ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

Υπόθεση Αρ.: T3156/23

 

16 Ιανουαρίου, 2024

 

[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

 

 

                                                  R. B.                                                        Αιτητού

 

και

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ’ ων η αίτηση

 …………………….

Π. Κ. Γιαννακάς (κ.), για τον Αιτητή

 

Α Π Ο Φ Α Σ ΗΚ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή στρέφεται κατά της απόφασης των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 28.11.2023 καθώς η αίτησή του για επανάνοιγμα του φακέλου της αίτησής του για διεθνή προστασία κρίθηκε ως απαράδεκτη δυνάμει των άρθρων 16Δ και 12Βτετράκις(2)(δ) των περί Προσφύγων Νόμων 2000 έως 2019 (στο εξής: o περί Προσφύγων Νόμος).

 

Γεγονότα

1.             Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως: Ο Αιτητής κατάγεται από τη Νιγηρία. Περί τις 7.10.2022, υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας. Στις 24.10.2022, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή. Στις 29.10.2022, ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: o Προϊστάμενος) ενέκρινε εισήγηση για απόρριψη της αίτησής της για άσυλο. Στις 28.11.2023, ο Αιτητής υπέβαλε αίτηση για επανάνοιγμα του φακέλου της αίτησής του για διεθνή προστασία, η οποία απορρίφθηκε με απόφαση του Προϊσταμένου την ίδια ημέρα. Η εν λόγω απορριπτική απόφαση κοινοποιήθηκε στον Αιτητή αυθημερόν και αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

Νομικοί Ισχυρισμοί

2.             Ο Αιτητής, κατά την ακροαματική διαδικασία της παρούσας προσφυγής, δια του συνηγόρου τους προωθεί ότι οι Καθ’ ων η αίτηση εξέτασαν με συνοπτικές διαδικασίες τη μεταγενέστερη αίτησή του χωρίς να προηγηθεί δέουσα έρευνα και τελώντας  υπό πλάνη. Καίτοι αναγνωρίζει ότι τόσο στον έντυπο της πρώτης αίτησής του όσο και στο έντυπο της αίτησής επανανοίγματος του φακέλου του αναφέρεται σε κίνδυνο που διατρέχει από άγνωστους οπλοφόρους, «Unknown Gunmen»m στο πλαίσιο του εισαγωγικού δικογράφου παραθέτει συνδέσμους από άρθρα, στα οποία αναφέρονται πρόσφατα περιστατικά από ομάδα άγνωστων οπλοφόρων και τα οποία οι Καθ’ ων η αίτηση παρέλειψαν, κατά τον Αιτητή να λάβουν υπόψη τους. 

 

3.             Κατ΄εφαρμογή του Κανονισμού 3(ε) των περί της λειτουργία του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019, ως έχουν τροποποιηθεί, οι Καθ ‘ων η αίτηση συμμετέχουν στην παρούσα διαδικασία δια της καταχωρίσεως υπομνήματος, δεν συμμετείχαν στην ακροαματική διαδικασία και δεν καταχώρισαν γραπτή αγόρευση.

To νομικό πλαίσιο

4.             Ο Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έχει ως ακολούθως (η υπογράμμιση είναι του παρόντος δικαστηρίου):

«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου  (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ’ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».

 

5.             Ο Κανονισμός 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962 προβλέπει τα εξής:

«Έκαστος διάδικος δέον δια των εγγράφων προτάσεων αυτού να εκθέτη τα νομικά σημεία επί των οποίων στηρίζεται και, αιτιολογών συγχρόνως ταύτα πλήρως. Διάδικος εμφανιζόμενος άνευ συνηγόρου δεν υποχρέουται εις συμμόρφωσιν προς τον κανονισμό αυτόν.».

 

6.             Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 και 2020 (Ο περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.

 

7.             Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα.

 

8.             Το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου ορίζει τα εξής:

«Υποχρεώσεις αιτητή κατά την εξέταση της αίτησης και συναφής υποχρέωση αρμόδιων αρχών

16.-(1) Κατά την εξέταση της αίτησής του, ο αιτητής οφείλει να συνεργάζεται με την Υπηρεσία Ασύλου με σκοπό την εξακρίβωση της ταυτότητάς του και των υπόλοιπων στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2).

(2) Ιδίως, ο αιτητής οφείλει-

(α) να υποβάλει το συντομότερο δυνατό όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της αίτησης, τα οποία στοιχεία συνίστανται σε δηλώσεις του αιτητή και σε όλα τα έγγραφα που έχει ο αιτητής στη διάθεσή του σχετικά με την ηλικία του, το προσωπικό του ιστορικό, καθώς και το ιστορικό των οικείων συγγενών του, την ταυτότητα, την ιθαγένεια, τη χώρα και το μέρος προηγούμενης διαμονής του, τις προηγούμενες αιτήσεις ασύλου, το δρομολόγιο που ακολούθησε, το δελτίο ταυτότητας και τα ταξιδιωτικά του έγγραφα και τους λόγους για τους οποίους ζητεί διεθνή προστασία∙  […]

(3) Η Υπηρεσία Ασύλου αξιολογεί, σε συνεργασία με τον αιτητή, τα προβλεπόμενα στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2) στοιχεία.».

9.             Το άρθρο 12Βτετράκις του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπει τα ακόλουθα:

«Απαράδεκτες αιτήσεις

12Βτετράκις.-(1) Χωρίς επηρεασμό των περιπτώσεων κατά τις οποίες μια αίτηση δεν εξετάζεται σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 604/2013, σε περίπτωση που αίτηση θεωρείται απαράδεκτη δυνάμει του εδαφίου (2), ο Προϊστάμενος κλείνει το φάκελο και διακόπτει τη διαδικασία εξέτασης της αίτησης με απόφασή του την οποία λαμβάνει και καταχωρίζει στον φάκελο χωρίς να εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 12Δ και 13 και επί της οποίας απόφασης εφαρμόζονται οι διατάξεις των εδαφίων (7) μέχρι (7Ε) του άρθρου 18.

(2) Με την επιφύλαξη της Σύμβασης, η Υπηρεσία Ασύλου δύναται να θεωρήσει αίτηση ως απαράδεκτη μόνον εάν-

(α) [...] (β) [...] (γ) [...]

(δ) η αίτηση είναι μεταγενέστερη αίτηση στο πλαίσιο της οποίας δεν υποβλήθηκαν από τον αιτητή ή δεν προέκυψαν νέα στοιχεία ή πορίσματα σχετικά με την εξέταση του κατά πόσο ο αιτητής πληροί τις προϋποθέσεις για να χαρακτηριστεί ως δικαιούχος διεθνούς προστασίας∙ ή

(ε) [...]».

10.          Το άρθρο 16Δ του του περί Προσφύγων Νόμου ορίζει τα εξής:

«Υποβολή νέων στοιχείων ή πορισμάτων ή μεταγενέστερης αίτησης

16Δ.-(1)(α) Σε περίπτωση που αιτητής υποβάλει στον Προϊστάμενο -

(i) Μεταγενέστερη αίτηση, ή

(ii) νέα στοιχεία ή πορίσματα κατά ή μετά την ημερομηνία στην οποία καθίσταται εκτελεστή απόφαση του Προϊσταμένου επί πρότερης αίτησης του αιτητή,

ο Προϊστάμενος εξετάζει το συντομότερο δυνατό οτιδήποτε ούτως υποβληθέν σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

(β) Στην παράγραφο (α), ο όρος «απόφαση» περιλαμβάνει απόφαση που λαμβάνεται από τον Προϊστάμενο δυνάμει του άρθρου 16Β ή 16Γ.

(2) Σε περίπτωση που αιτητής υποβάλει στον Προϊστάμενο είτε μεταγενέστερη αίτηση είτε νέα στοιχεία ή πορίσματα, σύμφωνα με το εδάφιο (1), ο Προϊστάμενος δεν μεταχειρίζεται οτιδήποτε υποβληθέν ως νέα αίτηση αλλά ως περαιτέρω διαβήματα στα πλαίσια της αποφασισθείσας αίτησης. Ο Προϊστάμενος λαμβάνει υπόψη όλα τα στοιχεία των προαναφερόμενων περαιτέρω διαβημάτων χωρίς να πραγματοποιηθεί συνέντευξη.

(3)(α) Κατά τη λήψη απόφασης σχετικά με το παραδεκτό της αίτησης σύμφωνα με την παράγραφο (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 12Βτετράκις, ο Προϊστάμενος προβαίνει σε προκαταρτική εξέταση προκειμένου να διαπιστώσει κατά πόσο προέκυψαν ή υποβλήθηκαν από τον αιτητή νέα στοιχεία ή πορίσματα τα οποία ο Προϊστάμενος δεν έλαβε υπόψη κατά την έκδοση της εκδοθείσας απόφασής του, σχετικά με την εξέταση του κατά πόσο ο αιτητής πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για τον χαρακτηρισμό του ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας:

 Νοείται ότι, σε περίπτωση που ο Προϊστάμενος διαπιστώσει ότι ο αιτητής δεν έχει προσκομίσει νέα στοιχεία ή πορίσματα, η μεταγενέστερη αίτηση απορρίπτεται ως απαράδεκτη, με βάση την αρχή του δεδικασμένου, χωρίς να πραγματοποιηθεί συνέντευξη.

(β) Σε περίπτωση που ο Προϊστάμενος διαπιστώνει ότι προέκυψαν ή υποβλήθηκαν τα προαναφερόμενα στην παράγραφο (α) νέα στοιχεία ή πορίσματα, προβαίνει σε ουσιαστική εξέτασή τους, αφού προηγουμένως ενημερώσει σχετικά τον αιτητή, και εκδίδει νέα εκτελεστή απόφαση, μόνο εφόσον -

(i) Τα εν λόγω στοιχεία ή πορίσματα αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χορήγησης στον αιτητή διεθνούς προστασίας∙ και

(ii) ικανοποιείται πως ο αιτητής, άνευ δικής του υπαιτιότητας, αδυνατούσε να υποβάλει τα εν λόγω στοιχεία ή πορίσματα κατά την προηγούμενη διαδικασία και ιδίως μέσω της προσφυγής στο Διοικητικό Δικαστήριο δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος.

(γ) Επί της νέας εκτελεστής απόφασης που αναφέρεται στην παράγραφο (β) εφαρμόζονται τα εδάφια (7) μέχρι (7Ε) του άρθρου 18.

(δ) Σε περίπτωση που μεταγενέστερη αίτηση δεν εξετάζεται περαιτέρω δυνάμει του παρόντος άρθρου, αυτή θεωρείται απαράδεκτη σύμφωνα με την παράγραφο (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 12Βτετράκις και σε τέτοια περίπτωση ο Προϊστάμενος εκδίδει σχετική απόφαση επί της οποίας εφαρμόζονται κατ' αναλογία τα εδάφια (7) και (7Ε) του άρθρου 18. Η εν λόγω απόφαση παραθέτει την αιτιολογία της και ενημερώνει τον αιτητή για το δικαίωμα που έχει να την προσβάλει στο Διοικητικό Δικαστήριο δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, καθώς και για την προθεσμία άσκησης τέτοιας προσφυγής[...]».

11.          Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις χορήγησης  καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας.

 

Κατάληξη

12.          Είναι κρίσιμο και απαραίτητο να καταστεί αντιληπτό ότι η δικαιοδοσία του παρόντος δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές προβολής των λόγων προσφυγής. Ειδικότερα, το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιόν του εξ υπαρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει την ουσιαστική ορθότητα της επίδικης πράξεως. Ο Αιτητής αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας και εν προκειμένω την αξιολόγηση της μεταγενέστερης αίτησής της ως παραδεκτής.

 

13.          Επισημαίνεται ότι η επίδικη πράξη αποτελεί απόφαση εκδιδόμενη δυνάμει της παραγράφου (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 12Βτετράκις του περί Προσφύγων Νόμου. Σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη, ο Προϊστάμενος κλείνει το φάκελο και διακόπτει τη διαδικασία εξέτασης της αίτησης χωρίς να εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 12Δ (ταχύρρυθμη διαδικασία εξέτασης αιτήσεων) και 13 (κανονική διαδικασία εξέτασης αιτήσεων), όταν η αίτηση είναι μεταγενέστερη αίτηση στο πλαίσιο της οποίας δεν υποβλήθηκαν από τον αιτητή ή δεν προέκυψαν νέα στοιχεία ή πορίσματα σχετικά με την εξέταση του κατά πόσο ο αιτητής πληροί τις προϋποθέσεις για να χαρακτηριστεί ως δικαιούχος διεθνούς προστασίας.

 

14.          Το ζήτημα της εξέτασης των μεταγενέστερων αιτήσεων και ειδικότερα της έννοιας των νέων στοιχείων και πορισμάτων εξετάστηκε στην πρόσφατη απόφαση του ΔΕΕ της 9ης Σεπτεμβρίου 2021 στην υπόθεση C‑18/20, XY κατά Bundesamt für Fremdenwesen und Asyl, ECLI:EU:C:2021:710, σκέψεις 31 έως 44.Η εξέταση των μεταγενέστερων αιτήσεων διενεργείται  σε δύο στάδια. Το πρώτο στάδιο, προκαταρκτικής φύσεως, έχει ως αντικείμενο τον έλεγχο του παραδεκτού των αιτήσεων αυτών, ενώ το δεύτερο στάδιο αφορά την επί της ουσίας εξέταση των εν λόγω αιτήσεων [Βλ. επίσης απόφαση της 10ης Ιουνίου 2021, Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid (Νέα στοιχεία ή πορίσματα), C‑921/19, EU:C:2021:478, σκέψη 34].

 

15.          Οι προϋποθέσεις παραδεκτού της αίτησης, συνεπώς, οι οποίες ανήκουν στο πρώτο στάδιο εξέτασης μίας μεταγενέστερης αίτησης, όπως μεταφέρθηκαν στην εθνική έννομη τάξη είναι οι ακόλουθες:

 

16.          Πρώτον, καθορίζεται εάν προέκυψαν ή υποβλήθηκαν από τον αιτούντα νέα στοιχεία ή πορίσματα σχετικά με την εξέταση του εάν ο αιτών πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για τον χαρακτηρισμό του ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας.

 

17.          Δεύτερον, εάν τα νέα στοιχεία ή πορίσματα που έχουν προκύψει ή υποβληθεί από τον αιτούντα  αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χαρακτηρισμού του αιτούντος ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας.

 

18.          Τρίτον, εάν ο συγκεκριμένος αιτών, χωρίς δική του υπαιτιότητά,  δεν μπόρεσε να επικαλεσθεί τα εν λόγω νέα στοιχεία ή πορίσματα κατά την προηγούμενη διαδικασία που αφορούσε την εξέταση της αίτησης του. Οι πιο πάνω προϋποθέσεις θα πρέπει να συντρέχουν σωρευτικώς.  

 

19.          Ως εκ τούτου, σε αυτές τις περιπτώσεις, όπου δεν υφίσταται ουσιαστική κρίση επί της βασιμότητας της αίτησης ασύλου αλλά κρίση επί του παραδεκτού της μεταγενέστερης αίτησης για διεθνή προστασία, το Δικαστήριο καλείται να εξετάσει μόνο κατά πόσον ευλόγως η αρμόδια αρχή έκρινε ως απαράδεκτο το αίτημα του Αιτητή για επανάνοιγμα της υπόθεσής του. Όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, η διαδικασία ουσιαστικής εξέτασης της  μεταγενέστερης αίτησης επαφίεται πλέον στην δικονομική αυτονομία των κρατών μελών.

 

20.          Εν προκειμένω, ο Αιτητής στο έντυπο υποβολής της αρχικής του αιτήσεως για αναγνώριση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα του διότι απειλήθηκε από μια ομάδα τρομοκρατών ονόματι «unknown gunmen». Ειδικότερα, του πρότειναν να συνταχθεί μαζί τους και επειδή αυτός αρνήθηκε δέχτηκε απειλές κατά της ζωής του. Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι κατάγεται από τη Νιγηρία, έχοντας ως τόπο τελευταίας διαμονής την πόλη Nweni της πολιτείας Αnambra, ενώ σε προηγούμενο στάδιο μεταξύ 2015 και 2020 διέμενε στo Lagos. Ερωτηθείς αναφορικά με τους λόγους που εγκατέλειψε τη χώρα του ο Αιτητής ανέφερε ότι άγνωστοι οπλοφόροι διατάρασσαν την ειρήνη στην περιοχή όπου διέμενε και μια μέρα ήρθαν και τον απείλησαν προκειμένου να ενταχθεί στην ομάδα τους. Μετά από επανειλημμένες απόπειρές τους τον ξυλοκόπησαν διότι ο Αιτητής αρνούνταν να ενταχθεί και τον προειδοποίησαν ότι την επόμενη φορά που θα τον έβρισκαν θα τον σκότωναν. Με τη βοήθεια της μητέρας του, ο Αιτητή εγκατέλειψε τη χώρα. Οι Καθ’ ων η αίτηση υπέβαλαν στη συνέχεια διερευνητικής φύσεως ερωτήματα σε σχέση με την απόπειρα στρατολόγησης του Αιτητή από την εν λόγω ομάδα. Αξιολογώντας τις δηλώσεις του Αιτητή, οι Καθ’ ων η αίτηση σχημάτισαν δυο ουσιώδεις ισχυρισμούς. Ο μεν πρώτος αναφορικά με τα προσωπικά του στοιχεία και το προφίλ του, ο δε δεύτερος αναφορικά με τις κατ΄ισχυρισμό απειλές κατά της ζωής του από unknown gunmen. Ο πρώτος ισχυρισμός έγινε αποδεκτός. Ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός ωστόσο έτυχε απόρριψης, καθώς καίτοι επιβεβαιώθηκε η δράση άγνωστων οπλοφόρων στην πολιτεία Anambra  και ότι διενεργούνται αστυνομικές επιχειρήσεις εναντίον του , εντούτοις, η εσωτερική αξιοπιστία του Αιτητή δεν θεμελιώθηκε. Στο πλαίσιο της μεταγενέστερης αίτησής του, ο Αιτητής επαναλαμβάνει τα όσα ήδη ανέφερε με την πρώτη αίτησή του για διεθνή προστασία ότι δηλαδή κινδυνεύει από ομάδα άγνωστων οπλοφόρων διότι αρνήθηκε να ενταχθεί στην ομάδα τους, χωρίς να προσθέσει οτιδήποτε νέο στα πεδία 8 και 9 της αίτησης όπου δίδεται η δυνατότητα στον Αιτητή να προσκομίσει νέες πληροφορίες ή έγγραφα προς υποστήριξη της αίτησής του.  Στη συνέχει αξιολογώντας της αίτησή του, οι Καθ’ ων η αίτηση την απέρριψαν ως απαράδεκτη αφού προηγήθηκε ανασκόπηση των ισχυρισμών του, όπου διαπιστώθηκε ότι οι δηλώσεις του στο πλαίσιο της επίδικης μεταγενέστερης αίτησης δεν αποτελούν νέα στοιχεία.  

 

21.          Στο πλαίσιο της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, ο Αιτητής επαναφέρει τον ίδιο ισχυρισμό προσθέτοντας πηγές αναφορικά με την πρόσφατη δράση της ομάδας των άγνωστων οπλοφόρων.  

 

22.          Υπό το φως των ανωτέρω, διαπιστώνω ότι οι ισχυρισμοί που προέβαλε  ο Αιτητής στο πλαίσιο της μεταγενέστερης αίτησής του σε συνάρτηση με τα όσα δήλωσε ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου, αφορούν σε ισχυρισμούς που ήδη εξετάστηκαν και απορρίφθηκαν στο πλαίσιο της πρώτης αίτησής του για διεθνή προστασία. Να σημειωθεί σε αυτό το σημείο, ότι ο ισχυρισμός του Αιτητή περί προσωπικής στοχοποίησής του από την εν λόγω ομάδα είχε προηγουμένως απορριφθεί ως αναξιόπιστος και ότι πέραν των νέων πηγών που προσκόμισε, οι οποίες αφορούν στη γενικότερη δράση της ομάδα των άγνωστων οπλοφόρων, ο Αιτητής δεν προσκόμισε οτιδήποτε που να συναρτάται με την προσωπική του σχέση με την εν λόγω ομάδα. Άλλωστε η ύπαρξη της εν λόγω ομάδας, η δράση της και η προσπάθεια των αστυνομικών αρχών της χώρας για καταστολή της δράσης της είχαν ήδη επιβεβαιωθεί από εξωτερικές πηγές που εντόπισαν οι Καθ’ ων η αίτηση κατά την εξέταση της πρώτης αίτησής του Αιτητή για διεθνή προστασία. Δεν παροράται εξάλλου ότι οι πρόσφατες αυτές πηγές, στις οποίες ο Αιτητής παραπέμπει στο εισαγωγικό δικόγραφο, δεν είχαν προσκομιστεί κατά την μεταγενέστερη αίτησή του Αιτητή αλλά για πρώτη φορά ενώπιον του Δικαστηρίου, το οποίο περιορίζεται κατά την εξέταση του παραδεκτού στη βάση των στοιχείων που ο Αιτητής προσκόμισε κατά τη διοικητική διαδικασία και όχι σε οτιδήποτε προβάλλει ο Αιτητής οψιγενώς ενώπιόν του.

 

23.          Ως εκ τούτου, ορθώς οι Καθ’ ων η αίτηση έκριναν ότι ο Αιτητής δεν προσκόμισε νέα στοιχεία με τη μεταγενέστερη αίτησή του και απέρριψαν τη μεταγενέστερη αίτησή του ως απαράδεκτη. Εξάλλου, οι πηγές που προσκόμισε ενώπιον του Δικαστηρίου οψιγενώς, πρώτον δεν μπορούν να εξεταστούν καθώς είναι εκτός του πλαισίου εξέτασης από το παρόν Δικαστήριο ενώ σε κάθε περίπτωση δεν αυξάνουν τις πιθανότητες υπαγωγής του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας διότι δεν αφορούν στον Αιτητή προσωπικά αλλά επιβεβαιώνουν απλώς τη δράση της εν λόγω ομάδας, χωρίς να υπάρχει άμεση διασύνδεση με τον ίδιο τον Αιτητή.    

 

24.          Σημειώνω συναφώς εξάλλου, το Διάταγμα του Υπουργού Εσωτερικών ημερομηνίας 26.5.2023 (Κ.Δ.Π. 166/2023 δυνάμει του οποίου η χώρα καταγωγής του Αιτητή ορίζεται ως ασφαλής τρίτη χώρα, χωρίς εν προκειμένω ο τελευταίος να προβάλει οποιουσδήποτε ισχυρισμούς/ στοιχεία που αφορούν προσωπικά στον ίδιο και οι οποίοι να ανατρέπουν το τεκμήριο περί ασφαλούς τρίτης χώρας. Υπενθυμίζεται σχετικώς, ότι η διεθνής προστασία αποτελεί προστασία δευτερεύουσα εκείνης της χώρας καταγωγής.[1]

 

Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με €1000 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ’ ων η αίτηση.                                                                                             

 Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 



[1] European Asylum Support Office (EASO), ‘Practical Guide: Qualification for International Protection’ (2018), 36 διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/easo-practical-guide-qualification-for-international-protection-2018.pdf


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο