ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 

                                                                                      Υπόθεση αρ.719/22

 

15 Ιανουαρίου 2024

 

[Α. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

Μ. Ο. Ι.

                                                                                                                        Αιτητής

Και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

                                                                                                                        Καθ’ ων η αίτηση

 

Κκ Δημήτριος Α. Παυλίδης & Συνεργάτες ΔΕΠΕ, Δικηγόροι για τον αιτητή

Κα Α. Αναστασιάδη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την προσφυγή ο αιτητής αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου η οποία του κοινοποιήθηκε στις 27/01/22, με επιστολή ημ.29/12/21, δια της οποίας απορρίφθηκε η μεταγενέστερη αίτησή του για παροχή διεθνούς προστασίας, ως άκυρης, παράνομης και στερούμενης νομικού αποτελέσματος.

Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου που κατατέθηκε στα πλαίσια των διευκρινήσεων της παρούσας προσφυγής, ο αιτητής κατάγεται από τη Νιγηρία, εισήλθε ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές παρατύπως, από τα κατεχόμενα, την 10/12/20 και υπέβαλε 1η αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας στις 22/01/21 (ερ.1-3, 33).

Στις 05/04/21 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη με τον αιτητή από την Υπηρεσία Ασύλου προς εξέταση του αιτήματός για διεθνή προστασία όπου του δόθηκε η ευκαιρία, μέσα από σχετικές ερωτήσεις, μεταξύ άλλων, να εκθέσει τους λόγους στου οποίους στηρίζει το αίτημα του (ερ.25-33). Μετά το πέρας της συνέντευξης ετοιμάστηκε σχετική Έκθεση και Εισήγηση και, στις 18/05/21, η αίτηση διεθνή προστασία απορρίφθηκε (ερ.92-100).

Ακολούθως, ετοιμάστηκε σχετική επιστολή ενημέρωσης του αιτητή για την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία του δόθηκε διά χειρός στις 20/05/21 στην αγγλική, που είναι η μητρική του γλώσσα, μαζί με την σχετική αιτιολογία αυτής (ερ.103-104).

Ο αιτητής καταχώρησε στο Δικαστήριο την προσφυγή αρ.3247/21 κατά της ως άνω απόφασης της Υπηρεσίας η οποία και απορρίφθηκε στις 08/07/21 (ερ.119).

Στις 26/11/21 αιτητής υπέβαλε την επίδικη μεταγενέστερη αίτηση διεθνούς προστασίας (ερ.120-123), η οποία στις 26/12/21 απορρίφθηκε ως απαράδεκτη στη βάση του αρ.16 (Δ) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000-2019 (ερ.124-125). Ακολούθως ετοιμάστηκε σχετική επιστολή ενημέρωσης του αιτητή για την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία του δόθηκε δια χειρός στις 27/01/22 (ερ.130-131).

Η αίτηση αποτελείται από χειρόγραφα συμπληρωμένο Έντυπο αρ.1 επί του οποίου δεν καταγράφονται νομικοί λόγοι και χωρίς έκθεση γεγονότων. Αυτό που αναφέρει ο αιτητής είναι πως θέλει να ενστεί στην προσβαλλόμενη απόφαση. Περαιτέρω αναφέρει ότι έχει «προβλήματα με την Κυβέρνηση στη Νιγηρία» και δεν μπορεί να επιστρέψει επειδή η ζωή του βρίσκεται σε κίνδυνο.

Η παρούσα καταχωρήθηκε από τον αιτητή προσωπικά όμως ακολούθως αυτός διόρισε δικηγόρο, ο οποίος και αγόρευσε προφορικά κατά τις Διευκρινήσεις, αποσύροντας δια σχετικής του δήλωσης την προηγουμένως καταχωρηθείσα γραπτή αγόρευση του αιτητή.

Σημειώνω ότι δεν έγινε τροποποίηση της αρχικής προσφυγής.

Στις Διευκρινήσεις λοιπόν ο συνήγορος του αιτητή, αγορεύοντας επί της ουσίας των ισχυρισμών του αιτητή, αναφέρθηκε στην 1η αίτηση διεθνούς προστασίας και την στα πλαίσια εκείνης συνέντευξη και όχι την επίδικη μεταγενέστερη αίτηση, λέγοντας τα εξής.

Παραπέμποντας στο ερ.97, ισχυρίστηκε ότι τα όσα εντοπίστηκαν από τους καθ’ ων η αίτηση και αποτέλεσαν βάση για την απόρριψη του ισχυρισμού περί του ότι ήταν ηγετικό στέλεχος των διαδηλώσεων στα πλαίσια του κινήματος EndSARS, τόσο αναφορικά με την ώρα που άρχισε η διαδήλωση όσο και την παράλειψη του αν αναφέρει ότι απαγορεύτηκε η διέλευση ασθενοφόρων είναι επουσιώδη και δεν θα έπρεπε να οδηγήσουν στην απόρριψη του 2ου και, κατ’ επέκταση, 3ου ουσιώδους ισχυρισμού του αιτητή.

Σε σχέση τώρα με τον 4ο ουσιώδη ισχυρισμό του αιτητή, ήτοι τον σεξουαλικό του προσανατολισμό, ανέφερε ότι κακώς θεωρήθηκε από τους καθ’ ων η αίτηση ότι ο αιτητής δεν ανέφερε πότε αντιλήφθηκε τον προσανατολισμό του, αφού δήλωσε – ως αναφέρει – ότι αυτό έγινε 3 μήνες πριν τη συνέντευξη και απάντησε ξεκάθαρα, όταν ρωτήθηκε σχετικά με τις συνέπειες επιστροφής του, ότι θα φυλακιστεί από τη κυβέρνηση ή τη θρησκεία. Για τους λόγους αυτούς θεωρεί ότι κακώς θεωρήθηκε ο εν λόγω ισχυρισμός του αναξιόπιστος και απορρίφθηκε.

Οι καθ' ων η αίτηση αντέταξαν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθ' όλα νόμιμη και, παραπέμποντας στα ερ.93-98 και υιοθετώντας την έκθεση στα πλαίσια της 1ης αιτήσεως διεθνούς προστασίας, ζήτησαν την απόρριψη της προσφυγής.

Ενόψει των ως άνω, απομένει η επί της ουσίας εξέταση της παρούσης. Με βάση λοιπόν τα διαλαμβανόμενα στο αρ.146 (4) (α) του Συντάγματος αλλά και το άρθρο 11 (3) (α) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (73(I)/2018) προχωρώ «σε έλεγχο της νομιμότητας και ορθότητας αυτής, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής […] τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν».

Στην 1η του αιτήση διεθνούς προστασίας ο αιτητής καταγράφει ότι έφυγε από τη χώρα καταγωγής λόγω του ότι είναι μια χώρα στην οποία οι πολίτες χρειάζονται προστασία από  αυτούς οι οποίοι θα έπρεπε να τους προστατεύουν και μόνη επιλογή είναι η εγκατάλειψή της προς αναζήτηση ασφάλειας. Δήλωσε ότι καταζητείται από τις αρχές λόγω του ότι ήταν από τους πιο ενεργούς διαδηλωτές και αγωνιζόταν υπέρ της ελευθερίας, του τερματισμού της αστυνομικής βίας και εναντίον της κακής διακυβέρνησης και έχασε τρεις φίλους του, οι οποίοι σκοτώθηκαν στη σφαγή που έλαβε χώρα στην περιοχή Lekki, ενώ τρία ξαδέρφια του συνελήφθησαν και οδηγήθηκαν σε άγνωστο μέρος, με αποτέλεσμα να τους θεωρούν νεκρούς. Γι’ αυτό ο αιτητής φοβάται για τη ζωή του ενώ υποστήριξε πως κατέχει πολλά ταλέντα και μεγάλη προοπτική.

Στη συνέντευξη που ακολούθησε ανέφερε ότι γεννήθηκε στην πόλη Ojo της πολιτείας Lagos το 1997, μεγάλωσε με τον πατέρα του και τη μητριά του στη συγκεκριμένη περιοχή και αφού διέμεινε σε διάφορα μέρη εντός της πολιτείας Lagos σε συγγενείς του, σε ηλικία 20 ετών επέστρεψε στην πόλη Ojo, η οποία αποτελεί και τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του. Είναι άγαμος, άτεκνος, οι γονείς του χώρισαν μετά τη γέννησή του ενώ ο ίδιος συνέχισε να ζει με τον πατέρα του και έχει 5 ετεροθαλή αδέρφια από τον πατέρα του και 4 από τη μητέρα του, που όλοι διαμένουν στην πόλη Ojo.  Ήταν αρτοποιός, από το 2017 μέχρι το 2020 και εργάστηκε σαν μοντέλο και φωτογράφος.

Αναφορικά με τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής ισχυρίστηκε ότι καταζητείται από τις αρχές και εκκρεμεί ένταλμα σύλληψης εναντίον του επειδή, όντας ηγετικό μέλος της οργάνωσης endSARS στην πόλη Ojo, ήταν το άτομο που οδήγησε τους διαδηλωτές στο Lekki Toll gate στις 20/10/20. Ως ανέφερε, όταν άρχισαν οι διαδηλώσεις εναντίον της ομάδας SARS στις 13/10/20, ο ίδιος προέτρεψε άλλους νεαρούς να λάβουν μέρος στη διαδήλωση και να συμμετάσχουν σε αυτή διεκδικώντας τα δικαιώματά τους, ενώ τόνισε ότι ο ίδιος να έλαβε μέρος σε όλες τις διαδηλώσεις. Κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων τον πλησίασαν κατάσκοποι της κυβέρνησης και του προσέφεραν χρήματα προκειμένου να σταματήσει τις διαδηλώσεις, όμως αυτός αρνήθηκε.

Σε σχέση με την αντιμετώπιση των εν λόγω διαδηλώσεων από τις αρχές, υποστήριξε ότι στις 20/10/20 στάλθηκε στρατός με άρματα και βαρύ οπλισμό και άρχισε να πυροβολεί αδιακρίτως εναντίον των διαδηλωτών, με αποτέλεσμα πολλοί εξ αυτών να χάσουν τη ζωή τους. Μετά το συγκεκριμένο περιστατικό, οι αστυνομικές αρχές άρχισαν να καταζητούν τα άτομα που οργάνωσαν τις διαδηλώσεις με αποτέλεσμα στις 23/10/20 να μεταβούν στην περιοχή που διέμενε και να ενημερωθούν από μέλη της τοπικής κοινότητας ότι ο αιτητής ήταν το πρόσωπο που οργάνωσε τη διαδήλωση εκεί. Ακολούθως, δήλωσε ότι τα μέλη της αστυνομίας επισκέφτηκαν την πατρική του οικία στην πόλη Ojo αναζητώντας τον ίδιο, πλην όμως ο ίδιος είχε καταλάβει ότι θα τον ψάξουν και διέμεινε στο σπίτι της θείας του σε άλλη περιοχή. Μετά απ’ αυτό, ένας φίλος του πατέρα του, που εργαζόταν στο αστυνομικό τμήμα στην περιοχή Festac, ενημέρωσε τον πατέρα του ότι ο αιτητής καταζητείται λόγω της συμμετοχής του στις διαδηλώσεις του κινήματος endSARS σε συνδυασμό με το ότι έφερε ηγετικό ρόλο στο εν λόγω κίνημα, επιδεικνύοντας μάλιστα το ένταλμα σύλληψης που είχε εκδοθεί εις βάρος του. Στη συνέχεια, ο αιτητής διέμεινε στην οικία της θείας του στην περιοχή IBA, χωρίς να εξέρχεται εξ αυτής, μέχρι τις 13/11/20, οπότε και  εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής.

Αναφορικά με τη συμμετοχή του στις διαδηλώσεις του κινήματος endSARS, δήλωσε ότι αποφάσισε να λάβει μέρος και να οργανώσει τις διαδηλώσεις γιατί κουράστηκε να καταπατούνται τα δικαιώματά του. Ερωτηθείς να παραθέσει λεπτομέρειες σχετικά με το εν λόγω κίνημα, ο αιτητής απάντησε ότι επικεντρώνεται στον περιορισμό της αστυνομικής βίας. Αναφορικά με την αφορμή που οδήγησε στην 1η διαδήλωση, απάντησε ότι σε κάθε τοποθεσία υπάρχει ξεχωριστός  λόγος για τον οποίο άρχισαν οι διαδηλώσεις. Αναφορικά με την φερόμενη ιδιότητά του ως οργανωτής της διαδήλωσης που κατέληξε στην περιοχή Lekki, ο αιτητής ανέφερε ότι αυτός το είπε σε δύο άτομα, αυτά τα άτομα το μετέφεραν σε άλλα πρόσωπα, καταλήγοντας πως στο τέλος γνώριζαν όλοι σχετικά με τη διεξαγωγή της διαδήλωσης.

Ερωτηθείς να προσδιορίσει με ποιο τρόπο οργάνωσε τη διαδήλωση στην περιοχή Lekki, ο αιτητής αποκρίθηκε ότι όλοι μιλούσαν για την αστυνομική βία και ο κόσμος χρειαζόταν ένα ηγέτη. Αναφορικά με τη διαδήλωση στις 20/10/20 δήλωσε ότι ήταν μια 24ωρη απεργία κατά τη διάρκεια της οποίας  σταμάτησε η παροχή ηλεκτρικού ρεύματος και στη συνέχεια κατέφτασε ο στρατός με τανκς και φορτηγά. Οι δυνάμεις καταστολής προέτρεπαν τους διαδηλωτές να εγκαταλείψουν τη διαδήλωση, ενώ στη συνέχεια άρχισαν να πυροβολούν αδιακρίτως με αποτέλεσμα να σκοτωθούν πολλοί διαδηλωτές. Οι στρατιωτικές δυνάμεις δεν άφηναν τα ασθενοφόρα να περισυλλέξουν τα πτώματα ενώ στη συνέχεια διαδηλωτές άρχισαν να τρέχουν προκειμένου να διασωθούν.

Ερωτώμενος σχετικά ανέφερε ότι δεν αντιμετώπισε κανένα πρόβλημα κατά τη διάρκεια της αναχώρησής του από τη χώρα καταγωγής, η οποία έλαβε χώρα δια της χρήσεως νομίμως εκδοθέντος διαβατηρίου.

Επιπροσθέτως των ως άνω, ο αιτητηής ανέφερε ότι, κατά τη διάρκεια της διαμονής του στη Δημοκρατία, τον Ιανουάριο του 2021 (3 μήνες πριν την 2η συνέντευξή), αντιλήφθηκε ότι είναι αμφιφυλόφιλός, χωρίς ωστόσο να θυμάται την ακριβή στιγμή. Δήλωσε ότι δεν αισθάνεται διαφορετικά από τους άλλους ανθρώπους ενώ προσδιόρισε ότι έλκεται και από τα δύο φύλα. Όταν του ζητήθηκε να προσδιορίσει την έλξη που νιώθει, ο αιτητής ανέφερε ότι ενίοτε αναπτύσσει αισθήματα για άνδρες και ενίοτε για γυναίκες. Ερωτηθείς να προσδιορίσει τα συγκεκριμένα συναισθήματα, ο αιτητής απάντησε «αισθήματα….όχι αγάπη». Ερωτώμενος σχετικά ανέφερε ότι ουδέποτε είχε σχέση με άνδρα καθώς όλες οι σχέσεις που είχε συνάψει ήταν με γυναίκες. Ερωτηθείς να προσδιορίσει αν σκοπεύει να δημιουργήσει οικογένεια και αποκτήσει παιδιά ο αιτητής απάντησε θετικά ενώ δήλωσε ότι δεν έχει αλλάξει η καθημερινότητά του από τη στιγμή που αντιλήφθηκε τον σεξουαλικό του προσανατολισμό. Ο αιτητής ανέφερε ότι, πλην της λειτουργού, ο σεξουαλικός τους προσανατολισμός δεν είναι γνωστός σε κάποιο άλλο πρόσωπο ενώ δήλωσε ότι σε περίπτωση που γνωστοποιηθεί ο σεξουαλικός του προσανατολισμός στους γονείς του και στους φίλους του αυτοί θα νιώσουν περίεργα και θα απογοητευτούν. 

Ερωτηθείς τι φοβάται ότι θα συμβεί σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής, ο αιτητής δήλωσε αρχικά ότι θα τον συλλάβουν οι αρχές γιατί εκκρεμεί εις βάρος του ένταλμα σύλληψης ενώ, σε σχέση με τον σεξουαλικό προσανατολισμό, φοβάται ότι θα φυλακιστεί καθώς η κυβέρνηση της Νιγηρίας έχει ποινικοποιήσει την ομοφυλοφιλία.

Οι καθ’ ων η αίτηση εντόπισαν και αξιολόγησαν 4 ουσιώδεις ισχυρισμούς, ως ακολούθως.

1.    Προσωπικά χαρακτηριστικά του αιτητή και συγκεκριμένα το ότι είναι υπήκοος Νιγηρίας και γεννήθηκε στην πόλη Ojo, της πολιτείας Lagos, η οποία αποτελεί και τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του. 

2.    Ότι έφερε ηγετική ιδιότητα στο κίνημα endSARS

3.    Διώχθηκε από τις αρχές λόγω του ότι ήταν ηγετικό στέλεχος του εν λόγω κινήματος

4.    Το σεξουαλικό του προσανατολισμό και συγκεκριμένα ότι είναι αμφιφυλόφιλος. 

Αναφορικά με τον πρώτο ισχυρισμό, κρίθηκε ότι πληρείται η εσωτερική και εξωτερική αξιοπιστία και ως εκ τούτου ο ισχυρισμός έγινε αποδεκτός.

Αναφορικά με τον 2ο ως άνω ισχυρισμό κρίθηκε ότι δεν πληρείται η εσωτερική αξιοπιστία καθώς ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες τόσο σε θέματα που για την κατ’ ισχυρισμό ηγετική του δράση στα πλαίσια του κινήματος όσο και στο ίδιο το κίνημα endSARS. Παράλληλα, από το σύνολο των δηλώσεών του, κρίθηκε ότι δεν ενείχαν βιωματικό χαρακτήρα καθώς τα όσα ανέφερε αφορούσαν τη γενική επικρατούσα κατάσταση. Συγκεκριμένα, οι πληροφορίες που παρέθεσε για το κίνημα endSARS παρουσιάστηκαν αόριστες και γενικόλογες καθώς περιορίστηκε στη δήλωση  πως σκοπός του εν λόγω κινήματος είναι ο τερματισμός της αστυνομικής βίας και δεν ήταν σε θέση να περιγράψει το γεγονός το οποίο πυροδότησε την έναρξη των διαδηλώσεων, καθώς ερωτηθείς σχετικώς, απάντησε υπεκφεύγοντας ότι κάθε περιοχή έχει δικό της λόγο που πυροδότησε τις διαδηλώσεις. Ζητηθείς να προσδιορίσει τον τρόπο που ο ίδιος οργάνωσε τη διαδήλωση στο Lekki Toll gate, o αιτητής απάντησε υποθετικά ότι, αν αυτός μεταφέρει πληροφορίες σχετικά με τη διαδήλωση σε 2 άτομα, εκείνα θα μεταφέρουν τις πληροφορίες σε άλλα άτομα και έτσι τα νέα θα διαδοθούν. Ερωτηθείς να προσδιορίσει τι ακριβώς εννόησε όταν ανέφερε ότι καθοδήγησε τα άτομα στη διαδήλωση, ο αιτητής απάντησε και πάλι ασαφώς και χωρίς συνοχή ότι όλοι μιλούσαν για τη χρήση βίας από τις αστυνομικές αρχές. Παράλληλα, ζητηθείς να περιγράψει τα περιστατικά στις 20/10/20 περιορίστηκε σε μια περιγραφή συλλογικής εμπειρίας με κατά βάση γενικές πληροφορίες, παρά σε παράθεση της βιωματικής του εμπειρίας. Τέλος, κρίθηκε ότι θα αναμενόταν ευλόγως από τον αιτητή να είναι σε θέση να παράσχει πληροφορίες αναφορικά με την προσωπική του εμπλοκή, καθώς και να γνωρίζει περισσότερες πληροφορίες γύρω από αυτό, αφού η εμπλοκή του στο εν λόγω κίνημα αποτελεί τη γενεσιουργό αιτία της, κατά δήλωσή του, δίωξης που υπέστη. 

Βάσει των ανωτέρω, κρίθηκε ότι παρόλο που οι πληροφορίες που ανέφερε ο αιτητής βρίσκουν έρεισμα στις αντληθείσες πληροφορίες από αξιόπιστες πηγές στις οποίες ανέτρεξαν οι καθ’ ων η αίτηση, ωστόσο δεν στοιχειοθέτησε την κατ’ ισχυρισμό ηγετική του θέση στο κίνημα endSARS, όσο και την προσωπική του εμπλοκή στη διαδήλωση της 20/10/20. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε ως μη αξιόπιστος.

Αναφορικά με τον 3ο ισχυρισμό, που συνδέεται με τον 2ο ισχυρισμό, κρίθηκε ότι ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να παράσχει λεπτομερή αφήγηση απεικονίζουσα βιωματική εμπειρία σε σχέση με τη φερόμενη δίωξή του από τις αρχές της χώρα καταγωγής και εντοπίστηκαν ασάφειες και αντιφάσεις ανάμεσα στις δηλώσεις του αιτητή, οι οποίες, συν τοις άλλοις, στερούνται ευλογοφάνειας. Συγκεκριμένα, η δήλωση του αιτητή ότι από τις 23/10/20 μέχρι και τη στιγμή που εγκατέλειψε τη Νιγηρία δεν έβγαινε από το σπίτι  έρχεται σε αντίφαση με προγενέστερη δήλωσή του ότι εργαζόταν μέχρι να εγκαταλείψει τη χώρα. Ερωτηθείς να προσδιορίσει το λόγο που μπόρεσε να εκδώσει διαβατήριο και να αναχωρήσει από τη χώρα καταγωγής χωρίς να αντιμετωπίσει κανένα πρόβλημα, ενώ σύμφωνα με τις δηλώσεις του καταζητείται από τις αρχές της, απάντησε ότι του είπαν ότι καταζητείται μόνο στην πολιτεία Lagos. Όταν του ζητήθηκε να σχολιάσει το γεγονός απάντησε χωρίς συνοχή ότι δεν γνωρίζει τίποτα καθώς όλα κανονίστηκαν από τον πατέρα του και πως επανεξέδωσε το διαβατήριό του στις 15/10/20 με την αιτιολογία ότι επρόκειτο να σπουδάσει στη Γκάνα, ημερομηνία η οποία έπεται του χρόνου που δήλωσε ότι άρχισε να οργανώνει τις διαδηλώσεις και αιτιολογία η οποία έρχεται σε αντίθεση με τον πυρήνα του αιτήματός του. Παράλληλα, εντοπίστηκε ότι το διαβατήριό του φέρει ημερομηνία έκδοσης την 20/10/20, ημερομηνία κατά την οποία δήλωσε ότι έλαβε μέρος στην διαδήλωση στο Leki Toll gate. Ζητηθείς να διευκρινίσει την εν λόγω αντίφαση, ο αιτητής αποκρίθηκε χωρίς συνοχή και νοηματική συνέπεια ότι πλήρωσε κάποιον για να του το στείλει και στη συνέχεια συναντήθηκε με αγνώστων λοιπών στοιχείων άνδρα προκειμένου να του το παραδώσει.

Εκ των ως άνω οι καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν ότι λόγω απουσίας εσωτερικής αξιοπιστίας αλλά λόγω και του ότι η γενεσιουργός αιτία του ως άνω ισχυρισμού έχει ήδη απορριφθεί, ο υπό εξέταση ισχυρισμός του αιτητή απορρίπτεται ως μη αξιόπιστος.

Σε σχέση με τον 4ο ισχυρισμό αναφορικά με το σεξουαλικό του προσανατολισμό και συγκεκριμένα ότι είναι αμφιφυλόφιλός, κρίθηκε ομοίως ότι δεν πληρείται εσωτερική αξιοπιστία καθώς ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει ικανοποιητικές απαντήσεις, ενώ οι δηλώσεις του για ένα θέμα που ποινικοποείται στη χώρα καταγωγής παρουσιάζονται επιπόλαιες και στερούνται ευλογοφάνειας ως προς τον αντίκτυπο που είναι ικανές να επιφέρουν σε περίπτωση που η σεξουαλική του ταυτότητα γνωστοποιηθεί στη χώρα καταγωγής. Συγκεκριμένα, δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει πότε συνειδητοποίησε το σεξουαλικό του προσανατολισμό καθώς ερωτηθείς σχετικώς απάντησε ότι αυτό έλαβε χώρα όταν ήρθε στη Κύπρο και οι δηλώσεις του αιτητή κρίθηκαν ως μη ευλογοφανείς καθώς ο ίδιος δήλωσε ότι δεν είχε σχέση ποτέ με γυναίκα και ότι σκοπεύει στο μέλλον να δημιουργήσει οικογένεια. Περαιτέρω κρίθηκε ότι ο αιτητής δεν επέδειξε συναίσθηση της διαφορετικότητάς του ενώ ανέφερε ότι δεν έχει αλλάξει η καθημερινότητά του από τότε που συνειδητοποίησε τον σεξουαλικό του προσανατολισμό, καθώς θα αναμενόταν από εκείνον να μπορεί να περιγράψει μια αίσθηση διαφορετικότητας ή να αλλάζει με κάποιον τρόπο η καθημερινότητά του. Ερωτηθείς τι θα μπορούσε να συμβεί σε περίπτωση που η σεξουαλική του ταυτότητα γινόταν γνωστή στη χώρα καταγωγής, ο αιτητής απάντησε γενικόλογα και αόριστα ότι δεν θα γινόταν αποδεκτό από την κυβέρνηση ή την θρησκεία.

Τέλος, κρίθηκε ότι ο αιτητής δεν έχει επίγνωση της διαφορετικότητάς του καθώς και των κινδύνων που μπορεί να επιφέρει η αποκάλυψη της σεξουαλικής του ταυτότητας στη χώρα καταγωγής. Στη βάση αξιολόγησης με αναφορά στο μοντέλο DSSH ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε ως εσωτερικά αναξιόπιστος.

Ενόψει των ως άνω η 1η αίτηση που υπέβαλε απορρίφθηκε.

Στην επίδικη μεταγενέστερη αίτηση ο αιτητής καταγράφει ότι δεν μπορεί να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής, καθώς «μόλις πατήσει το πόδι [του]» σε αεροδρόμιο της Νιγηρίας θα συλληφθεί, θα φυλακιστεί και στη συνέχεια πιθανόν θα εκτελεστεί, λόγω του ότι έλαβε μέρος στη διαδήλωση του 2020 συν του ότι είναι αμφιφυλόφιλος, καθώς πλέον διατηρεί σχέση με άνδρα στη Δημοκρατία. Δήλωσε περαιτέρω ότι θέλει να εκφράσει εντελώς ανοιχτά  τον σεξουαλικό του προσανατολισμό αλλά φοβάται τι θα του συμβεί στη χώρα καταγωγής με αποτέλεσμα να μη μπορεί να επιστρέψει στη Νιγηρία ποτέ ξανά.

Προχωρώ σε αξιολόγηση των ενώπιον μου στοιχείων.

Σημειώνεται ότι, στα πλαίσια μεταγενέστερης αίτησης, ως και στην ως άνω απόφαση του ΔΕΕ καταγράφεται, αυτό που ερευνάται είναι, πρώτα, το κατά πόσο «[…] υποβλήθηκαν από τον αιτητή νέα στοιχεία ή πορίσματα τα οποία ο Προϊστάμενος δεν έλαβε υπόψη κατά την έκδοση της εκδοθείσας απόφασής του […]» [αρ.16Δ (3) (α)] του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (6(I)/2000]) και, εφόσον διαπιστωθεί τούτο, η Υπηρεσία Ασύλου προχωρά σε εξέταση κατά πόσο «[τ]α εν λόγω στοιχεία ή πορίσματα αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χορήγησης στον αιτητή διεθνούς προστασίας […]» [αρ.16Δ (3) (β) (i)] και, περαιτέρω, κατά πόσο «ικανοποιείται πως ο αιτητής, άνευ δικής του υπαιτιότητας, αδυνατούσε να υποβάλει τα εν λόγω στοιχεία ή πορίσματα κατά την προηγούμενη διαδικασία» [αρ.16Δ (3) (β) (i)], [βλ. και αρ.40 (2),(3) και (4) Οδηγία 2013/32/ΕΕ].

Συνεπώς ο σκοπός της προκαταρτικής έρευνας η οποία κατέληξε στην προσβαλλόμενη δια της παρούσης απόφαση, είναι ο έλεγχος του κατά πόσο πληρούνται οι ως άνω εκ της νομοθεσίας τιθέμενες προϋποθέσεις, οι οποίες θα δικαιολογούσαν περαιτέρω εξέταση της μεταγενέστερης αίτησης και όχι επί της ουσίας έρευνα των νεών ισχυρισμών ως να επρόκειτο για πρώτη αίτηση ασύλου.

Τα ανωτέρω επιβεβαιώνονται και από την απόφαση του ΔΕΕ στην υπ. αρ.C-651/19, JP v Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, ημ.09/09/20, όπου λέχθηκαν τα εξής εις απάντηση σχετικού προδικαστικού ερωτήματος που υποβλήθηκε:

«59      Σημειώνεται συναφώς ότι, όπως προκύπτει από το άρθρο 40 της οδηγίας 2013/32, η μεταγενέστερη αίτηση διεθνούς προστασίας αποσκοπεί στην υποβολή, από τον ενδιαφερόμενο αιτούντα, νέων στοιχείων ή πορισμάτων σε σχέση με εκείνα που εξετάστηκαν στο πλαίσιο της προηγούμενης αίτησης, τα οποία αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χαρακτηρισμού του αιτούντος ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας. Όταν η προκαταρκτική εξέταση στην οποία υποβάλλεται μια τέτοια αίτηση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι προέκυψαν ή υποβλήθηκαν από τον αιτούντα τέτοια νέα στοιχεία ή πορίσματα, τότε η αίτηση εξετάζεται περαιτέρω σύμφωνα με τις διατάξεις του κεφαλαίου II της οδηγίας αυτής. Αντιθέτως, όταν από την προκαταρκτική εξέταση δεν προκύπτουν τέτοια στοιχεία ή πορίσματα, η εν λόγω αίτηση απορρίπτεται ως απαράδεκτη, σύμφωνα με το άρθρο 33, παράγραφος 2 στοιχείο δʹ, της οδηγίας 2013/32.

60      Επομένως, το δικαστήριο που επιλαμβάνεται προσφυγής κατά απόφασης με την οποία απορρίπτεται ως απαράδεκτη μεταγενέστερη αίτηση διεθνούς προστασίας πρέπει να ελέγξει μόνον κατά πόσον, αντιθέτως προς ό,τι αποφάσισε η αρμόδια αρχή, από την προκαταρκτική εξέταση της αίτησης αυτής προέκυψαν νέα στοιχεία ή πορίσματα, κατά τα διαλαμβανόμενα στην προηγούμενη σκέψη. »

Στην επίδικη μεταγενέστερη αίτηση ο αιτητής επανέλαβε κατ’ ουσία τα όσα είχε αναφέρει στην 1η αίτηση, στα πλαίσια της συνέντευξης που διενεργήθηκε. Σημειώνω δε ότι, ενόψει του ότι κατά την 1η τότε συνέντευξη του ο αιτητής αναφέρθηκε για πρώτη φορά στον ισχυρισμό του περί αμφισεξουαλικότητας του, κρίθηκε σκόπιμο να γίνει 2η συνέντευξη, στην οποία διερευνήθηκε και εξετάστηκε, μέσα από ενδελεχείς ερωτήσεις, ο ισχυρισμός αυτός.

Οι καθ’ ων η αίτηση, στα πλαίσια προκαταρτικής εξέτασης της επίδικης αίτησης, κατέληξαν ότι οι ισχυρισμοί του αιτητή δεν αποτελούν νέα στοιχεία, δεδομένου ότι όμοιους ισχυρισμούς είχε αναφέρει και κατά την 1η αίτηση, τους οποίους του δόθηκε η δέουσα ευκαιρία να αναπτύξει εκτεταμένα κατά τις 2 συνεντεύξεις που ακολούθησαν.

Θα συμφωνήσω με την κατάληξη των καθ’ ων η αίτηση και την αιτιολογία αυτής.

Δεδομένης και της ως άνω νομολογίας του ΔΕΕ επί του ζητήματος δεν έχω τίποτε να προσθέσω στα όσα περιεκτικά αλλά εύστοχα αναφέρονται στην επίδικη έκθεση που ετοίμασαν οι καθ’ ων η αίτηση (βλ. ερ.124-125), πλην του να σημειώσω ότι τα όσα επί της επίδικης αίτησης καταγράφει ο αιτητής περί σχέσης του με ομόφυλο άτομο στη Δημοκρατία δεν μπορεί βεβαίως να θεωρηθεί νέο στοιχείο – πρόσθετο στους αρχικούς ισχυρισμούς του περί του σεξουαλικού του προσανατολισμού – ως τους ανέφερε στα πλαίσια της 1ης του αίτησης. Τούτο γιατί παρά το ότι αποτελεί ισχυρισμό περί έμπρακτης εκδήλωσης της κατ’ ισχυρισμό αμφιφυλοφιλίας του αιτητή δεν θα προσέθετε τίποτε στα πλαίσια μελλοντοστραφούς εξέτασης των αναγκών διεθνούς προστασίας, αφού ο βασικός ισχυρισμός περί του σεξουαλικού προσανατολισμού του αιτητή, ως εξετάστηκε στα πλαίσια της 1ης αιτήσεως του, δεν αλλοιώνεται και δεν διαφοροποιείται εκ τούτου.

Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι προϊόν δέουσας έρευνας όλων των υποβληθέντων στοιχείων, υπαγωγής τους στην οικεία νομοθεσία και επαρκώς αιτιολογημένη. Ουδεμία δε πλάνη έχει παρεισφρήσει στην απόφαση. Η επίδικη αίτηση ορθώς απορρίφθηκε ως απαράδεκτη στη βάση των όσων διαλαμβάνονται στο αρ.16Δ (3) (α) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (6(I)/2000).

Τα όσα λοιπόν ανέφερε κατά τις διευκρινήσεις ο συνήγορος του αιτητή ουδόλως μπορούν να διαφοροποιήσουν την κατάληξη μου εν προκειμένω, ενόψει της νομολογίας και νομοθεσίας επί μεταγενέστερων αιτήσεων, ως ανωτέρω καταγράφεται. Τούτο γιατί τα όσα αναφέρθηκαν αφορούσαν την 1η και όχι την επίδικη αίτηση και θα είχαν θέση στα πλαίσια της τότε καταχωρηθείσας προσφυγής, η οποία και απορρίφθηκε.

Δεδομένου του ότι η επίδικη απόφαση περιλαμβάνει και απόφαση επιστροφής, η οποία αποτελεί «αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα αυτής», ως προνοείται από το αρ.13 (2) (δ), προχωρώ – σε κάθε περίπτωση - σε αποτίμηση της κατάστασης ασφαλείας της περιοχής διαμονής του αιτητή, όπου και αναμένεται να επιστρέψει.

Αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας στην πολιτεία Lagos, όπου διέμενε ο αιτητής, σε αναφορά του ACLED καταγράφεται ότι, κατά το έτος 2020, καταγράφηκαν 63 περιστατικά ασφαλείας και προέκυψαν εξ αυτών 49 θάνατοι, σε σύνολο πληθυσμού περί των 12 ½  εκατομμυρίων. Κατά το 1ο τρίμηνο του 2021, και πάλι σύμφωνα με σχετική έκθεση του ACLED, καταγράφηκαν 10 θάνατοι σε σύνολο 21 περιστατικών ασφαλείας. [1], [2]

Ενόψει λοιπόν των όσων πιο πάνω αναφέρω και δεδομένης της απόρριψης ήδη από την 1η αίτηση του αφηγήματος του αιτητή περί διώξεως του λόγω του κατ’ ισχυρισμό ρόλου του στα πλαίσια του κινήματος EndSars όσο και του κατ’ ισχυρισμό σεξουαλικού του προσανατολισμού, δεν διακρίνω στοιχεία εκ των οποίων να δεικνύεται ότι η επιστροφή του αιτητή θα ήταν σε παράβαση του κατοχυρωμένου εκ του αρ.3 της ΕΣΔΑ (Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου) δικαιώματος του στην μη επαναπροώθηση, καθότι δεν έχει εδώ τεκμηριωθεί οιοσδήποτε ισχυρισμός εκ του οποίου θα μπορούσε να «θεωρηθεί ότι η χώρα αυτή δεν είναι ασφαλής χώρα ιθαγένειας στη συγκεκριμένη περίπτωσή», στη βάση του αρ.12Βτρις (6), προς ανατροπή του τεκμήριου ασφαλούς χώρας καταγωγής, ως η Νιγηρία έχει καθοριστεί δυνάμει της Κ.Δ.Π. 202/2022.

Για τους λόγους που πιο πάνω αναφέρονται η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα €800 υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή.

 

Α. Χριστοφόρου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] Country Guidance: Nigeria (October 2021), p.134-135, διαθέσιμο εδώ Country_Guidance_Nigeria_2021.docx (europa.eu)

[2] EASO, ‘Nigeria Security Situation, Country of Origin Information Report’, June 2021, παρ. 2.21, σελ. 213-218- Διαθέσιμο εδώ: https://coi.euaa.europa.eu/administration/easo/PLib/2021_06_EASO_COI_Report_Nigeria_Security_situation.pdf 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο