ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

Υπόθεση Αρ.: 7654/21

 08 Ιανουαρίου, 2024

[ Δ. ΚΑΤΣΑΡΙΔΗΣ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

 

   D.N.V

Αιτητής

 

ΚΑΙ

 

Κυπριακής Δημοκρατίας,

μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ' ων η αίτηση

........

 

Ο Αιτητής εμφανίζεται αυτοπροσώπως

Ρούσου Α. (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Δ. ΚΑΤΣΑΡΙΔΗΣ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π. : Ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή αξιώνει την ακύρωση της απόφασης των Καθ'ων η αίτηση ημερομηνίας 11.10.2021, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 1210/2021, και με την οποία έλαβε γνώση της απόρριψης της αίτησής του για παραχώρηση σε αυτόν καθεστώτος διεθνούς προστασίας καθότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 3 και 19 του Περί Προσφύγων Νόμο.

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Ως εκτίθεται στην ένσταση που καταχωρήθηκε από τους Καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου της Υπηρεσίας Ασύλου που κατατέθηκε ως τεκμήριο 1 στα πλαίσια των διευκρινήσεων της παρούσας προσφυγής, ο Αιτητής είναι ενήλικας, πολίτης Καμερούν. Στις 8/3/2019 συμπλήρωσε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας. Στις 30.7.2020 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη στον Αιτητή από Αρμόδιο Λειτουργό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης Ασύλου (EASO και πλέον EUAA). Στις 13/08/2021 ο Αρμόδιος Λειτουργός της EASO ετοίμασε εισηγητική έκθεση  προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου σχετικά με την συνέντευξη του Αιτητή. Στη συνέχεια, ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου, ενέκρινε την εισήγηση για απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή στις 03/09/2021. Στις 11/10/2021, η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε απορριπτική επιστολή μαζί με την αιτιολόγηση της απόφασής της, σχετικά με το αίτημα του Αιτητή, η οποία παραλήφθηκε και υπογράφτηκε ιδιοχείρως από τον Αιτητή στις 12.10.2021. Η τελευταία αυτή απόφαση, αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Ο Αιτητής δεν παραθέτει στο εισαγωγικό δικόγραφο της διαδικασίας κάποιο νομικό λόγο ακύρωσης της προσβαλλόμενης, περιοριζόμενος στη δήλωση ότι δεν μπορεί να επιστρέψει στη χώρα του γιατί δεν θα είναι ασφαλής λόγω πολιτικών διαφορών.

Ο Αιτητής δεν υποδεικνύει στο εισαγωγικό δικόγραφο της διαδικασίας οποιαδήποτε νομική πλημμέλεια της επίδικης απόφασης. Το μόνο που αναφέρεται χειρόγραφα είναι ότι δεν επιθυμεί να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του διότι δεν θα είναι ασφαλής, λόγω πολιτικών διαφορών.  

Οι Καθ' ων η Αίτηση υποβάλλουν ότι το βάρος απόδειξης των ισχυρισμών προς υποστήριξη της αίτησής το έχει ο Αιτητής, ο οποίος δεν κατάφερε να αποσείσει το βάρος απόδειξης και δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο λόγο δίωξης για κάποιο από τους λόγους που προβλέπονται στο άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου [Ν. 6(Ι)/2000, ως έχει τροποποιηθεί]. Επιπλέον αναφέρουν ότι το αίτημα του  για παροχή διεθνούς προστασίας εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της προβλεπόμενης από το νόμο διαδικασία και η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν το αποτέλεσμα ενδελεχούς έρευνας, ορθής αξιολόγησης των στοιχείων και ορθής εφαρμογής του νόμου. Επομένως, σωστά και εύλογα οι Καθ' ων η αίτηση, ασκώντας την εξουσία που τους παρέχεται από το Νόμο.

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Κατόπιν των ως άνω και ενόψει της μη περίληψης οιουδήποτε νομικού ισχυρισμού στην παρούσα αίτηση, απομένει η επί της ουσίας εξέταση της παρούσας αιτήσεως αφού η προσβαλλόμενη πράξη εκδόθηκε  «Κατόπιν αίτησης η οποία υποβάλλεται στην αρμόδια διοικητική αρχή μετά την 20ή Ιουλίου 2015 [.]» [αρ.11(3)(β)(α) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (73(I)/2018)] και συνεπώς το Δικαστήριο διατηρεί εξουσία να εξετάσει και επί της ορθότητας της την προσβαλλόμενη απόφαση. Με βάση λοιπόν τα διαλαμβανόμενα στο αρ.146 (4) (α) του Συντάγματος - το οποίο ορίζει σχετικώς ότι το Δικαστήριο δύναται δια της αποφάσεως του «να τροποποιήσει εν όλω ή εν μέρει την απόφαση ή την πράξη, ως νόμος για Διοικητικό Δικαστήριο ήθελε ορίσει, νοουμένου ότι [.] είναι απόφαση αφορώσα σε διαδικασία διεθνούς προστασίας κατά το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης» - αλλά και το άρθρο 11 (3) (α) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (73(I)/2018) - όπου αναφέρεται ότι το Δικαστήριο «προβαίνει σε έλεγχο της νομιμότητας και ορθότητας αυτής, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής [.] τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν» - προχωρώ να εξετάσω το κατά πόσο η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε σε πλήρη συμμόρφωση με τις σχετικές περί τούτου διατάξεις του Νόμου και της Οδηγίας και είναι δια τούτο επί της ουσίας ορθή.

Το Δικαστήριο στα πλαίσια ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντος οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση (βλ. απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU V Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 1 Φεβρουαρίου, 2010).

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Αιτητή, όπως καταγράφονται στην έκθεση του λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου, αλλά και όπως διαφαίνονται από τον Διοικητικό φάκελό που κατατέθηκε στο Δικαστήριο ως τεκμήριο 1 κατά το στάδιο των Διευκρινήσεων και δεν αμφισβητούνται, ο Αιτητής είναι ενήλικας, υπήκοος Καμερούν. Κατά την καταγραφή του αιτήματός του για διεθνή προστασία ισχυρίστηκε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του εξαιτίας της Boko Haram, η οποία επιτέθηκε στο χωριό του, σκοτώνοντας ανθρώπους και εξαναγκάζοντάς τους να στρατολογηθούν στο πλευρό της.

Κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του ισχυρίστηκε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, λόγω των απειλών που δέχτηκε από κάποιο επαναστατικό κίνημα, εξαιτίας της άρνησής του να στρατολογηθεί στο πλευρό τους, καθώς και λόγω του φόβου της μητέρας του, εξαιτίας της γενικότερης κατάστασης ασφαλείας που επικρατεί στο Καμερούν.  Πιο συγκεκριμένα, δήλωσε ότι στο δρόμο για τις εκλογές του 2017, παράλληλα με την Αγγλόφωνη κρίση που επικρατούσε, ένα πολιτικό κόμμα στρατολογούσε νέους ανθρώπους, με σκοπό τη δημιουργία μιας επαναστατικής ομάδας. Περί τον Δεκέμβρη του 2016, στη Douala, προσεγγίστηκε από άγνωστα άτομα Καμερουνέζικης καταγωγής τα οποία επιχείρησαν να τον εντάξουν στην ομάδα τους. Ερωτηθείς σχετικά με την ανωτέρω προσέγγιση, δήλωσε ότι τον ενημέρωσαν ότι είναι μια ομάδα για την αναγέννηση της χώρας, που θα βάλει ένα τέλος στην κρίση και πως όλοι πρέπει να συμμετέχουν, αλλά ίσως χρειαστεί να χυθεί αίμα. Ερωτηθείς σχετικά με την εν λόγω ομάδα, ο Αιτητής δήλωσε άγνοια και πως το μόνο που γνωρίζει είναι ότι ήταν κάποιο πολιτικό κόμμα που συμμετείχε στις εκλογές, ενώ ως προς τους λόγους που επιχείρησαν να τον στρατολογήσουν δήλωσε πως ίσως οφείλεται στο γεγονός ότι η μητέρα του ήταν μέλος του κόμματος. Εν συνεχεία δήλωσε πως όταν ανάμεσα στον Ιανουάριο και το Φεβρουάριο του 2017 του έδειξαν τα μαχαίρια και τις μανσέτες που χρησιμοποιούσαν, ενημέρωσε την μητέρα του, λέγοντας του ότι θέλουν να καταλάβουν μέρος της χώρας και αποφάσισαν να εγκαταλείψει ο Αιτητής τη χώρα. Ερωτηθείς για τον τρόπο που τον εντόπισαν και τον προσέγγισαν, ο Αιτητής δήλωσε ότι ο ίδιος συμμετείχε αυτοβούλως σε μια συγκέντρωση της ομάδας, καθώς ήθελε να μάθει τι αφορά. Περαιτέρω, δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα του, για το Κονγκό το Μάιο του 2017. Ότι αυτό το διάστημα κρυβόταν στη Douala και τη Yaoundé. Ερωτηθείς αν προσεγγίστηκε ξανά από τα εν λόγω πρόσωπα, δήλωσε  ότι δέχτηκε δύο φορές απειλές, μία κατά τη διαμονή του στο Καμερούν, όταν άγνωστο πρόσωπο του τηλεφώνησε λέγοντάς του ότι αν δεν ενταχθεί στην ομάδα θα τον σκοτώσουν, ενώ ο ίδιος προσποιούνταν ότι θα ενταχθεί, δεδομένου ότι ετοιμάζονταν να εγκαταλείψει τη χώρα, και τη δεύτερη κατά τη διαμονή του στο Κονγκό, όπου έλαβε μια κλήση από άγνωστο τοπικό αριθμό, ζητώντας του να συναντηθούν, καταλαβαίνοντας ότι επρόκειτο για παγίδα, με τη βοήθεια κάποιου Καμερουνέζου φίλου του. Τέλος, ερωτηθείς για τη διαφοροποίηση των λόγων που επικαλέστηκε κατά τη καταγραφή του αιτήματος διεθνούς προστασίας και κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, ο Αιτητής δήλωσε ότι κατά τη καταγραφή της αίτησης ανέφερε όσα του είχαν πει να δηλώσει.

Σχετικά με το φόβο επιστροφής του ο Αιτητής δήλωσε ότι θα βρεθεί αντιμέτωπος με το ίδιο δίλλημα που είχε πριν εγκαταλείψει τη χώρα του.

Σχετικά με τη δυνατότητά του να μετεγκατασταθεί σε κάποια άλλη περιοχή του Καμερούν, δήλωσε ότι θα διατρέχει τους ίδιους κινδύνους.

Ο αρμόδιος λειτουργός εντόπισε και εξέτασε συνολικά δύο (2) ισχυρισμούς. Ο πρώτος αφορούσε τη ταυτότητα και τη χώρα καταγωγής του και ο δεύτερος την φυγή του Αιτητή από το Καμερούν, λόγω της άρνησής του να στρατολογηθεί σε επαναστατικό κίνημα/κόμμα, με αποτέλεσμα να δεχτεί απειλές. Ο πρώτος ισχυρισμός έγινε δεκτός ως εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστος. Εντούτοις, ο δεύτερος ισχυρισμός απερρίφθη, ελλείψει εσωτερικής αξιοπιστίας. Πιο συγκεκριμένα, κρίθηκε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παράσχει επαρκείς πληροφορίες σχετικά με το κίνημα που επιχείρησε να τον στρατολογήσει, αλλά και την ίδια την απόπειρα στρατολόγησής του, ενώ οι απαντήσεις του χαρακτηρίζονταν από ασάφεια και αοριστία. Εξίσου, κρίθηκε ότι οι δηλώσεις του σχετικά με τις απειλές που δέχτηκε τόσο στη χώρα καταγωγής του, όσο και κατά τη παραμονή  του στο Κονγκό, στερούνταν λεπτομερειών και σαφήνειας.

Κατά την αξιολόγηση κινδύνου ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι με βάση τον ισχυρισμό που έγινε δεκτός, ήτοι τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή, συμπεριλαμβανομένης της χώρας καταγωγής του και του τόπου συνήθους διαμονής του, δεν υπάρχει εύλογη πιθανότητα να υποστεί ο Αιτητής δίωξη ή σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του και συνεπώς κατέληξε ότι τα παρατεθέντα στοιχεία δεν εμπίπτουν στις πρόνοιες του εδαφίου (1) του άρθρου 3 του Περί Προσφύγων Νόμου. Εξετάζοντας τη δυνατότητα να του χορηγηθεί το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας, ο Αρμόδιος Λειτουργός έκρινε ότι παρά την τεταμένη κατάσταση που επικρατεί στο Νοτιοδυτικό Καμερούν, λόγω της κρίσης που έχει ξεσπάσει, ο τόπος συνήθους διαμονής του, η Doula, δεν πλήττεται και συνεπώς κατέληξε ότι δεν χρήζουν εφαρμογής οι πρόνοιες των εδαφίων (1) και (2) του άρθρου 19 του Περί Προσφύγων Νόμου.

Έχει πλειστάκις νομολογηθεί ότι η έκταση, ο τρόπος και η διαδικασία που ακολουθείται ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης. Περαιτέρω η έρευνα είναι επαρκής εφόσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται. Το  κριτήριο για την πληρότητα της έρευνας έγκειται στη συλλογή και τη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων τα οποία παρέχουν ασφαλή συμπέρασμα. (Βλέπε Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.α., Α.Ε. 1518/1.11.96, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου, Α.Ε.1575/14.7.97 , Α.Ε.2371,Motorways Ltd v Δημοκρατίας ημερ. 25/6/99).  

Το Δικαστήριο στα πλαίσια ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντος οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση (βλ. απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU V Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 1 Φεβρουαρίου, 2010).

Έχω εξετάσει με προσοχή τον διοικητικό φάκελο του Αιτητή και, όπως προκύπτει από τα στοιχεία που βρίσκονται σ΄ αυτόν, ορθά η Υπηρεσία Ασύλου αποφάσισε ότι, παρά τον ισχυρισμό που έγινε αποδεκτό, ήτοι τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή, συμπεριλαμβανομένης της χώρας καταγωγής του και του τόπου συνήθους διαμονής του. Αναφορικά με τους λόγους που τον οδήγησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του, αυτοί δεν εμπίπτουν στις πρόνοιες της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 και στον περί Προσφύγων Νόμο.

Ως προς τον ισχυρισμό περί απόπειρα στρατολόγησής του και τις μετέπειτα απειλές που δέχτηκε, λόγω της άρνησης του, συμφωνώ εν όλω με την αξιολόγηση των Καθ’ων. Οι δηλώσεις του Αιτητή, χαρακτηρίζονται στο σύνολό τους από ασάφεια, αοριστία και ανεπάρκεια πληροφοριών, χωρίς να υπάρχουν παράγοντες στο προσωπικό προφίλ του Αιτητή που θα μπορούσαν να τις δικαιολογήσουν. Ειδικότερα, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει πληροφορίες ούτε για τους ανθρώπους που τον προσέγγισαν, αλλά ούτε και για την παραστρατιωτική ομάδα, παρά μάλιστα το γεγονός ότι αφενός μεν ο ίδιος ενδιαφέρθηκε να την εντοπίσει, θέλοντας να μάθει γι’ αυτή, συμμετέχοντας σε συγκέντρωση που διοργάνωσε και αφετέρου ότι κατά δήλωση του η μητέρα του ήταν μέλος του εν λόγω κόμματος. Περαιτέρω, και όσον αφορά τη προσέγγιση του από τα μέλη του κόμματος και τις μετέπειτα απειλές, οι δηλώσεις του υπήρξαν παντελώς γενικόλογες, χωρίς να είναι σε θέσει να παράσχει την οποιαδήποτε σχετική πληροφορία και αναφερόμενος γενικώς σε κάποια τρίτα πρόσωπα και σε κάποιες απειλές γενικού περιεχομένου, χωρίς να μπορεί να εισφέρει κάποιο στοιχείο βιωματικότητας σε όλες αυτές τις δηλώσεις. Τέλος, σημειώνεται ότι το γεγονός ότι ο Αιτητής διαφοροποίησε τις δηλώσεις του από την καταγραφή του αιτήματος διεθνούς προστασίας, επιρρώνει την άποψη περί μη αξιοπιστίας των δηλώσεών του, ενώ η απάντησή του ότι του είπαν να αναφέρει τρίτα πρόσωπα, κρίνεται ανεπαρκές.

Λεχθέντων των ανωτέρω, για τους σκοπούς εξέτασης και υπαγωγής των πραγματικών περιστατικών του Αιτητή στο νομικό πλαίσιο για τη χορήγηση διεθνούς προστασίας, σημειώνω ότι το Δικαστήριο κρίνει ότι ορθώς η Καθ'ων η Αίτηση έκριναν ότι δεν στοιχειοθετείται η εσωτερική αξιοπιστία του Αιτητή του Αιτητή περί δίωξης του από παραστρατιωτική ομάδα. 

Ως προς την αξιοπιστία του Αιτητή σημειώνεται ότι ο όρος «αξιοπιστία» δεν ορίζεται από το Κοινό Ευρωπαϊκό Σύστημα Ασύλου. Η χρήση του όρου, από το άρθρο 4 παράγραφος 5 στοιχείο (ε) της οδηγίας 2011/95/EE αναφέρεται στη γενική αξιοπιστία ενός αιτούντος, αλλά αυτό είναι στο πλαίσιο ενός συγκεκριμένου κανόνα που διέπει τη μη επιβεβαίωση πτυχών των δηλώσεων του αιτούντος. Ως εκ τούτου, η αξιολόγηση της αξιοπιστίας αφορά τη διαδικασία έρευνας για το εάν το σύνολο ή μέρος των δηλώσεων του αιτούντος ή άλλα αποδεικτικά στοιχεία που υποβλήθηκαν από αυτόν σχετικά με τα ουσιαστικά γεγονότα (material facts) μπορεί να γίνουν δεκτά προκειμένου να διαπιστωθεί εάν ο Αιτητής εμπίπτει στις προϋποθέσεις παραχώρησης καθεστώτος διεθνούς προστασίας.

Αυτή η αξιολόγηση μπορεί να περιλαμβάνει την επαλήθευση εάν οι δηλώσεις του αιτούντος είναι συνεπείς, επαρκώς λεπτομερείς, εύλογες και συμβατές με τα έγγραφά του, τις πηγές πληροφόρησης και κάθε άλλο αποδεικτικό στοιχείο που αποκτήθηκε. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η αξιολόγηση της αξιοπιστίας δεν σημαίνει ότι σε όλες τις περιπτώσεις ο υπεύθυνος λήψης αποφάσεων θα προβεί σε επαλήθευση  και θα καταλήξει με απόλυτη  βεβαιότητα αναφορικά με την αλήθεια των δηλώσεων του αιτούντος. Η Ύπατη Αρμοστεία  έχει ορίσει την αξιοπιστία ως εξής: «Ο αιτών άσυλο  κρίνεται αξιόπιστος, όταν έχει προβάλει ισχυρισμούς που παρουσιάζουν συνοχή και είναι εύλογοι, που δεν είναι αντιφατικοί με τα κοινά τοις πάσι γεγονότα και κατά συνέπεια μπορεί να οδηγήσουν τον υπεύθυνο της συνέντευξης στη δημιουργία πεποίθησης για το βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης που εκφράζει.». Η ως άνω προσέγγιση υιοθετήθηκε και από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην Υπόθεση  JK και Others v Sweden, αριθμός αίτησης 59166/12, Παρ. 53).

Στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», αναφέρεται στην σελίδα 98, παράγραφος 4.5.3 ότι σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να γίνεται μια αντικειμενική και ισορροπημένη στάθμιση του κατά πόσον οι ισχυρισμοί του αιτητή αντικατοπτρίζουν αυτό που θα ήταν εύλογα αναμενόμενο από κάποιον με τις περιστάσεις του ο οποίος εκφράζει δια τούτων μια αληθινή προσωπική εμπειρία («Σε κάθε περίπτωση, απαπείται ισορροπημένη και αντικειμενική αξιολόγηση του αν η αφήγηση του αιτούντος αντικατοπτρίζει την αφήγηση που αναμένεται από ένα πρόσωπο στην κατάσταση του αιτούντος το οποίο αφηγείται μια πραγματική προσωπική εμπειρία.»). Περαιτέρω, στην προηγούμενη σελίδα του εγχειριδίου, αναφέρεται ότι είναι γενικά εύλογο να αναμένεται ότι αίτημα θα πρέπει να παρουσιάζεται τεκμηριωμένα και με επαρκείς λεπτομέρειες αλλιώς οι ελλείψεις αυτές στις λεπτομέρειες μπορεί να συνιστούν έλλειψη σχετικών στοιχείων («Η μη επαρκής παροχή λεπτομερειών μπορεί επίσης να ισοδυναμεί με αυτό που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 5 στοιχείο β) της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση) ως έλλειψη «λυσιτελών στοιχείων». »).

Εναπόκειται στον αιτούντα να υποβάλει το συντομότερο δυνατόν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της αίτησης διεθνούς προστασίας και υποχρεούται να λάβει θετικά μέτρα για να υποστηρίξει την αίτησή του με πληροφορίες[1]. Ωστόσο δεν συνεπάγεται υποχρέωση προσκόμισης εγγράφων ή άλλων αποδείξεων προς υποστήριξη κάθε συναφούς πραγματικού περιστατικού που επικαλείται ο αιτών, εντούτοις οφείλουν προσωπικά να συνεργάζονται για την εξακρίβωση των πραγματικών περιστατικών της υπόθεσης. Εάν τα απαραίτητα στοιχεία της αίτησης δεν επιβεβαιωθούν κατά τη διαδικασία αξιολόγησης, το βάρος της τεκμηρίωσης της αίτησης το φέρει ο Αιτών.

Λαμβάνοντας υπόψη το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου οι Καθ'ων η Αίτηση έλαβαν υπόψη τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά τα οποία όμως δεν έγιναν αποδεκτά (αξιολόγηση της αξιοπιστίας) και βάση αυτών έκριναν στην συνέχεια ότι δεν υπάρχει πιθανότητα ο Αιτητής να υποβληθεί σε μεταχείριση που συνιστά δίωξη ή σοβαρή βλάβη (εκτίμηση κινδύνου). Ο βασικός λόγος για τον οποίο δεν έγινε δεκτό το αίτημα του αιτητή περί δίωξης του από παραστρατιωτική οργάνωση ήταν το γεγονός της μη απόδειξης της αληθοφάνειας των βασικών ισχυρισμών του και του κλονισμού της αξιοπιστίας του, λόγω ουσιωδών αντιφάσεων, ελλείψεων και αδυναμιών οι οποίες εντοπίστηκαν στις συνεντεύξεις που έδωσε. Αυτό δε το εμπόδιο αναγνωρίζεται ρητά ως ένα από τα κωλύματα στην έγκριση αιτήματος ασύλου, από τις πρόνοιες του Εγχειριδίου (Βλ.  απόφαση Ανωτάτου Δικαστηρίου EDWARD ESKANDAZ ν. ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ κ.α., Υπόθεση Αρ. 1673/2010, 4/7/2013).

Πέραν τούτου, διαπιστώνω ότι κατά το στάδιο της διοικητικής διαδικασίας υποβλήθηκαν στον Αιτητή ανοικτής φύσεως ερωτήματα, τα οποία είχε τη δυνατότητα να απαντήσει. Ο αρμόδιος λειτουργός έκανε επαρκείς ερωτήσεις, για να καλύψει τόσο τον πυρήνα του αιτήματος, όσο και τα επιμέρους θέματα, ακολουθώντας την ορθή διερευνητική διαδικασία και επιπρόσθετα συνεργάστηκαν με τον αιτούντα κατά το στάδιο προσδιορισμού των συναφών στοιχείων της αιτήσεως αυτής[2]. Παράλληλα η Καθ'ων η Αίτηση αξιολόγησαν επαρκώς και δεόντως τις δηλώσεις και τα έγραφα που παρέθεσε ο Αιτητής συνεκτιμώνται την ατομική κατάσταση και τις προσωπικές του περιστάσεις. (άρθρο 13 Α (9) του Περί Προσφύγων Νόμου 2000 (6(I)/2000). Επί των όσων ανέφερε ό Αιτητής εύλογα παρατηρούνται  ασυνέπειες και ανακολουθίες στα λεγόμενα του που  άπτονται των ουσιωδών πραγματικών περιστατικών και οδηγούν σε σαφές και βέβαιο συμπέρασμα ότι τα αποδεικτικά στοιχεία του αιτούντος στερούνται εσωτερικής αξιοπιστίας.

Συνεπακόλουθα και λαμβανόμενου ότι η εσωτερική αξιοπιστία των ουσιώδη πραγματικών περιστατικών στην περίπτωση του Αιτητή δεν γίνονται αποδεκτά το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν στοιχειοθετείται το στοιχείο του βάσιμου φόβου δίωξης στην περίπτωση του Αιτητή. Ο όρος «βάσιμος φόβος» σημαίνει ότι πρέπει να υπάρχει έγκυρη αντικειμενική βάση για τον φόβο δίωξης του αιτούντος. Το συγκεκριμένο στοιχείο του ορισμού του πρόσφυγα αφορά τον κίνδυνο ή την πιθανότητα να υποστεί δίωξη. Ο φόβος θεωρείται βάσιμος, εάν διαπιστώνεται ότι υπάρχει «εύλογη» πιθανότητα να υλοποιηθεί στο μέλλον. Για τη διαπίστωση αυτή, είναι απαραίτητο να αξιολογούνται οι δηλώσεις του αιτούντος υπό το πρίσμα όλων των σχετικών περιστάσεων της υπόθεσης [άρθρο 4 παράγραφος 3 της ΟΕΑΑ (οδηγία 2013/32/ΕΕ αναδιατύπωση)] και να ελέγχονται οι περιστάσεις που επικρατούν στη χώρα καταγωγής του, καθώς και η συμπεριφορά των υπευθύνων δίωξης. Επομένως, η διαπίστωση του βάσιμου φόβου συνδέεται στενά με το καθήκον της αξιολόγησης των αποδεικτικών στοιχείων και της αξιοπιστίας που διέπεται πρωτίστως από το άρθρο 4 της ΟΕΑΑ (οδηγία 2013/32/ΕΕ αναδιατύπωση).

Συνεπώς, και λαμβάνοντας υπόψη τα ως άνω αναφερθέντα, το προσωπικό προφίλ του Αιτητή σε συνάρτηση με τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης του,  δεν αποδεικνύεται ότι ο Αιτητής εμπίπτει και διώκεται για κάποιον από τους λόγους που προβλέπονται από τη Σύμβαση της Γενεύης του 1951 (δίωξη λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, συμμετοχής σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα ή πολιτικών πεποιθήσεων) και ως εκ τούτου οι ισχυρισμοί του δεν αποτελούν βάση για την αναγνώριση ενός προσώπου ως πρόσφυγα σύμφωνα με το άρθρο 3 του Περί Προσφύγων Νόμου.

Ούτε και επί της παρούσας δικαστικής διαδικασίας ο Αιτητής  προβάλλει τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι να ανατρέπουν την κατάληξη των Καθ'ων η Αίτηση και οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας.

Ούτε επίσης τεκμηριώνεται, επικουρικώς, η υπαγωγή του στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), καθώς ο Αιτητής δεν τεκμηριώνει, αλλά και από τα ενώπιον μου στοιχεία δεν προκύπτει, ότι εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.

Ειδικότερα, στην προκείμενη περίπτωση από το προαναφερόμενο ιστορικό του Αιτητή δεν προκύπτει, ότι ενόψει των προσωπικών του περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32)] ότι αυτός διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του [βλ άρθρο 19(2)(α) και (β)].

Βάσει του portal RULAC (Rule of Law in Armed Conflict)[1] το Καμερούν εμπλέκεται σε μη διεθνή ένοπλη σύρραξη με την Boko Haram στην περιοχή Far North. Στις περιοχές Northwest (Βορειοδυτικά) και Southwest (Νοτειοδυτικά), αναφέρεται ότι αριθμός αγγλόφωνων αποσχιστικών ομάδων μάχεται έναντι της κυβέρνησης για την ανεξαρτησία των περιοχών.[2]

Οι απαρχές της σύγκρουσης εντοπίζονται κατά το 2016 όταν αγγλόφωνοι δικηγόροι, μαθητές και δάσκαλοι ξεκίνησαν να διαδηλώνουν λόγω της υποεκπροσώπησής τους και της περιθωριοποίησής τους από την κυβέρνηση, ενώ η συμβολική μονομερής ανακήρυξη του ανεξάρτητου κράτους της Αμπαζονίας την πρώτη Οκτωβρίου 2017 επέφερε την άμεση χρήση του στρατού στις αγγλόφωνες περιοχές.[3] Προέκυψαν από τις άνω εξελίξεις διάφορες αυτονομιστικές ομάδες οι οποίες υποστηρίζουν τη δημιουργία της «Δημοκρατίας της Αμπαζονίας» στη βορειοδυτική και τη νοτιοδυτική περιφέρεια[4]

Αν και καταγράφονται απειλές επιθέσεων στις γαλλόφωνες περιοχές από αποσχιστές[5]  καθώς και η τακτική των αποσχιστών προς επιχείρηση μεταφοράς της αγγλόφωνης σύρραξης στο γαλλόφωνο τμήμα[6][, δε διαφαίνεται η συστηματικότητα σχετικών περιστατικών ασφαλείας στις γαλλόφωνες περιοχές.[7][  Περαιτέρω, τον Μάιο του 2023 αποσχιστές επιτέθηκαν σε στρατιωτικές βάσεις στην Douala, σκοτώνοντας τουλάχιστον 6 ανθρώπους.[8]

Για την περίοδο μεταξύ 8/12/2022 – 8/12/2023 στην περιοχή Littoral καταγράφηκαν 32 περιστατικά ασφαλείας, εκ των οποίων προήλθαν 24 απώλειες. 2 εξ αυτών αφορούσαν μάχες, 16 ταραχές, και  14 αφορούσαν βία κατά αμάχων.[9] Ειδικά στην πόλη της Douala, καταγράφηκαν 23 περιστατικά ασφαλείας, εκ των οποίων προήλθαν 15 απώλειες. 11 εξ αυτών καταγράφηκαν ως ταραχές και 12 ως βία κατά αμάχων. Ο πληθυσμός της Douala  υπολογίζεται περί τα 3 εκατομμύρια κατοίκους.[10]

Επιπρόσθετα, σημειώνεται ότι ο Αιτητής, έχει διαβιώσει όλη του τη ζωή στη Douala, έχοντας εκεί αρκετό υποστηρικτικό δίκτυο, όντας νέος και υγιής.

Από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου είναι εμφανές πως, η Υπηρεσία Ασύλου διενήργησε τη δέουσα έρευνα όλων των ζητημάτων που έθεσε ο Αιτητής ενώπιον τους. Οι Καθ'ων η αίτηση συνεκτίμησαν και αξιολόγησαν όλα τα στοιχεία που είχαν ενώπιον τους, προτού καταλήξουν στην προσβαλλόμενη απόφαση και είναι πλήρως αιτιολογημένη.

Με βάση το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου και αφού εξέτασα τόσο τη νομιμότητα, όσο και την ουσία της παρούσης, καταλήγω ότι το αίτημα του Αιτητή εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και εύλογα απορρίφθηκε η αίτησή του για διεθνή προστασία. Η απόφαση της Διοίκησης, αποτελεί προϊόν επαρκούς έρευνας και ορθής αξιολόγησης όλων των δεδομένων και στοιχείων, σύμφωνα και με το Νόμο και είναι πλήρως αιτιολογημένη.

Δια τους λόγους που πιο πάνω αναφέρονται η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα €800 υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον του Αιτητή.

 

 ΔΚΑΤΣΑΡΙΔΗΣ Δ.Δ.Δ.Δ.Π

 

 

 



[1] https://www.rulac.org/browse/countries/cameroon (ημερομηνία πρόσβασης 29/12/2023)

[2]  https://www.rulac.org/browse/countries/cameroon (ημερομηνία πρόσβασης 29/12/2023) Σύμφωνα με το ως άνω portal η βία στις αγγλόφωνες περιοχές δεν εξικνείται σε μη διεθνή ένοπλη σύρραξη, το RULAC ωστόσο χρησιμοποιεί κριτήρια του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου https://www.rulac.org/about#collapse2accord, υπό What Methodology is Used (ημερομηνία πρόσβασης 8/9/2023) Για την αυτοτελή ωστόσο ερμηνεία της έννοιας της μη διεθνούς ένοπλης σύρραξης στο  πλαίσιο του άρθρου 15γ' της Οδηγίας 2004/83/ΕΚ (και κατ' αντιστοιχία της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ) βλ. σχετικά ΔΕΕ, C‑285/12, ημερ. 30/01/2014, σκ. 21 επ

[3] CGVS/CGRA (Belgium), 'COI Focus CAMEROUN CRISE ANGLOPHONESITUATION SECURITAIRE' (19.11.2021), 7-8 διαθέσιμο σε https://coi.euaa.europa.eu/administration/belgium/PLib/COI_Focus_Cameroun_Crise_anglophone_situation_s%C3%A9curitaire_%2020211119.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 29/12/2023)

[4] https://www.acaps.org/country/cameroon/crisis/country-level (υπό Overiview) (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 29/12/2023)

[5]   https://www.crisisgroup.org/crisiswatch/database?location[]=4 (υπό September 2022, ημερομηνία πρόσβασης 29/12/2023),

[6] https://www.crisisgroup.org/crisiswatch/database?location[]=4 (υπό August 2022, ημερομηνία πρόσβασης 29/12/2023)

[7] Έπειτα από συνολική εκτίμηση των περιστατικών όπως καταγράφονται σε https://www.crisisgroup.org/crisiswatch/database?location[]=4 (ημερομηνία πρόσβασης 29/12/2023)

[8] https://www.crisisgroup.org/crisiswatch/database?location[]=4 (υπό May 2022, ημερομηνία πρόσβασης 29/12/2023),

[9] https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard (Filters Used: Date:01/09/2022-01/09/2023, Region: Littoral, ημερομηνία πρόσβασης 29/12/2023)

[10] https://observatoirevivreensemble.org/en/douala  (ημερομηνία πρόσβασης 29/12/2023), https://sfd.susana.org/about/worldwide-projects/city/126-douala# (ημερομηνία πρόσβασης 29/12/22023)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο