ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

Υπόθεση Αρ.: 3602/22

 

 

02 Φεβρουαρίου , 2024

[ Δ. ΚΑΤΣΑΡΙΔΗΣ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

                                                            P.M.D

                                                                                                                 Αιτητής

 

ΚΑΙ

 

Κυπριακής Δημοκρατίας,

μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ' ων η αίτηση

........

 

Ο Αιτητής εμφανίζεται προσωπικά

 

Μ. Σουρουλλά (κα) για Ε. Πελεκάνου (κα) Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τους Καθ' ων η αίτηση

 

 (Η. Φανούς (κο) για πιστή μετάφραση από τα αγγλικά στα ελληνικά και αντίστροφα)

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Δ. ΚΑΤΣΑΡΙΔΗΣ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π. : Ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή αξιώνει την ακύρωση της απόφασης των Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 30/04/2022, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 24/05/2022 με επιστολή ημερομηνίας της ίδιας μέρας, και με την οποία έλαβε γνώση της απόρριψης της αίτησής του για παραχώρηση σε αυτόν καθεστώτος διεθνούς προστασίας καθότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 3 και 19 του Περί Προσφύγων Νόμο.

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Ως εκτίθεται στην ένσταση που καταχωρήθηκε από τους Καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού διοικητικού φακέλου (στο εξής αναφερόμενος ως «Δ.Φ.») της Υπηρεσίας Ασύλου που κατατέθηκε ως Τεκμήριο 1 στο πλαίσιο των διευκρινήσεων της παρούσας προσφυγής, ο Αιτητής είναι ενήλικας, πολίτης της Σιέρα Λεόνε. Στις 24/05/2021 συμπλήρωσε αίτηση διεθνούς προστασίας και παρέλαβε τη σχετική βεβαίωση υποβολής στις 25/05/2021. Στις 18/03/2022 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη στον Αιτητή από αρμόδια λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία συνέταξε αυθημερόν Έκθεση-Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου σχετικά με την συνέντευξη του Αιτητή. Στις 30/04/2022, ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου, ενέκρινε την εισήγηση για απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή και στις 24/05/2022 η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε απορριπτική επιστολή μαζί με την αιτιολόγηση της απόφασής της, η οποία παραλήφθηκε και υπογράφηκε ιδιοχείρως από τον Αιτητή την ίδια μέρα. Η τελευταία αυτή απόφαση, αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Ο Αιτητής δεν υποδεικνύει στο εισαγωγικό δικόγραφο της διαδικασίας οποιαδήποτε νομική πλημμέλεια της επίδικης απόφασης. Αναφέρει ωστόσο ότι η ζωή του βρίσκεται σε κίνδυνο στη Σιέρα Λεόνε, καθώς ντόπιοι ιθαγενείς τον απειλούν.

Εξίσου, στο πλαίσιο της γραπτής αγόρευσης του Αιτητή δεν καταγράφεται οποιαδήποτε ανάλυση νομικών λόγων πέραν του ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, καθότι δεν νιώθει ασφαλής με την κυβέρνηση της χώρας του λόγω των παραδοσιακών πεποιθήσεων και εθίμων. Αναφέρει, επίσης ότι πιθανόν να αντιμετωπίσει κινδύνους σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής του και να τον σκοτώσουν. Ως ο ίδιος κατέγραψε, υπάρχει πιθανότητα να τον συλλάβουν και να τον μεταφέρουν στους θάμνους όπου βρίσκεται η μυστική οργάνωση. Πρόσθεσε ότι μπορεί να μολυνθεί από θανατηφόρες ασθένειες (όπως ΗΙV ή ηπατίτιδα) και να πεθάνει λόγω του εξοπλισμού που χρησιμοποιούν κατά την μύηση.

Οι Καθ' ων η Αίτηση υποβάλλουν ότι το βάρος απόδειξης των ισχυρισμών προς υποστήριξη της αίτησής το έχει ο Αιτητής, ο οποίος δεν κατάφερε να αποσείσει το βάρος απόδειξης, ούτε να αποδείξει βάσιμο λόγο δίωξης για κάποιο από τους λόγους που προβλέπονται στο άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου [Ν. 6(Ι)/2000, ως έχει τροποποιηθεί]. Επιπλέον, αναφέρουν ότι το αίτημα του για παροχή διεθνούς προστασίας εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της προβλεπόμενης από το νόμο διαδικασία και η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν το αποτέλεσμα ενδελεχούς έρευνας, ορθής αξιολόγησης των στοιχείων και ορθής εφαρμογής του νόμου. Επομένως, σωστά και εύλογα οι Καθ' ων η αίτηση, ασκώντας την εξουσία που τους παρέχεται από το Νόμο, απέρριψαν το αίτημά του για διεθνή προστασία.

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Κατόπιν των ως άνω, ενόψει της μη περίληψης οιουδήποτε νομικού ισχυρισμού στην παρούσα αίτηση, απομένει η επί της ουσίας εξέταση της παρούσας αιτήσεως αφού η προσβαλλόμενη πράξη εκδόθηκε «Κατόπιν αίτησης η οποία υποβάλλεται στην αρμόδια διοικητική αρχή μετά την 20ή Ιουλίου 2015 [.]» [αρ.11(3)(β)(α) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (73(I)/2018)] και συνεπώς το Δικαστήριο διατηρεί εξουσία να εξετάσει και επί της ορθότητας της την προσβαλλόμενη απόφαση. Με βάση λοιπόν τα διαλαμβανόμενα στο αρ.146 (4) (α) του Συντάγματος - το οποίο ορίζει σχετικώς ότι το Δικαστήριο δύναται δια της αποφάσεως του «να τροποποιήσει εν όλω ή εν μέρει την απόφαση ή την πράξη, ως νόμος για Διοικητικό Δικαστήριο ήθελε ορίσει, νοουμένου ότι [.] είναι απόφαση αφορώσα σε διαδικασία διεθνούς προστασίας κατά το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης» - αλλά και το άρθρο 11 (3) (α) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (73(I)/2018) - όπου αναφέρεται ότι το Δικαστήριο «προβαίνει σε έλεγχο της νομιμότητας και ορθότητας αυτής, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής [.] τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν» - προχωρώ να εξετάσω το κατά πόσο η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε σε πλήρη συμμόρφωση με τις σχετικές περί τούτου διατάξεις του Νόμου και της Οδηγίας και είναι δια τούτο επί της ουσίας ορθή.

Το Δικαστήριο στα πλαίσια ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντος οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση (βλ. απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU V Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 1 Φεβρουαρίου, 2010).

Σύμφωνα με τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, ο Αιτητής κατά την καταγραφή του αιτήματός του για διεθνή προστασία ισχυρίστηκε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του καθώς ήθελαν να μυήσουν την αδελφή του στην οργάνωση Bondo, (οργάνωση που προβαίνει σε ακρωτηριασμό των γυναικείων γεννητικών οργάνων). Μαζί με την αδελφή του κατέφυγαν σε ένα πάστορα για βοήθεια. Όταν όμως οι άνθρωποι της εν λόγω οργάνωσης το διαπίστωσαν, άρχισαν να χρησιμοποιούν μαύρη μαγεία για να σκοτώσουν τον Αιτητή. Περαιτέρω κατέγραψε ότι τον κατήγγειλαν στον αρχηγό, ο οποίος τον βοήθησε με βότανα να γίνει καλύτερα, επειδή είναι χριστιανός. Αναφέρθηκε επίσης στην Poro Society, μια οργάνωση στην οποία εντάσσονται αγόρια, που στοχοποίησε τον ίδιο από τότε που έφυγε με την αδελφή του. Τέλος με την βοήθεια της θείας του, εγκατέλειψε την χώρα του για να σωθεί (βλ. ερυθρό 1 του δ.φ.).

Στο έντυπο ευαλωτότητας, ο Αιτητής δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη Σιέρα Λεόνε επειδή η αδελφή του δεν ήθελε να μυηθεί στην οργάνωση Bondo και την βοήθησε να δραπετεύσει. Ως ο ίδιος ανάφερε, όταν αντιλήφθηκαν ότι ο Αιτητής βοήθησε την αδελφή του, χρησιμοποίησαν μαύρη μαγεία και έπαθε λοίμωξη, (ο Αιτητής). Πρόσθεσε ότι η θεία του είναι χριστιανή και τον βοήθησε με βότανα. Όταν έγινε καλύτερα, ανάφεραν στον αρχηγό ότι βοήθησε την αδελφή του να δραπετεύσει Μετά την απόπειρα της οργάνωσης να σκοτώσει τον Αιτητή με μαύρη μαγεία, όπως προαναφέρεται, η θεία του, η οποία είναι χριστιανή, τον θεράπευσε με βότανα. Αφού έγινε καλύτερα και βοήθησε την αδελφή του να δραπετεύσει, άτομα της οργάνωσης ανέφεραν στον αρχηγό το τελευταίο και ζήτησαν από τον Αιτητή να μυηθεί στην Poro Society, την οργάνωση για τα αγόρια. Επιπρόσθετα, δήλωσε ότι είναι χριστιανός και δεν επιτρέπεται να μυηθεί. Η θεία του, τους άκουσε να λένε ότι ο Αιτητής θα πεθάνει κατά την μύηση, γι’ αυτό και στην συνέχεια εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του. Σε ερώτηση σχετικά με το πότε έλαβαν χώρα τα ισχυριζόμενα γεγονότα, δήλωσε το έτος 2019 και πρόσθεσε πως προτού έρθει στην Κύπρο, πήγε στην Κένυα και αργότερα, τον Φεβρουάριο του 2020, μετέβηκε στη Ναϊρόμπι. Ο Αιτητής ισχυρίστηκε περαιτέρω ότι επέστρεψε στη Σιέρα Λεόνε τον Φεβρουάριο του 2021 με την ελπίδα ότι τον ξέχασαν, όμως η θεία του, του ανάφερε ότι τον κυνηγούν ακόμη και πρέπει να φύγει. Ερωτηθείς για την παραμονή του στην Κένυα, ισχυρίστηκε ότι πήγε για λόγους ασφάλειας και έμενε σε μια εκκλησία με τον πάστορα, όπου δούλευε και του δινόταν φαγητό. Του συμπεριφέρονταν καλά, όμως δεν πληρωνόταν. (βλ. ερυθρά 16-15 του δ.φ.).

Κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, ο Αιτητής ανέφερε ότι κατάγεται από την πρωτεύουσα Freetown, όπου διέμενε με την γιαγιά του, τον πατέρα του και μια από της αδερφές του. Η μητέρα του βρίσκεται στην Αμερική και έχει ακόμη μια αδερφή που διαμένει στην Αγγλία. Κατά την ελεύθερη αφήγησή του ισχυρίστηκε ότι τον Φεβρουάριο του 2019, επισκέφθηκε την θεία του στη πόλη Makeni για την κηδεία του θείου τους, με την αδερφή του, η οποία τότε ήταν 16 ετών. Ακολούθως, ο Αιτητής δήλωσε ότι στην κηδεία συνάντησαν άτομα από την κοινότητα Bondo και απήγαγαν την αδερφή του. Στην προσπάθεια του να εντοπίσει την αδελφή του, την βρήκε μαζί με άλλες γυναίκες και αφού την έσωσε, έφυγαν αμέσως από την πόλη Makeni και πήγαν στην πρωτεύουσα Freetown. Πρόσθεσε ότι ενημέρωσε τη θεία του για την κατάσταση της αδελφής του. Στη συνέχεια ανέφερε ότι τα άτομα της κοινότητας Bondo έμαθαν ότι η αδερφή του δραπέτευσε και προσπάθησαν να τους εντοπίσουν. Ως ο ίδιος δήλωσε, ενημέρωσε την μητέρα του και τα άλλα μέλη της οικογένειάς του, ενώ ήρθε από την Makeni η θεία του και πληροφόρησε τον πατέρα του ότι θα τους έκαναν μαύρη μαγεία. Ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι μητέρα του επικοινώνησε με έναν πάστορα για να τους βοηθήσει και ο ίδιος (ο Αιτητής) άρχισε να αρρωσταίνει. Σύμφωνα με τα λεγόμενα του, η θεία του τον πήγε σε έναν ντόπιο γιατρό για θεραπεία και ο γιατρός είπε στον Αιτητή ότι δεν μπορεί να ξεφύγει από αυτούς τους ανθρώπους, ούτε μπορεί να θεραπευθεί εντελώς, εκτός εάν επιστρέψει στη πόλη Makeni με την αδερφή του και υπακούσουν σε αυτά που θα τους ζητήσουν οι δύο κοινότητες. Περαιτέρω ισχυρίστηκε ότι τα άτομα της κοινότητας Bondo στην πόλη Makeni, ήθελαν τον Αιτητή να ενταχθεί στην κοινότητα τους και έπρεπε να αποφασίσει είτε να γίνει μέλος τους, είτε να φύγει επειδή κινδύνευε. Στην συνέχεια ο Αιτητής δήλωσε ότι η μητέρα του τον έστειλε με την αδερφή του να ταξιδέψουν στην Κένυα όπου διέμεναν σε μια εκκλησία, όμως η κοινότητα Bondo τους επιτέθηκε και εκεί. Μετά από το γεγονός αυτό, επέστρεψαν στη Σιέρα Λεόνε και εγκατέλειψαν τη χώρα καταγωγής τους δύο μήνες αργότερα, τον Μάρτιο 2022.

Ερωτηθείς τον λόγο που η κοινότητα Bondo ήθελε την αδερφή του, απάντησε ότι ήταν λόγω του ότι ήταν ξένη, (ερυθρό 25 χ1 του δ.φ.). Ρωτήθηκε τι γνωρίζει για τις κοινότητες Bondo και Poro και απάντησε ότι στην Bondo ακρωτηριάζουν τα γυναικεία γεννητικά όργανα ενώ για την Poro δεν γνώριζε τίποτα (ερυθρά. 25 χ2, χ3 και 4χ του δ.φ.). Σε σχετικές ερωτήσεις της αρμόδιας λειτουργού, εάν έχει συγγενή ή φίλο που μυήθηκε σε αυτές τις κοινότητες, απάντησε καταφατικά. Ανέφερε ότι γνωρίζει ένα φίλο του και μια φίλη του, προσθέτοντας ότι ο φίλος του μυήθηκε όταν ήταν 16 με 17 ετών επειδή είναι παράδοση της οικογένειας του. Όσον αφορά την φίλη του, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι εκτός από την φίλη του που μυήθηκε μαζί με μια άλλη φίλη της, η οποία απεβίωσε.   Δήλωσε ότι o φίλος του είχε σημάδια στο σώμα του και η φίλη του υπέστη ακρωτηριασμό των γεννητικών της οργάνων, (ερυθρό 24 χ11 του δ.φ.). Ισχυρίστηκε επίσης ότι ο φίλος του δεν μπορεί να του αναφέρει περισσότερες πληροφορίες διότι (ο Αιτητής) δεν ανήκει στην κοινότητα, (ερυθρό 25 χ8, χ9 και 24 χ1 του δ.φ.). Σε μετέπειτα ερώτηση της αρμόδιας λειτουργού γιατί ονομάζουν αυτές τις κοινότητες μυστικές, υποστήριξε ότι είναι μια «συνεργασία» που μόνο εκείνοι που ανήκουν στην κοινότητα αντιλαμβάνονται (ερυθρό 24 χ2 του δ.φ.). Ισχυρίστηκε ότι διαπίστωσε ότι του έκαναν μαύρη μαγεία, διότι θεραπεύτηκε από ένα ντόπιο γιατρό (ερυθρό 24 χ3 του δ.φ.). Ζητήθηκε από τον Αιτητή να αναφέρει περαιτέρω πληροφορίες σχετικά με τον ισχυρισμό του, και πρόσθεσε ότι βρήκε την αδερφή του και ότι βλέποντας τους αρχηγούς ντυμένους παραδοσιακά ένιωσε πολύ άβολα. Περαιτέρω, πιστεύει ότι νάρκωσαν τις κοπέλες που ήταν ξαπλωμένες στο πάτωμα μαζί με την αδερφή του, (ερυθρό 24 χ4 του δ.φ.). Πρόσθεσε ότι η αδερφή του θυμάται ότι γινόταν ένα είδος τελετής και μετά έχασε τις αισθήσεις της χωρίς να θυμάται οτιδήποτε άλλο (ερυθρό 24 χ5 του δ.φ.). Ο Αιτητής, ερωτηθείς από τη λειτουργό (λαμβάνοντας υπόψη αξιόπιστες εξωτερικές πηγές εντόπισε ότι η μύηση γίνεται σε παιδιά ηλικίας 6 με 7 ετών), τους λόγους που δεν τον μύησαν σε εκείνη την ηλικία, κλήθηκε να εξηγήσει τον ισχυρισμό του ότι σε ηλικία 22 με 23 ετών ήθελαν να τον μυήσουν και ότι πιστεύουν στην μαύρη μαγεία και δήλωσε πως τότε δεν τους γνώριζαν (ερυθρά 24 χ9, χ10 και 22 χ1 του δ.φ.) Ερωτηθείς εάν απειλήθηκε όταν έσωσε την αδερφή του απάντησε αρνητικά (ερυθρό 23 χ1 του δ.φ.)

Η αρμόδια λειτουργός εντόπισε και εξέτασε συνολικά δύο (2) ισχυρισμούς:

Ο πρώτος ισχυρισμός αφορά στο γεγονός ότι είναι υπήκοος της Σιέρα Λεόνε, με καταγωγή την Freetown και με προηγούμενο και τελευταίο τόπο διαμονής του την ίδια πόλη. Ο δεύτερος ισχυρισμός αφορά στον ισχυριζόμενο φόβο δίωξης του από τις μυστικές κοινότητες Poro και Bondo.

Ως προς τον πρώτο ισχυρισμό, η αρμόδια λειτουργός σημείωσε πως ο Αιτητής γεννήθηκε στην πρωτεύουσα Freetown και ήταν ο τελευταίος τόπος διαμονής του, ισχυρισμός που έγινε αποδεκτός. Κατά την αξιολόγηση κινδύνου η αρμόδια λειτουργός έκρινε ότι με βάση τον μοναδικό ισχυρισμό που έγινε δεκτός, δεν υπάρχει εύλογη πιθανότητα να υποστεί ο Αιτητής δίωξη ή σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής. Ακολούθως, η αρμόδια λειτουργός έκρινε ότι τα παρατεθέντα στοιχεία δεν εμπίπτουν στις πρόνοιες του εδαφίου (1) του άρθρου 3 του Περί Προσφύγων Νόμου.

Αναφορικά με τον δεύτερο ισχυρισμό, σχετικά με τη δίωξη του Αιτητή από τις μυστικές κοινότητες Poro και Bondo, η αρμόδια λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να προβάλει τους ισχυρισμούς του με λογική συνέπεια, λεπτομέρεια και ακρίβεια, ούτε παρείχε σαφείς και ικανοποιητικές απαντήσεις στις ερωτήσεις που του τέθηκαν. Η αρμόδια λειτουργός σημειώνει πως ο Αιτητής απέτυχε να δώσει επαρκείς και ικανοποιητικές πληροφορίες για τις κοινότητες Bondo και Poro, ενώ συγκεκριμένα για την κοινότητα Poro δεν έδωσε καμία απολύτως πληροφορία. Περαιτέρω, σημειώνει ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να περιγράψει το περιστατικό με τον εντοπισμό της αδελφής του και απάντησε γενικά και αόριστα. Η αρμόδια λειτουργός διαπιστώνει ότι η δήλωση του Αιτητή ότι δεν τους γνώριζαν γι’ αυτό και δεν προσπάθησαν να τον μυήσουν, στερείται ευλογοφάνειας. Επιπλέον, η αρμόδια λειτουργός έλαβε υπόψη της τις δηλώσεις του Αιτητή ότι δεν απειλήθηκε μετά που έσωσε την αδελφή του και παρέμεινε στη χώρα καταγωγής του για ένα με δύο μήνες προτού την εγκαταλείψει, χωρίς να υποστεί οποιαδήποτε δίωξη ή σοβαρή βλάβη από την κοινότητα Poro.

Η αρμόδια λειτουργός παραπέμπει σε πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής του Αιτητή που δεν επιβεβαιώνουν τις ανωτέρω προβαλλόμενες δηλώσεις του Αιτητή και κατά συνέπεια, δεν έγινε αποδεκτός ο δεύτερος ισχυρισμός του.

Έχω εξετάσει με προσοχή τον διοικητικό φάκελο του Αιτητή και, όπως προκύπτει από τα στοιχεία που βρίσκονται σ΄ αυτόν, ορθά η Υπηρεσία Ασύλου αποφάσισε ότι, παρά τους ισχυρισμούς που έγιναν αποδεκτοί αναφορικά με τους λόγους που τον οδήγησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του, αυτοί δεν εμπίπτουν στις πρόνοιες της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 και στον περί Προσφύγων Νόμο.

Σχετικά με τον ισχυριζόμενο φόβο δίωξης του από την κοινότητα Poro, παρατηρώ ότι οι απαντήσεις του Αιτητή στις ερωτήσεις της αρμόδιας λειτουργού ήταν αόριστες, επιφανειακές, ενώ απουσίαζε το προσωπικό και βιωματικό στοιχείο και η ευλογοφάνεια. Σε κάθε περίπτωση προκύπτει ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παραθέσει κύριες πληροφορίες αναφορικά με τον πυρήνα του αιτήματος του και τον φόβο δίωξης του από τις εν λόγω κοινότητες και την δραστηριοποίηση τους στην χώρα καταγωγής. Πέραν των μη ικανοποιητικών απαντήσεων που έδωσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, ως αυτές αναλύθηκαν ανωτέρω και ως καταγράφονται στην έκθεση εισήγηση των Καθ’ων σημεία τα οποία το δικαστήριο κρίνει ότι δεν υπάρχει λόγος διαφοροποίησής (Ερυθρά 52-51Δ.Φ.), διαπιστώνω ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει οποιαδήποτε πληροφορία αναφορικά με την εν λόγω κοινότητα απαντώντας γενικά ότι δεν γνωρίζει πολλές πληροφορίες σχετικά με τις εν κοινότητες που προαναφέρθηκαν (βλ. ερυθρό 24 δ.φ.). Επιπλέον, ερωτηθείς κατά πόσο του συνέβη οτιδήποτε από κάποιο άτομο το οποίο ανήκει στην κοινότητα, ο ίδιος απάντησε αρνητικά. Συνεπακόλουθα δεν προκύπτει ότι ο Αιτητής υπέστη οτιδήποτε που να συνιστά βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης πέραν της εικασίας ότι μπορεί να του κάνουν πνευματικές επιθέσεις. Ερωτηθείς εάν απειλήθηκε μετά τη διάσωση της αδελφής του, απάντησε αρνητικά αναφέροντας ότι κάποιος ντόπιος ιατρός τούς είπε ότι τους ψάχνουν, κάτι που είδε μέσα από την πνευματική του δύναμη, όμως δεν υπήρξε καμία απόπειρα επίθεσης. Τέλος, ερωτηθείς γιατί πιστεύει ότι θέλουν πάση θυσία να ενταχθεί ο Αιτητής στην συγκεκριμένη κοινότητα, αυτός αποκρίθηκε ότι δεν γνωρίζει αρκετά για αυτά τα θέματα. Θεωρώ εξαιρετικά σημαντικό το ότι ο Αιτητής παρέμεινε στον τόπο όπου διέμενε χωρίς να αντιμετωπίσει οποιοδήποτε πρόβλημα.

Ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να θεμελιώσει την εσωτερική αξιοπιστία των ισχυρισμών του και ως εκ τούτου δεν στοιχειοθετείται το στοιχείο του βάσιμου φόβου δίωξης στην περίπτωση του για κάποιο από τους λόγους που προβλέπονται από τη Σύμβαση της Γενεύης του 1951 (δίωξη λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, συμμετοχής σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα ή πολιτικών πεποιθήσεων)

Εναπόκειται στον αιτούντα να υποβάλει το συντομότερο δυνατόν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της αίτησης διεθνούς προστασίας και υποχρεούται να λάβει θετικά μέτρα για να υποστηρίξει την αίτησή του με πληροφορίες[1]. Ως έχει νομολογηθεί, ο Αιτητής πρέπει να καταβάλει ειλικρινή προσπάθεια να θεμελιώσει την αφήγηση του, ότι δηλαδή υπήρξε θύμα δίωξης στην χώρα καταγωγής του, ώστε να πληροί της προϋποθέσεις υπαγωγής του σε καθεστώς Διεθνούς Προστασίας[2]. Ωστόσο δεν υπάρχει υποχρέωση προσκόμισης εγγράφων ή άλλων αποδείξεων προς υποστήριξη κάθε συναφούς πραγματικού περιστατικού που επικαλείται ο αιτών, εντούτοις οφείλει προσωπικά να συνεργάζεται για την εξακρίβωση των πραγματικών περιστατικών της υπόθεσης. Εάν τα απαραίτητα στοιχεία της αίτησης δεν επιβεβαιωθούν κατά τη διαδικασία αξιολόγησης, το βάρος της τεκμηρίωσης της αίτησης το φέρει ο αιτών. Παρατηρείται ότι εν προκειμένω ο Αιτητής δεν έχει προβάλει κανέναν ευλογοφανή ισχυρισμό αναφορικά με το λόγο που τον ώθησε να αναζητήσει διεθνή προστασία από την Κυπριακή Δημοκρατία και ο οποίος να στοιχειοθετεί φόβο δίωξης ή κίνδυνο σοβαρής βλάβης, παρά το γεγονός ότι είχε την ευκαιρία να το πράξει.

Υπενθυμίζεται συναφώς ότι σύμφωνα με το άρθρο 16 του Περί Προσφύγων Νόμου [Ν. 6(Ι)/2000, ως έχει τροποποιηθεί], αρχικά, το βάρος απόδειξης το φέρει ο Αιτητής ο οποίος υποχρεούται να υποστηρίξει την αίτηση του με όλα τα έγγραφα και στοιχεία που έχει στην κατοχή του, αλλά και γενικότερα να βοηθήσει την Υπηρεσία Ασύλου με τον καλύτερο τρόπο να διαπιστώσει τα γεγονότα της υπόθεσης του. Ως έχει νομολογηθεί, ο Αιτητής πρέπει να καταβάλει ειλικρινή προσπάθεια να θεμελιώσει την αφήγηση του ότι δηλαδή υπήρξε θύμα δίωξης στην χώρα καταγωγής του, ώστε να πληροί της προϋποθέσεις υπαγωγής του στο καθεστώς Διεθνούς Προστασίας. (βλ. WILLIAM CRISANTHA MAL FRANCIS KARUNARATHNA ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ κ.α, Υπόθεση Αρ. 1875/2008, 1 Μαρτίου 2010).

Επιπρόσθετα, λαμβάνω υπόψη ότι κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξης του ο Αιτητής είχε την δυνατότητα να αναφέρει οτιδήποτε επιθυμούσε σχετικά με το κατ’ ισχυρισμό πρόβλημα που είχε με την οργάνωση Poro και Bondo, κάτι που δεν έπραξε, αλλά αρκέστηκε σε γενικολογίες και ασάφειες. (βλ. άρθρο 13(10) Περί Προσφύγων). Ούτε και στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας ο Αιτητής, και λαμβανομένου του ελέγχου που ασκεί το παρόν δικαστήριο να εξετάσει την παρούσα υπόθεση επί της ουσίας, ήταν σε θέση να δώσει ικανοποιητικές απαντήσεις στα ως άνω σημεία αναξιοπιστίας που εντόπισαν οι Καθ’ων η Αίτηση αλλά ούτε και σε ερωτήσεις που του τέθηκαν από το Δικαστήριο, ώστε να τεκμηριώσει αντικειμενικό βάσιμο φόβο δίωξης για έναν από τους λόγους που αναφέρει το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, ανατρέποντας στην ουσία τα συμπεράσματα των Καθ’ων η Αίτηση, έστω και χωρίς να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία. (Βλ. επίσης νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, αποφάσεις αρ. 1093/2008, 817/2009 και 459/2010).

Ως εκ τούτου, και για σκοπούς εξέτασης και υπαγωγής των πραγματικών περιστατικών του Αιτητή στο νομικό πλαίσιο για τη χορήγηση διεθνούς προστασίας, το Δικαστήριο κρίνει ότι ορθώς οι Καθ’ων η Αίτηση έκριναν ότι δεν στοιχειοθετείται η εσωτερική αξιοπιστία του Αιτητή όσον αφορά στα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά της αίτησης του.

Προς τούτο τονίζω ότι ο όρος «αξιοπιστία» δεν ορίζεται από το Κοινό Ευρωπαϊκό Σύστημα Ασύλου. Η χρήση του όρου, από το άρθρο 4 παράγραφος 5 στοιχείο (ε) της οδηγίας 2011/95/EE αναφέρεται στη γενική αξιοπιστία ενός αιτούντος, αλλά αυτό είναι στο πλαίσιο ενός συγκεκριμένου κανόνα που διέπει τη μη επιβεβαίωση πτυχών των δηλώσεων του αιτούντος. Κατά συνέπεια, η αξιολόγηση της αξιοπιστίας αφορά τη διαδικασία έρευνας για το εάν το σύνολο ή μέρος των δηλώσεων του αιτούντος ή άλλα αποδεικτικά στοιχεία που υποβλήθηκαν από αυτόν σχετικά με τα ουσιαστικά γεγονότα (material facts) μπορεί να γίνουν δεκτά προκειμένου να διαπιστωθεί εάν ο Αιτητής εμπίπτει στις προϋποθέσεις παραχώρησης καθεστώτος διεθνούς προστασίας.

Αυτή η αξιολόγηση μπορεί να περιλαμβάνει την επαλήθευση εάν οι δηλώσεις του αιτούντος είναι συνεπείς, επαρκώς λεπτομερείς, εύλογες και συμβατές με τα έγγραφά του, τις πηγές πληροφόρησης και κάθε άλλο αποδεικτικό στοιχείο που αποκτήθηκε. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η αξιολόγηση της αξιοπιστίας δεν σημαίνει ότι σε όλες τις περιπτώσεις ο υπεύθυνος λήψης αποφάσεων θα προβεί σε επαλήθευση και θα καταλήξει με απόλυτη βεβαιότητα αναφορικά με την αλήθεια των δηλώσεων του αιτούντος. Η Ύπατη Αρμοστεία έχει ορίσει την αξιοπιστία ως εξής: «Ο αιτών άσυλο κρίνεται αξιόπιστος, όταν έχει προβάλει ισχυρισμούς που παρουσιάζουν συνοχή και είναι εύλογοι, που δεν είναι αντιφατικοί με τα κοινά τοις πάσι γεγονότα και κατά συνέπεια μπορεί να οδηγήσουν τον υπεύθυνο της συνέντευξης στη δημιουργία πεποίθησης για το βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης που εκφράζει.». Η ως άνω προσέγγιση υιοθετήθηκε και από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην Υπόθεση JK και Others v Sweden, αριθμός αίτησης 59166/12, Παρ. 53.

Στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», αναφέρεται στην σελίδα 98, παράγραφος 4.5.3 ότι σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να γίνεται μια αντικειμενική και ισορροπημένη στάθμιση του κατά πόσον οι ισχυρισμοί του αιτητή αντικατοπτρίζουν αυτό που θα ήταν εύλογα αναμενόμενο από κάποιον με τις περιστάσεις του ο οποίος εκφράζει δια τούτων μια αληθινή προσωπική εμπειρία («Σε κάθε περίπτωση, απαπείται ισορροπημένη και αντικειμενική αξιολόγηση του αν η αφήγηση του αιτούντος αντικατοπτρίζει την αφήγηση που αναμένεται από ένα πρόσωπο στην κατάσταση του αιτούντος το οποίο αφηγείται μια πραγματική προσωπική εμπειρία.»). Περαιτέρω, στην προηγούμενη σελίδα του εγχειριδίου, αναφέρεται ότι είναι γενικά εύλογο να αναμένεται ότι αίτημα θα πρέπει να παρουσιάζεται τεκμηριωμένα και με επαρκείς λεπτομέρειες αλλιώς οι ελλείψεις αυτές στις λεπτομέρειες μπορεί να συνιστούν έλλειψη σχετικών στοιχείων («Η μη επαρκής παροχή λεπτομερειών μπορεί επίσης να ισοδυναμεί με αυτό που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 5 στοιχείο β) της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση) ως έλλειψη «λυσιτελών στοιχείων». »).

Παράλληλα φρονώ ότι οι Καθ’ ων η αίτηση αξιολόγησαν επαρκώς και δεόντως τις δηλώσεις που παρέθεσε ο Αιτητής συνεκτιμώντας την ατομική κατάσταση και τις προσωπικές του περιστάσεις (άρθρο 13 Α (9) του Περί Προσφύγων Νόμου 2000 (6(I)/2000). Επί των όσων ανέφερε ό Αιτητής εύλογα παρατηρούνται ασυνέπειες και ανακολουθίες στα λεγόμενα του που άπτονται του ουσιώδους πραγματικού περιστατικού και οδηγούν σε σαφές και βέβαιο συμπέρασμα ότι τα αποδεικτικά στοιχεία του αιτούντος στερούνται εσωτερικής αξιοπιστίας.

Επιπλέον και επί των όσων αναφέρει δεν καταδεικνύεται, λαμβανομένης υπόψη της ατομικής κατάστασης και των προσωπικών περιστάσεων του αιτούντος, ότι εκτέθηκε ή κινδυνεύει να εκτεθεί ο ενδιαφερόμενος σε πράξεις δίωξης οι οποίες να παραβιάζουν την προσωπική ακεραιότητα ή και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια του. Συνεπώς ο φόβος δίωξης του Αιτητή δεν εμπίπτει στην έννοια της δίωξης κατά το άρθρο 1 A παράγραφος 2 της Σύμβασης της Γενεύης του 1951, καθότι δεν είναι αρκούντως σοβαρή λόγω της φύσης ή της επανάληψής της, ώστε να συνιστά σοβαρή παραβίαση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η έννοια της προσωπικής ακεραιότητας και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, καθώς και ο τρόπος και ο βαθμός οποιασδήποτε βλάβης ή απειλής βλάβης που θίγει την ατομική κατάσταση του αιτούντος, συμπεριλαμβανομένων παραγόντων όπως το προσωπικό ιστορικό, το φύλο και η ηλικία, είναι στοιχεία λυσιτελή για την εκτίμηση αυτή. Η παραβίαση βασικού ανθρώπινου δικαιώματος μπορεί να χαρακτηρισθεί σοβαρή λόγω του ιδιαίτερου αντικτύπου της σε συγκεκριμένο αιτούντα[3].

Επιπρόσθετα, λαμβάνοντας υπόψη το περιεχόμενο του Διοικητικού φακέλου και όσα ανέφερε ο Αιτητής, κρίνω ότι δεν αποδεικνύεται να υπάρχει συσχετισμός μεταξύ των πράξεων δίωξης (άρθρο 3Γ Περί Προσφύγων Νόμου) και των λόγων δίωξης (άρθρο 3Δ του Περί Προσφύγων Νόμου).

Υπενθυμίζω ότι σύμφωνα με το αρ.3 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (6(I)/2000) (στο εξής ο Νόμος) και αρ.2 (δ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (στο εξής η Οδηγία), ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται «[.] πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγενείας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής [.]». Σύμφωνα δε με το αρ.3Γ του Νόμου και αντίστοιχα αρ. 9 της Οδηγίας, η πράξη δίωξης η οποία προκαλεί βάσιμο φόβο καταδίωξης θα πρέπει να «είναι αρκούντως σοβαρή λόγω της φύσης ή της επανάληψής της ώστε να συνιστά σοβαρή παραβίαση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ειδικά των δικαιωμάτων από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση βάσει του άρθρου 15 παράγραφος 2 της ευρωπαϊκής σύμβασης για την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών· ή να αποτελεί σώρευση διαφόρων μέτρων συμπεριλαμβανομένων παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η οποία να είναι αρκούντως σοβαρή ούτως ώστε να θίγεται ένα άτομο κατά τρόπο αντίστοιχο με τον αναφερόμενο στο στοιχείο».

Η δίωξη ή η σοβαρή βλάβη που ανωτέρω αναφέρονται πρέπει να προέρχεται από τους φορείς δίωξης που αναφέρονται στα αρ.3Α και 6 του Νόμου και της Οδηγίας αντίστοιχα και να αποδειχθεί περαιτέρω ότι οι φορείς προστασίας που αναφέρονται στα αρ.3Β και 7 του Νόμου και της Οδηγίας αντίστοιχα δεν επιθυμούν ή δεν δύνανται να παρέχουν την απαιτούμενη προστασία κατά αυτών των πράξεων, αλλά και, στην περίπτωση ειδικά του πρόσφυγα, θα πρέπει να αποδειχθεί [βλ. αρ.4Γ(3) και 9(3) του Νόμου και της Οδηγίας αντίστοιχα] ότι υπάρχει συσχετισμός των λόγων που αναφέρονται στο αρ.3Δ και 10 του Νόμου και της Οδηγίας αντίστοιχα με τις πράξεις δίωξης, ήτοι αυτές να προκύπτουν για τους εκεί αναφερόμενους λόγους.

Από το περιεχόμενο του Διοικητικού φακέλου και τα ως άνω αναφερθέντα προκύπτει ότι δεν συντρέχει αλλά ούτε αποδεικνύεται κάποια από τις ως άνω βασικές προϋποθέσεις του Περί Προσφύγων Νόμου ώστε να αναγνωριστεί στο πρόσωπο του Αιτητή το καθεστώς του Πρόσφυγα σύμφωνα με το άρθρο 3 του ιδίου Νόμου.

Αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία των ισχυρισμών του Αιτητή και ως προς το «αντικειμενικό στοιχείο» του φόβου, σημειώνεται ότι ο όρος «βάσιμος φόβος» σημαίνει ότι πρέπει να υπάρχει έγκυρη αντικειμενική βάση για τον φόβο δίωξης του αιτούντος. Ως εκ τούτου είναι αναγκαίο να αξιολογηθούν οι ισχυρισμοί αυτού, όχι με τρόπο αφηρημένο, αλλά σε συσχετισμό με το όλο πλαίσιο της κατάστασης στην χώρα καταγωγής του. Το συγκεκριμένο στοιχείο του ορισμού του πρόσφυγα αφορά τον κίνδυνο ή την πιθανότητα να υποστεί δίωξη. Ο φόβος θεωρείται βάσιμος, εάν διαπιστώνεται ότι υπάρχει «εύλογη» πιθανότητα να υλοποιηθεί στο μέλλον. Για τη διαπίστωση αυτή, είναι απαραίτητο να αξιολογούνται οι δηλώσεις του αιτούντος υπό το πρίσμα όλων των σχετικών περιστάσεων της υπόθεσης [άρθρο 4 παράγραφος 3 της ΟΕΑΑ (οδηγία 2013/32/ΕΕ αναδιατύπωση)] και να ελέγχονται οι περιστάσεις που επικρατούν στη χώρα καταγωγής του, καθώς και η συμπεριφορά των υπευθύνων δίωξης. Επομένως, η διαπίστωση του βάσιμου φόβου συνδέεται στενά με το καθήκον της αξιολόγησης των αποδεικτικών στοιχείων και της αξιοπιστίας που διέπεται πρωτίστως από το άρθρο 4 της ΟΕΑΑ (οδηγία 2013/32/ΕΕ αναδιατύπωση). 

Το Δικαστήριο προέβη σε έρευνα σε πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, λαμβανομένου ότι το παρών δικαστήριο έχει πρόσβαση σε ακριβείς και επικαιροποιημένες πληροφορίες από διάφορες πηγές σχετικά με τη γενική κατάσταση που επικρατεί στις χώρες καταγωγής και διέλευσης κατά τον χρόνο λήψης της απόφασής του [βλ. άρθρο 10 παράγραφος 4 της Οδηγία 2013/32/ΕΕ (αναδιατύπωση)], σε συνάρτηση βέβαια με το άρθρο 4 της 2011/95/ΕΕ της οδηγίας (αναδιατύπωση) και άρθρο 46 της οδηγίας 2013/32/ΕΕ (αναδιατύπωση), όπου απαιτείται να υπάρχει «πλήρης και ex nunc εξέταση τόσο των γεγονότων όσο και νομικά σημεία» με τα ακόλουθα ευρήματα:

Στο CORI AnalysisFear of forced initiation into the Poro Secret Society in Freetownαναφέρεται ότι η κοινότητα των Poro είναι ένας παλιός πολιτιστικός θεσμός στη Σιέρα Λεόνε, τη Λιβερία και την Ακτή Ελεφαντοστού. Τα μέλη της προέρχονται από διάφορες εθνοτικές ομάδες, συμπεριλαμβανομένων των Mende και Temne[4]]. Η μυστική κοινότητα των Poro δεν διαθέτει κεντρική οργανωτική δομή, αφού λειτουργεί μέσω ανεξάρτητων τοπικών ομάδων. Ωστόσο, αυτές οι ομάδες διαφέρουν από άλλες κοινότητες, καθότι έχουν τη δυνατότητα να εδραιώνουν διαύλους επικοινωνίας και πολιτικές συμμαχίες μεταξύ τους, που υπερβαίνουν τα εθνοτικά και γλωσσικά σύνορα.

Το ACCORD - Austrian Center for Country of Origin & Asylum Research and Documentation στο Query response on Liberia: Information on the Poro Society [a10332][5],αναφέρει ότι οι Sande και οι Poro είναι σημαντικοί θεσμοί στο μεγαλύτερο μέρος της Σιέρα Λεόνε και της ΛιβερίαςΤα περισσότερα μέλη της κοινότητας εντάσσονται μέσω τελετουργικών μύησης, διαδικασία η οποία σηματοδοτεί το τέλος της παιδικής τους ηλικίας και την είσοδό τους στην ενήλικη ζωή. Οι Poro και οι Sande αποτελούν σημαντική πηγή δύναμης στην περιοχή, και τα μέλη της πολιτικής ελίτ της Σιέρα Λεόνε και της Λιβερίας προσπάθησαν να γίνουν μέλη αυτών των κοινοτήτων, εν μέρει για να τις ελέγχουν.

Σύμφωνα με πηγή, η συμμετοχή σε μυστική αίρεση αποτελεί προϋπόθεση για να καταστεί κάποιος πλήρες μέλος τη φυλής και είναι απαραίτητο ώστε να θεωρείται ενήλικας και να παντρευτεί, συνεπώς σχεδόν όλοι όσοι βρίσκονται στις επαρχίες της Σιέρα Λεόνε (ειδικότερα στην ύπαιθρο) ανήκουν σε μυστική αίρεση (secret society).[6] Βάσει πηγών τα μέλη της Poro Society σημαδεύονται με πληγές, και τα αγόρια καθώς μένουν σε καταυλισμούς μακριά από τους γονείς και τους φίλους τους, συμμετέχουν σε τελετουργικά ενώ η τελετή μύησης μπορεί να πάρει μέχρι και τρία χρόνια για την προετοιμασία ανάληψης ρόλων στην κοινωνία.[7]

Σύμφωνα με πηγές, οι μυστικές αιρέσεις όπως η Poro Society, παίζουν σημαντικό ρόλο στη ρύθμιση κοινωνικών ζητημάτων, του σεβασμού και του ελέγχου, ενώ προετοιμάζουν τα αγόρια και τα κορίτσια για την ενηλικίωση.[8] Τα τελετουργικά περιλαμβάνουν ενδυμασία, βάψιμο του προσώπου και χρήση διάφορων αντικειμένων όπως μπουκάλια με κρασί προς ένδειξη ευγνωμοσύνης προς τα θεϊκά πνεύματα.[9]

Αναφορικά με τα τελετουργικά μύησης, σύμφωνα με την έκθεση του Dr Fanthorpe, τα μέλη των μυστικών αιρέσεων εισάγονται μέσω μύησης, και είναι υποχρεωμένα να ακολουθούν μια σειρά από νόμους και πρωτόκολλα για να διασφαλιστεί η συνεργασία των πνευματικών δυνάμεων.[10] Οι μυημένοι δεν μπορούν να μιλούν για την ομάδα σε μη-μυημένους και οι μη-μυημένοι δεν μπορούν να παρακολουθούν τελετουργικά της ομάδας, ενώ ορισμένες ομάδες έχουν τη δυνατότητα να επιβάλουν απαγόρευση κυκλοφορίας σε περιοχές απαιτώντας να παραμένουν εσώκλειστοι οι μη-μυημένοι με καλυμμένα τα παράθυρα.[11] Κάθε τοπική ομάδα της Poro Society έχει μια θαμνώδη τοποθεσία (bush) όπου γίνεται η μύηση και σηματοδοτεί πολλές φορές όχι μόνο την είσοδο στην κοινωνική ομάδα αλλά και το πέρασμα στην ενηλικίωση. Κατά τη διάρκεια της μύησης, τα αγόρια μένουν σε μια κατασκήνωση μακριά από τους γονείς και τους φίλους τους, κοιμούνται στην ύπαιθρο και φωνάζουν για να τρομάξουν τους αγνώστους που τυχαίνει να πλησιάσουν. Εκεί μαθαίνουν τις αρχαίες παραδόσεις και εξασκούνται στο τύμπανο και τραγούδια Poro και συναντώνται με μασκοφόρους μυημένους που υποδύονται πνεύματα, ο αρχηγός των οποίων είναι γνωστός ως Gbeni. Στο τέλος της εκπαίδευσης επιστρέφουν στην κοινότητα ως πλήρως ανεπτυγμένοι ενήλικες.[12]

Τα αγόρια μαθαίνουν να είναι άνδρες διδασκόμενοι παραδοσιακούς νόμους, έθιμα, χειροτεχνία, κτηνοτροφία, πνευματικές γνώσεις, πώς να μάχονται, ενώ υπόκεινται σε ανταγωνιστικές δοκιμασίες φυσικής αντοχής σύμφωνα με το CORI.[13] Δίνεται επίσης, έμφαση στο να μπορούν να κρατούν μυστικά ενώ οι νεαροί άνδρες "σκοτώνονται" συμβολικά και αναγεννιούνται ως ενήλικες, προετοιμασμένοι για την κοινωνία.[14] Η δοκιμασία είναι δύσκολη και περιστασιακά κάποιος μπορεί να πεθάνει κατά τη διάρκειά της.

Η μύηση μερικές φορές διαρκεί σχεδόν τρία χρόνια και οι νεαροί διδάσκονται τον ρόλο τους στην κοινωνία.[15] Εν τω μεταξύ, για τη μύηση μελών όπως παραδοσιακών ηγετών, αρχηγών τελετών και άλλων που κατέχουν θέσεις στη μυστική αίρεση, η παράδοση απαιτεί μια τελετή απομόνωσης γνωστή ως «Kantha» [16].

Η κοινότητα των Poro έχει το δικό της κατάλυμα σε κάθε χωριό ή πόλη και κάθε τοπικό κατάλυμα έχει το δικό του εσωτερικό συμβούλιο που διαχειρίζεται τις υποθέσεις του. Μεταξύ τους υπάρχει επαφή μέσω αγγελιαφόρων. Οι Poro ισχυρίζονται ότι οι κανόνες και οι δυνάμεις τους είναι δώρο από τον «Θεό» στους ανθρώπους. Και επειδή οι κανόνες, η δύναμη και η γνώση του κόσμου των πνευμάτων δόθηκε στους Poro, η δύναμη της κοινότητας να ελέγχει την πολιτική, δικαστική και οικονομική πτυχή της παραδοσιακής ζωής είναι βασισμένες στην ικανότητα της κοινότητας να διοικεί την επαφή των ανθρώπων με τον κόσμο των πνευμάτων. Η μυστικότητα την οποία πρεσβεύουν τα μέλη των Poro και άλλων μυστικών κοινοτήτων, έχει τη βάση της στην ιερότητα της κοινότητας και όχι σε απώτερα κίνητρα της συμμετοχής σε αυτήν.[17]

Οι κοινότητες των Poro δεν αποτελούν αμιγώς θρησκευτική αίρεση με την έννοια της απόσχισης από ένα πρωταρχικό/μητρικό δόγμα, αλλά κοινότητες οι οποίες λειτουργούν ως θεματοφύλακες των παραδοσιακών αφρικανικών θρησκευτικών και άλλων παραδόσεων, ενώ παράλληλα διατηρούν και ρόλο στις υπόλοιπες πτυχές της ζωής - όπως η κοινωνική, οικονομική και πολιτική - των πολιτών στη Σιέρα Λεόνε. Αφετέρου, διαφαίνεται από τις πηγές ότι η συμμετοχή στις κοινότητες των Poro δεν αποκλείει αυτόματα τον ασπασμό κάποιας θρησκείας, όπως για παράδειγμα του ισλαμισμού ή του χριστιανισμού. Τέλος, τα μέτρα τα οποία λαμβάνουν οι Poro εναντίον όσων αποχωρούν από την κοινότητα, δεν φαίνεται να φτάνουν στο σημείο να αποτελέσουν απειλή για τη ζωή κάποιου προσώπου.[18]

Με βάση τις πιο πάνω πληροφορίες, η Poro Society δραστηριοποιείται στην νότια περιφέρεια της Σιέρα Λεόνε και αφορά ως επί το πλείστον άντρες που ανήκουν στις εθνοτικές ομάδες temne και mende. Αντιθέτως, ο Αιτητής ζούσε στο Freetown, άρα δυτική περιφέρεια και κατά την ακροαματική διαδικασία, δήλωσε ότι ανήκει στην εθνοτική ομάδα Creole. Πέραν τούτου, ο Αιτητής δεν ήταν αρκετά νεαρός, αφού ανεξάρτητες πηγές πληροφόρησης από τη χώρα καταγωγής[19] αναφέρουν ότι οι τελετές μύησης λαμβάνουν χώρα κατά την εφηβεία. Ο Αιτητής ισχυρίστηκε στην συνέντευξη ότι ήταν 22 με 23 ετών όταν του ζητήθηκε να τον μυήσουν και δεν έδωσε επαρκείς εξηγήσεις, παρόλο που η λειτουργός του επισήμανε ότι η δήλωση του έρχεται σε αντίθεση με πληροφορίες αναφορικά με την χώρα καταγωγής του.

 Συνεπώς, ο Αιτητής δεν έχει αρκετά από τα στοιχεία του προφίλ ατόμου που συνήθως διατρέχει τον κίνδυνο να εξαναγκαστεί σε μύηση από την Poro Society. Λαμβάνω υπόψη το γεγονός ότι μπορεί να υπάρξουν εξαιρέσεις στα πιο πάνω στοιχεία, όπως για παράδειγμα ότι κάποιες φορές ο λόγος μύησης δεν είναι το νεαρό της ηλικίας αλλά το γεγονός ότι το άτομο «κληρονομά» την υποχρέωση να ενταχθεί στην οργάνωση όταν πρόκειται για απόγονο (ηγετικού) μέλους της Poro Society, το οποίο απεβίωσε. Ως εκ τούτου, συνδυάζοντας τις ανωτέρω πληροφορίες, σε συνάρτηση με την έλλειψη γνώσεων και πληροφοριών σχετικά με την λειτουργία των εν λόγω οργανώσεων και κατ’ επέκταση τον φορέα υποτιθέμενης δίωξης του Αιτητή, το Δικαστήριο κρίνει τον υπό εξέταση ισχυρισμό ως εξωτερικά μη αξιόπιστο.

Σε κάθε περίπτωση όμως, βασιζόμενος στην αξιολόγηση της εσωτερικής αξιοπιστίας του υπό εξέταση ισχυρισμού και διαπιστώνοντας ότι ελάχιστες πληροφορίες επιβεβαιώνονται από εξωτερικές πηγές, φρονώ ότι δεν επαρκούν προκειμένου να θεμελιωθεί η αξιοπιστία του υπό εξέταση ισχυρισμού. Στο σύνολό του, το Δικαστήριο καταλήγει, ομοίως με τους Καθ’ων η αίτηση, στην απόρριψη του υπό εξέταση ισχυρισμού ως μη αξιόπιστο, καθώς, για τους λόγους που αναλύθηκαν ανωτέρω, δεν κρίνεται ότι αντικατοπτρίζει βιωματικό περιστατικό.

Λαμβάνοντας υπόψιν το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου αλλά και επί των όσων ο Αιτητής ανέφερε ενώπιον του Δικαστηρίου, κρίνω ότι οι Καθ' ων η Αίτηση αξιολόγησαν τους ουσιώδεις ισχυρισμούς του Αιτητή (αξιολόγηση αξιοπιστίας) και βάσει αυτών που έγιναν τελικά αποδεκτοί, έκριναν στη συνέχεια ότι δεν υπάρχει πιθανότητα ο Αιτητής να υποβληθεί σε μεταχείριση που συνιστά δίωξη ή σοβαρή βλάβη (αξιολόγηση κινδύνου). Ο βασικός λόγος για τον οποίο δεν έγινε δεκτό το αίτημα του αιτητή περί δίωξης του ήταν το γεγονός της μη απόδειξης της αληθοφάνειας των βασικών ισχυρισμών του και του κλονισμού της αξιοπιστίας του, λόγω ουσιωδών αντιφάσεων, ελλείψεων και αδυναμιών οι οποίες εντοπίστηκαν στις συνεντεύξεις που έδωσε. Όπως έχει εξάλλου νομολογηθεί, κρίση επί της αξιοπιστίας Αιτητή και έγερση κωλύματος έγκρισης αίτησης για το λόγο της αναξιοπιστίας ως προς τα προβαλλόμενα από τον αιτητή είναι επιτρεπτή. (Βλ. σχετικά απόφαση στην υπόθεση Amiri v. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων κ.ά.  Khalil v. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 466/2010, 28.9.2012).

Ούτε μπορεί να αναγνωριστεί στον αιτούντα «το ευεργέτημα της αμφιβολίας»[20], όπως αυτό καθορίζεται στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου, για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των προσφύγων. Το ευεργέτημα της αμφιβολίας δίδεται μόνο εκεί όπου ο Αιτητής έχει υποβάλει όλα τα διαθέσιμα σε αυτόν στοιχεία σε σχέση με την αίτησή του, τα οποία έχουν ελεγχθεί και, ο αρμόδιος λειτουργός ή/και ο Προϊστάμενος ικανοποιούνται ότι ο Αιτητής είναι γενικά αξιόπιστος[21]. Εν προκειμένω, ο Αιτητής δεν τεκμηρίωσε, είτε στο πλαίσιο της διοικητικής διαδικασίας, είτε της παρούσας διαδικασίας, οποιοδήποτε ειδικό ισχυρισμό περί δίωξης. Όπως έχει εξάλλου νομολογηθεί, κρίση επί της αξιοπιστίας αιτητή και έγερση κωλύματος έγκρισης αίτησης για το λόγο της αναξιοπιστίας ως προς τα προβαλλόμενα από τον αιτητή είναι επιτρεπτή. (Βλ. σχετικά απόφαση στην υπόθεση Amiri v. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων κ.ά. , Khalil v. Δημοκρατίας,).

Πέραν των ως άνω αναφερθέντων και εφόσον έχει παρέλθει αρκετό διάστημα από την πρωτοβάθμια εξέταση της αίτησής του, κρίνω σκόπιμο για λόγους πληρότητας της απόφασής μου, να αναφερθώ και σε πρόσφατες πηγές σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στην πόλη Freetown από την οποία κατάγεται και αποτελεί και τον τόπο τελευταίας διαμονής του.

Σύμφωνα με το portal Rule of Law in Armed Conflict (RULAC), πρωτοβουλία της Ακαδημίας της Γενεύης για το Διεθνές Ανθρωπιστικό Δίκαιο και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, η Σιέρα Λεόνε δεν βρίσκεται υπό ένοπλη σύρραξη.[22]

Σχετικά με τα περιστατικά ασφαλείας, κατά το διάστημα 19/01/2023 - 19/01/2024, η ACLED κατέγραψε συνολικά 26 περιστατικά ασφαλείας (μία μάχη, 8 περιπτώσεις βίας κατά πολιτών, 9 εξεγέρσεις, και 8 διαδηλώσεις) στη δυτική περιοχή της χώρας όπου βρίσκεται η πρωτεύουσα Freetown με αποτέλεσμα 28 θανάτους.[23] 

Σύμφωνα με την πλέον πρόσφατη απόφαση του ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland αναφορικά με το άρθρο 15γ της Οδηγίας 2011/95 «το άρθρο 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι απαγορεύει την ερμηνεία εθνικής ρυθμίσεως, σύμφωνα με την οποία, όταν ένας άμαχος δεν αποτελεί ειδικά στοχοποιημένο πρόσωπο λόγω ιδιαίτερων προσωπικών περιστάσεων, η διαπίστωση σοβαρής και ατομικής απειλής για τη ζωή ή το πρόσωπο του εν λόγω πολίτη λόγω "αδιάκριτης βίας σε καταστάσεις ... ένοπλης συγκρούσεως", κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, εξαρτάται από την προϋπόθεση ότι η αναλογία μεταξύ του αριθμού των θυμάτων στη σχετική περιοχή και του συνολικού αριθμού των ατόμων που απαρτίζουν τον πληθυσμό της περιοχής αυτής αγγίζει ένα καθορισμένο όριο» (σκέψη 37).

Περαιτέρω έκρινε ότι «το άρθρο 15, στοιχείο γ', της οδηγίας 2011/95 έχει την έννοια ότι, προκειμένου να διαπιστωθεί αν υφίσταται "σοβαρή και ατομική απειλή", κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, απαιτείται συνολική εκτίμηση όλων των περιστάσεων της συγκεκριμένης περιπτώσεως, ιδίως εκείνων που χαρακτηρίζουν την κατάσταση της χώρας καταγωγής του αιτητή» (σκέψη 45). Ως επιμέρους στοιχεία που ενδεχομένως θα μπορούσαν να ληφθούν υπ' όψιν προτείνονται τα εξής: η ένταση των ένοπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκόμενων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύγκρουσης, καθώς και άλλα όπως η γεωγραφική έκταση της περιοχής όπου εκδηλώνεται αδιάκριτη βία, ο πραγματικός προορισμός του αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στη σχετική χώρα ή περιοχή και οι δυνητικά στοχευμένες επιθέσεις κατά αμάχων που πραγματοποιούνται από τα μέρη της σύγκρουσης (βλ. σκέψη 43).

Δια ταύτα, δεν προκύπτει ότι συντρέχει αδιακρίτως ασκούμενη βία στον τελευταίο τόπο διαμονής του Αιτητή, ο βαθμός της οποίας να είναι τόσο υψηλός, ώστε να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμηθεί ότι ο Αιτητής, ακόμα κι αν υποτεθεί ότι θα επιστρέψει στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί στην εν λόγω απειλή [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94 Elgafaji, σκέψη 43].

Κατά συνέπεια και με βάση τα παρατεθέντα στοιχεία, συνάγεται ότι το επίπεδο της βίας δεν είναι τόσο υψηλό ούτως ώστε να θεωρηθεί ότι ο Αιτητής σε περίπτωση επιστροφής του, θα κινδυνεύσει ως μέλος του άμαχου πληθυσμού απλώς και μόνο λόγω της παρουσίας του στην περιοχή. Σε κάθε περίπτωση πρόκειται για έναν νέο και υγιή άντρα, χωρίς κάποιο πρόβλημα υγείας που θα αύξανε σημαντικά το ρίσκο του συγκριτικά με τον μέσο πληθυσμό και, συνεπώς, θεωρείται ότι μπορεί να προστατευθεί αποτελεσματικά σε περίπτωση που λάβει χώρα κάποιο περιστατικό ασφαλείας. Συνεπώς, δεν πληρούνται στο πρόσωπο του Αιτητή οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας με βάση το άρθρο 19 του Περί Προσφύγων Νόμου.

Τέλος, φρονώ ότι στην προκείμενη περίπτωση, από το προαναφερόμενο ιστορικό και δεδομένου ότι ο Αιτητής δεν επικαλείται ειδικώς, ότι ενόψει των προσωπικών της περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής [Βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32)], δεν προκύπτει ότι αυτός διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του [βλ άρθρο 19(2)(α) και (β) περί Προσφύγων Νόμου].

Υπό το φως των όσων έχω αναφέρει ανωτέρω, αλλά και των σχετικών διατάξεων του Νόμου, κρίνω ότι ορθά η Υπηρεσία Ασύλου έκρινε ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων και ότι η περίπτωσή του δεν πληρούσε τις υπό του Νόμου προβλεπόμενες προϋποθέσεις για αναγνώριση του καθεστώτος του πρόσφυγα, σύμφωνα με το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου. Περαιτέρω, φρονώ ότι και η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου αναφορικά με την μη ύπαρξη των προϋποθέσεων για χορήγηση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου) είναι ορθή, αφού από τα στοιχεία που προσκόμισε ο Αιτητής δεν προκύπτει να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.

Πέραν τούτου, διαπιστώνω ότι κατά το στάδιο της διοικητικής διαδικασίας υποβλήθηκαν στον Αιτητή ανοικτής φύσεως ερωτήματα, τα οποία είχε τη δυνατότητα να απαντήσει. Η αρμόδια λειτουργός έκανε επαρκείς ερωτήσεις, για να καλύψει τόσο τον πυρήνα του αιτήματος, όσο και τα επιμέρους θέματα, ακολουθώντας την ορθή διερευνητική διαδικασία και επιπρόσθετα συνεργάστηκαν με τον αιτούντα κατά το στάδιο προσδιορισμού των συναφών στοιχείων της αιτήσεως αυτής.[24] Παράλληλα οι Καθ' ων η Αίτηση αξιολόγησαν επαρκώς και δεόντως τις δηλώσεις και τα έγραφα που παρέθεσε ο Αιτητής συνεκτιμώντας την ατομική κατάσταση και τις προσωπικές του περιστάσεις [άρθρο 13 Α (9) του Περί Προσφύγων Νόμου 2000 (6(I)/2000]. Επί των όσων ανέφερε ο Αιτητής, εύλογα παρατηρούνται ασυνέπειες και ανακολουθίες στα λεγόμενα του που άπτονται των ουσιωδών πραγματικών περιστατικών και οδηγούν σε σαφές και βέβαιο συμπέρασμα ότι τα αποδεικτικά στοιχεία του αιτούντος στερούνται εσωτερικής αξιοπιστίας.

Με βάση το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου και αφού εξέτασα τόσο τη νομιμότητα, όσο και την ουσία της παρούσης, καταλήγω ότι το αίτημα του Αιτητή εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και εύλογα απορρίφθηκε η αίτησή του για διεθνή προστασία. Η απόφαση της Διοίκησης, αποτελεί προϊόν επαρκούς έρευνας και ορθής αξιολόγησης όλων των δεδομένων και στοιχείων, σύμφωνα και με το Νόμο και είναι πλήρως αιτιολογημένη.

Ορθά η Διοίκηση, κατέληξε ότι τα γεγονότα της υπό εξέταση περίπτωσης δε στοιχειοθετούσαν τις αναγκαίες προϋποθέσεις για να αναγνωριστεί στον Αιτητή το καθεστώς του πρόσφυγα, ως προβλέπεται στα άρθρα 3-3Δ του Νόμου, αφού δεν τεκμηριώθηκε βάσιμος φόβος δίωξης, για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, ούτε το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας που προβλέπεται στο άρθρο 19 του Νόμου, αφού αυτός «δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο ότι θα υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη, ως καθορίζεται στο άρθρο 19(2)».

Δια τους λόγους που πιο πάνω αναφέρονται η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα €600 υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον του Αιτητή.

 

Δ. ΚΑΤΣΑΡΙΔΗΣ Δ.Δ.Δ.Δ.Π



[1] Judgment of the Court (First Chamber), 22 November 2012 M. M. v Minister for Justice, Equality and Law υποσημείωση 82, σκέψη 65

[2] (βλ. WILLIAM CRISANTHA MAL FRANCIS KARUNARATHNA ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ κ.α, Υπόθεση Αρ. 1875/2008, 1 Μαρτίου 2010).

[3] βλέπε άρθρο 4 παράγραφος 3 της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση). Για περισσότερες λεπτομέρειεςβλέπε EASO, Evidence and Credibility Assessment in the Context of the Common European Asylum System (CEAS) - A Judicial Analysis, 2018.

[4] CORI Analysis, Fear of forced initiation into the Poro Secret Society in Freetown, 09/03/2009, <https://www.refworld.org/pdfid/49db6ccb2.pdf>, (ημερ. πρόσβασης 24/01/2024),

[5] ACCORD – Austrian Centre for Country of Origin and Asylum Research and Documentation. https://www.ecoi.net/en/document/1410296.html, (ημερ. πρόσβασης 24/01/2024),

[6] Alterman, O., Binienda, A., Rodella, S. and Varzi, K. (2002) The Law People See: The Status of Dispute Resolution in the Provinces of Sierra Leone in 2002, A National Forum for Human Rights Publications στο CORI - Country of Origin Research and Information, 'Query Response on forced initiation into Poro Society in Freetown, 9 March 2009, p. 2 (υποσημείωση 16) https://www.refworld.org/docid/49db6ccb2.html, (ημερ. πρόσβασης 24/01/2024),

[7] SMART Consortium. 2017. Protecting the Living, Honouring the Dead: The Barriers and Enablers to Community Acceptance and Implementation of Safe Burials στο Canada: Immigration and Refugee Board of Canada, Sierra Leone: Information on the Poro Society, including rituals and initation; ability to refuse initiation or leadership roles; availability of state protection (2015-July 2017), 18 September 2017, SLE105973.E https://www.refworld.org/docid/5aa90b854.html , (ημερ. πρόσβασης 24/01/2024),

[8] Canada: Immigration and Refugee Board of Canada, Sierra Leone: Information on the Poro Society, including rituals and initation; ability to refuse initiation or leadership roles; availability of state protection (2015-July 2017), 18 September 2017, SLE105973.E https://www.refworld.org/docid/5aa90b854.html, (ημερ. πρόσβασης 24/01/2024),

[9] AsianAge, Sierra Leone's secret societies, 9 August 2019, https://www.asianage.com/photo/world/090819/sierra-leones-secret-societies.html, (ημερ. πρόσβασης 24/01/2024),

[10] Fanthorpe, R. (2007) 'Sierra Leone: The Influence of the Secret Societies, with Special Reference to Female Genital Mutilation'. Writenet, Report commissioned by the United Nations High Commissioner for Refugees (UNHCR) https://www.refworld.org/pdfid/46cee3152.pdf, (ημερ. πρόσβασης 24/01/2024),

[11] Ο.π.

[12] IRB - Immigration and Refugee Board of Canada: Sierra Leone: Information on the Poro Society, including rituals and initation; ability to refuse initiation or leadership roles; availability of state protection (2015-July 2017) [SLE105973.E], 18 September 2017.

[13] CORI - Country of Origin Research and Information, 'Query Response on forced initiation into Poro Society in Freetown, 9 March 2009, p. 5 https://www.refworld.org/docid/49db6ccb2.html, (ημερ. πρόσβασης 24/01/2024),

[14] Ο.π.

[15] Ό.π., IRB - Immigration and Refugee Board of Canada

[16] Ό.π.

[17] Arewa, E. Ojo, and Everett E. Hale. "Poro Communications (West Africa). A Spiritual Channel Where Men Are the Means of Transmission." Anthropos, vol. 70, no. 1/2, 1975, pp. 78-96. JSTOR, (ημερ. πρόσβασης 24/01/2024), <https://www.jstor.org/stable/40458700?read-now=1&refreqid=excelsior%3Ada551d519452e55285eb8b0bd55c625e&seq=3#page_scan_tab_contents

[18] Semeka, Irene N., The Management of Religious Diversity in West Africa: The Exceptionalism of the Wolof and Yoruba in the Post-Independence Period, Historia Actual Online, No. 33, 2014, pp. 61-75, <https://www.historia-actual.org/Publicaciones/index.php/hao/article/view/969, (ημερ. πρόσβασης 24/01/2024),

[19] CORI - Country of Origin Research and Information, 'Query Response on forced initiation into Poro Society in Freetown, 9 March 2009, p. 5 https://www.refworld.org/docid/49db6ccb2.html (ημερ. πρόσβασης 24/01/2024),

[20] ΕΔΔΑ, J.K. και λοιποί κατά Σουηδίας, ό.π. υποσημείωση 20. Βλ. επίσης ΕΔΔΑ, απόφαση της 10ης Σεπτεμβρίου 2015, RH κατά Σουηδίας, προσφυγή αριθ. 4601/14, σκέψη 58· ΕΔΔΑ, απόφαση της 20ης Ιουλίου 2010, N κατά Σουηδίας, προσφυγή αριθ. 23505/09, σκέψη 53· ΕΔΔΑ, απόφαση της 9ης Μαρτίου 2010, RC κατά Σουηδίας, προσφυγή αριθ. 41827/07, σκέψη 50.

[21] Άρθρο 13 του περί Προσφύγων Νόμου

[22] RULAC, Geneva Academy, map, available at: https://www.rulac.org/browse/map (ημερ. πρόσβασης 24/01/2024)

[23] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, 2023, Sierra Leone, Freetown, https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard, (ημερ. πρόσβασης 24/01/2024 )

 

[24] M. Κατά Minister for Justice, Equality and Law Reform, Ιρλανδίας, Attorney General, C277/11 22ας Νοεμβρίου 2012 υποσημείωση 82, σκέψη 65.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο