ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ


Υπόθεση Αρ.:
7016/2022

 

30 Ιανουαρίου, 2024

 

[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

M. O. E.

Αιτητού

και

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ' ων η αίτηση

 .........

 

Χ. Π Χριστοδουλίδης (κ.) και Κ. Κουπαρρή (κα), Δικηγόροι για τον Αιτητή

 

Κ. Χριστοφορίδη (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή αιτείται την έκδοση απόφασης από το παρόν Δικαστήριο με την οποία να κηρύσσεται άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 21.9.2022 με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για διεθνή προστασία, ως  προδήλως αβάσιμη καθότι καθώς κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2020 (στο εξής: ο περί Προσφύγων Νόμος).

Γεγονότα

1.             Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως: Ο Αιτητής κατάγεται από τη Νιγηρία και περί τις 23.8.2022, υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας. Στις 9.9.2022, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από λειτουργό . Ακολούθως, η λειτουργός υπέβαλε Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: Προϊστάμενος) για απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή. Η Εισήγηση εγκρίθηκε από τον Προϊστάμενο στις 21.9.2022. Η εν λόγω απορριπτική απόφαση, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 24.10.2022, αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

  

 

Νομικοί Ισχυρισμοί

2.             Κατά την ακροαματική διαδικασία, ο Αιτητή δια της συνηγόρου του ανέφερε ότι προωθεί ως λόγο προσφυγής της έλλειψη δέουσας έρευνας, υποστηρίζοντας ότι όντας ασθενής ηπατίτιδας δεν μπορεί να επιστρέψει στη χώρα του διότι δεν έχει επαρκή πρόσβαση σε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και δεν μπορεί να καλύψει τα έξοδα της περίθαλψής του.

 

3.              Από την πλευρά τους οι Καθ' ων η αίτηση, υπεραμύνονται της ορθότητας της επίδικης πράξης και επισημαίνουν ότι η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ήταν προϊόν δέουσας έρευνας. Εισηγούνται ότι οι λόγοι που προβάλλει ο Αιτητής δεν προβάλλονται κατά τα οριζόμενα στον Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, o οποίος επιβάλλει την εξειδίκευση των λόγων προσφυγής στο πλαίσιο του εισαγωγικού δικογράφου της διαδικασίας, ενώ επιπλέον παρατίθενται κατά αόριστο τρόπο στη γραπτή αγόρευση του Αιτητή. Υπενθυμίζουν επιπλέον το Διάταγμα του Υπουργού Εσωτερικών βάσει του οποίου η χώρα καταγωγής του Αιτητή χαρακτηρίζεται ως ασφαλής χώρα ιθαγένειας. Παραπέμπουν στους ισχυρισμούς τους Αιτητή κατά τη διοικητική διαδικασία και στην αξιολόγησή τους, επισημαίνοντας ότι αυτοί είναι γενικοί συνεχώς εναλλασσόμενοι και άρα αναξιόπιστοι. Τέλος, υποστηρίζουν ότι οι περιστάσεις του Αιτητή δεν δικαιολογούν την υπαγωγή του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας.

4.         Με την απαντητική του γραπτή αγόρευση ο Αιτητής αναφέρει ότι είναι αγγλόφωνος χριστιανός, χαρακτηριστικό το οποίο αποτελεί κίνδυνο από τις επιθέσεις ομάδας μουσουλμάνων που δραστηριοποιούνται σε διάφορες περιοχές της Νιγηρίας και επαναλαμβάνει τον φόβο που αντιμετωπίζει από τον πατέρα της κοπέλας που είχε ερωτική σχέση.

5.         Με την συμπληρωματική απαντητική του γραπτή αγόρευση, ο Αιτητής αναφέρει ότι δεν έχει διεξαχθεί δέουσα έρευνα ως προς την κατάσταση του συστήματος υγείας στη χώρα του Αιτητή και ότι σε περίπτωση επιστροφής του στην Νιγηρία θα υποστεί κίνδυνο απάνθρωπης και εξευτελιστικής μεταχείρισης.

 

To νομικό πλαίσιο

2.              Η Σύμβαση περί του καθεστώτος των προσφύγων, η οποία υπογράφηκε στη Γενεύη στις 28 Ιουλίου 1951 και τέθηκε σε ισχύ στις 22 Απριλίου 1954 [Recueil des traités des Nations unies, τόμος 189, σ. 150, αριθ. 2545 (1954)], όπως συμπληρώθηκε με το Πρωτόκολλο περί του καθεστώτος των προσφύγων, το οποίο συνήφθη στη Νέα Υόρκη στις 31 Ιανουαρίου 1967 και τέθηκε σε ισχύ στις 4 Οκτωβρίου 1967 (στο εξής: Σύμβαση της Γενεύης), ορίζει, στο άρθρο 1, τμήμα Α, σημείο 2, πρώτο εδάφιο, ότι ο όρος «πρόσφυγας» εφαρμόζεται επί παντός προσώπου το οποίο, «συνεπεία δικαιολογημένου φόβου διώξεως λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητος, κοινωνικής τάξεως ή πολιτικών πεποιθήσεων, ευρίσκεται εκτός της χώρας της οποίας έχει την ιθαγένεια και δεν δύναται ή, λόγω του φόβου τούτου, δεν επιθυμεί να απολαύη της προστασίας της χώρας ταύτης».

3.             Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 και 2020 (Ο περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.

4.             Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου ορίζει τα ακόλουθα:

«Πρόσφυγας

3.-(1) Ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγενείας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής, ή πρόσωπο, που δεν έχει ιθαγένεια, το οποίο, ενώ είναι εκτός της χώρας της προηγούμενης συνήθους διαμονής του ως αποτέλεσμα αυτών των καταστάσεων, δεν είναι σε θέση ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο να επιστρέψει σ' αυτή και στο οποίο δεν έχει εφαρμογή το άρθρο 5.».

5.             Το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου ορίζει τα εξής:

«Υποχρεώσεις Αιτητή κατά την εξέταση της αίτησης και συναφής υποχρέωση αρμόδιων αρχών

16.-(1) Κατά την εξέταση της αίτησής του, ο Αιτητής οφείλει να συνεργάζεται με την Υπηρεσία Ασύλου με σκοπό την εξακρίβωση της ταυτότητάς του και των υπόλοιπων στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2).

(2)  Ιδίως, ο Αιτητής οφείλει-

(α) να υποβάλει το συντομότερο δυνατό όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της αίτησης, τα οποία στοιχεία συνίστανται σε δηλώσεις του Αιτητή και σε όλα τα έγγραφα που έχει ο Αιτητής στη διάθεσή του σχετικά με την ηλικία του, το προσωπικό του ιστορικό, καθώς και το ιστορικό των οικείων συγγενών του, την ταυτότητα, την ιθαγένεια, τη χώρα και το μέρος προηγούμενης διαμονής του, τις προηγούμενες αιτήσεις ασύλου, το δρομολόγιο που ακολούθησε, το δελτίο ταυτότητας και τα ταξιδιωτικά του έγγραφα και τους λόγους για τους οποίους ζητεί διεθνή προστασία∙

 [.]

6.             Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπει τα εξής:

«Αναγνώριση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας

19.-(1) Ο Προϊστάμενος, με απόφασή του αναγνωρίζει καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, σε οποιοδήποτε Αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε Αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δεν βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής.

 (2) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, "σοβαρή βλάβη" ή "σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη" σημαίνει-

(α) θανατική ποινή ή εκτέλεση, ή

(β) βασανιστήρια ή απάνθρωπη  ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του, ή

(γ) σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης...».

Κατάληξη

7.             Ως προς τον ισχυρισμό που προωθείται από τον Αιτητή περί έλλειψης δέουσας έρευνας είναι κρίσιμο και απαραίτητο να καταστεί αντιληπτό ότι η δικαιοδοσία του παρόντος δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής των λόγων προσφυγής. Ειδικότερα, το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιον του εξ υπαρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει και την ουσιαστική ορθότητα της de novo και ex nunc. Ο Αιτητής αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Η πιο πάνω ανάλυση λόγω της έκτασης της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου καθιστά αλυσιτελή την προβολή υποπεριπτώσεων λόγων προσφυγής π.χ. έλλειψη δέουσας έρευνας, ορισμένες διαδικαστικές πλημμέλειες κατά την έκδοση της επίδικης πράξης. Εν προκειμένω, ο Αιτητής εκπροσωπούμενος και δια συνηγόρου, έχει την ευκαιρία να εκθέσει τους ισχυρισμούς του και να λάβει όλα τα δέοντα δικονομικά μέσα προς τεκμηρίωσή τους [Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου, Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552]. Ως αλυσιτελής χαρακτηρίζεται ο λόγος προσφυγής, ο οποίος ακόμα και αν γίνει δεκτός δεν πρόκειται να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης [Βλ. Η προβολή ισχυρισμών στις διοικητικές διαφορές ουσίας, Α. Αθ. Αρχοντάκη, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 100]

8.              Επισημαίνεται επιπλέον συναφώς ότι αποτελεί βασική νομολογιακή αρχή ότι η έκταση της έρευνας, ο τρόπος και η διαδικασία που θα ακολουθηθεί ποικίλλει ανάλογα με το υπό εξέταση ζήτημα, ανάγεται δε στην διακριτική ευχέρεια της Διοίκησης (Βλ. Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 503, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου (1997) 3 Α.Α.Δ. 270, Α.Ε. Aρ.: 3017, Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, ημερ. 5.6.2002, (2002) 3 ΑΑΔ 345).

9.             Η γενική αυτή νομολογιακή αρχή θα πρέπει να εξεταστεί εν προκειμένω υπό το φως του ειδικού δικαίου που διέπει τη διαδικασία εξέτασης μίας αιτήσεως ασύλου και των αρχών που θεσπίζει τόσο η εθνική όσο και η ενωσιακή νομοθεσία. Συναφές εν προκειμένω είναι το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου και ειδικότερα τα εδάφια (2) και (3) αυτού. Από τις εν λόγω διατάξεις απορρέει καταρχάς η υποχρέωση του Αιτητή να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προς τεκμηρίωση της αίτησης ασύλου του. Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Βλ. ενδεικτικώς, Υπόθ. Αρ. 1721/2011, Ηοοman & Mahiab Khanbabaie vAναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 30.6.2016, ECLI:CY:AD:2016:D320) αποτελεί υποχρέωση του αιτητή ασύλου να επικαλεστεί έστω και χωρίς να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που του προκαλούν κατά τρόπο αντικειμενικώς αιτιολογημένο, φόβο δίωξης στη χώρα του για κάποιον από τους λόγους που αναφέρει το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου (Βλ. επίσης νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, αποφάσεις αρ. 1093/2008, 817/2009 και 459/2010). Εν συνεχεία ωστόσο, λόγω ακριβώς της δυσχέρειας των αιτητών ασύλου να τεκμηριώσουν με συγκεκριμένα στοιχεία την αίτησή τους, γεννάται υποχρέωση της διοίκησης να συνδράμει τον Αιτητή σε αυτήν την προσπάθεια προβολής και τεκμηρίωσης των ισχυρισμών του (Βλ. Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων της Υπάτης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών παρ. 195 επ., Βλ. επίσης αναφορικά με την ενεργό συνεργασία Απόφαση του ΔΕΕ της 22ας Νοεμβρίου 2012, Υπόθεση C‑277/11, M. M., ECLI:EU:C:2012:744, σκέψεις 63 εώς 68).

10.          Εν προκειμένω, ο Αιτητής στο έντυπο της αίτησής του για άσυλο ανέφερε ότι  εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του για λόγους ασφαλείας. Εργαζόταν ως υπάλληλος σε τράπεζα («credit officer») και προκειμένου να πάρει προαγωγή σπούδαζε. Ένα έτος προ της αναχωρήσεώς του από τη χώρα του, οι πολίτες στην περιοχή που ζούσε δέχονταν πολλές επιθέσεις από μια παραστρατιωτική ομάδα μουσουλμάνων («bundits»). Μέλη της συμμορίας αυτής απαγάγουν πολίτες και ζητούν λύτρα, επιτίθονται σε φυλακές και απελευθερώνουν εγκληματίες, όπως επίσης και σε νοσοκομεία. Επιπρόσθετα, δήλωσε ότι απήγαγαν τον τοπικό πάστορα της εκκλησίας τους και τον σκότωσαν. Ο Αιτητής δήλωσε ακόμα ότι δεν υπάρχει ασφάλεια στις περιοχές που δρουν, καθώς επιτίθενται ακόμη και σε εμπορικούς δρόμους και τρένα. Δήλωσε περαιτέρω ότι δεν μπορεί να ταξιδέψει στη πόλη του από τότε που έμαθε ότι οι γείτονές του έγιναν στόχος και απήχθησαν από αυτούς. Γι’ αυτό ο Αιτητής αποφάσισε για τη δική του ασφάλεια να ταξιδέψει για να συνεχίσει τις σπουδές μου. Αφίχθη στις μη ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές με σκοπό να σπουδάσει, βασιζόμενος οικονομικά στον πατέρα του. Εντούτοις, ο πατέρας του έστειλε τα χρήματα σε διαφορετικό λογαριασμό εκ παραδρομής και δεν μπορεί ο Αιτητής να πάρει τα χρήματα πίσω, καθώς απαιτείται η συγκατάθεση της αστυνομίας. Δήλωσε περαιτέρω ότι έμεινε χωρίς χρήματα και τόπο διαμονής, δεν μπορεί να συνεχίσει τις σπουδές του καθότι δεν μπορεί να επιστρέψει στην χώρα του αφού μέλη της παραστρατιωτικής αυτής ομάδας μπορεί να τον κυνηγήσουν. Ο Αιτητής δήλωσε τέλος, ότι αισθάνεται ότι η ζωή του βρίσκεται σε κίνδυνο.

11.          Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξης, αρχικά ζητήθηκε από τον Αιτητή να σχολιάσει το γεγονός ότι η χώρα του συγκαταλέγεται στις ασφαλείς χώρες σύμφωνα με το Διάταγμα του Υπουργού Εσωτερικών και ο Αιτητής διαφώνησε υποστηρίζοντας ότι η Νιγηρία δεν είναι ασφαλής χώρα λόγω των επιθέσεων, απαγωγών και άλλων εγκληματικών πράξεων που διενεργούνται σε διάφορες περιοχές. Ο Αιτητής δήλωσε ότι είναι υπήκοος Νιγηρίας με τόπο  καταγωγής το χωριό Egoro στην πολιτεία Edo και τόπο συνήθους διαμονής του την Ungwan Boro, Chikun Kaduna στην πολιτεία Kaduna. Ως προς το θρήσκευμά του, δήλωσε  ότι είναι Χριστιανός Πεντηκοστιανός. Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση, δήλωσε ότι οι γονείς του και ο αδερφός του ζουν στην πολιτεία Kaduna και η αδερφή του μαζί με τα 4 τέκνα της διαμένουν στην πολιτεία Benin. Ο Αιτητής δήλωσε ότι με την αδερφή του έχει επικοινωνία, ωστόσο, με τους γονείς και τον αδερφό του δεν έχει συχνή επικοινωνία.  Ως προς το μορφωτικό του επίπεδο ισχυρίστηκε από το 2010 μέχρι το 2015 φοιτούσε στο Delta University του οποίου είναι απόφοιτος και το 2021 έκανε εγγραφή στο Greenfield University στον κλάδο της διοίκησης επιχειρήσεων, ωστόσο δεν αποφοίτησε λόγω επίθεσης που συνέβη στο πανεπιστήμιο. Ως προς την επαγγελματική του ιδιότητα, ισχυρίστηκε ότι τελειώνοντας την εκπαίδευσή το 2015 και ψάχνοντας για εργασία εκτελούσε περιστασιακά ημερήσιες εργασίες έως το 2018 που εργοδοτήθηκε στην Access Bank μέχρι που για λόγους προαγωγής έκανε εγγραφή στο Greenfield University (ως αναφέρθηκε πιο πάνω). Από το 2020 μέχρι το 2022 ήταν υπάλληλος σε τράπεζα («credit officer»).

12.            Ο Αιτητής δήλωσε ότι ταξίδεψε από την Kaduna στο αεροδρόμιο της Abuja και από την Abuja στην Κωνσταντινούπολη χωρίς να αντιμετωπίσει οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την έξοδο του από τη Νιγηρία χρησιμοποιώντας τα επίσημα ταξιδιωτικά του έγγραφα, φθάνοντας στο αεροδρόμιο Ercan. Από τις μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές κάποιος άγνωστος τον μετέφερε στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές.

13.          Ως προς τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι η ανασφάλεια, οι απαγωγές και τα περιστατικά που του συνέβησαν ήταν οι κυριότεροι λόγοι. Ειδικότερα, ο Αιτητής δήλωσε ότι στην περιοχή που διαμένει, στο Ungwan Boro, Chikun LGA στην πολιτεία Kaduna, ένα βράδυ στις τρείς, τριακόσιοι περίπου ληστές («bandits»), επιτέθηκαν και απήγαγαν πολίτες για να ζητήσουν λύτρα. Η γειτόνισσα του Αιτητή απήχθη και ο Αιτητής δεν γνωρίζει αν τελικά την απελευθέρωσαν ή αν την σκότωσαν. Ο Αιτητής αναφέρθηκε και σε δεύτερο περιστατικό που συνέβη τον Απρίλιο 2021 όταν αυτός φοιτούσε στο πανεπιστήμιο Greenfield στην Kaduna. Το πανεπιστήμιο δέχτηκε επίθεση και προέβησαν σε απαγωγές. Επίσης ο ιερέας του, όπως περαιτέρω ισχυρίστηκε ο Αιτητής, απήχθη τον Ιούνιο 2022 στην  Kaduna (βλ. ερυθρό 38 σημείο Χ1 και ερυθρό 25 σημείο Χ1 του διοικητικού φακέλου). Στη συνέχεια ο Αιτητής κλήθηκε να απαντήσει σε διευκρινιστικής φύσεως ερωτήματα αναφορικά με τα πιο πάνω περιστατικά. Προς το τέλος της συνέντευξής του, ο Αιτητής αναφέρθηκε σε προσωπικούς λόγους που τον ανάγκασαν να εγκαταλείψει την χώρα του. Συγκεκριμένα, δήλωσε ότι είχε δεσμό με την θυγατέρα του γείτονα την οποία άφησε έγκυο με αποτέλεσμα ο πατέρας της να τον απειλεί ότι θα τον σκοτώσει. Αρχικά, ο πατέρας της κοπέλας τον επισκέφθηκε στο σπίτι του μαζί με άλλα άτομα, του επιτέθηκαν και τον τραυμάτισαν. Ακολούθως, όπως ανέφερε ο Αιτητής, τον απείλησε ξανά ότι θα τον σκοτώσει όπου και αν βρίσκεται ωστόσο, ο Αιτητής δεν προέβη σε καταγγελία στις αρχές γιατί φοβήθηκε λόγω της επιρροή που έχει αυτός ο πλούσιος άνδρας (βλ. ερυθρό 19 σημείο Χ4 του διοικητικού φακέλου).

14.          Αναφορικά με το εάν θα μπορούσε να εγκατασταθεί σε κάποια άλλη περιοχή της Νιγηρίας στην οποία θα είναι ασφαλής, ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν έχει συγγενείς σε κανένα άλλο μέρος της Νιγηρίας. Αν θα μπορούσε να εγκατασταθεί συγκεκριμένα στο Benin όπου βρίσκεται η αδερφή του, ο Αιτητής ανέφερε ότι ούτε εκεί υπάρχει ασφάλεια και η αδερφή του δυσκολεύεται οικονομικά (βλ. ερυθρό 24 σημεία Χ4 και Χ5 του διοικητικού φακέλου).

15.          Αξιολογώντας τις πιο πάνω δηλώσεις του Αιτητή, οι Καθ' ων η αίτηση σχημάτισαν τέσσερις ουσιώδεις ισχυρισμούς. ο πρώτος ότι ο Αιτητής είναι Νιγηριανός υπήκοος με περιοχή καταγωγής το χωριό Egor της πόλης Benin της τοπικής αρχής Egoro της πολιτείας Edo. Ο  δεύτερος αναφορικά με τις επιθέσεις στην ισχυριζόμενη περιοχή συνήθους διαμονής του (Ungwan Boro, Chikun LGA στην πολιτεία Kaduna) και στο Greenfield University στο οποίο ισχυρίστηκε ότι φοιτούσε στην Kaduna. Ο τρίτος ουσιώδης ισχυρισμός αφορούσε τις ισχυριζόμενες απειλές από τον πατέρα της γειτόνισσάς του, την οποία ισχυρίστηκε ότι άφησε έγκυο και ο τέταρτος ότι ο Αιτητής είναι φορέας Ηπατίτιδας Β. 

16.          Ο πρώτος ισχυρισμός του Αιτητή ως προς τον τόπο καταγωγής του έγινε αποδεκτός, καθώς οι πληροφορίες που έδωσε ο Αιτητής ήταν συνεκτικές και δεδομένου ότι ο Αιτητής παρέδωσε στην υπηρεσία ασύλου το διαβατήριό του, το οποίο επιβεβαίωνε την εθνικότητα και τον τόπο γέννησής του,  ενώ οι δηλώσεις του σχετικά με την περιοχή καταγωγής του επιβεβαιώνονταν από εξωτερικές πηγές.

17.           Αντίθετα, ο δεύτερος ισχυρισμός του δεν έγινε αποδεκτός. Αρχικά, ως προς τον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή κρίθηκε από τους Καθ’ ων η αίτηση ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να εισφέρει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες, υπέπεσε σε ασάφειες, ασυνέπειες, αντιφάσεις και έλλειψη πληροφοριών, όπως επίσης δεν προσκόμισε αποδεικτικό στοιχείο ως προς το ότι πράγματι διέμενε στο χωριό Ungwan Boro, της τοπικής περιοχής Chikun στην πολιτεία Kaduna. Ειδικότερα ως προς το σημείο αυτό, οι Καθ’ ων η αίτηση έκριναν ότι ο Αιτητής υπέπεσε σε ασυνέπεια και αντίφαση δηλώνοντας αρχικά ότι μετοίκησαν στην Kaduna το 2005 και ότι ο Αιτητής ήταν τότε 8 χρονών κάτι το οποίο δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα αφού ο Αιτητής το 2005 ήταν 12. Όταν ζητήθηκε από τον Αιτητή να εξηγήσει την αντίφαση αυτή, άλλαξε τα λεγόμενα του, δηλώνοντας ότι το 2005 ήταν η χρονιά κατά την οποία έλαβε το δίπλωμα του από το δημοτικό. Επαναλήφθηκε η ερώτηση αναφορικά με το πότε μετοίκησαν στην Kaduna δηλώνοντας αυτή τη φορά ότι αυτό συνέβη όταν ο Αιτητής ήταν 8 χρονών, δηλαδή το 2001 (βλ. ερυθρό 36 σημεία Χ1-Χ4 του διοικητικού φακέλου). Ζητήθηκε από τον Αιτητή να προσκομίσει το πιστοποιητικό του σχολείου του και αυτός δήλωσε ότι δεν το κατέχει. Επιπλέον, ζητήθηκε από τον Αιτητή να παρουσιάσει οποιοδήποτε στοιχείο που να αποδεικνύει ότι διέμενε στην Kaduna και ο Αιτητής δήλωσε ότι το μόνο έγγραφο που έχει στην κατοχή του είναι αυτό της εργασίας του του 2021, το οποίο ωστόσο δεν προσκόμισε.

18.          Ως προς την φοίτηση του Αιτητή στο πανεπιστήμιο Greenfield, στην πολιτεία Kaduna οι Καθ’ ων η αίτηση έκριναν ότι δεν ήταν σε θέση να δώσει οποιαδήποτε πληροφορία σχετικά με την περιοχή που βρίσκεται το πανεπιστήμιο. Ειδικότερα, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να αναφέρει την διεύθυνση των κοιτώνων, τόπος ο οποίος όπως ισχυρίστηκε διέμενε, όπως επίσης δεν ήταν σε θέση να αναφέρει και την διεύθυνση του πανεπιστημίου όπως ομοίως και κανένα κοντινό μέρος στο πανεπιστήμιο επεξηγώντας ότι δεν έμενε εκεί για πολύ καιρό (βλ. ερυθρό 34 σημεία 1-6Χ του διοικητικού φακέλου). Ωστόσο, σε επόμενη ερώτηση ο Αιτητής απάντησε ότι διέμενε εκεί για 3 έως 6 μήνες, διάστημα το οποίο ευλόγως θεωρήθηκε από τους Καθ’ ων η αίτηση ότι ήταν αρκετό για να γνωρίζει περισσότερες πληροφορίες για την περιοχή. Επιπρόσθετα, οι Καθ’ ων η αίτηση έκριναν ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να εισφέρει λεπτομέρειες που θα αναμένετο να γνωρίζει αναφορικά με την φοίτησή του στο πανεπιστήμιο. Συγκεκριμένα, δήλωσε ότι δεν γνωρίζει την ιστοσελίδα του πανεπιστημίου ή πόσα πλήρωσε για την αίτηση εισδοχής του στο πανεπιστήμιο (βλ. ερυθρό 33 σημεία 1Χ-7Χ του διοικητικού φακέλου). Αναφορικά, με το αν ο Αιτητής μπορούσε να παρουσιάσει οποιοδήποτε αποδεικτικό ότι φοίτησε στο συγκεκριμένο πανεπιστήμιο, ο Αιτητής, σύμφωνα με τους Καθ’ ων η αίτηση παρουσίασε έλλειψη ευλογοφάνειας και δεν ήταν σε θέση να δώσει ικανοποιητικές λεπτομέρειες. Σχετικά με την φοιτητική του ταυτότητα, ή/και ηλεκτρονικό ταχυδρομείο του πανεπιστημίου, ο Αιτητής ανέφερε ότι κατέχει μόνο φοιτητική ταυτότητα την οποία άφησε στην χώρα του μετά το περιστατικό της επίθεσης (αφού έφυγε τρέχοντας προσπαθώντας να γλιτώσει) όπως και τα περισσότερα έγγραφά του (βλ. ερυθρό 33 σημείο 8Χ του διοικητικού φακέλου) οι Καθ’ ων η αίτηση έκριναν ως προς τα πιο πάνω ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να δώσει ικανοποιητικές απαντήσεις και λεπτομέρειες. Ερωτηθείς αν θα μπορούσε με κάποιο τρόπο να λάβει αποδεικτικό για την φοίτησή του, ο Αιτητής μονολεκτικά απάντησε αρνητικά χωρίς οποιαδήποτε περαιτέρω επεξήγηση ή προσπάθεια να υποστηρίξει τα λεγόμενά του. Τέλος, οι Καθ’ ων η αίτηση, έκριναν ότι ο Αιτητής υπέπεσε σε αντίφαση όταν του ζητήθηκε να προσκομίσει το απολυτήριο του λυκείου του με αυτόν να απαντά ότι δεν το έχει, αν και σε μεταγενέστερο στάδιο της συνέντευξης είχε δηλώσει ότι ερχόμενος στη Δημοκρατία κατείχε το γράμμα αποδοχής του πανεπιστημίου για τις σπουδές του στις μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές, το απολυτήριο λυκείου του και το εισιτήριο του (βλ. ερυθρό 27 σημείο Χ2 του διοικητικού φακέλου).

19.          Αναφορικά με την απαγωγή του ιερέα της ενορίας του, οι Καθ΄ων η αίτηση έκριναν ότι ο Αιτητής ήταν αντιφατικός, ασυνεπής και μη λεπτομερής. Ο Αιτητής αρχικά δήλωσε ότι επρόκειτο για τον δικό του ιερέα (βλ. ερυθρά 38 σημείο Χ1 και 25 σημείο Χ2 του διοικητικού φακέλου), αργότερα όμως όταν ζητήθηκε να περιγράψει το περιστατικό άλλαξε τα λεγόμενα του δηλώνοντας ότι δεν γνωρίζει το όνομα της εκκλησίας του συγκεκριμένου ιερέα καθότι ο ίδιος ο Αιτητής είναι πεντηκοστιανός και η συγκεκριμένη εκκλησία είναι καθολική (βλ. ερυθρό 24 σημείο Χ1 του διοικητικού φακέλου). Ως προς το συγκεκριμένο σημείο οι Καθ’ ων η αίτηση σημείωσαν ότι και στην καταγραφή της αίτησής του για διεθνή προστασία ο Αιτητής  κατέγραψε ότι απήγαγαν και σκότωσαν τον τοπικό ιερέα της εκκλησίας τους. Ως προς την επίθεση που έλαβε χώρα τον Μάιο του 2022 στην γειτονιά του Αιτητή, οι Καθ’ ων η αίτηση έκριναν ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να εισφέρει λεπτομέρειες και επαρκείς πληροφορίες σχετικά με αυτήν. Οι Καθ’ ων η αίτηση προχώρησαν σε έρευνα σε εξωτερικές πηγές από τις οποίες οι πληροφορίες που ανευρέθηκαν κατέδειξαν τις ασυνέπειες, αντιφάσεις και έλλειψη ευλογοφάνειας στα όσα ανέφερε ο Αιτητής και γι’ αυτό απέρριψαν τους ισχυρισμούς του Αιτητή ως αναξιόπιστους.

20.          Ο τρίτος ισχυρισμός επίσης δεν έγινε αποδεκτός. Συγκεκριμένα, οι Καθ' ων η αίτηση διαπίστωσαν ότι ο Αιτητής ήταν ασυνεπής όταν αυτός υπέδειξε κακώσεις στο σώμα του αναφέροντας ότι αυτές προκλήθηκαν από τον πατέρα της κοπέλας την οποία, ως ο Αιτητής ισχυρίστηκε, άφησε έγκυο. Ωστόσο τις ίδιες κακώσεις ο Αιτητής υπέδειξε και προηγουμένως  όταν αναφερόταν στην προσπάθειά του να διαφύγει από  τους μουσουλμάνους bandits (βλ. ερυθρό 19 σημεία Χ4 και Χ5 του διοικητικού φακέλου). Επιπρόσθετα, κρίθηκε από τους Καθ’ ων η αίτηση ότι οι δηλώσεις του Αιτητή αναφορικά με το πως ο πατέρας της κοπέλας θα τον έβρισκε σε οποιαδήποτε περιοχή της Νιγηρίας ήταν μη ευλογοφανείς, αντιφατικές και μη λεπτομερείς, αφού ο Αιτητής δήλωσε ότι (ο πατέρας) θα μπορούσε να τον εντοπίσει μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης  και γενικά και αόριστα ότι η αστυνομία μπορεί να εντοπίσει το τηλέφωνό του γιατί ο πατέρας της κοπέλας έχει επιρροή (βλ. ερυθρό 18 σημείο Χ2 του διοικητικού φακέλου). Τέλος, ως ασυνεπής κρίθηκε από τους Καθ’ ων η αίτηση και η απάντηση του Αιτητή αναφορικά με τους λόγους που δεν κατέφυγε  στις αρχές για το θέμα αυτό, αφού ο Αιτητής επανέλαβε ότι ο άνδρας αυτός έχει επιρροή και μπορεί να δωροδοκήσει την αστυνομία, αν και σε άλλο σημείο της συνέντευξής του ανέφερε ότι ποτέ δεν πήγε σε αστυνομικό σταθμό γιατί γνώριζε ότι γίνονται επιθέσεις σε αστυνομικούς σταθμούς (βλ. ερυθρό 22 σημείο Χ5 και ερυθρό 19 σημείο Χ3 του διοικητικού φακέλου). Σε σχέση με την εξωτερική αξιοπιστία, οι Καθ’ ων η αίτηση έκριναν ότι τα όσα ανάφερε ο Αιτητής αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματός του και δεν προχώρησαν σε ανάλυση των δεδομένων σε άλλες πηγές πληροφόρησης και απέρριψαν τον ισχυρισμό του.

21.          Αναφορικά με τον τέταρτο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή, ήτοι ότι ο Αιτητής είναι φορέας της Ηπατίτιδας Β, αν και ο Αιτητής δεν ανέφερε ότι αντιμετωπίζει οποιοδήποτε ιατρικό πρόβλημα και σε συνάρτηση με τις ιατρικές εξετάσεις του Αιτητή ο  ισχυρισμός έγινε αποδεκτός από τους Καθ’ ων η αίτηση.

22.          Προβαίνοντας σε αξιολόγηση κινδύνου βάσει των δύο αποδεκτών ισχυρισμών του Αιτητή, ήτοι ότι πρόκειται για Νιγηριανό υπήκοο με περιοχή καταγωγής το χωριό Egor στην πόλη Benin της τοπικής αρχής Egoro της πολιτείας Edo, οι Καθ' ων η αίτηση αξιολογώντας την κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί στη χώρα του και στη βάση επικαιροποιημένων πηγών ειδικότερα στην πόλη Benin και στην ευρύτερη περιοχή της πολιτείας Edo, ή/και αν ήθελε θεωρηθεί ότι ο Αιτητής θα επιστρέψει στην μη αποδεκτή από τους Καθ΄ων η αίτηση δηλωθείσα περιοχή διαμονής του, ήτοι στην πολιτεία Kaduna έκριναν ότι δεν υφίσταται εύλογη πιθανότητα να αντιμετωπίσει δίωξη ή κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Ομοίως και ως προς τον αποδεκτό ισχυρισμό ότι ο Αιτητής είναι φορέας της Ηπατίτιδας Β, οι Καθ’ ων η αίτηση προέβησαν σε έρευνα και εξέτασαν την μεταχείριση φορέων της ασθένειας στη Νιγηρία και κατέληξαν ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα του ο Αιτητής θα έχει πρόσβαση σε θεραπεία.

23.          Προχωρώντας τέλος, στην νομική ανάλυση, οι Καθ’ ων η αίτηση διαπιστώνουν ότι δεν προκύπτει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης του Αιτητή δυνάμει του άρθρου 3 του Περί Προσφύγων Νόμου, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης λόγω αδιάκριτης βίας δυνάμει του άρθρου 19 του Περί Προσφύγων Νόμου.

24.          Στο πλαίσιο της ακροαματικής διαδικασίας, ο Αιτητής μέσω της συνηγόρου του, επανέλαβε τον ισχυρισμό του περί έλλειψης δέουσας έρευνας και προβάλλει ότι ο Αιτητής θα εκτεθεί σε κίνδυνο λόγω του προβλήματος υγείας που αντιμετωπίζει αφού το σύστημα υγείας στη Νιγηρία είναι ανεπαρκές και θα αποστερηθεί πρόσβαση σε επαρκή φαρμακευτική περίθαλψη, υποστηρίζοντας ότι ο Αιτητής δικαιούται συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19(2)(β) του Περί Προσφύγων Νόμου. 

25.           Θα εξεταστούν εν συνεχεία, στη βάση τα ενώπιόν μου δεδομένων, οι ισχυρισμοί του Αιτητή. Κατ’ αρχάς, συντάσσομαι με το εύρημα των Καθ'ων η αίτηση περί αξιοπιστίας του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού. Ωστόσο, κρίνεται ότι θα έπρεπε να συμπεριληφθεί σε αυτόν και η περιοχή συνήθους διαμονής του Αιτητή. Στο σημείο αυτό θα διαφωνήσω με τους Καθ’ ων η αίτηση στο εύρημά τους περί μη αξιοπιστίας του Αιτητή ως προς την τελευταία περιοχή διαμονής του. Εξετάζοντας διεξοδικά τη συνέντευξη του Αιτητή, διαπιστώνεται ότι ο Αιτητής δήλωσε με συνέπεια ότι τελευταίος τόπος διαμονής του ήταν το χωριό Ungwan Boro, στην τοπική κυβερνητική περιοχή Chikun στην πολιτεία Kaduna, όπου εκεί διαμένουν οι γονείς και ο αδερφός του (βλ. ερυθρό 29 του διοικητικού φακέλου) και εκεί βρισκόταν η εργασία του (βλ. ερυθρό 37 σημείο Χ2 του διοικητικού φακέλου). Επιπλέον, η αρχή που εξέδωσε το διαβατήριο του Αιτητή βρίσκεται στην πολιτεία Kaduna. Σε κάθε περίπτωση σημειώνεται ότι οι Καθ’ ων η αίτηση στο επόμενο στάδιο εξέτασαν και την κατάσταση ασφαλείας στην περιοχή Kaduna.  

26.          Όσον αφορά στο δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, ως προς τις ισχυριζόμενες επιθέσεις στην πολιτεία Kaduna, σημειώνονται τα κάτωθι. Αρχικά, αναφορικά με την επίθεση που έλαβε χώρα στο Greenfield University τον Απρίλιο του 2021, ανατρέχοντας στο πρακτικό της συνέντευξης παρατηρείται ότι σε σχετικές ερωτήσεις ο Αιτητής ήταν αόριστος και γενικόλογος χωρίς να μπορεί να παραθέσει λεπτομέρειες της επίθεσης με την έλλειψη βιωματικής περιγραφής να είναι εμφανής (βλ. ερυθρό 22 του διοικητικού φακέλου). Περαιτέρω, συντάσσομαι με το συμπέρασμα των Καθ’ ων η αίτηση ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να εισφέρει πληροφορίες για την περιοχή του πανεπιστημίου που ισχυρίστηκε ότι φοιτούσε (βλ. ερυθρό 34 σημεία 1Χ-6Χ του διοικητικού φακέλου). Όπως επίσης οι απαντήσεις του σχετικά με ουσιώδη στοιχεία που θα έπρεπε να γνωρίζει ως φοιτητής κατά τη διάρκεια της φοίτησής του δεν ήταν ικανοποιητικές (βλ. ερυθρό 33 του διοικητικού φακέλου). Αναφορικά με την επίθεση που ισχυρίστηκε ότι έλαβε χώρα τον Μάιο του 2022 από τους bandits, θα συμφωνήσω με τους Καθ’ ων η αίτηση ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παρέχει λεπτομέρειες και επαρκείς πληροφορίες παραμένοντας γενικός και αόριστος, ενώ ελλείπουν από την αφήγησή του βιωματικής φύσεως λεπτομέρειες. Εξετάζοντας την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, από έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης εντοπίζεται η εγκληματική δράση των λεγόμενων «bandits» ληστών κυρίως στις πολιτείες Zamfara, Sokoto, Niger, Kaduna and Katsina καθ’ όλη την διάρκεια του 2019 και 2020[1]. Ωστόσο, λόγω μη θεμελίωσης της εσωτερικής αξιοπιστίας ο ισχυρισμός δεν γίνεται αποδεκτός, καθότι ο Αιτητής δεν στοχοποιήθηκε προσωπικά.

27.          Αναφορικά με τον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό περί απειλών από τον πατέρα της κοπέλας που άφησε έγκυο, συντάσσομαι με το συμπέρασμα και την ανάλυση των Καθ’ ων η αίτηση λόγω περί έλλειψης ευλογοφάνειας και λεπτομερειών, όπως αυτή καταγράφεται ανωτέρω. Επιπλέον σημειώνεται, ότι ο Αιτητής ανέφερε τον ισχυρισμό του αυτό στο τέλος της συνέντευξης. Δεν παροράται εξάλλου ότι ουδεμία αναφορά γίνεται στο πλαίσιο του εντύπου της καταγραφής της αίτησής του στο εν λόγω γεγονός. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού σημειώνεται ότι λόγω του ότι τα ανωτέρω περιστατικά ανάγονται στη σφαίρα της ιδιωτικής ζωής του Αιτητή δεν είναι εφικτή η ανεύρεση εξωτερικών πηγών πληροφόρησης. Καταληκτικά, λόγω της έλλειψης εσωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεων του Αιτητή, ο συναφής ισχυρισμός απορρίπτεται.

28.          Αναφορικά με τον τέταρτο ουσιώδη ισχυρισμού του Αιτητή συντάσσομαι με τα ευρήματα αξιοπιστίας αυτού ως εκτέθηκαν και αναλύθηκαν από τους Καθ’ ων η αίτηση.

29.          Σημειώνεται στο σημείο αυτό ότι ο Αιτητής δια της συνηγόρου του, δεν σχολιάζει με οποιοδήποτε ειδικό τρόπο το εύρημα περί αναξιοπιστίας των απορριφθέντων ισχυρισμών του Αιτητή. Επισημαίνει εντούτοις το ζήτημα υγείας που αντιμετωπίζει, χωρίς ωστόσο να εξηγεί κατά τρόπο συγκεκριμένο γιατί αυτό θα δικαιολογούσε την υπαγωγή του Αιτητή σε καθεστώς διεθνούς προστασίας ή θα δικαιολογούσε τη μη επιστροφή του σε αυτήν.

30.           Προχωρώντας στην αξιολόγηση κινδύνου που διατρέχει ο Αιτητής στη βάση των ισχυρισμών του Αιτητή που έγιναν αποδεκτοί, ήτοι την ταυτότητα, την χώρα καταγωγής του, και το γεγονός ότι ο Αιτητής είναι φορέας της Ηπατίτιδας Β, επισημαίνονται τα κάτωθι: Καταρχάς, σημειώνεται συναφώς, το Διάταγμα του Υπουργού Εσωτερικών ημερομηνίας 26.5.2023 (Κ.Δ.Π. 166/2023) δυνάμει του οποίου η χώρα του Αιτητή ορίζεται ως ασφαλής χώρα καταγωγής, χωρίς εν προκειμένω ο τελευταίος να προβάλει οποιουσδήποτε ισχυρισμούς/στοιχεία που αφορούν προσωπικά στον ίδιο και οι οποίοι να ανατρέπουν το τεκμήριο περί ασφαλούς τρίτης χώρας. Ακόμη και αξιόπιστες να είχαν κριθεί οι αναφορές του Αιτητή ως προς τα περιστατικά ασφαλείας στο οποία αναφέρεται, δεν προκύπτει προσωπική δίωξή του.

31.          Εξετάζονται στη συνέχεια και αξιολογούνται εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με την γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στην χώρα καταγωγής του και ειδικότερα στην περιοχή συνήθους διαμονής του, ώστε να διερευνηθεί αν συντρέχει εύλογη πιθανότητα ο Αιτητής, βάσει αυτών των πληροφοριών σε συνδυασμό με τις ατομικές του περιστάσεις, να υποστεί δίωξη ή κίνδυνο σοβαρής βλάβης σε περίπτωση επιστροφής του εκεί.  Επιπρόσθετα, εξετάζεται στη συνέχεια, στη βάση εξωτερικών πηγών πληροφόρησης η διαθεσιμότητα θεραπείας στη χώρα καταγωγής του Αιτητή λόγω της ασθένειας του Αιτητή.

32.          Σύμφωνα με την έρευνα που διενεργήθηκε από το παρόν Δικαστήριο, ως προς τη γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στη Νιγηρία βάσει του Portal RULAC (Rule of Law in Armed Conflict) της Ακαδημίας της Γενεύης, η Νιγηρία είναι αναμεμειγμένη σε δύο παράλληλες μη διεθνείς ένοπλες συρράξεις ενάντια στις μη κρατικές ένοπλες ομάδες Boko Haram και ISWAP (Islamic State in West Africa Province)[2]. Η Boko Haram δρα στις πολιτείες Borno, Yobe, και Adamawa. Το 2019, παρατηρήθηκε  αναζωπύρωση και κλιμάκωση της κρίσης της Boko Haram σε ολόκληρη τη βορειοανατολική Νιγηρία και από το 2019 επεκτάθηκε  στη βορειοδυτική Νιγηρία με επιθέσεις που έλαβαν χώρα στην Kaduna, Katsina, Sokoto και Zamfara.[3] Ο στρατιωτικός εξοπλισμός και ο οπλισμός της Boko Haram περιλαμβάνει AK47, αυτοσχέδιους εκρηκτικούς μηχανισμούς, χειροβομβίδες, όλμους, βόμβες βενζίνης και οχήματα Hilux.  Επιπλέον, έχει αναφερθεί ότι χρησιμοποιεί χειροβομβίδες με ρουκέτες και ενδέχεται να έχει τη δυνατότητα κατασκευής όπλων.[4]

33.          Οι κύριοι φορείς της βίας στη πολιτεία Kaduna περιλαμβάνουν εθνοτικές πολιτοφυλακές Fulani, άγνωστες ένοπλες ομάδες, οι στρατιωτικές δυνάμεις και κοινοτικές πολιτοφυλακές της Kaduna. Η Boko Haram φέρεται επίσης να έχει πραγματοποιήσει επιθέσεις στην πολιτεία. Οι συγκρούσεις μεταξύ αγροτών και κτηνοτρόφων εντάθηκαν στη βορειοδυτική περιοχή της Νιγηρίας κατά τη διάρκεια του COVID-19.[5]

34.          Σύμφωνα με  πρόσφατα αριθμητικά δεδομένα από την βάση δεδομένων ACLED κατά την χρονική περίοδο 12.1.2023 έως 12.1.2024 στην πολιτεία Kaduna, όπου υπάγεται η περιοχή συνήθους διαμονής του Αιτητή, καταγράφηκαν 220 περιστατικά ασφαλείας τα οποία οδήγησαν σε 547 καταγεγραμμένες απώλειες. Εξ αυτών των περιστατικών τα 120 καταχωρήθηκαν ως «βία κατά πολιτών» («violence against civilians»), τα 87 ως «μάχες» («battles), τα 8 ως «αναταραχές» («riots») και τα 5 ως «έκρηξη ή απομακρυσμένη βία» (“explosions/remote violence”)[6][7]Ομοίως, σε έτερη πρόσφατη ενημέρωση της ανωτέρω βάσης ACLED (Σεπτέμβριος 2023) στην οποία καταγράφονται τα περιστατικά ασφαλείας που έλαβαν χώρα στη Νιγηρία κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2023, στην πολιτεία Kaduna καταγράφηκαν συνολικά 60 περιστατικά ασφαλείας τα οποία οδήγησαν σε 135 απώλειες[8]. Σημειώνεται ότι ο πληθυσμός της τοπικής κυβερνητικής αρχής Kaduna, σε έρευνα του 2016 ανέρχεται σε 6,849,075[9].

35.          Ως προς την κατάσταση της υγείας του Αιτητή αυτός είναι θετικός στον ιό της Ηπατίτιδας Β, γεγονός που χρήζει αξιολογήσεως, ιδίως ως προς την πρόσβαση σε θεραπεία στην χώρα καταγωγής. Από έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης προκύπτει ότι στην Νιγηρία από το 2016 το Ομοσπονδιακό Υπουργείο Υγείας διατύπωσε κατευθυντήριες γραμμές για την πρόληψη, θεραπεία και περίθαλψη της Ηπατίτιδας[10]. Παρά το γεγονός ότι δεν υπάρχει ειδικό εθνικό ινστιτούτο εξειδικευμένο στη θεραπεία της Ηπατίτιδας, εσωτερικά ιατρικά τμήματα εντός τριτοβάθμιων εγκαταστάσεων που βρίσκονται σε μεγάλο βαθμό σε αστικές περιοχές είναι υπεύθυνα για τη θεραπεία περιστατικών. Από το 2005 το Εθνικό Σύστημα ασφάλισης Υγείας παρέχει ασφαλιστική κάλυψη υγείας μέσω τριών σημαντικών προγραμμάτων. Περαιτέρω, παρατηρείται ότι ενώ την πρόσβαση στον έλεγχο και τη θεραπεία δυσκολεύουν τα οικονομικά εμπόδια κάποιων ατόμων, η κυβέρνηση δημιούργησε το Εθνικό Σύστημα Ασφάλισης Υγείας για να αποτρέψει άτομα από καταστροφικές δαπάνες για την υγεία, από το οποίο όμως καλύπτεται μόνο η μειοψηφία. Ταυτόχρονα στη χώρα εργάζονται για τη πρόληψη και τη θεραπεία της Ηπατίτιδας και ΜΚΟ. [11]Ο δε Αιτητής δήλωσε ότι έχει ήδη λάβει θεραπεία από την χώρα του προτού την εγκαταλείψει και ότι δεν παρουσιάζει οτιδήποτε ανησυχητικό. Επιπλέον σημειώνεται είναι απόφοιτος πανεπιστημίου, ικανός προς εργασία ώστε να εξασφαλίσει τους πόρους για την πρόσβαση σε θεραπεία, με προηγούμενη εργασιακή πείρα στη χώρα του και παραμένει ικανός προς εργασία. Συνεπώς, δεν αναμένεται ευλόγως ο Αιτητής να εκτεθεί σε σοβαρό κίνδυνο απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης σε περίπτωση επιστροφής του για λόγους που άπτονται της υγείας του. Στο σημείο αυτό σημειώνεται ότι δεν υφίσταται σε σχέση με τον εν λόγω ισχυρισμό,  οποιοσδήποτε φορέας δίωξής ούτε και προκύπτει ότι υπήρξε οποιαδήποτε υπαίτια αποστέρηση από τον Αιτητή της πρόσβασης σε υπηρεσίες ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης.

36.          Προχωρώντας στη νομική ανάλυση, καταλήγω βάσει όλων των ανωτέρω και από τα στοιχεία του φακέλου που έχω ενώπιον μου ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητού στο καθεστώς του πρόσφυγα καθώς δεν τεκμηριώθηκε η συνδρομή βάσιμου φόβου δίωξης για τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου. Φόβος δίωξης δεν προκύπτει καθαυτός από τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητού τα οποία και έχουν γίνει αποδεκτά.

37.          Ούτε επίσης τεκμηριώνεται, επικουρικώς, η υπαγωγή του στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), καθώς ο Αιτητής δεν τεκμηριώνει αλλά και από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει ότι εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.

38.          Ειδικότερα, στην προκείμενη περίπτωση από το προαναφερόμενο ιστορικό του Αιτητή δεν προκύπτει, ότι ενόψει των προσωπικών του περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32)] ότι αυτός διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του [βλ άρθρο 19(2)(α) και (β)]. Παρατηρείται ότι ο Αιτητής, δεν έθεσε υπόψη των Καθ' ων η αίτηση τα πραγματικά περιστατικά εκείνα που θα επέτρεπαν να αντληθούν τέτοια συμπεράσματα.

39.          Ούτε εξάλλου, προκύπτει ότι συντρέχει αδιακρίτως ασκούμενη βία στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητού ο βαθμός της οποίας να είναι τόσο υψηλός, ώστε να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμηθεί ότι ο Αιτητής, ακόμα κι αν ήθελε υποτεθεί ότι θα επιστρέψει στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί στην εν λόγω απειλή [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94 Elgafaji, σκέψη 43].

40.          Επισημαίνεται ότι «το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, αναγνωρίζεται σε οποιοδήποτε Αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε Αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δε βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής». Ως  «σοβαρή» ή «σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη» ορίζεται δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) ως «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης».

41.          Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν ως προς την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε σε πρόσφατη απόφασή του ότι συνιστούν «[.]μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών» (ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43).

42.          Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής: το ΕΔΔΑ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών  8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011) αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών, οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

43.          Επιπλέον, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ, «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές, οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας» (Βλ. Απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.2.2009). Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση διευκρίνισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας».

44.          Επί τη βάσει των ανωτέρω ποσοτικών και ποιοτικών δεδομένων, όπως αναλύθηκαν ανωτέρω, σε σχέση με την κατάσταση ασφαλείας στην πολιτεία Kaduna , δεν προκύπτει ότι σε περίπτωση επιστροφής του εκεί αυτός θα βρεθεί αντιμέτωπος με συνθήκες αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης οι οποίες να θέτουν σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας μόνο εκ της παρουσίας του στο έδαφος της συγκεκριμένης περιοχής εντός της έννοιας του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου[12]. Αλλά και όλως επικουρικώς των ανωτέρω, δεν εντοπίζω οποιοδήποτε παράγοντα επίτασης κινδύνου εξετάζοντας τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, διαπιστώνοντας ότι αυτός είναι, σε κάθε περίπτωση, νέος,  ενήλικας άνδρας, ικανός προς εργασία, ο οποίος έχει διαβιώσει για μακρό διάστημα στην εν λόγω περιοχή, κατέχοντας συνεπώς επαρκής γνώση επ' αυτής. Το ζήτημα υγείας που αντιμετωπίζει, με βάση τα ενώπιον του Δικαστηρίου δεδομένα, δεν εκθέτει τον Αιτητή σε κάποιο περαιτέρω κίνδυνο.

45.          Η πιο πάνω ανάλυση και συμπέρασμα επιβεβαιώνει το Διάταγμα του Υπουργού Εσωτερικών ημερομηνίας 26.5.2023 (Κ.Δ.Π.166/2023) δυνάμει του οποίου η χώρα καταγωγής του Αιτητή ορίζεται ως ασφαλής τρίτη χώρα.

46.          Όλως επικουρικώς, ο Αιτητής, θα μπορούσε εάν το επιθυμούσε, να διαμείνει στο Benin, όπου διαμένει η αδερφή του. Περαιτέρω, κατόπιν αναζήτησης στη βάση δεδομένων ACLED προέκυψε ότι στη διάρκεια ενός έτους και συγκεκριμένα το διάστημα από τις 12.1.2023 έως τις 12.1.2024 στην πολιτεία Edo καταγράφηκαν 53 περιστατικά ασφαλείας τα οποία οδήγησαν σε 59 απώλειες. Εξ αυτών των περιστατικών 12 καταχωρήθηκαν ως «μάχες» («battles»), 35 ως «βία κατά πολιτών» («violence against civilians), 6 ως «αναταραχές» («riots»), ενώ τέλος κανένα περιστατικό δεν καταγράφηκε στην κατηγορία «έκρηξη ή απομακρυσμένη βία» («explosions/remote violence»)[13][14]. Σημειώνεται ότι ο πληθυσμός της πολιτείας Edo, σε έρευνα του 2016 ανέρχεται σε 4 235 595.[15]

47.          Ως προς το ζήτημα υγείας που εγείρει ο Αιτητής, όπως σημειώθηκε ανωτέρω, δεν τίθεται ζήτημα υπαγωγής του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας καθώς δεν υφίσταται εν προκειμένω κάποιος φορέας δίωξης.

48.          Όπως τόνισε το ΔΕΕ στην απόφαση που εξέδωσε στην υπόθεση MBodj (απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 18ης Δεκεμβρίου 2014 στην αίτηση προδικαστικής απόφασης C-542/13, Mohamed MBodj κατά Βελγικού Δημοσίου, EU:C:2014:2452, σκέψη 35), η δίωξη ή η σοβαρή βλάβη «πρέπει να απορρέουν από συμπεριφορά τρίτου» (δηλαδή να είναι αποτέλεσμα ηθελημένης ανθρώπινης ενέργειας. Επομένως, αποκλείεται η δίωξη ή η σοβαρή βλάβη που απορρέει από δυσχερείς κοινωνικοοικονομικές ή υγειονομικές συνθήκες στη χώρα καταγωγής, χωρίς να μπορεί να προσδιορισθεί κανένας υπεύθυνος δίωξης ή σοβαρής βλάβης. Κατά το ΔΕΕ, οι σοβαρές βλάβες «δεν μπορούν, κατά συνέπεια, να αποτελούν απλώς και μόνο συνέπεια των γενικών ανεπαρκειών του συστήματος υγείας της χώρας καταγωγής». Παρότι η απόφαση αφορούσε την επικουρική προστασία, το 3Α του περί Προσφύγων Νόμου εφαρμόζεται σε αμφότερες τις μορφές διεθνούς προστασίας. Επομένως, το συμπέρασμα του ΔΕΕ ισχύει εξίσου και όταν πρόκειται για το καθεστώς πρόσφυγα.

49.          Επίσης στην ίδια απόφασή του στην υπόθεση MBodj, ανωτέρω σκέψη 31, το ΔΕΕ επεσήμανε ότι (η υπογράμμιση είναι του παρόντος Δικαστηρίου) «Οι κίνδυνοι επιδεινώσεως της καταστάσεως της υγείας υπηκόου τρίτης χώρας που δεν απορρέουν από εκ προθέσεως άρνηση χορηγήσεως ιατρικής περιθάλψεως στον συγκεκριμένο υπήκοο τρίτης χώρας, ως προς τους οποίους η εφαρμοστέα στην υπόθεση της κύριας δίκης εθνική νομοθεσία παρέχει προστασία, δεν καλύπτονται από το άρθρο 15, στοιχεία α΄ και γ΄, της εν λόγω οδηγίας, καθόσον οι προσβολές που ορίζει η διάταξη αυτή συνίστανται, αντιστοίχως, σε ποινή θανάτου ή εκτελέσεως και σε σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου λόγω αδιάκριτης ασκήσεως βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.

32. Το άρθρο 15, στοιχείο β΄, της οδηγίας 2004/83 ορίζει ως σοβαρή βλάβη την επιβολή σε υπήκοο τρίτης χώρας βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχειρίσεως στη χώρα καταγωγής του. […]

35. Συγκεκριμένα, το άρθρο 6 της οδηγίας αυτής απαριθμεί τους φορείς σοβαρής βλάβης, γεγονός που επιβεβαιώνει την άποψη ότι οι βλάβες αυτές πρέπει να απορρέουν από συμπεριφορά τρίτου και δεν μπορούν, κατά συνέπεια, να αποτελούν απλώς και μόνο συνέπεια των γενικών ανεπαρκειών του συστήματος υγείας της χώρας καταγωγής.

36. Ομοίως, η αιτιολογική σκέψη 26 της εν λόγω οδηγίας διευκρινίζει ότι οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη. Επομένως, ο κίνδυνος επιδεινώσεως της καταστάσεως του πάσχοντος από σοβαρή ασθένεια υπηκόου τρίτης χώρας, ο οποίος απορρέει από την ανυπαρξία κατάλληλης θεραπευτικής αγωγής στη χώρα καταγωγής του, δεν αρκεί προκειμένου να χορηγηθεί η επικουρική προστασία, εκτός αν απορρέει από την εκ προθέσεως άρνηση χορηγήσεως ιατρικής περιθάλψεως στον εν λόγω υπήκοο τρίτης χώρα».

50.           Η ως άνω ερμηνευτική προσέγγιση επιβεβαιώθηκε στην απόφαση του ΔΕΕ της 24ης Απριλίου 2018, στην υπόθεση MP κατά Secretary of State for the Home Department, C-353/16, σκέψη 57), όπου επιβεβαίωσε ότι «Εναπόκειται κατά συνέπεια στο αιτούν δικαστήριο να διαπιστώσει, υπό το πρίσμα όλων των πρόσφατων και κρίσιμων στοιχείων, ιδίως δε των εκθέσεων διεθνών οργανισμών και μη κυβερνητικών οργανώσεων προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου, εάν, εν προκειμένω, ο MP ενδέχεται να εκτεθεί, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, σε κίνδυνο να μην του παρασχεθεί εκ προθέσεως η κατάλληλη περίθαλψη για την αντιμετώπιση των σωματικών ή ψυχολογικών συνεπειών από τα βασανιστήρια που υπέστη από τις αρχές της εν λόγω χώρας. Τούτο θα συμβαίνει αν […] είναι προφανές ότι οι ίδιες αυτές αρχές, παρά την υποχρέωση που απορρέει από το άρθρο 14 της Συμβάσεως κατά των βασανιστηρίων, δεν θα ήσαν διατεθειμένες να διασφαλίσουν την επαναπροσαρμογή του. Ένας τέτοιος κίνδυνος θα μπορούσε επίσης να ανακύψει εάν διαφαινόταν ότι οι εν λόγω αρχές επιδεικνύουν συμπεριφορά που εισάγει διάκριση, όσον αφορά την πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη, με αποτέλεσμα να καθίσταται δυσχερέστερη, για ορισμένες εθνοτικές ομάδες ή ορισμένες κατηγορίες προσώπων, στις οποίες ανήκει ο MP, η πρόσβαση στην κατάλληλη περίθαλψη για την αντιμετώπιση των σωματικών ή ψυχολογικών συνεπειών από τα βασανιστήρια που διέπραξαν οι αρχές αυτές.».

51.          Κατά την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής: ΕΔΔΑ) στην υπόθεση Sufi και Elmi κατά Ηνωμένου Βασιλείου (απόφαση ΕΔΔΑ της 28ης Νοεμβρίου 2011, αριθμός προσφυγών 8319/07 και 11449/07), στην οποία ερμηνεύεται το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ, ηθελημένη ανθρώπινη ενέργεια αποδεικνύεται εφόσον συνιστά «κυρίαρχο αίτιο» της κακομεταχείρισης.[16]

52.          Από την ως άνω νομολογία επιβεβαιώνεται ότι απαραίτητο συστατικό στοιχείο των άρθρων 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου αποτελεί η ύπαρξη φορέα δίωξης. Ως προς δε τον κατ’ ισχυρισμό φορέα δίωξης θα πρέπει να καταδειχθεί υπαίτια αποστέρηση της ιατρικής περιθάλψεως στον συγκεκριμένο υπήκοο τρίτης χώρας από το κράτος προκειμένου να θεωρηθεί το ίδιο το κράτος φορέας δίωξης και κατ΄ επέκταση να μπορεί να γίνει λόγος περί δίωξης.

53.          Εντούτοις  δυνάμει του άρθρου 13(2)(δ) του περί Προσφύγων Νόμου αναπόσπαστο πλέον κομμάτι της απορριπτικής απόφασης της αιτήσεως ασύλου αποτελεί και η απόφαση επιστροφής του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του. Ως αναπόσπαστο μέρος της απόφασης επί της αιτήσεως διεθνούς προστασίας θα πρέπει να θεωρηθεί ότι η απόφαση επιστροφής εμπίπτει στο εύρος του ex nunc και de novo ελέγχου που ασκεί το παρόν Δικαστήριο στο πλαίσιο του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου.

54.          Προς τούτο είναι σκόπιμο να διευκρινιστεί ότι η αρχή της μη επαναπροώθησης ως αρχή του διεθνούς δικαίου για τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι απόλυτη και προστατεύει κάθε πρόσωπο από την επιστροφή σε συνθήκες κακομεταχείρισης, ανεξαρτήτως από το ποινικό μητρώο του ή τον κίνδυνο που ενδέχεται να συνιστά το πρόσωπο αυτό για την ασφάλεια του κράτους υποδοχής. Απαγορεύει στα κράτη να αποστέλλουν οποιοδήποτε πρόσωπο, περιλαμβανομένων εκείνων που επιθυμούν να υποβάλουν αίτηση διεθνούς προστασίας και εκείνων που έχουν υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας, σε άλλο κράτος στο οποίο υπάρχει πραγματικός κίνδυνος για τα δικαιώματά τους στη ζωή, στην απαγόρευση των βασανιστηρίων και της απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή ποινής, καθώς και στην ελευθερία και την ασφάλεια του ατόμου. [Βλ. ΕΔΔΑ, απόφαση της 28ης Φεβρουαρίου 2008, τμήμα ευρείας συνθέσεως, Saadi κατά Ιταλίας, προσφυγή αριθ. 37201/06, σκέψη 127]. Στο πλαίσιο του δικαίου διεθνούς προστασίας, και ειδικότερα στο άρθρο 3 ή 19 του περί Προσφύγων Νόμου, η εν λόγω αρχή περιορίζεται ως προς την εφαρμογή της από τα συστατικά στοιχεία των εν λόγω διατάξεων. Στο πλαίσιο ωστόσο της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008 , σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών (στο εξής: η Οδηγία 2008/115/ΕΚ), οι διατάξεις της οποίας μεταφέρονται με τον περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμο, καθίσταται σαφής η εφαρμογή της αρχής της μη επαναπροώθησης με την έννοια του διεθνούς δικαίου ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως καταγράφεται ανωτέρω (άρθρο 5 της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ, αντίστοιχη διάταξη του άρθρου 18ΟΖ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου)

55.           Συναφώς στην απόφαση του ΔΕΕ της 22ας Νοεμβρίου 2022, C-69/21 στην υπόθεση X κατά Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid, ECLI:EU:C:2022:913, σκέψεις 58 έως 61, επιβεβαιώνεται ότι «όταν υφίστανται σοβαροί και αποδεδειγμένοι λόγοι να θεωρηθεί ότι υπήκοος τρίτης χώρας που διαμένει παρανόμως σε κράτος μέλος θα εκτεθεί, σε περίπτωση επιστροφής σε τρίτη χώρα, σε πραγματικό κίνδυνο απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης, κατά την έννοια του άρθρου 4 του Χάρτη, σε συνδυασμό με το άρθρο 1 και το άρθρο 19, παράγραφος 2, του Χάρτη, δεν μπορεί να εκδοθεί εις βάρος του απόφαση επιστροφής στη χώρα αυτή, για όσο διάστημα εξακολουθεί να υφίσταται τέτοιος κίνδυνος. […]

60    Κατά τρίτον, δυνάμει του άρθρου 52, παράγραφος 3, του Χάρτη, τα δικαιώματα που κατοχυρώνει το άρθρο 4 του Χάρτη, εφόσον αντιστοιχούν σε εκείνα τα οποία κατοχυρώνονται στο άρθρο 3 της ΕΣΔΑ, έχουν την ίδια έννοια και την ίδια εμβέλεια με αυτές που τους προσδίδει το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ [απόφαση της 24ης Απριλίου 2018, MP (Επικουρική προστασία θύματος παρελθόντων βασανιστηρίων), C‑353/16, EU:C:2018:276, σκέψη 37].

61      Εν προκειμένω, από τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου επί του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ συνάγεται ότι ο πόνος από ασθένεια οφειλόμενη σε φυσικά αίτια, ανεξάρτητα από το αν πρόκειται για σωματική ή ψυχική νόσο, είναι δυνατόν να εμπίπτει στο άρθρο 3 σε περίπτωση που επιδεινώνεται ή υπάρχει κίνδυνος να επιδεινωθεί λόγω μεταχείρισης που απορρέει από συνθήκες κράτησης, από απέλαση ή από άλλα μέτρα για τα οποία οι αρχές μπορούν να θεωρηθούν υπεύθυνες, τούτο δε υπό τον όρο ότι ο προκαλούμενος πόνος έχει τον ελάχιστο βαθμό σοβαρότητας που απαιτείται κατά το άρθρο 3 [πρβλ. απόφαση Paposhvili, § 174 και 175, και απόφαση της 24ης Απριλίου 2018, MP (Επικουρική προστασία θύματος παρελθόντων βασανιστηρίων), C‑353/16, EU:C:2018:276, σκέψη 38].

56.          Ως προς το βαθμό της σοβαρότητας σε περιπτώσεις προσώπων που πάσχουν από κάποια ασθένεια, θα πρέπει να είναι τέτοιος, που να συνεπάγεται, πραγματικό κίνδυνο έκθεσης σε σοβαρή, ταχεία και μη αναστρέψιμη επιδείνωση της κατάστασης της υγείας του, συνεπαγόμενη έντονους πόνους ή σημαντική μείωση του προσδόκιμου ζωής του [Βλ. ανωτέρω X κατά Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid, σκέψη 76, απόφαση του ΕΔΑΔ, της 13ης Δεκεμβρίου 2016, Paposhvili κατά Βελγίου (CE:ECHR:2016:1213JUD004173810), § 178 και 183, και απόφαση του ΔΕΕ της 24ης Απριλίου 2018, C-353/16, EU:C:2018:276, σκέψη 40].

57.          Εξάλλου, με πρόσφατη απόφασή του το ΕΔΔΑ προέβη σε σύνοψη της νομολογίας του σχετικά με ζητήματα υγείας. Στην υπόθεση Savran κατά Δανίας της 7ης Δεκεμβρίου 2021 (προσφυγή αριθ. 57467/15), το ΕΔΔΑ θύμισε την αρχική του νομολογία επί της απόφασης D. κατά Ηνωμένου Βασιλείου της 2ας Μαΐου 1997, προσφυγή αριθ. 30240/96, η οποία χαρακτηριζόταν από «εξαιρετικές περιστάσεις» εξαιτίας του γεγονότος ότι ο Αιτητής υπέφερε από ασθένεια η οποία δεν είναι δυνατό να θεραπευθεί, του τελευταίου σταδίου στο οποίο βρισκόταν, την έλλειψη εγγύησης η οποία θα ήταν δυνατή η απόκτηση νοσηλευτικής ή ιατρικής περίθαλψης ή η ύπαρξη οποιασδήποτε οικογένειας πρόθυμης ή ικανής να τον συνδράμει ή οποιασδήποτε άλλης μορφής κοινωνικής ή ηθικής υποστήριξη (παρ. 126). Κατέληξε ωστόσο με την απόφαση Paposhvili ότι η πρακτική εφαρμογή της νομολογίας του, είχε ως αποτέλεσμα να στερούνται της προστασίας της διάταξης, πρόσωπα τα οποία ήταν σοβαρά άρρωστα, αλλά των οποίων η κατάσταση ήταν λιγότερο σοβαρή (παρ.128). Συνέχισε διευκρινίζοντας ότι, προκειμένου η ΕΣΔΑ να ερμηνεύεται με τρόπο που καθιστά τα δικαιώματα πρακτικά και αποτελεσματικά και όχι θεωρητικά και απατηλά, «Το Δικαστήριο θεωρεί ως ‘άλλες πολύ εξαιρετικές περιπτώσεις’ […] οι οποίες ενδέχεται να εγείρουν ζήτημα υπό το Άρθρο 3 […] περιπτώσεις οι οποίες συμπεριλαμβάνουν την απομάκρυνση ενός σοβαρά άρρωστου προσώπου όπου ουσιώδεις λόγοι υποδεικνύουν ότι αν και όχι σε άμεσο κίνδυνο θανάτου, θα αντιμετώπιζε πραγματικό κίνδυνο, εξαιτίας της έλλειψης κατάλληλης θεραπείας στη χώρα υποδοχής ή την έλλειψη πρόσβασης σε τέτοια θεραπεία, της έκθεσης σε σοβαρή, γρήγορη και ανεπανόρθωτη εξασθένηση στην κατάσταση της υγείας του […] με αποτέλεσμα έντονο πόνο ή σημαντική μείωση στο προσδόκιμο ζωής.». Το Δικαστήριο υποδεικνύει ότι αυτές οι καταστάσεις αντιστοιχούν σε υψηλό επίπεδο για την εφαρμογή του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ σε περιπτώσεις οι οποίες αφορούν την απομάκρυνση αλλοδαπών οι οποίοι υποφέρουν από σοβαρή ασθένεια (παρ. 129). Ως προς το αν ικανοποιούνται οι συνθήκες αυτές σε μία συγκεκριμένη περίσταση, οι εθνικές αρχές βρίσκονται υπό υποχρέωση θέσπισης κατάλληλων διαδικασιών οι οποίες επιτρέπουν εξέταση του φόβου των Αιτητών καθώς και αξιολόγηση των κινδύνων τους οποίους θα αντιμετώπιζαν εάν απομακρύνονταν στη χώρα υποδοχής. Στο πλαίσιο των διαδικασιών αυτών (α) οφείλουν οι Αιτητές να προσκομίσουν αποδείξεις ικανές να επιδείξουν ότι υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι η εφαρμογή του εν λόγω μέτρου θα οδηγούσε σε πραγματικό κίνδυνο μεταχείρισης αντίθετης προς το άρθρο 3, (β) όταν τέτοιες ενδείξεις έχουν προσκομιστεί, το κράτος το οποίο προβαίνει στην επιστροφή οφείλει να διαλύσει τις όποιες αμφιβολίες εγείρονται και να προβεί σε λεπτομερή έλεγχο του κατ’ ισχυρισμό κινδύνου λαμβάνοντας υπόψιν τις προβλεπόμενες συνέπειες της απομάκρυνσης για τον ιδιώτη, υπό το φως της γενικής κατάστασης εκεί και τις προσωπικές περιστάσεις του ιδιώτη, όπου τέτοια αξιολόγηση οφείλει να λάβει υπόψιν γενικές πηγές όπως αναφορές του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας ή άλλων ευυπόληπτων μη κυβερνητικών οργανώσεων και των ιατρικών πιστοποιητικών που συμπεριλαμβάνουν το επίδικο πρόσωπο, οι επιπτώσεις της απομάκρυνσης οφείλουν να αξιολογηθούν από σύγκριση της κατάστασης της υγείας του Αιτητού πριν την απομάκρυνση και πώς θα εξελισσόταν μετά την απομάκρυνση στο κράτος υποδοχής, (γ) το επιστρέφον κράτος οφείλει να επαληθεύει σε μία εξατομικευμένη βάση εάν η φροντίδα η γενικά διαθέσιμη στο κράτος υποδοχής είναι επαρκής και κατάλληλη στην πράξη για τη θεραπεία της ασθένειας του Αιτητού προκειμένου να εμποδίσει μεταχείριση αντίθετη με το άρθρο 3, (δ) το επιστρέφον κράτος οφείλει ακόμα να λάβει υπόψιν το βαθμό στον οποίο ο Αιτητής θα έχει πράγματι πρόσβαση στη θεραπεία, συμπεριλαμβανομένης αναφοράς στο κόστος, την ύπαρξη κοινωνικού και οικογενειακού δικτύου και της απόστασης την οποία οφείλει να ταξιδέψει προκειμένου να έχει πρόσβαση στην απαιτούμενη θεραπεία, (ε) όπου αφού έχουν εξεταστεί οι σχετικές πληροφορίες, εξακολουθούν να υπάρχουν σοβαρές αμφιβολίες ως προς τις συνέπειες της απομάκρυνσης στον Αιτητή, εξαιτίας της γενικής κατάστασης στο κράτος υποδοχής και της προσωπικής του κατάστασης, το επιστρέφον κράτος οφείλει να αποκτήσει προσωπικές και επαρκείς διαβεβαιώσεις από το κράτος υποδοχής ως προϋπόθεση της μετακίνησης ότι η κατάλληλη θεραπεία θα είναι διαθέσιμη και προσβάσιμη στο εν λόγω πρόσωπο, ώστε να μη βρεθεί σε κατάσταση αντίθετη με το άρθρο 3 (παρ.130).

58.          Συμφώνως προς τις κατευθύνσεις του ΕΔΔΑ, στις οποίες παραπέμπει το ενωσιακό δίκαιο, συμπεριλαμβανομένης της νομολογία του ΔΕΕ, σημειώνεται κατ’ αρχήν ότι ο Αιτητής δεν έχει προσκομίσει κάποια απόδειξη ως προς την ύπαρξη ουσιωδών λόγων να πιστεύεται ότι η εφαρμογή του μέτρου θα οδηγούσε σε πραγματικό κίνδυνο μεταχείρισης αντίθετης με το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ, ούτε κάποιο ιατρικό πιστοποιητικό το οποίο να καταδεικνύει την εξέλιξη της υγείας του σε περίπτωση απομάκρυνσης. Επίσης, όπως αναφέρθηκε και ανωτέρω, ο Αιτητής δήλωσε ότι έλαβε σχετική αγωγή στη χώρα καταγωγής του.

59.           Τέλος, λαμβάνεται υπόψιν ότι ο Αιτητής διαθέτει οικογενειακό δίκτυο στη χώρα καταγωγής του, είναι ικανός προς εργασία και διέθετε εργασιακή πείρα στη χώρα του.

60.          Με βάση τα ανωτέρω δεδομένα δεν προκύπτει ότι στην περίπτωση του Αιτητή θα υπάρξει παραβίαση της αρχής της μη επαναπροώθησης, καθώς δεν ικανοποιείται το υψηλό όριο που έχει τεθεί από τη νομολογία του ΕΔΔΑ, ως παρατέθηκε ανωτέρω, ώστε να προκύπτει παραβίαση του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ. Το επίπεδο της υγείας του Αιτητή σε συνδυασμό με τις συνθήκες που επικρατούν στη χώρα καταγωγής του αναφορικά με πρόσωπα που αντιμετωπίζουν παρόμοια προβλήματα υγείας και τις λοιπές προσωπικές το περιστάσεις δεν εμπίπτουν στις «εξαιρετικές περιπτώσεις» στις οποίες μπορεί, κατά τη νομολογία του ΕΔΔΑ, ο παράγοντας της υγείας να είναι λόγος για την μη επιστροφή ενός ατόμου. Συγκεκριμένα, προκύπτει από την έρευνα του Δικαστηρίου που αναλύθηκε ήδη ότι υπάρχει διαθέσιμη κατάλληλη θεραπεία στη χώρα καταγωγής του Αιτητή, στην οποία αναμένεται να έχει πρόσβαση, ώστε δεν κρίνεται πιθανή η έκθεση του Αιτητή σε σοβαρή, ταχεία και μη αναστρέψιμη επιδείνωση της κατάστασης της υγείας τους, που θα είχε ως αποτέλεσμα είτε την έντονη ταλαιπωρία του είτε τη σημαντική μείωση του προσδόκιμου ζωής του. Περαιτέρω, επισημαίνεται εκ νέου ότι ο Αιτητής δεν έχει προσκομίσει αποδείξεις ικανές να επιδείξουν ότι υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι η εκτέλεση της απόφασης επιστροφής του θα οδηγούσε σε πραγματικό κίνδυνο μεταχείρισης αντίθετης προς το άρθρο 3, συμφώνως προς τα κριτήρια που θέσπισε το ΕΔΔΑ στην απόφαση του επί της προσφυγής αρ. 57467/15 (βλ. ανωτέρω, παράγραφος 41 της παρούσης), ενώ παράλληλα ο Αιτητής διαθέτει κατάλληλο υποστηρικτικό δίκτυο, ήτοι την οικογένειά του, που εξακολουθεί να διαμένει στον τόπο καταγωγής του.

61.          Ενόψει της πιο πάνω ανάλυσης και διαπίστωσης, η εξέταση του ισχυρισμού του Αιτητή περί έλλειψης δέουσας έρευνας καθίσταται αλυσιτελής, ιδίως δεδομένης της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου και της έκτασης του ελέγχου που ασκεί στην επίδικη πράξη.

 

 

Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιείται ως ανωτέρω, με €1000 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 



[1]Country of Origin Informatio, Nigeria, security Situation (Ιούνιος 2021)

https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2021_06_EASO_COI_Report_Nigeria_Security_situation.pdf σελ. 42

[2] https://www.rulac.org/browse/countries/nigeria#collapse1accord

[3] Country of Origin Information, Nigeria, security Situation (Ιούνιος 2021)

https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2021_06_EASO_COI_Report_Nigeria_Security_situation.pdf σελ. 32

[4] Rulac (last update 2 March 2023), 'Non-International Armed Conflicts in Nigeria', available at: https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-nigeria#collapse4accord   (τελευταία ημερομηνία πρόσβασης στις 25/01/2024)

[5] Country Guidance: Nigeria, Common analysis and guidance note (October 2021) https://euaa.europa.eu/sites/default/files/Country_Guidance_Nigeria_2021.pdf σελ. 128

[6] Προσμαρμοσμένη έρευνα στη βάση δεδομένων ACLED, διαθέσιμη στη διεύθυνση:  https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard

[7] Η κατηγορία «μάχες» περιλαμβάνει τις υποκατηγορίες «ένοπλη σύγκρουση», «ανάκτηση εδαφών από τη κυβέρνηση», «κατάκτηση περιοχής από μη κυβερνητικό φορέα». Η κατηγορία «βία κατά πολιτών» περιλαμβάνει τις υποκατηγορίες «απαγωγή/εξαναγκασμένη εξαφάνιση», «επίθεση», «σεξουαλική βία». Η κατηγορία «έκρηξη/απομακρυσμένη βία» περιλαμβάνει τις υποκατηγορίες «επίθεση από αέρος/επίθεση με drone», «χρήση χημικών όπλων», «χρήση χειροβομβίδας», «απομακρυσμένη έκρηξη, ενεργοποίηση ναρκών, ενεργοποίηση αυτοσχέδιου εκρηκτικού μηχανισμού», «επίθεση με οβίδες/πυροβολικό/πύραυλο», «επίθεση αυτοκτονίας». Η κατηγορία «αναταραχές» περιλαμβάνει τις υποκατηγορίες «βία σε κατάσταση οχλοκρατίας» και «βίαιη διαδήλωση».

[8] https://www.ecoi.net/en/file/local/2097274/2023q2Nigeria_en.pdf

[9] https://www.mindat.org/feature-2335722.html

[10]« Medical Country of Origin Information Report: Nigeria», April 2022

https://euaa.europa.eu/publications/medical-country-origin-information-report-nigeria σελ. 62

[11] ibid σελ.63,66-67

[12] Αξιολογώντας τα ως άνω δεδομένα συμφωνώ με το συμπέρασμα του Οδηγού Χώρας (Country Guidance) της Νιγηρίας, εκδοθέντος από το Ευρωπαϊκό Γραφείο Υποστήριξης για το Άσυλο (EASO), ο οποίος δεν αποτελεί δεσμευτικό κείμενο, οφείλει ωστόσο να λαμβάνεται υπόψιν από τα κράτη-μέλη EASO, 'Country GuidanceNigeria' (2021), σελ.129, διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2022-01/Country_Guidance_Nigeria_2021.pdf

[13] Προσαρμοσμένη έρευνα στη βάση δεδομένων ACLED, διαθέσιμη στη διεύθυνση: https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard

[14] Η κατηγορία «μάχες» περιλαμβάνει τις υποκατηγορίες «ένοπλη σύγκρουση», «ανάκτηση εδαφών από τη κυβέρνηση», «κατάκτηση περιοχής από μη κυβερνητικό φορέα». Η κατηγορία «βία κατά πολιτών» περιλαμβάνει τις υποκατηγορίες «απαγωγή/εξαναγκασμένη εξαφάνιση», «επίθεση», «σεξουαλική βία». Η κατηγορία «έκρηξη/απομακρυσμένη βία» περιλαμβάνει τις υποκατηγορίες «επίθεση από αέρος/επίθεση με drone», «χρήση χημικών όπλων», «χρήση χειροβομβίδας», «απομακρυσμένη έκρηξη, ενεργοποίηση ναρκών, ενεργοποίηση αυτοσχέδιου εκρηκτικού μηχανισμού», «επίθεση με οβίδες/πυροβολικό/πύραυλο», «επίθεση αυτοκτονίας». Η κατηγορία «αναταραχές» περιλαμβάνει τις υποκατηγορίες «βία σε κατάσταση οχλοκρατίας» και «βίαιη διαδήλωση».

[15] Country of Origin Information, Nigeria, security Situation (Ιούνιος 2021)

https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2021_06_EASO_COI_Report_Nigeria_Security_situation.pdf σελ. 251

[16] Οδηγός της EASO “Προϋποθέσεις χορήγησης διεθνούς προστασίας (οδηγία 2011/95/ΕΕ)”, σ. 62, https://euaa.europa.eu/sites/default/files/qip-ja_el.pdf


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο