ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθεση Αρ.: Τ2743/2023

12 Ιανουαρίου 2024

[Ε. ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

M.G.S.G,

από Αίγυπτο

                                Αιτητής

-και-

Κυπριακής Δημοκρατίας,

μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ' ων η Αίτηση

 

Δικηγόρος για Αιτητή: Κ. Κουπαρή (κα)

Η παρουσία των Καθ' ων η αίτηση δεν κρίθηκε απαραίτητη και συνεπώς δεν κλήθηκαν να παραστούν στη διαδικασία[1]

Αιτητής παρών

[S. Habib (κα) Διερμηνέας, για διερμηνεία από αραβική στην ελληνική και αντίστροφα]  

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Ε. ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Αντικείμενο της υπό κρίση προσφυγής αποτελεί η απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερ. 02.10.2023, με την οποία απορρίφθηκε η αίτησή του Αιτητή για διεθνή προστασία ως προδήλως αβάσιμη δυνάμει των άρθρων 12Βτρις, 12Δ και 12ΣΤ του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, Ν. 6(Ι)/2000, ως έχει τροποποιηθεί (στο εξής αναφερόμενος ως «ο περί Προσφύγων Νόμος»).

 

Η παρούσα εμπίπτει στις πρόνοιες του εδαφίου (ε) του άρθρου 3 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 (3/2019), ως αυτοί έχουν προσφάτως τροποποιηθεί[2] και συνεπώς η υπόθεση ορίστηκε απευθείας για Ακρόαση από το Πρωτοκολλητείο. Σχετικό Υπόμνημα ως προβλέπει το εδάφιο (ε) του άρθρου 3, καταχωρίστηκε από τους Καθ' ων η αίτηση, συνοδευόμενο και από τον σχετικό διοικητικό φάκελο. Το Δικαστήριο, έχοντας διακριτική ευχέρεια δυνάμει της πρώτης επιφύλαξης του εδαφίου (ε) του άρθρου 3, δεν έκρινε σκόπιμη την παρουσία των Καθ' ων η αίτηση και η διαδικασία διεξήχθη με μόνη την παρουσία του Αιτητή και της συνηγόρου αυτού.

 

Τα γεγονότα της υπόθεσης ως προκύπτουν από τον διοικητικό φάκελο έχουν ως ακολούθως:

 

Ο Αιτητής κατάγεται από την Αίγυπτο και στις 26.02.2021 εισήλθε νόμιμα στην Κυπριακή Δημοκρατία εξασφαλιζοντας θεώρηση εισόδου (visa) για εργασία. Ακολούθως, στις 28.06.2021 υπέβαλε αίτηση για άδεια παραμονής και εργασίας, την οποίαν και έλαβε με τελευταία ημερομηνία ισχύος τις 08.04.2022. Στις 15.09.2021 ο Αιτητής υπέβαλε παράπονο στο Τμήμα Εργασιακών Σχέσεων της Δημοκρατίας κατά της εργοδότριας εταιρίας του, ενώ παράλληλα στις 08.10.2021 υπεβλήθη παράπονο από την εργοδότρια εταιρία εναντίον του Αιτητή για εγκατάλειψη του τόπου διαμονής και εργασίας του. Στις 08.11.2021 εκδόθηκε απόφαση από το ανωτέρω τμήμα υπέρ του Αιτητή σύμφωνα με την οποία διαπιστώθηκε παραβίαση του συμβολαίου από την εργοδότρια εταιρεία, όσον αφορά τις ώρες εργασίες του Αιτητή, χωρίς προειδοποίηση. Περαιτέρω, δόθηκε το δικαίωμα στον Αιτητή να εξεύρει νέο εργοδότη, με επιστολή του ΤΑΠΜ ημερ. 17.11.2021 μέσα σε προθεσμία 30 ημερών. Το ανωτέρω διάστημα παρήλθε με τον Αιτητή να μην έχει εξεύρει νέο εργοδότη και ως εκ τούτου, στις 08.03.2022 τα στοιχεία του συμπεριλήφθηκαν στο Stop-List ως αναζητούμενο πρόσωπο. Στις 07.09.2023 ο Αιτητής συνελήφθη στο πλαίσιο ελέγχου από το Τμήμα Τελωνείων και Βρετανικών Βάσεων Επισκοπής στην περιοχή του Ακρωτηρίου στη Λεμεσό για παράνομη παραμονή στη Δημοκρατία. Ως εκ τούτου, στις 08.09.2023 εκδόθηκαν εναντίον του διατάγματα κράτησης και απέλασης δυνάμει του άρθρου 14 του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφάλαιο 105. Ενώ ο Αιτητής βρισκόταν υπό κράτηση, υπέβαλε στις 12.09.2023 αίτηση για διεθνή προστασία με αποτέλεσμα στις 27.09.2023 να εκδοθεί νέο διάταγμα κράτησης εναντίον του. Εναντίον του τελευταίου αυτού διατάγματος καταχώρισε την προσφυγή αρ. ΔΚ 23/2023, η οποία ωστόσο απορρίφθηκε από το παρόν Δικαστήριο στις 08.11.2023.

 

Κατά την εξέταση της αίτησής του για διεθνή προστασία, ο Αιτητής κλήθηκε και προσήλθε σε συνέντευξη στις 26.09.2023, ενώ στις 02.10.2023 υποβλήθηκε Έκθεση-Εισήγηση από τον αρμόδιο λειτουργό προς απόρριψη της αίτησής του, η οποία και εγκρίθηκε από τον ασκούντα καθήκοντα Προϊσταμένου λειτουργό στις 02.10.2023. Η απορριπτική απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου περιέχεται σε επιστολή των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 06.10.2023 η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή την ίδια μέρα, αφού προηγουμένως του επεξηγήθηκε σε γλώσσα που ομιλεί και κατανοεί, ήτοι τα αραβικά. Ως αποτέλεσμα, η αίτηση του Αιτητή απορρίφθηκε ως προδήλως αβάσιμη δυνάμει των άρθρων 12Βτρις, 12Δ και 12Στ. Την απόφαση αυτή αμφισβητεί ο Αιτητής δια της υπό εξέταση προσφυγής.

 

Με την προσφυγή του ο Αιτητής, διά της συνηγόρου του ζητά απόφαση του Δικαστηρίου με την οποία να κηρύσσεται άκυρη και στερημένη οποιουδήποτε νόμιμου αποτελέσματος η προσβαλλόμενη απόφαση. Με δεύτερο αιτητικό (υπό Β) ο Αιτητής επιζητά περαιτέρω την έκδοση απόφασης από το Σεβαστό Δικαστήριο ότι η απόφαση των Καθ’ ων η αίτηση να κρίνουν την αίτηση του Αιτητή ως απαράδεκτη, ενώ πρόκειται για την πρώτη αίτηση ασύλου με την αιτιολογία ότι προκειται για ασφαλή χώρα καταγωγής είναι άκυρη , στερημένη οποιουδήποτε νόμιμου αποτελέσματος ή/και είναι αντισυνταγματική.

 

Ο Αιτητής, διά της συνηγόρου του, πρόβαλε στα πλαίσια του εισαγωγικού δικογράφου της διαδικασίας πλείονες λόγους ακυρώσεως, από τους οποίους προώθησε κατά την ακροαματική διαδικασία τον ισχυρισμό περί έλλειψης δέουσας έρευνας, καθώς και ότι εσφαλμένα ακολουθήθηκε η ταχύρρυθμη διαδικασία στην περίπτωση του Αιτητή καθότι πρόκειται για χριστιανό κόπτη ο οποίος διώκεται από ισλαμιστές. Τα γεγονότα της υπόθεσης  τα οποία παρατίθενται στο εισαγωγικό δικόγραφο της διαδικασίας εμπεριέχονται στην ένορκη δήλωση του αιτητή. Κατά το στάδιο της ακροαματικής διαδικασίας (ημερομηνίας 09.11.2023) ο Aιτητής κατέθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου έγγραφο στην αραβική γλώσσα -το οποίο σημειώθηκε ως τεκμήριο 1- το οποίο σύμφωνα με την επίσημη μετάφρασή του αναφέρει ότι εκδόθηκε από την Κοπτική Ορθόδοξη Εκκλησία Saint Mina στη Mahari.

 

Οι Καθ' ων η αίτηση- δια του υπομνήματός τους-υπεραμύνθηκαν της νομιμότητας της επίδικης πράξης, υποβάλοντας ότι η απόφαση έχει ληφθεί νόμιμα και ορθά.

 

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑΣ ΑΙΤΗΤΗ ΚΑΙ ΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗΣ

 

Αναφορικά με τον ισχυρισμό της συνηγόρου του Αιτητή ότι εσφαλμένα η περίπτωση του εντάχθηκε στην ταχύρρυθμη διαδικασία, επισημαίνω ότι αυτός προωθείται γενικόλογα και αόριστα χωρίς σχετική επι τούτου επιχειρηματολογία. Εν πάση περιπτώσει, επισημαίνω ότι οι Καθ' ων η αίτηση, κατ' εφαρμογή του άρθρου 12Δ(4)(β) του περί Προσφύγων Νόμου, αποφάσισαν όπως η αίτηση του Αιτητή εξεταστεί με τη ταχύρρυθμη διαδικασία, εφόσον ο ίδιος προέρχεται από ασφαλή χώρα ιθαγένειας σύμφωνα με το άρθρο 12Βτρις. Ειδικότερα, το εδάφιο (7) του εν λόγω άρθρου παρέχει τη δυνατότητα, όταν αίτηση υποβλήθηκε από πρόσωπο που κατέχει την ιθαγένεια χώρας που έχει οριστεί ως ασφαλής χώρα ιθαγένειας, σύμφωνα με τις διατάξεις του ίδιου άρθρου, να εξεταστεί, κατά την κρίση του αρμόδιου λειτουργού με την ταχύρρυθμη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 12Δ, εκτός εάν ο αιτητής προβάλει βάσιμους λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι η χώρα αυτή δεν  είναι ασφαλής χώρα ιθαγένειας στη συγκεκριμένη περίπτωσή, οπότε η αίτηση εξετάζεται σύμφωνα με την κανονική διαδικασία του άρθρου 13.

 

Περαιτέρω, το εδάφιο (8)  του ίδιου άρθρου διαλαμβάνει ότι:

 

«Για σκοπούς εφαρμογής του παρόντος άρθρου, η Υπηρεσία Ασύλου παρέχει την ευκαιρία στον αιτητή να προβάλει λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι η ασφαλής χώρα ιθαγένειας δεν είναι ασφαλής χώρα ιθαγένειας στη συγκεκριμένη περίπτωσή του».

 

Παρατηρώ ότι στην υπό κρίση περίπτωση, ο αρμόδιος λειτουργός αφού προηγουμένως επεξήγησε  στον Αιτητή ότι η χώρα καταγωγής του καθορίστηκε ασφαλής χώρα καταγωγής  δυνάμει Υπουργικού Διατάγματος, επεξηγώντας του επιπλέον και το τι συνιστά ασφαλής χώρα καταγωγής αλλά και την διαδικασία εξέτασης της αίτηση του, του υπέβαλε την ακόλουθη ερώτηση:

 

«Do you want to comment anything regarding the fact that based on the Ministerial Decree (No166/2023) your country is considered as a safe country of origin for you?»

 

Ο Αιτητής απάντησε γενικά στην εν λόγω ερώτηση ότι δεν είναι ασφαλής χώρα,  χωρίς να παρέχει οποιαδήποτε επεξήγηση αλλά δίχως επίσης να τίθεται και σχετικό διευρινιστικό ερώτημα από το λειτουργό.

 

Παρά το γεγονός ότι ο αρμόδιος λειτουργός δεν υπέβαλε στον Αιτητή ξεκάθαρα την ερώτηση αν υπάρχουν λόγοι για τους οποίους ο ίδιος θεωρεί ότι η χώρα καταγωγής του δεν είναι ασφαλής χώρα ιθαγένειας αναφορικά με τον ίδιο προσωπικά, διατύπωση η οποία θα ήταν ορθότερη υπό τις περιστάσεις δυνάμει και των προνοιών του εδαφίου (8) ανωτέρω, ωστόσο ο αιτητής ερωτήθηκε από το ίδιο το Δικαστήριο σχετικά με τον λόγο για τον οποίο φοβάται να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής, έχοντας την δυνατότητα να αμφισβητήσει την εφαρμογή της ασφαλούς χώρας ιθαγένειας υπό το φως των ιδιαίτερων περιστάσεων της δικής του περίπτωσης έχοντας έτσι την ευκαιρία να εξηγήσει, αν υπήρχε κάποιος ιδιαίτερος λόγος που αφορά στο πρόσωπο του, για τον οποίο η χώρα καταγωγής του δεν είναι ασφαλής για τον ίδιο. Το πως τοποθετήθηκε ο Αιτητής στο ερώτημα αυτό, θα το σχολιάσω στη συνέχεια.

 

Δεδομένης της υποχρέωσης που έχει το παρόν Δικαστήριο να προβαίνει σε έλεγχο τόσο της νομιμότητας όσο και της ορθότητας κάθε προσβαλλόμενης απόφασης, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής (ex nunc) τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν, θα προχωρήσω να εξετάσω την ουσία της υπόθεσης αυτής, σε συνάρτηση και με τον ισχυρισμό περί έλλειψης δέουσας έρευνας.

 

Παρατηρώ ότι στα πλαίσια της υποβληθείσας αίτησης του για άσυλο, ο Αιτητής κατέγραψε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του λόγω προβλημάτων του ιδίου και των αδελφών του με ισλαμικές ομάδες στο χωριό του και ότι, λόγω τούτου, δεν επιθυμεί να επιστρέψει. 

 

Ακολούθως, κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξής του, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του λόγω του ότι ισλαμικές ομάδες απείλησαν να τον σκοτώσουν, με την κατηγορία ότι είχε σεξουαλική επαφή με μία απο τις συζύγους τους. Ως επεξήγησε, το πρόβλημα ξεκίνησε περί το 2015 ή 2016 την περίοδο του χειμώνα, όταν ο ίδιος καθοδόν για την εργασία του βρέθηκε σε κυκλοφοριακή συμφόρηση. Επιχειρώντας να φτάσει ταχύτερα στην εργασία του, διαπληκτίστηκε με άλλον οδηγό ο οποίος (οδηγός) είπε σε όσους ήταν παρόντες στο περιστατικό ότι ο Αιτητής είχε αναφερθεί στο Ισλάμ. Ο Αιτητής αποχώρησε από το σημείο χωρίς να κλιμακωθεί η κατάσταση, ωστόσο τρεις (3) μήνες αργότερα στις 3 η ώρα το πρωί, καθώς ο ίδιος πήγαινε στην εργασία του, η πορεία του ανακόπηκε από επτά άτομα τα οποία εν συνεχεία τον λήστεψαν και τον ξυλοκόπησαν. Τον απείλησαν ότι δεν θα τον αφήσουν ήσυχο και έφυγαν από κοντά του όταν αντιλήφθηκαν την παρουσία άλλων ανθρώπων στο σημείο. Πέντε (5) μήνες μετά το περιστατικό αυτό, περί το 2017, άρχισε να δέχεται τηλεφωνικές απειλές ακόμη και δύο φορές την ημέρα από αγνώστους, ακόλουθους του Ισλάμ. Στην πρώτη τους επικοινωνία, τον απείλησαν διότι εξύβριζε τους μουσουλμάνους και του είπαν ότι θα διέδιδαν ότι κοιμήθηκε με μουσουλμάνα ώστε να υπάρξει ένας λόγος να τον σκοτώσουν, απειλώντας τον επίσης ότι θα τον σκότωναν. Τελευταία φορά δέχθηκε απειλές όταν βρισκόταν στο Ασουάν δύο μήνες πριν μεταβεί στην Κύπρο. Οι απειλές στρέφονταν μόνο προς εκείνον και όχι προς την οικογένειά του. Ο λόγος για τον οποίο δεν τον σκότωσαν εν τέλει είναι διότι η πόλη του Ασουάν όπου διέμενε είναι μεγάλη. Κατά τη διάρκεια της τετραετούς διαμονής του στο Ασουάν δεν του συνέβη τίποτα άλλο πέραν των απειλών. Ως ο Αιτητής ανέφερε, δεν απευθύνθηκε στις Αρχές της χώρας του διότι στην Αίγυπτο αν κάποιος δεν έχει γνωστό στην Κυβέρνηση ή στην Αστυνομία, δεν του παρέχεται καμία προστασία. Εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής κάνοντας χρήση του προσωπικού του διαβατηρίου και θεώρησης εισόδου (visas) εργασίας, χωρίς να αντιμετωπίσει προβλήματα κατά την έξοδό του από τη χώρα. Σε περίπτωση επιστροφής του πιθανόν να τον βρουν και να τον πιάσουν αυτοί που τον καταδιώκουν.

 

Στην Έκθεσή του ο λειτουργός διέκρινε δύο ισχυρισμούς: ο πρώτος αφορά την ταυτότητα, τη χώρα καταγωγής, τα προσωπικά στοιχεία και το προφίλ του αιτητή, ενώ ο δεύτερος αφορά τον ισχυριζόμενο φόβο του Αιτητή από ισλαμικές ομάδες, υπό τη μορφή απειλών, έπειτα από κατηγορίες ότι είχε σεξουαλική επαφή με μία από τις συζύγους  τους. Ο πρώτος ισχυρισμός έγινε δεκτός ενώ ο δεύτερος έτυχε απόρριψης. Πιο συγκεκριμένα, αναφορικά με τον δεύτερο ισχυρισμό, ο λειτουργός θεώρησε ότι οι δηλώσεις του αιτητή δεν είναι ικανοποιητικές σε ό,τι αφορά τις πληροφορίες που παρείχε σχετικά με τις περιοχές όπου βρίσκονται οι ισλαμικές ομάδες οι οποίες δεν επιθυμούν την παρουσία των χριστιανών στο χωριό του, ενώ έκρινε επίσης ότι ο Aιτητής αναφέρθηκε αόριστα στην αδυναμία παροχής προστασίας από τις Αρχές σε ανθρώπους οι οποίοι δεν έχουν γνωριμίες στην Αστυνομία και στην Κυβέρνηση. Αόριστος θεωρήθηκε ότι υπήρξε κατά την αναφορά του στα χρονικά σημεία που έλαβαν χώρα τα περιστατικά στα οποία αναφέρθηκε και εξαιτίας των οποίων δεν επιθυμεί να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής. Εν συνεχεία, ο λειτουργός διαπιστώνει αντιφάσεις στις δηλώσεις του Αιτητή που αφορούν στους λόγους για τους οποίους δεχόταν τις απειλές ενώ, ως κρίθηκε, ο Αιτητής δεν μπορούσε να υποστηρίξει τις δηλώσεις του σχετικά με τις απειλές κατά της ζωής του. Σε ό,τι αφορά την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, ο λειτουργός παραπέμποντας σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης διαπιστώνει την παρουσία της χριστιανικής κοινότητας στην Αίγυπτο και την επικράτηση των κοπτών μεταξύ των χριστιανών, ενώ παραθέτει πληροφορίες σχετικά με την αναγνώριση της χριστιανικής θρησκείας από το Σύνταγμα της χώρας καταγωγής το οποίο αναφέρεται επίσης στην ελευθερία των θρησκευτικών πεποιθήσεων ποινικοποιώντας τις διακρίσεις με βάση τη θρησκεία και την υποκίνηση μίσους.

 

Εξετάζοντας ακολούθως τον ισχυρισμό του Αιτητή που έγινε απόδεκτός και παραθέτωντας πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στην χώρα της Αιγύπτου, ο λειτουργός καταλήγει ότι δεν αναμένεται ευλόγως να αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη εξαιτίας της κατάστασης ασφαλείας στην χώρα καταγωγής.

 

Κατόπιν των ανωτέρω, το αίτημα διεθνούς προστασίας του Αιτητή απορρίφθηκε τόσο ως προς το προσφυγικό καθεστώς, όσο και ως προς τη συμπληρωματική προστασία, καθώς κρίθηκε ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής δεν υπάρχει εύλογη πιθανότητα να υποστεί δίωξη με βάση τη Σύμβαση της Γενεύης του 1951. Ως προς τη συμπληρωματική προστασία, ο λειτουργός έκρινε ότι στο Ασουάν δεν επικρατούν συνθήκες ένοπλης σύρραξης ή αδιάκριτης βίας ώστε να προκύπτει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του αιτητή.

 

Αξιολογώντας λοιπόν  τα όσα έχουν ανωτέρω αναφερθεί υπό το φως και των νομοθετημένων προνοιών και μελετώντας επισταμένως τόσο την Έκθεση/ Εισήγηση του λειτουργού όσο και τους λοιπούς ισχυρισμούς του Αιτητή ως αυτοί παρουσιάστηκαν τόσο κατά την διοικητική διαδικασία όσο και κατά την ενώπιόν μου δικαστική διαδικασία, καταλήγω στα εξής:

 

Συμφωνώ και συντάσσομαι με την κρίση των Καθ' ων η αίτηση ως προς την αξιοπιστία του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού τον οποίον και αποδέχομαι.

 

Σε σχέση με την αξιολόγηση του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού καταρχάς διαπιστώνω ότι δεν ακολουθήθηκε η ορθή αξιολογική διαδικασία καθώς κατά το στάδιο αυτό δεν εξετάζεται ο «ισχυριζόμενος φόβος δίωξης» του Αιτητή, όπως εσφαλμένα καταγράφεται επί της Εισηγητικής Έκθεσης, αλλά αυτό που αξιολογείται είναι η αξιοπιστία ενός ισχυρισμού του αιτητή όπως αυτός προκύπτει μέσα από τις δηλώσεις του. Η εξέταση του φόβου δίωξης γίνεται σε μεταγενέστερο στάδιο της αξιολόγησης των ισχυρισμών. Περαιτέρω, φρονώ πως καταγράφηκε εσφαλμένα το αντικείμενο εξέτασης στα πλαίσια του δεύτερου ισχυρισμού, αφού αντικείμενο εξέτασης θα έπρεπε να είναι οι απειλές που κατ’ ισχυρισμόν δέχτηκε από ισλαμιστές έπειτα από διαπληκτισμό που είχε με έναν μουσουλμάνο άνδρα καθ’ οδόν προς την εργασία του (και όχι επειδή ισλαμιστές τον κατηγόρησαν πως είχε σεξουαλική επαφή με μία από τις συζύγους τους).

 

Εξετάζοντας λοιπόν τον ισχυρισμό αυτό, υπό το φως της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου, διαπιστώνεται καταρχάς ότι δεν προκύπτει με σαφήνεια ο λόγος για τον οποίο ο Αιτητής πιστεύει ότι οι απειλές συνδέονται με το επεισόδιο διαπληκτισμού του με άλλο οδηγό στο δρόμο. Αν και ερωτάται τον λόγο για τον οποίο τον απειλούσαν τηλεφωνικώς (ερ.20 11x), δεν τίθενται διευκρινιστικά ερωτήματα από τα οποία να προκύπτει η σύνδεση του περιστατικού της εξύβρισης στο δρόμο με τις απειλές που ακολούθησαν. Πέραν τούτου, οι περιγραφές, από τον Αιτητή, των περιστατικών απειλών του είναι επιφανειακές και στερούμενες λεπτομέρειας. Ο ίδιος δεν μπόρεσε να προσδιορίσει ούτε τα χρονικά σημεία των περιστατικών που περιέγραψε και των απειλών που δέχθηκε αλλά ούτε και το χρονικό πλαίσιο της αρχής των προβλημάτων που αντιμετώπισε (ερ. 20 2χ). Σε ό,τι αφορά την ταυτότητα των ατόμων που τον απειλούσαν τηλεφωνικά, υπήρξε και γενικόλογος και αόριστος. Ακόμη και όταν αναφέρθηκε στους ισλαμιστές που βρίσκονται στα βουνά κοντά στο χωριό του και δεν επιθυμούν την παρουσία χριστιανών, δεν μπόρεσε να τεκμηριώσει τον λόγο για τον οποίο θεώρησε ότι εκείνοι είναι οι άνθρωποι συνδέονται με τα περιστατικά που αναφέρθηκε (ερ.21 3χ). Κρίνεται δε ότι οι δηλώσεις του οι οποίες αφορούν την ύπαρξη ισλαμιστών που δεν επιθυμούν την παρουσία χριστιανών στις περιοχές τους κοντά στο χωριό του Αιτητή έρχονται σε αντίφαση με τις δηλώσεις του σχετικά με την απειλή του ιδίου αλλά όχι και της λοιπής χριστιανικής οικογένειάς του από τους ισλαμιστές, αλλά και με την απουσία κάποιου περιστατικού στο χωριό του επί μία δεκαετία (ερ.21 4χ). Η δήλωση του Αιτητή ότι μετά το επεισόδιο διαπληκτισμού του με τον άλλον οδηγό  δεν συνέβη τίποτα επί τρεις μήνες έρχεται σε αντίφαση με το συμπέρασμά του ότι οι απειλές στρέφονται εναντίον του εξαιτίας των όσων συνέβησαν μεταξύ εκείνου και του μουσουλμάνου οδηγού. Εσωτερική αντίφαση παρατηρείται επίσης μεταξύ των δηλώσεων του αιτητή ότι οι ισλαμιστές γνώριζαν τον ίδιο, το τηλέφωνό του και την περιοχή στην οποία βρισκόταν το χωριό του με τις δηλώσεις του ότι για περίοδο τεσσάρων και  πλέον ετών διέμενε στο Ασουάν, εργαζόμενος χωρίς να αντιμετωπίσει προβλήματα με τους ισλαμιστές και χωρίς να εντοπιστεί από αυτούς. Η αξιοπιστία του Αιτητή πλήττεται περεταίρω από την άρνησή του να απευθυνθεί στις Αρχές της χώρας του για τις απειλές που δεχόταν χωρίς να τεκμηριώνει τον λόγο για τον οποίο η προστασία αυτή δεν θα ήταν διαθέσιμη στο πρόσωπό του.

 

Αναφορικά με το περιστατικό της ληστείας σε βάρος του έπειτα από τρεις μήνες από την ημέρα που διαπληκτίστηκε με τον οδηγό, αν και ο ισχυρισμός αυτός δεν εξετάστηκε από το λειτουργό, το Δικαστήριο αξιολογώντας τον σημειώνει ότι και πάλι δεν γίνεται σύνδεση του περιστατικού της ληστείας με τις απειλές κατά της ζωής του ή με το περιστατικό του διαπληκτισμού του με μουσουλμάνο οδηγό. Η περιγραφή του περιστατικού της ληστείας είναι γενικόλογη ενώ ακόμη κι αν γίνει δεκτό ότι συνέβη, οι επιτιθέμενοι τράπηκαν σε φυγή μόλις αντιλήφθηκαν την παρουσία άλλων ατόμων, αφήνοντας ανεκμετάλλευτη την ευκαιρία να βλάψουν τον Αιτητή παρά τα όσα ο ίδιος ισχυρίζεται σχετικά με απειλές κατά της ζωής του.

 

Τέλος, παρά το ότι ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι απειλήθηκε από ισλαμιστές διότι είχε ερωτική επαφή με μουσουλμάνα, κατά τη συνέντευξή του δήλωσε ότι τον απείλησαν ότι θα διέδιδαν ότι είχε ερωτική επαφή με μουσουλμάνα χωρίς να παρέχει περεταίρω πληροφορίες για το αν πράγματι υπήρξαν τέτοιου είδους φήμες, ενώ προσδιόρισε άλλο περιστατικό ως αρχή των προβλημάτων του ερχόμενος σε αντίθεση με τις δηλώσεις του και κατά την καταγραφή του αιτήματός του.

 

Σε ό,τι αφορά την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμών αυτών, δεν κατέστη εφικτό να εντοπιστούν από το Δικαστήριο εξωτερικές πηγές πληροφόρησης οι οποίες να αναφέρονται στα περιστατικά αυτά. Υπάρχουν πληροφορίες ωστόσο που υποστηρίζουν την αποδοκιμασία των σχέσεων μεταξύ ατόμων διαφορετικής θρησκείας, ιδιαιτέρως τη σχέση μεταξύ μουσουλμάνας με χριστιανό[3]. Παρά ταύτα, οι ισχυρισμοί του Αιτητή περί επίθεσης και ληστείας του από αγνώστους και περί απειλών του από ισλαμιστές λόγω σχέσης του με μουσουλμάνα δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτοί λόγω ελλιπούς εσωτερικής αξιοπιστίας.

 

Ως εκ των ανωτέρω και λαμβάνοντας υπόψη ότι ο μόνος αποδεκτός ισχυρισμός του Αιτητή αφορά στα στοιχεία του προφίλ του, στο οποίο εντοπίζεται το στοιχείο των θρησκευτικών του πεποιθήσεων που πιθανόν να αποτελούσε στοιχείο επίτασης του κινδύνου που θα αντιμετώπιζε σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής. Με βάση λοιπόν έρευνα στην οποία προχώρησα, διαπιστώνω ότι υφίστανται περιστατικά επιθέσεων και διακρίσεων κατά της κοπτικής χριστιανικής κοινότητας στην Αιγυπτο[4],[5],[6],[7],[8],[9]. Σε απάντηση στο ερώτημα για την κατάσταση των Κοπτών στην Αίγυπτο για την περίοδο 2020-2022, από το Καναδικό Συμβούλιο για τη Μετανάστευση και τους Πρόσφυγες, όσον αφορά την ελευθερία θρησκευτικών πεποιθήσεων και πρακτικής, η έκθεση παραπέμπει στο Freedom House το οποίο σημειώνει ότι οι «νόμοι, οι πολιτικές και οι πρακτικές» της Αιγύπτου έχουν ως αποτέλεσμα «διάφορες μορφές παρενόχλησης και διακρίσεων» κατά των μειονοτήτων, συμπεριλαμβανομένων των Χριστιανών Κοπτών. Η Διεθνής Αμνηστία αναφέρει ότι το 2020 οι Χριστιανοί «συνέχισαν» να υφίστανται «διακρίσεις» από τις αρχές τόσο στη νομοθεσία όσο και στην πρακτική[10]. Ωστόσο η «αδυναμία» του κράτους να «διαμεσολαβήσει τις διαφορές» μεταξύ εθνοτικών και θρησκευτικών μειονοτήτων μέσω των δικαστικών και εκπαιδευτικών συστημάτων της, έχει ως  αποτέλεσμα «μια διαρκή κατάσταση σύγκρουσης χαμηλού επιπέδου» μεταξύ των διαφόρων κοινοτήτων[11]. Επισημαίνεται επίσης ότι πηγές μέσων ενημέρωσης αναφέρουν ότι ο αλ Σίσι διόρισε έναν Κόπτη Χριστιανό Δικαστή στην προεδρία του Ανωτάτου δικαστηρίου της χώρας, ήτοι το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο της Αιγύπτου, στις 9 Φεβρουαρίου 2022. Σύμφωνα με την Έκθεση για την Αίγυπτο των ΗΠΑ του 2020, οι Χριστιανοί κατείχαν "πολλές θέσεις ανώτερων" δικαστών το 2020[12].

Προκύπτουν ωστόσο -ενδεικτικά -και τα ακόλουθα, ως προς την αντιμετώπιση υποθέσεων αναφορικά με χριστιανούς, από τα Δικαστήρια της χώρας:

·                Τον Οκτώβριο του 2021, το Ποινικό Δικαστήριο της Αλεξάνδρειας καταδίκασε σε ισόβια τους αδελφούς Nasser και Ali al-Sambo για τη δολοφονία του Κόπτη Χριστιανού Ramsis Boulos Hermina τον Δεκέμβριο του 2020 στην Αλεξάνδρεια. O Hermina δέχθηκε επίθεση στο κατάστημα πλαστικών και οικιακών ειδών του. Σύμφωνα με δημοσιεύματα του Τύπου, ο Nasser, ο Ali Sambo και ο αδελφός τους Anwar είχαν τη φήμη στη γειτονιά τους για παρενόχληση ιδιοκτητών καταστημάτων που ήταν Κόπτες[13]. Στις 10 Φεβρουαρίου 2021, το Ακυρωτικό Δικαστήριο επικύρωσε την ποινή φυλάκισης 15 ετών για 10 κατηγορούμενους που συμμετείχαν στην πυρπόληση εκκλησίας το 2013 στο Kafr Hakim, στην επαρχία της Γκίζας[14].

 

·                Στις 11 Οκτωβρίου 2021, το Ακυρωτικό Δικαστήριο απέρριψε την πρώτη έφεση που υπέβαλαν οι κατηγορούμενοι που καταδικάστηκαν για την εμπρηστική επίθεση του 2013 στην εκκλησία Mar Girgis στην πόλη Sohag και καταδικάστηκαν αρχικά το 2015 και το 2020 από το Ποινικό Δικαστήριο σε φυλάκιση 3 έως 15 ετών. Οι αρχές κατηγόρησαν τους κατηγορούμενους για επιθέσεις σε χριστιανικούς χώρους λατρείας, καταστροφή και κάψιμο αστυνομικών αυτοκινήτων, κατοχή πυροβόλων όπλων και πυρομαχικών χωρίς άδεια, απόπειρα κλοπής, επίθεση σε δημόσια και ιδιωτική ιδιοκτησία και καταστήματα, υποκίνηση βίας, βανδαλισμό και εκφοβισμό πολιτών.

Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι παρά τα περιστατικά επιθέσεων σε βάρος της χριστιανικής μειονότητας της χώρας, φαίνεται ότι καταβάλλονται κρατικές προσπάθειες καταπολέμησης του φαινομένου και οι δράστες συχνά καταδικάζονται για τα εγκλήματα που τελούν σε βάρος χριστιανών. Ο βαθμός των επιθέσεων δεν φτάνει σε σημείο να θεωρείται δίωξη και ειδικότερα στην περίπτωση του Αιτητή, ο οποίος ασκούσε για χρόνια την πίστη του χωρίς να αντιμετωπίσει οποιοδήποτε πρόβλημα ενώ ο ίδιος αναφέρει μία περίπτωση σύγκρουσης χαμηλού επιπέδου.

 

Για την αξιολόγηση της κατάστασης ασφαλείας και την εκτίμηση του αν ο Αιτητής διατρέχειπιθανό κίνδυνο σοβαρής βλάβης σε περίπτωση επιστροφής του στην Αίγυπτο και συγκεκριμένα στην περιοχή Ασουάν, που υπήρξε ο τόπος τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, το Δικαστήριο προέβη σε έρευνα εξωτερικών βάσεων δεδομένων[15] από τα στοιχεία της οποίας προκύπτει ότι κατά το τελευταίο έτος (05/01/2023-05/01/2024) στην εν λόγω περιοχή δεν έλαβε χώρα κανένα περιστατικό ασφαλείας. Συνεπώς, δεν προκύπτει ότι συντρέχει αδιακρίτως ασκούμενη βία στον τελευταίο τόπο διαμονής, ο βαθμός της οποίας να είναι τόσο υψηλός, ώστε να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμηθεί ότι ο Αιτητής, άμα τη επιστροφή του εκεί, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί στην εν λόγω απειλή[16].

 

Συνεπώς, δεν τεκμηριώνεται ούτε επικουρικώς, η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), καθώς οι Αιτητής δεν τεκμηριώνει αλλά και από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει ότι εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη. Ειδικότερα, στην προκείμενη περίπτωση από το προαναφερόμενο ιστορικό δεν προκύπτει, ότι ενόψει των προσωπικών του περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής[17] ή ότι διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του[18]. Παρατηρείται ότι ο Αιτητής, δεν έθεσε υπόψη των Καθ' ων η αίτηση εκείνα τα πραγματικά περιστατικά που θα επέτρεπαν να αντληθούν τέτοια συμπεράσματα.

 

Κατά την ακροαματική διαδικασία ο Αιτητής κατέθεσε έγγραφο από την εκκλησία Saint Mina. Στο έγγραφο αυτό αναφέρεται ότι ο Mena Gamal Samy είναι μέλος του της Εκκλησίας και επισημαίνεται ότι υφίσταται φόβος ότι σε περίπτωση επιστροφής του θα κινδυνεύσει εξαιτίας του προβλήματος το οποίο αντιμετώπισε. Ερωτηθείς σχετικά με αυτό το έγγραφο, ο Αιτητής δήλωσε ότι αυτό του εστάλη από τον αδελφό του και δεν το είχε στην κατοχή του όταν κατέθεσε την προσφυγή. Το έγγραφο εκδόθηκε από την Εκκλησία στην Αίγυπτο, ο ιερέας της οποίας γνωρίζει το πρόβλημα το οποίο αντιμετωπίζει ο Αιτητής εκεί. Περεταίρω πρόσθεσε ότι αφότου έκανε τη συνέντευξη στην οποία ανέφερε όλα τα περιστατικά διαπληκτισμών και απειλών μεταξύ του ιδίου και των ισλαμιστών, ενημερώθηκε από τη μητέρα του ότι ο αδελφός του ήταν στη φυλακή διότι ένας αστυνομικός τον κατήγγειλε στις Αρχές για κατοχή ναρκωτικών. Σε ερώτηση του Δικαστηρίου για το τι θα του συμβεί αν επιστρέψει στην Αίγυπτο, απάντησε ότι θα τον σκοτώσουν και θα τον κατηγορήσουν για αδίκημα το οποίο δεν έχει διαπράξει. Τους ανθρώπους αυτούς τους γνωρίζει προσωπικά και έχουν πρόβλημα μαζί του. Ως επίσης ανέφερε, η Κυβέρνηση δεν μπορεί να τους κάνει τίποτα αφού μπορούν να μπουν στον αστυνομικό σταθμό σαν να είναι σπίτι τους. Ερωτώμενος για τον λόγο που δεν υπέβαλε αίτημα ασύλου νωρίτερα και εγκαίρως ο Αιτητής απάντησε ακατανόητα και χωρίς να είναι σε θέση να αναπτύξει επαρκώς, ότι οι εργοδότες του απείλησαν να τον σκοτώσουν, ενώ δεν τον άφηναν να φύγει και να εργαστεί σε άλλο εργοδότη και για το λόγο αυτόν φοβόταν να κάνει αίτηση.

 

Σχετικά με το έγγραφο το οποίο προσκόμισε για πρώτη φορά ο Αιτητής (Τ1) ενώπιόν του Δικαστηρίου κατά την ακροαματική διαδικασία, η κατάθεση του οποίου επιτράπηκε κατόπιν άδειας του Δικαστηρίου καθώς ισχυρίστηκε ότι το παρέλαβε μετά την καταχώριση της προσφυγής[19], παρατηρείται ότι αυτό αναφέρεται στον Αιτητή ως μέλος του ποιμνίου της Εκκλησίας saint Mina, ιδιότητα γνωστή στο συντάκτη του εγγράφου και πριν τη συνέντευξη του Αιτητή. Το περιεχόμενο δε του εγγράφου είναι ασαφές ενώ δεν προσθέτει τίποτα σχετικά με τον ισχυρισμό του Αιτητή ότι απειλείται η ζωή του από ισλαμιστές αλλά και αναφορικά με τον αίτημα του για παροχή διεθνούς προστασίας.

 

Το Δικαστήριο αξιολογώντας εν συνεχεία τις διαδικτυακές πηγές στις οποίες παραπέμπει στην ένορκη δήλωσή και στην προσφυγή του ο Αιτητής, διαπιστώνει ότι είτε πρόκειται για πολύ παλιές πηγές πέραν της εικοσιπενταετίας[20], είτε πρόκειται για προσωπικές απόψεις των συντακτών των κειμένων[21], είτε αφορούν περιστατικά τα οποία δεν ομοιάζουν με τα περιστατικά τα οποία αφηγείται ο Αιτητής[22],[23],[24] .

 

Υπενθυμίζεται ότι δυνάμει του άρθρου 18 του περί Προσφύγων Νόμου και ειδικότερα του εδαφίου (5) αυτού, απορρέει καταρχάς η υποχρέωση του αιτητή να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προς τεκμηρίωση της αίτησής ασύλου του καταβάλλοντας προς τούτο πραγματική προσπάθεια και υποβάλλοντας όλα τα συναφή στοιχεία που έχει στη διάθεση του. Παρατηρείται ωστόσο ότι εν προκειμένω ο Αιτητής δεν έχει προβάλει κανέναν ευλογοφανή ισχυρισμό αναφορικά με το λόγο που τον ώθησε να αναζητεί διεθνή προστασία από την Κυπριακή Δημοκρατία και ο οποίος να στοιχειοθετεί φόβο δίωξης ή κίνδυνο σοβαρής βλάβης, παρά το γεγονός ότι είχε την ευκαιρία να το πράξει ακόμα και στο πλαίσιο της παρούσας δικαστικής διαδικασίας. Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου αποτελεί υποχρέωση του αιτούντα άσυλο να επικαλεστεί έστω και χωρίς να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που του προκαλούν κατά τρόπο αντικειμενικώς αιτιολογημένο, φόβο δίωξης στη χώρα του για έναν από τους λόγους που αναφέρει το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου. 

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

 

Λαμβάνοντας υπόψη τα όσα ανωτέρω αναπτύχθηκαν, είναι η κατάληξή μου ότι ορθώς κρίθηκε και επί της ουσίας ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων και, περαιτέρω, ορθώς θεωρήθηκε ότι δεν κατάφερε να τεκμηριώσει ότι υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, ως αμφότερες αυτές οι έννοιες ορίζονται από την οικεία νομοθεσία (άρθρα 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου).

 

Καταληκτικά, λαμβάνω υπόψη μου ότι η χώρα καταγωγής του Αιτητή (Αίγυπτος), συμπεριλαμβάνεται στις χώρες που έχουν ορισθεί ως ασφαλείς χώρες ιθαγένειας σύμφωνα με το Διάταγμα του Υπουργού Εσωτερικών ημερ. 26.5.2023  (Κ.Δ.Π. 166/2023), χωρίς εν προκειμένω ο Αιτητής να προβάλει οποιουσδήποτε ισχυρισμούς/στοιχεία που αφορούν προσωπικά στον ίδιο και οι οποίοι να ανατρέπουν το τεκμήριο περί ασφαλούς τρίτης χώρας. Ο κατάλογος των ασφαλών χωρών ιθαγένειας καθορίζεται από τον Υπουργό Εσωτερικών όταν ικανοποιηθεί βάσει της νομικής κατάστασης, της εφαρμογής του δικαίου στο πλαίσιο δημοκρατικού συστήματος και των γενικών πολιτικών συνθηκών ότι στις οριζόμενες χώρες, γενικά και μόνιμα, δεν υφίστανται πράξεις δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3Γ του περί Προσφύγων Νόμου, ούτε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία, ούτε απειλή η οποία προκύπτει από την χρήση αδιάκριτης βίας σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύγκρουσης. Το τεκμήριο ασφάλειας είναι μαχητό, ωστόσο ο εδώ Αιτητής δεν πέτυχε την ανατροπή του.

 

Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με €500 έξοδα υπέρ των Καθ' ων η αίτηση και εναντίον του Αιτητή.

 

 

Ε. Ρήγα, Δ.Δ.Δ.Δ.Π



[1] Δυνάμει του εδαφίου (ε) του άρθρου 3 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 (3/2019).

 

[2] Με τον περί Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας (Τροποποιητικός) (Αρ. 4) Διαδικαστικός Κανονισμός του 2022, 31/2022.

 

[3]  United Kingdom: Home Office, Country Policy and Information Note - Egypt: Christians, 42 (June

2017), available at: http://www.refworld.org/docid/5978ad374.html, σ.17, 52

[4]CRS – Congressional Research Service (Author): Egypt: Background and U.S. Relations, 2 May 2023 https://sgp.fas.org/crs/mideast/RL33003.pdf

[5] Mohamed Ezz, “Protests, Arrests in Minya Village Point to Longstanding Discriminatory Policies over Church Permits,” Mada Masr, February 10, 2022. Mada Masr is an Egypt-based media organization interested in producing intelligent and engaging journalism, and more generally in re-examining the role of media in relation to its public.

[6] Freedom House (Author): Freedom in the World 2023 - Egypt, 2023

https://www.ecoi.net/en/document/2088508.html

[7] MRG – Minority Rights Group International (Author), published by UN Human Rights Committee: Minority Rights Group International; Alternative Report for Egypt; Human Rights Committee; 137th Session; Geneva, 27 February - 24 March 2023, 2023
https://tbinternet.ohchr.org/_layouts/15/TreatyBodyExternal/DownloadDraft.aspx?key=Z2evgg/KQitPmEcSGMucoNAWIgY5R6zF7G6X7m08TPF1Ej4hTfXzypMHIygDSHROKeF1cuO3lZ+tf2ql0qsNBg==

[8] Al Arabiya (2022), ‘Egypt Frees Coptic rights activist Ramy Kamel’, available at: Egypt frees Coptic rights activist Ramy Kamel | Al Arabiya English

[9] HRW – Human Rights Watch: Egypt: Arbitrary Travel Bans Throttle Civil Society, 6 July 2022

https://www.ecoi.net/en/document/2075659.html  

[10] IRB – Immigration and Refugee Board of Canada: Egypt: Situation of Coptic Christians and treatment by authorities and society; ability to access housing, employment, education, health care, and support services, particularly in Cairo and Alexandria; state protection (2020–April 2022) [EGY200980.E], 6 May 2022

https://www.ecoi.net/en/document/2077037.html ; Freedom House. 28 February 2022. "Egypt." Freedom in the World 2022https://freedomhouse.org/country/egypt/freedom-world/2022 ; Amnesty International. 7 April 2021. "Egypt." Amnesty International Report 2020: The State of the World's Human Right, https://www.amnesty.org/en/wp-content/uploads/2021/06/POL1032022021ENGLISH.pdf

[11] Minority Rights Group International (MRG). October 2020. Minority and Indigenous Trends 2020: Focus on Technology, https://minorityrights.org/download/19964/

[12] United States (US). 30 March 2021. Department of State. "Egypt." Country Reports on Human Rights Practices for 2020, https://www.state.gov/wp-content/uploads/2021/10/EGYPT-2020-HUMAN-RIGHTS-REPORT.pdf

[13] US Department of State (2022), 'Report on International Religious Freedom: Egypt', available at:  https://www.state.gov/reports/2021-report-on-international-religious-freedom/egypt/

[14] US Department of State (2022), 'Report on International Religious Freedom: Egypt', available at:  https://www.state.gov/reports/2021-report-on-international-religious-freedom/egypt/

[15] ACLED dashboard,Egypt, Aswan, 05/01/2023-05/01/2024, https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard

[16] Βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94 Elgafaji, σκέψη 43.

[17] Ο.π., σκέψη 32.  

[18] Βλ άρθρο 19(2)(α) και (β) του περί Προσφύγων Νόμου.

[19] Βλ. Κανονισμό 12 του περί Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας (Τροποποιητικός αρ. 4) Διαδικαστικός Κανονισμός του 2022, Δ.Κ. 31/2022.

[20] Christianity Today, Extremists Kill Coptic Christians 28/04/1997, https://www.christianitytoday.com/ct/1997/april28/7t578a.html

[21]Raymond Ibrahim, Where Is the Equality? Where Is the Religious Freedom? Where Is the Law?’ Egypt’s Christians Wonder, 27/09/2023,  https://www.raymondibrahim.com/2023/09/27/where-is-the-equality-where-is-the-religious-freedom-where-is-the-law-egypts-christians-wonder/

[22] Wataninet, 12 Christians sentenced in Abu-Qurqas; Muslims acquitted, 12.05.2012, https://en.wataninet.com/coptic-affairs-coptic-affairs/sectarian/12-christians-sentenced-in-abu-qurqas-muslims-acquitted/3786/

[23]Three Christian teenagers are jailed for five years in Egypt after they mocked Muslim prayers in a video, 25.02.2016, https://www.dailymail.co.uk/news/article-3463810/Egyptian-Coptic-teens-hit-jail-sentence-contempt-Islam.html

[24] EFE, Egyptian police officer kills 2 Israeli tourists, 08/10/2023, https://efe.com/en/other-news/2023-10-08/egyptian-police-officer-kills-2-israeli-tourists/


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο