ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθεση Αρ.:  3810/ 2023

25 Ιανουαρίου 2024

[Β.ΚΟΥΡΟΥΖΙΔΟΥ ΚΑΡΛΕΤΤΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

                                   S.O.I. από τη Νιγηρία

                                                                                          Αιτήτρια              

ΚΑΙ

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

                                                                                    Καθ' ων η Αίτηση

 

Η Αιτήτρια εμφανίζεται προσωπικά.

Ν. Ιερωνυμίδης  (κος) , Δικηγόρος για  τους Καθ' ων η Αίτηση.

Ραφαήλ Ευαγγέλου, Διερμηνέας, παρών για πιστή μετάφραση από την Ελληνική στη Αγγλική και αντίστροφα.

 

Α Π Ο Φ Α ΣΗ

Η Αιτήτρια με την παρούσα προσφυγή προσβάλλει τη νομιμότητα  της απόφασης των Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 12/9/23, με την οποία απορρίφθηκε η αίτησή της για χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Η Αιτήτρια, είναι υπήκοος της Νιγηρίας. Εισήλθε στη Δημοκρατία παράνομα και υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία στις 28/06/2022, οπότε και παρέλαβε τη βεβαίωση υποβολής αιτήματος. Στις 31/08/2023 και 11/9/2023 διεξάχθηκαν συνεντεύξεις στην Αιτήτρια από αρμόδιο Λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου. Στις 12/09/2023 ο αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε έκθεση / εισήγηση με την οποία εισηγείτο την απόρριψη του αιτήματος της Αιτήτριας για παροχή διεθνούς προστασίας. Ο εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε την εισήγηση στις 12/09/2023. Στις 13/09/2023 η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε απορριπτική επιστολή μαζί με αιτιολόγηση της απόφασης σχετικά με το αίτημα της Αιτήτριας, η οποία παραλήφθηκε και υπογράφηκε ιδιοχείρως από την Αιτήτρια στις 4/10/2023. 

ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ ΑΙΤΗΤΡΙΑΣ

Η Αιτήτρια, στο πλαίσιο του αιτήματός της για άσυλο, δήλωσε γεννηθείς στις 23.10.1992 στη Νιγηρία, χριστιανικού θρησκεύματος και άγαμη ως προς την οικογενειακή της κατάσταση. Ανέφερε πως στις 6.03.2022 εγκατέλειψε αεροπορικώς τη χώρα καταγωγής του και κατέφθασε στις κατεχόμενες από την Τουρκία περιοχές και πέρασε στις ελεύθερες περιοχές της Δημοκρατίας στις 17.06.2023. Ως προς τους λόγους εγκατάλειψης της χώρας καταγωγής της, με την αίτηση της για διεθνή προστασία ανέφερε πως η ζωή της απειλείται και ότι  ο φίλος της που είναι μέλος του <<Eiye brotherhood fraternity >> τραυματίστηκε στο πόδι από πυροβολισμό σε καυγά εντός του σπιτιού τους.  Ωστόσο κατά την συνέντευξη ισχυρίστηκε ότι είναι  θύμα απαγωγής από το Eyie Cult λόγω ότι ο σύντροφος της ήταν μέλος του Black Axe Cult . 

Περαιτέρω στο πλαίσιο της συνέντευξης ασύλου που διενεργήθηκε, η Αιτήτρια ως προς τα προσωπικά του στοιχεία δήλωσε ότι είναι Νιγηριανή υπήκοος και ανέφερε ότι περιοχή καταγωγής της είναι η πόλη Umokpe, Uhunmwode LGA, Edo State, μετέβηκε το 2008 στο British America, Jos North, Plateau State και χώρος διαμονής της apo to 2021 μέχρι και την αναχώρηση από την χώρα Benin City, Edo State. Ανέφερε ότι είναι ελεύθερη, χριστιανή, μιλά Αγγλικά και Benin. Ανέφερε ότι ολοκλήρωσε την δευτεροβάθμια εκπαίδευση της το 2008 στο Rooth Grammar School και στην συνέχεια ολοκλήρωσε τις σπουδές της στην Ψυχολογία, το 2014, στο Ambrose Ali University . Ανέφερε ότι με την ολοκλήρωση των σπουδών της, εργαζόταν με τον πατέρα της ως προσωπικός βοηθός του στις φάρμες όπου είχε (Π.Β. ερ.20χ4-χ5). Στην συνέχεια ανέφερε, ότι κατά την διάρκεια του NYSC, εργάστηκε χωρίς πληρωμή για 1 χρόνο, το 2014-2015, σε μία ΜΚΟ, και συγκεκριμένα στο Institute of Governance and Social Research .

Ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, η Αιτήτρια δήλωσε ότι δεν είχε να προσθέσει οτιδήποτε σχετικά με τη αφήγηση της και τους λόγους που αιτήθηκε διεθνούς προστασίας.  Αφίχθηκε στις  κατεχόμενες περιοχές με άδεια φοίτησης .  

Εκ προοιμίου, παρατηρώ ότι η Αιτήτρια αναφέρει στο πλαίσιο του εισαγωγικού δικογράφου της παρούσας διαδικασίας την επιθυμία της να υποβάλει ένσταση κατά της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου εξαιτίας του κινδύνου ζωής τον οποίο αντιμετωπίζει στη χώρα καταγωγής.

Ωστόσο, δεδομένου του γεγονότος ότι η Αιτήτρια εμφανίζεται ενώπιον του Δικαστηρίου άνευ συνηγόρου, προσωπικά, ο Κανονισμός 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962 δεν τυγχάνει εφαρμογής στην περίπτωσή της. Αυτό συνεπάγεται ότι ο Αιτητής δεν είναι υποχρεωμένος να θέσει με την προσφυγή του τα νομικά σημεία επί των οποίων αυτή στηρίζεται και να τα αιτιολογήσει πλήρως.

Οι Καθ' ων η αίτηση προβάλλουν ότι η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου είναι ορθή, νόμιμη, δεόντως αιτιολογημένη, λήφθηκε δε σύμφωνα με το το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, τη σχετική νομοθεσία και με τους βάσει αυτής εκδοθέντες Κανονισμούς καθώς και με τις αρχές της φυσικής δικαιοσύνης, τις Γενικές Αρχές του Διοικητικού Δικαίου, μετά από δέουσα έρευνα και ορθή ενάσκηση της διακριτικής εξουσίας των Καθ' ων η Αίτηση, αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα ουσιώδη στοιχεία, γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης. Ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, υποστήριξαν ότι ο Αιτητής δεν έχει κατορθώσει να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς του ούτε κατά το στάδιο της διοικητικής ούτε κατά το στάδιο της δικαστικής διαδικασίας. 

KΑΤΑΛΗΞΗ

Έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, κυρίως των όσων η Αιτήτρια δήλωσε με την αίτηση της για διεθνή προστασία όσο και κατά την διάρκεια της συνέντευξης της ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, καθώς δεν έχει δηλώσει οτιδήποτε περαιτέρω ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου.

Συγκεκριμένα κατά τη διάρκεια της συνέντευξής της, ισχυρίστηκε ότι μετά τον θάνατο του πατέρα της, μετακόμισε στο Benin City και  συγκατοικούσε με τον σύντροφο της .  Η Αιτήτρια  ανέφερε ότι μία μέρα  γύρισε στο σπίτι τους  ο σύντροφος της και ήταν ανήσυχος και την ενημέρωσε ότι έπρεπε να φύγουν από το σπίτι όπου διέμεναν και να μεταβούν σε ένα φιλικό τους σπίτι. Ακολούθως η Αιτήτρια  τον ρώτησε  γιατί έπρεπε να φύγουν και την ενημέρωσε αργότερα ότι ο εκείνος είχε καυγά με κάποιον ο οποίος βρισκόταν στο νοσοκομείο και ότι τώρα τον ψάχνουν. Η Αιτήτρια  πρόσθεσε ότι το επόμενο πρωί ο σύντροφος της έφυγε από το σπίτι που διέμεναν και ο φίλος του, την ενημέρωσε ότι ο σύντροφος της ήταν ηγετικό μέλος μίας συμμορίας, την λεγάμενη Black Axe, και είχε προβλήματα με την συμμορία Eiye. Συγκεκριμένα της ανέφερε ότι  μετέβησαν σε ένα σπίτι για να κτυπήσουν  κάποιον και βρήκαν την γυναίκα του, την οποία έδειραν και βίασαν, και τώρα ψάχνουν τον σύντροφο της Αιτήτριας  και αν δεν τον βρουν θα ψάξουν την ίδια. Στη συνέχεια η Αιτήτρια, πρόσθεσε ότι το επόμενο βράδυ επικοινώνησε ο σύντροφος της μαζί της και της επιβεβαίωσε όσα ο φίλος του, της είπε και την ενημέρωσε ότι θα  προβεί σε διευθετήσεις για εκείνη και να παραμείνει στο σπίτι του φίλο του για την ώρα. Επίσης, η Αιτήτρια  ανέφερε ότι μερικές μέρες αργότερα, έλαβε ένα μήνυμα από την συμμορία Eiye, ενημερώνοντας την ότι έχουν την φωτογραφία της ίδιας και του συντρόφου της και ότι όπως κακοποιήθηκε  εκείνη η γυναίκα, θα  το υποστεί και η ίδια, αν δεν βρουν τον σύντροφο της. Η Αιτήτρια δήλωσε ότι πήγε στην αστυνομία για να κάνει καταγγελία και της είπαν ότι θα την ενημερώσουν σε 2 μέρες. Επιπλέον, η Αιτήτρια ανέφερε ότι μετέβηκε στην αστυνομία μετά από 3 μέρες, καθώς δεν την ενημέρωσαν και της είπαν  να επιστρέψει στο σπίτι της  και να περιμένει. Το συγκεκριμένο βράδυ η Αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι καθώς ήταν στο μπάνιο, άκουσε κάποιον να κτυπά την πόρτα και καθώς άνοιξε αντίκρισε 3 άνδρες, οι οποίοι την μετέφεραν χωρίς την θέληση της σε ένα βαν και ακολούθως σε ένα υπό κατασκευή κτίριο, όπου την έδειραν και τη βίασαν. Ακολούθως, η Αιτήτρια  δήλωσε ότι μετά από 3 ημέρες κατάφερε να αποδράσει και να μεταβεί στην εκκλησία της κοινότητας. Εκεί η Αιτήτρια  αιμορραγούσε και κατάλαβε ότι ήταν έγκυος. Στη συνέχεια ανέφερε ότι ο πάστορας την βοήθησε να εγκαταλείψει την χώρα καταγωγής της και να μεταβεί στην Κύπρο .

Σχετικά με αυτό το μέρος του αιτήματος, η Αιτήτρια  δεν ήταν σε θέση να δώσει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες σε θέματα που άπτονται στην υπό ισχυρισμό δίωξη της . Επιπλέον, οι ισχυρισμοί της παρουσιάζονται με επιπολαιότητα, γενικότητα και αοριστία. Στις αναφορές της επίσης, υπάρχουν ουσιώδης  αντιφάσεις.

Ο αρμόδιος λειτουργός  της Υπηρεσίας Ασύλου σχημάτισε τρείς ουσιώδεις ισχυρισμούς. Ο μεν πρώτος αφορούσε την ταυτότητα, τη χώρα καταγωγής και τα στοιχεία του προφίλ της Αιτήτριας, ο δε δεύτερος  το καλύτερο μέλλον που επιδιώκει να έχει μακριά από τη χώρα της και τρίτον οι απειλές που δέχτηκε,  η απαγωγή της και ο βιασμός της από την αδελφότητα που ψάχνει τον σύντροφο της. Ο πρώτος και δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός έγιναν αποδεκτοί, καθώς κρίθηκε ότι στοιχειοθετείται τόσο η εσωτερική όσο και η εξωτερική αξιοπιστία αυτής. Ο τρίτος, ωστόσο, ουσιώδης ισχυρισμός έτυχε απόρριψης. Πιο συγκεκριμένα αξιολογήθηκε ότι η Αιτήτρια δεν υπήρξε συνεπής ή λεπτομερής στις δηλώσεις της, καθώς  δεν έδινε ικανοποιητικές απαντήσεις  στις ερωτήσεις οι οποίες τίθεντο και ότι προέκυψαν ουσιώδης αντιφάσεις στα λεγόμενα της . Συνολικά, κρίθηκε πως ο ισχυρισμός του Αιτητή δεν προβλήθηκε με συνέπεια ή την απαιτούμενη επάρκεια λεπτομέρειας. Συγκεκριμένα:

Η Αιτήτρια υπέπεσε σε αντίφαση, καθώς κατά την διάρκεια των συνεντεύξεων της ανέφερε ότι ο σύντροφος της ήταν ηγετικό μέλος της συμμορίας Black Axe, ο φορέας δίωξης της ήταν η συμμορία Eiye και ότι έπεσε θύμα βιασμού και απαγωγής από την συμμορία Eiye. Ωστόσο στην αίτηση για Διεθνής Προστασία την οποία υπόβαλε στο ΚΕΠΥ Πουρνάρα, την οποία υπόγραψε, συμπλήρωσε η ίδια και επιβεβαίωσε ότι όλα τα στοιχεία είναι αληθής ανέφερε ότι ο σύντροφος της ήταν μέλος της συμμορίας Eiye . Σε διευκρινιστικές ερωτήσεις, στις οποίες τις δόθηκε η ευκαιρία να διευκρινίσει αυτή την αντίφαση, η Αιτήτρια δεν αποσαφήνισε, χωρίς να δώσει επαρκείς πληροφορίες απαντώντας γενικά για τις συμμορίες . Σε περαιτέρω ερωτήσεις η Αιτήτρια ανέφερε ότι ο λόγος που στην Αίτηση για Διεθνής Προστασία δεν είπε κάτι περαιτέρω για τα όσα ανέφερε στην πρώτη συνέντευξη, ήταν ότι δεν ήθελε να μιλήσει με λεπτομέρειες, ήθελε να μιλήσει για την ίδια και όχι για αυτούς και ότι δεν ήταν ο εαυτός της επειδή είχε πολλά άτομα εκεί . Θα αναμενόταν από την Αιτήτρια  να γνώριζε ποιος ήταν ο φορέας δίωξης της, ο οποίος την ανάγκασε να εγκαταλείψει την χώρα καταγωγής της, συνεπώς τα λεγάμενα της ΑΔΠ χαρακτηρίζονται από έλλειψη ευλογοφάνειας. Η Αιτήτρια ανέφερε ότι τον σύντροφο της, τον γνώριζε από το δημοτικό και μετακόμισε μαζί του στο Benin λόγω του ότι ήταν φίλος της, ωστόσο δεν γνώριζε ότι ο σύντροφος της ήταν ηγετικό μέλος μίας συμμορίας. Σε διευκρινιστική ερώτηση, η Αιτήτρια αναφέρθηκε χωρίς να δώσει επαρκείς πληροφορίες και αναφέροντας ότι είναι ένα πράγμα που δεν το λες στην οικογένεια σου ή στους φίλους σου. Θα αναμενόταν από την Αιτήτρια, να μπορούσε να ήταν σε θέση να δώσει περισσότερες και ακριβείς απαντήσεις σχετικά τον σύντροφο της και την εμπλοκή του στην συμμορία, αφού πρόκειται για προσωπικά βιώματα της Αιτήτριας και ήταν φίλος της αφότου ήταν παιδιά . Η Αιτήτρια  ανέφερε ότι έλαβε ένα μήνυμα στο κινητό της τηλέφωνο και στην συνέχεια μετέβηκε στην αστυνομία. Η Αιτήτια  υπέπεσε σε αντίφαση και άλλαξε τα λεγάμενα της, καθώς ανέφερε ότι μετέβηκε στην αστυνομία και στην συνέχεια έλαβε μήνυμα στο κινητό της τηλέφωνο. Δόθηκε η ευκαιρία στην Αιτήτρια να διευκρινίσει την αντίφαση και να δώσει περισσότερες πληροφορίες, ωστόσο η Αιτήτρια  παρέμεινε ασαφείς. Επίσης, η Αιτήτρια  ανέφερε ότι πριν να μετέβη στον αστυνομικό σταθμό δεν έλαβε καμία απειλή από την συγκεκριμένη συμμορία και μετέβηκε στον αστυνομικό σταθμό απλώς για να τους ενημερώσει για τα πράγματα που έμαθε για τον σύντροφο της. Θα αναμενόταν από την Αιτήτρια  να δώσει πιο ακριβείς πληροφορίες για τα γεγονότα που βίωσε, καθώς είναι για προσωπικά βιώματα της Αιτήτρια .

Η Αιτήτρια  υπέπεσε σε χρονική ασυνέπεια, καθώς η Αιτήτρια στην ελεύθερη αφήγηση της ανέφερε ότι το ισχυριζόμενο περιστατικό του βιασμού έγινε το βράδυ που την απήγαγαν και ότι μετά από 3 ημέρες κατάφερε να αποδράσει. Ωστόσο, στην συνέχεια, ανέφερε ότι την κρατούσαν 6-7 ημέρες και το ισχυριζόμενο περιστατικό βιασμού έγινε την 3 ημέρα. Δόθηκε η ευκαιρία στην Αιτήτρια  να αποσαφηνίσει την χρονική περίοδο, ωστόσο δεν ήταν σε θέση να δώσει περισσότερες και ακριβής απαντήσεις.

Στη βάση των πιο πάνω  κρίνω  ότι η Υπηρεσία Ασύλου εξέτασε ενδελεχώς όλα τα κρίσιμα στοιχεία και στη βάση εμπεριστατωμένης έκθεσης του αρμόδιου λειτουργού της κατέληξε ορθά στη δική της κρίση.

Υπό το φως των πιο πάνω κρίνω οτι η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση σε  να παραθέσει σαφείς και λεπτομερείς περιγραφές, και στην ουσία περιορίστηκε σε ένα αόριστο αφήγημα. Βάσει των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι οι δηλώσεις της  Αιτήτριας δεν αντικατοπτρίζουν βιωματικό περιστατικό και ως εκ τούτου ο υπό εξέταση ισχυρισμός κρίνεται ως εσωτερικά μη αξιόπιστος.

Έχει, πολλάκις, νομολογηθεί ότι κρίση επί της αξιοπιστίας του αιτητή και έγκριση κωλύματος έγκρισης αίτησης για το λόγο αναξιοπιστίας ως προς τα προβαλλόμενα από τον αιτητή είναι επιτρεπτή (AMIRI  ΚΑΙ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ Κ.Α. (2009 3 Α.Α.Δ. 358).

 

Στο σημείο αυτό κρίνω σκόπιμο να αναφέρω ότι σε κάθε περίπτωση και σύμφωνα με το άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου, εναπόκειται στον εκάστοτε Αιτητή/Αιτήτρια να τεκμηριώσει την αίτηση του για διεθνή προστασία. Στην υπό κρίση περίπτωση, για τους λόγους που αναλύθηκαν ανωτέρω, η Αιτήτρια δεν κατάφερε τεκμηριώσει κάποια παρελθούσα πράξη δίωξης σε βάρος της ούτε κατά τη διάρκεια της προφορικής της συνέντευξης, αλλά  ούτε  κατά την ενώπιον μου διαδικασία .

Εν προκειμένω, σύμφωνα με την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, στην περίπτωση της  Αιτήτριας, δεν μπορούσε να θεμελιωθεί βάσιμος φόβος δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων και, συνακόλουθα, δε συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του άρθρου 3 του του Περί Προσφύγων Νόμου Νόμος 6(Ι)/2000, ούτως ώστε να παρασχεθεί σε αυτήν το καθεστώς του πρόσφυγα. Περαιτέρω, σύμφωνα με την εν λόγω απόφαση, ούτε οποιοσδήποτε λόγος συνέτρεχε για να αναγνωρισθεί στην Αιτήτρια το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19(1) του περί Προσφύγων Νόμου, εφόσον δεν αποδείχθηκε να υφίσταται κίνδυνος να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα της.

 Σε περίπτωση επιστροφής στη Νιγηρία η Αιτήτρια δεν θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, ως το άρθρο 19(2) (γ) προνοεί, αφού η χώρα καταγωγής της δεν βρίσκεται σε συνθήκες διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης. Με βάση τις πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση που επικρατεί σήμερα στη πολιτεία Edo, όπου αναμένεται να επιστρέφει η Αιτήτρια, δεν παρατηρούνται συνθήκες ένοπλων συγκρούσεων υπό την έννοια του άρθρου 19 (2)(γ), το οποίο αποτελεί βασική πρόνοια έτσι ώστε να εξετάζεται το παρόν αίτημα υπό της προϋποθέσεις του εν λόγω άρθρου .

Ως εκ των ανωτέρω, και δεδομένου ότι οι ισχυρισμοί της δεν έγιναν αποδεκτοί, δεν προκύπτει η ύπαρξη ουσιωδών λόγων να πιστεύεται ότι εάν επιστρέψει στη Νιγηρία, η Αιτήτρια θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη υπό την έννοια του άρθρου 19 (2) (α) και (β) του περί Προσφύγων Νόμου. Σύμφωνα με εξωτερικές πηγές πληροφόρησης που χρησιμοποίησε ο αρμόδιος λειτουργός, στις οποίες ανέτρεξε και το παρόν Δικαστήριο, δεν προκύπτει ότι σε περίπτωση επιστροφής της τόπο συνήθους διαμονής της , υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτή θα έλθει αντιμέτωπη με σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, υπό την έννοια του άρθρου 19 (2) (γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

Με βάση το σύνολο των στοιχείων που τέθηκε ενώπιον μου και αφού εξέτασα τόσο τη νομιμότητα, όσο και την ουσία της παρούσης, καταλήγω ότι εύλογα η Διοίκηση απέρριψε την αίτηση για διεθνή προστασία.

Ορθώς η Διοίκηση, κατέληξε ότι τα γεγονότα της υπό εξέτασης περίπτωσης δεν στοιχειοθετούσαν τις αναγκαίες προϋποθέσεις για να αναγνωριστεί στον Αιτητή το καθεστώς του πρόσφυγα, ως προβλέπεται στα άρθρα 3-3Δ του Νόμου, αφού δεν τεκμηριώθηκε βάσιμος φόβος δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, ούτε το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας που προβλέπεται στο άρθρο 19 του Νόμου, αφού αυτός «δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο ότι θα υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη» ως καθορίζεται στο άρθρο 19(2).

Συνεπώς, η προσφυγή απορρίπτεται  με €800 έξοδα εναντίον της Αιτήτριας και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση.

 

                               

 

                                                      Β. Κουρουζίδου - Καρλεττίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο