ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

    Υπόθεση Αρ.: 3356/22

 

26 Φεβρουαρίου, 2024

 

[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

Β. C.

Αιτητού

 

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου

 

 

Καθ’ ων η αίτηση

 ……………………

 

M. Mαυρονικόλας (κ.) για Λάνα Αμπού Αλ Ταχέρ, για τον Αιτητή

Π. Βρυωνίδου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή στρέφεται κατά της απόφασης των Καθ’ ων η αίτηση ημερομηνίας 10.04.2022, με την οποία απορρίφθηκε η αίτησή του για διεθνή προστασία καθώς κρίθηκε ως απαράδεκτη δυνάμει των άρθρων 16Δ και 12Βτετράκις(2)(δ) των περί Προσφύγων Νόμων 2000 έως 2022 (στο εξής: o περί Προσφύγων Νόμος).

 

Γεγονότα

1.             Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως: Ο Αιτητής κατάγεται από το Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (στο εξής «Λ.Δ.Κ.»). Περί τις 24.02.2020, υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας. Στις 01.06.2020 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή. Στις 27.11.2020, ο Προϊστάμενος ενέκρινε εισήγηση για απόρριψη της αίτησής του για άσυλο. Στις  15.04.2021 καταχωρήθηκε προσφυγή ενώπιον του Δικαστηρίου (με αρ. υπόθ 752/21) η οποία απορρίφθηκε στις 07.07.2021. Στις 23.2.2022, ο Αιτητής υπέβαλε μεταγενέστερη αίτηση. Στις 10.4.2022, ο Προϊστάμενος ενέκρινε την εισήγηση για απόρριψη της μεταγενέστερης αίτησης του Αιτητή ως απαράδεκτης. Η εν λόγω απορριπτική απόφαση κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 23.05.2022 και αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

Νομικοί Ισχυρισμοί

2.             Κατά την ακροαματική διαδικασία της παρούσας προσφυγής, ο Αιτητής, μέσω του συνηγόρου του, δήλωσε ότι προωθεί ως μόνο λόγο προσφυγής την έλλειψη δέουσας έρευνας.

 

3.             Από την πλευρά τους οι Καθ' ων η αίτηση υπεραμύνονται της επίδικης πράξης, ως προϊόν δέουσας έρευνας και αιτιολογίας, υποδεικνύοντας παράλληλα ότι επίδικη εν προκειμένου πράξη είναι απόφαση επί μεταγενέστερης αιτήσεως διεθνούς προστασίας, στο πλαίσιο της οποίας ο Αιτητής δεν προσκόμισε οποιοδήποτε νέο στοιχείο ή πόρισμα. Αυτός είναι και ο λόγος που η αίτηση του για επανάνοιγμα κρίθηκε ως απαράδεκτη.

 

To νομικό πλαίσιο

4.             Ο Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έχει ως ακολούθως (η υπογράμμιση είναι του παρόντος δικαστηρίου):

«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου  (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ΄ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».

 

5.             Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 και 2020 (Ο περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.

 

6.             Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα.

 

7.             Το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου ορίζει τα εξής:

«Υποχρεώσεις αιτητή κατά την εξέταση της αίτησης και συναφής υποχρέωση αρμόδιων αρχών

16.-(1) Κατά την εξέταση της αίτησής του, ο αιτητής οφείλει να συνεργάζεται με την Υπηρεσία Ασύλου με σκοπό την εξακρίβωση της ταυτότητάς του και των υπόλοιπων στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2).

(2) Ιδίως, ο αιτητής οφείλει-

(α) να υποβάλει το συντομότερο δυνατό όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της αίτησης, τα οποία στοιχεία συνίστανται σε δηλώσεις του αιτητή και σε όλα τα έγγραφα που έχει ο αιτητής στη διάθεσή του σχετικά με την ηλικία του, το προσωπικό του ιστορικό, καθώς και το ιστορικό των οικείων συγγενών του, την ταυτότητα, την ιθαγένεια, τη χώρα και το μέρος προηγούμενης διαμονής του, τις προηγούμενες αιτήσεις ασύλου, το δρομολόγιο που ακολούθησε, το δελτίο ταυτότητας και τα ταξιδιωτικά του έγγραφα και τους λόγους για τους οποίους ζητεί διεθνή προστασία∙

 […]

(3) Η Υπηρεσία Ασύλου αξιολογεί, σε συνεργασία με τον αιτητή, τα προβλεπόμενα στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2) στοιχεία.».

8.             Το άρθρο 12Βτετράκις του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπει τα ακόλουθα:

«Απαράδεκτες αιτήσεις

12Βτετράκις.-(1) Χωρίς επηρεασμό των περιπτώσεων κατά τις οποίες μια αίτηση δεν εξετάζεται σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 604/2013, σε περίπτωση που αίτηση θεωρείται απαράδεκτη δυνάμει του εδαφίου (2), ο Προϊστάμενος κλείνει το φάκελο και διακόπτει τη διαδικασία εξέτασης της αίτησης με απόφασή του την οποία λαμβάνει και καταχωρίζει στον φάκελο χωρίς να εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 12Δ και 13 και επί της οποίας απόφασης εφαρμόζονται οι διατάξεις των εδαφίων (7) μέχρι (7Ε) του άρθρου 18.

(2) Με την επιφύλαξη της Σύμβασης, η Υπηρεσία Ασύλου δύναται να θεωρήσει αίτηση ως απαράδεκτη μόνον εάν-

(α) [...]

(β) [...]

(γ) [...]

(δ) η αίτηση είναι μεταγενέστερη αίτηση στο πλαίσιο της οποίας δεν υποβλήθηκαν από τον αιτητή ή δεν προέκυψαν νέα στοιχεία ή πορίσματα σχετικά με την εξέταση του κατά πόσο ο αιτητής πληροί τις προϋποθέσεις για να χαρακτηριστεί ως δικαιούχος διεθνούς προστασίας∙ ή

(ε) [...]».

9.             Το άρθρο 16Δ του του περί Προσφύγων Νόμου ορίζει τα εξής:

«Υποβολή νέων στοιχείων ή πορισμάτων ή μεταγενέστερης αίτησης

16Δ.-(1)(α) Σε περίπτωση που αιτητής υποβάλει στον Προϊστάμενο -

(i) Μεταγενέστερη αίτηση, ή

(ii) νέα στοιχεία ή πορίσματα κατά ή μετά την ημερομηνία στην οποία καθίσταται εκτελεστή απόφαση του Προϊσταμένου επί πρότερης αίτησης του αιτητή,

ο Προϊστάμενος εξετάζει το συντομότερο δυνατό οτιδήποτε ούτως υποβληθέν σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

(β) Στην παράγραφο (α), ο όρος «απόφαση» περιλαμβάνει απόφαση που λαμβάνεται από τον Προϊστάμενο δυνάμει του άρθρου 16Β ή 16Γ.

(2) Σε περίπτωση που αιτητής υποβάλει στον Προϊστάμενο είτε μεταγενέστερη αίτηση είτε νέα στοιχεία ή πορίσματα, σύμφωνα με το εδάφιο (1), ο Προϊστάμενος δεν μεταχειρίζεται οτιδήποτε υποβληθέν ως νέα αίτηση αλλά ως περαιτέρω διαβήματα στα πλαίσια της αποφασισθείσας αίτησης. Ο Προϊστάμενος λαμβάνει υπόψη όλα τα στοιχεία των προαναφερόμενων περαιτέρω διαβημάτων χωρίς να πραγματοποιηθεί συνέντευξη.

(3)(α) Κατά τη λήψη απόφασης σχετικά με το παραδεκτό της αίτησης σύμφωνα με την παράγραφο (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 12Βτετράκις, ο Προϊστάμενος προβαίνει σε προκαταρτική εξέταση προκειμένου να διαπιστώσει κατά πόσο προέκυψαν ή υποβλήθηκαν από τον αιτητή νέα στοιχεία ή πορίσματα τα οποία ο Προϊστάμενος δεν έλαβε υπόψη κατά την έκδοση της εκδοθείσας απόφασής του, σχετικά με την εξέταση του κατά πόσο ο αιτητής πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για τον χαρακτηρισμό του ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας:

  Νοείται ότι, σε περίπτωση που ο Προϊστάμενος διαπιστώσει ότι ο αιτητής δεν έχει προσκομίσει νέα στοιχεία ή πορίσματα, η μεταγενέστερη αίτηση απορρίπτεται ως απαράδεκτη, με βάση την αρχή του δεδικασμένου, χωρίς να πραγματοποιηθεί συνέντευξη.

(β) Σε περίπτωση που ο Προϊστάμενος διαπιστώνει ότι προέκυψαν ή υποβλήθηκαν τα προαναφερόμενα στην παράγραφο (α) νέα στοιχεία ή πορίσματα, προβαίνει σε ουσιαστική εξέτασή τους, αφού προηγουμένως ενημερώσει σχετικά τον αιτητή, και εκδίδει νέα εκτελεστή απόφαση, μόνο εφόσον -

(i) Τα εν λόγω στοιχεία ή πορίσματα αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χορήγησης στον αιτητή διεθνούς προστασίας∙ και

(ii) ικανοποιείται πως ο αιτητής, άνευ δικής του υπαιτιότητας, αδυνατούσε να υποβάλει τα εν λόγω στοιχεία ή πορίσματα κατά την προηγούμενη διαδικασία και ιδίως μέσω της προσφυγής στο Διοικητικό Δικαστήριο δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος.

(γ) Επί της νέας εκτελεστής απόφασης που αναφέρεται στην παράγραφο (β) εφαρμόζονται τα εδάφια (7) μέχρι (7Ε) του άρθρου 18.

(δ) Σε περίπτωση που μεταγενέστερη αίτηση δεν εξετάζεται περαιτέρω δυνάμει του παρόντος άρθρου, αυτή θεωρείται απαράδεκτη σύμφωνα με την παράγραφο (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 12Βτετράκις και σε τέτοια περίπτωση ο Προϊστάμενος εκδίδει σχετική απόφαση επί της οποίας εφαρμόζονται κατ' αναλογία τα εδάφια (7) και (7Ε) του άρθρου 18. Η εν λόγω απόφαση παραθέτει την αιτιολογία της και ενημερώνει τον αιτητή για το δικαίωμα που έχει να την προσβάλει στο Διοικητικό Δικαστήριο δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, καθώς και για την προθεσμία άσκησης τέτοιας προσφυγής[...]».

10.          Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις χορήγησης  καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας.

 

Κατάληξη

11.          Είναι κρίσιμο και απαραίτητο να καταστεί αντιληπτό ότι, το παρόν Δικαστήριο ως Δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιόν του εξ υπαρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει την ουσιαστική ορθότητα της επίδικης πράξεως. Ο Αιτητής αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας και εν προκειμένω στην αξιολόγηση της μεταγενέστερης αίτησής του ως παραδεκτής.

 

12.          Επισημαίνεται ότι η επίδικη πράξη αποτελεί απόφαση εκδιδόμενη δυνάμει της παραγράφου (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 12Βτετράκις του περί Προσφύγων Νόμου. Σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη, ο Προϊστάμενος κλείνει το φάκελο και διακόπτει τη διαδικασία εξέτασης της αίτησης χωρίς να εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 12Δ (ταχύρρυθμη διαδικασία εξέτασης αιτήσεων) και 13 (κανονική διαδικασία εξέτασης αιτήσεων), όταν η αίτηση είναι μεταγενέστερη αίτηση στο πλαίσιο της οποίας δεν υποβλήθηκαν από τον Αιτητή ή δεν προέκυψαν νέα στοιχεία ή πορίσματα σχετικά με την εξέταση του κατά πόσο ο Αιτητής πληροί τις προϋποθέσεις για να χαρακτηριστεί ως δικαιούχος διεθνούς προστασίας.

 

13.          Το ζήτημα της εξέτασης των μεταγενέστερων αιτήσεων και ειδικότερα της έννοιας των νέων στοιχείων και πορισμάτων εξετάστηκε στην πρόσφατη απόφαση του ΔΕΕ της 9ης Σεπτεμβρίου 2021 στην υπόθεση C‑18/20, XY κατά Bundesamt für Fremdenwesen und AsylECLI:EU:C:2021:710, σκέψεις 31 έως 44. Η εξέταση των μεταγενέστερων αιτήσεων διενεργείται  σε δύο στάδια: Το πρώτο στάδιο, προκαταρκτικής φύσεως, έχει ως αντικείμενο τον έλεγχο του παραδεκτού των αιτήσεων αυτών, ενώ το δεύτερο στάδιο αφορά την επί της ουσίας εξέταση των εν λόγω αιτήσεων [Βλ.επίσης απόφαση της 10ης Ιουνίου 2021, Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid (Νέα στοιχεία ή πορίσματα), C‑921/19, EU:C:2021:478, σκέψη 34].

 

14.          Οι προϋποθέσεις παραδεκτού της αίτησης, συνεπώς, οι οποίες ανήκουν στο πρώτο στάδιο εξέτασης μίας μεταγενέστερης αίτησης, όπως μεταφέρθηκαν στην εθνική έννομη τάξη είναι οι ακόλουθες:

 

15.          Πρώτον, καθορίζεται εάν προέκυψαν ή υποβλήθηκαν από τον αιτούντα νέα στοιχεία ή πορίσματα σχετικά με την εξέταση του εάν ο αιτών πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για το χαρακτηρισμό του ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας.

 

16.          Δεύτερον, εάν τα νέα στοιχεία ή πορίσματα που έχουν προκύψει ή υποβληθεί από τον αιτούντα  αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χαρακτηρισμού του αιτούντος ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας.

 

17.          Τρίτον, εάν ο συγκεκριμένος αιτών, χωρίς δική του υπαιτιότητα,  δεν μπόρεσε να επικαλεσθεί τα εν λόγω νέα στοιχεία ή πορίσματα κατά την προηγούμενη διαδικασία, που αφορούσε την εξέταση της αίτησής του. Οι πιο πάνω προϋποθέσεις θα πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά.  

 

18.          Ως εκ τούτου, σε αυτές τις περιπτώσεις, όπου δεν υφίσταται ουσιαστική κρίση επί της βασιμότητας της αίτησης ασύλου, αλλά κρίση επί του παραδεκτού της μεταγενέστερης αίτησης για διεθνή προστασία, το Δικαστήριο καλείται να εξετάσει μόνο κατά πόσον ευλόγως η αρμόδια αρχή έκρινε ως απαράδεκτο το αίτημα του Αιτητή για επανάνοιγμα της υπόθεσής του. Όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, η διαδικασία ουσιαστικής εξέτασης της  μεταγενέστερης αίτησης επαφίεται πλέον στην δικονομική αυτονομία των κρατών μελών.

 

19.          Εν προκειμένω, ο Αιτητής στο έντυπο της πρώτης αίτησής του για άσυλο, καταγράφει ότι ήταν φοιτητής στο Πανεπιστήμιο της Κινσάσα, όπου συμμετείχε στο κίνημα υπεράσπισης των φοιτητών για αύξηση των φοιτητικών διδάκτρων που επιβλήθηκαν από την κυβέρνηση. Κατέγραψε ότι η αστυνομία έβαλε φωτιά στα διοικητικά κτίρια του πανεπιστημίου κατηγορώντας τους φοιτητές, πολλοί μαθητές συνελήφθησαν, υπέστησαν κακομεταχείριση, σκοτώθηκαν και βασανίστηκαν. Ο Αιτητής δήλωσε ότι αυτός ήταν ο λόγος που εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του με μερικούς φίλους του, διότι δεν υπάρχει δικαιοσύνη στη χώρα του.

 

20.          Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξής του, ο Αιτητής επανέλαβε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του λόγω της διαμαρτυρίας που προέβησαν οι φοιτητές στο Πανεπιστήμιο για την αύξηση των διδάκτρων των πανεπιστημίων. Δήλωσε ότι ήταν ένας από τους αρχηγούς του κινήματος διαμαρτυρίας, η οποία πραγματοποιήθηκε στις 6.1.2020. Ο Αιτητής ανέφερε ότι η αστυνομία σκότωσε, συνέλαβε και κακομεταχειρίστηκε τους φοιτητές (βλ. ερυθρό 12 του Δ.Φ), ότι έκαψαν ένα διοικητικό κτίριο του πανεπιστημίου και ότι τον αναζητούσαν (βλ. ερυθρά 7, 6-1χ του Δ.Φ.). Αξιολογώντας τους ισχυρισμούς του Αιτητή, οι Καθ’ ων η αίτηση σχημάτισαν δυο ουσιώδεις ισχυρισμούς, ο μεν πρώτος ως προς τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή, την ταυτότητα και τη χώρα καταγωγής και ο δεύτερος ως προς την συμμετοχή του στη διαμαρτυρία που πραγματοποιήθηκε στο Πανεπιστήμιο της Κινσάσα στις 6.1.2020, ως αρχηγός των φοιτητών. Οι Καθ΄ων η αίτηση αποδέχτηκαν μόνο τον πρώτο ισχυρισμό, αναφορικά με τα προσωπικά του στοιχεία και απέρριψαν τον δεύτερο ισχυρισμό διότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παράσχει λεπτομέρειες ως προς τον ρόλο και τη συμμετοχή του  στη διαμαρτυρία και οι δηλώσεις του δεν είχαν συνέπεια. Στη βάση του ισχυρισμού περί των προσωπικών στοιχείων του Αιτητή, ο οποίος αποτελεί και τον μοναδικό ισχυρισμό που έγινε αποδεκτός από τους Καθ' ων η αίτηση, αξιολογήθηκε πως δεν προκύπτει πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή, στην Λ.Δ.Κ.. Προχωρώντας στη νομική ανάλυση, οι Καθ' ων η αίτηση διαπιστώνουν ότι δεν προκύπτει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης του Αιτητή βάσει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης αυτού δυνάμει του άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου. Εναντίον της απορριπτικής απόφασης των καθ’ ων η αίτηση, ημερομηνίας 27.11.2020, ο Αιτητής καταχώρησε προσφυγή. Η υπ’ αριθμό 752/21 προσφυγή απορρίφθηκε στις 07/07/2021.

 

21.          Στο πλαίσιο της μεταγενέστερης αίτησής του για διεθνή προστασία, ο Αιτητής επαναλαμβάνει τους ισχυρισμούς του ότι κινδυνεύει η ζωή του λόγω του ότι ήταν μέλος της οργάνωσης που αντιτάχθηκε στο ζήτημα της αύξησης των ακαδημαϊκών διδάκτρων και ότι κατά τη διάρκεια της ειρηνικής διαμαρτυρίας, η αστυνομία προέβη σε συλλήψεις, πυροβολισμούς και υπήρξαν θάνατοι.  Κατέγραψε ότι γενικά στη Αφρική δεν υπάρχει δικαιοσύνη, ότι πολλοί φίλοι του συνελήφθησαν από την αστυνομία και δεν βρέθηκαν ποτέ. Τέλος, ο Αιτητής δήλωσε ότι η ζωή του θα βρίσκεται σε κίνδυνο εάν επιστρέψει διότι αναζητείται από την αστυνομία, δεν υπάρχει δικαιοσύνη στη χώρα του και το αίτημα τους ήταν δίκαιο.

 

22.          Αξιολογώντας τα ανωτέρω, οι Καθ’ ων η αίτηση απέρριψαν τη μεταγενέστερη αίτησή του, διαπιστώνοντας ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή εξετάστηκαν κατ’ ουσία από την Υπηρεσία Ασύλου κατά την προηγούμενη συνέντευξη του και δεν αποτελούν νέα στοιχεία.

 

23.          Υπό το φως των ανωτέρω, διαπιστώνω ότι οι ισχυρισμοί που προέβαλε  ο Αιτητής στο πλαίσιο της μεταγενέστερης αίτησής του όντως δεν αποτελούν νέα στοιχεία καθώς ήδη εξετάστηκε ο ισχυρισμός του περί συμμετοχής του στη διαμαρτυρία και τις απειλές για τη ζωή του από την αστυνομία. Ως εκ τούτου, ορθώς οι Καθ' ων η αίτηση απέρριψαν τη μεταγενέστερη αίτησή του ως απαράδεκτη, καθώς δεν συντρέχει μία εκ των προϋποθέσεων παραδεκτού της μεταγενέστερης αίτησης.

 

24.          Επιπλέον παρατηρείται ότι αυτοί οι ισχυρισμοί εκ της γενικότητάς τους δεν αυξάνουν με οποιοδήποτε τρόπο τις πιθανότητες υπαγωγής του Αιτητή σε καθεστώς διεθνούς προστασίας, καθώς δεν προκύπτει κατά τρόπο σαφή με ποιο τρόπο κινδυνεύει ούτε και δίδει οποιεσδήποτε λεπτομέρειες της κατ΄ισχυρισμό δίωξης του ώστε να συνάγεται κατά τρόπο αντικειμενικό φόβος δίωξης ή πραγματικής του βλάβης.

 

25.          Σε κάθε περίπτωση, παρατηρείται ότι το Δικαστήριο ανέτρεξε σε πρόσφατες πληροφορίες αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας στο Λ.Δ.Κ, ήτοι στον τόπο καταγωγής του Αιτητή. Η έκθεση του 2021 της πύλης RULAC σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στην Kinshasa, αναφέρει: «Η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (ΛΔΚ) εμπλέκεται σε πολλές μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις (NIAC) εντός των εδαφών της εναντίον ορισμένων ένοπλων ομάδων στις περιοχές  Ituri, Kasai και Kivu», ενώ δεν αναφέρεται η δραστηριοποίηση ενεργών, μη κρατικών, ένοπλων ομάδων στην Kinshasa.[1] Παράλληλα, το International Crisis Group's Crisis Watch δεν κατέγραψε απώλειες αμάχων συνδεόμενες με περιστατικά ασφαλείας στην Kinshasa από τον Ιανουάριο του 2020 μέχρι και τον Ιούλιο του 2021.[2] Συν τοις άλλοις, Έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας για τη ΛΔΚ το 2022 αναφέρει ότι  ένοπλες συγκρούσεις στη ΛΔΚ εντοπίζονται στις περιοχές  Nord-Kivu, Sud-Kivu, Ituri, Tanganyika, Kasaï-Oriental, Kasaï Central, Kasaï και Mai-Ndombe χωρίς να γίνεται καμία αναφορά στην Kinshasa.[3] Βάσει των ανωτέρω πληροφοριών προκύπτει ότι στην Kinshasa δεν επικρατούν συνθήκες εσωτερικής σύρραξης καθώς η κατάσταση ασφαλείας χαρακτηρίζεται ως σταθερή.

 

26.          Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), για το διάστημα από 16/02/2023 έως 16/02/2024, σημειώθηκαν στην  Κινσάσα συνολικά 60 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο 70 ανθρώπων. Μεταξύ αυτών, 31 περιστατικά συνίσταντο σε εξεγέρσεις/ ταραχές, 7 περιστατικά σε μάχες και 22 περιστατικά βίας κατά αμάχων.[4] Σημειώνεται δε ότι ο συνολικός πληθυσμός της επαρχίας της Kinshasa ανέρχεται σε 14.565.700 κατοίκους, σύμφωνα με επίσημη καταμέτρηση που έλαβε χώρα το έτος 2020.[5]

 

27.          Συνεπώς, με βάση τα ενώπιον του Δικαστηρίου δεδομένα, δεν πληρούνται οι εκ του νόμου προϋποθέσεις παραδεκτού της μεταγενέστερης αίτησής του.

 

Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιείται ως ανωτέρω, με €500 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ’ ων η αίτηση.                                                                                            

 Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 



[1]RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo, 13 April 2021, διαθέσιμο σε https://www.rulac.org/news/drc-a-new-conflict-in-ituri-involving-the-cooperative-for-development-of-th, [ημερ. πρόσβασης 21/02/2024]

[2]International Crisis Group, Crisis Watch, Tracking Conflict Worldwide, Democratic Republic of Congo, n.d, διαθέσιμο σε https://www.crisisgroup.org/crisiswatch/database?location%5B%5D=7&date_range=custom&from_month=01&from_year=2020&to_month=07&to_year=2021, [ημερ. πρόσβασης 21/02/2024]

[3] Amnesty International, DEMOCRATIC REPUBLIC OF THE CONGO 2022, n.d. διαθέσιμο σε https://www.amnesty.org/en/location/africa/east-africa-the-horn-and-great-lakes/democratic-republic-of-the-congo/report-democratic-republic-of-the-congo/,  [ημερ. πρόσβασης 21/02/2024]

[4] Διαθέσιμο σε: https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 21/02/2024)

[5] City Population, Congo (Dem. Rep.), Provinces, Kinshasa, https://www.citypopulation.de/en/drcongo/cities/, [ημερ. πρόσβασης 21/02/2024]


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο