ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

Υπόθεση Αρ.: 2746/23

 

14 Φεβρουαρίου, 2024

 

[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

U.E.I.

Αιτητoύ

 

και

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ' ων η αίτηση

 .........

 

Μ. Ρενέ για Νίκος Α. Λοΐζου και Χρίστος Γ. Χριστούδιας (κ.), Δικηγόρος για τον Αιτητή

 

M. Σουρουλλά (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή αιτείται την έκδοση απόφασης από το παρόν Δικαστήριο με την οποία να κηρύσσεται άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 28.6.2023 με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για διεθνή προστασία, καθώς κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2022 (στο εξής: ο περί Προσφύγων Νόμος).

Γεγονότα

1.             Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως: Ο Αιτητής κατάγεται από τη Νιγηρία. Εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του στις 12.9.2021 και στη συνέχεια εισήλθε παράνομα στη Δημοκρατία. Περί τις 14.10.2021, υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας. Στις 24.6.2023 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, ο οποίος υπέβαλε Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου(στο εξής: Προϊστάμενος) για απόρριψη της αίτησης του Αιτητή. Η Εισήγηση εγκρίθηκε από τον Προϊστάμενο στις 28.6.2023. Η εν λόγω απορριπτική απόφαση, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 17.7.2023, αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

 

Νομικοί Ισχυρισμοί

2.                Ο Αιτητής προβάλλει για πρώτη φορά στο πλαίσιο των γεγονότων του εισαγωγικού δικογράφου της διαδικασίας ισχυρισμό περί κινδύνου κατά της ζωής του στη χώρα καταγωγής του εξαιτίας πολιτικών, θρησκευτικών, κοινωνικών και οικονομικών λόγων. Επιπροσθέτως, καταγράφει σε αυτό ότι απειλείται η ζωή του από τους θείους του, οι οποίοι θέλουν να οικειοποιηθούν την περιουσία του πατέρα του και οποίοι για παρόμοιο λόγο σκότωσαν τη μητέρα του.

 

3.                Κατά την ακροαματική διαδικασία της παρούσας προσφυγής, ο Αιτητής δήλωσε ότι προωθεί ως λόγο προσφυγής την έλλειψη δέουσας έρευνας και ότι ο ισχυρισμός του περί δίωξής του από τους θείους του δεν εξετάστηκε δεόντως.

 

4.                Από την πλευρά τους οι Καθ' ων η αίτηση, υπεραμύνονται της επίδικης απόφασης προβάλλοντας κατά την προφορική τους αγόρευση ότι η χώρα καταγωγής του Αιτητή ανήκει στις ασφαλείς χώρες ιθαγένειας σύμφωνα με το Διάταγμα του Υπουργού Εσωτερικών ημερομηνίας 26.5.2023 (ΚΔΠ 166/2023). Υποβάλλουν τέλος ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή περί κτηματικών διαφορών και κινδύνου ζωής από τους θείους του προβάλλονται κατά τρόπο μη αξιόπιστο καθώς δεν μπορούσε να προσδιορίσει χρονικά τα κρίσιμα γεγονότα που αυτός επικαλείται. Σημείωσαν δε ότι η τελευταία επίθεση που επικαλείται ο Αιτητής έλαβε χώρα το 2018, ενώ αυτός εγκατέλειψε τη χώρα του τρία χρόνια αργότερα, ήτοι το 2021.

 

Το νομικό πλαίσιο

5.                Ο Κανονισμός 2 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έχει ως ακολούθως:

«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικοί Κανονισμοί (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας  από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ΄ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».

 

6.                Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 και 2020 (στο εξής: o περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.

 

7.                Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα.

 

8.                Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις αναγνώρισης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας.

 

Κατάληξη

9.                Ως προς λόγους προσφυγής που προωθεί ο Αιτητής, είναι κρίσιμο και απαραίτητο να καταστεί αντιληπτό ότι η δικαιοδοσία του παρόντος δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής των λόγων προσφυγής. Ειδικότερα, το παρόν Δικαστήριο ως Δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιον του εξ υπαρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει και την ουσιαστική ορθότητα της επίδικης πράξεως (στο πλαίσιο που καθορίζουν οι ισχυρισμοί του εκάστοτε Αιτητή). Ο Αιτητής αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν της υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Η έκταση του ελέγχου που ασκεί το παρόν Δικαστήριο επί της επίδικης απόφασης και η εξουσία να τροποποιήσει αυτήν, καθιστά αλυσιτελή την προβολή υποπεριπτώσεων λόγων προσφυγής π.χ. έλλειψη δέουσας έρευνας, ορισμένες διαδικαστικές πλημμέλειες κατά την έκδοση της επίδικης πράξης. Εν προκειμένω, ο Αιτητής εκπροσωπούμενος και δια συνηγόρου, έχει την ευκαιρία να εκθέσει τους ισχυρισμούς του και να λάβει όλα τα δέοντα δικονομικά μέσα προς τεκμηρίωσή τους. Συνεπώς, οι εν λόγω ισχυρισμοί εγείρονται αλυσιτελώς, στην παρούσα υπόθεση, καθώς ο Αιτητής δεν προβάλλει ειδικούς και τεκμηριωμένους ισχυρισμούς που εν δυνάμει να δικαιολογούν την υπαγωγή του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας [Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου, Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552].

 

10.             Παρατηρώ δε, ότι παρά την περί αντιθέτου τοποθέτηση του Αιτητή στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, τα ερωτήματα που του υποβλήθηκαν ήταν επαρκή και ανοικτής φύσεως και είχε τη δυνατότητα να εκθέσει και να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς του. Επίσης παρατηρώ ότι ο Αιτητής έθεσε την υπογραφή του σε κάθε σελίδα του πρακτικού της συνέντευξης και στο τέλος αυτού, πιστοποιώντας ότι έλαβε γνώση του περιεχομένου των ερωτήσεων και απαντήσεων κατά της διάρκεια της συνέντευξης και επιβεβαιώνοντας ότι τα καταγεγραμμένα αντικατοπτρίζουν επακριβώς τα λεχθέντα.

 

11.             Αποτελεί δε βασική νομολογιακή αρχή ότι η έκταση της έρευνας, ο τρόπος και η διαδικασία που θα ακολουθηθεί ποικίλλει ανάλογα με το υπό εξέταση ζήτημα, ανάγεται δε στην διακριτική ευχέρεια της Διοίκησης (Βλ. Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 503, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου (1997) 3 Α.Α.Δ. 270, Α.Ε. Aρ.: 3017, Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, ημερ. 5.6.2002, (2002) 3 ΑΑΔ 345).

 

12.             Η γενική αυτή νομολογιακή αρχή θα πρέπει να εξεταστεί εν προκειμένω υπό το φως του ειδικού δικαίου που διέπει τη διαδικασία εξέτασης μίας αιτήσεως ασύλου και των αρχών που θεσπίζει τόσο η εθνική όσο και η ενωσιακή νομοθεσία. Συναφές εν προκειμένω είναι το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου και ειδικότερα τα εδάφια (2) και (3) αυτού. Από τις εν λόγω διατάξεις απορρέει καταρχάς η υποχρέωση του Αιτητή να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προς τεκμηρίωση της αίτησης ασύλου του. Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Βλ. ενδεικτικώς, Υπόθ. Αρ. 1721/2011, Ηοοman & Mahiab Khanbabaie vAναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 30.6.2016, ECLI:CY:AD:2016:D320αποτελεί υποχρέωση του αιτητή ασύλου να επικαλεστεί έστω και χωρίς να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που του προκαλούν κατά τρόπο αντικειμενικώς αιτιολογημένο, φόβο δίωξης στη χώρα του για έναν από τους λόγους που αναφέρει το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου (Βλ. επίσης νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, αποφάσεις αρ. 1093/2008, 817/2009 και 459/2010). Εν συνεχεία ωστόσο, λόγω ακριβώς της δυσχέρειας των αιτητών ασύλου να τεκμηριώσουν με συγκεκριμένα στοιχεία την αίτησή τους, γεννάται υποχρέωση της διοίκησης να συνδράμει τον Αιτητή σε αυτήν την προσπάθεια προβολής και τεκμηρίωσης των ισχυρισμών του (Βλ. Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων της Υπάτης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών παρ. 195 επ., Βλ. επίσης αναφορικά με την ενεργό συνεργασία Απόφαση του ΔΕΕ της 22ας Νοεμβρίου 2012, Υπόθεση C‑277/11, M. M., ECLI:EU:C:2012:744, σκέψεις 63 εώς 68).

 

13.             Προχωρώντας στην εξέταση της ουσίας των ισχυρισμών του Αιτητή, επισημαίνονται συναφώς τα ακόλουθα: ο Αιτητής στο έντυπο της αίτησής του για άσυλο καταγράφει στο πεδίο καταγραφής των λόγων εγκατάλειψης της χώρας του ότι ο πατέρας του απεβίωσε το 2000 και ότι έκτοτε απειλείται, ως ο μόνος υιός, από τους θείους του από την πατρική πλευρά καθώς αυτοί διεκδικούν την περιουσία τους. Οι θείοι αυτοί απειλούσαν ότι θα σκοτώσουν τον ίδιο και τη μητέρα του. Τα εν λόγω πρόσωπα τους επιτίθεντο σωματικά και την μια φορά στις 10 το βράδυ τον μαχαίρωσαν στο στομάχι και μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο όπου και παράμεινε για μερικές εβδομάδες. Λόγο αργότερα σκότωσαν τη μητέρα του ενώ κυνηγούν και τον ίδιο.   

14.             Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξης, ως προς τα προσωπικά του στοιχεία ο Αιτητής δήλωσε ότι είναι υπήκοος Νιγηρίας. Ως τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής του δήλωσε το την περιοχή ΝΝewi της πολιτείας Anambra. Ολοκλήρωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και εργαζόταν σε μια φάρμα. Ο πατέρας και η μητέρα του απεβίωσαν το 2000 και το 2017, αντίστοιχα. Ερωτηθείς αναφορικά με τους λόγους που εγκατέλειψε τη χώρα του, επανέλαβε το αφήγημα της καταγραφής του. Στο πλαίσιο των διερευνητικών ερωτήσεων που του υποβλήθηκαν, ο Αιτητής δήλωσε ότι οι θείοι του έστειλαν ανθρώπους να τους βλάψουν περισσότερες από δύο φορές, ορίζοντας ότι ήρθαν τελευταία φορά το 2018 ενώ για πρώτη φορά το 2015.  Ο Αιητής δήλωσε ότι κατήγγειλε τα συμβάντα στην αστυνομία, η οποία αποκρίθηκε ότι πρόκειται περί οικογενειακών ζητημάτων, διατυπώνοντας τη θέση ότι οι αρχές της Νιγηρίας δε λειτουργούν καλά. Ερωτηθείς ως προς τις περιστάσεις θανάτου της μητέρας του, ο Αιτητής δήλωσε ότι το 2018 μία ομάδα από τέσσερα αγόρια τους επιτέθηκαν και μαχαίρωσαν τη μητέρα του. Ερωτηθείς ως προς τους λόγους που αυτός εγκατέλειψε τη χώρα τρία χρόνια αργότερα, δήλωσε ότι βρισκόταν στο νοσοκομείο, ενώ ερωτευθείς για το χρονικό διάστημα που παρέμεινε εκεί αποκρίθηκε ότι ανάρρωνε για τρεις μήνες. Του ζητήθηκε εξάλλου να εξηγήσει τη αντίφαση στη χρονολογία του θανάτου της μητέρας του, καθώς αρχικώς ανέφερε ότι απεβίωσε το 2017, απαντώντας ότι πρόκειται περί λάθους. Τέλος, ο Αιτητής επιβεβαίωσε ότι δεν συντρέχουν άλλοι λόγοι για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα του.     

 

15.             Αξιολογώντας τις πιο πάνω δηλώσεις του Αιτητή, οι Καθ' ων η αίτηση σχημάτισαν δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς. ο μεν πρώτος αναφορικά με τη ταυτότητα του Αιτητή, τη χώρα καταγωγής και τα προσωπικά στοιχεία και ο δε δεύτερος αναφορικά με τον κατ' ισχυρισμόν φόβο δίωξής του από τους θείους του λόγω της κτηματικής περιουσίας του πατέρα του, τον οποίο σκότωσαν οι θείοι του. Ο πρώτος ισχυρισμός του Αιτητή έγινε αποδεκτός, καθώς οι πληροφορίες που έδωσε ο Αιτητής ήταν συνεκτικές και βρίσκονταν σε συνάρτηση με εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.

 

16.             Αντίθετα ο δεύτερος ισχυρισμός του κρίθηκε ως μη αξιόπιστος. Συγκεκριμένα, οι Καθ' ων η αίτηση έκριναν ότι οι απαντήσεις του Αιτητή ήταν αόριστες αποτυγχάνοντας να παρέχει ουσιαστικές πληροφορίες αναφορικά με το ότι οι θείοι του τον κυνήγησαν μετά τον θάνατο του πατέρα του, ακόμα και όταν του ζητήθηκε να διασαφηνίσει τον πιο πάνω ισχυρισμό του. Οι Καθ’ ων η αίτηση σημείωσαν, μεταξύ άλλων, την έλλειψη λεπτομερειών στην αναφορά των δύο περιπτώσεων όπου αυτός και η μητέρα του δέχτηκαν επίθεση. Επίσης, σημείωσαν τη χρονική αντίφαση ως προς τη χρονολογία θανάτου της μητέρας του (αρχικώς δήλωσε 2017 και στη συνέχεια 2018). Εξάλλου, οι Καθ’ ων η αίτηση σχολίασαν τη μεγάλη χρονική απόσταση των δύο περιστατικών στα οποία αναφέρθηκε ο Αιτητής. Ως μη ευλογοφανή και αντιφατική χαρακτήρισαν την αναφορά του Αιτητή ότι αυτός εξακολουθούσε να παραμένει στη χώρα τρία χρόνια μετά την τελευταία επίθεση, με τον τελευταίο να αιτιολογεί το γεγονός με τη δήλωση ότι βρισκόταν στο νοσοκομείο επί τρεις μήνες. Δεδομένης της υποκειμενικής φύσεως των περιστατικών δεν εξετάστηκε οτιδήποτε πέραν της εσωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεών του και ο ισχυρισμός απορρίφθηκε ως αναξιόπιστος λόγω ελλιπούς εσωτερικής και εξωτερικής αξιοπιστίας.

 

17.             Με βάση το μόνο αποδεκτό ισχυρισμό του Αιτητή, οι Καθ' ων η αίτηση, αξιολογώντας την κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί στη χώρα καταγωγής του Αιτητή, έκριναν ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας. Οι Καθ' ων οι αίτηση αξιολόγησαν και την κατάσταση που επικρατεί στον τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής του Αιτητή, ήτοι την πολιτεία Anambra, προκειμένου να διερευνηθεί εάν ο Αιτητής μπορεί να υπαχθεί στις πρόνοιες περί συμπληρωματικής προστασίας. Με βάση τις πληροφορίες που παρατέθηκαν, κατέληξαν ότι δεν προκύπτει δικαιολογημένος φόβος δίωξης του Αιτητή δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης αυτού δυνάμει του άρθρου 19(2) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

18.             Στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, ο Αιτητής δεν προέβαλε οποιοδήποτε νέο, ειδικό και τεκμηριωμένο ισχυρισμό συναφή με τον πυρήνα του αιτήματός του για διεθνή προστασία. Οφείλεται εξάλλου να επισημανθεί ότι από την προφορική αγόρευση του Αιτητή απουσιάζει η υπαγωγή των πραγματικών περιστάσεων της υπόθεσης του Αιτητή στα άρθρα 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου. Αφ' ης στιγμής, όπως εξηγείται, το παρόν δικαστήριο εξετάζει την αίτηση του Αιτητή εξ υπαρχής, η εν λόγω ανάλυση θα έπρεπε να αποτελεί την πεμπτουσία της γραπτής αγόρευσης του Αιτητή, γεγονός που δεν παρατηρείται εν προκειμένω. Εκτός από τους ισχυρισμούς του περί απειλών από τους θείους του ότι θα τον κυνηγήσουν λόγω των εδαφικών διαφορών που έχουν, και τους οποίους δεν κατάφερε να τεκμηριώσει,  οι οψιγενείς ισχυρισμοί, οι οποίοι προβλήθηκαν με το εισαγωγικό δικόγραφο της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, ότι θα βρεθεί αντιμέτωπος με κίνδυνο ζωής εξαιτίας πολιτικών, εθνικών, κοινωνικών και οικονομικών προβλημάτων, παρατηρώ ότι προβάλλονται με γενικότητα και ασάφεια, χωρίς να αναλύονται πόσο μάλλον να τεκμηριώνονται. Όπως δε είναι παγίως νομολογημένο, οι αγορεύσεις δεν αποτελούν μέσο για τη θεμελίωση γεγονότων [Βλ. Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Ελισσαίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (2004) 3 Α.Α.Δ. 412 και Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 384]. Οι γενικές μάλιστα αυτές αναφορές εάν ήθελαν ληφθούν υπόψιν θίγουν παρά ενισχύουν την αξιοπιστία του Αιτητή εκ της γενικότητας και της απόκλισής τους από τις αρχικές δηλώσεις του Αιτητή.

 

19.             Προχωρώντας στην de novo και ex nunc εξέταση των ενώπιόν μου δεδομένων, όπως υπαγορεύουν τα εδάφια (3) και (4) του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου, με βάση τα ενώπιόν μου δεδομένα, αρχικά συντάσσομαι με το εύρημα των Καθ’ ων η αίτηση περί αξιοπιστίας του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού.

 

20.             Όσον αφορά στο δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, περί του φόβου δίωξης του από τους θείους του εξαιτίας της κτηματικής περιουσίας του πατέρα του τον οποίο σκότωσαν οι θείοι του, συντάσσομαι επίσης με τα ευρήματα αναξιοπιστίας αυτού. Επιπροσθέτως, επισημαίνονται τα πιο κάτω: ανατρέχοντας στο πρακτικό της συνέντευξης αλλά και στην Έκθεση/Εισήγηση των Καθ' ων η αίτηση, διαπιστώνω ότι ορθά οι Καθ’ ων η αίτηση έκριναν ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να τεκμηριώσει τον πιο πάνω ισχυρισμό του. Η αφήγηση του Αιτητή, οι απαντήσεις στα ερωτήματα και οι απαντήσεις του ακόμα και στα διευκρινιστικά ερωτήματα που του τέθηκαν ήταν αόριστες, γενικές, σύντομες και χωρίς καθόλου περιγραφικότητα και βιωματικότητα. Ειδικότερα,  παρατηρείται ότι δόθηκαν αρκετές ευκαιρίες στον Αιτητή να απαντήσει με περισσότερες λεπτομέρειες για τον φόβο του από την ισχυριζόμενη δίωξη από τους θείους του και σε όλες τις περιπτώσεις οι απαντήσεις του παρέμειναν γενικές. Καμία ειδική αναφορά δεν γίνεται στις κατ΄ισχυρισμό επιθέσεις που δέχτηκε ο ίδιος και η μητέρα του. Επιπλέον, ο Αιτητής αναφέρθηκε σε επίθεση που δέχτηκαν από τέσσερα αγόρια, χωρίς να εξηγείται πώς προκύπτει κατά τρόπο αντικειμενικό η σύνδεση των εν λόγω προσώπων με τους θείους του. Η μικρή απόκλιση στη χρονολογία θανάτου της μητέρας του από την αρχική του δήλωση δεν κρίνεται, εν προκειμένω,  καταλυτικής σημασίας για την αρνητική αξιολόγηση της αξιοπιστίας του. Σημαντικό εξάλλου δεδομένο, το οποίο σχολιάζουν και οι Καθ’ ων η αίτηση αποτελεί το γεγονός ότι ο Αιτητής παρέμεινε για διάστημα πέραν των τριών ετών στη χώρα του χωρίς οτιδήποτε να συμβεί στον ίδιο και χωρίς να αναφέρετε σε οποιοδήποτε άλλο περιστατικό που να παραπέμπει σε προσωπική δίωξή του, γεγονός που θίγει την περαιτέρω, την αξιοπιστία του ως προς την υφιστάμενη δίωξής του από τους θείους του.  

 

21.             Προχωρώντας στην αξιολόγηση του κινδύνου που διατρέχει ο Αιτητής, στη βάση του πρώτου και μόνου αποδεκτού ουσιώδους ισχυρισμού, ήτοι την ταυτότητα, τη χώρα καταγωγής και τα προσωπικά στοιχεία προφίλ του Αιτητή, επισημαίνεται ότι αυτός είναι υγιής, άρρεν, νεαρός και μονήρης, Συμπερασματικά, από τους ισχυρισμούς του Αιτητή δεν προκύπτουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη για κάποιο λόγο που απορρέει από το προφίλ του.

 

22.             Ως εκ τούτου, έχοντας ενώπιόν μου τον διοικητικό φάκελο κρίνω ότι  δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα, καθώς δεν προβλήθηκε ισχυρισμός και κατ΄ επέκταση δεν τεκμηριώθηκε η συνδρομή βάσιμου φόβου δίωξης για κάποιον από τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου.

 

23.             Ούτε επίσης τεκμηριώνεται υπαγωγή του στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), καθώς ο Αιτητής δεν επικαλείται, πέραν των οψιγενών ισχυρισμών τους οποίους προέβαλε στο πλαίσιο του εισαγωγικού δικογράφου της παρούσας, αλλά και από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει ότι εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη. 

 

24.             Υπενθυμίζεται, τέλος, το Διάταγμα του Υπουργού Εσωτερικών ημερομηνίας 26.5.2023 (Κ.Δ.Π. 166/2023) δυνάμει του οποίου η χώρα καταγωγής του Αιτητού ορίζεται ως ασφαλής τρίτη χώρα, χωρίς εν προκειμένω ο τελευταίος να έχει προβάλει οποιουσδήποτε ισχυρισμούς/στοιχεία που αφορούν προσωπικά στον ίδιο και οι οποίοι να ανατρέπουν το τεκμήριο περί ασφαλούς τρίτης χώρας.

 

25.             Όλως επικουρικώς και παρά το εύρημα περί αναξιοπιστίας του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού του Αιτητή, καθώς αυτός κατάγεται από ασφαλή χώρα ιθαγένειας  και εφόσον οι κατ' ισχυρισμό φορείς δίωξής του είναι ιδιώτες, θα μπορούσε ο Αιτητής, λαμβάνοντας υπόψη και το προφίλ του ως νέος, υγιής, μονήρης, απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης με επαγγελματική πείρα, θα μπορούσε να εγκατασταθεί σε μια άλλη πολιτεία μακριά από τους κατ' ισχυρισμό διώκτες του. Σημειώνεται ότι η Νιγηρία αριθμεί περί 225 εκατομμύρια κατοίκους[1]. Περαιτέρω, ο Αιτητής, καταγόμενος από τη Νιγηρία, εάν ήθελε προκύψει οποιοσδήποτε κίνδυνος για τον Αιτητή από οποιοδήποτε μη κρατικό φορέα δίωξης αυτός θα μπορούσε να ζητήσει τη συνδρομή των αρχών της χώρας καταγωγής του, η οποία συγκαταλέγεται στις ασφαλείς χώρες ιθαγένειας και συνεπώς υφίσταται ανάλογο τεκμήριο ικανότητας των αρμοδίων κρατικών αρχών να τον συνδράμουν. Υπενθυμίζεται σχετικώς, ότι η διεθνής προστασία αποτελεί προστασία δευτερεύουσα εκείνης της χώρας καταγωγής[2].

 

26.             Σημειώνεται επικουρικώς ότι ο συνήθης τόπος διαμονής του Αιτητή βρίσκεται στην πολιτεία Αnambra. Κατόπιν αναζήτησης στη βάση δεδομένων ACLED προέκυψε ότι στη διάρκεια ενός έτους και συγκεκριμένα το διάστημα από τις 9.2.2023 έως τις 9.2.2024 στην εν λόγω πολιτεία καταγράφηκαν 90 περιστατικά ασφαλείας τα οποία οδήγησαν σε 123 απώλειες. Εξ αυτών των περιστατικών 42 καταχωρήθηκαν ως «μάχες» (“battles”) και οδήγησαν σε 74 απώλειες, 34 ως «βία κατά πολιτών» και οδήγησαν σε 15 απώλειες («violence against civilians»), 12 ως «αναταραχές» και οδήγησαν σε 14 απώλειες (“riots”), 2 ως «έκρηξη ή απομακρυσμένη βία» χωρίς απώλειες (“explosions/remote violence”)[3][4]. Προσθέτω δε, πως ο πληθυσμός της συγκεκριμένης πολιτείας ανέρχεται σε περί τα 6.000.000 κατοίκους[5]. Με αυτά τα αριθμητικά δεδομένα σε συνάρτηση με το γενικότερο χαρακτηρισμό της χώρας ιθαγένειας του Αιτητή ως ασφαλούς και τις προσωπικές του περιστάσεις, δεν ανατρέπεται το τεκμήριο περί ασφαλούς χώρας ιθαγένειας. Κατ΄επέκταση επιβεβαιώνεται η μη δυνατότητα υπαγωγής του σε  καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άθρου 19(2)(γ).

 

27.             Υπό το φως της ανωτέρω ανάλυσης, οποιαδήποτε περαιτέρω εξέταση των ισχυρισμών του Αιτητή καθίσταται αλυσιτελής.

 

Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με €1000 έξοδα εναντίον του Αιτητού και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.

 

                                                                Κ.Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 

 



[1] https://www.worldometers.info/world-population/nigeria-population/

[2] European Asylum Support Office (EASO), 'Practical Guide: Qualification for International Protection' (2018), 36 διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/easo-practical-guide-qualification-for-international-protection-2018.pdf

[3] Προσαρμοσμένη έρευνα στη βάση δεδομένων ACLED, διαθέσιμη στη διεύθυνση: https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard

[4] Η κατηγορία «μάχες» περιλαμβάνει τις υποκατηγορίες «ένοπλη σύγκρουση», «ανάκτηση εδαφών από τη κυβέρνηση», «κατάκτηση περιοχής από μη κυβερνητικό φορέα». Η κατηγορία «βία κατά πολιτών» περιλαμβάνει τις υποκατηγορίες «απαγωγή/εξαναγκασμένη εξαφάνιση», «επίθεση», «σεξουαλική βία». Η κατηγορία «έκρηξη/απομακρυσμένη βία» περιλαμβάνει τις υποκατηγορίες «επίθεση από αέρος/επίθεση με drone», «χρήση χημικών όπλων», «χρήση χειροβομβίδας», «απομακρυσμένη έκρηξη, ενεργοποίηση ναρκών, ενεργοποίηση αυτοσχέδιου εκρηκτικού μηχανισμού», «επίθεση με οβίδες/πυροβολικό/πύραυλο», «επίθεση αυτοκτονίας». Η κατηγορία «αναταραχές» περιλαμβάνει τις υποκατηγορίες «βία σε κατάσταση οχλοκρατίας» και «βίαιη διαδήλωση».

[5] https://citypopulation.de/en/nigeria/admin/

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο