ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

                                                                       

                                                                                Υπόθεση αρ. 4420/2021

 

                                             30 Ιανουαρίου 2024

 

[Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

                         Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

  

Μεταξύ:

                                                           J.O.

                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                     Αιτητής

Και

 

                   Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

                                                                                                                                                                                                                                                                                                        Καθ' ων η αίτηση

 

 

Μ. Μόσχου (κα) για Κ. Κουπαρή (κα), Δικηγόρος για Αιτητή

 

Κ. Φράγκου (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ Δ.Δ.Δ.Δ.Π:  Με την προσφυγή του ο Αιτητής, αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 04/05/2021 η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 16/07/2021 και με την οποία απορρίφθηκε η αίτησή του για παροχή διεθνούς προστασίας, ως άκυρης, παράνομης και στερούμενης νομικού αποτελέσματος.

Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου που κατατέθηκε στα πλαίσια των διευκρινήσεων της παρούσας προσφυγής ως Τεκμήριο 1, ο Αιτητής είναι ενήλικας πολίτης της Νιγηρίας και στις 22/07/2019 υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας, αφού εισήλθε παράνομα στην Κυπριακή Δημοκρατία μέσω των κατεχόμενων περιοχών.

Στις 29/07/2020 διεξήχθη συνέντευξη στον Αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (στο εξής Ε.Υ.Υ.Α). Στις 08/03/2021, ο αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε σχετική Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου σχετικά με τη συνέντευξη του Αιτητή. Στις 04/05/2021, ο εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών να εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου ενέκρινε την απόρριψη της αίτησης του Αιτητή για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας. Στις 06/05/2021 η Υπηρεσία Ασύλου ετοίμασε επιστολή ενημέρωσης προς τον Αιτητή σχετικά με την απόρριψη του αιτήματος του. Η επιστολή και η αιτιολόγηση της απόφασης, παραλήφθηκε και υπογράφτηκε ιδιοχείρως από τον Αιτητή στις 16/07/2021. Στη συνέχεια, ο Αιτητής καταχώρησε την υπό εξέταση προσφυγή.

Η συνήγορος του Αιτητή στα πλαίσια της προσφυγής και της γραπτής αγόρευσης, προώθησε διάφορους λόγους ακύρωσης επί της αιτήσεως ακυρώσεως (προσφυγής) προς υποστήριξη του αιτήματος για ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, τους οποίους εν τέλει εγκατέλειψε και διατήρησε μόνο τον λόγο ακύρωσης που αφορά την μη δέουσα έρευνα. Ενόψει λοιπόν των δηλώσεων της ευπαίδευτης συνηγόρου του Αιτητή, όλοι οι λόγοι ακύρωσης ως καταγράφονται στην προσφυγή, πέραν από τον λόγο ακύρωσης που αφορά την μη δέουσα έρευνα εκ μέρους των καθ΄ ων η αίτηση, αποσύρονται και απορρίπτονται.

Οι καθ' ων η αίτηση αντιτάσσουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθ' όλα νόμιμη, λήφθηκε κατόπιν δέουσας έρευνας και σωστής ενάσκησης των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους καθ΄ ων η αίτηση, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη και απορρίπτουν τους προωθούμενους ισχυρισμούς ως νόμω και ουσία αβάσιμους.

Επομένως, θα προχωρήσω να εξετάσω τον μοναδικό λόγο ακύρωσης που διατήρησε ο συνήγορος του Αιτητή και αποτελεί τον βασικό άξονα της επιχειρηματολογίας του Αιτητή, τον ισχυρισμό περί μη δέουσας έρευνας εκ μέρους των καθ' ων η αίτηση.

Κατά πάγια νομολογία, η επάρκεια της έρευνας, η έκταση και ο τρόπος διεξαγωγής της, ποικίλει ανάλογα με τα υπό διερεύνηση γεγονότα. Προκαθορισμένος τρόπος δεν υπάρχει. Με την προϋπόθεση ότι η έρευνα είναι επαρκής, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει στον τρόπο που η διοίκηση επέλεξε να διερευνήσει το θέμα, ούτε και υποκαθιστά τα υπ' αυτής διαπιστωθέντα πρωτογενή ευρήματα (βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 447 και Ράφτης ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 και Κώστας Γρηγορίου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1002/2009, ημερ. 27.10.2011).

Συνακόλουθα, και ενόψει των πιο πάνω νομολογιακών κατευθυντήριων, δεν διαπιστώνω μη διενέργεια δέουσας έρευνας από μέρους της Διοίκησης. Κρίνω ότι ο αρμόδιος λειτουργός προέβη δεόντως στην απαιτούμενη υπό τις περιστάσεις έρευνα και δια τούτο, κατά την λήψη της απόφασης, λήφθηκαν δεόντως και σύμφωνα με τα όσα απαιτεί η οικεία νομοθεσία υπόψη όλα τα γεγονότα που περιβάλλουν την επίδικη αίτηση που υπέβαλε ο Αιτητής.

Στη βάση της πιο πάνω υποχρέωσης του αρμόδιου οργάνου για δέουσα έρευνα θεωρώ χρήσιμο να καταγραφούν οι ισχυρισμοί του Αιτητή σε όλα τα στάδια εξέτασης του αιτήματός του, για να διαφανεί εάν όντως το αρμόδιο όργανο προέβη στη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα  και ορθώς αποφάσισε να απορρίψει το αίτημα του Αιτητή.

Στην αίτηση που υπέβαλε ο αιτητής (εντοπίζονται δύο έντυπα στο Διοικητικό Φάκελο στα οποία ο πυρήνας του αιτήματος του παραμένει ο ίδιος, ερυθρά 1-3 και 5-7 του Διοικητικού Φακέλου) αναφέρει πως εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του λόγω καταστροφής της επιχείρησης του και προσωπικής του κατάρρευσης ως απόρροια του εν λόγω συμβάντος. Η επιχείρηση του κάηκε λόγω έκρηξης που μεσολάβησε σε ένα βυτιοφόρο καυσίμων, γεγονός που προκάλεσε θέματα υγείας στον Αιτητή. Ως εκ τούτου εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του για να νιώσει καλύτερα.  

Κατά την διάρκεια της συνέντευξης του (ερυθρά 19 - 33 του Διοικητικού Φακέλου) ερωτηθείς για τους λόγους που τον ανάγκασαν να εγκαταλείψει την χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής ανέφερε ότι εγκατέλειψε τη χώρα του καθότι η επιχείρηση του καταστράφηκε και δεν μπορούσε να διαχειριστεί την κατάσταση, γεγονός που του προκάλεσε θέματα υγείας. Κάποια από τα εμπορεύματα της επιχείρησης του ανήκαν σε άλλους και με τη φυγή του από τη χώρα άρχισαν να απειλούν την οικογένεια του λόγω των χρεών που δημιουργήθηκαν.  Ερωτώμενος από τον αρμόδιο λειτουργό τι πιστεύει ότι θα του συμβεί σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, απάντησε ότι πιστεύει θα προκύψουν πολλά προβλήματα καθώς δεν έχει χρήματα. Πρόσθεσε ότι οι απειλές συνεχίζονται, επομένως δεν γνωρίζει τι μπορεί να του συμβεί. Όπως υποστήριξε, στο σπίτι του παραδόθηκε ένα γράμμα από την μυστική ομάδα Zuma Zuma η οποία ζητούσε χρήματα. Η οικογένεια του έφυγε, και όταν το ανέφερε στην αστυνομία του ζήτησαν να επιστρέψει στο σπίτι του και να αναμένει να εμφανιστούν. Ωστόσο, ως ο ίδιος δήλωσε, επέλεξε να μην παραμείνει στο σπίτι του, λόγω φόβου και αποφάσισε να το εγκαταλείψει, στο οποίο επέστρεψε μετά από τρεις μήνες. Αντίγραφο της συγκεκριμένης επιστολής, που ως ισχυρίζεται ο αιτητής του αποστάλθηκε από την ομάδα zuma zuma, εντοπίζεται στον Διοικητικό Φάκελο (ερυθρά 34 και 35 του Διοικητικού Φακέλου). Σε διευκρινιστική ερώτηση του αρμόδιου λειτουργού ως προς το είδος των απειλών που θεωρεί ότι θα γίνει αποδέκτης ο Αιτητής σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής απάντησε ότι δεν γνωρίζει, δεν θα είναι εύκολο για τον ίδιο και ότι δεν έχει χρήματα να δημιουργήσει ξανά την επιχείρηση του. Ερωτηθείς από ποιους θα δεχθεί απειλές, ο Αιτητής απάντησε από τα άτομα των οποίων τα οχήματα ήταν στην κατοχή του, και ειδικότερα 2 ατόμων, λόγω του ότι τον απείλησαν αρκετές φορές και επισκέφθηκαν την οικογένεια του. Κατόπιν υποβολής σχετικής ερωτήσεως, εάν θα μπορούσε να το αναφέρει στις αρχές και να ζητήσει προστασία, δήλωσε ότι δεν βρισκόταν στην χώρα του όταν άρχισαν οι απειλές και ότι ακόμα και να το αναφέρει θα εξακολουθούν να ζητούν χρήματα καθώς καταστράφηκε και δική τους περιουσία, ενώ κανείς δεν πήρε αποζημίωση μέχρι στιγμής. Ερωτώμενος από τον αρμόδιο λειτουργό να περιγράψει το περιστατικό σχετικά με την επιχείρηση του και το τί συνέβη εκείνη την μέρα, ο αιτητής ανάφερε ότι οι βανδαλιστές – τα άτομα που ολοκλήρωσαν τον αγωγό- φόρτωσαν το φορτηγό τους με καύσιμα αλλά υπήρξε διαρροή και έτσι ξεκίνησε η φωτιά, όπου πάνω από 50 οχήματα και καταστήματα κάηκαν. Όταν ζητήθηκε από τον αιτητή να διευκρινίσει ότι από την περίοδο που έγινε το πιο πάνω περιστατικό, μέχρι και την μέρα που εγκατέλειψε την χώρα του, δεν αντιμετώπισε οποιοδήποτε πρόβλημα, ως ισχυρίστηκε, πέραν των τηλεφωνικών απειλών από τα πρόσωπα που τους χρωστούσε χρήματα, ο ίδιος δήλωσε ότι οι τηλεφωνικές απειλές ξεκίνησαν όταν έφυγε από την χώρα. Ερωτώμενος και πάλι να διευκρινίσει εάν υπήρχαν άλλοι λόγοι για τους οποίους εγκατέλειψε την χώρα του, ανάφερε ότι αν συνέχιζε η επιχείρηση του, δεν θα υπήρχες λόγος να φύγει από την χώρα του. Διευκρίνισε επίσης ότι ο μόνος του φόβος είναι τα πρόσωπα των οποίων χρωστάει χρήματα όπως και της ομάδας που του απέστειλε το γράμμα. Σε ερωτήσεις που αφορούσαν την απειλητική επιστολή από την ομάδα Zuma Zuma, ο Αιτητής ανέφερε ότι του ζήτησαν χρήματα διαφορετικά θα βλάψουν την οικογένεια του, ότι ήταν η μοναδική φορά που τον προσέγγισαν και ότι δεν έχει ξανακούσει κάτι για τη συγκεκριμένη ομάδα. Ερωτηθείς αν υπάρχει συγκεκριμένος λόγος που τον απείλησε η εν λόγω ομάδα και αν υπάρχει συσχετισμός της συγκεκριμένης ομάδας με τα άλλα δύο άτομα που τον απειλούν ή με την καταστροφή της επιχείρησης του, απάντησε ότι θεωρεί πως η Zuma Zuma τον απειλεί λόγω του ότι θεάθηκε να οδηγεί ακριβά αυτοκίνητα, και ότι δεν υπάρχει συσχετισμός μεταξύ της καταστροφής της επιχείρησης του, των δύο ατόμων και της Zuma Zuma. Σε διευκρινιστικές ερωτήσεις αν έχει δεχθεί απειλές από άτομο της ομάδας Zuma Zuma, μετά την αναφορά του στην αστυνομία, για την παραλαβή απειλητικής επιστολής, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά. Τέλος, ο αιτητής δήλωσε ότι μετά την παραλαβή της εν λόγω επιστολής από την ομάδα zuma zuma, δεν έχει λάβει καμία απειλή από αυτούς, ούτε ο ίδιος ούτε η οικογένεια του.

Ο αρμόδιος λειτουργός της Ε.Υ.Υ.Α. αξιολογώντας τα όσα ο Αιτητής ανέφερε στη συνέντευξη του κατηγοριοποίησε τους ισχυρισμούς του ως εξής: 1) ταυτότητα και χώρα καταγωγής του Αιτητή, 2) ο Αιτητής δέχεται απειλές στη χώρα καταγωγής του, από άτομα που τους οφείλει χρήματα και 3) ο Αιτητής δέχθηκε απειλή από την ομάδα Zuma Zuma. Ο αρμόδιος λειτουργός της Ε.Υ.Υ.Α. έκανε αποδεκτό τον πρώτο ισχυρισμό, ενώ εισηγήθηκε την απόρριψη του δεύτερου και του τρίτου καθότι, σύμφωνα με τον ίδιο, οι δηλώσεις του Αιτητή κατά την διάρκεια της συνέντευξης ήταν ασυνεπείς, ανακριβείς, αντιφατικές, χωρίς την απαιτούμενη συνοχή και ευλογοφάνεια. Επισημαίνοντας τις ανακρίβειες και αντιφάσεις στις οποίες ο Αιτητής υπέπεσε, κατέληξε ότι δεν τεκμηριώθηκε η εσωτερική και εξωτερική αξιοπιστία του Αιτητή. Ειδικότερα, όσον αφορά τον ισχυρισμό για απειλές από άτομα στα οποία ο Αιτητής οφείλει χρήματα, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν έδωσε επαρκείς πληροφορίες, και οι απαντήσεις του κρίθηκαν ως μη ικανοποιητικές, καθότι όσον αφορά τις απειλές, οι απαντήσεις που έδωσε ο αιτητής σύμφωνα με τον αρμόδιο λειτουργό, δεν ήταν συναφείς με άλλες δηλώσεις του, ειδικότερα όταν ο ίδιος δήλωσε ότι όταν 6 μήνες βρισκόταν στην χώρα του, μετά το περιστατικό, δεν δέχθηκε απειλές καθότι ως δήλωσε τον συμπονούσαν τα εν λόγω άτομα, ενώ οι απειλές ξεκίνησαν όταν αυτός έφυγε από την χώρα του.  Όσον αφορά τον ισχυρισμό περί απειλής από την ομάδα Zuma Zuma, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς πληροφορίες και λεπτομέρειες, τόσο για την ταυτότητα της εν λόγω ομάδας όσο και για τον λόγο που στοχοποίησαν προσωπικά τον αιτητή. Ως εντόπισε ο αρμόδιος λειτουργός, ο Αιτητής κατά τη διάρκεια της συνέντευξης αναφερόταν στην ομάδα ως Zuma Zuma ενώ στην επιστολή η ομάδα υπογράφει ως Zumo Zama. Επιπλέον, η έρευνα του αρμόδιου λειτουργού δεν απέφερε αποτελέσματα καθώς δεν εντοπίστηκε καμιά πληροφορία σε εξωτερικές πηγές που να αναφέρεται στη συγκεκριμένη ομάδα. Ως εκ τούτου, οι μη επαρκείς απαντήσεις του Αιτητή για τις ισχυριζόμενες απειλές σε συνδυασμό με την έλλειψη εξωτερικών πληροφοριών δεν κατέστησαν δυνατή την στοιχειοθέτηση εσωτερικής και εξωτερικής αξιοπιστίας.   

Στη βάση των ανωτέρω, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι ο αιτητής δεν δικαιούται προσφυγικό καθεστώς, καθώς ο προσωπικός φόβος δίωξης που εξέφρασε δεν συνδέεται με την εθνικότητα, την φυλή, τη θρησκεία, την ιδιότητα μέλους σε μια συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα ή την πολιτική γνώμη σύμφωνα με το άρθρο 1Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951, το άρθρο 2 της οδηγίας 2011/95/ΕΕ και το άρθρο 3Δ του Περί Προσφύγων Νόμου. Περαιτέρω, ο λειτουργός έκρινε ότι δεν δικαιολογείται αναγνώριση συμπληρωματικής προστασίας στο πρόσωπο του αιτητή, καθότι ο κίνδυνος που μπορεί να αντιμετωπίσει ο αιτητής σε περίπτωση επιστροφής του δεν συνιστά πραγματικό κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή βασανιστηρίων ή απάνθρωπης και εξευτελιστικής μεταχείρισης δυνάμει του άρθρου 15(α) και (β) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ καθώς και του άρθρου 19(2) (α) και (β) του περί Προσφύγων Νόμου. Επιπρόσθετα, η αρμόδια αρχή, στη βάση πληροφοριών αναφορικά με την κατάσταση που επικρατεί στην Νιγηρία, έκρινε ότι ούτε και οι προϋποθέσεις για χορήγηση συμπληρωματικής προστασίας συντρέχουν δυνάμει του άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ και σύμφωνα με το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου καθότι ως ο αρμόδιος λειτουργός ανάφερε δεν επικρατούν συνθήκες αδιάκριτης βίας στην Νιγηρία και δεν υπάρχει πραγματικός κίνδυνος για άμαχο πολίτη να επηρεαστεί προσωπικά για λόγους αδιάκριτης βίας σύμφωνα με το άρθρο 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ.

Ενόψει των πιο πάνω αναφερθέντων, δεν διαπιστώνω μη διενέργεια δέουσας έρευνας από μέρους της Διοίκησης και κρίνω ότι ουδεμία περαιτέρω έρευνα χρειαζόταν για την εξέταση της αίτησης του αιτητή.

Ενόψει των πιο πάνω αναφερθέντων, θα προχωρήσω να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης στη βάση του άρθρου 11 (3) (α) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν. 73(I)/2018) και ενόψει τούτου να κρίνω αν ορθά το αρμόδιο όργανο απέρριψε το αίτημα του Αιτητή.

 

Λαμβάνοντας υπόψιν τις δηλώσεις του Αιτητή, ως αυτές προβλήθηκαν καθόλη τη διαδικασία εξέτασης του Αιτήματός του και οι οποίες παρατέθηκαν λεπτομερώς ανωτέρω, παρατηρώ εκ προοιμίου ότι αυτός υπέπεσε σε πολλές ασάφειες, αντιφάσεις και ανακρίβειες, οι οποίες πλήττουν καίρια την αξιοπιστία του.

 

Προτού προβώ στην περαιτέρω αξιολόγηση των ισχυρισμών του αιτητή, κρίνω σκόπιμο να αναφέρω ότι, όσον αφορά τον πρώτο ισχυρισμό του αιτητή, που έγινε αποδεκτός από την αρμόδια αρχή περί του τόπου καταγωγής και γέννησης του αιτητή, ορθά κατέληξε ο αρμόδιος λειτουργός ότι ο αιτητής γεννήθηκε στην περιοχή Agbor της πολιτείας Delta της Νιγηρίας. Θα πρέπει επίσης να αναφερθεί σε αυτό το σημείο ότι, ως προκύπτει από την συνέντευξη του αιτητή, ο τελευταίος τόπος συνήθους διαμονής του είναι η πόλη Lagos, μιας και ο αιτητής ανάφερε ότι μετακόμισε εκεί το 1998, διέμενε εκεί μέχρι και την μέρα που εγκατέλειψε την χώρα του, τόπος όπου ευρισκόταν η επιχείρηση του καθώς και η οικογένεια του.  

 

Ως προς την αξιοπιστία του Αιτητή σχετικά με τον απορριφθέντα  ισχυρισμό του από την αρμόδια αρχή, περί απειλών που δέχεται ο Αιτητής  από τα άτομα που τους οφείλει χρήματα ως συνέπεια της καταστροφής της επιχείρησης του, ορθώς θεωρώ κρίθηκε από τους καθ' ων η αίτηση ότι, τα όσα προβλήθηκαν στη συνέντευξη του αιτητή, ως ανωτέρω καταγράφονται, έθεταν εύλογα εν αμφιβόλω την αξιοπιστία των λεγομένων του αναφορικά με τα όσα ισχυρίστηκε, καθότι ως παρατηρώ οι δηλώσεις του Αιτητή ήταν γενικόλογες και αόριστες, ενώ δεν ήταν σε θέση να παραθέσει επαρκείς και συνεκτικές πληροφορίες. Σε πληθώρα ερωτήσεων που τέθηκαν στον Αιτητή, όσον αφορά το είδος των απειλών, συγκεκριμένες πληροφορίες όσον αφορά προσωπικά στοιχεία των ατόμων, καθώς και το χρονικό που μεσολάβησαν οι εν λόγω απειλές, οι απαντήσεις του Αιτητή ήταν σύντομες, αόριστες, χωρίς νοηματική αλληλουχία και συνοχή. Περαιτέρω, όσον αφορά τον ισχυρισμό του περί απειλής από την μυστική ομάδα Zuma Zuma, παρατηρώ ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει πληροφορίες για την συγκεκριμένη ομάδα πέραν από το αντίγραφο της επιστολής που παρέλαβε. Το Δικαστήριο προέβη σε έρευνα όσον αφορά την συγκεκριμένη ομάδα, ωστόσο δεν προέκυψαν οποιαδήποτε στοιχεία, για την εν λόγω οργάνωση. Λαμβάνεται επίσης υπόψη το γεγονός ότι στο περιεχόμενο της απειλητικής επιστολής που προσκόμισε στην Υπηρεσία Ασύλου ( ερυθρά 34-35 του Διοικητικού Φακέλου), καταγράφεται ως ομάδα ‘zumo zama’ και όχι ως ‘ zuma zuma’, ως ισχυρίστηκε στην συνέντευξη του, στοιχείο που δεικνύει την μη ευλογοφάνεια του ισχυρισμού του, επομένως ορθώς κρίθηκε από τους καθ΄ων η αίτηση ότι δεν τεκμηριώθηκε η αξιοπιστία του. Κατά συνέπεια, οι εν λόγω ισχυρισμοί του Αιτητή δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτοί.

Υπό το φως των πραγματικών περιστατικών της υπό κρίση υπόθεσης που έγιναν αποδεκτά, κρίνεται ότι ορθώς οι Καθ’ ων η αίτηση διαπίστωσαν, σύμφωνα και με τα πιο πάνω, ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την αναγνώριση του Αιτητή ως πρόσφυγα, καθώς όπως προκύπτει από το πιο πάνω ιστορικό, ο Αιτητής δεν τεκμηρίωσε κατά τρόπο κανένα απολύτως ισχυρισμό ο οποίος στοιχειοθετεί βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης, που να εμπίπτει στις προϋποθέσεις αναγνώρισης του καθεστώτος του πρόσφυγα στο πρόσωπό του, έτσι όπως η έννοια του πρόσφυγα ερμηνεύεται στην Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και από τον Περί Προσφύγων Νόμο, καθότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας, ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων σύμφωνα με το άρθρο 3 του Περί Προσφύγων Νόμου.

Συνακόλουθα, ο Αιτητής δεν τεκμηρίωσε κανένα ουσιώδη λόγο που να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, για να του δοθεί συμπληρωματική προστασία για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 19 του Περί προσφύγων Νόμου. Ειδικότερα, δεν επικαλέστηκε πραγματικό κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης, ή βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας στην χώρα καταγωγής του, δυνάμει του άρθρου 19(2), εδάφια (α) και (β), του Περί Προσφύγων Νόμου.

Περαιτέρω, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν συντρέχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, ως οι διατάξεις του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε έγκυρες πηγές πληροφόρησης για τη χώρα του Αιτητή, προς εξέταση της κατάστασης που επικρατεί σε αυτήν και συγκεκριμένα στην πόλη Lagos της Νιγηρίας, τελευταίο τόπο διαμονής του Αιτητή και υφιστάμενο τόπο διαμονής της οικογένειας του.

Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία από τη βάση δεδομένων της ACLED (“Armed Conflict Location and Event Data Project”) για το διάστημα από 19/01/2023 έως 19/01/2024, καταγράφηκαν στην πόλη Lagos 111 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα το θάνατο 50 ανθρώπων. Αναλυτικότερα, έχουν καταγραφεί, 37 εξεγέρσεις/ταραχές (riots) με 5 ανθρώπινες απώλειες, 54 περιστατικά βίας κατά πολιτών με 24 ανθρώπινες απώλειες, και 20 μάχες (battles) με 21 ανθρώπινες απώλειες[1]. Δεδομένου δε ότι ο συνολικός πληθυσμός της πόλης Lagos ανέρχεται στα 15,946,000[2], καθίσταται κατανοητό ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός θανάτων στην εν λόγω περιοχή (50 ανθρώπινες απώλειες) δεν ανέρχεται σε τόσο υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της περιοχής, έτσι ώστε να μπορεί να συναχθεί ότι ο Αιτητής θα εκτεθεί σε κίνδυνο σοβαρής βλάβης λόγω αδιάκριτης βίας εάν επιστρέψει στον τόπο προηγούμενης συνήθους διαμονής του.

Περαιτέρω, να σημειωθεί ότι στο συγκριτικό χάρτη αναφορικά με την αδιάκριτη βία στην Νιγηρία, βάσει πληροφοριών επικαιροποιημένων τον Απρίλιο του 2021, που βρέθηκε σε έκθεση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Ασύλου (EUAA – πρώην EASO), φαίνεται ότι η πολιτεία Lagos δεν έχει τόσο υψηλό ποσοστό αδιάκριτης βίας και έτσι, βάσει της σχετικής ερμηνείας του ΔΕΕ αναφορικά με την «αναπροσαρμοζόμενη κλίμακα», θα πρέπει να συντρέχουν αρκετές προσωπικές περιστάσεις ώστε να θεωρηθεί ότι κάποιος θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης βάσει του άρθρου 19(2)(γ) [αντίστοιχο του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ][3].  

Πρόσθετα, έκθεση του EASO αναφέρει ότι οι πολιτείες όπου γενικά δεν διαπιστώνεται πραγματικός κίνδυνος για έναν άμαχο να επηρεαστεί προσωπικά με βάση την έννοια του άρθρου 15(γ) της Οδηγίας είναι οι Abia, Akwa Ibom, Anambra, Bauchi, Bayelsa, Cross River, Delta, Ebonyi, Edo, Ekiti, Enugu, Gombe, Imo, Jigawa, kano, Kebbi, Kogi, Kwara, Lagos, Nasarawa, Niger, Ogun, Ondo, Osun, Oyo, Plateau, Rivers, Sokoto και Taraba, καθώς και η ομοσπονδιακή πρωτεύουσα Abuja.[4]

 

Κατά συνέπεια, η πόλη Lagos, την οποία το Δικαστήριο θεωρεί ως την περιοχή τελευταίας διαμονής του Αιτητή, βάσει της αξιολόγησης της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του Αιτητή ως παρατέθηκε ανωτέρω, δεν φαίνεται να πλήττεται σε τέτοιο βαθμό από συγκρούσεις και περιστατικά βίας, τα οποία να ανάγονται σε τόσο υψηλό επίπεδο, ώστε να θεωρούνται ότι πληρούν το όριο του άρθρου 15(γ) της Οδηγίας, ως αυτό ερμηνεύθηκε από τις αποφάσεις C-465/07 - Elgafaji και C‑285/12 - Diakité του ΔΕΕ[5]. Λαμβάνοντας υπόψιν και τις ιδιαίτερες περιστάσεις του Αιτητή, θεωρώ ότι δεν εγείρονται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτός θα διατρέξει κίνδυνο να υποστεί σοβαρές βλάβες σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του και συγκεκριμένα στην πόλη Lagos.

 

Εν τέλει, σημειώνεται ότι ο Υπουργός Εσωτερικών, ασκώντας την εξουσία που του παρέχει το άρθρο12Βτρις του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000, έκδωσε την Κ.Δ.Π 202/22 και πρόσφατα την Κ.Δ.Π 166/2023 όπου καθόρισε τις ασφαλείς χώρες ιθαγένειας, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται η Νιγηρία. Ο Aιτητής στην παρούσα δεν έχει προβάλει οποιοδήποτε λόγο για να θεωρηθεί ότι η χώρα αυτή δεν είναι ασφαλής χώρα ιθαγένειας, στη βάση των όσων διαλαμβάνονται από το αρ.12Βτρις (6).

Με βάση το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου και αφού εξέτασα, την ουσία της υπό αναφορά υπόθεσης, καταλήγω ότι το αίτημα του Aιτητή εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και εύλογα η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε την αίτηση του Aιτητή.  Κρίνω ότι η επίδικη πράξη είναι ορθή.

Η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με €1000 έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση, και εναντίον του Aιτητή.

                                                                          

                                                                                 Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π



[1] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard (βλ. πλατφόρμα Dashboard, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: 21/07/2022 – 21/07/2023, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests, και ΠΕΡΙΟΧΗ: Western Africa – Nigeria – Lagos) [Ημερομηνία Πρόσβασης: 29.1.2024]

[2] CIA The World Factbook, Nigeria https://www.cia.gov/the-world-factbook/countries/nigeria/#people-and-society [Ημερομηνία Πρόσβασης: 29.1.2024]

[3] EASO, Country Guidance: Nigeria – Common analysis and guidance note (October 2021), σελ. 31-32, 134-135  διαθέσιμο σε: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2022-01/Country_Guidance_Nigeria_2021.pdf [τελευταία ημερομηνία πρόσβασης: 29.1.2024]

[4] EASO Country Guidance: Nigeria Common analysis and guidance note, October 2021, σ. 32

https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2022-01/Country_Guidance_Nigeria_2021.pdf (τελευταία ημερομηνία πρόσβασης 29/01/24)

 

[5] Βλ.  Απόφαση ΔΕΕ C-285/12 Aboubacar Diakité ν. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides ημερ.30/01/2014 (βλ. σκέψη 31), όπως επίσης απόφαση ΔΕΕ C-465/07 Meki Elgafaji, Noor Elgafali v Staatssecretaris van Justitie ημερ. 17/2/2009 (βλ. σκέψη 39, 43).


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο