ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

Νομική Αρωγή Αρ. 122/23

 

21 Φεβρουαρίου 2024

 

[ΔΚΑΤΣΑΡΙΔΗΣΔ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΑΡ.1 ΤΟΥ 2003, ΩΣ ΕΧΕΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΕΙ ΚΑΙ ΤΟΥΣ

ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 2002 ΜΕΧΡΙ 2019

 

ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ:

 

V.K.

Αιτητή

 

......................

 

Ο Αιτητής εμφανίζεται προσωπικά

Π. Δημητρίου (Κα) για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας

(Ραφαήλ Ευαγγέλου (κα) ορκίζεται να μεταφράζει πιστά από τα Αγγλικά στα Ελληνικά και αντίστροφα)

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Κ. Δ. ΚΑΤΣΑΡΙΔΗΣ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο Αιτητής με την αίτησή του ημερομηνίας 15/09/2023, αιτείται την παροχή δωρεάν νομικής αρωγής, προκειμένου να χειριστεί την προσφυγή που έχει ήδη καταχωρήσει, δυνάμει του άρθρου 146 του Συντάγματος, εναντίον της απόφασης του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 16/06/2023, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 09/08/2023 και με την οποία απορρίπτεται η αίτησή του για χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.

ΓΕΓΟΝΟΤΑ 

Τα γεγονότα της υπόθεσης, όπως προκύπτουν από το γραπτό σημείωμα που καταχώρισε ο ευπαίδευτος συνήγορος που εμφανίζεται για τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και από τα τεκμήρια που επισυνάπτονται σε αυτό, έχουν ως ακολούθως:

Ο Αιτητής συμπλήρωσε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας στις 18/04/2021, αφού εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές. Μετά από πολυάριθμες προσπάθειες της Υπηρεσίας Ασύλου  τηλεφωνικής επικοινωνίας με τον αιτητή (στις 14-01-2022 – 19-01-2022), δεν κατέστη δυνατή η επικοινωνία με τoν ίδιο προς ενημέρωσή του για την ορισθείσα ημερομηνία συνέντευξης εξέτασης του αιτήματος του για διεθνή προστασία. Έπειτα, εστάλη ταχυδρομικώς επιστολή ενημέρωσης ημερομηνίας 26-01-2022 στη δηλωθείσα διεύθυνση, ώστε να παρευρεθεί στις 25-02-2022 στην προγραμματισμένη συνέντευξη. Ο Αιτητής ωστόσο, δεν παρουσιάστηκε και η συνέντευξη δεν πραγματοποιήθηκε. Στις 09-03-2022, Αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ετοίμασε Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου, σχετικά με το κλείσιμο του φακέλου του Αιτητή και την διακοπή της διαδικασίας εξέτασης της αίτησης διεθνούς προστασίας σύμφωνα με το άρθρο 16Β(1)i  του Περί Προσφύγων Νόμου Ν. 6(Ι) 2000, καθώς ο Αιτητής δεν παρέστη στην προγραμματισμένη συνέντευξη στην οποία κλήθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου. Στις 09-03-2022 ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε την Έκθεση/Εισήγηση για το κλείσιμο του φακέλου/διακοπής της διαδικασίας του αιτητή. Στις 09-03-2022, η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε απαντητική επιστολή μαζί με την αιτιολόγηση της απόφασης της σχετικά με το αίτημα του αλλοδαπού, η οποία στις 27-04-2022 αποστάλθηκε ταχυδρομικώς στη δηλωθείσα διεύθυνσή του.

Στις 20-07-2022 ο αιτητής συμπλήρωσε αίτημα για επανάνοιγμα του φακέλου του για παροχή διεθνούς προστασίας. Στις 21-09-2022 Αρμόδιος Λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ετοίμασε Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου, σχετικά με το επανάνοιγμα του φακέλου του αιτητή. 

Την 01-06-2023 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της EUAA. Στις 12-06-2023, αρμόδιος λειτουργός της EUAA ετοίμασε Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου, σχετικά την συνέντευξη του αιτητή. Στη συνέχεια, ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε την Εισήγηση για απόρριψη της αίτησης ασύλου του αιτητή στις 16-06-2023. Στις 04-08-2023 η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε απορριπτική επιστολή σχετικά με το αίτημα του Αιτητή, η οποία παραλήφθηκε και υπογράφηκε ιδιοχείρως από τον Αιτητή στις 09-08-2023.

Εναντίον της απόφασης αυτής, ο Αιτητής  καταχώρισε προσφυγή για την προώθηση της οποίας, μέσω δικηγόρου, επιθυμεί να λάβει δωρεάν νομική αρωγή, μέσω της υπό εξέταση αίτησης.

 

Νομικό Πλαίσιο

Η παρούσα αίτηση στηρίζεται στους περί Νομικής Αρωγής Διαδικαστικούς Κανονισμούς (Αρ.1) του 2003 και στον περί Νομικής Αρωγής Νόμο του 2002, Ν. 165(Ι)/2002 και συγκεκριμένα στις διατάξεις του άρθρου 6Β(2)(α) και 6Β(2)(ββ) του σχετικού Νόμου, το οποίο ορίζει τα ακόλουθα:

«6Β.(1) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου και του άρθρου 8-

(2) Παρέχεται δωρεάν νομική αρωγή σε αιτητή διεθνούς προστασίας, ο οποίος ασκεί προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου, δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος - (α) Κατά δυσμενούς απόφασης του Προϊσταμένου επί της αίτησης διεθνούς προστασίας του εν λόγω αιτητή, την οποία απόφαση ο Προϊστάμενος έλαβε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 5, 12Βδις, 12Βτετράκις, 12Δ ή 13 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, ή υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

(αα) Η δωρεάν νομική αρωγή αφορά μόνο την πρωτοβάθμια εκδίκαση της προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος, και όχι την εκδίκαση έφεσης ενώπιον του Ανώτατου Δικαστηρίου κατά της δικαστικής απόφασης η οποία εκδίδεται στα πλαίσια της εν λόγω πρωτοβάθμιας εκδίκασης, ούτε άλλο ένδικο μέσο και

(ββ) κατά την κρίση του Διοικητικού Δικαστηρίου, η προσφυγή έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας:

Νοείται ότι οι διατάξεις της παραγράφου (ββ) εφαρμόζονται χωρίς να περιορίζουν αυθαίρετα την παροχή της δωρεάν νομικής αρωγής και χωρίς να εμποδίζεται η ουσιαστική πρόσβαση του αιτητή διεθνούς προστασίας στη δικαιοσύνη.»

Ο Αιτητής έχει καταχωρίσει προσφυγή κατά της δυσμενούς απόφασης του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου η οποία εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 33 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 και συνεπώς η εξεταζόμενη περίπτωση εμπίπτει στο άρθρο 6Β(2)(α) του περί Νομικής Αρωγής Νόμου.

Λαμβάνοντας υπόψη ότι η υπό κρίση αίτηση αφορά στην πρωτοβάθμια εκδίκαση της προσφυγής και ότι συνεπώς πληρείται η πρώτη προϋπόθεση παραχώρησης δωρεάν νομικής αρωγής ως αυτή θεσπίζεται με το εδάφιο (αα) του άρθρου 6Β(2) (ανωτέρω), κρίσιμη καθίσταται η εξέταση της δεύτερης προϋπόθεσης, θεσπιζόμενης διά του εδαφίου (ββ) της ίδιας διάταξης, την ύπαρξη δηλαδή, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, πραγματικής πιθανότητας επιτυχίας της σκοπούμενης προσφυγής.

Κατά την εξέταση των εκατέρωθεν ισχυρισμών το Δικαστήριο προβαίνει σε εκ πρώτης όψεως εξέταση της υπόθεσης, χωρίς βεβαίως να αποφασίζεται οριστικά η τύχη της προσφυγής που σε κάθε περίπτωση έχει δικαίωμα να καταχωρήσει ο Αιτητής. Το αποτέλεσμα δε της παρούσας δεν επηρεάζει κατ' ουδένα λόγο την τελική έκβαση της προσφυγής που πιθανόν να καταχωρηθεί από τον αιτητή (βλέπε μεταξύ άλλων Durgo Man ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 278/09, ημ. 15/07/2009, καθώς και Baghour και Roud Gad, υπόθ. αρ.7/11 και 8/11, ημ.28/03/2011 ).

Σε περιπτώσεις ως η παρούσα θα πρέπει να ληφθεί υπόψη το δικαίωμα του αιτητή να έχει πρόσβαση στην δικαιοσύνη, όμως το Δικαστήριο καλείται να εξετάσει την αίτηση με βάση το υλικό που έχει ενώπιον του χωρίς να δίδονται νομικές αρωγές ανεξέλεγκτα σε υποθέσεις που δεν έχουν πιθανότητες επιτυχίας. (Βλέπε Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ.10/2010, Αlali Abdulhamid, ημερ.06/05/2010, Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ.25/2010, Antonia Adahor, ημερ.13/12/2010).

Στον Αιτητή παραδόθηκε το σημείωμα του Γενικού Εισαγγελέα, του δόθηκε η ευκαιρία να αναφέρει οτιδήποτε επιθυμεί, και του εξηγήθηκαν οι προϋποθέσεις που θέτει η οικεία νομοθεσία επί αιτήσεως ως η παρούσα.

Στον Αιτητή παραδόθηκε το σημείωμα του Γενικού Εισαγγελέα, του δόθηκε η ευκαιρία να αναφέρει οτιδήποτε επιθυμεί, και του εξηγήθηκαν οι προϋποθέσεις που θέτει η οικεία νομοθεσία επί αιτήσεως ως η παρούσα.

Κατά την υποβολή του αιτήματός του για διεθνή προστασία (Παράρτημα 1 του Σημειώματος του Γενικού Εισαγγελέα), ο Αιτητής δήλωσε ότι είναι υπήκοος Νιγηρίας. Μητρική του γλώσσα είναι τα Agbor. Ανέφερε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του στις 19/02/2021, και εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές στις 21/02/2021. Στο έντυπο της αίτησης ο αιτητής κατέγραψε στους λόγους για τους οποίους αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής  του,   δηλώνοντας ότι είναι μέλος της παραστρατιωτικής ομάδας Eastern Security Network (ESN), εναντίον της οποίας είναι η Κυβέρνηση της Νιγηρίας. Ανέφερε ότι  στις 12/12/2020 ο αρχηγός της εθνοτικής ομάδας IPOB (Indigenous People of Biafra) ίδρυσε το Eastern Security Network (ESN) για την καταπολέμηση και την παρακολούθηση των δραστηριοτήτων της τρομοκρατικής ομάδας Boko Haram και άλλων τρομοκρατικών ομάδων που σκοτώνουν αθώους πολίτες στο ανατολικό τμήμα της χώρας και συγκεκριμένα στην πόλη Orlu, στην οποία ζούσε με την οικογένειά του. Τέλος, δήλωσε ότι στις 22 Ιανουαρίου του 2021 η πόλη Orlu δέχτηκε επίθεση από τον νιγηριανό στρατό. Ως αποτέλεσμα, κάηκαν πολλά σπίτια και σκοτώθηκαν πολλοί άνθρωποι, μερικοί από τους οποίους ήταν συνάδελφοι του αιτητή, ενώ το όνομά του μπήκε στον κατάλογο των καταζητούμενων.

Στο πλαίσιο της διαδικασίας εξέτασης της αίτησής του ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου (Παράρτημα 3 του Σημειώματος), ως προς τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο αιτητής στην συνέντευξη που παραχώρησε την 01/06/2023, δήλωσε ότι ήταν μέλος της παραστρατιωτικής ομάδας Eastern Security Network (ESN), εναντίον της οποίας είναι η Κυβέρνηση της Νιγηρίας (βλ. ερυθ. 54 1Χ). Ισχυρίστηκε ότι στις 22/01/2021 ο νιγηριανός στρατός ξεκίνησε επιχείρηση επίθεσης σε αναζήτηση μελών του ESN, με αποτέλεσμα να καταστραφούν σπίτια στην πόλη Orlu, και να σκοτωθούν δύο συνάδελφοί του ενώ ο ίδιος βρισκόταν στο σπίτι του και κατάφερε να σωθεί εγκαταλείποντάς το. Στην συνέχεια απάντησε σε διευκρινιστικές ερωτήσεις του αρμόδιου λειτουργού. Ανέφερε ότι έγινε μέλος της ομάδας τον Δεκέμβριο του 2020, αφού προηγουμένως συμμετείχε σε εκπαίδευση. Ως προς την διαδικασία εγγραφής του στο ESN ανέφερε ότι εξέφρασε στον αρχηγό την πρόθεσή του να συμμετάσχει, εκείνος δέχτηκε και στην συνέχεια πήγε για εκπαίδευση. Διευκρίνισε ότι η εκπαίδευση ήταν σαν στρατιωτική εκπαίδευση και διήρκησε δύο μήνες.  Ερωτηθείς να διευκρινίσει που  γίνονταν οι εκπαιδεύσεις, ανέφερε ότι έλαβαν χώρα σε κρυφό στρατόπεδο κοντά σε νιγηριανό  στρατώνα. Ανέφερε ότι μετά την επίθεση της 22ας Ιανουάριο του 2021 στην πόλη Orlu, έφυγε την ίδια ημέρα από την περιοχή και μετέβη στην Δημοκρατία του Benin (βλ. ερυθ. 57 1Χ), όπου πληροφορήθηκε ότι καταζητείται από τον νιγηριανό στρατό. Σε ερώτηση του λειτουργού για το πώς γνωρίζει ότι καταζητείται απάντησε ότι το γνωρίζει από συναδέλφους του. Ανέφερε επιπλέον, ότι τέσσερεις φορές άντρες του στρατού τον αναζήτησαν στο σπίτι του στο Orlu και ότι εξακολουθούν ακόμη να τον αναζητούν, πληροφορία την οποία έχει λάβει από τους γείτονές του. Τέλος, ανέφερε ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του και ταξίδεψε με το διαβατήριό του από το αεροδρόμιο του Abuja χωρίς να αντιμετωπίσει κάποιο πρόβλημα.

Κατά την ετοιμασία της έκθεσης/εισήγησης ημερομηνίας 12/06/2023, η αρμόδια λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου κατηγοριοποίησε τους ισχυρισμούς του Αιτητή σε: «1. Υπήκοος Νιγηρίας, περιοχή γέννησης Idumuseh της πολιτείας Δέλτα  και περιοχή προηγούμενης/τελευταίας διαμονής η πόλη Lagos» και «2. Ισχυριζόμενος φόβος δίωξης του Αιτητή από το νιγηριανό στρατό λόγω της συμμετοχής του ως μέλος της παραστρατιωτικής ομάδας Eastern Security Network (ESN)». Όσον αφορά την πρώτη κατηγορία ισχυρισμών, ο λειτουργός έκρινε ότι οι απαντήσεις του Αιτητή ήταν ικανοποιητικές, οι πηγές πληροφόρησης επιβεβαιώνουν τις αναφορές του Αιτητή και συνεπώς αποδέχτηκε τις αναφορές του Αιτητή. Ως προς το δεύτερο ισχυρισμό, ο λειτουργός κατέληξε ότι δε στοιχειοθετείται η εσωτερική και εξωτερική αξιοπιστία με αποτέλεσμα να απορριφθεί.

Ο αρμόδιος λειτουργός, αξιολογώντας την εξωτερική αξιοπιστία εντόπισε πληροφορίες σχετικά με επιχείρηση επίθεσης του νιγηριανού στρατού, η οποία διεξήχθη εναντίον των μελών του ESN τον Ιανουάριο του 2021 στην πόλη Orlu της πολιτείας Imo. Ωστόσο, ο λειτουργός κατέληξε ότι παρόλο που οι εξωτερικές πηγές φαίνεται να επιβεβαιώνουν εν μέρει τις δηλώσεις του αιτητή, δεδομένου ότι η εσωτερική αξιοπιστία του δεν στοιχειοθετείται, εκτιμάται ότι ούτε η εξωτερική αξιοπιστία του αιτητή στοιχειοθετείται.

Εν συνεχεία ο λειτουργός προέβη σε αξιολόγηση κινδύνου βάσει των αποδεδειγμένων ουσιωδών στοιχείων, ήτοι «Υπήκοος Νιγηρίας, περιοχή γέννησης Idumuseh της πολιτείας Δέλτα  και περιοχή προηγούμενης/τελευταίας διαμονής η πόλη Lagos». Σύμφωνα με την έρευνα του λειτουργού δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι η γενική κατάσταση ασφαλείας θα εξέθετε τον αιτητή σε προφανή κίνδυνο σε περίπτωση επιστροφής του στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του, ήτοι στην πόλη Lagos της Νιγηρίας. Διαπιστώνεται ότι δεν υπάρχει εύλογη πιθανότητα ότι, σε περίπτωση επιστροφής του αιτητή στη Νιγηρία, στην πόλη Lagos, θα αντιμετωπίσει μεταχείριση που θα μπορούσε να ισοδυναμεί με δίωξη ή σοβαρή βλάβη.

Κατάληξη

Εν προκειμένω, σημειώνεται ότι η ευπαίδευτη εκπρόσωπος του Γενικού Εισαγγελέα εισηγήθηκε μέσω του Γραπτού της Σημειώματος ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που θέτει ο περί Νομικής Αρωγής Νόμος για την παραχώρηση του ευεργετήματος της νομικής αρωγής στον Αιτητή. Στον Αιτητή μεταφράστηκε το σημείωμα του Γενικού Εισαγγελέα. Κατά την ακροαματική διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου στις 22/01/2024, ο αιτητής δήλωσε ότι η Υπηρεσία Ασύλου δεν διενήργησε την δέουσα έρευνα. Πιο συγκεκριμένα, δήλωσε ότι τον Ιανουάριο του 2021 διεξήχθη επίθεση του νιγηριανού στρατού εναντίον της ομάδας στην οποία ανήκει. Ανέφερε ότι η υπηρεσία Ασύλου αναφερόταν σε επίθεση που συνέβη στο Lagos εναντίον των μελών του ESN. Πρόσθεσε ότι τα λάθη που έγιναν κατά την συνέντευξή του ενώπιον του αρμόδιου λειτουργού της EUAA, οφείλονται στο μεγάλο διάστημα που επήλθε μέχρι την διενέργειά της. Κατά την ακροαματική διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου στις 16/11/2023, οι απαντήσεις του αιτητή στις ερωτήσεις που του τέθηκαν, ήταν γενικές και ελλιπείς. Παρόλο που του ζητήθηκε από το Δικαστήριο να περιγράψει τον ρόλο που είχε στην παραστρατιωτική ομάδα ESN, ανέφερε με γενικό τρόπο ότι ο ρόλος του ήταν “Security”, ότι διεξήγαγε έρευνα και ότι ήταν εναντίον του  νιγηριανού στρατού. Παρά τις διευκρινιστικές ερωτήσεις που έθεσε το Δικαστήριο στον Αιτητή, και λαμβάνοντας υπόψη και την αξιολόγηση των ισχυρισμών του Αιτητή από τη Διοίκηση, οι απαντήσεις του δεν έδειξαν οποιοδήποτε στοιχείο βιωματικότητας που θα επέτρεπε στο Δικαστήριο να καταλήξει ότι ο Αιτητής κατάφερε να αποδείξει ότι έχει πραγματική πιθανότητα επιτυχίας της προσφυγής.

Παρατηρώ συναφώς ότι ο Αιτητής, κατά την διεξαγωγή της συνέντευξής του ενώπιον του λειτουργού της EUAA, δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς πληροφορίες, ενώ οι ισχυρισμοί του  ήταν ασυνάρτητοι και απροσδιόριστοι με πλήρη απουσία του βιωματικού στοιχείου. Συγκεκριμένα, παρατηρώ ότι δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει με επαρκείς λεπτομέρειες τα κίνητρα που τον οδήγησαν ή τη διαδικασία που έπρεπε να ακολουθήσει για να ενταχθεί στην παραστρατιωτική ομάδα ESN. Ούτε μπόρεσε να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με τον ακριβή ρόλο του στο ESN. Επιπλέον, δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς λεπτομέρειες σχετικά με την εκπαίδευση που ισχυρίστηκε ότι παρακολούθησε ή το στρατόπεδο στο οποίο εκπαιδεύτηκε. Μολονότι του ζητήθηκε να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με τη διαδικασία που ακολούθησε για να ενταχθεί στο ESN, ο αιτητής δήλωσε χωρίς λεπτομερή τρόπο ότι δεν ακολούθησε κάποια διαδικασία και ότι εξέφρασε στον αρχηγό της ομάδας την πρόθεσή του να συμμετάσχει, εκείνος δέχτηκε και πήγε για στρατιωτική εκπαίδευση (βλ. ερ. 53 ).

Σχετικά με τη συμμετοχή του ιδίου του Αιτητή στο ESN, παρατηρώ ότι οι απαντήσεις που έδωσε στον αρμόδιο λειτουργό δεν ήταν επαρκείς ούτως ώστε να σχηματιστεί μια σαφή εικόνα για την ιεραρχία, τον ρόλο και τα καθήκοντα του Αιτητή στο ESN, αναφέροντας απλώς ότι συγκέντρωνε πληροφορίες για το πότε οι κυβερνητικές δυνάμεις ετοιμάζονται για επίθεση (βλ. ερ. 52 1Χ). Επιπλέον, δεν παρατηρείται ευλογοφάνεια στα λεγόμενά του αναφορικά με τον στρατόπεδο εκπαίδευσης. Ερωτηθείς να υποδείξει το συγκεκριμένο όνομα του στρατοπέδου και την ακριβή θέση, δήλωσε με ασαφή τρόπο ότι ήταν το στρατόπεδο πίσω από την  34η Ταξιαρχία (βλ. ερ. 53 ). Σε διευκρινιστική ερώτηση του λειτουργού για το πώς οι αυτονομιστές κατάφεραν να λάβουν εκπαίδευση δίπλα σε ένα νιγηριανό στρατόπεδο, ο αιτητής δήλωσε ότι το στρατόπεδο ήταν μυστικό και ότι ο στρατός δεν μπορούσε να συλλογιστεί ότι θα υπήρχε ένα στρατόπεδο αυτονομιστών κοντά στο δικό τους στρατόπεδο (βλ. ερ. 53 ). Ωστόσο, η απάντησή του είναι γενική και αόριστη χωρίς ευλογοφάνεια, καθώς είναι άξιο απορίας πώς κατάφεραν να εκπαιδευτούν δίπλα σε ένα νιγηριανό στρατόπεδο, χωρίς να γίνουν αντιληπτοί.

Επιπλέον, οι δηλώσεις του σχετικά με την επιχείρηση επίθεσης του νιγηριανού στρατού για την αναζήτηση μελών του ESN στο Orlu της Πολιτείας Imo στις 22 Ιανουαρίου 2021 στερούνται λεπτομέρειας. Δήλωσε με απροσδιόριστο τρόπο ότι εκείνη την ημέρα, ο στρατός καλούσε τα μέλη του ESN να παραδοθούν και ότι πυροβόλησαν και σκότωσαν έξω από το σπίτι του δύο συντρόφους του, ενώ ο ίδιος βρισκόταν μέσα στο σπίτι του και διέφυγε από το πίσω παράθυρο.

Επιπλέον, ως προς την προσωπική στόχευση του Αιτητή από το νιγηριανό στρατό λόγω του προσωπικού του συνδέσμου με το ESN, παρατηρώ ότι οι απαντήσεις του καθ’ όλη τη διάρκεια της προσωπικής συνέντευξης χαρακτηρίζονταν από αοριστία και ασάφεια, με πλήρη απουσία του βιωματικού στοιχείου. Δεν ήταν σε θέση να είναι συγκεκριμένος σχετικά με τις ενδείξεις που τον οδήγησαν να πιστεύει ότι τον αναζήτησε ο νιγηριανός στρατός, αναφέροντας απλώς ότι ενημερώθηκε από άνδρες του ESN ότι καταζητείται από το νιγηριανό στρατό ενώ κρυβόταν στη δημοκρατία του Benin. Όταν ζητήθηκε από τον αιτητή να εξηγήσει γιατί μετέβη στη δημοκρατία του Benin, δήλωσε με αόριστο τρόπο ότι, επειδή ήξερε ότι καταζητείται από το νιγηριανό στρατό, έπρεπε να διαφύγει για την ασφάλειά του στη Δημοκρατία του Benin (βλ. ερ. 50 ). Πρόσθεσε ότι αμέσως μετά τη στρατιωτική επίθεση στο Orlu στις 22 Ιανουαρίου 2021, έφυγε από εκεί για να πάει στη δημοκρατία του Benin και εκεί του γνωστοποιήθηκε απο τους συντρόφους του ότι το όνομά του εμφανιζόταν ως καταζητούμενος από τον στρατό (βλ. ερ. 50 ).

Τέλος, σημειώνεται η αδυναμία του Αιτητή να εξηγήσει τον τρόπο με τον οποίο εγκατέλειψε με νόμιμο τρόπο τη Νιγηρία από τη στιγμή που ισχυριζόταν ότι ήταν πρόσωπο ενδιαφέροντος για τις αρχές της χώρας καταγωγής του, αναφέροντας απλώς ότι όταν έφυγε απο τη Νιγηρία για να ταξιδέψει στην Κύπρο το όνομα του δεν ήταν ακόμη δημοσιευμένο (βλ. ερ. 48 2Χ). Ο ισχυρισμός αυτός έρχεται σε αντίθεση με όσα δήλωσε κατά την συνέντευξή του, ήτοι ότι μετά το περιστατικό της 22ας Ιανουαρίου 2021, έφυγε αμέσως και πήγε στην Δημοκρατία του Benin αναζητώντας άσυλο και ότι μετά από λίγες ημέρες το όνομά του συμπεριλήφθηκε στην λίστα καταζητουμένων. Πρόσθεσε δε, ότι είχε λάβει αυτή την πληροφορία ενώ βρισκόταν στην Δημοκρατία του Benin, στην οποία έμεινε για περίπου τρείς εβδομάδες (βλ. ερυ. 50 1Χ). Επιπλέον, ενώ ανέφερε ότι μετά το περιστατικό του Ιανουαρίου 2021, έφυγε αμέσως και πήγε στην Δημοκρατία του Benin, δήλωσε ωστόσο ότι έπειτα ο στρατός ήρθε στο σπίτι του  (στο Orlu) τέσσερις φορές για να τον αναζητήσει ενώ εκείνος βρισκόταν στο Orlu (βλ. ερυ. 50Χ). Αν και ρωτήθηκε επανειλημμένα να δώσει λεπτομέρειες σχετικά με τις υποτιθέμενες τέσσερις επισκέψεις του στρατού στο σπίτι του, ο αιτητής δήλωσε με γενικό και ασαφή τρόπο ότι οι γείτονές του τον ενημέρωσαν ότι οι στρατιωτικοί τον αναζήτησαν στο σπίτι του τέσσερις φορές. Ερωτηθείς γιατί οι στρατιωτικοί τον αναζήτησαν στο σπίτι του, δήλωσε γενικά ότι οι στρατιωτικοί γνώριζαν ότι ήταν πληροφοριοδότης του ESN (ερ 49 Ιχ, 48 3Χ). Ερωτηθείς πώς ο στρατός γνώριζε ότι ήταν πληροφοριοδότης του ESN, ο αιτητής δήλωσε με απροσδιόριστο τρόπο ότι οι στρατιωτικοί έχουν τη νοημοσύνη και ότι για να τον αναζητήσουν στο σπίτι του θα ήξεραν το όνομά του (βλ. ερ. 49 ).

Από τα όσα αναφέρει ο Αιτητής προκύπτει ότι πλήττεται η εσωτερική αξιοπιστία τον ισχυρισμών του λόγω των αντιφάσεων, της έλλειψης λεπτομέρειας και της μη ευλογοφάνειας Στην Υπόθεση Αρ. 626/2010 JAFAR KALASH ν. ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ κ.α., , ημερομηνίας 08/10/2013 επί της αξιοπιστίας του αιτητή λέχθηκαν τα ακόλουθα:

«΄Εχει νομολογηθεί ότι κρίση επί της αξιοπιστίας του αιτητή και έγκριση κωλύματος έγκρισης αίτησης για το λόγο αναξιοπιστίας ως προς τα προβαλλόμενα από τον αιτητή είναι επιτρεπτή (Amiri v. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων κ.α. (2009) 3 Α.Α.Δ. 358).  Όπως ορθώς υποδεικνύει η συνήγορος των καθ΄ ων η αίτηση, ο βασικός λόγος για τον οποίο δεν έγινε δεκτό το αίτημα του αιτητή ήταν το γεγονός της μη απόδειξης της αληθοφάνειας των βασικών ισχυρισμών του και του κλονισμού της αξιοπιστίας του λόγω ουσιωδών αντιφάσεων, ελλείψεων και αδυναμιών όπως εντοπίστηκαν στις συνεντεύξεις.  Αυτό είναι ένα εμπόδιο που ρητά αναγνωρίζεται ως κώλυμα στην έγκριση αιτήματος ασύλου, από τις πρόνοιες του ιδίου του Εγχειριδίου στο οποίο παραπέμπει τόσο ο αρμόδιος Λειτουργός στην εισήγησή του, όσο και η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων στην προσβαλλόμενη απόφασή της. Συγκεκριμένα το άρθρο 196 του Εγχειριδίου προβλέπει:

«Αλλά ακόμη και μια τόσο ανεξάρτητη έρευνα μπορεί να μην έχει πάντοτε επιτυχία και είναι μάλιστα ενδεχόμενο να υπάρχουν ισχυρισμοί ανεπίδεκτοι απόδειξης. Σε τέτοιες περιπτώσεις, αν η αφήγηση του αιτούντος φαίνεται αξιόπιστη, η περίπτωση του πρέπει, εκτός αν υπάρχουν σοβαροί λόγοι για το αντίθετο, να τύχει του ευεργετήματος της αμφιβολίας».

Και στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 197 του Εγχειριδίου:

«Η προϋπόθεση έτσι της τεκμηρίωσης δεν πρέπει να τηρείται με μεγάλη αυστηρότητα ενόψει της δυσχέρειας της απόδειξης που είναι εγγενής στην ειδική κατάσταση, στην οποία βρίσκεται ο αιτών το καθεστώς του πρόσφυγα.  Η ανοχή μιας τέτοιας πιθανής έλλειψης τεκμηρίωσης δεν σημαίνει πάντως ότι οι αθεμελίωτοι ισχυρισμοί πρέπει να εκλαμβάνονται κατ΄ ανάγκη ως αληθείς εάν είναι ανακόλουθοι προς τη συνολική αφήγηση του αιτούντος».

Ο αιτητής κρίθηκε αναξιόπιστος επειδή ακριβώς δεν μπόρεσε να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς του κατά τη συνέντευξη:  δεν κατάφερε να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς του σε αναφορά με τη θέση του ότι θα συλληφθεί από τις Συριακές αρχές λόγω της συμμετοχής του σε διαδήλωση στην πόλη Qamishli.  Τα σημεία αναξιοπιστίας του διαπιστώθηκαν τόσο κατά την εξέταση από το αρμόδιο Λειτουργό Ασύλου στη συνέντευξη ημερ. 3.3.2009, όσο και κατά τη δευτεροβάθμια εξέταση του αιτήματος με αποτέλεσμα να πλήττουν σοβαρά την αξιοπιστία του αιτητή στον πυρήνα του αιτήματός του  και δικαιολογημένα εγείρει κώλυμα έγκρισης της αίτησης (Mohammad Amiri v. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων κ.α. (2009) 3 Α.Α.Δ. 358).»

 (Βλέπε επίσης Υπόθεση Αρ. 1673/2010 EDWARD ESKANDAZ v ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ 1. ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ, ΚΑΙ 2. ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ημερομηνίας 04/07/2013)

Επιπρόσθετα με βάση το Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες §204 καταγράφεται ότι:

«Το ευεργέτημα της αμφιβολίας πρέπει όμως να δίνεται μόνον όταν έχουν προσκομισθεί και εξετασθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντος. Οι ισχυρισμοί του αιτούντος πρέπει να παρουσιάζουν συνοχή και αληθοφάνεια και να μην έρχονται σε αντίφαση με γεγονότα που είναι γενικά γνωστά σε όλους.»

Στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», αναφέρεται στην σελίδα 98, παράγραφος 4.5.3 ότι σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να γίνεται μια αντικειμενική και ισορροπημένη στάθμιση του κατά πόσον οι ισχυρισμοί του αιτητή αντικατοπτρίζουν αυτό που θα ήταν εύλογα αναμενόμενο από κάποιον με τις περιστάσεις του ο οποίος εκφράζει δια τούτων μια αληθινή προσωπική εμπειρία («Σε κάθε περίπτωση, απαιτείται ισορροπημένη και αντικειμενική αξιολόγηση του αν η αφήγηση του αιτούντος αντικατοπτρίζει την αφήγηση που αναμένεται από ένα πρόσωπο στην κατάσταση του αιτούντος το οποίο αφηγείται μια πραγματική προσωπική εμπειρία.»). Περαιτέρω, στην προηγούμενη σελίδα του εγχειριδίου, αναφέρεται ότι είναι γενικά εύλογο να αναμένεται ότι αίτημα θα πρέπει να παρουσιάζεται τεκμηριωμένα και με επαρκείς λεπτομέρειες αλλιώς οι ελλείψεις αυτές στις λεπτομέρειες μπορεί να συνιστούν έλλειψη σχετικών στοιχείων («Η μη επαρκής παροχή λεπτομερειών μπορεί επίσης να ισοδυναμεί με αυτό που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 5 στοιχείο β) της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση) ως έλλειψη «λυσιτελών στοιχείων»»).

Όπως προκύπτει από τα σχετικά έγγραφα της συνέντευξης του Αιτητή, ο λειτουργός έλαβε υπόψη τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά τα οποία όμως δεν έγιναν αποδεκτά (αξιολόγηση της αξιοπιστίας) και βάση αυτών έκριναν στην συνέχεια ότι δεν υπάρχει πιθανότητα ο Αιτητής  να υποβληθεί σε μεταχείριση που συνιστά δίωξη ή σοβαρή βλάβη (εκτίμηση κινδύνου). Ο βασικός λόγος για τον οποίο δεν έγινε δεκτό το αίτημα του περί δίωξης του ήταν το γεγονός της μη απόδειξης της αληθοφάνειας των βασικών ισχυρισμών του και του κλονισμού της αξιοπιστίας του, λόγω ουσιωδών αντιφάσεων, ελλείψεων και αδυναμιών οι οποίες εντοπίστηκαν στην συνέντευξη που έδωσε. Αυτό δε το εμπόδιο αναγνωρίζεται ρητά ως ένα από τα κωλύματα στην έγκριση αιτήματος ασύλου, από τις πρόνοιες του Εγχειριδίου (Βλ.  απόφαση Ανωτάτου Δικαστηρίου EDWARD ESKANDAZ ν. ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ κ.α., Υπόθεση Αρ. 1673/2010, 4/7/2013).

Από το σύνολο των πιο πάνω δεδομένων και κατά την εκ πρώτης όψεως εκτίμηση τους, διαπιστώνω πως ο αρμόδιος λειτουργός κατά την εξέταση της διοικητικής προσφυγής του Αιτητή ορθώς εντόπισε και εξέτασε όλους τους ισχυρισμούς του Αιτητή, στο μέτρο που αυτοί θα ήταν κρίσιμοι για την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας και προέβη εν συνεχεία, σε ορθή εκ πρώτης όψεως αξιολόγηση αυτών. Ειδικότερα, ο αρμόδιος λειτουργός φαίνεται εκ πρώτης όψεως να κατέληξε σε ορθά συμπεράσματα επί της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του Αιτητή, οι οποίοι για τους λόγους που αναλύθηκαν στην Εισηγητική Έκθεση και καταγράφηκαν και ανωτέρω, απορρίφθηκαν ως εσωτερικά αναξιόπιστοι. Πέραν των όσων αναλυτικά εκτίθενται στην Εισηγητική Έκθεση, η οποία αποτέλεσε την αιτιολογική βάση της επίδικης απόφασης, παρατηρώ ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να θεμελιώσει τους ισχυρισμούς του, τόσο ως προς τους λόγους που εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ούτε ως προς τον φόβο του σε περίπτωση επιστροφής του.

Ούτε διακρίνω πλημμέλειες στην ανάλυση του μελλοντικού κινδύνου δίωξης ή σοβαρής βλάβης του Αιτητή στον οποίον ενδέχεται να εκτεθεί σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής του. Τουναντίον, διαπιστώνω πως ο λειτουργός EUAA κατά το στάδιο της αξιολόγησης του μελλοντικού κινδύνου δίωξης ή σοβαρής βλάβης εξέτασε επαρκώς τα ουσιώδη εκείνα αποδεκτά στοιχεία του προφίλ του Αιτητή, από τα οποία ενδεχομένως ο Αιτητής να κινδύνευε κατά την επιστροφή του στην χώρα καταγωγής του να υποστεί δίωξη ή σοβαρή βλάβη, και σε συνάρτηση με επικαιροποιημένες πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, το περιεχόμενο των οποίων έχω μελετήσει, ορθώς κατέληξε ότι τέτοιος κίνδυνος δεν συντρέχει. Ομοίως, προέβη σε ορθή εκ πρώτης όψεως κατάληξη επί της μη υπαγωγής του Αιτητή σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, αναλύοντας εκτενώς και σε συνάρτηση με πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης το ενδεχόμενο υπαγωγής αυτού  στις πρόνοιες του άρθρου 19 του Περί Προσφύγων Νόμου.

Ο Αιτητής έχει το βάρος να καταδείξει ότι έχει πραγματικές πιθανότητες να εκδοθεί δικαστική απόφαση υπέρ του και χωρίς να αποφασίζεται οριστικά το αποτέλεσμα της προσφυγής που πιθανόν να καταχωρίσει ο Αιτητής (Αποφάσεις στην Αίτηση Νομικής Αρωγής  Αρ. 1/2009, Tamaga Durja Man v. Δημοκρατίας, ημερ.  15/7/2009, και στη  Αίτηση  Νομικής Αρωγής  Αρ. 10/12, Nacira Baghour και Maged Ahmad Odeh, ημερ. 28/3/2012).Ως εκ τούτου, κρίνω ότι δεν υπάρχουν εκ πρώτης όψεως πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας της προσφυγής που έχει καταχωρίσει ο Αιτητής, καθώς δεν προκύπτουν διαδικαστικά θέματα και σημεία που δεν διερευνήθηκαν δεόντως, ο δε λειτουργός εξέτασε δεόντως τους ισχυρισμούς αυτού και της οικογένειάς του τόσο κατά τη διάρκεια διεξαγωγής της συνέντευξης όσο και κατά την εισήγηση. Εξετάζοντας την συνέντευξη που διεξήχθη, την εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού, όλο το υλικό που περιέχεται στον φάκελο της Υπηρεσίας Ασύλου και γενικότερα όλο το υλικό το οποίο είναι ενώπιον μου, κρίνω ότι η Υπηρεσία Ασύλου προέβη σε επαρκή έρευνα όλων των ουσιωδών στοιχείων.

Από τα παραπάνω φαίνεται εκ πρώτης όψεως ότι δεν υφίσταται δικαιολογημένος φόβος δίωξης κατά την έννοια των διατάξεων της Σύμβασης της Γενεύης όσο και των διατάξεων του άρθρου 3 του Περί Προσφύγων Νόμου 2000 (6(I)/2000) για κάποιο από τους περιοριστικά αναγραφόμενους στη Σύμβαση της Γενεύης λόγους για χορήγηση προσφυγικού καθεστώτος. Ούτε περαιτέρω φαίνεται να τεκμηριώνονται τέτοιοι ισχυρισμοί, οι οποίοι να δικαιολογούν την υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας. 

Με βάση λοιπόν το σύνολο των στοιχείων που τέθηκε ενώπιον μου, όπως τα έχω αναφέρει και πιο πάνω, καταλήγω - στο βαθμό που απαιτείται στην παρούσα, η οποία δεν απαιτεί εις βάθος εξέταση της ουσίας της αιτήσεως διεθνούς προστασίας - ότι το αίτημα του Αιτητή για παροχή διεθνούς προστασίας εξετάστηκε επιμελώς και ερευνήθηκε δεόντως από την Υπηρεσία Ασύλου.  Για τους λόγους που έχουν εκτεθεί καταλήγω ότι, βάσει των προνοιών της σχετικής νομοθεσίας, και λαμβανομένων υπόψη των ενώπιον μου στοιχείων, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι η προσφυγή εναντίον της επίδικης απόφασης έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας. Με δεδομένο τούτο παρέλκει η εξέταση της παρούσας στην βάση της οικονομικής δυνατότητας του Αιτητή να ανταπεξέλθει στα έξοδα της προσφυγής που προτίθεται να καταχωρήσει. 

Ο Αιτητής διατηρεί βεβαίως κάθε δικαίωμα του να καταχωρήσει προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας κατά της απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, με δικά του έξοδα, παρά την απόρριψη της παρούσας καθότι το αποτέλεσμα της παρούσας ουδόλως προδικάζει την έκβαση πιθανής  προσφυγής που ήθελε καταχωρήσει.

Με δεδομένη τη μη ικανοποίηση αυτής της απαραίτητης εκ του Νόμου προϋπόθεσης, η αίτηση αναπόφευκτα απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

Τα έξοδα των μεταφραστών να καταβληθούν από τη Δημοκρατία.

 

Κ. Δ. Κατσαρίδης, Δ.Δ.Δ.Δ.Π

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο