, ατομικές περιστάσεις και τον τρόπο με τον οποίο βιώνεται και εκφράζεται ένα γεγονός. Η βασική ιστορία πολλών υποθέσεων μπορεί να είναι ιδιαίτερα παρεμφερής, αλλά κάθε υπόθεση έχει τις δικές της μεμονωμένες ιδιαιτερότητες οι οποίες την καθιστούν μοναδική. Σε τέτοιες περιπτώσεις, ενδέχεται να είναι χρήσιμο να μη μένετε πολύ προσηλωμένοι στα κύρια στοιχεία των ισχυρισμών, αλλά να θέτετε περισσότερα ερωτήματα σχετικά με το γεγονός και με τον τρόπο αυτό να διαπιστώσετε τις ιδιαιτερότητες. Εάν η μαρτυρία του αιτούντος / της αιτούσας δεν χαρακτηρίζεται από ιδιαιτερότητα, αυτό ίσως αποτελεί ένδειξη έλλειψης αξιοπιστίας. Συνήθως, η προσωπική συνέντευξη αποτελεί τη σημαντικότερη πηγή πληροφοριών για τη συλλογή όσο το δυνατόν περισσότερων λεπτομερειών και εξειδικευμένων πληροφοριών και εξαρτάται πολύ από τις δεξιότητες λήψης συνέντευξης του χειριστή (δημιουργία καλής ατμόσφαιρας, ορθές τεχνικές συνέντευξης, βασικές γνώσεις για την υπόθεση) ώστε να εκμαιεύσει τις ουσιώδεις λεπτομέρειες»

[2] EYAA, Evidence and Credibility Assessment in the Context of the Common European Asylum System, Judicial Analysis 2nd Edition, February 2023, σελ.122-123

[3] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας

[4] https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο