ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

                                                                       

                                                                                   Υπόθεση αρ. 6971/2022

 

28 Φεβρουαρίου 2024

 

[Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

                         Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

 

Μεταξύ:

Α.Α.Μ.

                                                                                                                                                                                                                                                Αιτήτρια

Και

 

                    Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου

 

                                                                                               Καθ' ων η αίτηση

                                                                                                                    

 

Α. Κιρακόζοβα (κα) για Νατάσα Χαραλαμπίδου (κα), Δικηγόρος για Αιτήτρια

 

Α. Αναστασιάδου (κα) για Χρ. Δημητρίου (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π:  Με την προσφυγή της, η Αιτήτρια αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 30/08/2022, η οποία κοινοποιήθηκε στην Αιτήτρια στις 03/10/2022 και δια της οποίας απορρίφθηκε η αίτηση της για παροχή διεθνούς προστασίας, ως άκυρης, παράνομης, αντισυνταγματικής, στερούμενης νομικού αποτελέσματος και ως αποτέλεσμα πλάνης και κακής εφαρμογής του Νόμου.

Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου που κατατέθηκε στα πλαίσια των διευκρινήσεων της παρούσας προσφυγής ως Τεκμήριο 1, η Αιτήτρια κατάγεται από τις Φιλιππίνες, εισήλθε στις ελεγχόμενες από την Δημοκρατία περιοχές νόμιμα στις 04/08/2012 και υπέβαλε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας στις 23/06/2021. Στις 19/07/2022 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη στην Αιτήτρια από αρμόδια λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου προς εξέταση του αιτήματός της για διεθνή προστασία όπου δόθηκε η ευκαιρία στην Αιτήτρια, μέσα από σχετικές ερωτήσεις, μεταξύ άλλων, να εκθέσει τους λόγους στους οποίους στηρίζει το αίτημα της. Μετά το πέρας της συνέντευξης, στις 23/08/2022 η αρμόδια λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου υπέβαλε σχετική Έκθεση και Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου για απόρριψη της αίτησης της Αιτήτριας, η οποία εγκρίθηκε στις 30/08/2022. Ακολούθως, στις 29/09/2022, ετοιμάστηκε σχετική επιστολή ενημέρωσης της Αιτήτριας για την απόφαση του Προϊστάμενου της Υπηρεσίας Ασύλου περί απόρριψης του αιτήματος της, η οποία παραλήφθηκε και υπογράφτηκε ιδιοχείρως από την Αιτήτρια στις 03/10/2022, αφού μεταφράστηκε σε γλώσσα κατανοητή για την Αιτήτρια κατά την λήψη της, μαζί με την σχετική αιτιολογία αυτής.

Στη συνέχεια, η Αιτήτρια καταχώρησε την υπό εξέταση προσφυγή εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου.

Η συνήγορος της Αιτήτριας στα πλαίσια της προσφυγής και της γραπτής αγόρευσης, προώθησε διάφορους λόγους ακύρωσης επί της αιτήσεως ακυρώσεως (προσφυγής) προς υποστήριξη του αιτήματος για ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, τους οποίους η συνήγορος της Αιτήτριας εν τέλει εγκατέλειψε κατά το στάδιο των διευκρινήσεων και διατήρησε μόνο τον λόγο ακύρωσης που αφορά την μη δέουσα έρευνα. Ενόψει λοιπόν των δηλώσεων της ευπαίδευτης συνηγόρου της Αιτήτριας, όλοι οι λόγοι ακύρωσης ως καταγράφονται στην προσφυγή, πέραν από τον λόγο ακύρωσης που αφορά την μη δέουσα έρευνα των καθ΄ ων η αίτηση, αποσύρονται και απορρίπτονται.

Οι καθ' ων η αίτηση αντιτάσσουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, κατόπιν δέουσας έρευνας και σωστής ενάσκησης των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους καθ΄ ων η αίτηση και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης και ότι η επίδικη απόφαση επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη.

Επομένως, θα προχωρήσω να εξετάσω τον μοναδικό λόγο ακύρωσης που διατήρησε η συνήγορος της Αιτήτριας και αποτελεί τον βασικό άξονα της επιχειρηματολογίας της Αιτήτριας, τον ισχυρισμό περί μη διενέργειας της δέουσας έρευνας εκ μέρους των καθ' ων η αίτηση.

Κατά πάγια νομολογία, η επάρκεια της έρευνας, η έκταση και ο τρόπος διεξαγωγής της, ποικίλει ανάλογα με τα υπό διερεύνηση γεγονότα. Προκαθορισμένος τρόπος δεν υπάρχει. Με την προϋπόθεση ότι η έρευνα είναι επαρκής, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει στον τρόπο που η διοίκηση επέλεξε να διερευνήσει το θέμα, ούτε και υποκαθιστά τα υπ' αυτής διαπιστωθέντα πρωτογενή ευρήματα (βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 447 και Ράφτης ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 και Κώστας Γρηγορίου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1002/2009, ημερ. 27.10.2011).

Στη βάση της πιο πάνω υποχρέωσης του αρμόδιου οργάνου για δέουσα έρευνα θεωρώ χρήσιμο να καταγραφούν οι ισχυρισμοί της Αιτήτριας σε όλα τα στάδια εξέτασης του αιτήματός της, για να διαφανεί εάν όντως το αρμόδιο όργανο προέβη στη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα  και ορθώς αποφάσισε να απορρίψει το αίτημα της Αιτήτριας.

Στην αίτηση που υπέβαλε η Αιτήτρια (ερυθρό 1 και μετάφραση αυτού ερυθρό 16 του διοικητικού φακέλου) ισχυρίστηκε ότι εισήλθε στη Κυπριακή Δημοκρατία επειδή δανείστηκε χρήματα στη χώρα καταγωγής της από τη μαφία και εξαιτίας αυτού δέχεται απειλές εάν δεν αποπληρώσει το χρέος της.

 

Από τα πρακτικά της συνέντευξης (ερυθρά 17 - 23 του διοικητικού φακέλου), προκύπτει πως η Αιτήτρια εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της λόγω οικονομικών προβλημάτων που αντιμετώπιζε η ίδια και η οικογένειά της. Συγκεκριμένα, ανέφερε ότι η Αιτήτρια στηρίζει οικονομικά τον πατέρα της, και αποπληρώνει δάνειο το οποίο έλαβε από μία δανειοδοτική εταιρεία στη χώρα καταγωγής της. Ερωτώμενη, ποιες θεωρεί ότι θα είναι οι συνέπειες σε περίπτωση επιστροφής της στην χώρα καταγωγής της, η ίδια δήλωσε ότι δέχεται απειλές ότι αν δεν αποπληρώσει το δάνειο της, θα κινδυνεύσει η ζωή της ίδιας και της οικογένειας της. Αναφορικά με το είδος των απειλών που δεχόταν, η Αιτήτρια δήλωσε ότι ήταν λεκτικές. Η Αιτήτρια περαιτέρω ισχυρίστηκε ότι οι απειλές ξεκίνησαν επειδή τα χρήματα τα οποία αποστέλλει στην οικογένειά της δεν είναι αρκετά για να καλυφθούν οι ανάγκες της οικογένειάς της και η μηνιαία δόση του δανείου. Επιπλέον, η Αιτήτρια ανέφερε ότι δεν έχει συμβεί οτιδήποτε άλλο, πέραν από τις απειλές που λαμβάνει η οικογένεια της και ότι η μητέρα της την απέτρεψε να προβεί σε καταγγελία στην αστυνομία. Τέλος, ερωτηθείσα να εξηγήσει την αντίφαση στις δηλώσεις της μεταξύ της γραπτής της αίτησης όπου είχε αναφέρει ότι έχει δανειστεί χρήματα από τη μαφία και της συνέντευξη της όπου δήλωσε ότι δανείστηκε χρήματα από δανειοδοτική εταιρεία, η Αιτήτρια ανάφερε ότι από λάθος καταγράφηκε αυτό στην αίτηση ασύλου της.

Η αρμόδια λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου κατά την αξιολόγηση της αίτησής της αιτήτριας εντόπισε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς, ο πρώτος αφορά οικονομικούς λόγους και ο δεύτερος τον ισχυριζόμενο φόβο δίωξής της αιτήτριας υπό την μορφή απειλών από τον δανειστή της. Η αρμόδια λειτουργός έκανε δεκτό τον ισχυρισμό περί οικονομικών λόγων εγκατάλειψης της χώρας καταγωγής της αλλά δεν έκανε δεκτό τον ισχυρισμό περί ισχυριζόμενου φόβου δίωξής της υπό τη μορφή απειλών από το δανειστή της, καθώς στα πλαίσια αξιολόγησης της εσωτερικής της αξιοπιστίας, η λειτουργός έκρινε ότι η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να παρέχει επαρκείς πληροφορίες  και ικανοποιητικές απαντήσεις για να στηρίξει το φόβο δίωξής της. Ως κατέγραψε η αρμόδια λειτουργός, αναμενόταν από την Αιτήτρια να γνωρίζει το όνομα της εταιρείας από όπου δανείστηκε χρήματα ή του δανειστή της, ωστόσο η ίδια ανέφερε ότι έστελνε μόνο χρήματα και η μητέρα της συνομιλούσε μαζί τους. Σχετικά με τον εν λόγω ισχυρισμό, η λειτουργός υπέβαλε ερωτήματα στην Αιτήτρια ώστε να παράσχει περαιτέρω λεπτομέρειες ωστόσο, ως κατέγραψε η αρμόδια λειτουργός, η Αιτήτρια επαναλάμβανε όσα είχε ήδη αναφέρει και έδινε μονολεκτικές και γενικόλογες απαντήσεις. Επιπροσθέτως, η Αιτήτρια, ως ανάφερε η αρμόδια λειτουργός, δεν έδωσε απάντηση στο ερώτημα της λειτουργού αναφορικά με το λόγο που έλαβε το δάνειο αλλά απάντησε μόνο ότι το σπίτι τους είναι υποθηκευμένο και θα τους το πάρουν σε περίπτωση μη αποπληρωμής του δανείου τους, χωρίς καμία αναφορά σε οποιασδήποτε μορφής δίωξη. Επιπλέον, η αρμόδια λειτουργός διαπιστώνει ότι ο λόγος για τον οποίο προέβη σε αίτηση για διεθνή προστασία η Αιτήτρια ήταν για να νομιμοποιήσει την παραμονή της στην Κυπριακή Δημοκρατία. 

Ως εκ τούτου, η αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι σε περίπτωση που η Αιτήτρια επιστρέψει στη χώρα καταγωγής της θα αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης για να της παραχωρηθεί καθεστώς διεθνούς προστασίας σύμφωνα με τα άρθρα 3 και 19 αντίστοιχα του Περί Προσφύγων Νόμου.

Με δεδομένο λοιπόν ότι η αιτήτρια εισήλθε στην Κυπριακή Δημοκρατία για οικονομικούς λόγους με σκοπό να εργαστεί και ενόψει των πιο πάνω αναφερθέντων, κρίνω ότι ουδεμία περαιτέρω έρευνα χρειαζόταν για την εξέταση της αίτησης της.

Ορθώς λοιπόν θεωρώ κρίθηκε από τους καθ' ων η αίτηση ότι, τα όσα προβλήθηκαν στη συνέντευξη της Αιτήτριας, ως ανωτέρω καταγράφονται, αναφορικά με τον ισχυριζόμενο φόβο δίωξης της από τους δανειστές της, έθεταν εύλογα εν αμφιβόλω την αξιοπιστία των λεγομένων της, καθότι δεν ήταν σε θέση να παρέχει ικανοποιητικές πληροφορίες αναφορικά με τον συγκεκριμένο ισχυρισμό της, μιας και δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει με συνέπεια τον λόγο που κινδυνεύει, ούτε κατάφερε να παράσχει λεπτομέρειες για τους δανειστές της, αναφερόμενη σε γενικότητες και αοριστίες περί τις απειλές που είχε δεχθεί. Οι απαντήσεις της στερούνταν εμφανώς εύλογα αναμενόμενων λεπτομερειών και περιείχαν αρκετές ελλείψεις, ως ανωτέρω λεπτομερώς καταγράφονται.  

Όπως προκύπτει από το πιο πάνω ιστορικό, η αιτήτρια δεν επικαλέστηκε κανένα απολύτως ισχυρισμό που να εμπίπτει στις προϋποθέσεις αναγνώρισης του καθεστώτος του πρόσφυγα στο πρόσωπο της, αλλά το μόνο πρόβλημα που προκύπτει είναι οικονομικό καθώς και το γεγονός ότι ήρθε στην Κυπριακή Δημοκρατία για να εργαστεί, στοιχεία που δεν θα μπορούσαν να την εντάξουν στην έννοια του πρόσφυγα έτσι όπως αυτή η έννοια ερμηνεύεται στην Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και από τον Περί Προσφύγων Νόμο, καθότι η Αιτήτρια δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 3(1) του Περί Προσφύγων Νόμου. Συνακόλουθα, η αιτήτρια δεν επικαλέστηκε κανένα ουσιώδη λόγο που να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα καταγωγής της, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, ώστε να μπορεί να της δοθεί συμπληρωματική προστασία σύμφωνα με το άρθρο 19 του Περί Προσφύγων Νόμου. Επομένως, κρίνω ότι ορθώς κρίθηκε ότι δεν μπορούσε να της παρασχεθεί ούτε προσφυγικό καθεστώς αλλά ούτε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

Σύμφωνα με την παράγραφο 62 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ « Μετανάστης είναι το πρόσωπο που για λόγους διαφορετικούς από εκείνους που αναφέρονται στον ορισμό εγκαταλείπει οικειοθελώς τη χώρα του με σκοπό να εγκατασταθεί αλλού. Μπορεί δεν να ωθείται από την επιθυμία για αλλαγή ή για περιπέτεια ή από οικογενειακούς ή άλλους προσωπικούς λόγους. Εάν ωθείται αποκλειστικά από οικονομικά κίνητρα, είναι οικονομικός μετανάστης και όχι πρόσφυγας».

Υπό το φως των απαντήσεων της αιτήτριας κατά τη διάρκεια της συνέντευξης της και των γεγονότων και στοιχείων που είναι καταγεγραμμένα στο διοικητικό φάκελο της υπό αναφορά υπόθεσης, κρίνεται ότι, στην παρούσα περίπτωση, η αιτήτρια δεν χωρεί αμφιβολία ότι είναι οικονομική μετανάστρια καθότι υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας ωθούμενη από οικονομικά κίνητρα και επομένως δεν υπάγεται στην κατηγορία των δικαιούχων διεθνούς προστασίας.

Σημειώνεται ότι ο Υπουργός Εσωτερικών, ασκώντας την εξουσία που του παρέχει το άρθρο12Βτρις του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000, έκδωσε την Κ.Δ.Π. 166/23, όπου καθόρισε τις ασφαλείς χώρες ιθαγένειας, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται και οι Φιλιππίνες. Η Αιτήτρια στην παρούσα δεν έχει προβάλει οποιοδήποτε λόγο για να θεωρηθεί ότι η χώρα αυτή δεν είναι ασφαλής χώρα ιθαγένειας, στη βάση των όσων διαλαμβάνονται από το αρ.12Βτρις (6).

Με βάση το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου τα οποία περιορίζονται στο περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου, αφού ουδεμία περαιτέρω μαρτυρία προσκομίστηκε στα πλαίσια της παρούσας προς υποστήριξη της αιτήσεως και αφού εξέτασα τόσο τη νομιμότητα, όσο και την ουσία της υπό αναφορά υπόθεσης σύμφωνα με την εξουσία που μου παρέχει το άρθρο 11 (3) (α) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν. 73(I)/2018), καταλήγω ότι το αίτημα της Αιτήτριας εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και εύλογα η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε την αίτηση της Αιτήτριας.

Η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με €1000 έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον της Αιτήτριας.

 

                                                                                       Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο